© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: ΕΠΙΒΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΛΟΡΕΝΤΖΟ ΜΑΡΚΕΣ (9 μικρά ποιήματα)

[Περιοδικό Πόρφυρας, 143 (Απρίλιος-Ιούνιος 2012) 61-63]


1
Καθώς ξεπεζεύεις ανίδεος τον Ωκεανό
άμμος εμπύρετος σε χωνεύει ώς τη μέση

το προαισθάνεσαι ήδη
θα δαγκωθείς απ’ την Αράχνη
θα γίνεις άλλος
θα λάβεις μέρος στον Εμφύλιο
θα νικηθείς.

2
Ό,τι κλαίει δεν είναι πάντα ποίημα
ό,τι κρύβεις στη χούφτα δεν είναι πια η νεότης
ωκεανός είναι
αψύς και ασυνείδητος
ο Ινδικός με τ’ όνομα
μ’ αισθήσεις καρχαρίες
ήλιους ιθαγενείς
και στον άμμο καταβόθρες διαφυγής έως αβύσσου.

3
Οι νοτιάδες εδώ λαξεύουν βράχια
κουρεύουν φοινικόδεντρα
οι επισκέπτες προσπερνούν ψόφια θαλασσοπούλια
σκόνες της Επανάστασης παντού
τα θροΐσματα των καλαμιών πολλά υποσχόμενα.

4
Για Λορέντζο Μαρκές
επιβίωση αν θες
κάρτα επιβίβασης κράτα
στίχους παγίδες του Άπειρου
τα τιμαλφή του ύπνου σου κυρίως

ενώ θα εκπαιδεύεσαι
στην οδό da Marginal τσαγκάρης των ονείρων
σε κάθε μάνδρα θα κολλάς κηδειόσημα της μάχης
ή
και της άμπωτης τον χορευτή θα εποπτεύεις
να συχναλλάζει σώματα με των ψαριών τις κακουχίες.

5
Η Γυναίκα διάχυτη
των ποταμών πλατυτέρα
και της μεγάλης θάλασσας
εν ετέρα μορφή
όπως το συνηθίζει
ανακατεύει χρώματα
με τρόπους τροπικούς.

6
Στη Matola συγκαλύπτονται όλα
από αστραπές χώμα βροχή
ιπτάμενα σκουπίδια
κάμπιες της νεροποντής

δεκάδες κολοράτοι έντρομοι
κρέμονται από τα φορτηγά ταξί
άλλοι θρηνούνε τις πραμάτειες

κι ο Ινδικός ολόβροντος χασκογελά
πάνω από τις καλύβες τις ευαίσθητες
σε πλημμυρίδες ειδικός.

7
Με ιδρώτα ολόμαυρο
ή με το λάδι της οργής
λειαίνονται οι μορφές εδώ
δια χειρών Malangatana
Samate Mulungo
και των άλλων συντρόφων

τα βλέμματα του ξύλου όλα μαζί
μα δεν κοιτάζονται
στην ερημιά του το καθένα

ωσάν τους σκαλιστές τους ανώνυμους
στον κήπο του Μουσείου
που ξυλουργούν τη θλίψη τους έως αργά
και μάς χαμογελάνε.

8
Αφόρητα φορέματα ξεβγάζουνε γυναίκες στο ποτάμι
το τρένο ασθμαίνει
η σκόνη επικάθεται στη σοκολάτα του κορμιού
το καταθλίβει

ολημερίς εδώ συμβαίνει κόσμος
και γοργά
γυρνούν οι νέοι πρόσωπο στο φως
κι έχουν γεράσει.

9
Ο δρόμος προς την Goba έχει κόμπους πολλούς
επαίτες θεότυφλους
βουστάσια δυσώδη
απ’ την πολλή την amarula μεθυσμένα τα παιδιά
                                              κ’ οι κτηνοτρόφοι

ενώ η μαύρη τσίκνα του καλοκαιριού
                      συνέχοντας το ξέφωτο
παραμυθιάζει τους φτωχούς για τον αιώνιο πλούτο.

(Μοζαμβίκη, Φεβρουάριος 2011 / Φεβρουάριος 2012)

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Μητροπολίτου Ζακύνθου Διονυσίου Δ΄: ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΠΤΑΝΗΣΩΝ

 Εισήγηση κατά το Διεθνές Σεμινάριο «Θρησκεία και Διαφωτισμός», Ζάκυνθος 15 Ιουνίου 2012

Αξιότιμοι κ. Σύνεδροι,

Ο χώρος των Ιονίων Νήσων υπήρξε ιστορικά το πέρασμα και η γέφυρα ανάμεσα στον κυρίως ελλαδικό χώρο και των ιδεών και εξελίξεων, που έρχονταν σε αυτόν από την Ανατολή από τη μία και της ιταλικής χερσονήσου και της Αδριατικής από την άλλη. Έτσι, σημαντικές εξελίξεις και ιδέες αναπτύχθηκαν με τρόπο πρωτότυπο, συνδυάζοντας ποικίλα στοιχεία. Τέτοιος συνδυασμός αφορά και στο μήνυμα του Χριστιανικού Ευαγγελίου και της Εκκλησίας αφενός και τις νεότερες, διαφωτιστικές αντιλήψεις της ανοχής και του σεβασμού της προσωπικότητας του ατόμου αφετέρου. Είναι ενδιαφέρον ότι μακρά σειρά διδασκάλων, διανοουμένων και ανθρώπων με σημαντική θέση στον δημόσιο χώρο συνδύαζαν αυτά τα δύο, όντας πολλές φορές άνθρωποι της Εκκλησίας και ταυτόχρονα δάσκαλοι, φιλόσοφοι και συγγραφείς. Ξεχωρίζουμε, λοιπόν, στα Επτάνησα δύο πεδία: Από τη μια άνθρωποι της Εκκλησίας, που αναπτύσσουν τέτοιες ιδέες και από την άλλη άνθρωποι «κοσμικοί», δηλαδή πολιτικοί στοχαστές, προοδευτικοί, διανοούμενοι και λοιποί, οι οποίοι ενσωματώνουν και ιδέες της Εκκλησίας.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν άνθρωποι, που συνεργάζονται με την Εκκλησία ή ξεκινούν από έναν τρόπο σκέψης ριζωμένο στο Χριστιανικό Ευαγγέλιο και προσπαθούν να το μεταστοιχειώσουν με έναν τρόπο που να αποδέχεται το ολοένα και πιο ισχυρά εκφραζόμενο νεωτερικό ρεύμα. Τέτοιοι βρίσκονται πολλοί στα Ιόνια Νησιά, καθώς αυτά αποτελούν χώρο αναγκαστικής, αλλά και δημιουργικής συμβίωσης, με μία διαφορετική γλώσσα και χριστιανική ομολογία, δηλαδή αυτή των Ρωμαιοκαθολικών Βενετών. Η μετανάστευση πολλών Ρωμιών από την Κρήτη μετά την άλωσή της από τους Οθωμανούς κατά το 1669 συμπίπτει με μια περίοδο που αρχίζουν τα πρώτα σκιρτήματα του Διαφωτισμού στην Ευρώπη. Είναι, λοιπόν, πολλοί οι παράγοντες που εξηγούν γιατί εδώ, στα Ιόνια Νησιά, ξεχωρίζει η κουλτούρα της νεωτερικής επεξεργασίας παλαιών θεμάτων: Η ανάγκη για Παιδεία, που θα συμβάλει στην κατανόηση του κόσμου και άρα και των διαφορετικών πολιτισμών, η ανάγκη για ατομική ελευθερία και αργότερα και για κοινωνική δικαιοσύνη, η ισότιμη σχέση των δύο φύλων κλπ.
Από το παλιό αυτό υπόστρωμα ξεχωρίζουμε ανθρώπους, που πίστεψαν στην ανόρθωση του ανθρώπου μέσα από την Παιδεία και αυτό, είτε με τη μετάφραση στην δημώδη αρχαίων ηθοπλαστικών κειμένων, σαν το «Περί παίδων Αγωγής» του Πλουτάρχου από τον Κερκυραίο λόγιο ιερέα Νικόλαο Σοφιανό (1500-1550), είτε με την δημιουργία τυπογραφείου για την διάδοση των βιβλίων, όπως με τον Κεφαλλονίτη Νικόδημο Μεταξά (1585-1646), ο οποίος έγινε και Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας ή με τον Κερκυραίο δικηγόρο Θωμά Φλαγγίνη, που ίδρυσε το περίφημο ελληνικό φροντιστήριο στη Βενετία για τη μόρφωση Ελληνοπαίδων. Στο τελευταίο αυτό φοίτησε ο Κεφαλλονίτης Βικέντιος Δαμοδός (1700-1752), προτού έρθει σε επαφή με την ηθική φιλοσοφία του Διαφωτισμού και την παντρέψει με το Χριστιανικό Ευαγγέλιο, στα μαθήματα της ιδιωτικής ανώτατης σχολής του στα Χαβριάτα. Όταν προχώρησε σε μία σύνθεση με ιδέες του Καρτέσιου και του Wollf, ασχολήθηκε και με την κοινωνική ηθική. Ανάμεσα σε άλλα δίδασκε ότι: «Η εξουσία του ανδρός εις τη γυναίκα δεν είναι δεσποτική, ήγουν δεν ημπορεί ο άνθρωπος (sic!) να κάνει ό,τι θέλει εις την γυναίκα, αλλά είναι πολιτική, ήγουν έχει εξουσία να κάμει ότι θέλει δικαίως και κατά κυβέρνησιν μόνον, καθώς των Πατριαρχών και Επισκόπων η εξουσία, είναι πολιτική. Δια τούτο αν ένας Επίσκοπος διατάξει ένα πράγμα άδικον του αντιστέκεται ο λαός»[1].
Δεν είναι περίεργο που θεωρείται πιθανόν ότι στη Σχολή αυτή μπορεί να φοίτησε και ο ίδιος ο Ευγένιος Βούλγαρις (1716-1806), ο πιο προβεβλημένος εκπρόσωπος του συνδυασμού ορθόδοξου θεολογικού λόγου και ιδεών του Διαφωτισμού. Είναι γνωστό ότι ο Βούλγαρις, όχι μόνο έφερε το έργο του Βολταίρου στον ελληνικό χώρο, μεταφράζοντας κομμάτια από έργα του, αλλά δημιούργησε και τον ελληνικό όρο, που θα απέδιδε το γαλλικό “tolerance” στα ελληνικά, δηλαδή την «ανεξιθρησκεία» με το γνωστό του έργο «Σχεδίασμα περί Ανεξιθρησκείας». Μολονότι πιστός στην ορθόδοξη παράδοση, όπως φαίνεται από την επιμέλεια σε εκδόσεις ασκητικών ή βυζαντινών εκκλησιαστικών συγγραφέων, εισήγαγε ταυτόχρονα στοιχεία νέας λογικής και πειραματικής φυσικής στην διδασκαλία του και στα διδακτικά εγχειρίδιά του.
Όλη αυτή η θεωρητική και πρακτική αναμέτρηση με τα ηθικά και επιστημολογικά ζητήματα του Διαφωτισμού έχουν, λοιπόν, βαθιές ρίζες στα Επτάνησα.
Σε μια άλλη κατηγορία, τελείως διαφορετική, αυτή των πολιτικών ακτιβιστών του 19ου αιώνα, που διαμόρφωσαν το πρώτο κόμμα αρχών στη νεότερη Ελλάδα, το κόμμα των Ριζοσπαστών, παρακολουθούμε μια άλλου είδους συνάντηση μεταξύ αρχών του Ευαγγελίου και της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όπως είναι γνωστό, ο αρχικός πυρήνας των Ριζοσπαστών δεν επεδίωκε απλά την ένωση των Επτανήσων με το νεοσύστατο κράτος της Ελλάδας. Να θυμίσουμε ότι από το 1815, λίγα μόλις χρόνια μετά το θάνατο του Βούλγαρι, τέθηκε υπό την προστασία, διάβαζε κατοχή, της Αγγλίας. Οι Ριζοσπάστες ήθελαν αυτή την Ένωση μαζί με βαθιές δημοκρατικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις προς όφελος του λαού. Ο Ιερώνυμος Τυπάλδος Πρετεντέρης (1800-1874), που ήταν νεοϊακωβινιστής, ο Ιωσήφ Μομφερράτος (1816-1888), ο Φραγκίσκος Πυλαρινός (1882) σαινσιμονιστής, αλλά κυρίως ο Ηλίας Ζερβός-Ιακωβάτος και ο Γεώργιος Τυπάλδος-Ιακωβάτος (1813-1882), θα διαπρέψουν στον αγώνα των Ριζοσπαστών με κέντρο κυρίως την Κεφαλονιά, αλλά και δυνάμεις στη Ζάκυνθο και την Ιθάκη, με διωγμούς και εξορίες, αλλά και στιγμές λαμπρής κοινοβουλευτικής παρουσίας στην Ιόνιο Βουλή.
Ποία σημασία έχουν για το θέμα μας; Η απάντηση είναι ότι στα γραπτά πολλών από αυτούς διαπιστώνουμε συνδυασμό των πιο προωθημένων αιτημάτων της Γαλλικής Επανάστασης (ελευθερίας – ισότητα – αδελφότητα) και των πρώιμων σοσιαλιστικών κινημάτων με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Έτσι, ενώ κυριαρχεί η εθνική ρητορική, από την άλλη αυτή συνδυάζεται πάντοτε με αιτήματα πολιτικά και κοινωνικά προοδευτικά για τις σχέσεις των ανθρώπων. Ο Ηλίας Ζερβός γράφει ότι «πάσα κοινωνία ανθρώπων, η οποία δεν έχει αρχήν και θεμέλιο την ισότητα, αλλά θεωρεί άλλους μεγαλύτερους και άλλους μικρότερους, άλλους δούλους και άλλους κυρίους, αύτη είναι εναντία της φύσεως και ακόμη αυτής της Θρησκείας, η οποία θέλει ως αδερφούς όλους τους ανθρώπους»[2]. Άλλα σημαντικά μέλη ήταν ο Ιωσήφ Μομφερράτος και ο βιογράφος και οπαδός του Παναγιώτης Πανάς. Στο εισαγωγικό της εφημερίδας της κίνησης Αναγέννησις, ο Μομφερράτος συμπυκνώνει τη συνάντηση αυτή διακηρύττοντας ότι αρχές της κίνησης είναι τα δύο δόγματα, της κυριαρχίας του λαού και το δόγμα της Ισότητας, Ελευθερίας και Αδελφότητος για το οποίο σημειώνει ότι «μεταφερθέν από τον χριστιανικόν εις τον πολιτικόν κόσμον, δια των ενδόξων του γαλλικού λαού επαναστάσεων, συνιστά την βάσιν του νεωτέρου διοργανισμού των κοινωνιών και προαναγγέλεται ευτυχώς εις το μέλλον πολιτικόν θρήσκευμα πάσης της ανθρωπότητος»[3]. Ο ίδιος ο Πανάς σημειώνει αλλού το 1857 «ημείς καθό δημοκράται…, προνοούντες, ότι Βασιλεύς και Λαός, είναι πράγματα ασυμβίβαστα, περιμένομεν με καρδίας πάλλουσαν την μεγάλην εκείνην ημέραν, καθ’ ην οι λαοί, εγκαταλείποντες την παρούσαν φαινομενικήν απραξίαν των, θέλει ανυψώσωσι την σημαίαν της παγκοσμίου δημοκρατίας, ενότητος και αδελφότητος, συμφώνως με την ιεράν του Χριστού διδασκαλίαν»[4].
Ο πιο εκρηκτικός και ενδιαφέρων Ριζοσπάστης Γεώργιος Τυπάλδος-Ιακωβάτος, στηρίζεται στην Ορθόδοξη Παράδοση και τον Ελληνισμό ως οικουμενική ιδέα και την ίδια στιγμή μάχεται για την κατάργηση της διάκρισης σε κύριους και «σέμπρους» στα Επτάνησα και για ατομική ελευθερία και ισονομία, καθώς στα 1850 πρότεινε να εισαχθεί Νόμος «ελευθερώνων την ιδιοκτησία των σέμπρων» και επιβάλλοντας «προσωπική των πολιτών ελευθερία» και ισότητα[5]. Υπερασπίζεται το δικαίωμα της διαφορετικότητας και στους πολιτικούς του αντιπάλους: «Εγώ αιτησάμενος να εξακολουθήσει τον λόγον ο κ. Λομβάρδος δεν ηθέλησα άλλο παρά να υποστηρίξω την ελευθερίας του λόγου, αλουχί και το περιεχόμενον» διαβάζουμε στα Πρακτικά μιας συνεδρίασης του 1864[6]. Σε μια εποχή πολιτειοκρατίας, μάχεται για την απόλυτη ελευθερία κάθε θρησκείας από κρατική επιβολή: Η πρώτη ορθόδοξος και η πλέον φιλόθρησκος ιδέα είναι εκείνη, η οποία υποστηρίζει και την ελευθερία της συνειδήσεως και την ελευθερία της λατρείας, δηλώνοντας ότι θα ήθελε «το περί θρησκείας θέμα να μην τίθεται καν εις τα συντάγματα»[7], είναι εναντίον του θρησκευτικού όρκου για λόγους συνειδήσεως και μάλιστα θεωρεί θέμα ελευθερίας της θρησκευτικής συνειδήσεως την άρνηση θρησκευτικού όρκου, στην οποία προχωρεί κατά την ορκωμοσία του στη Βουλή του 1869[8], τάσσεται υπέρ της άρσης περιορισμών στις μετακινήσεις και στα ταξίδια και είναι (παρ’ όλη την εθνοκεντρική ιδεολογία του) φανατικά αντίθετος στον πόλεμο και ειδικά της Ελλάδας με την Τουρκία, όπως χαρακτηριστικά τόνισε σε συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων, στις 15 Δεκεμβρίου 1879: «άμα επάτησα εις τη Βουλήν από τα ’64 … παρετήρησα, ότι εδώ δύο στοιχεία έπρεπε να υπάρχουν, ή του πολέμου ή της ειρήνης. Κατά δυστυχίαν υπερίσχυσε πάντοτε το πνεύμα του πολέμου και δια τούτο πάντοτε στενοχωρίαι, πάντοτε θλίψις, πάντοτε δυστυχίαι και δυσπραγίαι εις βάρος της Ελλάδος». Και η Ελλάδα, τονίζει «το μικρότερον βασίλειον του κόσμου», τελεί «εις παντοτινόν αιώνιον πόλεμον εναντίον όλου του κόσμου»[9]. Βέβαια, ήταν και ενάντιος στο θεσμό της βασιλείας. Όλα αυτά τα στηρίζει σε μια στέρεη επεξεργασία αρχών και δογμάτων της Ορθόδοξης Εκκλησίας: «Εν τη Εκκλησία ημών … υπάρχει Πολιτεία αδερφική και ουδείς γίνεται θύμα του άλλου, ουδ’ αρχιερεύς του λαϊκού, ουδ’ ο λαϊκός του αρχιερέως»[10]. Πολλές φορές καταγγέλλει την επέμβαση των ξένων στα πολιτικά πράγματα της Ιονίου Πολιτείας ή του ελλαδικού κράτους, αλλά αυτή η καταγγελία είναι αντιιμπεριαλιστική και εθνικοαπελευθερωτική στη λογική της και όχι ξενοφοβική.  Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι, ενώ μαζί με τους Προτεστάντες καταγγέλλονται από τον Τυπάλδο-Ιακωβάτο και οι Εβραίοι ως δυνάστες στο νεοσύστατο ελλαδικό κράτος, από την άλλη, οι σχέσεις των Ριζοσπαστών με τους πραγματικούς Εβραίους στα Επτάνησα ήταν πολύ καλές[11].
Μιλώντας για τους Εβραίους θα άξιζε να αφιερώσει κανείς μια ολόκληρη εισήγηση στη θέση των Εβραίων και στη σχέση τους με τους Ορθόδοξους στα Επτάνησα, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει λόγω χρόνου. Οι Εβραίοι κατέφυγαν στα Επτάνησα, ως επακόλουθο της βενετικής πολιτικής  από το 16ο αιώνα. Βεβαίως, δεν πρέπει να έχει κανείς αυταπάτες ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων υπήρξαν πολλές φορές δύσκολες με ξεσπάσματα αντισημιτισμού, χαρακτηριστικό στιγμιότυπο των οποίων ήταν η γνωστή και διαβόητη «συκοφαντία του αίματος», που οδήγησε σε βιαιότητες κατά των Εβραίων σε Κέρκυρα και Ζάκυνθο το 1891[12]. Όμως, είναι εξίσου ενδιαφέρον ότι, πέρα από τις αντιμαχόμενες πολιτικές φατρίες της εποχής (Δεληγιαννικών και Τρικουπικών), που προσπάθησαν να δημοκοπήσουν και να έχουν πολιτικά οφέλη από τα επεισόδια, υπήρξαν και πνευματικοί άνθρωποι, που πήραν σαφώς αποστάσεις από τα γεγονότα. Σε θεατρικά του έργα (Ραχήλ) ο Γρηγόριος Ξενόπουλος αφήνει να διαφανεί αυτή η διαίρεση, ενώ από εκκλησιαστική πλευρά μαρτυρείται η γενικότερη διαλλακτική στάση ανοχής και σεβασμού προς τους Εβραίους του λογίου προκατόχου μας στο θρόνο της Ζακύνθου Διονυσίου Β΄ του Λάτα (1835-1894).
Η παράδοση αυτή, στην τοπική Εκκλησία της Ζακύνθου, συνεχίσθηκε και αργότερα και εξηγεί την στάση του άλλου σημαντικού αοιδίμου προκατόχου μας Χρυσοστόμου Α΄ του Δημητρίου (1889-1958), την εποχή της Κατοχής, ο οποίος, μαζί με τον Δήμαρχο Λουκά Καρρέρ, έκαναν σαφέστατη την αλληλεγγύη τους με τους περίπου τριακόσιους εντόπιους Εβραίους, απέναντι στον Γερμανό Φρούραρχο. Όπως είναι γνωστό, όταν εκείνος ζήτησε κατάλογο με τα ονόματά τους, για να ετοιμάσει την μεταγωγή τους προς τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και θανάτου, εκείνοι τού παρέδωσαν κατάλογο με δύο μόνον ονόματα, δηλαδή τα δικά τους: «Ο Ζακύνθου Χρυσόστομος» και «Λουκάς Καρρέρ»!!! Η σθεναρή στάση τους υπήρξε αναμφίβολα ο σημαντικότερος παράγοντας της σωτηρίας τους.
Περνώντας στον 20ό αιώνα, τα ζητήματα εθνικής ολοκλήρωσης υποχωρούν, αλλά αναδεικνύονται τα κοινωνικά αιτήματα στην άρθρωση του πρώιμου σοσιαλιστικού κινήματος. Εκεί και πάλι οι ιδέες των Ριζοσπαστών για ισότητα και αδελφότητα μετεξελίσσονται σε αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη. Και πάλι γίνεται μια γόνιμη συνάντηση με αντίστοιχες έννοιες του Χριστιανικού Ευαγγελίου, που φαίνεται στα γραπτά και την δράση του Κεφαλλονίτη Μαρίνου Αντύπα (1872-1907). Ο Αντύπας διακήρυττε ότι επεδίωκε την παγκόσμια ελευθερία, ισότητα και αδελφότητα παραπέμποντας ρητά στην διδασκαλία του Ιησού «ουκ ένι ιουδαίος ουδέ Έλλην, δούλος ή ελεύθερος» (πρβλ. Γαλ. 3, 28)[13]. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Κεφαλονιά τον ακολούθησαν και κληρικοί, όπως ο Μοναχός Χρύσανθος Καγκελάρης (1872-1941) και ο Διάκονος Ιωάννης Κονιδάρης (1878-1918), ενώ περιστασιακά τον υποστήριζε και ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας Γεράσιμος Δώριζας (1851-1901)[14]. Μετά την δολοφονία του, στη Θεσσαλία το 1907, εμφανίστηκε άρθρο του συνεργάτη του Νικολάου Μαζαράκη για τη συμβατότητα που υπάρχει μεταξύ Χριστιανισμού και Σοσιαλισμού στην εφημερίδα Ο Εργάτης στο Σοσιαλιστικό κέντρο Κέρκυρας[15].
Όλα τα παραπάνω, φρονώ ότι υπήρξαν ικανά παραδείγματα, για να φανεί σαφώς η σημασία των Επτανήσων για τη συνάντηση σημαντικών πνευματικών ρευμάτων, μαζί με τον λόγο του Χριστιανικού Ευαγγελίου, που πέτυχαν να δημιουργήσουν ένα πνευματικό υπόβαθρο σεβασμού στο διαφορετικό, ελευθερίας ιδεών και κριτικής προσέγγισης των κοινωνικών προβλημάτων επ’ ωφελεία, τελικά, της κοινωνίας.
Εύχομαι το Συνέδριο να εμβαθύνει περαιτέρω στην παράδοση αυτή. Σας ευχαριστώ!


[1] Κ.Θ. Δημαρά, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, 1975, σ. 108 εξ.
[2] Ηλ. Ζερβού, Ο Φιλελεύθερος ή Διδασκαλία περί καλής ή κακής χρήσεως της ελευθεροτυπίας εις την Επτάνησον, Κέρκυρα 1849, σ. 12 στο: Γ. Μεταλληνού, «Η ριζοσπαστική ιδεολογία κριτήριο σημερινών εθνικών προσανατολισμών», στο Συμπόσιον Πνευματικόν επί χρυσώ Ιωβηλαίω Ιερωσύνης του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου, Αθήνα 1989, σ.443.
[3] Π. Πανά, Βιογραφία Ιωσήφ Μομφερράτου, Αθήναι, 1888, σ. 42.
[4] Π. Πανά, Λυρικών Ποιήσεων, Φυλλάδιον Β΄, Κεφαλληνία 1857, σ. 39 στο Μεταλληνού, ό.π. σ. 443.
[5] Γ. Μεταλληνού, Πολιτική και Ιδεολογία, Κατερίνη, σ. 147.
[6] ό.π. σ. 146.
[7] ό.π. σ. 142.
[8] ό.π. σ. 143.
[9] ό.π. σ. 193.
[10] ό.π. σ. 151.
[11] ό.π. σ. 215 εξ. Με αναφορά στην εφημερίδα Αλήθεια.
[12] Πρόκειται για την ανεξιχνίαστη δολοφονία της οκτάχρονης Εβραιοπούλας Ρουμπίνης Β. Σάρδη, της οποίας το πτώμα, μεταφερόμενο από τρεις Εβραίους που το βρήκαν, έδωσε την εντύπωση ότι επρόκειτο για δολοφονημένη Χριστιανή με σκοπό ανθρωποθυσία. Βλ. Ευτυχίας Δ. Λιάτα, Η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος στον κυκλώνα του αντισημιτισμού, Αθήνα, 2006.
[13] Εφ. Ανάστασις, 12 (1905) 1-2, βλ. στο Σ. Δ. Λουκάτος, Μαρίνος, Σπ. Αντύπας Η ζωή – Η εποχή – Η ιδεολογία – Η δράση και η δολοφονία του, Αθήνα 1980, σ. 123.
[14] Π. Πετράτος, «Η πορεία και η δράση του καλόγερου Χρύσανθου Καγκελάρη και του διάκου Ιωάννη Κονιδάρη, συνεργατών και οπαδών του Μαρίνου Αντύπα», στο Π. Πετράτος (επιμ.) Επιστημονικό Συνέδριο Μαρίνος Αντύπας (1872-1907), Αγία Ευφημία 16-19 Μαρτίου 2006, Πρακτικά τ. Α΄, σσ. 379-444.
[15] «Χριστιανισμός και Σοσιαλισμός», Ο Εργάτης 3-6-1912, σ. 1-2.

Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012

IL TROVATORE του GIUSEPPE VERDI στο Θέατρο ηρώδου του Αττικού, από την Εθνική Λυρική Σκηνή / Φεστιβάλ Αθηνών


Με την αίσθηση του ακροατή γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
Μια λαμπερή παράσταση, την όπερα «Τροβατόρε» του Τζουζέπε Βέρντι από την Εθνική Λυρική Σκηνή, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, παρακολουθήσαμε στο κατάμεστο Θέατρο Ηρώδου του Αττικού, στις 10 Ιουνίου 2012. Η μαγεία του Αρχαίου Ρωμαϊκού Θεάτρου, φορτισμένου από  μνήμες παλαιές αλλά και σύγχρονες,  προετοιμάζει και προϊδεάζει τον θεατή για κάτι ξεχωριστό. Τούτος ο μοναδικός τόπος «συλλογικής πνευματικότητας» θα πρέπει να διαφυλαχτεί για την ιερότητα που αποπνέει, την συναρπαστική υποβλητικότητά του και την πολύτιμη κληρονομιά που αφήνει στις γενεές των ανθρώπων.
Ο διασημότερος συνθέτης του ρομαντισμού, Τζουζέπε Βέρντι [1813-1901], γεννιέται  στο χωριό Ρονκόλε κοντά στο Μπουσσέτο, Δουκάτο της Πάρμας και πεθαίνει στο Μιλάνο.  Από νωρίς φαίνεται η κλίση του στη μουσική και στα έντεκα χρόνια του είναι ήδη οργανίστας στην εκκλησία του χωριού του. Με τη συνδρομή του πλούσιου συμπατριώτη του  Αντώνιο Μπαρέτσι  ακολουθεί την καλλιτεχνική κλίση του και πολύ γρήγορα γίνεται διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Μπουσσέτο. Στα δέκα οκτώ χρόνια του έρχεται στο Μιλάνο να σπουδάσει στο κονσερβατουάρ και -τι ειρωνεία!-, δεν γίνεται δεκτός «ως ανεπίδεκτος μαθήσεως». Αναζητά όμως τον επιφανή θεωρητικό Λαβίνιο και παρακολουθεί τα μαθήματά του. Το 1836 γίνεται διευθυντής της Ορχήστρας του Μπουσσέτο και νυμφεύεται την κόρη του ευεργέτη του. Παρουσιάζει με μεγάλη επιτυχία στη Σκάλα του Μιλάνου  το πρώτο έργο  του «Ονβέρτος, Κόντι ντι Σαν Μπονιφάτσιο», αλλά η μοίρα τον χτυπά σκληρά. Χάνει τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά του. Απελπισία και πόνος είναι οι μόνοι του σύντροφοι ώς τη στιγμή που ένα χέρι αφήνει στην τσέπη του το λιμπρέτο του Σολέρα  «Ναμπούκο». Μέσα σε τρεις μήνες ολοκληρώνει την πρώτη Όπερά του και τη σφραγίζει για πάντα με το στίγμα της μεγαλοφυΐας του. Ο «Ναμπούκο», αποκάλυψη για τον Ιταλικό λαό, παίζεται στις 9 Μαρτίου του 1842 στη Σκάλα του Μιλάνου και έκτοτε ο Συνθέτης κυριαρχεί και διαμορφώνει τις εξελίξεις της λυρικής τέχνης του 19ου αιώνα.
Με το μουσικό δαιμόνιό του, αλλά και με τον πατριωτισμό του συμβάλλει στον απελευθερωτικό αγώνα της πατρίδας του κατά του Αυστριακού ζυγού. Τον ονομάζουν Τυρταίο της Επανάστασης. Η ιαχή «Viva Verdi» στους δρόμους της Ιταλία αντηχεί σαν παιάνας και σαν  σύνθημα ανάμεσα στους Καρμπονάρους με το ηχηρό μήνυμα «Viva Vittorio Emanuele Re DItalia». Το δε χορωδιακό «O mia patria si bella e perduta» από τον Ναμπούκο έγινε Θούριο για την επαναστατημένη νεολαία όλων των εποχών. Με τη «Τριλογία» του, Ριγκολέτο, Τραβιάτα και  Τροβατόρε  που συνθέτει, ο Βέρντι από το 1851 ως το 1853, απομακρύνεται από την πατριωτική θεματολογία του  και  στρέφει την προσοχή του στο πάθος του έρωτα, στα δεινά της αγάπης!
Από το θεατρικό έργο του Αντόνιο Γκουτιέρεθ ο Τροβαδούρος, εμπνεύστηκε ο Σαλβατόρε Καμμαράνο το ποιητικό λιμπρέτο της  τετράπρακτης Όπερας Τροβατόρε για την οποία ο Βέρντι, ο «Γιος του Παλεστρίνα», όπως τον αποκαλούσε ο Εκτώρ Μπερλιόζ  δημιούργησε το αρχετυπικό μελόδραμα της εποχής του Ρομαντισμού. Βρισκόμαστε στην Ισπανία του 15ου αιώνα, το κοσμοπολίτικο σταυροδρόμι διαφορετικών φυλών και εθνοτήτων. Δυο αδέλφια, τα οποία αγνοούν τη συγγένειά τους ερωτεύονται την ίδια γυναίκα για να επαληθευτεί η κατάρα της  τσιγγάνας που κάηκε   στην πυρά ως μάγισσα. Η  κόρη της τσιγγάνας, η Ατσουτσένα, πρόσωπο κεντρικό,  για να εκδικηθεί τον άδικο θάνατο της μάνας της,  αρπάζει το ένα από τα δυο μικρά παιδιά του Κόντε Ντι Λούνα  και το ρίχνει στην πυρά, μόνο που, από λάθος, θα ρίξει στην πυρά το δικό της παιδί. Πέρα από τη συναρπαστική υπόθεση, τα έντονα συναισθήματα των ηρώων είναι αυτά που δημιουργούν τις δραματικές συγκρούσεις και εντάσεις.
Γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολη η σκηνοθετική προσέγγιση ενός τέτοιου έργου όταν μάλιστα το ίδιο πρόσωπο, Στέφανο Πόντα, εκτός από σκηνοθέτης είναι  ο σκηνογράφος, ο ενδυματολόγος, ο υπεύθυνος των φωτισμών και ο χορογράφος! Το αισθητικό αποτέλεσμα -είναι το πρώτο που βλέπει ο θεατής- της «φορμαλιστικής» σκηνογραφίας παρέπεμπε περισσότερο σε γκράφιτι και δεν ανταποκρινόταν, κατά την ταπεινή μας γνώμη, στο ρομαντικό αριστούργημα του Βέρντι ούτε και στην ωραία θεωρία του ταλαντούχου  Ιταλού Σκηνοθέτη Στέφανο Πόντα «…το σύμβολο προσφέρεται σαν οπτικό εργαλείο, μέσω του οποίου αυτοί που βλέπουν και ακούν, να βλέπουν και να ακούν την ιστορία της ίδιας της ψυχής…». 
Ένα υπερθέαμα ρομαντικό ξεκίνησε με τον εισαγωγικό πρόλογο του  επιβλητικού και εξαίρετου  βαθύφωνου Δημήτρη Καβράκου ως Φερράντο. Της Γεωργιανής σοπράνο Ιάνο Τάμαρ, αδύναμης στην αρχή ως Λεονόρα, βρήκε τη φόρμα της στη συνέχεια και παρά την ταλαιπωρία της  μέσα στα νερά τραγούδησε με εκφραστικότητα και εκπληκτική πιστότητα τις πλέον δύσκολες λυρικές άριες του κλασικού ρεπερτορίου. Η Βουλγάρα μεσόφωνος  Μαριάννα Πεντσέβα, δυναμική, έδωσε με ομοιογένεια το πορτραίτο της τσιγγάνας Ατσουτσένα τονίζοντας το πάθος για εκδίκηση και τη δύναμη της αγάπης. Ο Ιταλός τενόρος Βάλτερ Φρακκάρο, κάτοχος του βραβείου «Πλάσιντο Ντομίνκο και Μονσερά Καμπαγιέ» ήταν εντυπωσιακόςnως  Μανρίκο στην πρώτη  άρια, που τραγουδά στην Λεονόρα εκτός σκηνής και στο τέλος όπου τον ακούμε μέσα  από τη φυλακή αλλά πράγμα περίεργο, η παρουσία του επί σκηνής ήταν κάπως αδύναμη. Τέλος, ο αγαπημένος του κοινού, βαρύτονου Δημήτρης Πλατανιάς, με τη φίνα, αξεπέραστη τραγουδιστική γραμμή του και με τη στήριξη του αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού ανέδειξε το τρομερό πρόσωπο του Κόντε Ντι Λούνα και  καταχειροκροτήθηκε!
Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός  έδειξε από την αρχή ότι θα οδηγούσε σε  θρίαμβο την παράσταση της Όπερας. Διηύθυνε  με δυναμισμό την Ορχήστρα του και τη μικτή Χορωδία και μαζί τους ανέδειξε τη μουσική ιδιοφυία του Βέρντι. Στήριξε με απίστευτο ήθος και συνέπεια τους μονωδούς. Ανέγνωσε με ακρίβεια το στοιχείο της φωτιάς που ο σκηνοθέτης σχεδόν αγνόησε, στοιχείο που ενυπάρχει στο έργο. Άφησε τις πύρινες φλόγες να κατακάψουν το συναισθηματικό κόσμο των ηρώων και με τη μαγική μπαγκέτα του έφερε τη γαλήνη του εξαγνισμού. Μέγας πρωταγωνιστής η Μουσική! Μια εξαιρετική έναρξη για το Φεστιβάλ Αθηνών που ευχόμαστε να έχει συνέχεια!

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Ο Ξάνθιππος, η Χρυσαυγή και ο Αλέξης ξαναπερπατούν τους δρόμους της Ζακύνθου

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ


Μια από τις σημαντικότερες στιγμές των τετραήμερων εκδηλώσεων, οι οποίες έγιναν στα πλαίσια της Γκιόστρας Ζακύνθου 2012, ήταν η παράσταση της «Ομιλίας» του κλασσικού λαϊκού μας θεατρικού ρεπερτορίου: «Η Χρυσαυγή», από τον πάντα δραστήριο θεατρικό όμιλο του πολιτιστικού συλλόγου Αγκερυκού: «Ο Μαρτελάος».

Η παράσταση αυτή ήταν μια πρόταση της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας “Giostra di Zante”, η οποία, μαζί με τον Δήμο Ζακυνθίων, σε μια άριστη και εποικοδομητική για το νησί μας συνεργασία, διοργάνωσαν το εορταστικό τετραήμερο, δίνοντας ζωή στην πόλη μας και χαμόγελο στα πονεμένα χείλη των συνδημοτών μας. Και η πρόταση αυτή δεν ήταν τίποτα άλλο, από την ανάγκη επαναφοράς του λαϊκού μας θεάτρου στις πρωταρχικές του μορφές έκφρασης.

Η επιλογή του έργου δεν ήταν καθόλου τυχαία. «Η Χρυσαυγή», μαζί με τον «Κρίνο και την Ανθία» είναι οι πιο γνωστές και αγαπημένες «Ομιλίες» του λαού μας. Έχει παιχτεί με επιτυχία άπειρες φορές από διάφορους λαϊκούς θιάσους και είναι η μόνη, της οποίας έχουμε παραλλαγές, ως προς το καταγεγραμμένο κείμενο, γεγονός που αποδεικνύει πως η «Ομιλία» δεν είχε πάντα σταθερό σενάριο, αλλά προσαρμοζόταν κάθε φορά, αυτοσχέδια, κατά τις περιστάσεις. Για παράδειγμα αναφέρουμε τους «κοντοστάμπιλους» μιας παλιότερης εκδοχής, που με το πέρασμα του χρόνου και τις νέες ιστορικές συνθήκες, έγιναν «χωροφύλακες», σε μια νεότερη, προσαρμόζοντας την πανάρχαια ιστορία στις πρόσφατες συνθήκες.

Η παράσταση αυτή της «Χρυσαυγής» προσπάθησε ν’ αποβάλει όλα αυτά, που πρόσθεσε κακότεχνα σε μια αιώνων υπόθεση η εποχή μας και να δώσει στο ενδιαφέρον αυτό είδος της επτανησιακής έκφρασης την σημαντική, αρχέγονη μορφή του.

Δεν χρησιμοποιήθηκαν σκηνικά, ούτε πάρκα, αλλά όλα παίχτηκαν σε πλατείες και γειτονιές, για ν’ αποκτήσει, έτσι, η «Ομιλία» την γνήσια μορφή της και να γίνει και πάλι θέατρο δρόμου. Οι θεατρίνοι φορούσαν μάσκες και απέδωσαν το δεκαπεντασύλλαβο, κλασσικό κείμενο σε τραγουδιστό, όπως γινόταν και παλιότερα, καθαρά ζακυνθινό ύφος. Χρησιμοποιήθηκαν μόνο άντρες, όπως απαιτεί η παράδοση, για να τονιστεί με αυτόν τον τρόπο η αντιστροφή των ρόλων και των φύλων, κάτι που αποτελεί την έκφραση των «Ομιλιών» ειδικότερα και του Καρναβαλιού γενικότερα, στην ροή του οποίου εντάσσεται και το λαϊκό μας θέατρο. Επίσης στο τέλος βγήκε και ο γνωστός δίσκος, για να επαληθευτεί το κλασσικό πλέον σκίτσο του Κ. Πορφύρη και να θυμηθούμε πως οι παλιοί λαϊκοί θεατρίνοι δεν έπαιζαν μόνο για «ξεφάντωσι των φίλων», αλλά και για το απαραίτητο στις ταβέρνες κρασάκι τους.

Η «Ομιλία» ξεκίνησε από το κοσμαγάπητο πλάτωμα της Φανερωμένης, για να αξιοποιηθούν οι ιστορικοί μας χώροι και να ξεφύγουν της λησμοσύνης και των βανδαλισμών, στάθηκε για μια σκηνή στον Άγιο Παύλο, την γειτονιά του «Χάση», ξανάπαιξε μπρος από το καμπαναρίο της Ανάληψης, της φαμιλιακής εκκλησίας του Μαρτελάου και κατέληξε στον Άγιο Μάρκο, όπου τόσες και τόσες «Ομιλίες» έχουν παιχτεί, για να ξαναδώσει στις ιστορικές πλάκες την ζωή, που τους αξίζει.

Συγκινητικές και καθαρά εικόνες συνέχειας και απόκτησης ταυτότητας ήταν οι στιγμές, που ενώ ο θίασος κατέβαινε προς το κέντρο της πόλης, οι κάτοικοι έβγαιναν σε πόρτες, παράθυρα και μπαλκόνια και επευφημούσαν ή φώναζαν τον γνωστό για την περίπτωση «μπύρωνα», συμμετέχοντας έτσι στο δρώμενο και προεκτείνοντας την παράσταση, την παράδοση και την ιστορία.

Οι φιγούρες της «Ομιλίας», με την φροντίδα της Μαρίας Πουλιέζου, ζωντάνευαν ουσιαστικά τις σχετικές σελίδες με τις διασωστικές περιγραφές της Μαριέττας Μινώτου, δικαίωναν τον χαλκέντερο Ντίνο Κονόμο και επαλήθευαν τις μαρτυρίες του Κ. Πορφύρη. Ο Αλέξης με το χαρακτηριστικό του καπέλο, με τις πολύχρωμες κορδέλες, έδενε εκφράσεις και εποχές και η Χρυσαυγή, ντυμένη νύφη, υποσχόταν όχι μια γέννηση, αλλά μια αναγέννηση, επαναλαμβάνοντας την λιτή, γι’ αυτό και ουσιαστική, αισθητική και απαλλάσσοντας την παράδοση από τις επιπολαιότητες της βιασμένης Μεταπολίτευσης.

Εντύπωση σε όλους μας έκανε η ακουστική των χώρων, η οποία λειτούργησε χωρίς μικρόφωνα και παρουσίασε στην πρωταρχική του μορφή ένα είδος, που πάνω του στηρίχτηκε το νεοελληνικό θέατρο.

Λένε οι ειδικοί (και έχουν δίκιο) πως οι «Ομιλίες» έχουν επηρεαστεί από δύο είδη κλασσικού θεάτρου: την περίφημη Commedia dell’arte και το εξίσου σημαντικό Κρητικό Θέατρο, τα οποία είναι συγγενικές και όμαιμες μορφές τους.

Η τελευταία παράσταση της «Χρυσαυγής» του λαϊκού θιάσου του Αγκερυκού, με την διδασκαλία τού πάντα συνετά φερόμενου Νίκου Αρβανιτάκη, τα σεβάστηκε αυτά και απάλλαξε την παράδοση απ’ όλα εκείνα τα ψεύτικα κοσμήματα, που της φόρεσε η τηλεόραση και η επιπόλαια γνώση του θεάτρου. Απέδειξε πως το λαϊκό μας θέατρο μπορεί να επιβιώσει και να λειτουργήσει δίχως, χωρίς λόγο, βωμολοχίες και πολιτικές αναφορές. Με λίγα λόγια ανέδειξε το μεγαλείο της λιτότητας, κάτι που ανέκαθεν γνώριζε πολύ καλά ο δημιουργός λαός μας.

Ο Ξάνθιππος, «εργατικός άνθρωπος και η γυναίκα του», η «κόρη του» Χρυσαυγή, ο «αγαπητικός» της Αλέξης, οι δικηγόροι Φίσκος και Φέξης, δικαστές και στρατιώτες – μαρκουλίνοι, ζωντάνεψαν εκείνο το απόγευμα στους δρόμους της Ζακύνθου και προσπάθησαν να ισοφαρίσουν τις κακοτεχνίες της. Το χθες συνάντησε το σήμερα και η ιστορία συνεχίστηκε.

Μακάρι να ήταν η αιτία για να βρούμε την ταυτότητά μας. Ο χρόνος θα το αποδείξει.

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΜΝΗΜΕΣ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΤΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ ΣΤΟ ΠΑΛΙΟ ΤΟ ΚΛΗΜΑ

ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΕ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙΟΥΣ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ


Θεωρῶ χρέος μου νά καταθέσω αὐτές τίς γραμμές, γιά νά ξαναθυμίσω στούς Κληματιανούς κάποιες στιγμές τοῦ χτές, στιγμές χαριέστατες καί εὐλογημένες, τίς ὁποῖες πολλοί θά ἀνακαλέσουν στή μνήμη τους, ὅταν διαβάσουν τὰ παρακάτω. Τό πόσοι θά συγκινηθοῦν δέν ξέρω, γιατί αὐτό πού καταλαβαίνω εἶναι ἕνα: οἱ ρυθμοί τῆς ζωῆς καί ἡ προσπάθεια ν᾿ ἀποτάξουμε τό παρελθόν, ἔχουν μεταβάλει τούς ἀνθρώπους σέ ἔναγχα ἀνταγωνιστικά ἄτομα, πού ἐπιθυμοῦν μόνο τήν προσωπική τους προβολή καί πολύ λιγότερο, ἤ καθόλου, τήν προβολή καί τήν διατήρηση τῆς μνήμης, τῆς ἱστορίας καὶ τῆς παράδοσης τοῦ τόπου τους.
Ὡστόσο ὑπάρχουν καί κάποιοι πού ἐπιμένουν νά θυμοῦνται καί νά κρατοῦν μέσα τους, ὡσάν ἱερή παρακαταθήκη, Μνῆμες καί Πρόσωπα τοῦ χτές, τά ὁποῖα στέκουν μέσα στὴ βεβαιωμένη αὐτή σύγχρονη Βαβέλ, ὡς μία τίμια καί χαριτωμένη παρένθεση, πού, δυστυχῶς, δέν ἐπιστρέφει πιά... Ὅμως καιρός εἶναι νά κοιτάξουμε κατά κεῖνες τίς μέρες τίς χθεσινές, τότε πού ἀχνόφεγγε τό καλοκαίρι στό παλιό μας τό χωριό.
Ὁ Ἰούνιος ἦταν γιά τούς παλιούς Κληματανιούς ὁ μήνας τῆς σύναξης τῶν χορταριῶν γιά τά ζῶα, ἀλλά καί τῆς συλλογῆς τῶν καρπῶν, ὅπως τοῦ κερασιοῦ καί τοῦ βερύκοκου. Ἀκόμα ἀπομένει ἐκείνη ἡ μοσχοβολιά τοῦ κομμένου καί ξεραμένου χορταριοῦ, τό ὁποῖο μάζευαν σέ «μπάλες» καί τό ἀποθήκευαν στίς καλύβες, γιά νά τό ἔχουν πρόχειρο τό χειμώνα καί νά ταΐζουν τά ζῶα. Μιά μοσχοβολιά πού συνοδευόταν ἀπό κείνη ἐπίσης τήν εὐωδία τοῦ φρεσκοκομμένου βερύκοκου ἤ τοῦ κερασιοῦ. Κι ἡ χαρά τῶν παιδιῶν ἦταν ἀναμφίβολα πολύ μεγάλη, γιατί, ἐκτός τῶν βερύκοκων πού τρώγανε, στή συνέχεια σπάζανε τά κουκούτσια καί τρώγανε τίς «κοκόσες», τήν ψύχα δηλαδή. Φυσικά, ἀπό μιά μόνο ποικιλία βερύκοκων ἦταν γλυκιά ἡ ψύχα τῶν κουκουτσιῶν. Κι αὐτά ἦταν τά λεγόμενα «καϊσά».
Ὅμως ὁ Ἰούνιος  ἐπεφύλασσε στούς παλιούς Κληματιανούς καί  ὄψεις  ψυχαγωγίας τους ἀπό τούς τότε μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, πού ἦταν, τόσο οἱ γυμναστικές ἐπιδείξεις, ὅσο καί ἡ Σχολική Γιορτή τῆς λήξης τῶν μαθημάτων.
Οἱ γυμναστικές ἐπιδείξεις γίνονταν συνήθως μετά τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, τέλη Μαΐου, ἀρχές Ἰουνίου καί πάντα στό Γήπεδο, στόν Ἐλιώνα. Μαζεύονταν δέ τότε ὅλο τό χωριό καί χειροκροτοῦσε τά παιδιά πού ἐπιδείκνυαν τίς ἱκανότητές τους στά διάφορα ἀθλήματα. Μάλιστα, πολύ διασκέδαζαν οί Κληματιανοί τόσο μέ τά ἀθλήματα τῆς «τσουβαλοδρομίας», ὅσο καί μέ τό χορό τῶν μικρῶν παιδιῶν τῆς πρώτης, τῆς δευτέρας τάξης. Πάντα στή μνήμη θά ὑπάρχει ἐκείνη ἡ δροσερή δειλινή ὥρα μέ τή φωτεινή ἀτμόσφαιρα πού εἶχε τό Γήπεδο κι ὅλη ἐκείνη ἡ περιοχή. Κι ἓνα γύρω οἱ Κληματιανοί νά κοιτάζουν τά παιδιά τους καί νά χαίρονται τούτη τήν εὐχάριστη παρένθεση πού γλύκαινε κάπως τή βασανισμένη τους ψυχή.  Εὐχάριστη ἦταν ἐπίσης καί ἡ ἀποχώρηση σέ ὥρα ἀπόβραδη, κάπου ἐκεῖ πού σιμώνει ἡ νύχτα, ὄταν ὅλοι εὔχονταν ἀπό καρδιᾶς: καί τοῦ χρόνου. Μόνο πού ἦρθε μιά χρονιά καί σταμάτησαν αὐτές οἱ ὄμορφες καί λιτές ἐκδηλώσεις.... Ἡ ζωή, βλέπετε, ἄλλαζε·  μαζί της καὶ  τό Κλῆμα...
Οἱ ἐξετάσεις, κάπου στό τέλος τοῦ Ἰουνίου, ἦταν μιά γιορτή, πραγματική γιορτή, λήξης τοῦ Σχολικοῦ ἔτους. Γίνονταν πάντα Κυριακή, κατά τό ἀπόβραδο, στό προαύλιο τοῦ Σχολείου, ὅπου μαζεύονταν ὃλο σχεδόν τό χωριό, γιά νά καμαρώσει τά παιδιά πού θά λέγανε τά ποιήματα ἤ θά παίζανε στά μικρά θεατρικά, κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση τῶν Δασκάλων. Πόσο νοσταλγικά ἀπομένουν στή μνήμη ὅλων μας ἐκεῖνα τά δροσερά ἀπόβραδα τῶν Σχολικῶν ἐξετάσεων, ὅταν μορφοντυμένα τά παιδιά λέγανε τά ποιήματα ἤ παίζανε κάποιους μικρούς ρόλους σέ σκέτς, δηλαδή σέ μικρά θεατρικά ἔργα. Στήνονταν μιά σκηνή ἁπλῆ, μέ κιλίμια στρωμμένη κι ἀπό κεῖ τά παιδιά λέγανε τό ποίημά τους. Πολύ συγκινητικό μάλιστα ἦταν γιά παιδια τῆς ἕκτης, πού ἄν καί ὅλο τό χρόνο λέγανε, «πότε νά τελειώσω, νά φύγω», αὐτές τίς στιγμές ἦταν παραπονεμένα καί λυπημένα. Τό ἔδειχναν δέ περισσότερο αὐτό τήν ἄλλη μέρα, ὅταν ἔπαιρναν τό ἀπολυτήριο κι ἄκουγαν ἀπό τούς Δασκάλους τίς στερνές συμβουλές. Αὐτὲς ποὺ θὰ κρατοῦσαν, ἄν ἤθελαν, παρακαταθήκη γιὰ μιὰ ζωή... 
Ἡ Δευτέρα, μετά τό μικρό πανηγύρι τῶν ἐξετάσεων, ἦταν ἡ μέρα τῆς ἀπόδοσης τῶν ἐνδεικτικῶν καί τῶν ἀπολυτηρίων στούς μαθητές. Γινόταν δέ μέ ἐπίσημο τρόπο καί μέσα σέ κλίμα ἀγωνίας, χαρᾶς καί συγκίνησης.
Ἡ ἀγωνία σχετιζόταν μέ τή βαθμολογία πού θά ἔπαιρναν τά παιδιά. Γιατί ἔπρεπε νά ἀνακουφιστοῦν κι οἱ γονεῖς, ἀλλιῶς, τί τά περίμενε! Ἡ χαρά πάλι ἦταν γιά τήν καλοκαιρινή τὴν ξεγνοιασιά, πού οὐσιαστικά δέν ἦταν καθόλου ξεγνοιασιά. Γιατί ὅλα σχεδόν τά παιδιά βοηθούσαμε τούς δικούς μας στίς ἀγροτικές δουλιές, ὅπως τή σύναξη τών καρπῶν, τό θάμνεμα, ἀκόμα καί τό νά πηγαίνουμε στή βρύση νά φέρνουμε κρύο νερό. Ὅμως ἐκεῖ πού τό στοιχεῖο τῆς συγκίνησης ἔφτανε στό κατακόρυφο ἦταν, ὅταν τά παιδιά τῆς ἓκτης παίρνανε τό ἀπολυτήριο.
Ἀφοῦ λοιπόν μοίραζε ὁ δάσκαλος τά ἀπολυτήρια στή συνέχεια ἔλεγε καί τά ἀποχαιρετιστήρια λόγια του, τίς τελευταῖες συμβουλές, γιά χρηστοήθεια, καλωσύνη καί τιμιότητα, ἀρετές πού ὀφείλουν νά δειξουν τά παιδιά στή ζωή τους πού τότε ἄρχιζε. Γιατί τά περισσότερα τά παιδιά ἄρχιζαν ἀμέσως νά μπαίνουν στή βιοπάλη, ἐνῶ πολύ ἐλάχιστα ἀκολουθοῦσαν τό δρόμο γιά τό Γυμνάσιο. Ἄκουγες τότε τά παιδιά νά κλαῖνε μέ ἀναφιλητά, γιατί αὐτό πού μέχρι χθές ζούσανε στὴ σχολική ξεγνοιασιά, πέρναγε πιά ὁριστικά... Παρ᾿ ὅλες τίς γκρίνιες καί τήν ἀναμονή νά τελειώσει τό Σχολεῖο, νά φύγουν καί νά τά παρατήσουν ὅλα, χαρτιά βιβλία καί Δασκάλους. Ὅμως ἐκείνη ἡ τελευταία ήμέρα τά διέψευδε πάντα. Γιατί αὐτό πού τελειώνει δέν ξανάρχεται, πολύ περισσότερο ὁ εὐλογημένος καί ὀνειρεμένος καιρός τῆς παιδικῆς μας ἡλικίας...          

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΦΙΛΕΜΑΤΑ, ΛΕΣ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΖΕΙΣ ΑΝΤΙΔΩΡΟ… (ποιήματα)



Στὸν ποιητὴ τῆς Πόλης, τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέργης κ. Εὐάγγελο, υἱϊκὴ ὀφειλή

Φθινοπωρινό

Καπνός, ὅπως τὸ σύννεφο
Κι ὕστερ᾿ ἀναχώρηση ἀνθρώπων καὶ πλοίων.
Γιὰ ποῦ, ἄραγε;

* * *

Ἐρώτημα

Ἀλήθεια, τώρα
ποὺ ἐλάφρυναν τὰ κλειδιὰ
τὶς τσέπες σου,
μήπως βρῆκες καιρὸ νὰ
παίξετε μ᾿ ἐκεῖνο τὸ παιδὶ
ἀπό τὴ Ναζαρέτ;

* * *

«Ἐνδυναμοῦσθε» (Ἐφ. )

Κατέστημεν δυνατοί,
ἔνθερμοι φύλακες τῶν κελλίων
ἀποφράττοντας τοὺς δοκοῦντας
νὰ ἐνεργήσουν ὡς γυμνοσάλιαγκες...

* * *

Ἐρώτημα ΙΙ

Ἀλήθεια,
πόσο θ᾿ ἀντέξεις νὰ φυλλομετρᾶς
τήν ἀπουσία σου...

* * *

Διαπίστωση

... καί ξέρεις,
ὅσο περνάει ὁ καιρός,
τόσο καὶ λιγότερα κάνεις ταξίδια
ἀναμένοντας ἐξάπαντος
μιὰν ἄλλη ἀναχώρηση.


Related Posts with Thumbnails