Κατά τα τέλη του
βίου του εκτίμησε ιδιαίτερα τις εικόνες του επιπλέοντος κόσμου. Το πελώριο κύμα
της Καναγκάουα, τα χειμωνιάτικα ποτάμια με τη σφιγμένη ανάσα, τα δίχως ηλικία,
τον ενθουσίαζαν. Και ονειρευόταν ακόμη τις θύελλες, καθώς οι θάλασσες.
Όμως τίποτε από όλα τούτα δεν συγκρινόταν με
την ήττα και την ταπείνωση των ηρώων. Τη βαθιά μοναξιά που τους σπαράζει και
μαίνεται μες στα μαγαζιά της Πλατείας Αμερικής ή τις μακρινές θεωρήσεις στους
λόφους γύρω από την πόλη. Ετούτα είναι ανίκητα και αθώα πράγματα, είναι σκληρά
μαχαίρια και ίσκιοι φοβερών μορφών.
Πάει
να πει, καθώς θα σώζεται ο κόσμος, εμείς τίποτε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να
μοιραστούμε, έτσι όπως ακροβατούμε στα φαράγγια των κτιρίων και γύρω, εμπρός
μας, πάνω μας τα ερωτικά μνημεία και τα αμμολίθινα πρόσωπα των ευαγγελιστών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου