Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ
Αυτές οι γιορτές, που πριν λίγες μέρες έκλεισε ο κύκλος τους, ο οποίος άρχισε στις 16 του Δεκέμβρη, την παραμονή της χειμωνιάτικης και κυριώνυμης γιορτής του Αγίου μας και τέλειωσε με την επέτειο του Προδρόμου, με τους ατέλειωτους Γιάννηδες, στις 7 του Γενάρη, ήταν οι πιο μουσικές, που έζησε το νησί μας.
Εκτός από την καθιερωμένη χριστουγεννιάτικη συναυλία, την οργανωμένη από τους δραστήριους «Τραγουδιστάδες τση Ζάκυθος», με την οποία ασχοληθήκαμε στο προηγούμενο κείμενό μας, την ίδια ώρα - γι’ αυτό και δεν την παρακολουθήσαμε και δεν ασχοληθήκαμε, ως εκ τούτου, μαζί της, ενώ το άξιζε αναμφίβολα - πραγματοποιήθηκε στο νεοαποκτηθέν και αξιοζήλευτο για μάς τους υπόλοιπους αδικημένους γηγενείς, πολιτιστικό κέντρο Σαρακηνάδου, παρόμοια εκδήλωση, από την νεοσύστατη και πολλά υποσχόμενη χορωδία, η οποία πολύ σωστά και τιμητικά φέρει το όνομα του πολλά προσφέροντος στα μουσικά δρώμενα του Τζάντε Κωνσταντίνου Σαμσαρέλου.
Επίσης μουσικές ομάδες είπαν τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, κατά την πρέπουσα τάξη και όχι με τριγωνάκια ή… νταούλια, το βράδυ της υποδοχής του 2010, καλωσoρίζοντας το νέο χρόνο και συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων, που με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να την αφήσουμε να σβήσει, υποχωρούντες σε άλλες, ξένες νοοτροπίες και φρεσκομπασμένες αλλότριες παραδόσεις, τις οποίες επιβάλουν οι καιροί, η τηλεόραση και η αμάθεια.
Τέλος το βράδυ του Αγιασμού, την παραμονή των Φώτων, «του Φωτώνε», όπως τα λέμε στη Ζάκυνθο, η άλλη δραστήρια και απαραίτητη χορωδία του ιστορικού ναού της Φανερωμένης της πόλης μας, είπαν τα πατροπαράδοτα κάλαντα της ημέρας, τα γνωστά «Φώτα», στον επίσκοπο του νησιού, σε μια ζεστή τελετή, που κληροδοτημένη από τους αιώνες, έγινε στο Μητροπολιτικό μας Μέγαρο, συνεχίζοντας και θυμίζοντας.
Ιδιαίτερα, όμως, σ’ αυτό το κείμενό μας θα σταθούμε σε μιαν άλλη μουσική εκδήλωση, η οποία έγινε δύο φορές, λόγω της μεγάλης συμμετοχής - και αυτό αποτελεί παρηγοριά και υπόσχεση - στην άλλη, την καθολική Μητρόπολη του Τζάντε, τον επίσης ιστορικό Άγιο Μάρκο, ο οποίος από αιώνες, με αλλαγές και παραλλαγές, βρίσκεται, θυμίζοντας και παραδειγματίζοντας, στην κεντρική, ομώνυμη πλατεία μας. Η συναυλία αυτή πραγματοποιήθηκε την προπαραμονή και την επόμένη της Πρωτοχρονιάς, στις 30 δηλαδή Δεκεμβρίου και στις 2 Ιανουαρίου και με τον τρόπο αυτό και οι δύο καθεδρικοί ναοί του νησιού μας, οι οποίοι πάντα αρμονικά συνυπήρχαν και συμβάδιζαν, εφαρμόζοντας σε πολλά την αρχή της αλληλοδιδασκαλίας, ύμνησαν την λυτρωτική για το ανθρώπινο γένος Θεία Γέννα και υπενθύμισαν στους νεότερους Ζακύνθιους, το τι ήταν και το τι τούς πρέπει.
Πρωταγωνιστής σ’ αυτήν την πανδαισία των ήχων ήταν η ορχήστρα δωματίου “Gruppo D’ Archi Veneto”, η οποία, όπως και τ’ όνομά της δηλώνει, ήρθε από την μακρινή, αλλά όχι και άσχετη με τον τοπικό μας πολιτισμό, πλωτή πόλη, την φημισμένη, κατά πολλούς τρόπους, Βενετία και μας χάρισε ακουστικά αριστουργήματα των G. F. Haendel, A. Corelli, A. Vivaldi, A. Marcello και J. S. Bach.
Η εκκλησία, όπως και πριν αναφέραμε, και τα δύο βράδια ήταν ασφυκτικά γεμάτη. Στην τελευταία επανάληψη μάλιστα - και αυτό μας δίνει διασωστικό θάρρος- πολλοί φιλότεχνοι -να, που υπάρχουν και αυτοί, άλας ζωής, μέσα στην τόση ξεραΐλα- έμειναν «εκτός του νυμφώνος» -και εδώ δεν παρομοιάζουμε, αλλά κυριολεκτούμε- επειδή, δυστυχώς γι’ αυτούς και ευτυχώς για εμάς τους ελπίζοντες - δεν βρήκαν εισιτήριο. Όλα αυτά μεταφράζονται, πως ο κόσμος θέλει και απαιτεί, αλλά οι ιθύνοντες δεν το κατανοούν αυτό και δεν μπορούν να του το δώσουν. Επίσης, πως το κοινό δεν θέλει λαϊκισμό, αυτός μάς καθίζει στο σβέρκο τον κάθε κιτς, ατάλαντο και απαίδευτο μωροφιλόδοξο, που καταστρέφει ό,τι έχει απομείνει, αλλά μπορεί να χαρεί και την γνήσια και υψηλή τέχνη, η οποία αγαπιέται, παρά την επίφοβη ισοπέδωση, αυτήν που παρεξηγώντας μια ισότητα και μιαν ελευθερία, θέλει όλα τα δάχτυλα του χεριού -και του ποδιού συχνά- ίδια, ενώ δεν είναι και προσφέρει στο λαό, όχι μόνο μασημένη, αλλά συχνά αναμασημένη τροφή και όχι εκείνο που δικαιωματικά του αξίζει.
Και η νύχτα -ή μάλλον οι νύχτες- του Αγίου Μάρκου, όπως και αυτή του Αγίου Νικολάου των Ξένων, ήταν έναστρη και φωτεινή, όπως ταίριαζε στις ημέρες, αλλά και την βαριά παράδοση και την ιστορία του τόπου, όπου πραγματοποιήθηκαν. Το κοινό τις αγκάλιασε και ο πήχης ανέβηκε, τόσο, ώστε πολλοί, εξουσία ή πολιτιστικοί παράγοντες, να πρέπει να σκέφτονται πια, για το τι ετοιμάζουν και το τι προωθούν και σερβίρουν.
Στον χώρο, που στο προαύλιό του πριν λίγα χρόνια, η κακώς εννοούμενη αντιγραφή, με την καθαρά επαρχιώτικη μίμηση, είχε μετατρέψει την ιστορία σε παρωδία, με την υπερβολή του κιτς και την χυδαιότητα της προχειρότητας, για κάποια δήθεν χριστουγεννιάτικη μεταμόρφωση, νότες θεόπνευστες, από τους μεγαλύτερους και πιο επώνυμους δημιουργούς ταιριασμένες, ήρθαν να ξορκίσουν το κακό και πρόσφεραν στους πολλαπλά ταλαιπωρημένους κατοίκους αυτού του νησιού γνώση και ποιότητα.
Εφτά βιολιά, δύο βιόλες, δύο βιολοντσέλα, ένα κλαβιτσέμπαλο, ένα όμποε και μια κιθάρα, μας ξύπνησαν εκείνο το βράδυ μπαρόκ καταγωγές και μας ξενάγησαν σε μαγείες ήχων. Ήταν μια γνήσια προσευχή, στον νεογέννητο Χριστό και στο μεγάλο Ευαγγελιστή, που το λείψανό του, μεταφερόμενο σε περιόδους ακμής στην Βενετία, την πόλη του μουσικού σχήματος της εκδήλωσης, πέρασε από τα μέρη μας και -σύμφωνα με την παράδοση- ήταν η αιτία να χωρίσουν τα Στροφάδια.
Σίγουρα και τις δύο αυτές βραδιές χάρηκε η εξόριστη και πάντοτε νοσταλγός ψυχή του Ούγου Φώσκολου, ο οποίος σ’ αυτήν την ιερή στέγη βαπτίστηκε, εκεί εκτελούσε μικρός τα πρώτα θρησκευτικά του καθήκοντα και εκεί άκουσε το δημιούργημά του και τον πνευματικό του διάδοχο και συνεχιστή, τον ισαπόστολο Διονύσιο Σολωμό, να του απαγγέλλει το περίφημο και μοναδικό «Εγκώμιο». Όσοι καλοπροαίρετα αλαφροΐσκιωτοι μάλιστα έχουν παραμείνει και επιμένουν στις απόψεις τους θα τον είδαν και τις δύο φορές να έχει αποδράσει από την τιμητική για τον ίδιο εκκλησία του Τίμιου Σταυρού της Φλωρεντίας και να επιστρέφει στην «μητρική του γη», που τόσο πόθησε, μα τόσο στερήθηκε. Γιατί και ο ίδιος χάρηκε που το νησί του, τα χώματα που φιλοξένησαν τα πρώτα και σημαντικά βήματα της ζωής του, τα τόσο σημαντικά για το μέλλον του, προσπαθεί και πάλι να ορθοποδήσει και που οι συμπατριώτες του ξαναθυμήθηκαν, μετά τους τόσους ακουστικούς ρίπους, που τους επιβλήθηκαν «ανεπαισθήτως», το πότε πρέπει να χειροκροτούν και το πόσο διαφέρει η μετριότητα από την ποιότητα.
Η εκκλησία του Αγίου Μάρκου, όπως μια σχεδόν βδομάδα πριν και αυτή του Αγίου Νικολάου των Ξένων, αλλά κάποιες βραδιές Βαΐων και η φημισμένη, όσο πληγωμένη, Φανερωμένη, άνοιξαν και πάλι τις πόρτες τους, όχι για μια εκδήλωση, αλλά για μια διαφορετική προσευχή και μιαν αλλιώτικη λειτουργία. Γιατί η τέχνη, η γνήσια τέχνη, όπως και να το κάνουμε, είναι αναμφίβολα έκφραση λατρείας και τρόπος επαφής μας με το θείο. Ας ισχυρίζονται κάποιοι προβληματικοί και σκληροπυρηνικοί το αντίθετο.
Αυτό εξάλλου ήταν πάντα και πρέπει να παραμείνουν τα Επτάνησα και ιδιαίτερα το νησί μας, η Ζάκυνθος: γέφυρα πολιτισμών, σταυροδρόμι ρευμάτων, υπόδειγμα ανεξιθρησκίας και αποδοχής και κοιτίδα, ως εκ τούτου, δημιουργίας.
Ό,τι είχε δημιουργηθεί τους προηγούμενους αιώνες, είχε θεμελιωθεί σε ποιότητα και γνώση. Αν αυτά αποκτηθούν και πάλι, υπάρχει ελπίδα. Διαφορετικά ματαιοπονούμε.
Ας γίνει, όμως, αυτό που και στο προηγούμενο κείμενό μας υποστηρίξαμε. Οι εκδηλώσεις αυτές να μην είναι η εξαίρεση, αλλά ο κανόνας. Ας μην προσφέρονται αραιά και που, αλλά ταχτικά και με πρόγραμμα. Με τον τρόπο αυτό θα γίνουν συνήθεια και το κοινό θα προσαρμοστεί στο καλό, έχοντας το δικαίωμα επιλογής και το προνόμιο της κριτικής.
Η ποιότητα, τέλος, δεν στοιχίζει, ούτε απαιτεί τεράστιους προϋπολογισμούς και υψηλές επιχορηγήσεις. Απλά είναι θέμα επιλογής.
Μακάρι να ξαναμπεί στη ζωή μας. Το νησί μας αξίζει μια καλύτερη αντιμετώπιση. Τέτοιες προσπάθειες το ανασταίνουν από τον λήθαργό του και το βγάζουν από το τέλμα του.
Περιμένουμε την επικράτησή τους. Είναι η μόνη μας λύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου