Να ντυθούμε μ’ έν’
αστέρι
και να στήσουμε καρτέρι
κι όποιος θέλει αν του
βαστάει
ας αρχίσει να λαλάει.
Τι Σιδών
τι σινδών
για την ίδια περιπέτεια
μιλάμε.
Η πατρίδα
τα φανάρια της
και το αύριο
τώρα πια συμβάν είναι
μακάβριο.
Λόγω του Λόγου ολόξενη
και απειροπόλεμη πού πας;
Τα μανουσάκια
είχαν την εγκαρτέρηση των
φευγάτων
όσων πιστέψαν άξαφνα πως
έγιναν απόστολοι
κηρύσσοντας μετάνοια πόρτα
πόρτα.
Άνοιξέ μου Άνοιξη
και κλείσε πίσω.
Μια λουρίδα σκουριάς
από σε στην καρδιά μας
η Αγάπη-
Μόνη ανάγκη
να μπορούμε να τραγουδάμε.
Όλα
για τη μεταθεολογία των προσευχών
τον πατριωτισμό του σώματος
τη μεταϊστορία δακρύων
στοιχειωμένων
τις μακρές περιπλανήσεις
δωματίου.
Την παραμυθία των παραμυθιών
μη λησμονάτε.
Τό πολύαθλο πρόσωπο του Ιώβ
οι ανέπαφοι
ασπασμοί των φίλων
δέν
αντέχονται-
γρήγορα
στό Δέντρο σου ανεβαίνεις
καί
αναδασώνεσαι.
Η ξενιτιά της θάλασσας σαν
της φυγής καλάθι
το μέγα σου το πέταγμα κανείς
δεν θα το μάθει.
[Γράφτηκε στο Μπανάτο της Ζακύνθου, σε τρεις φάσεις: 1982, 1992 και 2003.
Πρωτοδημοσιεύτηκε στην ποιητική συλλογή "Mater Dolorosa", το 2005 και οριστικά στη συγκεντρωτική έκδοση "Καμένες πεταλούδες", το 2010.]
1 σχόλιο:
Κρατησα τό, " Την παραμυθία τῶν παραμυθιῶν..", χωρὶς νὰ ἀπορρίπτω τὰ ἄλλα.
Σ᾿ ἐκεῖνα ἀκουμπαμε ἀκόμα.π.κ
Δημοσίευση σχολίου