γράφει ο παύλος φουρνογεράκης
Το πρώτο Σάββατο της Σαρακοστής ο Χριστιανισμός το αφιερώνει στη συνομιλία με τις ψυχές. Είναι ένα από τα Ψυχοσάββατα, που οι χριστιανοί συρρέουν στις εκκλησίες κρατώντας τους δίσκους με τα κόλλυβα και μνημονεύουν-εκδηλώνουν την αγάπη τους προς τους «τεθνεώτας» συγγενείς και φίλους. Έτσι θυμήθηκα ξανά την έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης (σχετική αναφορά έγινε στο προηγούμενο δημοσίευμά μου) με τα σημαντικά εκθέματα για τον Έρωτα και ιδιαίτερα για τη σχέση του με την Ψυχή και τον τάφο.
Στην αρχαιότητα η ψυχή προσωποποιείται, γίνεται μυθική μορφή και ζευγαρώνει με το θεό Έρωτα για να τον υποτάξει. Η ένωσή τους αντιπροσωπεύει την αιώνια ευτυχία των ψυχών, και ιδιαίτερα των ψυχών των μικρών παιδιών, που μετά το θάνατό τους θα δοκιμάσουν τις απολαύσεις της ζωής.
Πρώτος ο Πλάτων (427-348 π.Χ., Συμπόσιον, Φαίδρος) ανέπτυξε τη φιλοσοφική θεωρία περί Έρωτος και Ψυχής, θεωρώντας τον Έρωτα ως πρωταρχική γεννητική ορμή της ανθρώπινης φύσης που οδηγεί την ψυχή στην αντίληψη του όντως όντος, της αλήθειας των ιδεών (ιδεατό Ωραίο-Ιδέα της ωραιότητας). Εκεί η Ψυχή απέκτησε φτερά χάρη στον Έρωτα. Οι εικόνες σφραγισμάτων, εξάλλου, είναι λαϊκές απεικονίσεις των πλατωνικών ιδεών, αναπαραστάσεις καταστάσεων που περιγράφονται στη σύγχρονη ποίηση και κάποιων λαϊκών παραδόσεων οι οποίες αργότερα θα μετασχηματιστούν από τον Απουλήιο (γύρω στο 161 μ.Χ. Μεταμορφώσεις, Δ΄ 28-ΣΤ΄ 24) σ΄ ένα μακρύ διήγημα γεμάτο δράση, μαγεία, δολοπλοκίες πάθη και συμπλέγματα. Σύμφωνα με το μύθο η Αφροδίτη έστειλε τον Έρωτα να τιμωρήσει την Ψυχή, επειδή η ομορφιά της επισκίαζε τη θεά. Ο Έρως όμως ερωτεύτηκε την Ψυχή και μετά από πολλές περιπέτειες το ζευγάρι πέτυχε να ενωθεί.
Ο φτερωτός Έρωτας και η φτερωτή Ψυχή ως δύο εναγκαλισμένες μορφές εμφανίζονται τον 3ο αι. π.Χ. σε σφραγιδόλιθους και επιζούν έως τη ρωμαϊκή εποχή με πλήθος παραλλαγών στη γλυπτική, τη μικροτεχνία και την κοροπλαστική. Πολλά πήλινα ειδώλια Έρωτα και Ψυχής έχουν βρεθεί σε τάφους και η παρουσία τους ερμηνεύεται ως προσδοκία για την επιτυχία που επιφυλάσσεται στους ανθρώπους μετά το θάνατο. Το ζευγάρι αυτό συνήθως παρουσιάζεται εναγκαλισμένο και με τέτοια στάση ώστε, παραβαίνοντας τον όρκο της, να μπορεί η Ψυχή να δει –έστω και κρυφά- το πρόσωπο του Έρωτα. Έτσι προκαλεί αφ΄ ενός την απομάκρυνση του θεού και αφ΄ ετέρου την τιμωρία της εκ μέρους της Αφροδίτης. Στο τέλος όμως, αφού υπερβεί τις δύσκολες δοκιμασίες, και με τη βοήθεια του Δία, η Ψυχή (και, επομένως, η ανθρώπινη ψυχή) θα καταφέρει να ανυψωθεί στον Όλυμπο και να ενωθεί με το θείο εραστή.
Ο ταφικός Έρωτας απαντάται σε ληκύθους και σε λειψανοθήκες όπως και σε μονόμυξους λύχνους και ενεπίγραφα ταφικά ανάγλυφα. Φτερωτοί Ερωτιδείς ενδεδυμένοι (ή όχι) με κοντό μανδύα που σε ορισμένες περιπτώσεις παίζουν μουσικά όργανα ή χορεύουν με αναμμένη ή ανεστραμμένη δάδα είναι χαρακτηριστικά μαρμάρινων λειψανοθηκών, όπως της οκτάπλευρης που βρέθηκε σε έναν τάφο στην Αππία Οδό και είναι έργο του 1ου αι. π.Χ. Η διακοσμητική διάταξη παραπέμπει στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της ελληνιστικής περιόδου. Ο Έρως εδώ δεν είναι θεότητα, αλλά εκείνο το καθημερινό θέμα που ήταν προσφιλές στις πιο διαφορετικές εκφάνσεις της ελληνιστικής τέχνης και το οποίο στο ρωμαϊκό κόσμο παίρνει τα χαρακτηριστικά του φτερωτού δαίμονα της αποθέωσης, του Ερωτιδέα (putto). Η εικονογραφία του Έρωτα ως putto, που ανάγεται στις αρχές του Μεσαίωνα, θα φτάσει στο εκφραστικό απόγειό της από τις αρχές της Αναγέννησης και μετά.
Ειδικότερα, η παράσταση του Έρωτα στηριζόμενου σε ανεστραμμένη δάδα είναι ευρύτατα διαδεδομένη στα ταφικά μνημεία των ρωμαϊκών χρόνων. Όταν μάλιστα πρόκειται για το μνημείο ενός μικρού παιδιού, αυτό παραλληλίζεται εικονογραφικά με τον Ερωτιδέα, μια θεότητα που αναλαμβάνει παράλληλα την προστασία του στον Κάτω Κόσμο. Ο εικονογραφικός αυτός τύπος του νεαρού θεού, που ορισμένες φορές βρίσκεται σε θέση ανάπαυσης και στηρίζεται σε ανεστραμμένη δάδα, παραπέμπει σε νεκρικούς συμβολισμούς και αποδίδεται από αρκετούς μελετητές στο θάνατο, ενώ ο Έρωτας που κοιμάται θεωρείται αλληγορική παράσταση του ύπνου. Κατ΄ άλλους μελετητές, η δάδα που κρατάει ο Έρωτας δεν έχει απαραίτητα νεκρική σημασία, αλλά αποτελεί βακχικό σύμβολο.
Ο χριστιανισμός εκμεταλλεύτηκε αναπαραστατικά τη μορφή των ημίγυμνων φτερωτών αρσενικών πλασμάτων για να τους αποδώσει ρόλο ταχέων και ευέλικτων αγγελιοφόρων του θεού, υπηρετών του, διαμεσολαβητών μεταξύ θεού και ανθρώπων, ουράνιων στρατιωτών. Με την απεικόνισή τους οι καλλιτέχνες μορφοποιούν το αόρατο, το ασώματο, το άυλο, το ανέκφραστο. Ως αντίδοτο στη θεατρική θρησκευτικότητα του μπαρόκ οι καλλιτέχνες του ροκοκό (Γαλλία 18ος αι.) στράφηκαν στον παιχνιδιάρικο ερωτισμό, την ανέμελη διάθεση. Έτσι χρησιμοποίησαν Σατύρους, Νύμφες και Ερωτιδείς (putti) ως εκφραστές αυτού του πνεύματος. Σημειωτέον ότι υπήρχε και το ελληνιστικό ροκοκό (2ος αι. π.Χ.) με την ίδια κατευθυντήριο. Τα γυμνά αρσενικά βρέφη είναι διονυσιακές αλληγορίες του αέναου ερωτικού παιχνιδιού και της γονιμότητας.
Οι Ζακυνθινοί καλλιτέχνες υιοθέτησαν τα δυτικά και κυρίως τα ιταλικά ζωγραφικά πρότυπα, γι αυτό οι απεικονίσεις των αγγέλων παραπέμπουν περισσότερο στην αρχαιοελληνική προσέγγιση. Χαρακτηριστικές ήταν οι αγιογραφίες του Ν. Δοξαρά (1755-58) στην Ουρανία της προσεισμικής εκκλησίας της Φανερωμένης της πόλης της Ζακύνθου με τα φτερωτά αγγελούδια που κρατούσαν ταινίες με αποσπάσματα από το τροπάριο της Κοίμησης της Παναγίας.
Άγγελοι εξάλλου, (ιδιαίτερης αισθητικής αξίας) ντυμένοι με άμφια που φορούν ή κρατούν σταυρό υπήρχαν και σε βημόθυρα. Εκτός από την εκκλησία της Φανερωμένης απαντώνται και σε άλλες εκκλησίες όπως της προσεισμικής εκκλησίας της Ανάληψης με τους δύο αγγέλους (στις δύο ακρινές Πύλες του Τέμπλου) που στρέφονται προς την Ωραία Πύλη όπου εικονίζεται ο Χριστός και προσεύχονται.
Ιδιαίτερης αξίας-κυρίως λόγω της μοναδικότητάς τους- είναι οι δύο άγγελοι που βρίσκονται στο υπέρθυρο της κεντρικής εισόδου της εκκλησίας της Φανερωμένης στη Λιθακιά (βλ. φωτό παραπάνω). Είναι γλυπτά πάνω σε πέτρα της περιοχής και στολίζουν την είσοδο στεκόμενοι δεξιά και αριστερά του υπέρθυρου. Έχουν λαϊκό πρόσωπο, φέρουν φτερά, είναι τυλιγμένοι με ιμάτιο, κρατούν σταυρό και δεν διαφέρουν μεταξύ τους. Θα λέγαμε ότι αποτελούν δείγμα γλυπτικής των μαστόρων που σμίλευαν την πέτρα για να διακοσμήσουν την εξωτερική όψη των εκκλησιών και των αρχοντικών της εποχής τους (16ος αι. μ.Χ.)
Ο Έρωτας συντροφεύει τη ζωή του ανθρώπου από τη σύλληψή του μέχρι το θάνατο και την ταφική του κατοικία. Ο Άγγελος του χριστιανισμού αναγγέλλει την ημέρα του ευαγγελισμού τον ερχομό του Χριστού αλλά και άγγελος συνοδεύει την ψυχή στους ουρανούς μετά τον αποχωρισμό της από το σώμα (μάλιστα πολλοί νηστεύουν την ημέρα Δευτέρα προς τιμή αυτού του αγγέλλου). Τα κόλλυβα επίσης αποτελούν συνέχεια προσφορών ανάλογων προχριστιανικών εθίμων, όπως ήταν τα νεκρικά περίδειπνα και πανσπερμία. Αν σκεφτούμε ότι και η Θεία Λειτουργία βασίζεται- τουλάχιστον στο σκηνικό της μέρος- στην αρχαία ελληνική τραγωδία μπορούμε να καταλάβουμε πόσο έχει στηριχθεί ο χριστιανισμός (ως μονοθεϊστική θρησκεία) σε συνήθειες και τελετουργικά της εποχής του ελληνικού δωδεκάθεου.
Βιβλιογραφία:
1. Έρως από τη Θεογονία του Ησίοδου στην Ύστερη Αρχαιότητα, εκδ. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Αθήνα 2009
2. Μπαρόκ και Ροκοκό του Ζερμαίν Μπαζέν εκδ. Υποδομή 1995
3.Ζάκυνθος, Ζακυνθινές Εκκλησίες, εκδ. Παπαδήμα 2001
Ζάκυνθος 16-2-2010
1 σχόλιο:
whme! h polis h isxyra oti en mia wra hl8e h krisis mou! w poioi aggeloi fylatoun to mnhma mou!
Δημοσίευση σχολίου