(5/3/1922-2/11/1975)
Το
σπίτι κατέρρευσε με ένα κορυφαίο κρότο. Συνετρίβη απροσδόκητα καθώς κορυφωνόταν
η μεγάλη βροχή ενός φθινοπωρινού απογεύματος. Κατέρρευσε περήφανο, δίχως σε
τίποτα να αναστατώσει την υπέροχη γειτονιά με τους εραστές, τις αγοραίες
γυναίκες, τους ερυθρούς λαμπτήρες και τους πολεμιστές που εξέρχονται των
θαυμάσιων ερωτικών δωματίων, με μια ροδαλότητα στις παρειές, ενδεικτική του
πόθου με τον οποίον δίνονται πάντα οι άνθρωποι στα ένστικτα. Απέμειναν μόνον ο βορινός τοίχος, φτιαγμένος κάποτε από πλίθρες και η σιδερένια πόρτα. Ορισμένοι συλλογίστηκαν
εκείνους που κάποτε επέζησαν σε τούτο το σπίτι. Ανακάλεσαν τις χαρούμενες,
χριστιανικές εορτές, έπειτα λυπήθηκαν καθώς είχαν ακόμη περισώσει την εικόνα
ενός ολοσκότεινου εσωτερικού με τη γυναικεία φιγούρα που βάδιζε με μια
αιωνιότητα, καθώς εκείνοι που περιφέρουν τους συνοικιακούς επιταφίους. Έπειτα
οι άνθρωποι του δήμου αποφάνθηκαν πως δεν χρήζει κίνδυνος κανείς για τη γενική
ασφάλεια και στιγμάτισαν το ριγμένο σπίτι με μία πολύχρωμη κορδέλα και
εγκατέλειψαν το ερειπιώδες κτίσμα, έχοντας πάντα κατά νου πως μια τέτοια
αισθητική συγκλίνει απρόσμενα με την αισθητική της πτώσεως και δεν ασχολήθηκαν
ποτέ με το συντριμμένο σπίτι και δεν υπαινίχθηκαν ποτέ πως το οίκημα ετούτο
απαιτούσε μια ολοκληρωτική κατεδάφιση.
Οι
νεότεροι σπουδαστές της σχολής του θεάτρου
όμως εντόπισαν στα πελώρια ερείπια μια θαυμάσια ευκαιρία να αναπαράγουν
το αίτημα περί της καταστροφής του πολιτισμού εν γένει. Μάλιστα οργάνωσαν μια
θεατρική παράσταση δίχως έξοδα που παίζεται μόνο τα πρωινά, εξυπηρετώντας ακόμα
έναν συμβολισμό, μία ας πούμε αισθητική του φωτός, της βαρύτατης εξέλιξης που
λαμβάνει χώρα τις βιομηχανικές, πρωινές ώρες. Αφιέρωσαν το έργο στην εργατική
τάξη, υποκρίνονταν μάλιστα κάποιους στρατιώτες οι οποίοι επιτυγχάνουν την επαφή
με έναν ακραίο σταθμό και εκεί διαπιστώνουν τις προοπτικές της διαφυγής από τον
αναπόφευκτο, εξελικτικό μηχανισμό του πολιτισμού. Ένα κορίτσι αξεπέραστης
ομορφιάς, πιθανόν από τα κόκκινα χωράφια της Οκλαχόμα, στέκεται καθ΄ όλη τη
διάρκεια της παράστασης γονατισμένη έξω από τη σιδερένια θύρα και οι στρατιώτες
σχίζουν με μανία πρωτοφανή, εκ νέου τους κόκκινους χιτώνες και δεν ζωγραφίζουν,
μήτε τραγουδούν, ούτε εξιστορούν κάποια μάχη, μία στρατιωτική επιτυχία ικανή να
διασωθεί της ιστορικής λήθης. Φροντίζουν να διασκορπιστούν στις άκριες του
παραπήγματος, με τις επανδρωμένες στολές τους, με τους μηχανισμούς αμύνης να
συμβολίζουν εκείνη την ειρηνιστική γραφειοκρατία που με τόσο κόπο συντηρήσαμε.
Το κορίτσι, ξανθό και υπέροχο, καθώς η φημισμένη Μέριλυν παραληρεί, γελά και περιγράφει
τα οράματα της ιστορίας. Έπειτα υψώνει τα χέρια της που είναι δυο φίδια
ναρκωμένα για πάντα, έπειτα μας κοιτά με απόγνωση, σχίζει το φόρεμά της,
απομένει γυμνή και τούτο βεβαίως συνιστά μία πρόκληση για τους στρατιώτες. Όμως
εκείνοι δεν διατηρούν πια καμία μνήμη για εκείνη την εποχή που κατείχαν τη
συνείδηση της απολαύσεως, ιδεολογίες όπως ο έρωτας έχουν πια εγκαταλειφθεί
οριστικά. Η κοπέλα εκείνη μπορούμε να πούμε πως θυμίζει κάποια Περσίδα ερωμένη
που τελικά υποκύπτει στο αίσθημα της αφοσίωσης και έτσι χαράζει τις φλέβες της
μες στα θερμά λουτρά και πίσω της σέρνονται ολοπόρφυρες χλαμύδες, χονδρού,
αυτοσχέδιου χρώματος και τα παιδιά της σκοτωμένα για πάντα. Όσα επέζησαν από
τους βραχύβιες, σαρκικές εμμονές της, θα ενδυθούν με το καφετί χρώμα του θειαφιού,
με το γένος τους σφαγμένο θα απομακρυνθούν πολύ από τις ισχυρές, ηθικές
πεποιθήσεις της μητρός τους. Η παράσταση ολοκληρώνεται τελικά με έναν από τους
οπλίτες να κρατεί μες στον αττικό, εκτυφλωτικό ήλιο, έναν δαυλό και να
κατευθύνεται προς την οδό Μαγνησίας, στο κέντρο των Αθηνών. Έτσι συνηθίζουν
φυσικά οι τυχοδιώκτες σε όλες τις ιστορικές εποχές.
Η
θεατρική παράσταση, η οποία τόσο δυσνόητη φάνηκε στους περιοίκους, κράτησε για
αιώνες. Όταν γέρασε και κατέληξε το υπέροχο κορίτσι της εξώθυρας, όταν οι
στρατιώτες εκτελέστηκαν μες στα κίτρινα απογεύματα των απειλητικών μουσώνων η
παράσταση έλαβε τέλος. Το σπίτι κατέρρεε μα διατηρούσε πια μια επιβλητικότητα
σκηνική. Κατέστη γνωστό, έπειτα από επίμονες διερευνήσεις όσων παρασύρθηκαν και
εννόησαν τη γοητευτική φευγαλεότητα του έργου, πως η πυρηνική ιδέα του
βασίστηκε στην ποιητική αμφισημία του βάναυσα φονευθέντος Πιερ Πάολο Παζολίνι.
Ο Ιταλός σκηνοθέτης είχε με χάρη επεξεργαστεί το ανεκπλήρωτο, το βίωμα ενός
πολιτισμού που νικήθηκε τελικά από τη βαρβαρότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου