[Από τον Τόμο «ΠΡΟΗΓΜΕΝΟΣ ΚΥΚΛΟΣ. Ποιητική ανθολογία (1965-2000)»,
Εκδόσεις Μπάστα, Αθήνα/Ζάκυνθος 2008]
ΤΕΜΠΕΡΑ
Η ΑΓΩΝΙΑ του πράσινου κάγκελου. Αιώνια έφηβος με πουλιά και δυσέρωτες.
Με παράθυρα και μπαντερίλιες.
*
ΔΙΑΛΥΜΕΝΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ.
Γράμματα αρχικά περγαμηνών κωδίκων. Άλλοτε πλούσια
σε φαντασία κι εκφραστικότητα –
αθώων αγίων.
*
ΒΑΡΙΑ ΒΑΡΥΤΑΤΑ της ψυχής μου τα έλυτρα
Κι ο έξω λαβύρινθος γυρεύει το νήμα του.
Ποίος θα φέρει τα λύτρα;
*
ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ μετωπική, αναγνώσματα πλάγια. Σε πρώτο πλάνο τέσσερα ορχούμενα βότσαλα
μινωικής ακρογιαλιάς.
*
ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΜΙ ΣΟΥ - ήχος ρευστός να πηδακίζει μέσα στο κίτρινο, στις πρώην θάλασσες.
Σαν το πρώτο φως,
ελαφρώς σκανδαλώδες.
ΦΑΓΙΟΥΜ ΄Η ΤΟΛΕΔΟ
ΓΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΤΟΥ Χ της πολύπλοκης απλότητας. Οι φιγούρες του βάθους σε ληστεύουν στη μέση της αίθουσας. Φυσικά, AD LIBITUM.
*
ΝΑ ΚΑΙΓΕΣΑΙ ΩΡΑΙΑ και να φαίνεσαι
στην ίδια πάντα δύσκολη απόσταση –
από τη γη κι από τους ουρανούς.
*
ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΑΛΕΓΡΙΑ, όλη του κόσμου
η πίκρα
οι βυσσινιές σου οι νότες.
*
ΕΜΜΟΝΕΣ ΚΗΛΙΔΕΣ, προσποιητές διαγραφές.
Το γυμνό της το χέρι
NOLI ME TANGERE.
*
μια λέξη
τέσσερες αγάπες
και στη μέση η πολυέλαιη
μάντορλα τού κόντε
ντε οργάθ
*
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ μέσα κι απέξω. Κίτρινα κρεμεζί καστανά φύλλα στο χώμα και στους ουρανούς (ωστόσο εν ανεπαρκεία). Σ’ αυτά συνήθιζε να γράφει τ’ όνομά του και να μας ταχυδρομεί – όχι με λίγη έπαρση – τη λέξη εκείνη
ΕΠΟΙΕΙ.
*
ΑΝΟΧΥΡΩΤΗ ΠΟΛΗ. Μ’ εξαφανίζουν περίτεχνα μαζί με τα χρώματα.
΄Υστερα με τυλίγουν
διάφανοι μουσαμάδες
της Ανάστασης.
*
ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟΥ ΦΑΓΙΟΥΜ στα ύψη της Ταφής. Η γραμμή που μ’ ενώνει και με μοιρά-
ΖΕΙ στα δύο.
*
ΕΚΛΑΜΨΕΙΣ ΠΟΛΥΚΛΩΝΕΣ διατρέχουν την ύπαρξη. Φρόνιμες υπομνήσεις της Φύσης.
Και η άλλη δϊάσταση παρουσία αθέατη
βαθιά μες στο μαύρο.
*
ΠΤΥΧΕΣ ΠΥΡΑΚΤΩΜΕΝΕΣ κάτω απ’ τον ΄Ηλιο του μεσονυχτίου. Η γνώση δεν διαρκεί. Αρκεί
το πρόσωπο.
Το χέρι που μου δίνεις
παραμένει ατελείωτο.
ΔΙΚΟΠΑ
άλφα θέλω ν’ αρχινήσω
κάτι πολύ απτό
- μέχρι αφελείας
πάνω στο βασάλτη
της δυσλεξίας μου
*
η ευτυχία
να μην μπορείς να βγεις
από το ρούχο σου
*
όταν το καλοκαίρι μπαίνει στην πόλη
τα παιδία έχουνε στραγγαλίσει
τ’ όνειρο
κι είναι τα πρόσωπα
κλειστές βεντάλιες
*
η ώρα κι η απόσταση
δεν αλλοιώνουν τη σκιά σου
ρίζα βαθειά πικροδάφνη
που γονατίζεις τα μάρμαρα
*
η τραγωδία όταν φτάνει
στις τελευταίες κερκίδες
στολίζει τα μαλλιά της
με πευκοβελόνες
*
άλμπουμ του πατέρα:
φωτογραφίες απ’ το Σαγγάριο
φωτογραφίες από τη Σμύρνη
φωτογραφίες του Εσκή Σεχίρ
παρακάτου κλαίει
ένα ζω-
γραφισμένο σκυλί
*
ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟ ΑΙ-
ΜΑ να τρέχει σαν τις νύχτες
της Τρανσυλβανίας
την ώρα που σερβίρονται τ’ απεριτίφ
και τ’ Οριάν Εξπρές τρο-χο-πε-δεί
χιλιάδες λεύγες
υπό το ΑΙ
-ΓΑΙΟ
*
ΠΡΟΣΟΧΗ: εύθραστες γέφυρες ήχων
φράσεις από εικόνες πολύγλωττες που
τρεμοσβήνουν
στ’ αναμεταξύ κάθε νύχτα γεννιέται
κι ένα νέο ουράνιο βαρίδι
αλλιώτικο από τ’ άλλα
*
ο θείος μου Γεώργιος
μα και Θεόδωρος (ο Τήρων)
ανάπηρος από ελαφρά κρυοπαγήματα
της Αλβανίας
όλο περνάει καβάλα στο γαϊδούρι του
και τραγουδάει
ΚΟΡΟΪΔΟ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ...
*
σύγνεφο και το ξέρεις
πως σε παίρνει το κύμα
και σε ταξιδεύει
και δεν έχεις ελπίδα
να γυρίσεις ξανά
*
πριν να ’ρθούν
οι γαλάζιες βροχές
πρι να βγούν
τ’ αυριανά τα ποτάμια
από την κοίτη τους
*
στους χαλεπούς καιρούς
μας σώζει / δεν μας σώζει
η αποκοιμισμένη
κι ο νέος τριακονταετής εμφύλιος
των ρόδων
*
υποχωρείς ολοένα
στου Σολωμού τ’ ανορθόγραφα
ενώ τα ηλιογάβαλα αγάλλονται
στη λαμπερή σου ορφάνια
*
νέα γραμμή αντιβάμπ
τ’ αδειανά τους πουκάμισα
stabile – mobile
στα πεδία του ΄Αρεως
κι εσύ τρέχα γύρευε
λιλιπούτειο μετάξι
*
ΚΥΜΑ ΛΙΒΥΟ
απόψε αλαλάζουν τα κύμβαλα
κατασφαγιάζονται οι λύρες
απόψε φρικιούν οι ωδές του Συνέσιου
μεσογειακή μου αδελφή
ταρταρούγα
*
ντεκολάζ
ή αποκαλύψεις πολύχρωμες
μ’ εγκαυστική νωπογραφίες καί τέμπερα:
Κυρή...Κερύνεια
Μυριόβιβλος
Ζάκανθα
*
λέξεις με λέξεις
τοπωνύμια και χρώματα
όταν παίζουν τη νάουγκα
όταν χτυπούν τα ξυλόφωνα
όταν πικραίνεται το «κοπέλλιν» -
ο Βησσαρίων -
όταν γελούν τα παρδαλά
ερίφια
*
ακριβοθώρητα και άλλα
χωρίς προϊδεασμένη χρησιμότητα
κύκλοι ανοιχτοί
-σαν του Δομήνικου- μετέωροι
που δεν θέλουν να κλείσουν
που δεν κλείνουν μάτι
που δε γίνεται να κλείσουν
όσο υπάρχεις Εσύ
*
ένα-ένα προβάλλουν
τα βαριά ιδεογράμματα της μετα-
ιστορίας
κι η μνήμη Σολάρις
ασυναίρετη αυγή
επιστρέφει και μού καί
και σού καίει
τις ζω(ο)φόρους
ΣΥΓΧΥΣΗ ΑΡΩΜΑΤΩΝ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ SS της σιωπής απόψε διαγράφεται μια απέραντη βλάστηση. Εσύ / εγώ παγώνι της Εδέμ
σε βενετσιάνικη βεντάλια.
*
ΟΜΗΡΗ ΜΝΗΜΗ. Πώς γιατί – το πώς γιατί, για πότε; Απατηλή ψιληζωή παγιδευμένη
που δεν κρύβεσαι
μέσα σ’ ένα κομμάτι κεχριμπάρι.
*
ΓΥΡΙΖΟΝΤΑΣ απ’ το άλλο θέατρο είδαμε τον ίδιο αρχαίο μάντη της παράστασης να κουβαλεί στον ώμοτο λοφίσκο του που μας εμπόδιζε τη θέα
της αιμομικτικής
χορεύτριας θάλασσας.
*
Ο ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ των ζώων όπως ακριβώς το συμπαθητικό γαϊδουράκι του Χουάν Ραμόν που μυρικάζεται αέναα τ’ άσπρα τριαντάφυλλα για να γίνει άνθρωπος - το καλορίζικο!
Άσπρο είναι το χρώμα του πένθους
στον al-Andalus.
*
ΣΤΟ ΜΩΒ αυτό δε θα με ξαναβρείς.
Στη φούξια ίσως
της αυγής.
*
FUERA DE MI. Ω πέτρα της Αγάπης, δεμένη σε χρυσή κλωστή – εκσφενδονισμένη (μια κάποια ταχινή)
στ’ άβυσσα της Αβύσσου.
*
ΟΡΟΝΤΗΣ ή ΤΑΧΟΣ; Αιώνιες εκτροπές ποταμιών, συνευρέσεις μουσικών αρωμάτων.
Κι εσύ, τόσο δα βυσσινί αραβούργημα, στροβιλίζεις ολόκληρη μια θάλασσα ώχρες.
*
ΤΡΕΙΣ ΣΥΛΛΑΒΕΣ (SUSPENSE) η γραφή της Σιωπής.
Μονάχα εσύ...
- Μιλείς. Για ποιόν μιλείς;
*
...ΕΤΣΙ. Ακριβώς. SIDI-AMOUR και φωτερές
μικρές αλάμπρες.
*
ΩΣΑΝ ΧΑΡΑΣ ΙΔΕΑ μικρή Αναδυομένη.
Η μια μέσα στην άλλη εικόνα
ή λέξη
ή ζωή.
*
ΛΑΓΓΕΜΕΝΕΣ ΜΟΡΦΕΣ κι ωραία ονόματα που κυματίζουν – όχι στον άνεμο.
Και γιατί θα πρέπει να σου πεθαίνουν ή να βασανίζονται οικειοθελώς;
*
MAREMAGNUM. Σεβάχ Ωριγένης Σεφαράδ. Στη Θέση Των Ματιών Μαύρες Τρύπες Καλέμια Σελτζούκων Αγίων // Χαρακιές Που Δεν Χωράνε
Στον Ύπνο Σου...
στα σημεία π’ ανθίζουν τα νερά
νωπό το πένθος
επιβάλλει τον ασβέστη του.
ΓΑΛΑΖΙΟ ΣΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ
Θάμπωμα της αυξανόμενης φωτεινότητας.
Εσωτερική λεπτομέρεια που δεν ακούει
τη φωνή της.
*
Όχι κατά λέξη. Κατά γράμμα.
Και ν’ αφήνεις τον αητό
για τον ίσκιο σου.
*
Λάμβδα μου Αλεξανδρινό, που έχεις στο μέτωπο το
σήμα των Διόσκουρων.
Πάλι λάμπεις.
Μες στο κηλιδωμένο τοπίο.
Καθαρό σμάλτο.
*
Δίχως δέος. Με το μέτωπο στον τοίχο.΄Ωσπου να
βγεί καθαρά το παράθυρο.
Μες στο βαθύ περιβόλι.
Της Ώρας Σιμονέτας.
*
Τι τα θες! Η Σειρήνα σταματάει να τραγουδάει
όταν ο μαυριδερός μικρός θεός περνάει δεμένος
στο κατάρτι.
*
Σ’ αρέσει / δε σ’ αρέσει, μόλις που υποψιάζουμαι ότι
δεν είσαι πια ο τοίχος μα
Το ποίημα. Με θραύσματα σφηνοειδούς γραφής που δε γυρεύω
ούτε μπορώ ν’ αποκρυπτογραφήσω.
*
Χρήση (και πλύση) του οφθαλμού ως εμβόλου απο-κάθαρσης. Προεισαγωγικά
Της τελετουργίας. Μιας -πώς να σε πώ;- μηχανικής παραδείσου.
*
Φρεσκαρισμένη ανάμνηση μ’ ένα καθρέπτη πρόσθετο ουρανό, σε καθαρό
Φυσικό χρώμα. Αρχή της περιδιάβασης που αναιρείται εκ των πραγμάτων.
*
ΦΩΣ ΓΑΛΑΖΙΟ στο γαλάζιο φως.
Μιλεί ο τοίχος.
Ύστερα σταματάει και σε διαδέχεται η θάλασσα.
- Μην παίζεις με το φως μου.
*
Όταν αποβάλλεις το ρούχο σου και μένεις ολόγυμνος
όπως ο τύραννος εκείνος ή rex
Προς τι τα λελυμένα αινίγματα;
ΕΔΩ ΑΝΑΔΥΕΤΑΙ ΠΑΛΙ ΤΟ ΦΩΣ
ΤΟ ΗΘΟ-ΠΟΙΟ ΣΩΜΑ
ΚΑΙ ΠΑΘΟΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου