Ποιος θα μάς το έλεε, Λόρα μου, άνοιξη εσύ ανθισμένη,
όπως αιώνια ο έρως μας κι' η νειότη μας δε μένει;
Θυμάσαι εκείνη τη βραδειά που υψώνοντας το χέρι
και δείχνοντάς μου αγέλαστη ένα στα ουράνια αστέρι,
μού έλεες - "πόσο είναι η ζωή όμορφη, αγαπημένε,
κρίμα πως θα πεθάνουμε, μια μέρα, ακούω, να λένε".
Και σούπα - "μη τα ξαναπείς λόγια που πίκρα κλειούνε,
τα γερατειά πεθαίνουνε, τα νειάτα πάντα ζούνε.
Της άνοιξής μας τη στιγμή τη θεία αυτή ας χαρούμε
μιαν άλλη ώρα σαν αυτή στον κόσμο δε θα βρούμε.
Στου Μάη τη γλύκα και το φως μεθάει η φαντασία
και τραγουδεί στα στήθεια μας ολότρελλη η καρδία.
Απάτες αν ο κόσμος κλει εμάς και τι μάς γνοιάζει;
Μόνο χαρές στη νιότη μας ο Μάης δίνει και τάζει.
Κι' αν κρύβη πίκρες η ζωή λίγο γι' αυτό μάς μέλλει
στα είκοσι χρόνια γίνεται και το φαρμάκι μέλι.
Μα ήρθε ο βρυκόλακας καιρός που όλα χαλάει κι αλλάζει᾿
κάνει τα πόδια πέτρινα, στάχτη στην κόμη βάζει.
Των λυπηρών χαιρετισμών ο Οχτώβρης να! ήρθε, νά τος!
με προμηνύματα πικρά κι αισθήματα γιομάτος.
Ώρα μοιραία και σκοτεινή, ώρα ενός πόνου απείρου,
το θάψιμο και του στερνού να ιδούμε εμείς ονείρου.
Δίνει ευτυχίες χωρίς να πη ο Μάης για ποιαν αιτία,
κι' ο Οχτώβρης όμοια, αναίτια, τρώει, φθείρει την καρδία.
Ω,! Λόρα της ζωής μου εσύ άνοιξη ευωδιασμένη,
ποιος για τ' αηδόνι θάλεγε σαράκι πως θα γένη!"
Μάης 1936
[Από τον τόμο: Γιάννη Τσιλιμίγκρα (1872-1947), Ποιήματα, (Επιμέλεια Δημοσθένη Ζαδέ), Αθήνα 1973, σ. 150]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου