Τὸ σπίτι ἦταν τότε βολεμένο, στολισμένο καὶ ὄμορφο. Τὰ πρόσωπα ὅλα νέα καὶ φωτεινά, χαμογελοῦσαν κι ἄφηναν τὴ χαρά τους νὰ ταυτιστεῖ μὲ τῆς γιορτῆς τὴ μέρα. Ναί, ξημέρωνε τῶν Ταξιαρχῶν. Ἐδῶ καὶ σαράντα χρόνια. Σαράντα χρόνια... Ἀλήθεια, πότε πέρασαν καὶ πόση στάχτη ἄφησαν στὴν ψυχή καὶ γύρω τους.
Θυμᾶσαι... Μέσα στὸ παγωμένο ἀπόβραδο τοῦ Νοεμβρίου τὴ γιορτὴ νὰ ἀνοίγεται μὲ εὐχές, μὲ ἐπισκέψεις, μὲ παρουσία ἀνθρώπων. Ποὺ σήμερα ἔφυγαν κι ἄφησαν μονάχα τὸν ἴσκιο τους νὰ στέκει στὸ ἴδιο σκοτεινὸ τὸ δωμάτιο, ποὺ τότε ἦταν φωτισμένο, περιποιημένο, χαμογελαστό.
Ἀλήθεια, πόσες μνῆμες εἶναι ἀπό τότε μαγεμένες, στιμωγμένες λές, στὸ νοῦ στὴν ψυχή, γύρω σου. Μνῆμες τότε λαμπερές καὶ σήμερα ἀχνοφωτισμένες μαζὺ μὲ τὰ πρόσωπα ποὺ πέρασαν, μαζὶ μὲ τὰ λόγια ποὺ ἄφησαν, μαζὶ μὲ τὰ βήματα, ποὺ ἀκόμα λές κι ἀκούγονται στὰ σκαλοπάτια, στὸ ἄδειο σαλόνι, στὸ μισοφωτισμένο σπίτι, ποὺ ἑτοιμάζεται νὰ γιορτάσει καὶ πάλι. Νὰ γιορτάσει, συντροφιὰ μὲ θύμησες, συντοφιὰ μὲ τὴ συγκίνηση, ποὺ ἀνεβαίνει στὰ μάτια σὰν ψιχάλα βροχῆς...
π.κ.ν.κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου