Βράδυ 12ης Μαΐου 2014
στο Συνέδριο περί Εκκλησίας και Media της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας
στο Συνέδριο περί Εκκλησίας και Media της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας
Κατ'
ἀρχάς σᾶς μεταφέρω τίς εὐχές τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης
Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, ὁ ὁποῖος χάρηκε γιά τό παρόν Συνέδριο καί εὔχεται εὐόδωση
τῶν ἐργασιῶν του.
Τό
θέμα τοῦ παρόντος Συνεδρίου-Σεμιναρίου εἶναι σοβαρότατο καί ἀναφέρεται στήν
σχέση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τά Μέσα Μαζικῆς
Ἐνημέρωσης στόν σύγχρονο κόσμο. Ἔτσι, λοιπόν, ὑπάρχουν τρεῖς πραγματικότητες,
ἡ Ἐκκλησία, τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης καί ὁ σύγχρονος κόσμος.
Τελικά
αὐτό τό θέμα εἶναι ἕνα μέρος τοῦ θέματος Ἐκκλησία καί κόσμος καί τά ἐρωτήματα
πού τίθενται εἶναι πάμπολλα. Μερικά ἀπό αὐτά εἶναι: Τά ΜΜΕ χρησιμοποιοῦν τήν
Ἐκκλησία θετικά ἤ ἀρνητικά; Ἡ Ἐκκλησία
χρησιμοποιεῖ τά ΜΜΕ γιά τήν ἀνάδειξη τῶν θεμάτων της καί τῆς παραδόσεώς της; Ἐκκλησιοποιοῦνται τά ΜΜΕ ἤ ἐκκοσμικεύεται ἡ ἴδια
ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν χρήση τους;
Δέν
εἶναι δυνατόν νά δοθοῦν πλήρεις ἀπαντήσεις στά ἐρωτήματα αὐτά, ἀλλά θά προσπαθήσω
νά διατυπώσω μερικές σκέψεις.
1.
Κοινωνία καί ἐνημέρωση
Κατ’
ἀρχάς πρέπει νά ἐξετασθῆ τό θέμα τῆς σχέσης τοῦ κόσμου μέ τά ΜΜΕ, γιά νά δοῦμε
τήν δομή καί τόν τρόπο λειτουργίας τους, ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητά τους, γιατί
αὐτό θά μᾶς βοηθήση νά δοῦμε καί τήν σχέση τους μέ τήν Ἐκκλησία.
Ἡ
κοινωνία καί αὐτό πού λέγεται κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἐνημέρωση. Σέ κάθε
ἐποχή ὑπῆρχαν διάφοροι τρόποι ἐνημέρωσης τῶν ἀνθρώπων. Στήν ἐποχή μας αὐτό
γίνεται μέ τό τηλέφωνο, τό ραδιόφωνο, τήν τηλεόραση, τό διαδίκτυο, τίς ἱστοσελίδες,
τά ἀτομικά μπλόκς κλπ.
Προκύπτουν,
ὅμως, διάφορα θέματα, ὅπως ἄλλωστε αὐτό γίνεται καί μέ ὅλα τά θέματα τοῦ κόσμου
πού μᾶς περιβάλλει καί μέ τήν ἐπιστήμη. Καί στό θέμα αὐτό ἐπικρατεῖ ὁ δυϊσμός,
ὅτι δηλαδή τό ἴδιο ἀντικείμενο μπορεῖ νά ἀπειλήση τόν ἄνθρωπο καί τήν κοινωνία,
καί τό ἴδιο μπορεῖ νά τά εὐεργετήση.
Ὑπάρχουν πολλά
βιβλία πού ἀναφέρονται στά σοβαρά αὐτά ζητήματα, ἀλλά στήν μικρή αὐτή εἰσήγηση
θά ἀναφέρω συνοπτικά δύο ἀπό αὐτά.
Τό
πρῶτο βιβλίο μέ τίτλο «Τό μήνυμα τοῦ μέσου» καί ὑπότιτλο «ἡ ἔκρηξη τῆς
ἐπικοινωνίας» ἀποτελεῖται ἀπό συλλογή ἄρθρων ξένων εἰδικῶν μελετητῶν καί ἐπικοινωνιολόγων
πού ἀναφέρονται στά σοβαρά θέματα τῆς ἐπικοινωνίας, καί τό βιβλίο αὐτό
συνέθεσαν καί ἐπιμελήθηκαν οἱ Κώστας Λιβεριάτος καί Τάκης Φραγκούλης[1].
Στήν
εἰσαγωγή γίνεται μιά περίληψη τῶν ἐπί μέρους κεφαλαίων καί παρουσιάζονται
ἀνάγλυφα οἱ σκέψεις τῶν συγγραφέων καί γίνεται λόγος γιά τό ὅτι στούς
τελευταίους αἰῶνες στήν δύση ἔγινε «ἡ ἐπανάσταση τῆς ἐπικοινωνίας» πού εἶναι
παρατεταμένη, καί στήν πραγματικότητα εἶναι «πιό καθολική ἀπό τή γαλλική τή
ρωσική ἤ τή κινέζικη», ἀλλά καί «πιό μακρόχρονη ἀπό τή βιομηχανική» καί
συγχρόνως εἶναι «ἐξίσου ἀμφιλεγόμενη μέ ἐκεῖνες». Μέ τήν ἐξάπλωση σέ ὅλο τόν
κόσμο τῶν τηλεπικοινωνιῶν, ὑπερνικήθηκαν οἱ ἀποστάσεις στόν χῶρο καί τόν χρόνο,
καί ἔγινε ὑπέρβαση τῶν γεωγραφικῶν, ἐθνικῶν καί φυλετικῶν ὁρίων, καί
ἐπικοινώνησαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στήν οἰκουμένη μεταξύ τους. Συγχρόνως, ὅμως,
ἀμέσως μέ τήν ἔναρξη αὐτῆς τῆς ἐπαναστάσεως δημιουργήθηκαν κριτικές ἀντιδράσεις
«πού ἐπισήμαναν τή γρήγορη παρακμή τῆς ἀστικῆς δημοσιότητας, τήν ἐνσωμάτωση τῶν
μέσων ἐπικοινωνίας σέ οἰκονομικές, πολιτικές καί τεχνοκρατικές ἐξουσίες, τήν
ἀδυναμία ἀληθινῆς ὁλοκλήρωσής τους μέσα στό δεδομένο κοινωνικό σύστημα, τήν
ἀνεξέλεγκτη καί διαβρωτική ἐπιδρασή τους στήν ἐμπειρία, τή συνείδηση καί τήν
κατάσταση τῶν πραγμάτων»[2].
Τό
συλλογικό αὐτό βιβλίο παρουσιάζει ἕνδεκα κείμενα καί μερικά ἀποσπάσματα πού
προσπαθοῦν νά ἀναλύσουν τό ὅλο θέμα καί τήν προβληματική τῶν συγχρόνων Μέσων
Ἐνημέρωσης. Καίτοι τά κείμενα αὐτά γράφηκαν παλαιότερα καί δέν εἶχαν ὑπ’ ὄψη
τους τήν σημερινή μεγαλύτερη ἔκρηξη τῶν Μέσων Ἐνημέρωσης, ἐν τούτοις θέτουν τά
βασικά προβλήματα πού ἀπασχολοῦν αὐτόν τόν χῶρο.
Τά
πρῶτα πέντε κείμενα αὐτῆς τῆς συλλογῆς «θέτουν τό γενικό πλαίσιο τῆς σύγχρονης
ἐπικοινωνίας, ἐξετάζουν τή σημασία, τή δομή καί τή λειτουργία της μέσα στήν
κοινωνία καί τόν πολιτισμό»[3].
Δηλαδή, τό κεντρικό θέμα αὐτῆς τῆς ἑνότητας ἀναφέρεται στήν ἐπικοινωνία καί τήν
σχέση της μέ τήν κοινωνία καί τόν πολιτισμό.
Ὁ
Charles
Cooley
(Κούλεϋ)
ἀναπτύσσει τό θέμα «ἡ σημασία τῆς ἐπικοινωνίας»· ὁ Robert
Park (Πάρκ)
καταγράφει «σκέψεις γιά τήν ἐπικοινωνία καί τήν κουλτούρα»· ὁ Harold Lasswell (Λάσγουελ) κάνει λόγο γιά τήν
«δομή καί τή λειτουργία τῆς ἐπικοινωνίας στήν κοινωνία»· ὁ Elihu
Katz (Κάτζ) ἀναφέρεται στίς «δύο
βαθμίδες στή ροή τῆς ἐπικοινωνίας»· ἡ Margaret Mead (Μήντ) ἀναπτύσσει τό θέμα
«ὁρισμένες πολιτισμικές προσεγγίσεις στά προβλήματα τῆς ἐπικοινωνίας».
Τά
ἑπόμενα τρία θέματα ἐπικεντρώνουν τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστου στά «πιό χαρακτηριστικά
μαζικά μέσα, τόν τύπο, τό ραδιόφωνο καί τήν τηλεόραση, ἀναλύοντας, σέ ἱστορική
καί θεωρητική προοπτική, ὁρισμένα καίρια γνωρίσματα καί ἀποτελέσματά τους:
εἰδήσεις, διαφημίσεις καί ψευδογεγονότα, δημοσιότητα, δημοσιογραφία καί
δημόσιες σχέσεις»[4].
Ἔτσι,
ὁ Walter
Lippmann
(Λίπμαν) ἀναπτύσσει τό θέμα «ἡ φύση τῶν εἰδήσεων»· ὁ Daniel Boorstin (Μπούρστιν) ἀναφέρεται στό
κρίσιμο σημεῖο «ἀπό τήν συλλογή εἰδήσεων στήν κατασκευή εἰδήσεων: ἕνας κατακλυσμός
ψευδογεγονότων»· καί ὁ Jurgen Habermas (Χάμπερμας) κάνει λόγο γιά τήν
«ἀλλαγή τῆς πολιτικῆς λειτουργίας τῆς δημοσιότητας: ἀπό τή συγγραφική δημοσιογραφία
στά μαζικά μέσα».
Καί
τά ὑπόλοιπα τρία κείμενα τῆς συλλογῆς αὐτῆς «ἀναφέρονται στίς εὐρύτερες
συνέπειες καί προοπτικές τῶν μέσων, συσχετίζοντας τήν τεχνολογική ἰδιοσυστασία
τους μέ τό πολιτισμικό πλαίσιο καί τήν κοινωνική ἀλλαγή»[5].
Συγκεκριμένα
ὁ Bertolt
Brecht
(Μπρέχτ) ἀναπτύσσει τό θέμα «τό ραδιόφωνο ὡς μηχανισμός ἐπικοινωνίας: Λόγος γιά
τή λειτουργία τοῦ ραδιοφώνου»· ὁ Marshall
Mc Luhan
(Μάκ Λούαν) ἀναφέρεται στό ὅτι «τό μέσο εἶναι τό μήνυμα»· καί ὁ Kingsley Widmer (Γουΐντμερ) ἐπεξεργάζεται τό
θέμα «ἡ εὐαισθησία ὑπό τήν τεχνοκρατία: σκέψεις γιά τήν κουλτούρα τῶν
κατεργασμένων ἐπικοινωνιῶν».
Καί
μόνο ἀπό τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου αὐτοῦ φαίνεται ὅτι γίνεται ἀπό εἰδικούς
μελετητές πλήρης ἀνάλυση τῆς σύγχρονης ἐπικοινωνίας, ἀφοῦ παρουσιάζεται ἡ ὅλη
λειτουργία καί δομή της, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐκφράζονται στόν κοινωνικό χῶρο
καί τόν πολιτισμό. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος
γιά τόν ὁποῖο ἔκανα μιά μικρή ἀνάλυση τῆς θεματολογίας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ.
Μιά
σημαντική παρατήρηση εἶναι ὅτι σχετικά μέ τήν μετάδοση τῆς πληροφόρησης γίνεται
λόγος γιά «ροή δύο βαθμίδων ἐπικοινωνίας» (Ἐλίχον Κάτζ), γιά «διφασική ροή
ἐπικοινωνίας» (Μ. Σεραφετινίδου), γιά «ροή δύο βημάτων» (Οὐμπέρτο Ἔκο). Ἔτσι,
κατά τόν Ἐλίχον Κάτζ «οἱ ἐπιρροές πού προέρχονται ἀπό τά μαζικά μέσα φθάνουν
πρῶτα στούς "καθοδηγητές γνώμης" (opinion leaders),
οἱ ὁποῖοι μέ τήν σειρά τους μεταδίδουν αὐτά πού διάβασαν καί ἄκουσαν στούς
καθημερινούς συντρόφους τους, στούς ὁποίους ἀσκοῦν μιά ἐπιρροή». Αὐτό συμβαίνει
κατ' ἐξοχήν μέ τά σύγχρονα μέσα ἐνημέρωσης πού ἀναμεταδίδουν τήν πληροφορία,
ἤτοι τίς ἱστοσελίδες, τίς προσωπικές ἱστοσελίδες (blogs), τίς σελίδες κοινωνικῆς
δικτύωσης (facebook,
twitter
κ.ἄ.) κλπ. Ὁπότε, τό πρόβλημα δέν εἶναι τόσο ἡ εἴδηση, ὅσο οἱ λεγόμενοι,
ἐπίσημοι ἤ ἀνεπίσημοι, καθοδηγητές τῆς κοινῆς γνώμης, πού διαδραματίζουν τόν
ρόλο τῆς παραπληροφόρησης.
Ἐπίσης,
εἶναι ἐνδιαφέρουσα ἡ ἄποψη τοῦ Ντάνιελ Μπούρστιν ὅτι «τό νέο εἶδος τεχνητῆς
καινοτομίας πού κατέκλυσε τήν ἐμπειρία μας» καί ἔχει σχέση μέ τήν σύγχρονη
πληροφόρηση εἶναι τά «ψευδο-γεγονότα». Πρόκειται γιά ἀναληθῆ καί ἀπατηλά
γεγονότα. Τό «ψευδογεγονός» ἔχει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά. Πρῶτον, «δέν εἶναι
αὐθόρμητο, ἀλλά παρουσιάζεται ἐπειδή κάποιος τό ἔχει σχεδιάσει, σκηνοθετήσει ἤ
ὑποκινήσει», δηλαδή μεταφέρει μιά εἴδηση, χωρίς νά ἔχη αὐτήν τήν ἔκταση ἤ χωρίς
νά ἔχη γίνει κάτι οὐσιαστικό. Δεύτερον, «σκηνοθετεῖται πρωταρχικά (ὄχι πάντα
ἀποκλειστικά) μέ ἄμεσο σκοπό νά μεταδοθεῖ ἤ νά ἀναπαραχθεῖ» καί «ἡ ἐπιτυχία του
μετριέται ἀνάλογα μέ τήν εὐρύτητα τῆς μεταδόσεώς του». Τρίτον, «ἡ σχέση του μέ
τήν βαθύτερη πραγματικότητα τῆς καταστάσεως εἶναι ἀμφιλεγόμενη». Καί τέταρτον,
«συνήθως προορίζεται ν' ἀποτελέσει μιά αὐτοεπαληθευόμενη προφητεία», δηλαδή
ἑτοιμάζεται μιά ἐκδήλωση γιά νά προβληθῆ στήν συνέχεια καί νά ἐπαινεθῆ.
Τό
δεύτερο βιβλίο εἶναι τοῦ Ζάν Γκισνέλ μέ τίτλο «Πόλεμοι στόν κυβερνοχῶρο»,
καί ὑπότιτλο «Μυστικές ὑπηρεσίες καί Internet»[6].
Τό βιβλίο διαρθρώνεται σέ ἕνδεκα κεφάλαια καί θά παραθέσω τούς τίτλους τους πού
δείχνουν τήν μεγάλη σημασία τους γιά τήν γνώση τοῦ συγχρόνου ἐπικοινωνιακοῦ
χώρου, πού συνδέει τούς ἀνθρώπους μεταξύ τους, ἀλλά ταυτόχρονα δεσμεύουν καί
τήν ἐλευθερία τους.
Στό
βιβλίο ἀναπτύσσονται διεξοδικά καί τεκμηριωμένα τά θέματα: «Οἱ νέες μυστικές
ὑπηρεσίες», «οἱ πρῶτοι μαχητές τοῦ κυβερνοχώρου», «κρυπτογραφία, τό σύνορο τῆς
ἐλευθερίας», «Γαλλία, ὁ τελευταῖος τροχός», «ἡ μαύρη σημαία κυματίζει στό Internet»,
«οἱ πράκτορες ἐφορμοῦν», «ὁ χρυσός αἰώνας τῶν κυβερνοδιωκτῶν», «ὁ πληροφοριακός
πόλεμος», «Internet
καί οἰκονομική κατασκοπεία», «οἰκονομία, ἕνα νέο πεδίο μάχης», «Ὑπερβολικές
προκλήσεις». Στό τέλος τοῦ βιβλίου ὑπάρχει καί
ἕνα σημαντικό παράρτημα πού εἶναι μιά «σύντομη ἱστορική ἀναδρομή στό Internet».
Στό
ἐνδιαφέρον αὐτό βιβλίο γίνεται λόγος γιά τήν ἱστορία τοῦ Internet,
ἀφοῦ ξεκίνησε μέ τήν σκέψη νά «συνδέσουν τούς ὑπολογιστές ὁρισμένων
ἀμερικάνικων ἐπιστημονικῶν ἐργαστηρίων μεταξύ τους», ὅτι τό πρόγραμμα αὐτό
χρηματοδοτήθηκε ἀπό τό Πεντάγωνο πού εἶχε τά κατάλληλα μέσα καί στήν συνέχεια
πέρασε στίς ἰδιωτικές Ἑταιρεῖες καί ἐπιχειρήσεις, ὁπότε σήμερα τό Internet
ἔγινε πιό φιλικό στό εὐρύ κοινό καί εἶναι ἕνα εὔκολο μέσο ἐπικοινωνίας μεταξύ
τῶν ἀνθρώπων, τῶν χρηστῶν. Ἔτσι, ἡ πληροφόρηση γίνεται γρήγορα, εὔκολα, εἶναι
προσβάσιμη σέ πολλούς, ὁπότε ὅλος ὁ κόσμος ἑνώθηκε σημαντικά, μέ τήν ὑπέρβαση τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου.
Ὅμως,
ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἀλόγιστη χρήση τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐπικοινωνίας πληρώνει καί
βαρύ τίμημα γι’ αὐτό, ἀφοῦ καταδυναστεύεται ἡ προσωπική του ἐλευθερία καί
γίνεται αἰχμάλωτος ἰδεῶν καί πραγμάτων. Στό βιβλίο αὐτό γίνονται εὐρύτερες
ἀναλύσεις τοῦ θέματος, ὅπως ὅτι στόν κυβερνοχῶρο ἐξελίσσεται ἕνας μυστικός
πόλεμος μιᾶς ἄλλης μορφῆς, ὁ λεγόμενος πληροφοριακός πόλεμος[7]· ὅτι στίς ἡμέρες μας «ἡ ἐπεξεργασμένη
πληροφορία» γίνεται ἕνα «μυστικό ὅπλο»[8]·
ὅτι στόν πόλεμο αὐτόν γίνονται «ἐπιθέσεις στήν πνευματική ἰδιοκτησία»[9]·
ὅτι ὑπάρχουν «πράκτορες»[10],
ἀναδεικνύονται πειρατές[11],
«κατάσκοποι»[12],
παρατηρεῖται «οἰκονομική κατασκοπεία»[13],
καί φυσικά, ὅπως σέ κάθε πόλεμο, ὑπάρχουν καί θύματα, πού εἶναι τελικά οἱ χρῆστες
πού δέν κάνουν καλή χρήση τῶν Μέσων αὐτῶν Ἐπικοινωνίας.
Στό
βιβλίο αὐτό ἔχει κανείς τήν δυνατότητα νά ἀποκτήση πολλές γνώσεις γύρω ἀπό τόν
κυβερνοχῶρο καί νά δῆ «τούς σημαντικούς κινδύνους πού κρύβουν τά πλοκάμια τῶν
δικτύων γιά τίς ἐλευθερίες μας». Ἕνα
βασικό συμπέρασμα εἶναι ὅτι «τό Internet καί τά δίκτυα θά ἀποτελέσουν
τό πλαίσιο, μέσα στό ὁποῖο, ἀπό ἐδῶ καί πέρα, θά ἀναπτύσσονται νέου τύπου
συρράξεις, πού πρίν ἀπό μερικά χρόνια δέν μπορούσαμε κἄν νά φαντασθοῦμε. Ἡ
κατασκοπεία καί ἡ κλοπή πληροφοριῶν, ὁ βιασμός τῆς προσωπικῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν
καί ἡ συγκάλυψη τῶν ἐγκληματικῶν ἐπιχειρήσεων θά γίνονται πλέον μέσα ἀπό τά δίκτυα.
Μέχρι καί πόλεμος μπορεῖ νά γίνει χωρίς νά τό καταλάβουμε καλά καλά. Ἡ γενική
ψηφιοποίηση τῶν ἐπικοινωνιῶν δίνει τή δυνατότητα στίς ἀστυνομικές δυνάμεις,
τίς ὑπηρεσίες πληροφοριῶν καί τό στρατό, νά διαθέτουν τέτοια τεχνικά μέσα
παρέμβασης στή ζωή τῶν πολιτῶν, πού ἄλλοτε δέν τά εἶχαν κἄν φανταστεῖ. Οὔτε οἱ
ἐπιχειρήσεις μποροῦν νά ξεφύγουν ἀπό τούς πειρατές, οἱ ὁποῖοι πλέον δέν εἶναι
μόνον ἀφελεῖς νεαροί μέ ἀκμή στό πρόσωπο»[14].
Τό
φαινόμενο αὐτό δέν εἶναι σύγχρονο οὔτε εἰσήχθη μέ τά σύγχρονα Μέσα Ἐπικοινωνίας,
ἀλλά εἶναι τόσο παλαιό ὅσο καί ὁ ἄνθρωπος. Στίς ἡμέρες μας γίνεται περισσότερο
ἐμφανές, λόγω τῶν ἰδιαιτέρων δυνατοτήτων πού ὑπάρχουν νά βλέπουμε τίς ἀλλαγές
καί τίς συγκρούσεις. Πάντως, πάντοτε στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες παρατηρεῖται
ἀνταγωνισμός, διαπάλη μεταξύ ἀνθρώπων, κοινωνικῶν ὁμάδων, διαφόρων ἐξουσιῶν,
χωρῶν καί πολιτισμῶν.
Ἤδη
αὐτό τό εἶχε ἐπισημάνει στήν ἀρχαιότητα καί ὁ μεγάλος σοφός Ἡράκλειτος πού ἔκανε λόγο γιά τόν πόλεμο, «τό
γίγνεθαι», «τά πάντα ρεῖ». Τά ἀντίθετα, κατά τόν Ἡράκλειτο, βρίσκονται πάντα σέ
μιά διαρκῆ δυναμική σχέση καί σέ μιά ἑνότητα. Τό «ταὐτόν» μπορεῖ νά ἐμφανίζεται
σέ διαφορετικές μορφές καί νά βασίζεται: στήν ἀλληλεξάρτηση τῶν ἀντιθέτων, ἀφοῦ ἡ ὕπαρξη τοῦ ἑνός προϋποθέτει τήν
ὕπαρξη τοῦ ἄλλου, δηλαδή ἡ ἀρρώστια κάνει τήν ὑγεία νά φαίνεται κάτι τό
εὐχάριστο· στήν ἀλληλοδιαδοχή, ἀφοῦ ἡ
νύκτα διαδέχεται τήν ἡμέρα καί τό ἀντίστροφο, στήν ἀντιθετική ὄψη τοῦ ἰδίου πράγματος, ἀνάλογα μέ τήν στάση καί τήν
ἀντίληψη κάθε ὑποκειμένου, ἀφοῦ τό θαλασσινό νερό εἶναι πόσιμο γιά τά ψάρια,
ὄχι ὅμως γιά τούς ἀνθρώπους· καί στήν συνολική
ἑνότητα παρά τήν φαινομενική πολλαπλότητα κάθε ζεύγους ἀντιθέτων, ἀφοῦ γιά
τόν Θεό ὅλα εἶναι ὡραῖα καί ἀγαθά καί δίκαια[15].
Μιά
βασική φράση τοῦ Ἡρακλείτου εἶναι: «Καί πάντα κατ’ ἔριν γίνεσθαι». Τό «γίγνεσθαι» εἶναι συνέπεια τῆς σύγκρουσης τῶν
ἀντιθέτων, ἀφοῦ τά «πάντα» βρίσκονται σέ διαρκῆ κίνηση καί ἀλλαγή. Συγχρόνως,
ὅμως, γιά τόν Ἡράκλειτο τό «Εἶναι» ἐμπεριέχεται στό «γίγνεσθαι» καί τό «Εἶναι»
ἀποτελεῖ τήν ἁρμονική συναρμογή τῶν ἀντιθέτων, κατά τόν λόγο του «ἕν πάντα
εἶναι»[16].
2.
Ἐκκλησία καί ἐνημέρωση
Προηγουμένως
ἀναλύθηκαν μέ συντομία τά σύγχρονα Μέσα Ἐνημέρωσης καί Ἐπικοινωνίας, τά θετικά
καί τά ἀρνητικά τους σημεῖα, γιατί αὐτό ἔχει σχέση καί μέ τήν Ἐκκλησία. Οἱ
σύγχρονες κοινωνίες δέχονται μεγάλες ἐπιρροές ἀπό τόν τρόπο δράσης τους. Ἔπειτα,
οἱ ἀνταγωνισμοί δέν γίνονται μέσα σέ περιοριστικά πλαίσια, ἀλλά ἐπεκτείνονται
σέ μεγάλες ἀποστάσεις. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι καί ὁμάδες πού θέλουν νά κυβερνοῦν
τόν κόσμο καί νά ἐπικρατοῦν σέ αὐτόν.
Μέσα
σέ αὐτήν τήν προοπτική ὅσοι κινοῦν τά νήματα τῆς κοινωνίας ἐντάσσουν καί τήν
Θρησκεία. Ἔτσι, ὅσοι χειρίζονται τά
σύγχρονα αὐτά Μέσα Ἐνημέρωσης, ἐκλαμβάνουν καί τήν Θρησκεία ὡς ἕνα σύστημα τῆς
κοινωνίας, ὡς μιά κοινωνική ἐξουσία, ἤ ἔστω ὡς ἕναν πολιτισμό, ἀκόμη καί ὡς μιά
κοινότητα πού ἐπηρεάζει τό κοινωνικό γίγνεσθαι καί τήν ἀντιμετωπίζουν ἀναλόγως.
Ἐμπλέκεται καί ὁ χῶρος αὐτός μέσα στόν μυστικό αὐτόν πόλεμο. Στήν καλύτερη
μορφή θέλουν τήν Θρησκεία νά παίζη ἕναν ρόλο κοινωνικό, ἐξισορροπητικό, νά
εἶναι ἕνα εἶδος κοινωνικῆς ὁμοιοστασίας, νά περιθάλπη τά θύματα τοῦ οἰκονομικοῦ
πολέμου πού αὐτοί κάνουν, καί νά περιορίζη τά καταστροφικά ἀποτελέσματά του.
Πολλές
φορές παρατηροῦμε ὅτι θέλουν νά ἐντάξουν τήν Θρησκεία μέσα στό σύστημά τους καί
αὐτό τό ἐπιχειροῦν μέ διαφόρους τρόπους, ἀσκοῦν πιέσεις, ἐκμεταλλεύονται τά ἀδύνατα
σημεῖα της, καί δημιουργοῦν σκανδαλοθηρικά ζητήματα.
Πάντως,
εἶμαι ὑποχρεωμένος νά τονίσω ὅτι ὁ κόσμος πού χαρακτηρίζεται ὡς θρησκευτικός
δέν εἶναι ἑνιαῖος. Εἶναι ἡ Θρησκεία, ὁ Χριστιανισμός καί ἡ Ἐκκλησία. Κάθε ἕνα
ἀπό αὐτά εἶναι διαφορετικό μέγεθος. Ἡ Θρησκεία, μέ τίς ποικίλες ἐκφράσεις τῆς
λειτουργίας της στό σύστημα τῆς κοινωνίας, θέλει νά νέμεται τήν κοσμική
ἐξουσία, νά συμμετέχη σέ αὐτήν ἤ τήν ἀρνεῖται καί μένει στό περιθώριο, καθώς
ἐπίσης πολλές μορφές τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀσκοῦν μιά μορφή κοινωνικῆς ἐξουσίας.
Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, στήν πραγματική ἔκφρασή της,
λειτουργεῖ διαφορετικά. Ζῆ καί ἐργάζεται στήν κοινωνία, χωρίς νά ταυτίζεται μέ
αὐτήν, γι’ αὐτό δέν παραμένει σέ ἕναν μυστικιστικό κόσμο, ἀλλά καί οὔτε ἐκκοσμικεύεται.
Ἐργάζεται μέσα στήν κοινωνία καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μεταμορφώνει τήν κοινωνία
καί τήν ἁγιάζει, χωρίς βέβαια νά καταργῆ τήν ἐλευθερία τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ
Ἐκκλησία ἀποβλέπει στήν μεταμόρφωση καί στήν ἀνατροπή τοῦ μεταπτωτικοῦ συστήματος.
Ἀποβλέπει σέ μιά νέα κτίση.
Ἀκολουθώντας τήν διδασκαλία τῶν
Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὑποστηρίζω, ὅπως τό ἔκαναν πολλοί ὀρθόδοξοι θεολόγοι,
ὅτι ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὡς πνευματικό Νοσοκομεῖο. Αὐτό τό βλέπουμε στήν
παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη καί σέ ἄλλα ἁγιογραφικά καί πατερικά κείμενα. Ἡ
εἰκόνα τοῦ Νοσοκομείου δείχνει τόν τρόπο τῆς ἐργασίας τῆς Ἐκκλησίας. Τό
Νοσοκομεῖο ἀσκεῖ κυρίως τήν θεραπεία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, διαθέτει γιατρούς,
νοσοκόμους, φάρμακα καί πρό παντός θεραπευτική ἀγωγή, ἀλλά γιά τήν ἀντιμετώπιση
τῶν διαφόρων λειτουργικῶν καί διοικητικῶν θεμάτων διαθέτει καί Γραφεῖα, ἔχει
διοικητικούς ὑπαλλήλους καί βεβαίως χρησιμοποεῖ τά σύγχρονα Μέσα Ἐπικοινωνίας,
τούς ὑπολογιστές, τήν γρήγορη ἀνταλλαγή πληροφοριῶν, τά ἐρευνητικά Κέντρα μέ
τήν χρήση τῶν ὑπολογιστῶν. Γιά παράδειγμα, οἱ σύγχρονες βιοϊατρικές ἔρευνες δέν
θά μποροῦσαν νά εὐωδοθοῦν ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ σύγχρονη τεχνολογία, γι’ αὐτό γίνεται
λόγος γιά γενετική μηχανική.
Ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία δίνει νόημα
ζωῆς στούς ἀνθρώπους, ἀναπτύσσει τόν πολιτισμό μέσα στόν ὁποῖο ἐντάσσεται ὁ
ἄνθρωπος καί ἀντιμετωπίζει ὅλα τά θέματά του, ἀλλά συγχρόνως χρησιμοποιεῖ καί
τούς νέους τρόπους ἐπικοινωνίας, ὥστε νά πραγματοποιῆ τό γενικότερο ἔργο της,
πού εἶναι διττό, ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί ἡ ποιμαντική τῶν ἀνθρώπων.
Ἀπό μιά ἄλλη πλευρά ἡ Ἐκκλησία
εἶναι ἕνας Θεανθρώπινος ὀργανισμός. Ὅπως τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει ἐξωτερικές,
ἀλλά καί ἐσωτερικές λειτουργίες, πού δέν φαίνονται, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει
ἐξωτερική ζωή, λατρεία, ἐκδηλώσεις, φιλανθρωπία πού φαίνονται, ἀλλά καί
ἐσωτερική ζωή πού δέν μποροῦν νά τήν δοῦν τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, οὔτε τούς
χρειάζεται.
Ὁ Γουῶλτερ Λίπμαν ἔχει
ἐπισημάνει ὅτι «οἱ εἰδήσεις δέν εἶναι ἕνας καθρέπτης τῶν κοινωνικῶν συνθηκῶν,
ἀλλά ἡ καταγραφή μιᾶς ὄψης τῶν πραγμάτων πού ἔχει ξεπροβάλει. Οἱ εἰδήσεις δέν
μᾶς λένε πῶς βλασταίνει ὁ σπόρος μέσα στόν χῶμα, μπορεῖ ὅμως νά μᾶς ποῦν πότε
σκάει στήν ἐπιφάνεια τό πρῶτο βλαστάρι. Μπορεῖ ἀκόμα νά μᾶς ποῦν τί λέει
κάποιος ὅτι συμβαίνει στόν σπόρο κάτω ἀπ' τή γῆ. Μπορεῖ νά μᾶς ποῦν ὅτι τό βλαστάρι
δέν βγῆκε τήν ὥρα πού τό περιμέναμε».
Ὁ Ντάνιελ Μπούρστιν θά τό δώση
αὐτό μέ ἕνα παράδειγμα. Κάποιος πού θά δῆ τό μωρό μιᾶς μητέρας θά πῆ: «Πῶ! πῶ!
τί ὄμορφο πού εἶναι τό μωρό σας!». Καί ἐκεῖνη θά ἀπαντήση: «Ἄ! αὐτό δέν εἶναι
τίποτα· ποῦ νά δῆτε τήν φωτογραφία του!».
Αὐτό σημαίνει ὅτι τά ΜΜΕ
ἐνδιαφέρονται κυρίως γιά τό πότε θά σκάση τό βλαστάρι, ποιά εἶναι ἡ φωτογραφία,
δηλαδή τό «φαίνεσθαι» τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἴδια
τήν ζωή, τό «εἶναι» τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ Ἐκκλησία, πάντως, δέν ἀγνοεῖ
καί τήν κοινωνική πραγματικότητα. Ἔτσι, ἡ Ἱερά Σύνοδος καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό πολύ καιρό ἔχουν συστήσει Γραφεῖα Τύπου καί
Δημοσίων Σχέσεων μέ τά ὁποῖα ἐνημερώνονται οἱ ἴδιες γιά ὅ,τι γίνεται στήν
κοινωνία καί τόν κόσμο, ἐνημερώνουν τούς δημοσιογράφους, τίς ἐφημερίδες καί
ἄλλους φορεῖς γιά τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ ἡ Ἐκκλησία, καί ἀντιμετωπίζουν διάφορα
ἀρνητικά γεγονότα πού τίς ἀφοροῦν.
Βέβαια, οἱ Ἱερές Μητροπόλεις
καί οἱ Ἐνορίες χρησιμοποιοῦν μέ τρόπο θετικό τό διαδίκτυο στό διοικητικό,
ποιμαντικό καί κατηχητικό τους ἔργο. Διαθέτουν ραδιόφωνο, διαδίκτυο, τηλεόραση
γιά νά ἐπικοινωνοῦν μέ τούς Χριστιανούς. Δηλαδή, συγχρονίζονται, ἀλλά καί
ἐπιδιώκουν νά μήν ἐκκοσμικεύωνται. Εἶναι ἐνδεχόμενο νά παρατηροῦνται καί
περιπτώσεις ἐκκοσμικεύσεως, ἀλλά ὁ Θεανθρώπινος ὀργανισμός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι
πολύ δυνατός καί διορθώνει τυχόν παρεκκλίσεις.
Ἐπί πλέον στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑφίσταται, κατά τόν Καταστατικό της Χάρτη, Συνοδική
Ἐπιτροπή ἐπί τοῦ Τύπου, τῆς ὁποίας ἔχω τήν τιμή νά εἶμαι Πρόεδρος, ὅπου
συζητᾶμε διάφορα θέματα τῆς ἁρμοδιότητάς μας, σέ θεωρητικό, ἀλλά καί σέ
πρακτικό ἐπίπεδο. Προσπαθοῦμε νά ἐντοπίσουμε τά προβλήματα πού ὑπάρχουν στόν
τομέα τῆς ἐνημέρωσης καί ἐπικοινωνίας, καί νά τά ἀντιμετωπίζουμε μέ τόν
κατάλληλο τρόπο. Τόν τελευταῖο καιρό καταρτίζουμε ἕναν κώδικα λειτουργίας τῶν
Γραφείων Τύπου πού λειτουργοῦν σέ κάθε Ἱερά Μητρόπολη. Σκοπός μας εἶναι νά μήν
εἴμαστε ἀπομονωμένοι καί ξεκομμένοι ἀπό τήν κοινωνία, ἀλλά ταυτόχρονα νά μή
χάσουμε τόν μυστηριακό, πνευματικό χαρακτήρα καί ἐκκοσμικευθοῦμε. Ἡ Ἐκκλησία
ἐργάζεται πάντοτε μέσα στήν ἱστορία. Ἐπίσης, ἐνδιαφερόμαστε γιά τό πῶς θά
μπορέσουμε νά ἐνημερώσουμε τούς ἀνθρώπους γιά τό ἔργο πού ἐπιτελεῖται μέσα στήν
Ἐκκλησία, ἀλλά καί πῶς θά μπορέσουμε μέ ψυχραιμία, σοβαρότητα καί ὑπευθυνότητα
νά χειριζόμαστε διάφορες κρίσιμες καταστάσεις, καθώς ἐπίσης πῶς θά
ἀντιμετωπίζουμε περιπτώσεις κριτικῆς –καλόπιστης ἤ κακόπιστης– πρός τήν
Ἐκκλησία, ἀπό ὑπαρκτά ἤ κατασκευασμένα γεγονότα.
Γενικά,
ὑποστηρίζω ὅτι τρεῖς δυνατές θέσεις μπορεῖ νά λάβη κανείς ἀπέναντι στά σύγχρονα
Μέσα Ἐπικοινωνίας-Ἐνημέρωσης. Ἡ μία εἶναι ἡ «θεοποίησή» τους, ὅταν ἀπολυτοποιοῦνται
καί τούς ἀποδίδονται θεϊκές ἰδιότητες, ὅπως ἔγινε πρόσφατα γιά τό Google.
Ἡ ἄλλη εἶναι ἡ «δαιμονοποίησή» τους, ὅταν
θεωροῦνται ὡς δαιμονικά μέσα, πηγή ὅλων τῶν κακῶν πού ὑπάρχουν στήν κοινωνία.
Καί ἡ τρίτη εἶναι ἡ καλή χρήση τους, τό νά θεωροῦνται ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ, ὡς
ἐργαλεῖα γιά τήν καλή ὀργάνωση τῆς κοινωνίας, μέ ἀπώτερο σκοπό νά κυριαρχήση ὁ
ἄνθρωπος πάνω σ’ αὐτά καί σέ ὅλη τήν δημιουργία καί ὄχι νά γίνη δοῦλος τους.
Ἀπρίλιος
2014
[1]
Τό μήνυμα τοῦ μέσου, ἐκδόσεις Ἀλεξάνδρεια,
4η ἔκδοση (ἀχρονολόγητη, ἡ τρίτη ἔκδοση 1991, Ἀθήνα.
[2]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 9.
[3]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 11.
[4]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 17.
[5]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 22.
[6]
Ζάν Γκισνέλ Πόλεμοι στόν κυβερνοχῶρο,
ἐκδόσεις Στάχυ, Ἀθήνα 1997.
[7]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 42, σελ. 187.
[8]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 215.
[9]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 128.
[10]
Ἔνθ ἀνωτ. σελ. 137.
[11]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 108.
[12]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 20.
[13]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 211.
[14]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 11-12.
[15]
Κωνσταντῖνος Βαμβακᾶς, Οἱ θεμελιωτές τῆς
δυτικῆς σκέψης, Πανεπιστημιακές Ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο 2001, σελ.
242-243.
[16]
Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 245-247.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου