Λησμονημένες
ὄψεις συμπεριφορᾶς τῶν παλιῶν
Κληματιανῶν
[Ἡ
φωτ. ἀπό τὸ ἀρχεῖο τῆς Μαγδαληνῆς Ἰω.
Δενδῆ]
|
Τὴ
θυμήθηκα αὐτὴ τὴ λησμονημένη σήμερα
λέξη «γιαρτίμ», τοῦτες τὶς μέρες τὶς
στερνὲς τοῦ θέρους, μὲ τὸν Αὔγουστο
νὰ ἐπιμένει νὰ ἀνακαλεῖ παλιὰ βιώματα
χρόνων μακρυνῶν, ποὺ γιὰ πολλοὺς εἶναι
χωρὶς καμμιὰ σημασία, ἴσως δὲ καὶ
ἄχρηστα. Γιατὶ ἡ λέξη αὐτὴ μοῦ θύμισε
τὶς ἀπογευματινὲς συνάξεις τῶν
γυναικῶν, κυρίως ἔξω στὶς αὐλές τους,
μὲ τὰ τσουβάλια τὰ ἀπάστρευτα ἀμύγδαλα
δίπλα τους, ποὺ ἔπρεπε νὰ καθαριστοῦν.
Κάθονταν, λοιπόν, στὰ χαμηλὰ ἐκεῖνα
«καρικλιά»( σκαμνάκια) καὶ εἶχαν πάνω
στὰπόδια τους τὸν «ταβᾶ», ποὺ τὸν
γέμιζαν μὲ τὸ μαξούλι καὶ πάστρευαν
ἕνα-ἕνα τὰ ἀμύγδαλα, ἀφαιρὠντας τὴ
χοντρὴ τὴ φλοῦδα, καὶ ρίχνανε στὸ
διπλανὸ κοφίνι τὸ χλωρὸ ἀμύγδαλο. Ἅμα
γέμιζε τὸ κοφίνι τὸ ἀδειάζανε πάνω σὲ
χαγιάτια ἤ καὶ ταράτσες νὰ στεγνώσουν.
Τὶς φλοῦδες τὶς βάζανε σὲ ἄλλο τσουβάλι
καὶ τὶς πήγαιναν στὸ χωράφι γιὰ λίπανση
τῶν δέντρων.
Ἦταν
γραφικὲς αὐτὲς οἱ συνάξεις καὶ πολὺ
χαριτωμένες, ἐπειδὴ ἄκουγες τόσα καὶ
τόσα πράγματα, ἀπὸ τὰ νέα τοῦ χωριοῦ,
μέχρι καὶ χωρατά, ἀστεῖα δηλαδή. Καὶ
τὸ κυριότερο, εἶχαν τὸν χαρακτῆρα τῆς
συνεργασίας καὶ ἀλληλοβοήθειας.
Ἄκουγες, λοιπόν, αὐτὲς τὶς ὧρες..
-Ἀρή,
ἦρθα νὰ σᾶς κάμου γιαρτίμ...
Μιὰ
γειτόνισσα παρουσιάζονταν τότε ἤ καὶ
συγγενής, ποὺ χωρὶς δεύτερο λογο ἤ νὰ
ζητήσει τὸ παραμικρό, κάθονταν καὶ
συντρόφευε τὸν μικρὸ ὅμιλο τῶν γυναικῶν
ποὺ πάστρευαν τὰ ἀμύγδαλα.
Γιατί,
ἆραγε, τὸ ἔκανε;
Πρῶτα-πρῶτα
γιὰ λόγους ἐπικοινωνίας, μετὰ γιὰ
ἀλληλοβοήθεια καὶ τέλος γιατὶ πάντα
σ᾿ αὐτὲς τὶς συνάξεις ὑπῆρχε καὶ τὸ
κέρασμα, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑποχρέωση ἀπὸ
μέρος τῆς νοικοκυρᾶς νὰ συνδράμει τὸ
προσωπο αὐτὸ σὲ περίπτωση ἀναγκης
του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴ μικρὴ ἐκείνη
κοινωνία τοῦ χωριοῦ μας, ποὺ οἱ
περισσότεροι ἦσαν ἀγράμματοι,
λειτουργοῦσαν οἱ διανθρώπινες σχέσεις
μὲ ρυθμοὺς πολὺ πιὸ προοδευτικοὺς
ἀπὸ τοὺς σημερινούς. Θυμᾶμαι π. χ. πὼς
σὲ περιπτώσεις ἀρραβώνων, γάμου, ἀλλὰ
καὶ κηδείας ἤ μνημοσύνου, πάντα θὰ
συνέτρεχαν τὸ σπίτι ποὺ εἶχε αὐτὸ
«τοὺ χουσμέτ’», οἱ γειτόνοι κι οἱ
συγγενεῖς. Γιατὶ σ᾿ αὐτὲς τὶς
περιπτώσεις δὲν ἦταν εὔκολο νὰ τὰ
βγάλουν πέρα ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν τὸν
ἀρραβώνα ἤ τὸ γάμο κ.λ.π., ἐπειδὴ δὲν
ὑπῆρχαν ζαχαροπλαστεῖα ὅπως σήμερα
νὰ πᾶνε π. χ. ν᾿ ἀγοράσουν τὰ γλυκά.
Ἔπρεπε λοιπόν, νὰ
συγκεντρώσουν τὰ ἀμύγδαλα, νὰ τὰ
σπάσουν νὰ τὰ καθαρίσουν, νὰ ἀσπρίσουν
τὶς κοκκόσες (τὴν ψύχα δηλ.), νὰ τὰ
στεγνώσουν καὶ μετὰ νὰ τὰ τρίψουν.
Καὶ τὸ τρίψιμο δὲ γινόταν μὲ τὴ μηχανή,
ὅπως σήμερα, ἀλλὰ «μὶ τοὺ λάλαρου»,
τὴν εἰδικὴ δηλαδή, λευκὴ ὁλοστρόγγυλη
πέτρα, ποὺ διαάλεγαν ἀπὸ τὸ γυαλό.
Τρίβανε, λοιπόν, μὲ προσοχὴ τὴ ψύχα
καὶ μετὰ κάνανε τὰ χαμαλιά, τὰ
ἀμυγδαλωτά, τὰ «μυδγαλουζούμια» καὶ
τὸ ἀξεπέραστο ἐκεῖνο γλυκὸ ἀμύγδαλο
τοῦ κουταλιοῦ, τὸ ὁποῖο εὐωδίαζε
ροδόσταμο. Καὶ νὰ ἤτανε μόνο αὐτά...Πόσα
καὶ πόσα ἀπαιτοῦσαν «τοὺ γιαστίμ».
Ἀσβεστώματα, σιδερώματα, ράψιμο,
μαγειρική κ.ἄ.
Θυμήθηκα,
λοιπόν, τὴν ξεχασμένη πιὰ λέξη «γιαρτίμ»,
ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὰ χρόνια τὰ πίσω,
τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας -yardim
στὴ τουρκικὴ σημαίνει βοήθεια- γιὰ νὰ
θυμίσει αὐθόρμητες συμπεριφορὲς
ἀνθρώπων ποὺ στὴν πλειονότητά τους
ἦταν σφραγισμένοι μὲ τὸ μεγαλεῖο τῆς
ἁπλότητας καὶ τῆς καλωσύνης. Ποὺ
σήμερα ὅλο καὶ λιγοστεύουν, γιατὶ
εἴμαστε ὀχυρωμένοι στὸ ἐγὼ
καὶ στὴν ἀπανθρωπία μας. Δυστυχῶς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου