© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

π. Γεωργίου Σταθοπούλου: ΟΙ ΔΙΑΤΟΝΙΚΟΙ ΗΧΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΚΛΑΔΟΙ ΤΟΥΣ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ

                    Ανακοίνωση στο Δ΄ Διεθνές Συνέδριο Μουσικολογικό και Ψαλτικό                       

Σεβαστοί Πατέρες, Ελλογιμώτατοι κ. Καθηγητές, αγαπητοί σύνεδροι,
Όταν τον Οκτώβριο του 2006 έλαβε χώρα εδώ στην Αθήνα το 3ο Διεθνές Μουσικολογικό Συνέδριο του Ιδρύματος Βυζαντινής Μουσικολογίας, η ταπεινότητα μου είχε προβεί σε αντίστοιχη ανακοίνωση  με το γενικό θέμα «Οι Κλάδοι των Οκτώ Ήχων», μετά την οποία υπήρξε πολύς λόγος και ενθουσιασμός μεταξύ των συνέδρων γι΄ αυτήν. Από το ενδιαφέρον αυτό  ορμώμενος κι εγώ σήμερα, αποφάσισα να μιλήσω στην αγάπη σας για του Κλάδους και όχι μόνο των τεσσάρων Διατονικών Ήχων και πώς αυτούς τους συναντάμε σήμερα στα έντυπα μουσικά βιβλία των συγχρόνων δασκάλων μας, τα οποία οι Ιεροψάλτες μας ψάλλουν στις εκκλησίες. Για να γίνει πιο κατανοητή η εργασία μου αυτή, αποφάσισα εκτός της αναφοράς μου στον καθένα χωριστά Διατονικό Ήχο, με τους επιμέρους Κλάδους του και όχι μόνο, να προβάλω και αποσπάσματα αυτών από τα βιβλία συγχρόνων δασκάλων.
Είναι γνωστό σε όλους μας  ότι ο αριθμός των Οκτώ Ήχων που έχουμε σήμερα εν χρήσει στην Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία μας και έχει τις ρίζες του[1] κατά πρώτον στον αιρετικό Πατριάρχη Αντιοχείας  Σεβήρο[2] (6ου μ.Χ. αιώνα) και λίγο αργότερα στον πατέρα της Βυζαντινής Μουσικής μας παρακαταθήκης Άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό. Ο αριθμός Οκτώ, έχει άμεση σχέση και εξάρτηση με τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, αφού αυτός μας καταδεικνύει και μας οδηγεί στην τελείωση και ολοκλήρωση της Βασιλείας του Τριαδικού Θεού. Ο «ιερός» αυτός αριθμός, ομαδοποιεί πλειάδα διαφορετικών κλάδων στον κάθε έναν από αυτούς τους Οκτώ Ήχους. Κάθε μεγάλη οικογένεια-ήχος αποτελείται από επιμέρους κλάδους και όχι μόνο, οι οποίοι διαφέρουν μεταξύ τους κυρίως όσον αφορά τα μελωδικά χαρακτηριστικά που πολλές φορές αποτυπώνονται στη σειρά των διαστημάτων της κλίμακας τους ή ακόμη και στην αλλαγή βάσεως ή πορείας μελωδίας. Γι΄ αυτήν την κλαδικότητα της Εκκλησιαστικής μας Οκτωηχίας μπορεί κανείς να ανατρέξει και σε όλες τις Προθεωρίες της Ψαλτικής μας Τέχνης, πριν το 1814 μ.Χ. οι οποίες καταγράφουν περίτρανα αυτήν την πολυποικιλία και πολυωνυμία των Οκτώ μας Ήχων. Ο Χρύσανθος αργότερα θα μας πει, στο Μέγα Θεωρητικό της Μουσικής του ότι:  
«Οὔτε μὲ μίαν μόνην κλίμακα περαίνεται ἔνας ἦχος, ἀλλὰ πολλάκις ἔνας ἦχος ζητεῖ πολλὰς κλίμακας. Οὔτε εἰς ἔνα μόνον ἦχον ἀνήκει μία μόνη κλῖμαξ, ἀλλὰ πολλάκις ἀναφέρονται εἲς ἔνα μόνον ἦχον πολλαὶ κλίμακες»[3].
Τα λεγόμενα του Χρυσάνθου αλλά και των σημερινών μουσικολόγων και ερευνητών, αναφορικά με την κλαδικότητα και ποικιλομορφία του μουσικού μας συστήματος, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ψαλτικής μας παράδοσης. Γι΄ αυτήν την ποικιλία και την κλαδικότητα της Βυζαντινής μας Οκτωηχίας κάνει λόγο και η Πατριαρχική Μουσική Επιτροπή του 1881-83 στη Στοιχειώδη Διδασκαλία της, ομιλώντας μας σαφέστατα και χωρίς καμιά εκδοχή παρερμηνείας, πως «οἱ ὀκτὼ ἦχοι, καὶ οἱ κλάδοι αὐτῶν …»[4], αλλά και ο ομότιμος καθηγητής κ. Γρηγόριος Στάθης στο βιβλίο του Οι Αναγραμματισμοί και τα Μαθήματα της Βυζαντινής Μουσικής μας αναφέρει ότι «Ἡ Βυζαντινὴ Μουσικὴ ἔχει ὀκτὼ ἤχους, .... Οἱ ἦχοι διαιροῦνται εἰς κυρίους καὶ πλαγίους, πέραν ὅμως αὐτοῦ τοῦ χωρισμοῦ ἡ σχέσις τῶν ἤχων μεταξὺ των ὁδηγεὶ εἰς τοὺς ὁρισμοὺς αὐτῶν εἰς μέσους, παραμέσους, καὶ παραπλάγιους. Συμφώνως πρὸς τάς Προθεωρίας τῶν Παπαδικών, ἀλλὰ καὶ τὴν αὐτὴν ταύτην τὴν πρᾶξιν, οἱ ἦχοι περαιτέρω γνωρίζονται καὶ ὡς δίφωνοι, ὅταν ἡ ἀρχὴ τοῦ ἤχου γίνεται ἐκ δύο φωνῶν ἄνω τῆς πραγματικῆς βάσεως αὐτοῦ, ὡς τρίφωνοι (ἡ βάσις τρεῖς φωνὰς ἄνω), ὡς τετράφωνοι (τέσσαρας φωνὰς ἄνω), ὡς πεντάφωνοι (πέντε φωνὰς ἄνω), καὶ ὡς ἐπτάφωνοι (ἑπτὰ φωνὰς ἄνω τῆς βάσεως, ἤτοι ἡ ἄνω ἢ ἄλλοτε ἡ κάτω ἀντιφωνία τοῦ ἤχου)» [5].  
Σήμερα, στα πλαίσια του λιγοστού χρόνου μιας επιστημονικής ανακοίνωσης, δεν θα επεκταθώ στο πώς τα θεωρητικά συγγράμματα των παλαιών και των νεοτέρων Διδασκάλων μας παρουσιάζουν αυτούς τους Κλάδους, όταν μας μιλούν δηλαδή για τις «Μελωδικές βάσεις»[6] του κάθε ήχου ή την πορεία του μέλους του ή πώς αυτοί οι κλάδοι ψάλλονται και ποια ιδιώματα του ήχου ακολουθούν κατά περίπτωση. Κάτι τέτοιο επιφυλάσσομαι να το πράξω στο προσεχές μέλλον. Θα μιλήσω στη σεβαστή ομήγυρη μόνο για τους Κλάδους των Διατονικών Ήχων που σήμερα ψάλλονται στις Ιερές μας Ακολουθίες. Θα παρουσιάσω ένα έναν τους Διατονικούς Ήχους, πρώτα δηλαδή τους Κυρίους και μετά τους Πλαγίους τους και αμέσως μετά τους Κλάδους καθενός από αυτούς και όχι μόνο, προκειμένου να γίνεται πιο κατανοητή αυτή η σχέση μεταξύ τους. Θα δούμε δηλαδή τους Οκτώ Ήχοι όπως σήμερα τους συναντάμε στη μουσική μας παράδοση, είτε βρίσκονται στην αρχική τους δομική βάση, όπως δηλαδή παρήχθησαν εξ  αρχής, επάνω σε ένα Πεντάχορδο, κατά τα λεγόμενα του Χρυσάνθου[7], είτε όπως τους συναντάμε σήμερα χαμηλότερα κατά ένα πεντάχορδο ή μια κλίμακα, είτε τέλος τους συναντάμε ως Κλάδους ή παραγώγους ήχους.  
Κλάδος στην Εκκλησιαστική μας Μουσική, καλείται ο παράγωγος ενός ήχου. Αυτός δηλαδή που διαφοροποιείται από τον ήχο του, με πορεία προς μια άλλη βάση. Τέτοιος Κλάδος μπορεί να είναι ο Δίφωνος ενός ήχου[8], ο Τρίφωνος του, ο Τετράφωνος, ο Πεντάφωνος, ο Επτάφωνος κ.ο.κ. Έναν Ήχο τον χαρακτηρίζουμε ως Δίφωνο, όταν οι μελωδικές του γραμμές, αρέσκονται να ενδιατρίβουν στη διφωνία επάνω από την βάση του ήχου. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Τριφώνους, Τετραφώνους κ.π.λ. Εκτός αυτών των Κλάδων με μόνιμη αλλαγή της βάσης, στην Εκκλησιαστική μας Μουσική παράδοση συναντάμε και Κλάδους ήχων, όπως ο πλ. του Α΄ Τετραφωνών κ.α. που μόνον στις καταλήξεις τους αρέσκονται να καταλήγουν στην Τετραφωνία επάνω από τη βάση του Ήχου. Κλάδοι όμως των ήχων αυτών δημιουργούνται και όταν κατέβουμε την κλίμακα της Βυζαντινής μας Μουσικής. Τέτοιοι είναι οι Μέσοι[9] ήχοι, αυτοί δηλαδή που τους συναντάμε δύο φωνές κάτω της βάσεως του ήχου, οι Παράμεσοι, τρείς φωνές κάτω, οι Παραπλάγιοι, πέντε φωνές κάτω και οι Αντίφωνοι, επτά φωνές κάτω της βάσεως του ήχου τους. Ο καθένας εξ αυτών των Κλάδων ενός Ήχου, πολλές φορές ακολουθεί διαφορετική πορεία μελωδίας από τον Ήχο τον οποίο προέρχεται, έχει διαφορετικές μελωδικές έλξεις, δικούς του δεσπόζοντες φθόγγους και απήχημα. Ο εκάστοτε  Ιεροψάλτης, καλείτε πριν από κάθε μέλος να αναγγείλει τον Ήχο ή τον Κλάδο του ήχου που πρόκειται να ψάλει, μέσω τους Απηχήματος που προηγείται. Στο Απήχημα αυτό, οφείλουν να ακούγονται ευκρινώς όλα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στοιχεία του μέλους που θα ακολουθήσει[10]. Τέτοια στοιχεία είναι τα Διαστήματα, η Βάση, οι Δεσπόζοντες Φθόγγοι και η πορεία της μελωδίας.  
Αλλά ας αφήσουμε τους νεωτέρους και συγχρόνους μας δασκάλους, να μας αναδείξουν αυτούς του κλάδους των τεσσάρων διατονικών ήχων, για τους οποίους υποσχέθηκα να μιλήσω στην αγάπη σας. Θα παρουσιάσω μέλη σε αυτούς τους κλάδους των Οκτώ Ήχων, μέσα από τη ζώσα ψαλτική μας παράδοση[11].         

ΗΧΟΣ ΠΡΩΤΟΣ

  1. Ήχος Πρώτος (έσω ή χαμηλός) στον ΠΑ
Έσω (δηλαδή χαμηλό) Πρώτο Ήχο καλούμε αυτόν τον οποίον συναντούμε με βάση τον φθόγγο Πα. Τον χαρακτηρίζουμε ως Έσω αυτόν τον ήχο, διότι προέρχεται από την μεταφορά της αρχικής βάσεως του Πρώτο ήχου επί του φθόγγου ΚΕ, τον οποίο  αργότερα θα συναντήσουμε ως Έξω (υψηλό δηλαδή) ή Τετράφωνο Πρώτο Ήχο. Από τον Νη τώρα, κατά τον Χρύσανθο, ανεβαίνοντας έναν μείζονα τόνο, βρίσκουμε το φθόγγο Πα, ο οποίος γίνεται και η βάση, το ίσον κατά την βυζαντινή μας μουσική ορολογία, του Έσω Πρώτου Ήχου. Σε αυτόν τον Έσω Πρώτο Ήχο, ψάλλονται μέλη του Στιχηραρίου, του Ειρμολογίου και της Παπαδικής. Τέτοια μέλη, μπορούμε να δούμε και στα εξής βιβλία:
  1. Νέον Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τριώδιο σσ. 1, 118 κ.α.
  2. Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 36, 42, 52 κ.α.
  3. Ν. Μ. Συλλ. – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 17, 27, 44, 72 κ.α.
  4. Θεία Λειτουργία Αθανασίου Πέττα, σσ. 17, 34, 35, 37, 66 κ.α.
  5. Μουσικόν Τριώδιον Θρασύβουλου Στανίτσα, σσ. 9, 22, 60 κ.α.
  6. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 44, 54, 70 κ.α.

  1. Ήχος Πρώτος (έξω) ή Πρώτος Τετράφωνος

Έξω (δηλαδή υψηλό) ή Τετράφωνο Πρώτο Ήχο καλούμε αυτόν τον οποίον συναντούμε αν ανέβουμε μία φωνή επάνω από τη δεύτερη θεωρητική βάση της Εκκλ.μας Οκτωηχίας που είναι ο φθόγγος Δι, δηλαδή στο φθόγγο Κε. Τον χαρακτηρίζουμε ως Έξω ή Τετράφωνο αυτόν τον κλάδο του Πρώτου Ήχου γιατί βρίσκεται τέσσερις φωνές πάνω από τη βάση του Έσω Πρώτου Ήχου. Αυτός ο Πρώτος Ήχος έχει τον Πλαγίου του Ήχο τέσσερις φωνές κάτω του, στο φθόγγο Πα. Μην ξεχνάμε, ότι Πλάγιος Ήχος στη μουσική μας ορολογία είναι αυτός πού βρίσκεται τέσσερις φωνές κάτω από τη βάση του Κυρίου του[12].
  Ο Έξω Πρώτος Ήχος είναι ο μοναδικός, που κατά τη μεταφορά των βάσεων  των ήχων τον 16ο  αιώνα, παρέμεινε στην αρχική του βάση μιας και μόνον αυτός είχε τη βάση του εντός του μέσου διαπασών (κε-Κε), στο οποίο θεμελιώνουμε τους Ήχους.
  Στον Έξω Πρώτο Ήχο ψάλλονται μέλη του Στιχηραρίου και της Παπαδικής μελοποιΐας. Τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Η Αγία και Μεγ. Εβδομάς Χρυσ.Θεοδοσοπούλου, σσ. 390 και 400.
  2. Μουσικόν Τριώδιον Θρασ. Στανίτσα, σσ. 241, 304.
  3. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 206, 265.
  4. Ν. Μ. Συλλ. – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 147, 260, 297 κ.α.
  5. Μεγ. Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 205, 331, 425 κ.α.
  6. Ν. Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τόμ. Δ΄ σσ. 56, 83, 106 κ.α.
  7. Η Πατριαρχική Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων/νου Πρίγγου, σ. 116.

3.  Ήχος Πρώτος Δίφωνος ή «Νάος» ή κατ΄ άλλους Παθητικός
Δίφωνο Πρώτο Ήχο στην Βυζαντινή μας Μουσική καλούμε τον Πρώτο Ήχο, ο οποίος θεμελιώνεται στη διφωνία, δύο φωνές δηλαδή επάνω από τη βάση του ήχου. Ο ήχος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί ως Κλάδος ή Κύριος Ήχος, πλην όμως είναι μέρος της ζώσης ψαλτικής μας παράδοσης, γι΄ αυτό και τον παραθέτουμε εδώ. Ο Αβρ. Ευθυμιάδης στο Θεωρητικό του μας λέγει χαρακτηριστικά ότι «Ὅταν, μὲ τις ἑκατέρωθεν ἕλξεις, τοῦ Βου καὶ τοῦ Δι, ὁ Πρῶτος ἦχος περιστρέφεται στον Γα, ὀνομάζεται, εἰδικά, Πρῶτος δίφωνος»[13]. Αυτόν τον ήχο τον συναντάμε ως Δίφωνο και από τις δύο βάσεις του Πρώτου Ήχου, τον ΠΑ και τον ΚΕ δηλαδή. Συνηθέστερα ο Δίφωνος Πρώτος Ήχος στις μέρες μας ψάλεται ως Δίφωνος από τη βάση του ΠΑ. Στα έντυπα μουσικά βιβλία των νεοτέρων δασκάλων τον κλάδο αυτό τον συναντάμε άστοχα και ως «Παθητικό Πρώτο ήχο». Οι ονομασίες του Ήχου ως Διφώνου ή ως Νάου, είναι ορθότερες μουσικά και εντός της μακραίωνης μουσικής μας παράδοσης.  
  Στον Κλάδο αυτό ψάλλονται μέλη του Ερμολογίου και της Παπαδικής μελοποιΐας. Τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Η Πανηγυρική Α΄ Ματθαίου Βατοπαιδινού, σσ. 323, 346, 378.
  2. Μεγ. Βυζαντινή Λειτουργία Γεωργ. Τσατσαρώνη, σσ. 25, 101, 103.
  3. Ν. Μ. Συλλογή – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 16, 17, 69, 246.
  4. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 37, 292.
  5. Μουσικός Ανθών – Θ. Λειτουργία Μελετίου Συκιώτου, σσ. 78, 99.
  6. Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 33.
  7. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Σωτηρίου Αρβανίτη, σσ. 69, 70.

4. Ήχος Πρωτόβαρυς ή Πεντάφωνος Βαρύς Διατονικός Ήχος.
Πρωτόβαρυς ή Πεντάφωνος Βαρύς Διατονικός Ήχος, ονομάζεται ο ήχος αυτός ο οποίος καταλήγει στη μεσότητά του Α΄ ήχου, δηλαδή στον κάτω Ζω. Αυτός ακολουθεί κατά τη μελωδία του μαλακά διατονικά διαστήματα. Δεν είναι Κλάδος φυσικά του Πρώτου Ήχου, απλά τον παραθέτουμε εδώ, εξαιτίας της σχέσεως του με αυτόν.
  Στον ήχο αυτό ψάλλονται μέλη του Στιχηραρίου και της Παπαδικής μελοποιΐας. Μέλη αυτού του Πρώτου Ήχου μπορούμε να δούμε  στα:
  1. Αναστασιματάριο Ιωάννου Πρωτοψάλτου, σσ. 370-378.
  2. Θεία Λειτουργία, Λυκούργου Πετρίδη, σ. 27.
  3. Νέον Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβραάμ Ευθυμιάδη, Τομ. Β΄ σ. 187.
  4. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γεωργίου Τσατσαρώνη, σσ. 48, 57.
  5. Ν. Μους. Συλλογή – Θ. Λειτουργία Αθανασίου Καραμάνη, σ. 144.
  6. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Δημητρίου Σουρλαντζή, σ. 368.

                                                                ΗΧΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ                                                                

1. Ήχος Τέταρτος Άγια Στιχηραρικός
Στιχηραρικό ή στιχεραρικό Τέταρτο Ήχο καλούμε αυτόν τον οποίον συναντάμε αν ανέβουμε τέσσαρες φωνές πάνω από τη δεύτερη θεωρητική βάση της Εκκλησιαστικής μας Οκτωηχίας που είναι ο φθόγγος Δι, δηλαδή στον άνω Πα΄. Εκεί βρίσκουμε τον Τέταρτο Στιχηραρικό Ήχο, του οποίου όμως η βάση μεταφέρθηκε στην αντιφωνία του, τον κάτω Πα δηλαδή, μετά τον 16ο αιώνα.
  Ονομάζεται Στιχηραρικός διότι σε αυτόν ψάλλονται τα Στιχηρά του Τετάρτου Ήχου και είναι «κράμα» Έσω Πρώτου Ήχου και Λεγέτου.
  Το Απήχημά του είναι το Άγια και απηχείται στη βάση του Τετάρτου Στιχεραρικού Ήχου. Αυτός ο ήχος κάνει τις καταλήξεις του είτε στον φθόγγο Πα, βάση του Πρώτου Ήχου, είτε στη βάση του Λεγέτου ήχου, τον φθόγγο Βου.
Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Μηνολόγιο του όλου Ενιαυτού Σπ. Γεωργακόπουλου, σσ. 237, 252.
  2. Ν. Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τομ. Β΄ σσ. 185, 285 κ.α.
  3. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γεωργίου Τσατσαρώνη, σ. 74.
  4. Μουσικόν Τριώδιον Θρασύβουλου Στανίτσα, σσ. 29, 120, 133 κ.α.
  5. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σ. 62.
  6. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Αθανασίου Καραμάνη, σ. 60.

2. Ήχος Τέταρτος Άγια της Παπαδικής
Άγια της Παπαδικής Τέταρτο Ήχο καλούμε αυτόν τον οποίον συναντάμε αν ανέβουμε τέσσαρες φωνές από την πρώτη θεωρητική βάση της Εκκλησιαστικής μας Οκτωηχίας που είναι ο φθόγγος Νη. Εκεί στο φθόγγο Δι δηλαδή, βρίσκουμε τον Τέταρτο Άγια της Παπαδικής. Αυτός είναι ο Κύριος του Πλαγίου του Τετάρτου Ήχου.
Αυτός ο Τέταρτος Ήχος Άγια, ονομάζεται της Παπαδικής διότι σε αυτόν ψάλλονται τα Παπαδικά μέλη του Τετάρτου Ήχου, όπως Πολυέλεοι, Χερουβικά, Κοινωνικά, Δοξολογίες κ.α. Τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Η Πατρ. Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων. Πρίγγου, σσ. 179, 207 κ.α.
  2. Μεγ. Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 110, 139, 155 κ.α.
  3. Ν. Μ. Συλλ. – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 112, 116, 144 κ.α.
  4. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 60, 78, 227 κ.α.
  5. Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 88, 90, 92 κ.α.
  6. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Δημ. Σουρλαντζή, σσ. 124, 151 κ.α.

3. Ήχος Λέγετος
Με βάση το φθόγγο Βου και ακολουθώντας μαλακά διατονικά διαστήματα, μάλιστα δε και κλίμακα με διαζευγμένα τετράχορδα, οι εκκλησιαστικοί μουσικοί θεμελίωσαν έναν Ήχο, καλούμενο ως Μέσο του Τετάρτου ή Λέγετο ή Δεύτερο Διατονικό ή  πιο σωστά, Πλάγιο του Δευτέρου Διατονικό.
 Όντως, εάν από το φθόγγο Δι,  δεύτερη βάση παραγωγής της Εκκλησιαστικής μας Οκτωηχίας, ανεβούμε δύο φωνές, βρίσκουμε τον Δεύτερο στην τάξη της Οκτωηχίας μας Κύριο Ήχο στον φθόγγο Ζω. Από αυτόν τώρα αν κατέβουμε τέσσαρες φωνές κάτω βρίσκουμε τον Πλάγιο του Δευτέρου στο φθόγγο Βου, ο οποίος είναι η βάση του Κλάδου του Τετάρτου Ήχου, με το όνομα Λέγετος. Όντως ο ήχος αυτός παρότι είναι κλάδος του Τετάρτου Ήχου, εντούτοις έχει πορεία και ιδιώματα Πλαγίου Ήχου. Δεν έχει καμία σχέση με τον Τέταρτο ήχο διαστηματικά αλλά επικράτησε να λέγεται και Τέταρτος ήχος επειδή ψάλλονται σ’ αυτόν μέλη που είναι ενταγμένα ποιητικά στον Τέταρτο ήχο. Λέγεται Μέσος του Τετάρτου μαλακός Διατονικός αφού βρίσκεται δύο φωνές κάτω από τη βάση του Τετάρτου Άγια που έχει βάση τον φθόγγο Δι. Αυτό άλλωστε δείχνει και το Συνεχές Ελαφρόν στη μαρτυρία του Λεγέτου.
Θα φανεί ξένος και παράλογος ίσως σε πολλούς ο τρίτος χαρακτηρισμός του Ήχου αυτού ως Δευτέρου Διατονικού.  Πριν όμως εκφράσουν την άποψή τους, θα τους παραπέμψω πρώτον, στο δεύτερο στίχο κάποιων οκτωήχων μαθημάτων, όπως του Θεοτόκε Παρθένε του Πέτρου Μπερεκέτη, όπου στη θέση του Δευτέρου Χρωματικού Ήχου όπως όλοι θα αναμέναμε, συναντάμε και ψάλουμε το στίχο αυτό σε Λέγετο ή Δεύτερο διατονικό Ήχο (βλέπε : α) Ανθολογία Πέτρου Εφεσίου, σ. 229, Πολυέλεος Οκτώηχος, Ήχος Α΄, Ήχος Β΄ διατονικός κ.λ.π. β) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Εσπερινός Α΄ σ. 194. γ) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Εσπερινός Β΄ σ. 384. δ) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Εσπερινός Β΄ σ. 580. ε) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως, Εσπερινός Β΄ σ. 399. στ) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Εσπερινός Β΄ σ. 429.  ζ) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Εσπερινός Β΄ σ. 440. η) Μουσική Πανδέκτη Ιωάνου Λαμπαδαρίου και Στεφάνου Δομεστίκου,  Τομ. Α΄ σ. 222. θ) Ταμείον Ανθολογίας Θεοδώρου Φωκαέως,  Όρθρος Β΄ σ. 397) και δεύτερον, στη Δοξολογία του Λεγέτου του Ταμείου Ανθολογίας, Τόμ. Β΄ του Θεοδ. Φωκαέως στηνέκδοση της Κων/πολεως του 1869, όπου επιγράφεται ως «Πέτρου Λαμπαδαρίου, Ἦχος Β΄. Διατονικὸς ἐκ τοῦ Βου» [14].
Αυτός ο Λέγετος Ήχος, ονομάζεται και χαρακτηρίζεται ως Ειρμολογικός, διότι σε αυτόν ψάλλονται τα περισσότερα Ειρμολογικά μέλη του Τετάρτου Ήχου, όπως Κανόνες, Τροπάρια, Προσόμοια, σύντομα μέλη ψαλμών από την Παπαδική μελοποιεία κ.α. Οι νεότεροι όμως μελοποιοί έχουν σε αυτόν τον ήχο συνθέσει και μέλη εκτός του Ειρμολογίου, όπως Δοξολογίες και Καλοφωνικούς Ειρμούς.
  Σε Λέγετο Διατονικό Ήχο ψάλλονται μέλη του Ερμολογίου και της Παπαδικής μελοποιΐας. Τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Η Πατρ. Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων/νου Πρίγγου, σ. 132, 159 κ.α.
  2. Ν. Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τομ. Α΄ σ. 97, 129, 171 κ.α.
  3. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σ. 26, 46, 259 κ.α.
  4. Ν. Μ. Συλλογή – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σ. 30, 44, 343 κ.α.
  5. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σ. 179, 188, 190 κ.α.
  6. Μουσικόν Τριώδιον Θρασύβουλου Στανίτσα, σ. 203, 251, 276 κ.α.
  7. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Δημ. Σουρλαντζή, σ. 292, 427 κ.α.
                                       ΗΧΟΣ ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ                                
1. Ήχος Πλάγιος του Πρώτου Διατονικός με βάση τον ΠΑ
Πλάγιο του Πρώτου Ήχο κάλεσαν οι Εκκλησιαστικοί Μουσικοί αυτόν τον ήχο ο οποίος πλαγιάζει, βρίσκεται δηλαδή τέσσαρες φωνές κάτω από το φθόγγο ΚΕ, βάση του Πρώτου Ήχου. Βάση επομένως του Πλαγίου του Πρώτου Ήχου είναι ο φθόγγος Πα. Ο Μητροπολίτης Χρύσανθος είναι σαφής στο Μέγα Θεωρητικό του ως προς το πώς βρίσκουμε τις βάσεις των Πλαγίων Ήχων λέγοντας μας ότι: «Ἕκαστος ἄρα πλάγιος ἦχος διΐσταται τοῦ κυρίου του τετρατονία κατιούσῃ»[15].
  Ο Πλάγιος του Πρώτου μαλακός διατονικός Ήχος, δημιουργεί και κλάδους, ανάλογα με την πορεία και τις καταληκτικές του θέσεις:
α) Τον απλό ή της Παπαδικής, ο οποίος κάνει τις καταλήξεις του στο φθόγγο Πα, και έχουν σε αυτόν μελοποιηθεί Πολυέλεοι, Κρατήματα, Πασαπνοάρια, Χερουβικά, Κοινωνικά, Καλοφωνικοί Ειρμοί κ.α.
β) Τον τριφωνούντα στιχεραρικό Πλάγιο του Πρώτου, του οποίου τα μέλη καταλήγουν στο φθόγγο Δι, όπως αργοσύντομα Κεκραγάρια κ.α.
γ) Τον Πλάγιο του Πρώτου Τερταφωνούντα, του οποίου τα μέλη καταλήγουν στον Κε. 
δ) Και τον Τετράφωνο Πλάγιο του Πρώτου, ο οποίος έχει ως βάση του τον φθόγγο Κε.
  Στον απλό ή Πλάγιο του Πρώτου της Παπαδικής ψάλλονται μέλη του Στιχηραρίου, του Ερμολογίου και της Παπαδικής μελοποιΐας. Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Η Πατρ. Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων. Πρίγγου, σσ. 18, 27, 181 κ.α.
  2. Ν. Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τριώδιο σσ. 4, 7, 176 κ.α.
  3. Μεγ. Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 27, 161, 360 κ.α.
  4. Ν. Μ. Συλλ. – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 118, 121, 151 κ.α.
  5. Μουσικόν Τριώδιον Θρασ. Στανίτσα, σσ. 13, 69, 85 κ.α.
  6. Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 50, 99, 102 κ.α.

2. Ήχος Πλάγιος του Πρώτου Ειρμολογικός ή Τετράφωνος με βάση τον φθόγγο ΚΕ και Πλάγιος του Πρώτου Τετραφωνών
Στην ίδια βάση με τον Έξω Πρώτο Ήχο, δηλαδή στον φθόγγο ΚΕ, θεμελιώνεται και ο κλάδος του, ο Τετράφωνος ή αλλιώς Ειρμολογικός Πλάγιος του Πρώτου Ήχος. Ονομάστηκε Ειρμολογικός, επειδή σε αυτόν ψάλλονται κυρίως μέλη του Ειρμολογίου.
  Ο Τετράφωνος Πλάγιος του Πρώτου Ήχος έχει μαρτυρία ίδια με τον Διατονικό Πλάγιο του Α΄, με την τετράφωνη ανάβαση όμως στο φθόγγο Κε, όπου θεμελιώνεται και η βάση του. Αυτός, διαφέρει από τον Τετραφωνούντα Πλάγιο του Πρώτου Ήχο, έτερο κλάδο του ήχου αυτού, ο οποίος κάνει τις καταλήξεις του κυρίως στην τετραφωνία του Ήχου, δηλαδή στο φθόγγο Κε.
  Το Απήχημα του ήχου, είναι το Ανέανες, από τη βάση του Κε φυσικά, το οποίο έχει καθοδική καταληκτική θέση, όπως όλων των πλαγίων ήχων, σε αντίθεση με του τετραφωνούντος Πλαγίου του Πρώτου, το οποίο έχει ως βάση το φθόγγο Πα και καταλήγει στον Κε.
  Στον Τετράφωνο Πλάγιο του Πρώτο ήχο ψάλλονται μέλη του Στιχηραρίου, του Ερμολογίου και της Παπαδικής. Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε:
  1. Νέον Υμνολόγιο Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τομ. Α΄ σ. 136 σε Τετραφωνούντα, Τομ. Β΄ σε Τετράφωνο σσ. 7, 78, 130, 213 και σε Τετραφωνούντα σσ. 198, 354 κ.α.
  2. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 47, 55, 269.
  3. Ν. Μ. Συλλογή – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σσ. 31, 274 κ.α.
  4. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σε Τετράφωνο σ. 339 και σε Τετραφωνούντα σ. 333.
  5. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Αθ. Καραμάνη, Τετραφωνών, σ. 290.

3. Ήχος Πλάγιος του Πρώτου Πεντάφωνος
Ορισμένα μέλη της Παπαδικής μελοποιΐας του Πλαγίου του Πρώτου Ήχου, αρχίζουν ή αρέσκονται να ενδιατρίβουν στην πενταφωνία του ήχου, δηλαδή στο φθόγγο Ζω΄. Ως κλάδος του Πλαγίου του Πρώτου ήχου ο Πεντάφωνος, ακολουθεί διαστήματα του μαλακού διατονικού γένους με μόνη εξαίρεση τον φθόγγο Ζω τον οποίο θέλει πάντα εν υφέσει.
    Η μαρτυρία του είναι η αυτή με τον Διατονικό Πλάγιο του Πρώτου Ήχο, με την πεντάφωνη ανάβαση στο φθόγγο Ζω με ύφεση πολλές φορές. Το Απήχημα του ήχου, είναι το Ανέανες. Πολλές φορές μπορεί και να καταλήγει στην πενταφωνία του όπως στο Χερουβικό του Πέτρου Μπερεκέτου (εκεί επιγράφεται ως Πρώτος Πεντάφωνος).
  Σε αυτόν ψάλλονται μέλη της Παπαδικής μελοποιΐας. Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Αναστασιματάριο Ιωάννου Πρωτοψάλτου, σσ. 544-546.
  2. Η Πατριαρχική Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων/νου Πρίγγου, σ. 23.
  3. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 23, 164, 273.
  4. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 143, 286.
  5. Θεία Λειτουργία Αθανασίου Πέττα, σ. 414.
  6. Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 3, 85.
  7. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Σωτηρίου Αρβανίτη, σσ. 197, 224.

ΗΧΟΣ ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ

1.      Ήχος Πλάγιος του Τετάρτου
Η βάση του Πλαγίου του Τετάρτου είναι ο φθόγγος Νη, πρώτη βάση παραγωγής της Εκκλησιαστικής μας Οκτωηχίας, αφού απ΄ αυτόν ξεκινώντας και ανεβαίνοντας μια, δύο, τρεις, ή τέσσαρες φωνές, βρίσκουμε κατά τον Χρύσανθο[16], ήχους Πρώτο, Δεύτερο, Τρίτο και Τέταρτο. Αυτή την πρώτη βάση παραγωγής όλων των ήχων άλλωστε μας δηλώνει και το ίσον στη μαρτυρία του ήχου, όπου αυτό υπάρχει.
  Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Ν. Υ. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τριώδιο σσ. 16, 70, 93 κ.α.
  2. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 18, 29, 120 κ.α.
  3. Επίτομος Λειτουργία Χαριλάου Ταλιαδώρου, σσ. 7, 12, 68 κ.α.
  4. Μουσικόν Τριώδιον Θρασ. Στανίτσα, σσ. 11, 15, 30 κ.α.
  5. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Αθ. Καραμάνη, σσ. 37, 94, 104 κ.α.
  6. Βυζαντινή Θεία Λειτουργία Δημ. Σουρλαντζή, σσ. 214, 389 κ.α.

2.      Ήχος Πλάγιος του Δ΄ Τρίφωνος με βάση τον Γα.
Ο Τρίφωνος Πλάγιος του Τετάρτου Ήχος, έχει ως βάση το φθόγγο Γα και χρησιμοποιεί στην κλίμακα του, την ίδια πορεία διαστημάτων, με τον Πλάγιο του Τετάρτου από τον Νη.  Σε αυτόν έχουν τονιστεί κυρίως μέλη του Ειρμολογίου, γι΄ αυτό καλείται Ειρμολογικός.
  Το Απήχημα του ήχου, είναι το Νεάγιε, το οποίο καταλήγει στην τριφωνία του στο φθόγγο Γα, κατ΄ άλλους δε και το Νανά του Τρίτου ήχου.
Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Μουσικόν Μηνολόγιον Γεωργίου Σύρκα, σσ. 269, 286, 427 κ.α.
  2. Μεγάλη Εβδομάς, Λυκούργου Πετρίδη, σσ. 2, 8, 195.
  3. Ν. Υμν. Φων. Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τομ. Β΄ σ. 138. Τομ. Γ΄ σ. 107.
  4. Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σσ. 58, 79, 80 κ.α.
  5. Μουσικόν Τριώδιον Θρασύβουλου Στανίτσα, σσ. 41, 48.
  6. Η Αγ. και Μεγ. Εβδομάς Χρυσ. Θεοδοσοπούλου, σσ. 1, 120, 204 κ.α.
  7. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς Αθ. Καραμάνη, σσ. 3, 109, 181 κ.α.

3. Ήχος Πλάγιος του Τετάρτου Δίφωνος
Στον Πλάγιο του Τετάρτου Ήχου συναντάμε και έναν άλλο κλάδο του, ο οποίος αρέσκεται να ενδιατρίβει στη διφωνία του ήχου, δηλαδή στο φθόγγο Βου. Λιγοστά τα μέλη που ψάλλονται σε αυτόν το Δίφωνο Πλάγιο του Τετάρτου, με πιο αντιπροσωπευτικό το προσόμοιο του ήχου «Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος»[17].
   Στη μαρτυρία του, μετά τη φθορά συναντάμε μια δίφωνη ανάβαση (ολίγον με κεντήματα από κάτω) προς δήλωση της διφωνίας του ήχου. Το απήχημα είναι το Νεάγιε ή το Νε που καταλήγει στη διφωνία του ήχου, δηλαδή στο φθόγγο Βου. Ο Χρύσανθος μας συνιστά «όταν όμως προγράφεται το μέλος δίτονον, ο προψαλλόμενος στίχος λήγει εις τον ΒΟΥ»[18].
  Στον Διφώνο Πλαγίο του Τετάρτου Ήχο ψάλλουμε μέλη του Ερμολογίου μόνον. Τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
  1. Ειρμολόγιο Ιωάννου Πρωτοψάλτου, σσ. 179-180 και 486.
  2. Ειρμολόγιο Πέτρου Πελοπονν. και  Πέτρου Πρωτ., σσ. 236, 159.
  3. Μουσικόν Μηνολόγιον Γεωργίου Σύρκα, σσ. 280, 281, 385, 496.
  4. Νέον Υμν. Φωναίς Αισίαις Αβρ. Ευθυμιάδη, Τριώδιο σσ. 502-3.

4. Ήχος Πλάγιος του Τετάρτου Επτάφωνος
Στον Πλάγιο του Τετάρτου Ήχο συναντάμε και έναν άλλο κλάδο του, ο οποίος αρέσκεται να ενδιατρίβει στην επταφωνία του ήχου, δηλαδή στον άνω Νη΄. Σε αυτόν ψάλλονται μέλη της Παπαδικής μελοποιΐας, όπως Λειτουργικά κ.α.
   Στη μαρτυρία του ήχου, μετά τη φθορά συναντάμε μια επτάφωνη ανάβαση, προς δήλωση αυτής ακριβώς της βάσεως του ήχου.
  Ενδεικτικά τέτοια μέλη μπορούμε να δούμε  στα εξής βιβλία:
                    1.            Η Πατριαρχική Φόρμιγξ – Λειτουργία Κων.Πρίγγου, σ. 95 κ.α.
                    2.            Ν. Μ. Συλλογή – Θ. Λειτουργία Αθ. Καραμάνη, σ. 220 κ.α.
                    3.            Μεγάλη Βυζαντινή Λειτουργία Γ. Τσατσαρώνη, σ. 309 κ.α.
                    4.            Θεία Λειτουργία Αθανασίου Πέττα, σ. 480 κ.α.
                    5.            Θεία Λειτουργία Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σσ. 144, 145 κ.α.

Θα κλείσω την ανακοίνωση μου αυτή αγαπητοί σύνεδροι έχοντας παρουσιάσει ενώπιόν σας τους κλάδους των διατονικών ήχων που συναντάμε σήμερα στην λειτουργική μας παράδοση. Δεν αναφέρθηκα στην παλαιότερη γραφή και σε ανάλογα θεωρητικά συγγράμματα, λόγω ελλείψεως χρόνου. Απλώς θέλησα να θίξω το θέμα αυτό ακροθιγώς, με την ευχή και την πεποίθηση ότι θα γίνει αφορμή για πολλούς εξ ημών, να προσεγγίσουμε πολύπλευρα αυτόν τον μουσικό μας πλούτο. Υπάρχει ενώπιών μας ευρύτατο πεδίο έρευνας, γι΄ αυτό καλώ όλους μας να εργαστούμε συλλογικά και με αγάπη Χριστού, ώστε να παραδώσουμε στις επερχόμενες γενεές, αυξημένο κατά τι τον μουσικό θησαυρό, που οι δάσκαλοι μας άφησαν παρακαταθήκη.    
Με την ευχή και την ελπίδα ότι και το 4ο Διεθνές μας Συνέδριο θα συμβάλει αποφασιστικά στην καλλιέργεια και πρόοδο όλων, αναδεικνύοντας συνάμα και αποσαφηνίζοντας πολλές πτυχές της μουσικολογικής μας έρευνας, εύχομαι προς  όλους καλή δύναμη.
                                                      
            Παρασκευή, 11-12-2009 
π. Γεώργιος Ανδρ. Σταθόπουλος 
Αρχιδιάκονος της Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας 
Υποψήφιος Διπλωματούχος Mr Θεολογίας και Μουσικολογίας 


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1] Αντωνίου Αλυγιζάκη, Η Οκταηχία, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1985, σσ. 95-104.
[2] Παναγιώτη Χρήστου, «Ο Σεβήρος είναι ο μεγαλύτερος θεολόγος τον οποίον ανέδειξεν ο μονοφυσιτισμός…», Ελλ. Πατρολογία, Τόμος Ε΄, Εκδ. Κυρομάνος, Θεσσ/νίκη 1992, σ. 227.
[3]Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, Θεωρητικόν Μέγα της Μουσικής, Τεργέστη 1832, Επανέκδοση Κουλτούρα, σ. 134 § 305.
[4] Πατριαρχική Μουσική Επιτροπή του 1881-83, Αθήνα 1978, Επανέκδοση Κουλτούρα, σ. 12.
[5] Γρηγορίου Στάθη, Οι Αναγραμματισμοί και τα Μαθήματα της Βυζαντινής Μουσικής, Αθήνα 1979,  εκδ. Ιδρύματος Βυζαντινής Μουσικολογίας, σσ. 35-36.
[6] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Μαθήματα Βυζαντινής Εκκλ. Μουσικής, Θεσσ/νίκη 2006, σ. 355.
[7] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, , όπ., παρ.,  σσ. 130-1 § 298-299.
[8] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ., σ. 166 § 373.
[9] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ., σ. 135 § 306.
[10] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ., σσ. 136-7 § 308 κ 309.
[11] Η εισήγηση περιελάμβανε και προβολή διαφωνιών με μέλη του εκάστοτε ήχου που παρουσιάζονταν.
[12] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ., σ. 131 § 299.
[13] Αβραάμ Ευθυμιάδη, όπ., παρ., σ. 358, υποσημείωση  1.
[14] Θεοδώρου Φωκαέως, Ταμείο Ανθολογίας, Τόμος Δεύτερος, Κων/πολη 1869,  σ. 397.
[15] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων,, όπ., παρ., σ. 131 § 299.
[16] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ.,  σσ. 131-132 § 298.
[17] Ιωάννου Πρωτοψάλτου, Ειρμολόγιο, Πατριαρχική Έκδοση του 1903, σσ. 485-6.
[18] Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων, όπ., παρ., σ. 166 § 373.

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

ΛΕΣΒΙΑΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2014, Γράμματα – Τέχνες – Πολιτισμός / Επιμέλεια: Παναγιώτης Σκορδάς / Εκδόσεις Αιολίδα

ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ

Η βιβλιοθήκη είναι το σύμπαν και αντιστρόφως, μας λέει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και αυτό μας θύμισε φέτος, όπως άλλωστε και κάθε χρόνο, ο Δρ. Φιλολογίας Παναγιώτης Σκορδάς, υπεύθυνος του καλαίσθητου τόμου Λεσβιακό Ημερολόγιο 2014 των ποιοτικών Λεσβιακών Εκδόσεων «Αιολίδα». Είναι αξιοθαύμαστη η μεθοδικότητα και ο τρόπος που ο επιμελητής  του Ημερολογίου συλλέγει και επιλέγει τα κείμενα, αναδεικνύοντας το μεγάλο πνευματικό δυναμικό του νησιού της Σαπφούς και του Ελύτη για να αναφέρουμε δύο μόνο από τους μεγάλους ποιητές του!
            Ένας πίνακας του Στρατή Αθηναίου, «Το καφενείο του Καλφαγιάννη» στην Αγιάσο, κοσμεί το εξώφυλλο του Ημερολογίου και υποδέχεται τον αναγνώστη με τη συλλογή των πινάκων του, φορτισμένων από τον κάματο των απλών ανθρώπων, το συναίσθημα των νησιωτών, το μαγευτικό  λυρισμό των τοπίων. Πίνακες μοναδικοί, όπως η «Αιωνόβια Ελιά», που μοιάζει να παλεύει στα χρυσαφένια αλώνια με το Χρόνο και δεν ξέρεις ποιος από τους δύο «Γίγαντες» θα είναι ο νικητής. Χρώματα δυνατά, με τον Ήλιο, τον Ηλιάτορα, να ρίχνει το φως του στα κλαδιά, στα ριζωμένα πόδια, να αγκαλιάζει τον αιωνόβιο κορμό της περήφανης αρχόντισσας της φύσης και να υποκλίνεται μπροστά της.
Κ’ ύστερα η Πρώτη Γραφή, η Πρώτη Ανάγνωση, με θύμησες μοναδικές του Αχιλλέα Θεοφίλου, θύμισες συγκινητικές για όσους ταξίδεψαν στις ίδιες θάλασσες, στις ίδιες στεριές. Στις «Τέσσερις εποχές στη Μυρσινιώτισσα», ο Γιάννης Κωνσταντέλλης υφαίνει το χρόνο του Θεού και το χρόνο των Ανθρώπων… και η Μαρία Αναγνωστοπούλου ανακαλύπτει την ελπίδα στο «Δώρα σ’ αγαπώ» και ο «Μοντέρνος Καβαλάρης», ο ήρωάς της, σύγχρονος  Άη Γιώργης,  με βαθιές τις ρίζες του στη λαϊκή παράδοση, δε θα μας αφήσει να χαθούμε.
Από την πλούσια ενότητα Μελέτες θα σταθούμε ενδεικτικά στον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, που μιλά για την ποίηση του Γιάννη Κωνσταντέλλη και αποκαλύπτει «στιγμές προνομιούχες» διάχυτες στο έργο του, και στον Νίκο Σαραντάκο που, μαζί με  τα «δίδυμα» σονέτα του Κώστα Βάρναλη για τη Λέσβο, δημοσιευμένα στο περιοδικό Γράμματα της Αλεξάνδρειας το 1913, φέρει στο «φως» τη διαμαρτυρία των λογίων του νησιού για τον ποιητή και μας θυμίζει από το «Φως που καίει» τους στίχους:

Είμαι η ιερή Πατρίδα που διδάχνω
Το μίσος, την κλοπή,το φόνο
Σειώντας ένα πανί χρωματιστό
Μπροστά στα μάτια που τυφλώνω τα με χίλιους τρόπους

          Επίσης, ο Κώστας Μίσσιος παρουσιάζει τον διαπρεπή χημικό και ποιητή Απόστολο Γρημάνη, ο Νίκος Δέτσης τον πεζογράφο Ξενοφώντα Μαυραγάνη και η Σοφία Χαχάλη τον ζωγράφο και συγγραφέα Ιάκωβο Μουτζουρέλλη.
Δύο εξαιρετικά κείμενα στην ενότητα Αρχαιολογία της Δέσποινας Τσολάκη για τα «Νομίσματα από τάφους της οδού Κυδωνιών» και του Βασίλη Κουμαρελά, «Οι καλόχτιστοι της Άγρας», με πλούσιο κατατοπιστικό φωτογραφικό υλικό και στα δύο.
Στην Ενότητα Αρχαία Ιστορία ο Άρης Κυριαζής, μες από έγγραφα, πιστοποιητικά, εικαστικά και φωτογραφικά ντοκουμέντα ζωντανεύει «Το Γιαλό του Κόλπου Καλλονής στην Αγία Παρασκευή», ενώ η Κωνσταντίνα Βάκκα-Κυριαζή παρουσιάζει το «Αντίγραφο ενός νομίσματος της Πύρρας από το Βρετανικό Μουσείο στο Σύλλογο Καλλονιατών», σε μια εποχή όπου η Λέσβος «είχε αγγίξει την τελειότητα». Στην ίδια ενότητα ο Σπύρος Πιπεράς ερευνά μέσα από πιστοποιητικά τη γέννηση και την καταγωγή  της μεγάλης ποιήτριας του κόσμου, της Δέκατης Μούσας, που σαν τον άλλο μεγάλο ποιητή, τον Όμηρο, οι πόλεις ερίζουν για χάρη της και την διεκδικούν.
Πλούσια και η ύλη στην ενότητα Νεότερη Ιστορία, ενδεικτικά αναφέρουμε, το με τον εύγλωττο τίτλο κείμενο της Βασιλικής Κουρβανιού «Το αχαριστείν και μνησικακείν και το μη εκτελείν», καθώς και του Παναγιώτη Μιχαηλάρη, που μας δίδει  «Νέα στοιχεία για τον Κωνσταντίνο Στεφανίδη», σημαντική προσωπικότητα του νησιού και του Στρατή Μολίνου, «Λέσβος, Προσκοπισμός, Κωνσταντίνος Μελάς». Πολύ ενδιαφέρουσες και οι εργασίες του Στρατή Μισγίρη, του Γιώργου Γαλέτσα και του Τάσου Μακρή.
Στην ενότητα Εκκλησιαστική Ιστορία η Ευπραξία Δουλγεράκη περιγράφει τον «Κεντητό επιτάφιο του Εκκλησιαστικού και Βυζαντινού Μουσείου Μυτιλήνης», ιερό κειμήλιο από το ναό του Αγίου Θεράποντος που δεσπόζει στο ιστορικό κέντρο της πόλης, και ξεκινά με τη φράση: «Ιμάτια διαλαμπέα, διάχρυσα συρματέινα….». Η Γαβριέλλα Σουλουγιάνη σκιαγραφεί  τη μεγάλη προσωπικότητα του Μητροπολίτη Μυτιλήνης  Δωρόθεου ως μέλος της Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας [1438-1439] και ο Αθανάσιος Καλαμάτας μας θυμίζει  τη βιογραφία του Αρχιεπισκόπου της Κατοχής Δαμασκηνού Παπανδρέου [1941-1949] από τον Ηλία Βενέζη.
Ενδιαφέροντα κείμενα για την εκπαίδευση γράφουν ο Δημήτρης Μπούρας, η Σταυρούλα Λυκιαρδοπούλου-Κονταρά, ο Αθανάσιος Φραγκούλης και ο Αριστείδης Σγάτζος, για τον Αθλητισμό η Ασπασία Ζεέρη, για την Ανθρωπολογία  ο Στράτος Γεωργούλας και η Ρούλα Καρυπίδου. Εξ’ ίσου ενδιαφέρουσα και η Λαογραφική  μελέτη, «Σαμάρια και σαμαράδες της Λέσβου», του Αλέξανδρου και Στρατή Κιουρέλλη.
Τη Γραμματολογία καλύπτει η εμπεριστατωμένη εργασία του Παναγιώτη Σκορδά, «Συμβολή στη Λεσβιακή βιβλιογραφία», επιμελητή του παρόντος ημερολογίου, όπως προαναφέραμε.  
Ο Κήπος με τις Αυταπάτες έχει τις εκπλήξεις του, όπως την ανακάλυψη της μονής Παμμεγίστων Ταξιαρχών της Ερεσσού, μες από το ωραίο κείμενο του Γιάννη Αγριτέλλη με τις θαυμάσιες φωτογραφίες του  Γιώργου Καζάζη.
Η Ποίηση της Ντένης Βερβενιώτη, «Δε μεγαλώνω», ανταμώνει με την αύρα της θαλάσσης και του ουρανού με συνδετικό κρίκο  τις  φωτογραφίες του Νίκου Βερβενιώτη.
Κι όμως οι πεταλούδες της Μυτιλήνης χορεύουν όταν ο λόγος συνταιριάζει «εν αρμονία» με την τέχνη της φωτογραφίας  και τα χρώματα φέρουν το άρωμα της ποίησης του Δημήτρη Λαμπρέλλη.
Οι εκπλήξεις λόγου και ζωγραφικής συνεχίζονται με το κείμενο του Θάνου Κουτσοτάσιου,  «Παράδοση και πολιτισμός», με αποκορύφωμα το «Φύση και τυχαιότητα καλλιτεχνούν στη Λέσβο» του Γιάννη Καρατζά όπου το τυχαίο της φύσης και των ανθρώπων μεγαλουργούν, συνθέτοντας μια σπάνια πινακοθήκη τέχνης μέσα στη φύση.
Παλιές φωτογραφίες, έγγραφα, αφίσες, επιστολές, προγράμματα, γελοιογραφίες θα συμπληρώσουν το θαυμαστό «σύμπαν» του Λεσβιακού Ημερολογίου, κρατώντας αναμμένη τη δάδα της μεγάλης παράδοσης της Λεσβιακής Άνοιξης και επάξια συνεχίζοντάς την. Εύγε!  

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΚΛΗΜΑΤΙΑΝΕΣ ΑΠΟΚΡΙΕΣ




Στόν Παναγιώτη τό Γιατρό κι αὐτό τό τεκμήριο Μνήμης καί Χρέους.

Θαρρεῖς πὼς ὁ χρόνος σταμάτησε σὲ κάποιες μέρες τῆς δεκαετίας τοῦ 1950 ἤ τοῦ 60, τέτοιο καιρό, καιρὸ τῆς Ἀποκριᾶς, χρονιάρες μέρες. Μέρες μὲ γιορταστικὸ χαρακτῆρα, ποὺ τὸν συνόδευε ἕνα εὐχετήριο βγαλμένο ἀπό τὰ πολύτιμα μεταλλεῖα τῶν ψυχῶν ἐκείνων τῶν παλιῶν Κληματιανῶν: «Χρόνια Πουλλὰ· καλὴ Ἀπουκριὰ» ἤ, «Ἄντι, κι καλὲς τυρνὲς».
Τσικνοπέμπτη τοῦ σωτηρίου ἔτους 2010. Ἀπὸ πέρα, ἀπό τὴ Γλώσσα, ἀκούγονται τὰ μεγάφωνα τῆς Κοινότητας νὰ καλοῦν τὸν κόσμο στὸ γλέντι ποὺ θὰ γίνει τὸ βράδυ κι ἐσὺ πασχίζεις νὰ συρράψεις γεγονότα τοῦ χτὲς μὲ πρόσωπα ποὺ ρίζωσαν σ᾿ αὐτὸν τὸν τόπο, μέρα ποὺ εἶναι. Γιατὶ κάπως ἔτσι ξεκινᾶ τὸ ταξίδι μέσα στὸ Χρόνο καὶ στὴ συνέχεια μέσα στὴν ἴδια μας τὴν ψυχὴ ποὺ ἀνασαίνει, σ᾿ αὐτὰ τὰ χώματα, Νοσταλγία, Ἱστορία, Παράδοση.
Τσικνοπέμπτη τοῦ 2010 λοιπόν, καὶ νοιώθεις στὸ κρυστάλλωμα τοῦ Χρόνου νὰ συνυπάρχει τὸ Χτὲς μὲ τὸ Σήμερα, καθὼς ὀσμίζεσαι ἀκόμα τὴν εὐωδία τοῦ «καπαμᾶ» γιὰ τὸ ἀποψινὸ τραπέζι, ἀλλὰ καὶ τὴ μοσχοβολιὰ τῆς βανίλιας, ἀναμιγμένη μὲ τῆς κανέλλας τὸ πιπεράτο ἄρωμα, ποὺ κοσμοῦσε τὶς βαθυὲς καὶ πλούσιες πιατέλες μὲ τὸ γνήσιο ριζόγαλο. Φυσικὰ, πρέπει ν’ἀναφερθοῦν κι οἱ ἀρχοντικὲς κολοκυθόπιτες, οἱ γαρνιρισμένες μὲ μπόλικο τριμμένο ἀμύγδαλο καὶ κανέλλα. Αὐτὰ, λοιπόν, τὰ ἁπλὰ πράγματα, μαζὶ μὲ τὰ πρόσωπα, εἶναι ἐκεῖνα ποὺ φυτεύουν στὴν ψυχὴ τὴ Νοσταλγία καὶ τὴν Ἀναπόληση: στοιχεῖα ἐξάπαντος χρήσιμα γιὰ νὰ λειτουργήσει τὸ βίωμα καὶ ν᾿ ἁπλωθεῖ στὴν ψυχὴ ἡ ὁμορφιὰ ἐκείνων τῶν λιτῶν, γνήσιων καὶ φωτεινῶν ἡμερῶν.
Οἱ Ἀποκριὲς στὸ Παλιὸ τὸ Κλῆμα εἶχαν ἕνα χαρακτῆρα ποὺ συμπύκνωνε τὴν παράδοση μὲ τὴν εὐφρόσυνο ψυχαγωγία. Μαζεύονταν οἰ ἄνθρωποι στὰ σπίτια τὰ βράδυα, ὡσὰν τὸ ἀποψινὸ, γιατὶ τὴ μέρα τὴ διέθεταν γιὰ τὶς δουλειές τους, καὶ γεύονταν τὰ ἐδέσματα ποὺ παρασκεύαζαν μὲ «πτιδιοσύνη» καὶ μεράκι οἱ νοικοκυρές. Τρώγανε μὲ εὐχαρίστηση τὰ προϊόντα ποὺ ἦταν, τὰ περισσότερ᾿ ἀπ᾿ αὐτά, δικιὰ τους παραγωγὴ καὶ κόπος, κι ὕστερα ἀρχίζανε τὸ χορὸ μὲ τραγούδια παλιὰ, γνήσια ἀποκριάτικα τραγούδια. «Ἄχ, χειλάκι μου γραμμένο», «Τῆς Σούσας τὸ τραγούδι», ἀλλὰ καὶ κάποια σκωπτικά, ἔτσι γιατὶ τὸ καλοῦσε ἡ μέρα, ποτὲ ὅμως προσβλητικὰ. Σείονταν τότε τὰ πατώματα ἀπ᾿ τὸ χορὸ κι εὐφραίνονταν οἱ ψυχὲς. Τότε…
Φυσικὰ καὶ στὰ καφενεῖα γίνονταν κάποια μικρὰ γλέντια, μὲ χορὸ τῶν ἀντρῶν μονάχα. Κι ἐδῶ πρέπει νὰ μνημονευτεῖ ὁ μπάρμπα Σταμάτης ὁ Δένδης, ποὺ ἕνα βαθὺ σούρουπο, τέτοιες μέρες πάντοτε, ἔσυρε τὸ χορὸ λέγοντας κάποιο παλιὸ ἀποκριάτικο τραγούδι μὲ μιὰ φωνὴ σταθερὴ καὶ γνήσια ποὺ ἔβγαινε ἀπό μιὰ ψυχὴ φορτωμένη ἀρχαῖες μνῆμες καὶ βιώματα. Δυστυχῶς, δὲ θυμᾶσαι ποιὸ ἦταν ἐκεῖνο τὸ τραγούδι, γιατὶ ἔχουν περάσει ἀπό τότε πάνω ἀπό πέντε δεκαετίες. Μόνο ὁ σκοπὸς περνάει ἀπὸ τ᾿ αὐλάκια τοῦ νοῦ μαζὶ μὲ τὴ φιγούρα τοῦ μακαρίτη τοῦ γέροντα. Φυσικὰ πρέπει νὰ εἰπωθεῖ, πὼς  ἐκεῖνος ὁ ἀλησμόνητος χορὸς ἔγινε ἀπ᾿ ἔξω ἀπ᾿ τοῦ μπάρμπα τοῦ Κωστῆ τοῦ Μπερτάνη τὸ καφενεῖο, σ᾿ ἐκείνη τὴ μικρὴ ὡστόσο ἱστορικὴ πλατεία, ἀφοῦ ἐκεῖ χόρεψαν οἱ περισσότερες νύφες τοῦ χωριοῦ.
Ὡστόσο στὴ μνήμη ἀπομένουν κι ἄλλα γεγονότα νὰ τὴν παραμυθοῦν σ᾿ αὐτοὺς τοὺς στεγνοὺς κι ἀφιλόξενους καιροὺς, γιατὶ ὅσο ἡ ἀπόσταση ἀπό τὸ χτὲς μακραίνει, ὄλο καὶ πιὸ πολὺ νοιώθεις τὸ πόσο πολύτιμοι ἦταν ἐκεῖνοι οἱ καιροί.
Εἶχε πέσει στὸ χωριὸ μεγάλη ἐπιδημία τὶς μέρες τῆς Ἀποκριᾶς -ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1960- κι ἔτσι πολὺ λίγα παιδιὰ ντύθηκαν «μτσούν(οι)». Πῶς; Φορώντας μιὰ παλιοπατατοῦκα ἀνάποδα, τὴ σκούφια τοῦ πατέρα τους, ἤ τὴ «φστάνα» τῆς μάνας τους, καλύπτοντας τὸ πρόσωπο μὲ ἕνα μαντήλι καὶ κρατώντας μεγάλες «στραβολέκες» ἤ ραβδιὰ, γύριζαν τὰ σπίτια τοῦ χωριοῦ. Τὰ καλοδέχονταν οἰ νοικοκυραῖοι καἲ τὰ κερνοῦσαν  κολοκυθόπιττα γιὰ τὸ καλὸ. Κι ἐκεῖνα,  τὶ χαρὰ ποὺ ἔπαιρναν…
Ἐκείνη τὴ χρονιὰ ὅμως μὲ τὴν ἐπιδημία λίγα παιδιὰ ντύθηκαν κι οἱ ἀπόκριες μὲ τὴν τράτα, τὴν γκαμήλα καὶ τοὺς «κ᾿ δουνάδις» κινδύνευε νὰ χαθεῖ. Μέχρι τὴ στερνὴ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς ὁπότε κι εἶχε τὴν ἰδέα ὁ δάσκαλος τοῦ χωριοῦ, ὁ μακαρίτης Ἀνέστης Κούκουρας νὰ φτιάξει τὸ «μπακρατσοκέφαλο». Ἔντυσε μὲ λινάτσα ἕνα μεγάλο κεφάλι, ποὺ εἶχε φτιάξει μὲ σύρματα, ἔφτιαξε μύτη, στόμα, αὐτιὰ καὶ μάτια, τὸ ἔστησε σ᾿ ἔνα κονταρι καὶ κάτω ἀπό τὸ φόρεμα ἔβαλε κάποιον νὰ τὸ κρατάει. Ἴσως ὅμως νὰ ἦταν κι ὁ ἴδιος ὁ δάσκαλος. Ἔντυσε δὲ κι ἄλλους γύρω του καὶ ὅλος αὐτὸς ὀ θίασος πέρασε ἀπὸ τὸν κάθε δρόμο τοῦ χωριοῦ. Τὸ τὶ ἔγινε δὲν περιγράφεται, ἰδιαίτερα ὅταν γινόταν ὁ διάλογος μεταξὺ κάποιου ἀπό τὸ θίασο μὲ τὸν «κύριο μπακρατσοκέφαλο». Ἔλεγε τὰ δικά του ὁ ἕνας κι ὕστερα ρωτοῦσε μὲ σκωπτικὸ ὕφος: «Συμφωνεῖ κι ὁ κύριος μπακρατσοκέφαλος»; «Μάαααλιστα», ἔλεγε ἐκεῖνος καὶ κατέβαζε τὸ κεφάλι του σιγὰ-σιγὰ, πότε ἀπό δῶ, πότε ἀπό κεῖ. Ἀκόμα θυμᾶσαι ἐκεῖ στὴν πλατεία τοῦ μπάρμπα Κωστὴ τοῦ Μπερδάνη, στὸ κέντρο τοῦ χωριοῦ, τὸν κόσμο ποὺ εἶχε μαζευτεῖ, γιατὶ εἶχε ξημερώσει καὶ μιὰ θαυμάσια ἀνοιξιάτικη μέρα, ποὺ πραγματικὰ ταίριαζε μ᾿ ὅλο αὐτὸ τὸ πανηγύρι.
Στὸν ἴδιο πάντα τὸ χῶρο θυμᾶσαι ἀκόμα κάποιες ἄλλες ἀπόκριες, μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1950,  μὲ  τὴν παρέα τῶν νεαρῶν νὰ χορεύει καὶ στὴ μέση τοῦ χοροῦ τὸ συγχωρεμένο τὸν Γιάννη τὸν Καλλιανὸ  (τὸν γνωστὸ ὡς Μπόντς) νὰ κραταέι ἕνα παλιὸ φωνόγραφο ποὺ ἔπαιζε τὸ τραγούδι τοῦ Γούναρη «Μιὰ κότα στρουμπουλή». Τί γινόταν ἐκεῖ γύρω, μήτε ποὺ μπορεῖ  νὰ περιγραφεῖ. Γιατὶ ἐκεῖ γύρω εἶχαν μαζευτεῖ πολλοὶ Κληματιανοὶ, ἄντρες καὶ γυναῖκες,  καὶ ψυχαγωγοῦνταν, γιόρταζαν. Καὶ νὰ οἱ μεζέδες, νὰ τὸ καλὸ κληματιανὸ κρασί, οἱ πίττες, τὰ ρυζόγαλα. Ὅλ᾿ αὐτὰ ποὺ ταίριαζαν σ᾿ ἕνα πανηγύρι. Ἀνεπανάληπτο πανηγύρι….
Μόνο ποὺ οἱ μέρες αὐτὲς εἶχαν καὶ τὴν ἀνάποδη πλευρά τους, ὅπως τότε ποὺ Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς τοῦ 1977, σούρουπο, πρὸς τὸ βράδυ ἀκούστηκε τὸ μαντᾶτο «Ἀρὴ, πάει οὑ παπᾶς». Πράγματι, λίγες ὧρες πρὶν, στὸ Βόλο, ἄφηνε τὴν ἔσχατη πνοὴ του ὁ μακαριστὸς παπα-Γρηγόρης Ξανθούλης, σὲ νεαρὴ ἡλικία, ἀνοίγοντας παράλληλα ἕνα μεγάλο κενὸ στὴν Κληματιανὴ ἐνοριακὴ κοινότητα.
Μόλις ἀκούστηκε τὸ γεγονὸς, ὅλο τὸ χωριὸ ξαφνιάστηκε, πάγωσε, ἄφησε τὴ γιορτὴ καὶ τὴν κάθε ἐκδήλωση ψυχαγωγίας καὶ μιὰ βαθειὰ, πένθιμη σιωπὴ ἅπλώθηκε παντοῦ. Γιατὶ οἱ Κληματιανοὶ ξέρανε πότε νὰ γλεντήσουν καὶ πότε νὰ σταθοῦν ἀπέναντι σὲ κορυφαῖα γεγονότα, ὅπως εἶναι ὁ θάνατος, μὲ περισσὴ εὐλάβεια καὶ σεβασμό.   
Αὐτὲς μὲ λίγα λόγια ἦταν οἱ  Ἀποκριὲς στὸ Παλιὸ τὸ Κλῆμα, ποὺ σήμερα ἀπομένουν νοσταλγικὰ στιγμιότυπα μὲ τὴν προοπτικὴ ὡστόσο τῆς μαθητείας γιὰ τοὺς νεότερους.καὶ τῆς ἀναπόλησης γιὰ τοὺς μεγαλύτερους στὴν ἡλικία.  Ὅσοι, φυσικά, τὸ ἐπιθυμοῦν.    

Υ.Γ. Αὐτὸ ποὺ ἐπίσης ἔχει σημασία νὰ εἰπωθεῖ, κι ὕστερ᾿ ἀπό πενήντα τόσα περίπου χρόνια καταγράφεται ὡς μνήμη καὶ τιμή, εἶναι ἡ παρουσία, παραμονὲς τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, τῶν μποσταντζήδων ἀπό τὴ Σκόπελο, μὲ λαχανίδες καὶ κουνουπίδια.
 Ἡ μνήμη, μάλιστα, νοσταλγικὰ στέκει σὲ κάποιο ἡλιοφώτιστο Σάββατο τοῦ τέλους τῆς δεκαετίας τοῦ 1950, παραμονὴ τῆς Τυρινῆς, ὅπου στὴν εὐρύχωρη αὐλὴ τῆς θειᾶς Εὐανθίας, ἔξω ἀπό τὸ μαγαζί της, εἶχε ἀπό τὸ πρωῒ ἔλθει μὲ τὸ μουλάρι του φορτωμένο ὁ Κωστὴς ὁ Χασιώτης, φέρνοντας ἐκεῖνα τὰ ἐξαίσια καὶ τρυφερὰ κουνουπίδια, μαζὶ μὲ τὶς χρυσοπράσινες λαχανίδες, γιὰ νὰ κάμουν οἱ χωρικοὶ ἀποκριά.
 Τότε, σὲ χρόνια πενιχρὰ καὶ ἀδύναμα, μπορεῖ νὰ κάνανε οἱ Κληματιανοὶ κολοκυθόπιτες ἤ τυρόπιτες, ὅμως τὸ κουνουπίδι καὶ ἡ λαχανίδα φέρνανε στὶς μέρες αὐτὲς ἕναν ἄλλον ἀγέρα, ποὺ διέλυε τὴ μονοτονία. Φυσικὰ, σήμερα, ὕστερα ἀπό τόσα χρόνια ποὺ τὰ λές αὐτά, ποιoὺς περιμένεις νὰ εὐαισθητοποιήσουν οἱ ἀναμνήσεις σου; Εἶναι, βλέπεις μέ τέτοια ἐπιδέξιότητα ἁπλωμένη ἡ ὁριζοντίωση τῶν πάντων, ποὺ, πιστεύεις, ὅτι ἐλάχιστοι ἐπιμένουν νὰ θυμοῦνται…
Idem.

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Η δράση της Φιλικής Εταιρείας στη Ζάκυνθο, 200 χρόνια από την ίδρυσή της

Oμιλία της Κατερίνας Δεμέτη, στο ΡΟΤΑΡΥ 
για τα «200 χρόνια από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας»
[Ξενοδοχείο Palatino – Τετάρτη 5 Φλεβάρη 2014]

Κύριε Πρόεδρε,
Αγαπητά Μέλη του εν Ζακύνθω ΡΟΤΑΡΥ,

«Το όνειρο της πλατωνικής Πολιτείας είναι ένα όνειρο διώροφο: ο επάνω όροφος ίσως να έχει σκεπή τα σύννεφα, να ‘ναι ο όροφος των ουρανών, μια ονειρική προβολή του ιδεατού στην αιωνιότητα. Ο κάτω όμως, το ισόγειο των ανθρώπων, φτιάχνεται από εμάς, από το νου μας και τα χέρια μας». Τα λόγια αυτά έβαζε στο στόμα του αμερικανού, φιλέλληνα ήρωά του, Γκάμπριελ Θάκερεϊ Λίντον, ο Ισίδωρος Ζουργός, στο υπέροχο βιβλίο του «η αηδονόπιτα», εμπνευσμένο από την ελληνική επανάσταση (εκδ. Πατάκη 2007), για να ερμηνεύσει την απόφασή του να έρθει από την άλλη μεριά του Ατλαντικού και να δώσει το αίμα του στον αγώνα των Ελλήνων.
Ίσως είναι ασυνήθιστο να ξεκινάω την αποψινή μου ομιλία, με ένα απόσπασμα από ένα λογοτεχνικό βιβλίο, αγαπητοί φίλοι, αποκύημα της φαντασίας ενός σύγχρονού μας συγγραφέα. Ωστόσο, όπως είπε ο Μιχαήλ Περάνθης, «To είκοσι ένα δεν έχει ανάγκη από μύθους, γιατί είναι από μόνο του ένας μύθος»!
Φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας, και τα λόγια του Γκάμπριελ, που συνεχίζει πιο κάτω «Γιατί  οι πλίνθοι και τα επιχρίσματα του ναού της ανθρώπινης ελευθερίας δεν μπορούν να περιμένουν άλλο. Ας πάρουμε τα εργαλεία κι ας στρωθούμε όλοι στη δουλειά», ηχούν στα αυτιά μας εξαιρετικά αφυπνιστικά και δίνουν, με τον τρόπο τους, την ερμηνεία στο πώς πραγματώθηκε το ακατόρθωτο: πώς δηλαδή ανακτήθηκε η λευτεριά μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς.
Η αναφορά μας λοιπόν στη συμβολή της Φιλικής Εταιρείας κρίνεται επιβεβλημένη, καθώς μέσα από τη δράση της, μπορούμε να παραδειγματιστούμε για τον τρόπο που ενεργούσαν φωτισμένοι άνθρωποι στο παρελθόν, που οδήγησαν την πατρίδα μας στην ελευθερία και σε συνθήκες που θεωρούμε σήμερα άπιαστες, μέσα από αρχές που το Διεθνές ΡΟΤΑΡΥ, όπως καλά γνωρίζετε, εναγκαλίζεται.
Αλλά ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή:
Η Φιλική Εταιρεία  ιδρύθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1814 στην Οδησσό. Ιδρυτές της ήταν ο Νικόλαος Σκουφάς, από το Κομπότι Άρτας, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από τα Ιωάννινα και ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο. Οι τρεις ιδρυτές δεν διέθεταν ούτε ιδιαίτερο κύρος μεταξύ των Ελλήνων ούτε οικονομικά μέσα, διέθεταν όμως φλογερό πατριωτισμό και επαναστατικό φρόνημα και πίστη μεγάλη στο έργο που αναλάμβαναν. Ήταν τότε, ο Σκουφάς 35  χρόνων, ο Τσακάλωφ 26 και ο Ξάνθος 42.
Είχαν και οι τρεις «προεπαναστατική παιδεία».
Ο Σκουφάς και ο Ξάνθος είχαν διδαχτεί τα εγκύκλια γράμματα στις πατρίδες τους και βρίσκονταν τότε στη Ρωσία, όπου εργάζονταν ως μικροέμποροι ή γραμματείς εμπόρων. Ο Τσακάλωφ γιος εμπόρου, καταγόμενου από τον Τύρναβο της Θεσσαλίας, εγκατεστημένου στη Μόσχα, διέθετε μεγαλύτερη μόρφωση από τους δύο άλλους, είχε ζήσει στο Παρίσι, όπου είχε φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο, και γνώριζε τη ρωσική και τη γαλλική γλώσσα. Ο Τσακάλωφ υπήρξε ιδρυτικό μέλος το 1809 στο Παρίσι της Εταιρείας «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον» προδρόμου της Φιλικής Εταιρείας. Ο Ξάνθος είχε μυηθεί το 1813 στην Τεκτονική Στοά της Λευκάδος, οπότε όπως γράφει συνειδητοποίησε τη δύναμη της ενώσεως.  Οι τρεις που είχαν ξεκινήσει από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά απέβλεπαν στον ίδιο σκοπό, συνένωσαν τον ενθουσιασμό τους και τις γνώσεις τους γύρω από τα μυστικά σύμβολα και τους συνωμοτικούς κανόνες και διαμόρφωσαν τον πρώτο οργανισμό της νέας Εταιρείας.
Πότε ακριβώς ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία και ποια ήταν η ταυτότητα καθενός από τους ιδρυτές της, έχουν δευτερεύουσα σημασία μπροστά στο ίδιο το γεγονός της ίδρυσής της και στο σκοπό της, που ήταν η απελευθέρωση της πατρίδας.
Αρχικά σχεδιάστηκε ως αυστηρά συνωμοτική οργάνωση επιλέκτων, που θα απευθυνόταν μόνο προς «Έλληνας φιλοπάτριδας», προς «όλους τους εκλεκτούς και ανδρείους των ομογενών». Οι αλλοεθνείς αποκλείονταν, όπως και οι γυναίκες και μόνο αργότερα έγιναν δεκτοί ορισμένοι ξένοι και λίγες γυναίκες κατά σπάνια εξαίρεση. Τόσο οι ιδρυτές όσο και τα πρώτα μέλη της Φιλικής Εταιρείας ήταν απλοί άνθρωποι που υπέστησαν στο εξωτερικό μια βαθιά ψυχολογική και κοινωνική μεταβολή. Η Εταιρεία, βρήκε σταθερούς και αφοσιωμένους υποστηρικτές στη διασπορά όχι μεταξύ των «προοδευτικών» αστών, ούτε ακόμη μεταξύ των προοδευτικών λογίων και των φιλελεύθερων αριστοκρατών, αλλά μεταξύ των μικρεμπόρων, των υπαλλήλων, των τεχνιτών, των πραματευτάδων και των μισθοφόρων στρατιωτικών.
Από το 1814 μέχρι το 1818 η Εταιρεία είχε πολύ λίγα μέλη (μόλις 42 το 1817), ενώ  πέρασε τουλάχιστον ένας χρόνος από την ίδρυσή της μέχρι να αποκτήσει κάποια οργανωτική δομή και να συνταχθούν οι γνωστοί όρκοι μυήσεως των μελών της.
Ως τα μέσα του 1817 είχε αναπτυχθεί κυρίως μεταξύ των Ελλήνων της Ρωσίας και της Μολδοβλαχίας. Σημαντική ανάπτυξη με πολλές μυήσεις μάλιστα στην Ελλάδα, άρχισε να έχει από το 1818, όταν οι κυριότεροι αρχηγοί εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και δώδεκα απόστολοι στάλθηκαν όπου υπήρχαν κοινότητες Ελλήνων. Ραγδαιότερη ήταν η ανάπτυξη της Εταιρείας κατά το 1819, οπότε μυήθηκαν οι περισσότεροι αρχιερείς και πρόκριτοι της Πελοποννήσου και αρκετοί από τους εκλεκτούς άλλων περιοχών και ιδίως των ναυτικών νησιών του Αιγαίου και του Ιονίου. Κατά το 1820 η Εταιρεία είχε εξαπλωθεί σε όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδος και στις περισσότερες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού και τα μέλη της υπερέβαιναν ήδη τις 3000.
Κινητήρια δύναμη του όλου εγχειρήματος ήταν περισσότερο η αγάπη για την πατρίδα και ο πόθος της απελευθέρωσής της, πάρα κάτι πιο χειροπιαστό, στην αρχή τουλάχιστον. Οι ιδρυτές της βέβαια, για να προσεγγίσουν νέα μέλη, άφηναν απλά να εννοηθεί ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας, υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, αλλά ακόμη και ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄, ήταν μέλη της μυστικής Ανώτατης Αρχής, η οποία υποτίθεται ότι διηύθυνε τις ενέργειες της Εταιρείας.
Η πορεία της άλλαξε ριζικά κατά το τέλος του 1818 όταν προσέγγισαν τον πλούσιο έμπορο Παναγιώτη Σέκερη, ο οποίος έγινε μέλος της Αρχής και προσέφερε γενναία οικονομική υποστήριξη. Μετά την οικονομική υποστήριξη τα μέλη της Εταιρείας άρχισαν να αυξάνονται.
Τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 1820 ο Ξάνθος είχε δύο μυστικές συναντήσεις στην Πετρούπολη με τον Καποδίστρια, προτείνοντάς του να αναλάβει την ηγεσία της Εταιρείας. Ο Καποδίστριας αρνήθηκε, επειδή πίστευε ότι ενδεχόμενη εμπλοκή του θα υπονόμευε κάθε προσπάθεια, μιας και ήταν Υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, οπότε αν τα άλλα μέλη της Ιερής Συμμαχίας πίστευαν ότι η Ρωσία υποκινούσε την Επανάσταση, θα την κατέπνιγαν από την αρχή. Έτσι υπέδειξε στον Ξάνθο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος συμφώνησε και στις 12 Απριλίου 1820 υπέγραψε Πρακτικό Αναλήψεως της Αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας.
Οι διαδικασίες, το τελετουργικό και οι βαθμοί μύησης στη Φιλική Εταιρεία ακολουθούσαν αυστηρά ιεραρχικά πρότυπα. Πρώτος βαθμός ήταν ο «αδελφοποιητός». Δεύτερος βαθμός ήταν οι «Συστημένοι». Τρίτος βαθμός ήταν οι «Ιερείς». Τέταρτος βαθμός ήταν οι «Ποιμένες», που είχαν παρόμοιο τελετουργικό μύησης με αυτό των «Ιερέων». Πέμπτος βαθμός ήταν οι «Αρχιποιμένες». Οι υπόλοιποι δύο βαθμοί των «Αφιερωμένων» και των «Αρχηγών των Αφιερωμένων» δημιουργήθηκαν από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, όταν αυτός ανέλαβε την ηγεσία της Εταιρείας το 1820. Τα μέλη των βαθμών αυτών προορίζονταν να αποτελέσουν τον στρατιωτικό τομέα της Εταιρείας. Πάνω από όλους τους βαθμούς προΐστατο η λεγόμενη «Ανώτατη Αρχή», μέλη της οποίας ήταν οι «Μεγάλοι Ιερείς των Ελευσινίων», οι οποίοι κρατούσαν μυστική τη σύνθεση της Αρχής από τα μέλη των κατώτερων βαθμών και επικοινωνούσαν μεταξύ τους με συνθηματική αλληλογραφία. Μέλη της «Ανώτατης Αρχής» ήταν στην αρχή μόνο οι τρεις ιδρυτές.
Η Ζάκυνθος στάθηκε το λίκνο της Φιλικής Εταιρείας κι ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της Ελληνικής Αναγέννησης. Η γεωγραφική θέση της κοντά στην ελεύθερη Δύση και η απόλυτη επικράτηση του κυρίαρχου ελληνικού της στοιχείου, δημιουργούν από νωρίς το κατάλληλο κλίμα για την ανάπτυξη της εθνικής ιδέας. Οι καταδιωγμένοι πρόσφυγες που βρίσκουν άσυλο και προστασία στη Ζάκυνθο ύστερα από την ατυχή επανάσταση του Ορλώφ, ζωντανεύουν και πλαταίνουν τον γνωστό πατριωτικό κύκλο του Αντωνίου Μαρτελάου. Οι πρόσφυγες του 1770 ανακαλύπτουν στο Νησί το πρόσφορο έδαφος για τις πατριωτικές τους ενέργειες. Η δράση των μελών της Φιλικής Εταιρείας στη Ζάκυνθο είναι αξιοσημείωτη, καθώς μυήθηκαν τόσο απλοί πολίτες, όσο και εξέχοντα μέλη της αριστοκρατικής κοινωνίας της Ζακύνθου, που φλέγονταν από τον πόθο της ελευθερίας.
Κομβικός τόπος για τη δράση της Εταιρείας στη Ζάκυνθο ήταν ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Λατίνου ή των Φιλικών. Σ’ αυτόν ορκίστηκαν από τον Ιερομόναχο Άνθιμο Αργυρόπουλο, οι πρωτεργάτες του απελευθερωτικού αγώνα του 1821, και έχει χαρακτηριστεί ιστορικός και διατηρητέος χώρος.
Ο ναός είχε χτιστεί το 1664 από τον άρχοντα Γεώργιο Λατίνο και ήταν  ιδεώδες καταφύγιο για τις συναντήσεις και στη συνέχεια την ορκωμοσία των πατριωτών, καθώς ευρισκόμενος απόμερα, πρόσφερε κάλυψη, ιδιαίτερα από την  φιλότουρκη αγγλική «Προστασία», τους σπιούνους της και τα αστυνομικά της όργανα.
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου και η γύρω περιοχή είχε περιέλθει με τα χρόνια, στην κυριότητα των αδελφών Διονυσίου και Σπυρίδωνος Κόμη, όπως αναφέρει ο Λεωνίδας Ζώης στο «Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου», τ. Α΄, σελ. 123. Είχε δε ερειπωθεί στους σεισμούς του 1893.
Για την ιστορία θα πρέπει να πούμε ότι, ο ναός, το 1925 αγοράστηκε από την αγγλική Στοά των ελευθέρων τεκτόνων «Αστήρ της Ανατολής», που λειτουργεί από τις 4 Μαρτίου 1862 στο νησί, υπό την εποπτεία της Ηνωμένης Μεγάλης Στοάς της Αγγλίας. Τότε συστάθηκε επιτροπή με πρόεδρο, τον πρόεδρο του ιδρύματος Τζωρτζάκη Σαρακίνη, όπου και με τη συνδρομή και τεκτόνων από την υπόλοιπη Ελλάδα, ο ναός ανοικοδομείται εκ νέου. Με τους σεισμούς του 1953 ερειπώνεται ξανά και το 1955 είναι το πρώτο κτήριο, που οικοδομήθηκε στο νησί από το 701 Τάγμα Μηχανικού του ελληνικού στρατού, ύστερα από την παρέμβαση της Επιτροπής Διασώσεως και Διατηρήσεως Ιστορικών Χώρων και Μνημείων Ζακύνθου, με πρωτεργάτη τον γραμματέα της εν λόγω επιτροπής, αείμνηστο Νικόλαο Βαρβιάνη.
Τα εγκαίνια του ναού πραγματοποιήθηκαν την 21η Μαΐου 1955, την  επέτειο της ένωσης της Επτανήσου με την Ελλάδα. Το κλειδί του ναού παρέδωσε στον αείμνηστο Μητροπολίτη Χρυσόστομο Δημητρίου, ο Διοικητής του Τάγματος Στ. Πιτερός, συμβολική χειρονομία, προοιωνίζουσα την αναγέννηση του νησιού. Το γεγονός δε των εγκαινίων συμπεριλήφθηκε στο επίσημο πρόγραμμα του Δήμου Ζακυνθίων και έγινε μεγάλη αναφορά στις τοπικές εφημερίδες.  
Στο ναό είχαν ορκιστεί σύμφωνα με πίνακα που φυλάσσεται στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων, ο Σολωμός, οι Πλαπουταίοι, ο Κολοκοτρώνης, ο Φωτομάρας, ο Νικηταράς, οι Πετιμεζάδες, ο Ρώμας, ο Δραγώνας, ο Στεφάνου. Ο ίδιος Πίνακας με τα ονόματα των ορκισθέντων Φιλικών από το 1819-1823, βρίσκεται και μέσα στο ναό.
Ιδιαίτερα σημαντική η δράση του εφημέριου του ναού, του Γιαννιώτη Άνθιμου Αργυρόπουλου, που δονεί τις ψυχές όσων έρχονται σε επικοινωνία μαζί του με την αγάπη του για τη βασανισμένη πατρίδα, που στενάζει από τις κτηνωδίες των τουρκοαλβανών. Καταγόταν από τα Ιωάννινα, αλλά καταδιώχθηκε από τον Αλή Πασά, επειδή μετά την άλωση του Σουλίου προσέφερε καταφύγιο στο μοναστήρι του, στην οικογένεια του Μάρκου Μπότσαρη. Κατατρεγμένος ο Αργυρόπουλος κατέφυγε στη Ζάκυνθο, όπου διορίσθηκε εφημέριος στο μικρό ναό του Αγίου Γεώργιου της οικογένειας Λατίνου.
Τη μορφή του Αργυρόπουλου έχει αναπαραστήσει η γλύπτρια Ειρήνη Πραμαντιώτη-Χαριάτη, στο άγαλμα που έχει τοποθετηθεί στο αλσύλλιο της πλατείας Μητροπολίτη Αλεξίου Ιγγλέση, δίπλα στο Μητροπολιτικό Μέγαρο. Σύμφωνα με τις αναφορές των ιστορικών του νησιού Παναγιώτη Χιώτη και Σπυρίδωνος Δεβιάζη, κατά τα προεπαναστατικά εκείνα χρόνια οι ευρισκόμενοι στη Ζάκυνθο Δράκος, Γρίβας, Ζαχαριάς, Αναγνωσταράς, Φωτομάρας, Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, ζητούσαν τις συμβουλές και τη βοήθειά του, προκειμένου να πετύχουν σε επιχειρήσεις που σχεδίαζαν εναντίον των Τούρκων στη δυτική Ελλάδα.
Ο Αργυρόπουλος τηρούσε ακόμα και την αλληλογραφία μεταξύ των εδώ ευρισκομένων και των αρχηγών της Ηπείρου. Και όταν η Επτάνησος έγινε κτήμα του  Ναπολέοντα, ο γάλλος στρατηγός Δονζελότ διοργάνωνε κρυφά την ένωση της Επτανήσου με την Πελοπόννησο, ο Αργυρόπουλος ανάλαβε να εφαρμόσει τα σχέδια και να παρακινήσει τους οπλαρχηγούς. Όλα όμως αυτά ματαιώθηκαν γιατί στο μεταξύ άρχισε τη δράση της η Φιλική Εταιρεία, όπου και πάλι ο Αργυρόπουλος αποτέλεσε τον πρωταγωνιστή και το συντονιστή και πάνω από όλα, αυτόν που ανέλαβε την αδελφοποίηση των πατριωτών, ντόπιων και ξένων και τη μύησή τους στο μεγάλο μυστικό.     
Τους ορκίζει στο Τετράμορφο εικόνισμα του ναού, το αφιερωμένο στον Χριστό Παντοκράτορα, έχοντας αριστερά του τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και δεξιά του την Θεοτόκο και τον Άγιο Γεώργιο. Η εικόνα σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο Ζακύνθου, ενώ αντίγραφο που φιλοτεχνήθηκε από τον Αγιογράφο Νίκο Μπιάζη – Σεντή, ιδιοκτησία της Στοάς, μεταφέρεται κάθε χρόνο τη Δευτέρα του Πάσχα στο ναό, όπου γίνεται λειτουργία και ακολουθεί πανηγυρική ομιλία με αναφορά στα γεγονότα, που έλαβαν χώρα εκεί. Προφέροντας τον βαρυσήμαντο όρκο, ψιθυριστά, ο Αργυρόπουλος, μυούσε και οδηγούσε στους δρόμους της αρετής, του καθήκοντος και της υπέρτατης θυσίας τους αγωνιστές.

«Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα των αιχμαλώτων και καταδίκων κατοίκων σου, τα οποία τόσους αιώνας κάθε στιγμήν υποφέρουν τα ταλαίπωρα τέκνα σου, ότι, αφιερούμαι όλος εις εσέ, ότι, εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά σου οδηγός των πράξεών μου και η εδική σου ευτυχία η ανταμοιβή των κόπων μου».

 Το 1819 είναι η χρονιά της μυήσεως στο κελί του Άνθιμου πολλών ντόπιων πατριωτών και προσφύγων. Οι ντόπιοι προέρχονται απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις και αντιπροσωπεύουν ό,τι καλύτερο έχει να δείξει ο τόπος από οικονομική, επιστημονική, αγωνιστική και πνευματική άποψη. Εντύπωση προκαλούν και οι γενναίες εισφορές τους .
Την άνοιξη της ίδιας χρονιάς (1819), έρχεται στη Ζάκυνθο ένας από τους κορυφαίους Φιλικούς, ο εθνομάρτυς Θεσσαλός Αριστείδης Παπάς, έχοντας μαζί του μια αυτόγραφη εγκύκλιο του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, η οποία προέτρεπε τους ορθοδόξους Επτανήσιους να συνεισφέρουν για την ίδρυση κεντρικού σχολείου στην Πελοπόννησο. Άγνωστο παραμένει αν ο Πατριάρχης γνώριζε τους πραγματικούς σκοπούς του εκπαιδευτικού αυτού εράνου. Το γεγονός είναι ότι με το πρόσχημα της εγκυκλίου ο Αριστείδης, ανενόχλητος από τις αγγλικές Αρχές, περιόδευσε σε όλη την Επτάνησο κι εργάστηκε αποδοτικότατα για τους ιερούς σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας. Ο Αριστείδης μύησε τους Διονύσιο Ρώμα, Αναστάσιο Φλαμπουριάρη, Καίσαρα Λογοθέτη και Θεόδωρο Λεονταρίτη.
Ο Ρώμας εκείνο τον καιρό ήταν ο πλουσιότερος ίσως άνθρωπος της Επτανήσου. Κληρονόμος μεγάλων περιουσιών, επιστήμονας με ξεχωριστή πολιτική και κοινωνική εκτίμηση, γνώστης πολλών ξένων γλωσσών, είχε το σπανιότατο για τους ομογενείς του πλεονέκτημα να γνωρίζει άριστα τον Ευρωπαϊκό και τον Ελληνικό πολιτισμό. Όλη του η ζωή θα μπορούσε να κλειστεί σε μια περικοπή ενός γράμματός του προς τον Γ. Κουντουριώτη: «Ημείς ομιλούμεν με πράξεις και όχι με φράσεις κενάς από ουσίαν». Η τεράστια περιουσία του δωρίθηκε από τον ίδιο στις επείγουσες ανάγκες του μαχόμενου έθνους. 
Το φθινόπωρο του 1820 ο Αλ. Υψηλάντης εκλέγει την πρώτη Εφορία της Ζακύνθου από δύο μόνο πρόσωπα: τον Δ. Ρώμα και τον Αναστάσιο Φλαμπουριάρη.
Από τότε η Ζάκυνθος ολόκληρη μεταβάλλεται σε στρατόπεδο της Φιλικής Εταιρείας.
Ο χώρος του μικρού ναού του Αγίου Γεωργίου καθαγιασμένος από τις ιεροπραξίες και τους όρκους, γίνεται σημείο εθνικής αναφοράς και ελευθερίας. Έτσι που ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο θρυλικός Γέρος του Μοριά, θάβει στον  περίβολο του ναού τη γυναίκα του Κατερίνα, που πέθανε στις 10 Αυγούστου του 1820, της οποίας τα οστά μετακομίστηκαν κατά το 1863 στην Καρύταινα από το γιο του Γενναίο.
Σήμερα στον περίβολο του ναού έχει τοποθετηθεί ορειχάλκινος μπούστος με τη μορφή του, με πρωτοβουλία του νομάρχη Ανδρέα Ιωάννου.
Στον ίδιο επίσης χώρο του προαυλίου του ναού, τοποθετήθηκαν και τα φέρετρα με τα οστά του Ανδρέα Κάλβου και της συζύγου του Καρλότας Αυγούστας Άνταμς, στις 29 Αυγούστου 1960, όταν τα έστειλε από το νεκροταφείο του Κέντινγκτον ο τότε πρεσβευτής της χώρας μας στην Αγγλία, ποιητής Γεώργιος Σεφέρης. Από τις 17 Ιανουαρίου του 1968, τα οστά φυλάσσονται στο Μαυσωλείο που έχει δημιουργηθεί στο ισόγειο του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων.
Εκτός όμως από τον Κολοκοτρώνη, δραστήρια και σημαντικότατα μέλη της Φιλικής με μεγάλη προσφορά, χωρίς να υπολογίσουν τις συνέπειες για την κοινωνική τους θέση, ήταν ο Διονύσιος Ρώμας, ο Αναστάσιος Φλαμπουριάρης και ο Καίσαρ Ευσταθίου Λογοθέτης, οι οποίοι μυήθηκαν από τον Αριστείδη Παπά, ενώ ο Νικόλαος Καλύβας μύησε στην Εταιρεία τον Αντώνιο Μαρτινέγκο.
Μέλος της Φιλικής Εταιρείας ήταν από το 1818 και ο Διονύσιος Σολωμός, ο οποίος μυήθηκε από τους Νικ. Καλύβα και Φρ. Καρβελλά.
Εξέχουσα φυσιογνωμία των Ζακυνθινών Φιλικών ήταν και ο Αντώνιος Μαρτελάος (1754-1818). Στο περίφημο, για την εποχή, σχολείο του, στο οποίο φοίτησαν μεταξύ άλλων και ο Διονύσιος Σολωμός, ο Φώσκολος, ο Τερτσέτης, ο Μάτεσης και τα παιδιά του Κολοκοτρώνη, εκτός από τα γράμματα, δίδασκε και την αγάπη για την πατρίδα. Μάλιστα, στις αρχές του 19ου αιώνα είχε γράψει και ο Μαρτελάος έναν ύμνο κατά μίμηση του Ρήγα, που έλεγε:

                                    Όθεν είσθε των Ελλήνων
                                    Παλαιά ανδρειωμένα
                                    Κόκκαλα εσκορπισμένα
                                    Λάβετε τώρα πνοήν.
                                    Σταις φωνές της σάλπιγγός μου
                                    Αφ’ το μνήμα αναστηθείτε
                                    Και το γένος μας να ιδείτε     
                                    Εις την πρώτην του τιμήν.

Παρά τη θέρμη με την οποία αγκάλιασαν οι Ζακυνθινοί τη Φιλική Εταιρεία, δυστυχώς μελανό σημείο αποτελεί η προδοσία του Σκοπιώτη Διόγου για ποταπά κίνητρα.
Ο Διόγος ήταν κρεοπώλης από τη Μάνη που είχε έρθει στη Ζάκυνθο και είχε διαφορές με τον Κολοκοτρώνη, που εργαζόταν ως ζωέμπορος. Εξαιτίας αυτών των διαφορών πήγε στα Ιωάννινα στον Αλή Πασά και κατέδωσε την Εταιρεία και τους σκοπούς της, λέγοντας ότι στη Ζάκυνθο προΐσταται ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος συνεννοείται με τον Αλεξάκη Βλαχόπουλο, που βρισκόταν στην αυλή του Αλή Πασά. Από εκεί μέσω του Άγγλου Πρόξενου στην Πρέβεζα Μέγερ, το πληροφορήθηκε ο μισέλληνας Άγγλος Αρμοστής Μαίτλαντ και διέταξε τον Πέτρο Τζεν, να διεξάγει έρευνα στο σπίτι του Κολοκοτρώνη. Ο τελευταίος, ειδοποιημένος από τον Δημήτριο Σαρλή, υπάλληλο της αστυνομίας, που ήταν μέλος της Φιλικής, πρόλαβε και έκρυψε όλα τα έγγραφα στη σέλα του αλόγου του και έτσι η έρευνα απέβη άκαρπη. Ο Διόγος πλήρωσε για την προδοσία του, καθώς στα Ιωάννινα διέμενε ο Ζακυνθινός Διονύσιος Κλαυδιανός ή Κοντοράσης, μέλος της Φιλικής και αυτός, που σκότωσε τον προδότη.
Παρ’ όλα αυτά η ζημιά είχε γίνει. Μια μέρα ξαφνικά Άγγλοι περικύκλωσαν το αρχοντικό του Ρώμα και ζητούσαν να κάνουν έρευνα. Ο Ρώμας κατάφερε και την απέφυγε, λέγοντας στον Άγγλο τοποτηρητή Ρως, που ήταν Τέκτονας, ότι στο αρχοντικό του βρίσκονταν έγγραφα της Τεκτονικής Στοάς. Καθώς όμως οι Άγγλοι είχαν πλέον υποψιαστεί τις προεπαναστατικές κινήσεις, ήταν δύσκολο για τον Κολοκοτρώνη να πάρει διαβατήριο και να μεταβεί στην Πελοπόννησο για να προετοιμάσει την επανάσταση, όπως του είχε ζητήσει ο Υψηλάντης. Το κατάφερε μετά από παρέμβαση του Κ. Δραγώνα, ο οποίος αν και ήταν Διευθυντής του Υγειονομικού, και επομένως υπάλληλος των Άγγλων, ήταν δραστήριος Φιλικός.
Σημαντική προσφορά είχαν και ο Παναγιώτης Στεφάνου και ο Γεώργιος Τερτσέτης.
Μεταξύ των οικογενειών οι οποίες εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο μετά τα Ορλωφικά, ήταν και η οικογένεια του Πανταζή Στεφάνου από την Κορώνη. Οι εγγονοί του Ιωάννης και Παναγιώτης υπήρξαν ενεργά μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Μάλιστα η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (1827) απένειμε στον Παναγιώτη έγγραφο ευγνωμοσύνης για την πατριωτική δράση του. Ο Παναγιώτης ήταν αυτός που βοήθησε και στην απελευθέρωση του χαρεμιού του Χουρσήτ Πασά κατά την πτώση της Τριπολιτσάς το 1821.
Ο Γεώργιος Τερτσέτης συμμετείχε επίσης ενεργά και πολύτροπα στην Επανάσταση. Γεννημένος στη Ζάκυνθο το 1800, γνώρισε από παιδί τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Γυρνώντας από τις σπουδές του στην Ιταλία το 1820, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Νικ. Καλύβα και με την έκρηξη της Επανάστασης πήγε στην Πελοπόννησο για να πολεμήσει, παρά τη φιλάσθενη κράση του. Με την ίδρυση του πρώτου Ελληνικού Κράτους διορίστηκε από τον Καποδίστρια Καθηγητής Ιστορίας και Γαλλικών στη Στρατιωτική Σχολή Ναυπλίου και το 1830 έγινε δικαστής.
Τον Τερτσέτη τον θυμάται το πανελλήνιο κυρίως επειδή έσωσε την Ελλάδα από το ανάθεμα όταν στη δίκη εναντίον του Κολοκοτρώνη για «εσχάτη προδοσία» ψήφισε μαζί με τον Αναστάσιο Πολυζωΐδη υπέρ του Κολοκοτρώνη, απόφαση για την οποία παραπέμφθηκε σε δίκη, όπου και τελικά αθωώθηκε, ύστερα από τη θαυμάσια απολογία του.
Διορίστηκε κατόπιν Διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Βουλής, ενώ το 1860 ο Όθων τον έστειλε σε ειδική αποστολή στο βασιλιά της Ιταλίας Βίκτωρα Εμμανουήλ Β΄ για να συζητήσουν σχέδιο για την ταυτόχρονη επανάσταση Ελλάδας – Ιταλίας με σκοπό την απελευθέρωση των Ελλήνων και Ιταλών που παρέμεναν κάτω από ξενικό ζυγό. Ακόμη έπεισε τον Κολοκοτρώνη να του υπαγορεύσει τα απομνημονεύματά του, προσφέροντας ακόμα μια υπηρεσία στο Έθνος. Φέτος συμπληρώνονται 140 από το θάνατό του και ο Δήμος Ζακύνθου έχει ανακηρύξει το 2014 έτος Γ. Τερτσέτη.
Με την οργάνωση και εξάπλωση της Φιλικής Εταιρείας έγινε απτό το όραμα του ξεσηκωμού. Τα σχέδια για την έκρηξη της Επανάστασης ήταν ποικίλα, όμως τελικά, επειδή ακριβώς έγιναν γνωστά, αποφασίστηκε στο Σκουλένι, στις 16 Φεβρουαρίου 1821, να ξεκινήσει η Επανάσταση από τη Μολδαβία στις 27 Φεβρουαρίου, την πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής, την ονομαζόμενη της Ορθοδοξίας.
Οι Επτανήσιοι που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Αλέξανδρου Υψηλάντη ήταν αρκετοί, ώστε να αποτελέσουν ένα ιδιαίτερο «Επτανησιακό Σώμα», αρχηγός του οποίου ήταν ο Βασίλειος Καραβίας, Ιθακήσιος. Ανάμεσα στους Ζακυνθινούς που συμμετείχαν ήταν και ο Νικόλαος Κατάνης, ο Σπυρίδων Δαλιόστρος, οι αδελφοί Νικόλαος και Θεόδωρος Καλαμάς και ο Γεώργιος Αβραμιώτης. Τελικά η εξέγερση στη Μολδοβλαχία καταπνίγηκε, ακριβώς επειδή έγινε εσπευσμένα και υπό την πίεση της αποκάλυψης των σχεδίων της, όμως αποτέλεσε το ξεκίνημα του Αγώνα για την ελευθερία, ενώ η Φιλική Εταιρεία τόνωσε στις ψυχές των Ελλήνων τον πόθο της ανεξαρτησίας. 

Κυρίες και Κύριοι,

Η Ζάκυνθος σεμνύνεται γιατί στη δική της γη με τον καλύτερο τρόπο, συντελέστηκε το όραμα της Φιλικής Εταιρείας και καλλιεργήθηκε ο σπόρος που έδωσε τη λευτεριά στην πατρίδα μας. Και πρέπει να σημειωθεί ότι μπορεί σήμερα να αναφερθήκαμε σε κάποιους επώνυμους, αλλά είναι σίγουρο ότι,  η λευτεριά πραγματοποιήθηκε γιατί πίσω από όλους αυτούς, ακολουθούσε και συνεπικουρούσε στις προσπάθειες τους ο ανώνυμος λαός του νησιού.
Άλλωστε για να μνημονεύσω ξανά την «αηδονόπιτα» του Ισίδωρου Ζουργού: «Όλα αυτά συμβαίνουν στις ατραπούς μεγάλων ταξιδιών, καθώς η ανθρώπινη μοίρα, δεμένη πισθάγκωνα στο μεσιανό κατάρτι, χαρτογραφεί με το βλέμμα της τα έσχατα του ωκεανού».
Και το εν Ζακύνθω ΡΟΤΑΡΥ γνωρίζει να χαρτογραφεί τις ξεχωριστές εκείνες ανθρώπινες εκφάνσεις, που εξωραΐζουν την ανθρώπινη φύση και δίνουν μέσα από ένα δίκτυο εθελοντικής οργάνωσης προσφοράς υπηρεσιών έμφαση στις ανθρωπιστικές αξίες.
Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να συμμετάσχω σε μια από τις δράσεις σας και σας εύχομαι ολόψυχα καλή συνέχεια στο έργο σας.

Βιβλιογραφία


  1. Ιωάννης Μ. Δεμέτης, Τεκτονική Στοά «Αστήρ της Ανατολής» αρ. 880, 150 χρόνια Συνεχής δραστηριότητα 1862-2012, Ζάκυνθος 2012
  2. Ισίδωρος Ζουργός, «H Aηδονόπιτα», εκδ. Πατάκη 2007
  3. Λεωνίδας Χ. Ζώης, «Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου», τ. Α΄, Zάκυνθος 2011, εκδ. Μ.Σ. και Ε.Ζ. - ΤΡΙΜΟΡΦΟ
  4. Κ. Καιροφύλα, Η Ζάκυνθος και η Ελληνική Επανάστασις, Κέρκυρα, 1938
  5. Ντίνος Κονόμος, Εκκλησιές και Μοναστήρια στη Ζάκυνθο, Αθήνα 1967
  6. Ντίνος Κονόμος, Ζακυνθινοί Φιλικοί, Αθήνα 1966
  7. Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος Πεντακόσια Χρόνια (1478-1978), τ. Γ΄, Πολιτική Ιστορία 1815-1864, Αθήνα1985,
  8. Δανάη Σταυρινού, Το Γενικό Αρχείον του Αγίου Γεωργίου των Φιλικών Ζακύνθου, Πτυχιακή Εργασία,  Ιόνιο Πανεπιστήμιο-Τμήμα Αρχειονομίας και Βιβλιοθηκονομίας, Επόπτρια Καθηγήτρια:  Μαριάννα Κολυβά, Κέρκυρα 2012
  9. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ΄, τ. ΙΒ΄, Αθήνα 1976.





Related Posts with Thumbnails