Γράφει
ο Παύλος Φουρνογεράκης
Οι
λιτανείες, ως γνωστόν, είναι
εκκλησιαστικές πομπές κατά τις οποίες οι ιερείς και ο λαός με ευχές, ύμνους,
φωταψίες κάθε λογής θυμιάματα, ιερές εικόνες, άγια λείψανα κλπ περιέρχονται τους
δρόμους των ενοριών στις πόλεις και στα χωριά είτε για δοξολογία είτε κυρίως
για επίκληση του θείου ελέους. Τέτοιες ιερές πομπές είναι γνωστές σε όλα τα
θρησκεύματα, προχριστιανικά και σύγχρονα, ώστε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από
πού ακριβώς τις μιμήθηκαν οι πρώτοι χριστιανοί κι εξακολουθούν να είναι μέχρι
σήμερα τόσο διαδεδομένες.
Οι
λιτανείες μπορούν να διακριθούν σε τακτικές, αυτές δηλαδή που επαναλαμβάνονται
κανονικά κάθε χρόνο και σε ορισμένη ημέρα -όπως του Επιταφίου τη Μ. Παρασκευή,
των εορταζομένων αγίων των ενοριών κλπ- και σε έκτακτες, δηλαδή εκείνες που
γίνονται με την ευκαιρία διαφόρων θλιβερών γεγονότων, θεομηνιών, ανομβριών,
σεισμών κλπ.
Στη Δύση,
από τον 14ο αι. αναπτύχθηκαν οι λεγόμενες «θεοφορικές» λιτανείες,
κατά τις οποίες λιτανεύεται ο άρτος της θείας Ευχαριστίας (εορτή της Αγίας
Δωρεάς) ή αίμα από την πλευρά του Κυρίου (στη Μπρυζ).
Οι
λιτανείες παλαιότερα ονομάζονταν και λιτές. Λιτή ονομάζεται και η μικρή
ακολουθία, η οποία ψάλλεται κυρίως στα μοναστήρια κατά τις ολονυκτίες την παραμονή
των μεγάλων εορτών, πριν τα λεγόμενα απόστιχα τροπάρια του Εσπερινού. Κατά τη
διάρκεια της Λιτής συνήθως γίνεται λιτανεία στον εσωτερικό νάρθηκα των ναών.
Λιτές όμως
απαντώνται και στη μυθολογία. Ήταν η προσωποποίηση των δεήσεων των ανθρώπων οι
οποίοι μετανοούν και ικετεύουν συγχώρηση από τους θεούς, αν ασέβησαν ή
διέπραξαν ανομία. Κατά τον Όμηρο (Ιλ. Ι 502 κ. εξ.) ήταν κόρες του Δία, χωλές, αλλήθωρες
και ζαρωμένες, που σέρνονταν πίσω από
την αδελφή τους Άτη. Κι ενώ εκείνη, γερή και δυνατή, τρέχει σε όλη τη γη
και εκδικείται τους θνητούς για τις φιλοδοξίες και τον υπέρμετρο εγωισμό τους,
οι Λιτές την ακολουθούν σιωπηλά και προσπαθούν να διορθώσουν τα κακά που η
εκδικήτρια αδελφή τους προκαλεί. Όποιος τις σέβεται και τις δέχεται με ευλάβεια
ωφελείται, γιατί εισακούονται οι προσευχές του. Αντίθετα, εκείνος, που θα τις
αφήσει θα τιμωρηθεί, γιατί οι Λιτές παρακαλούν το Δία να στείλει αμέσως πίσω
του την Άτη, για να πληρώσει το κρίμα του. Έτσι, ο Φοίνικας, ο γιος του
Ορμενίδη Αμύντορα, παρακινεί τον οργισμένο Αχιλλέα (Ομ. Ιλ. 513 κ. εξ.), να
δεχθεί με σπονδές και θυσίες τις θεές και να τις καλοπιάσει. Αλλά και ο Πάρις
εμφανίζεται να ικετεύει τις Λιτές να θεραπεύσουν την πληγή, που του έχει
προξενήσει ο Φιλοκτήτης.
Στη χώρα
μας, έχουμε κάθε λόγο να ισχυριστούμε ότι κληρονομήσαμε τη συνήθεια των
λιτανειών από την ελληνική μυθολογία όπως και τα τόσα άλλα δάνεια από την
αρχαία τραγωδία (το σκηνικό στήσιμο της λειτουργίας στους ναούς μας κλπ). Έχει
λοιπόν το έθιμο της λιτανείας ένα ιδιαίτερο ιστορικό και θρησκευτικό βάρος
στους νεοέλληνες, το οποίο, αναμεμιγμένο και με το οικονομικό βάρος από τη θρησκευτική
τουριστική εκμετάλλευση, το θεωρούμε αναπόσπαστο κομμάτι των θρησκευτικών
εορταστικών εκδηλώσεων.
Είναι,
άραγε, τόσο ουσιαστικό γεγονός για την ίδια την πίστη και τη λατρεία του
χριστιανικού Θεού, της Μητέρας, του Υιού και όσων έφτασαν στην Αγιότητα, η σύγχρονη λιτανεία και μάλιστα υπό
οποιεσδήποτε συνθήκες; Φαίνεται από την ενεργό, την ουσιαστική συμμετοχή των
πιστών και των αρχόντων στις λιτανείες; Πιστεύει άραγε ο λαός σήμερα ότι χωρίς
τη λιτανεία η ευλογία και η ικεσία είναι ελλιπής και αδύναμη, και τότε ποια η
τύχη όσων τυχαίνει να κατοικούν ή να βρίσκονται μακριά από τους χώρους της πομπής;
Εμφανίζεται ο χριστιανικός Θεός ως συνεργός της αρχαίας Άτης, που εκδικείται
τους ανθρώπους για τα λάθη τους κι επομένως οι πιστοί του θα πρέπει να
ακολουθούν και να σέβονται τις Λιτές, ειδάλλως, θα πληρώσουν, θα τιμωρηθούν για
το κρίμα τους;
Τα έθιμα,
αναμφισβήτητα, έχουν ιδιαίτερο ειδικό βάρος, που προσδιορίζει την ταυτότητά
μας, τροφοδοτούν την ποικιλότητα του πολιτισμού, αποτελούν πηγή έμπνευσης και
τροχοπέδη στην ομοιομορφία και την ισοπέδωση της παγκοσμιοποίησης. Στη
θρησκευτική λατρεία όμως είναι το δευτερεύον. Αλλού θα πρέπει ν’ αναζητάμε την ουσία: Στο μυστήριο που συντελείται από
την εμπειρία της συμμετοχής, της ταπείνωσης, της συλλογικής προσευχής και
δοξολογίας, όπου το Εγώ εξυψώνεται, διασπάται κι ελευθερώνεται στην κοινωνία
της εκκλησίας. Εκεί όπου ο ιεροκηρυγματικός λόγος από τη Μεγάλη Πύλη γίνεται
αφορμή και αιτία πνευματικής ωρίμανσης, για να μπορέσουν τα λόγια να γίνουν
πράξεις αγάπης προς τον εαυτό μας και τους άλλους.
Ο φετινός
εορτασμός της μνήμης του πολιούχου Αγίου μας είχαν σε μεγάλο βαθμό τα
χαρακτηριστικά αναζήτησης της ουσίας. Η ηρεμία, η ευγένεια και η γλυκύτητα στην
έκφραση, οι βαθυστόχαστοι λόγοι των αρχιερέων και ιδιαίτερα η ανοιχτή προσευχή,
από καρδιάς, από το μητροπολίτη μας προς τον Άγιο Διονύσιο, όταν Εκείνος
αντίκριζε περίλαμπρος από τον πρόναο την πόλη της Ζακύνθου, ήταν στιγμές
ουσίας. Οι δήθεν πιστοί, (ιερείς, θεολόγοι, πολιτικοί άρχοντες, δημοσιογράφοι,
εκδότες, χωριάτες, χωραΐτες…) στάθηκαν στην αστάθεια του καιρού και του
χαρακτήρα τους. Ξέχασαν την προσευχή και δεν αφέθηκαν στη μελωδία και την αρμονία
των ύμνων να τους συνεπάρει σε μια ανάταση ψυχής προς το άπειρο. Το ζακυνθινό
μουσικό εκκλησιαστικό ιδίωμα, που αιώνες τώρα απολαμβάνει ο Άγιος Διονύσιος,
φιλοξένησε τους ρώσους αοιδούς της χορωδίας του Αγίου Δανιήλ κι έτσι η διπλή
γιορτή της 17ης του Δεκέμβρη μπορεί να έχασε άθελά της στα
δευτερεύοντα (ματαίωση λιτανείας), πήρε όμως άριστα στα πρωτεύοντα και τα
ουσιώδη.
Μακάρι ο
πρεσβευτής μας προς το Θεό, Άγιος Διονύσιος, να μας βοηθά και να μας
προστατεύει, ώστε να μην εκπίπτουμε, και ως δήθεν πιστοί, τυπολάτρες κι
εριστικοί, αδυνατούμε να αντικρύσουμε το άστρο που ανατέλλει Φως.
Ζάκυνθος, 20-12-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου