Γράφει η Καθηγήτρια Πανεπιστημίου ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ
Πηγή: Βιβλιοθήκη της Εφημερίδας Ελευθεροτυπία, Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011, φύλλο 640, σ. 12
Ποιητική κατάθεση τριάντα ετών, οι Καμένες πεταλούδες του Παναγιώτη Καποδίστρια μάς ταξιδεύουν στα βάθη του ουρανού και της θάλασσας. Μέσα από τη στάχτη ξεπροβάλλουν ατίθασες λέξεις. Μεταφέρουν την ιστορία της ποίησής μας, κρύβουν κάτω από τα φτερά τους υπο-κείμενα, υπαινιχτικά μηνύματα, με ακροβατικά παιχνίδια που οδηγούν σε ένα ποιητικό θαύμα, μια ποίηση βαθιά ανθρώπινη. Από τις πρώτες λέξεις ο ποιητής αστροφόρος προσκαλεί σε κοσμικό ταξίδι που δεν ευοδώνεται: «Το πλοίο με τους διάττοντες στα ύφαλα ποντισμένο». Αν κάθε γνήσιος ποιητής έχει ένα δικό του τόπο που μας προσκαλεί να εξερευνήσουμε, τόπος εδώ είναι η ανθρώπινη ύπαρξη.
«Σπρώξε τις λέξεις ως τον γκρεμό τους / και να, το Ποίημα»: μια οριακή εμπειρία το ποίημα, μια συνεχής πάλη με την ανυπαρξία. Στην άκρη του γκρεμού οι λέξεις παίζουν, ζουν, μεταμορφώνονται σε επικίνδυνα όπλα στα χέρια του ποιητή: το λέπι γύρω από τον άνθρωπο-ιχθύ γίνεται λεπίδι. Ο ποιητής τοποθετεί τις λέξεις σε ανοίκειο περιβάλλον, τις αναζωογονεί. Όταν προειδοποιεί: «Την τόλμη / να φοβάσαι των ποιητών / την προπατορική», η ποιητική λειτουργία συγγενεύει με το προπατορικό αμάρτημα, ενώ το τελευταίο εξαγνίζεται, ανάγεται σε ηρωική πράξη. Οι λέξεις χάνουν σκοπίμως τον δρόμο τους, συγκρούονται στο πέρασμα με άλλες πιο ηχηρές, ξυπνούν ιερές στιγμές. Η ιερότητα γίνεται μια προσωπική υπόθεση υψίστης σημασίας για τον καθένα μας, ενώ ο ποιητής ιερωμένος κρατά πάντα εν εγρηγόρσει τη σοφία του, όπως στο «χοϊκό χαϊκού»: «Κι αν παριστάνεις / και τον καμπόσο Κάμπια / το τέλος εγγύς». Ωστόσο, η θλίψη δεν είναι εδώ τόσο έντονη όσο στο τρίστιχο «Δούρειος έρως»: «Μεγάλη Πέμπτη / στα κάτεργα του σώματος / και στάζεις ήλιο». Μυθολογία, χριστιανική θρησκεία, πλατωνική φιλοσοφία, ελληνικό τοπίο συνδυάζονται για να προσφέρουν την αλλοπρόσαλλη εικόνα μιας αδιέξοδης κουλτούρας που αναμασά τις ρίζες της. Ο εμπνευσμένος ποιητής κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Φόρο τιμής στη δημιουργικότητα της ελληνικής γλώσσας, αλλά και στους Έλληνες ποιητές, ιδιαίτερα στους μεγάλους Ζακύνθιους Κάλβο και Σολωμό, αποτίνει ο Καποδίστριας, με την εθνική πνοή τους να διαπερνά το έργο του. Καθώς στην εποχή της παγκοσμιοποίησης η ευθύνη του ποιητή διευρύνεται, η μετανάστευση, η προσφυγιά, ο πόλεμος σε Ιράκ ή Λίβανο –«ρωγμή στον τοίχο του Όνειρου»– αναταράζουν την ποίηση. Η επιθυμία για ανατροπή, για την αποκάλυψη μιας βαθιάς αλήθειας χτίζει τον ρυθμό του ποιήματος: «Πού ’ναι το κράτος σου / να κηρύξω επανάσταση;» ρωτά τον καθένα μας. Και ποιος δεν θα συμφωνήσει με τους ανάλαφρους στίχους που σπάνε φθόγγους και πέτρες: «Κάμανε κόμμα τα χρώματα / εναντίον μου. / – Δεν πολιτεύομαι, τους δήλωσα / κι έμεινα / ο επιπόλαιος / εκτός σχεδίου πόλεως».
Θεματική του π. Παναγιώτη Καποδίστρια είναι το ιερό στη ζωή και στην ποίηση. Κάθε λέξη, μεγαλειώδης ή ταπεινή, κρύβει το δέος του ποιητή για τη Δημιουργία. Και όταν φαίνεται να μιλά για ουρανό, πάλι μιλά για τον άνθρωπο: «αλλόκοτες χημείες τ’ ουρανού / στο πρώτο αστροπελέκι / μηχανορραφίες εωσφόρων για το πώς / να ξαναγίνουν άγγελοι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου