Να λογίζεται εθνικό, το αληθινό
Έπειτα απέμεινε μόνος, επεβλήθη ολόκληρη
η σιωπή του κόσμου.
Σαν να φάνηκε εκείνη η δικαιοσύνη, η
σοβαρή,
Η αναλλοίωτη ωριμότητα των πραγμάτων.
Οι φρουροί πιθανόν να μην αντιλήφθηκαν,
Να μην διέκριναν τίποτε.
Άλλωστε μες στο τόσο σκοτάδι,
-Μιλώ για μια συχνότητα αποχρώσα
καθολική,
Μιλώ για κάτι επίκαιρο, άλλοτε τρυφερό
Και άλλοτε πάλι σκληρότατο και τρομερό-,
Πώς να δει κανείς τίποτε.
Οι φρουροί δεν διέκριναν.
Το αγόρι πέρασε στο δάσος,
Χάθηκε μες στα υψωμένα δέντρα,
Γύρεψε τον πατέρα του.
Ο Άλκης, ντυμένος καθώς είθισται
Στα συνοικιακά, ποιμενικά δράματα,
Αγκάλιαζε και έσφιγγε τον πατέρα.
Και εκείνος, ίσκιος βαρύς, δασώδης,
Αιώνιος μες στο πνεύμα
και συντριμμένος και πατριαρχικός.
Δεν είχε δει τον Άλκη, εδώ και τέσσερα
χρόνια.
Τι χαρά ήταν ετούτη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου