Γράφει ο
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ
Το "πάρκο" τού Μπανάτου, Φωτώνε 2012. |
Η γιορτή
των Φώτων, «του Φωτώνε», κατά την τοπική εκδοχή, είναι μια από τις μεγαλύτερες
του χρόνου και για το νησί μας. Πρώτη μεγάλη του νέου χρόνου, στην αρχή μιας
περιόδου, που το «φως αξαίνει», έχει συνδεθεί με τον αγιασμό της έτοιμης ν’
αναγεννηθεί φύσης και τον εξαγνισμό της από κάθε κακό, το οποίο συνδυάζεται με
το βαθύ σκότος και τον παγερό χειμώνα. Για το λόγο αυτό όχι μόνο την ημέρα αυτή
«των υδάτων αγιάζεται η φύσις», κατά τον υμνωδό, αλλά και η λαϊκή δοξασία θέλει
τους καλικάντζαρους να εγκαταλείπουν τη γη και να καταφεύγουν και πάλι στα
έγκατά της και να σταματούν τα μαγαρίσματα.
Πολλά τα έθιμα του νησιού μας στην επέτειο
των Θεοφανίων, όπως αλλιώτικα και πλέον θεολογικά λέγεται η μεγάλη αυτή
δεσποτική γιορτή, με κυρίαρχο τα νερατζόφυλλα, με τα οποία στολίζουν τις
εικόνες των σπιτιών και τις εκκλησίας της πόλης και των χωριών. Πλανόδιοι
μικροπωλητές τα πουλούσαν παλιότερα στους δρόμους, καθώς και τα μανάβικα, μαζί
με τις «φούντες» για την Βάφτιση και οι νοικοκυρές τα άφηναν στο εικονοστάσι
μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας, οπότε τα έβγαζαν και έστυβαν το νεράντζι
για να πιούν το χυμό του και να θεραπεύσουν τον πονόλαιμο.
Αυτό, όμως, που σήμερα έχει εκλείψει και
χαρακτήριζε την μεγάλη αυτή γιορτή, ήταν τα περίφημα «πάρκα», τα οποία
κατασκευάζονταν στην μέση όλων των εκκλησιών, με προορισμό τους τον Μεγάλο
Αγιασμό, τόσο της παραμονής, όσο και της κυριώνυμης ημέρας.
Πολύτιμες γι’ αυτά πληροφορίες μας δίνει ο
σημαντικός λαογράφος της Ζακύνθου, Ανδρέας Γαήτας, που τα περισσότερα κείμενά
του διέσωσε ο ακαταπόνητος Ντίνος Κονόμος στο βιβλίο του «Λαογραφικά», τις
οποίες θα συμβουλευτούμε.
Τα «πάρκα», λοιπόν, όπως μας διασώζει ο
Γαήτας, ήταν αληθινά καλλιτεχνικά δημιουργήματα, τα οποία αποτελούσαν
αντικείμενο άμιλλας και ανταγωνισμού και οι ιερείς των ναών προσπαθούσαν για το
ποιος θα κατασκευάσει το καλύτερο. Η κοινή γνώμη, μάλιστα, βράβευε το πιο
όμορφο και ο κατασκευαστής του ιερωμένος ένοιωθε γι’ αυτό ιδιαίτερη υπερηφάνεια
και το κατόρθωμά του ήταν θέμα επαινετικής συζήτησης για πολλές ημέρες.
Ολόκληρο σκηνικό στήνονταν μέσα στους ναούς
για να γίνει η αναπαράσταση της Βάπτισης του Χριστού στον Ιορδάνη και δεν θα
μπορούσε να γίνει διαφορετικά σ’ έναν τόπο, που αγαπούσε το θέατρο και
εκφραζόταν σε θεωρεία και σκάρωνε «Ομιλίες». Αυτό, βέβαια, δεν ήταν το μόνο,
όπου συνέβαινε στην ντόπια λατρεία. Το ίδιο θεατρική είναι η Ζακυνθινή Αποκαθήλωση,
η Γκλόρια του Μεγάλου Σαββάτου με το «σεισμό» και το άνοιγμα του Τριωδίου, για
να περιοριστούμε σε λίγα μόνο παραδείγματα, γνωστά σε όλους, τα οποία ακόμα και
σήμερα συνεχίζονται και μάλιστα με θρησκευτική ευλάβεια.
Τα «πάρκα» όμως των Φώτων ήταν το κάτι άλλο
και είναι ανάγκη να τα γνωρίσουμε. Για να διακοσμηθούν και να είναι όσο γίνεται
πιο πειστικά και φυσικά οι κατασκευαστές τους κουβαλούσαν πόες από την εξοχή,
μαζί με το χώμα, για να μπορέσει έτσι να μείνει φρέσκο το χορτάρι. Τα τοποθετούσαν
πάνω στα σανίδια του πάρκου, για γνήσια διακόσμηση και στις απαραίτητες
αναβαθμίδες συνέχιζαν το ντεκόρ με ανθοδοχεία γεμάτα λουλούδια και κηροπήγια.
Ιδιαίτερα αγαπητές ήταν οι «σπάθες», ένα άλλο φυτό, που μαζί με τα κλαδιά των
εσπεριδοειδών έχει δεθεί με την γιορτή των Θεοφανίων.
Μα η φυσική διακόσμηση δεν ήταν αρκετή.
Ολόκληρη η ιστορία του Ιησού, από την Γέννησή του ως και την Βάπτισή του ήταν
ιστορημένη πάνω στο «πάρκο» και κυριολεκτικά γινόταν η εικόνα των αγραμμάτων,
αλλά και η ικανοποίηση των εγγραμμάτων, μια και προοριζόταν για έναν λαό που
είχε ζήσει και Αναγέννηση και Διαφωτισμό.
Υπήρχε πάνω στο «πάρκο» η Φάτνη, με την
Θεοτόκο, το νεογέννητο Χριστό, τον Ιωσήφ, τους Μάγους, τα ζώα και τους
ποιμένες, επίσης ο Πρόδρομος – Βαπτιστής, ο βαπτισθείς Ιησούς, οι Άγγελοι του
Ιορδάνη και το εν είδη περιστεράς Άγιο Πνεύμα. Υπήρχαν και πολλά άλλα του
εορταστικού Δωδεκαημέρου, τα οποία είχαν ζωγραφιστεί σε χαρτόνι και είχαν κοπεί
μετά περιμετρικά, για να τους δοθεί άλλη διάσταση και είχαν τοποθετηθεί με
σκηνογραφική επιμέλεια πάνω στο «πάρκο» του Αγιασμού.
Σαν τελείωνε η κατασκευή, η οποία διαρκούσε
κάμποσες μέρες και ξεκινούσε συνήθως αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά, οι πόρτες της
εκκλησίας έκλειναν και άνοιγαν μόνο την παραμονή της γιορτής, για να θαυμάσουν
οι ντόπιοι τα καλλιτεχνήματα και να τα κρίνουν, αναζητώντας το πιο
καλοφτιαγμένο και ευφάνταστο.
Χαρακτηριστική είναι η ιστορία ενός παπά,
που τον έχασε η παπαδιά του το βράδυ της προπαραμονής κι αναζητώντας τον, τον
βρήκε στην εκκλησία του, κοντά τα μεσάνυχτα, να … θαυμάζει το δημιούργημά
του!!!
Αν ψάξουμε την ουσία σ’ όλα αυτά θ’
ανακαλύψουμε και την ταυτότητά μας. Αυτήν που πρέπει να διατηρήσουμε, όχι
αντιγράφοντας παθητικά, αλλά συνεχίζοντάς την δημιουργικά και προσαρμόζοντάς
την στο σήμερα. Τότε θα έχουμε αληθινά Θεοφάνια.
Μακάρι ο νέος χρόνος να μας τα δώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου