© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Παύλου Φουρνογεράκη: ΑΣΚΕΠΗΣ (ποίημα)



Δαρμένος από του χρόνου το φθόνο
γυμνός
ο σκελετός λούζεται στην πηγή της μνήμης
με ωδές ευκαλύπτων ανασαίνει η ζωή τη ροή της

Ορφάνια
για δες τις αμυγδαλιές πώς θερμαίνουν το χιονιά
την ώρα του οίστρου.

Ζάκυνθος, 18-1-2013

ΥΓ. Αφιερωμένο στη ζακυνθινή ορφάνια, που είδε να γκρεμίζεται η αγκαλιά της αγάπης των παιδικών τους χρόνων, το λυόμενο κτίριο του ΟΔΑΖ (Οργανισμού Δημόσιας Αντίληψης Ζακύνθου). Ήταν κατασκευή  του 1956, δωρεά των Άγγλων και εθελοντική εργασία φοιτητών, μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς τού 1953.

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Δ. Μεσολωρά: EΠΤΑΝΗΣΙΑΚΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ (μελέτη)



Εξ αφορμής του γεγονότος ότι την 20 παρελθόντος Οκτωβρίου στο πανηγύρι του Αγίου Γερασίμου στη Μονή του, στα Ομαλά Κεφαλληνίας, για πρώτη φορά συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες των Επτανήσων: Κερκύρας Νεκτάριος, Λευκάδος Θεόφιλος, Ζακύνθου Διονύσιος και Κεφαλληνίας Σπυρίδων. (Ο Κυθήρων Σεραφείμ απουσίαζε στο Εξωτερικό).

Από μικρός, ακούγοντας το τραγούδι Κεφαλονιά και Ζάκυνθος Κέρκυρα και Λευκάδα αυτά τα τέσσερα νησιά στολίζουν την Ελλάδα, διαισθανόμουνα ότι πρέπει να είναι και κάτι άλλο, εκτός από την ομορφιά, που κάνει ξεχωριστά αυτά τα νησιά της Ελλάδος. Και έψαχνα να το βρω. Συνδυάζοντας το με κάποιο τροπάριο που έκανε λόγο για τρεις Αγίους, τον Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα, τον Διονύσιο στη Ζάκυνθο και τον Γεράσιμο στην Κεφαλονιά, είπα: το βρήκα. Αργότερα στη γεωγραφία έμαθα ότι αποτελούν και ιδιαίτερη γεωγραφική ενότητα με το κοινό όνομα: Επτάνησα και κατόπιν ότι έχουν ιδιάζοντα κοινό πολιτισμό που διαμορφώθηκε στις κοινές συνθήκες που βρέθηκαν στο διάβα της ιστορίας.
Παραθέτω το τροπάριο: Τους τρείς ευσπλάχνους προστάτας Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Κερκύρας τε, τους τας νήσους ταύτας εκ παντοίων νόσων και λοιμών διαφυλάττοντας, τους αενάους ποταμούς των θαυμάτων τους εκ των Αγίων αυτών τριών Λειψάνων τοις πιστώς προστρέχουσιν αναπηγάζοντας. Σπυρίδωνα τον μέγαν, τον του Αρείου καθαιρέτην και τον θαυματόβρυτον Διονύσιον, συν τω θείω Γερασίμω τον τους δαίμονας αποδιώκοντα και πάσαν νόσον θεραπεύοντα. Τούτους αεί πλουτούντας ύμνοις τιμήσωμεν. Αυτοί γαρ τη Τριάδι υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν.[1]
Ο σπουδαίος Κεφαλλονίτης καθηγητής πανεπιστημίου αείμνηστος Αμίλκας Αλιβιζάτος λέγει ότι οι Επτανήσιοι διεφύλαξαν ως κόρην οφθαλμού τα δυο μεγάλα κύρια ιδανικά της φυλής μας: την αφοσίωση προς την Πατρίδα και την χριστιανική θρησκεία. Την δε πιστότητα των Επτανησίων στον χριστιανικό πολιτισμό αποδίδει στην πίστη των στους τρείς Αγίους της Επτανήσου, οι οποίοι, καθώς λέγει, αποτελούν ζωντανούς μάρτυρες και φύλακες της ορθοδόξου πίστεως στα Επτάνησα.[2] Στην Κεφαλονιά, που ζω, μπορώ να βεβαιώσω ότι οι τρείς Άγιοι της Επτανήσου αποτελούν ζωντανές παρουσίες και σαν Αγία Τριάδα απολαμβάνουν σεβασμού μεγάλου. Ακολούθως θα μπορούσα να παραθέσω κάποιες ενδείξεις του πράγματος.
Τα ονόματα Γεράσιμος, Σπυρίδων και Διονύσιος είναι από αυτά που μέχρι σήμερα ακούγονται περισσότερο από κάθε άλλο στην Κεφαλονιά. Το 1993 σε 23 εκλογικά τμήματα με σύνολο εγγεγραμμένων 9.387, στο ένα τέταρτο δηλ. του πληθυσμού της Κεφαλονιάς που έχουν δικαίωμα ψήφου και σε σύνολο 4768 ανδρών, οι 1187 φέρουν τα ονόματα των τριών Αγίων της Επτανήσου, ποσοστό της τάξεως του 25%. Και συγκεκριμένα: το Διονύσιος 18%, το Σπυρίδων το 27% και το Γεράσιμος το 55%.[3] Προσωπικά νοιώθω πολύ ωραία με τόσους Γερασιμάδες, Σπυρίδωνες και Διονύσιους τριγύρω μου με τα υποκοριστικά τους: Σπύρος, Σπυράκης, Σπυρέτος, Πίπης Πιπάκης Γερασιμάκης, Μέμος, Μεμάς, Μάκης, Μακούλης, Διονυσάκης, Σάκης, Νιόνιος. Σπυριδούλα, Σπυρούλα, Μέμη, Γερασιμούλα, Νιόνια. Διονυσία, Διονυσούλα, και τα σύνθετα Σπυροδιονύσης, Σπυρονιόνιος, Σπυρογεράσιμος, Αγγελοδιονύσης κ.λ.π. που καθένα αντικατοπτρίζει τις ψηφίδες του μωσαϊκού των ανθρώπων του περιγύρου μας.
Εκατοντάδες φορητές εικόνες και αγιογραφίες των Αγίων Σπυρίδωνος και Διονυσίου κοσμούν τις εκκλησιές της Κεφαλονιάς. Σε πολλές από αυτές απεικονίζονται και οι τρεις Άγιοι μαζί καθώς επίσης και τα Λείψανα τους. Εικόνες τους επίσης δεν απουσιάζουν από το σπιτικό εικονοστάσι των Κεφαλλονιτών. Οι παλιοί ορκίζονταν «στσου τρεις Αγίους». Τα απολυτίκια των τριών Αγίων, καθενός ξεχωριστά ή και των τριών μαζί (αυτό που παρέθεσα πιο πάνω), εψάλλονταν και ψάλλονται σε κάθε Θ. Λειτουργία στους περισσότερους ναούς της Κεφαλονιάς. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι τρεις Άγιες Τράπεζες του νέου μεγαλοπρεπούς ναού του Αγίου Γερασίμου στα Ομαλά είναι καθιερωμένες στους τρεις Αγίους. Η μεσαία στον Άγιο Γεράσιμο, η δεξιά στον Άγιο Σπυρίδωνα και η αριστερά στον Άγιο Διονύσιο. Κοινές ακολουθίες και για τους τρεις Αγίους έχουν συντεθεί φροντίδι Κεφαλλήνων ή και από Κεφαλλήνες υμνογράφους, όπως ο μακαρίτης ιερομόναχος της μονής του Αγίου Γερασίμου Αρχιμ. Πολύκαρπος Κόμης, και μεμονωμένα απολυτίκια συντίθενται κατά καιρούς διάφορα. Ακόμη και παλιές ακολουθίες των τριών Αγίων ενοποιούνται δεμένες σε ένα τόμο. Στη Κεφαλονιά επίσης παρατηρείται η ευλογημένη σύμπτωση τον μήνα Αύγουστο να πανηγυρίζονται και οι τρεις Άγιοι. Τις 11 Αυγούστου το θαύμα του Αγίου Σπυρίδωνος,[4] τις 16 η κοίμηση του Αγίου Γερασίμου και τις 24 η μετακομιδή του Λειψάνου του Αγίου Διονυσίου.
Όλα αυτά δείχνουν ότι η Κεφαλονιά ευρισκόμενη στο κέντρο των Ιονίων Νήσων άπλωσε τα χέρια στην Ζάκυνθο και στην Κέρκυρα και αγκάλιασε τους Αγίους των.[5] Ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Αντζουλάτος, στην αναφερόμενη πιο πάνω εισήγησή του, έδειξε περίτρανα την τιμή και τον σεβασμό που αποδίδουν οι Κεφαλλονίτες στον Άγιο Διονύσιο.[6] Λείπει μια παρόμοια για τον Άγιο Σπυρίδωνα. Πώς προέκυψε - αυτή η ευλάβεια και τιμή των Κεφαλλήνων προς τους τρεις ομόρους Αγίους των [7] δεν μου είναι εύκολο να πω, και δεν ξέρω αν το έχει πει κάποιος άλλος. Για τον Άγιο Σπυρίδωνα, και σαν ενδεικτικό της λατρευτικής τιμής  που απολαμβάνει στην Κεφαλονιά, θα μπορούσα να επικαλεστώ κάποια στατιστικά στοιχεία από μια έκδοση Ακολουθιών Του που εξεδόθη το 1847 [8] με προαγορά αντιτύπων  μεταξύ των ιερωμένων και λαϊκών των επτά νησιών. Έτσι από τους ιερείς της Κερκύρας ενδιαφέρονται 91, της Κεφαλονιάς 88, της Ζακύνθου 20, της Λευκάδος 13,  της Ιθάκης 8 και των Παξών 15. Το ενδιαφέρον των Κεφαλλήνων  ιερωμένων για τον Άγιο Σπυρίδωνα είναι εμφανές.
Αλλά και Κεφαλλονίτες συγγραφείς τους θέλουν μαζί και συνεξετάζουν  την ζωή τους. Έτσι ο σπουδαίος λαογράφος Δ. Λουκάτος έχει γράψει κεφάλαιο με τίτλο «Οι τρεις Άγιοι της Επτανήσου», και με ειδική αναφορά στα κοινά χαρακτηριστικά της λατρείας των [9]και παραθέτει την λαϊκή αντίληψη ότι όταν δεν ανοίγει η λάρνακα των Αγίων συμβαίνει επειδή μπορεί ο Άγιος να λείπει σε επίσκεψη του γείτονά του Αγίου που γιορτάζει.[10] O Χρήστος Ευαγγελάτος επίσης συνεξετάζει τους τρεις Αγίους στο βιβλίο του  «Οι τρεις ΄Αγιοι της Επτανήσου» και λέγει ότι αυτοί κράτησαν υψηλά το επίπεδο της ορθοδοξίας εις τα Ιόνια Νησιά που «ήσαν τότε δέκται και πομποί ιδεών και πνευματικών αποχρώσεων δυναμένων να ασκήσουν επιρροήν, να επιδράσουν και να παρασύρουν»[11]
Αλλά και τα Κύθηρα αγκαλιάζει η Κεφαλονιά. Περίφημη εικόνα ευσεβούς Κεφαλλονίτισσας, φερμένη από την Μυρτιδιώτισσα πολιούχο των Κυθήρων και τοποθετηθείσα στην εκκλησία του Δραπάνου στο Αργοστόλι, που αυτή ανήγειρε  με έξοδά της, τιμάται την 24 Σεπτεμβρίου, αποβάσα πολιούχος της πόλεως.[12] Οι λατρευτικές εκδηλώσεις της αποτελούν το σημαντικότερο λειτουργικό δρώμενο του Αργοστολίου. Η εικόνα της Παναγίας από την αντίπερα του Αργοστολίου εκκλησία της, στον Δράπανο, λιτανεύεται σαν βασίλισσα επί μία και μισή ώρα επί μεγαλοπρεπούς θρόνου κατευθυνόμενη προς την πόλη. Κατακολουθούμενη από πλήθος πιστών, αρχών, φιλαρμονικών κ.λ.π. διέρχεται δια της θαλάσσιας γέφυρας, διασχίζει την παραλιακή λεωφόρο, σταματά στην πλατεία της πόλεως και καταλήγει στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Λιθόστρωτο όπου επί μια εβδομάδα ή και περισσότερο υμνολογείται με Λειτουργίες, Παρακλήσεις και Αγρυπνία. Ολημερίς ο κόσμος διέρχεται από το ναό για να καταθέσει τον σεβασμό και την αγάπη του στην πολιούχο της πόλεώς του. Μετά μια εβδομάδα επιστρέφει στη εκκλησία της. Ιδού λοιπόν και ο λειτουργικός σύνδεσμος με τα Κύθηρα. Ελπίζουμε κάποια φορά ο Μητροπολίτης των Κυθήρων να προσκληθεί και λιτανεύσει μαζί μας, κατά την επιστροφή της εικόνος, αφού λόγω της δικής του πανηγύρεως δεν μπορεί να παρευρεθεί τις 24 Σεπτεμβρίου. Και την πρόσκληση θα μπορούσε να την απευθύνει ο Δήμος Κεφαλληνίας αφού και ο ναός είναι Δημοτικός και η Δραπανιώτισσα,[13] είναι πολιούχος της πόλεως.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, αναμένουμε από τις εκκλησιαστικές  Κεφαλές των νησιών μας να εκτιμήσουν τα αγιολογικά και λειτουργικά εκείνα στοιχεία, τα οποία αδελφοποιούν τα νησιά της Επτανήσου, όπως είναι η τιμή και ο σεβασμός που οι τρεις ολόσωμοι Άγιοι, καθώς και τα άλλα προσκυνήματα της Επτανήσου, απολαμβάνουν από τον επτανησιακό λαό. Επιπροσθέτως πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι όλα αυτά είναι ενταγμένα σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή (στο Ιόνιο), με συνολικό όνομα (Επτάνησος), εντός προηγμένου πνευματικώς χώρου με ιδιάζοντα πολιτισμό (Επτανησιακός πολιτισμός) και εσχάτως σε ιδιαίτερη διοικητική ενότητα (Περιφέρεια Ιονίων Νήσων).[14]
Το γεγονός της συλλειτουργίας των επισκόπων της Επτανήσου κατά την οκτωβριανή γιορτή του Αγίου Γερασίμου στην Κεφαλονιά σχολιάστηκε ευμενώς και χαροποίησε τους κεφαλλονίτες οι οποίοι συνέτρεξαν κατά την ημέρα εκείνη στο Μοναστήρι.[15] Προφανώς μια ανάλογη ενέργεια δεν θα περνούσε απαρατήρητη και στα άλλα νησιά.[16] Και  ιερείς [17]αλλά και  ψαλτικές χορωδίες των νησιών του Ιονίου θα μπορούσαν να  συμμετέχουν στα εκάστοτε ανά τας νήσους πανηγύρια.
Τέλος, ευκταία θα ήταν η σύγκληση ενός συνεδρίου με θέμα «Οι Άγιοι και τα σεβάσματα της Επτανήσου» με πρωτοβουλία των επισκόπων της Επτανήσου και συμβολή της Περιφέρειας.
Στο Βυζαντινό Μουσείο απόκειται εικόνα του19ουαιώνος, αφιερωματικό έργο του Ζακύνθιου ριζοσπάστη Νατάλη (Ναθαναήλ) Νομενεγίνη, που συναπεικονίζει τους επτά Αγίους προστάτες της Επτανήσου. Στο επάνω τμήμα εικονίζεται ο Άγιος Χαράλαμπος προστάτης των Παξών, η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα προστάτις των Κυθήρων, η Θεοτόκος των Καθαρών προστάτις της Ιθάκης και η Αγία Μαύρα προστάτις της Λευκάδος. Κάτω παριστάνονται τα άφθορα Λείψανα του Αγίου Διονυσίου προστάτη της Ζακύνθου, του Αγίου Σπυρίδωνος προστάτη της Κερκύρας και του Αγίου Γερασίμου προστάτη της Κεφαλληνίας. Από κάτω υπάρχει η επιγραφή –παρότρυνση: CΗΝΕΛΘΕΤΕ ΠΡΟC/ΤΟΥΤΟ… Είναι μια προσευχή προς τους Αγίους προστάτες να φωτίσουν τους συναδέλφους του στη Βουλή ριζοσπάστες μεταρρυθμιστές, κυβερνητικούς ώστε να συνειδητοποιήσουν το χρέος τους απέναντι στο έθνος και τη θρησκεία και να αγωνιστούν για την Ένωση των νησιών με την Ελλάδα.[18] Σήμερα, υπό άλλες συνθήκες, εύχομαι το μήνυμα να ληφθεί από τους θρησκευτικούς και πολιτικούς παράγοντες της Επτανήσου για την πνευματική και υλική ανάπτυξη των Επτά Νησιών μας που τα έχει ευλογήσει και αδελφώσει ο Θεός και η Ιστορία.

Πρωτοπρ. Ιωάννης Δ. Μεσολωράς
 Δρ Θ.- Μουσ/δάσκαλος, Εφημέριος Αγίου Σπυρίδωνος Αργοστολίου
                                                                                   
                                                                                   

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1]  Το τροπάριο ψαλλόμενο στην Κεφαλονιά σε ήχο πρώτο πάνω στο αντίστοιχο των τριών Ιεραρχών  δεν το είδαμε τύποις γραμμένο και αγνοούμε προς το παρόν τον συνθέτη του. Εσχάτως κατεχωρήθη στην ανακοίνωση του Πρωτοπρ. Γεωργίου Αντζουλάτου με θέμα: «Ο Πολιούχος Άγιος της Ζακύνθου στην Κεφαλληνιακή θρησκευτικότητα» στο: ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ. Πρακτικά Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου 6-9 Νοεμβρίου 1997, έκδ. Ιερά Μητρόπολις Ζακύνθου και Στροφάδων, Αθήναι 1999, τ. Β΄, σσ. 161-175. Επίσης παρετέθη στο Ζακύνθου Εορτοδρόμιον, Έκδοσις Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Ζάκυνθος 1998, σ.497.
[2] Αμίλκας Αλιβιζάτος, «Η θρησκευτικότης και οι Άγιοι της Επτανήσου» στο ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, Εφτάνησα, Χριστούγεννα 1964, σσ. 40–47. Ο ίδιος λέγει ότι «Όταν ενεφανίσθησαν οι εκ των κατακτητών και των ξένων διάφοροι κίνδυνοι κατά της ελληνικής ορθοδοξίας μας εμφανίζονται οι τρείς μεγάλοι Άγιοι της Επτανήσου, που, μαζύ με την ίδρυσιν διαφόρων προσκυνημάτων, εις τα διάφορα νησιά, όπως της Κυράς εις την Λευκάδα, της Μυρτιδιώτισσας εις τα Κύθηρα, της Φανερωμένης εις την Ζάκυνθον και εις τα άλλα νησιά…στηρίζουν γερά την πίστιν των Επτανησίων», ό.π. σ.43. Πρέπει εδώ να προσθέσουμε και το προσκύνημα της «Παναγίας στα Καθαρά» της Ιθάκης το οποίο υφίσταται ήδη στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας (1563). Βλ Αρχιμ. Ιεροθέου Καλλινίκου, Ιστορία της Ιεράς Μονής Καθαρών της Ιθάκης, Αθήναι 1961.
[3] Βλ. Πρωτ. Γ. Ανζουλάτος « Ο πολιούχος …», σ. 164.
[4] Στο Ναό του στο Αργοστόλι όπου και εφημερεύω. Κατά την ημέρα αυτή αναμιμνησκόμεθα και των καταστρεπτικών σεισμών του 1953. Επιτελείται μνημόσυνο των φονευθέντων, λιτανεύεται η εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνος στην πόλη του Αργοστολιού και στην κεντρική πλατεία αναπέμπεται δέηση ποιηθείσα από τον υπογράφοντα. Από τον υμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη το 1958 συνετέθη ακολουθία με τίτλο ΜΝΗΜΑΙ ΣΕΙΣΜΩΝ στην οποία γίνεται αναφορά και στους τρεις Αγίους. Ιδού μία αποστροφή «Ως προστάται και έφοροι, και θερμοί αντιλήπτορες, Ιονίων νήσων προνοία κρείττονι, Πάτερ Σπυρίδων μακάριε, και θείε Γεράσιμε, Διονύσιε σοφέ, πάσης θλίψεως ρύεσθε, ημάς πάντοτε, και σεισμού συμφοράς της βαρυτάτης ικετεύοντες ακαύστως, υπέρ ημών τον φιλάνθρωπον (Προσόμοιο του Εσπερινού). Και άλλη: «δεόμενοι του Κυρίου ίνα ρύσηται ημάς της φοβεράς αυτών (των σεισμών) απειλής, δια πρεσβειών των αγίων προστατών ημών Σπυρίδωνος, Διονυσίου και Γερασίμου». Η Ακολουθία αυτή αναδημοσιεύτηκε στο ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ από τον Γεν. Αρχιερατικό Επίτροπο Ζακύνθου πρωτοπρεσβύτερο Παναγιώτη Καποδίστρια, αλλά σημειώνεται από τον ίδιο ότι «ποτέ δεν τέθηκε σε λειτουργική χρήση στη Ζάκυνθο…». Βλ. Πρωτοπρ. Παναγ. Καποδίστρια: Η υμνογραφία των σεισμών του 1953 και οι πτυχές της εκκλησιαστικής αντιμετώπισής τους, ανάτυπο από τα ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ, τ. ΚΓ΄, 3-4,  Ζάκυνθος Καλοκαίρι 2003, σ. 494.
[5] Δεν έχω πρόχειρα να δείξω και δεν γνωρίζω πολλά για την προς τους Επτανησίους Αγίους λατρευτική πρακτική της Κέρκυρας και της Ζακύνθου. Θα ήταν ευχής έργο να μας πληροφορούσε κάποιος γιαυτό το θέμα. Από ό,τι γνωρίζω όμως το απολυτίκιο του Αγίου Γερασίμου δεν ακούγεται στις εκκλησίες των παρά μόνο την ημέρα των πανηγυριών του. Για τους Λευκαδίτες δίδω όσα λέγει λόγιος κληρικός της, ο δ. Ιωαννίκιος Ζαμπέλης «Τους (σ.σ. τρεις Αγίους) αισθάνονται οικείους, δίπλα τους σε κάθε δυσκολία. Έχουν ακλόνητη την πεποίθηση ότι χάρη σε αυτούς έμειναν σταθεροί στην Ορθόδοξη πίστη και διατήρησαν την ελληνική συνείδηση στα δύσκολα χρόνια της ξενικής κατοχής… και πραγματοποιούν προσκυνηματικές εκδρομές στα τρία μεγάλα νησιά του Ιονίου, για να ασπασθούν τα λείψανα των μεγάλων προστατών των Επτανήσων». (Από ανέκδοτη εργασία του που μου έθεσε υπ’ όψιν ). Καθ΄ όσον δε αφορά εις τον Άγιο Γεράσιμο θυμάμαι τις Λευκαδίτισσες  γυναίκες με τις τοπικές τους στολές ευλαβικές προσκυνήτριες στον μοναστήρι Του και κάποιες από αυτές να μένουν καλόγριες μεταξύ των οποίων και η τωρινή ηγουμένη Κασσιανή Κατηφόρη με την αδελφή της. Ο προς τον Άγιο Γεράσιμο σεβασμός των Λευκαδίων περιγράφεται και εξηγείται από τον εν λόγω Ιεροδιάκονο και στο βιβλίο του Ψήγματα της τοπικής ιστορίας της Λευκάδας στο κεφάλαιο «Ο Άγιος Γεράσιμος και η διάσωση της Λευκάδας από την επίθεση του Αλή Πασά ( 1807) », σ. 82-98.
Τα ίδια και περισσότερα ισχύουν βεβαίως και για τους Ιθακησίους, οι οποίοι εξάλλου γειτονεύουν με την Κεφαλληνία και αποτελούν μέρος του νομού Κεφαλληνίας
[6] Ενδεικτικό της θέσεως που κατέχει ο Άγιος Διονύσιος στην Κεφαλλονίτικη λατρεία είναι και η ύπαρξη μετοχίου της Μονής της Θεοτόκου των Στροφάδων  με πολλή περιουσία στο χωριό Χιονάτα του Εληού στο οποίο τιμάται και πανηγυρίζει ο Άγιος Διονύσιος και στο οποίο πάντα εφημέρευε Ζακύνθιος Ιερομόναχος. Βλ. Γερ. Πεντόγαλος. «Θεοτόκος η Γοργοεπήκοος μετόχι της Μονής Στροφάδων στον Εληό της Κεφαλονιάς από τον ΙΣΤ΄ αιώνα. Νεώτερα στοιχεία», στο: ΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ. Επιστημονική ημερίδα, 16 Νοεμβρίου 1996. Πρακτικά, τ. Α΄ σσ. 167-180.
[7] Για τον Άγιο Διονύση πρόχειρα θα έλεγα ότι οφείλεται και στα ταξίματα που έκαναν οι Κεφαλλονίτισσες γυναίκες για να αποκτήσουν αγόρι. Το σερνικοχόρταρο που φύεται πάνω στον τάφο του Αγίου στα Στροφάδια με προσευχή  στον Άγιο χαρίζει τον ποθητό γιο, ο οποίος παίρνει και το όνομα Του. Ότι τούτο πράγματι συμβαίνει βεβαιώνεται από πολλές γυναίκες στην Κεφαλονιά μέχρι σήμερα. Βλ. και Μαρίας Μηλίγκου – Μαρκαντώνη. «Ο Άγιος Διονύσιος στη Λαϊκή Παράδοση και Λατρεία» στα Πρακτικά του Συνεδρίου: ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ…. ,τ. Β΄ σσ. 45-69.
[8] «μετά πολλών προσθηκών» υπό Ιωάννου Τζεϊμπέντη στην Κέρκυρα από την «Τυπογραφία της Κυβερνήσεως».
[9] Στο βιβλίο του Τα καλοκαιρινά.  Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1992, σσ. 131-136.
[10]  Προφανώς αγίων Διονυσίου και Σπυρίδωνος. Δ. Λουκάτος, ό. π. σ.136. Αλλά και στη θρησκευτική φαντασιοπληξία απλού συγχρόνου ψάλτη της Κεφαλονιάς θα μπορούσα να καταφύγω, διηγουμένου, ότι ένα χάραμα ξύπνησε ακούγοντας κουβέντα (που όμως δεν την καταλάβαινε «γιατί τα λέγανε στα …αρχαία») στο σπίτι του από τους τρεις Αγίους, που τον είχαν επισκεφθεί, για να δείξω ότι και εδώ συνυπάρχουν οι τρεις Άγιοι της Επτανήσου.
[11] Χρήστου Ευαγγελάτου Οι Τρείς ΄Αγιοι της Επτανήσου». Αθήναι 1956, σ. 53.
[12] Ύστερα από απόφαση της Βουλής του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων. Βλ Αγγελοδιονύση Δεμπόνου στο βιβλίο του: Το Αργοστόλι διασκεδάζει το κεφάλαιο «Το πανηγύρι της Δραπανιώτισσας», σσ. 145-169. Βεβαίως και άλλοι ναοί στην Κεφαλονιά πανηγυρίζουν της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας τις 24 Σεπτεμβρίου, όπως τα Φραγκάτα, τα Βαλσαμάτα με λιτανείες, το Μοναστηράκι κ.α.
[13]Αποκαλείται έτσι επειδή η εκκλησία της βρίσκεται, όπως είπαμε, απέναντι από την πόλη του Αργοστολίου, στο Δράπανο όπου και το Δημοτικό κοιμητήριο.
[14]Η ιστορική, πολιτιστική και πνευματική αυτή ενότης προσφάτως αποτυπώθηκε θαυμάσια σε καλαίσθητο τόμο που εξέδωσε και διένειμε η Περιφέρεια Ιονίων Νήσων με τίτλο: ΙΟΝΙΟΙ ΝΗΣΟΙ Ιστορία και Πολιτισμός. Αθήνα 2007.
[15] Το πανηγύρι του Οκτωβρίου φέτος, συνεργούντος, του καλού καιρού, κατά γενική ομολογία (δεν μπορώ να καταθέσω προσωπικές εντυπώσεις γιατί απουσίαζα στο εξωτερικό) ήταν θαυμάσιο. Λόγω αδυναμίας του γηραλέου Μητροπολίτη μας την διοργάνωση ανέλαβαν Κεφαλλήνες κληρικοί, όπως ο Πρωτοσύγκελος Αρχ. Γεράσιμος Φωκάς αλλά και πολιτικοί άρχοντες, όπως ο Αντιπεριφερειάρχης Σωτ. Κουρής, με θαυμαστά αποτελέσματα. Επέλεξα να σχολιάσω την παρουσία των εκλεκτών Επτανησίων Επισκόπων μόνο και να εκφράσω την χαρά την δική μου αλλά και άλλων για την παρουσία των με την ελπίδα ότι αυτό θα επαναλαμβάνεται από καιρού εις καιρόν στο νησί μας αλλά και στα άλλα νησιά της Επτανήσου. 
[16] Ο Μητροπολίτης Κερκύρας κατά την πανήγυρη της πρώτης Κυριακής του Νοεμβρίου που τελείται εις ανάμνηση της σωτηρίας της Νήσου από την πανώλη και που φέτος συνέπεσε την 4ην του ιδίου μηνός προσεκάλεσε τους Μητροπολίτες της Επτανήσου. Δεν μπόρεσε να παραστεί, λόγω απουσίας του στο Εξωτερικό ο Κυθήρων, και ο Κεφαλληνίας λόγω γήρατος.
[17] Τα τελευταία χρόνια στο πανηγύρι του Αγίου έρχεται ο παπά-Διονύσης από τη Ζάκυνθο. Συμμετέχει με λαχτάρα στις ακολουθίες,, ευλαβείται και ασπάζεται σεβαστικά το «Άγιο κορμάκι», όπως  αποκαλεί, κατά τον ζακυνθινό τρόπο, το Λείψανο του Αγίου. Ο δε Κεφαλλονίτης μαέστρος της Λυρικής Σκηνής, ψάλτης-χοροδιδάσκαλος και φωτισμένος άνθρωπος Αγαθάγγελος Γεωργακάτος ανταλλάσσει επισκέψεις και ψαλσίματα με Ζακυνθινούς ψάλτες. Στα πανηγύρια δε του Αγίου Γερασίμου ψάλλει με τη χορωδία του το απολυτίκιο του Αγίου Διονυσίου κατά τον Ζακυνθινό τρόπο, και στη χορωδία του έχει εισαγάγει ζακυνθινές μελωδίες που τις τραγουδούν ευκαίρως ακαίρως. Παλιότερα στην Κεφαλονιά καλούσαν και ζακυνθινούς ψαλτάδες να ψάλλουν στα πανηγύρια.
[18] Βλ. Γεώργιος Κακαβάς, «Δύο εικόνες με το λείψανο του Αγίου Διονυσίου στο Βυζαντινό Μουσείο». Στο ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ, τ. Β΄σσ. 353-367.

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου: [ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ «Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ» ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ «ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ» ΤΙΦΛΙΔΑΣ]


(Γεωργία, 11 Ιανουαρίου 2013)

Μακαριώτατε καί προσφιλέστατε ἀδελφέ Ἀρχιεπίσκοπε Μετσχέτης καί Τιφλίδος καί Καθολικέ Πατριάρχα πάσης Γεωργίας κύριε Ἠλία,
Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρόεδρε τῆς Ἀκαδημίας Ἐπιστημῶν τῆς Γεωργίας κύριε Tamaz Gamkrelidze καί Ἐλλογιμώτατα μέλη αὐτῆς,
Ἐξοχώτατε Ὑπουργέ τῆς Παιδείας τῆς Γεωργίας κύριε Giorgi Margvelashvili,
Ἐλλογιμώτατε Πρύτανι τοῦ Πανεπιστημίου  τούτου τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου κύριε Sergo Vardosanidze,  καί ἀγαπητοί κύριοι Καθηγηταί,
Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,
Ἐντιμότατοι Ἄρχοντες τοῦ εὐλογημένου τούτου τόπου,
Ἀγαπητοί φοιτηταί καί φοιτήτριαι,
Ἐκλεκτοί καί ἀγαπητοί ἀδελφοί, πατέρες καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

"Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα Σου, καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου" (Εὐχή Μεγάλου Ἁγιασμοῦ).

Ἀληθῶς, "δοξάσωμεν ἀπεριέργως τόν Θεόν, τήν μίαν Πατρός καί Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος δόξαν τε καί λαμπρότητα. Λειτουργῶμεν τῷ Θεῷ τήν αἴνεσιν, ὁρῶντες τόν ἐξ ὁρατῶν καί ἀοράτων συνεκτηκότα κόσμον, τόν μέγαν καί θαυμαστόν τῆς μεγαλειότητος αὐτοῦ κήρυκα", θά ἐλέγομεν μετά τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, συμμετέχοντες καί ὁμιλοῦντες εἰς τό ἐπιστημονικόν τοῦτο συνέδριον περί θρησκείας καί πολιτισμοῦ, μή ὄντες ἀσφαλῶς ἐπιστήμων, ἀλλά θεώμενοι τά ἔργα τῶν χειρῶν τῆς Σοφίας τοῦ Θεοῦ, ἡ Ὁποία καί ἐν τούτῳ "ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον" (Παροιμ. θ΄ 1), ἵνα τά "πάντα Θεόν ὑμνῇ καί δοξάζῃ φωναῖς ἀλαλήτοις· ἐπί πᾶσι γάρ δοξάζεται καί εὐχαριστεῖται δι᾿ ἡμῶν ὁ Θεός·....φιλεῖ γάρ ἐν τούτοις φιλιστορεῖν ἡ ψυχή καί πολλοῖς θαύμασιν ἀνυμνεῖν τόν Θεόν· διά τῶν ὁρωμένων καί τεταγμένων, διά τῶν ἀνθρωπίνης τέχνης, θεϊκῆς ὅμως ἐμπνεύσεως, δημιουργημάτων, τόν ἀρχηγόν τούτων συλλογιζώμεθα". 

Εἶναι μεγάλη, λοιπόν, ἡ χαρά ἡμῶν, διότι εὑρισκόμεθα σήμερον ἐν τῷ μέσῳ ὑμῶν εἰς τόν "οἶκον τοῦτον" τῆς Προνοίας τοῦ Θεοῦ καί ἐπιστήμης κατ᾿ ἄνθρωπον, τό Πανεπιστήμιον τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, ὁ ὁποῖος τυγχάνει ἱδρυτής καί προστάτης καί πολιοῦχος καί τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Ἡ παρουσία ἡμῶν ἐνταῦθα συμπίπτει, τήν φοράν ταύτην, πρός τήν εὐφρόσυνον ἐπέτειον τῆς συμπληρώσεως τριάκοντα καί πέντε ἐτῶν καρποφόρου καί ἀγλαοκάρπου διακονίας τῆς Ὑμετέρας φίλης Μακαριότητος, προσφιλέστατε καί τιμιώτατε ἀδελφέ Πατριάρχα Γεωργίας κύριε Ἠλία, εἰς τήν καθέδραν τῆς Τιφλίδος, καί τῶν ὀγδοηκοστῶν γενεθλίων Σας. Τήν χαράν ἡμῶν ἐπαυξάνει τό γεγονός, ὅτι ἡ Ὑμετέρα Ἀγάπη τυγχάνει ὁ ἱδρυτής τοῦ Πανεπιστημίου τούτου, κινηθεῖσα ἐξ ἀγάπης πρός τήν νεολαίαν τῆς Γεωργίας, προκειμένου ἵνα δώσητε εἰς αὐτήν τήν δυνατότητα, μέ τήν γνῶσιν τῶν συγχρόνων ἐπιστημονικῶν ἐπιτεύξεων καί τῆς προόδου, τῆς κατ᾿ ἄνθρωπον πάντοτε, νά γνωρίσῃ συγχρόνως βαθύτερον τήν Ὀρθόδοξον χριστιανικήν πνευματικήν καί ἐθνικήν Γεωργιανήν κληρονομίαν καί παράδοσιν, ὡς ἀπαραίτητον ἐφόδιον εἰς τήν σύγχρονον ἐποχήν τῆς παγκοσμιοποιήσεως.

Εἰδικῶς, ὁ πολιτισμός, ἡ ζωή καί ἡ ἱστορία τοῦ προσφιλοῦς καί μαρτυρικοῦ Γεωργιανοῦ Λαοῦ εἶναι ἀρρήκτως συνδεδεμένα μετά τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐπί τήν πέτραν τῆς Ὀρθοδόξου κυρίως πίστεως ᾠκοδομήθη ἡ πνευματική ζωή τοῦ εὐλογημένου τούτου λαοῦ καί αὐτή ἡ πίστις ἦτο ἐκείνη, ἡ ὁποία τόν ἐκράτησεν εἰς τήν ἱστορίαν του καί δέν τόν ἀφῆκε νά ἐξαφανισθῇ ὑπό τό πέλμα τῶν πολλῶν καί σκληρῶν κατακτητῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνίοτε, ἄν μή πολλάκις, ἦσαν εἰς σκληρότητα καί ἀπανθρωπίαν χειρότεροι τῶν διωκτῶν τῶν χριστιανῶν τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων. Εἶναι ἀναρίθμητοι αἱ τυραννίαι καί οἱ διωγμοί, τούς ὁποίους ὑπέστη ὁ Γεωργιανός Λαός, λόγῳ τῆς ἀφοσιώσεως αὐτοῦ εἰς τόν Χριστόν. Ὅμως, ὅλοι αὐτοί οἱ διωγμοί, ἀράχνης εὐκολώτερον διεσπάσθησαν, καπνοῦ θᾶττον διελύθησαν, κονιορτοῦ ταχύτερον παρῆλθον, ὡς λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ ἐκ τῶν Ἁγίων προκατόχων ἡμῶν ἐν τῷ Θρόνῳ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Ἱερός Χρυσόστομος. 

Καί ὅμως, οἱ διωγμοί καί αἱ ἐπιθέσεις αὗται "πολύν μαρτύρων χορόν εἰργάσαντο" εἰς τήν Γεωργίαν καί κατέλιπον εἰς αὐτήν "τούς ἀθανάτους ἐκείνους τῆς Ἐκκλησίας θησαυρούς, τούς στύλους, τούς πύργους", οἱ ὁποῖοι "οὐχί ζῶντες μόνον, ἀλλά καί τελευτήσαντες μεγάλης ὠφελείας τοῖς ὕστερον ὑπόθεσις ἐγένοντο".

Ὁ Χριστός, ὁ προαιώνιος Λόγος τοῦ Πατρός, τοῦ Ὁποίου τήν σάρκωσιν πρό ὀλίγων ἡμερῶν ἑωρτάσαμεν καί νῦν εὑρισκόμεθα εἰς τήν ἑβδομάδα κατά τήν ὁποίαν ἑορτάζομεν τήν Ἐπιφάνειαν Αὐτοῦ, προσέλαβε μέ τήν ἔλευσίν Του ταὐτοχρόνως καί τόν ἀνθρώπινον πολιτισμόν. "Καί αὐτός ὁ Κύριος ἡμῶν ἐπιδημήσας πρός ἡμᾶς ἀνθρώπου μορφήν ἀνέλαβε, σάρκα ἀνθρώπου καί νοῦν ἀνθρώπου, καί ἁπλῶς εἰπεῖν, πάντα γίνεται, πλήν τῆς ἁμαρτίας, ἄνθρωπος, προσοικειωσάμενος διά τούτου τόν ἄνθρωπον" (Ἀββᾶ Δωροθέου, Ἑρμηνεία τινῶν ρητῶν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου).

Τοιουτοτρόπως, ἡ Θεία Ἀποκάλυψις διά νά ἐκφρασθῇ ἐχρησιμοποίησε τόν λ ό γ ο ν  καί τήν ἀνθρωπίνην γ ρ α φ ή ν. Ὁ Θεός Λόγος, λαμβάνων τήν ἀνθρωπίνην μορφήν, ἐπέτρεψεν ἐξ ἀρχῆς εἰς τούς ἀνθρώπους νά Τόν ἀπεικονίζουν. Ὁ ἴδιος ἐνεδύθη ἀνθρώπινα ἱμάτια, τά ὁποῖα ἐπίσης ἦσαν ἔργα πολιτισμοῦ: "Ἦν δέ ὁ χιτών ἄρραφος, ἐκ τῶν ἄνωθεν ὑφαντός δι᾿ ὅλου", διακηρύττει καί μαρτυρεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἐν τῷ Ἱερῷ αὐτοῦ Εὐαγγελίῳ (Ἰωάν. ιθ΄, 23).  Καί αὐτός ὁ Χιτών φυλάσσεται ὡς πολύτιμον ἱερόν καί συγχρόνως πολιτιστικόν κειμήλιον ἐδῶ εἰς τήν Γεωργίαν.

Μέ αὐτόν τόν τρόπον τό ὑπέρ λόγον Κ ά λ λ ο ς προσλαμβάνει καί ἐνδύεται τό αἰσθητόν κάλλος, τό ὁποῖον ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος: "χάριν καί κάλλος ἐπιθυμήσει ὀφθαλμός" (Σοφ. Σειράχ μ΄, 22).

Δυνάμεθα νά εἴπωμεν, ὅτι ἡ σάρκωσις τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Πατρός ἐγκαινιάζει μίαν νέαν σελίδα εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπό ἀνθρώπινος πλέον, γίνεται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας Θεανθρώπινος. Τό κτιστόν μιγνύεται μετά τοῦ ἀκτίστου, τό φθαρτόν μετέχει τῆς ἀφθαρσίας καί ἀφθαρτοποιεῖται. Ἡ ὕλη μετέχει τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καί γίνεται φορεύς Θείας Χάριτος, ὡς ἀκριβῶς καί ὁ φθειρόμενος καί θνητός ἄνθρωπος γίνεται Θεός κατά χάριν.

"Τί οὖν; Ἐπειδήπερ οὐχ ὑπόστασιν παρ᾿ ἡμῶν ὁ τοῦ Θεοῦ μονογενής Υἱός, ἀλλά τήν ἡμετέραν ἀναλαβών ἐκαινούργησε φύσιν, ἑνωθείς αὐτῇ κατ᾿ ἰδίαν ὑπόστασιν, οὐχί καί τῶν ὑποστάσεων ἡμῶν ἑκάστη τῆς Αὐτοῦ μεταδίδωσι χάριτος;", διερωτᾶται ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Καί ἀπαντᾷ ὁ ἴδιος: "Ἀλλά τήν μέν φύσιν, ἥν παρ᾿ ἡμῶν ὑπέρ ἡμῶν προσλαβόμενος ἐκαινούργησεν, ἡγιασμένην καί δεδικαιωμένην καί τῷ Πατρί διά πάντων ὑπήκοον οὖσαν ἔδειξε [...] ἑκάστου δέ τῶν πιστευόντων ἡμῶν οὐχ ἁπλῶς τήν φύσιν, ἀλλά καί τήν ὑπόστασιν ἐκαινούργησε, καί τῶν ἁμαρτημάτων ἡμῖν τήν ἄφεσιν ἐχαρίσατο διά τοῦ θείου Βαπτίσματος, διά τῆς τῶν οἰκείων ἐντολῶν τηρήσεως, διά τῆς μετανοίας καί διά τῆς μεταδόσεως τοῦ οἰκείου Σώματός τε καί Αἵματος" (Ὁμιλία ἐν τῇ ἁγίᾳ ἑορτῇ τῶν Φώτων).

Κατά τόν ἴδιον τρόπον ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀνακαινίζει καί τόν ὑλικόν κόσμον, τόν ἀναπλάττει, μεταδίδει εἰς αὐτόν ἀπό τό ὑπέρ αἴσθησιν κ ά λ λ ο ς, λαμβάνει τά φθαρτά καί εὐτελῆ ἐνίοτε ὑλικά του καί τά χρησιμοποιεῖ μέ ἕνα καινουργῆ τρόπον, καθιστᾷ αὐτά φορεῖς τῶν θείων ἐνεργειῶν. 

Τοιουτοτρόπως, ἀπό ἁπλᾶ ἀνθρώπινα τεχνουργήματα, καλλιτεχνήματα καί ἐπινοήματα, μεταβάλλει αὐτά εἰς λατρευτικά  ἀντικείμενα, τά ὁποῖα μεταδίδουν τήν Χάριν, τήν ὁποίαν δέχονται ἀπό τήν πηγήν τοῦ φωτός καί τῆς ζωῆς ὅσοι προσεγγίζουν αὐτά μετά πίστεως καί εὐλαβείας. Οὕτω τά ὑλικά αὐτά ἀντικείμενα ἁγιάζουν, φωτίζουν, θαυματουργοῦν.

Εἰς τήν ἁγιογραφίαν τά πρόσωπα τοῦ Κυρίου, τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων δέν ἀποδίδονται μέ στόχον τό πεπερασμένον γήϊνον κάλλος, ἀλλά καταυγαζόμενα ὑπό τοῦ ἀνεσπέρου Φωτός τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν ἀποκαλύπτουν τό ὑπέρ ἔννοιαν καί αἴσθησιν κάλλος  τοῦ Κυρίου καί τήν ὡραιότητα τῶν θεοειδῶν ἀρετῶν, αἱ ὁποῖαι κοσμοῦν τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας.

Τοῦτο εἶναι μία μεγίστη δωρεά τοῦ Κυρίου εἰς τόν κόσμον, ὁ ὁποῖος ἀπό π α ρ ά λ ο γ ο ς γίνεται ἔ λ λ ο γ ο ς, λογικοποιεῖται, ὡς ἔλεγε μία μεγάλη μορφή τῆς συγχρόνου θεολογικῆς σκέψεως, ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος τῆς Τσέλιε Σερβίας. 

Οὕτως, ὁ Ὀρθόδοξος Πολιτισμός, καί ἰδιαιτέρως εἰς τήν Ἁγιοτόκον Χώραν τῆς Γεωργίας, ἔχει δώσει λαμπρότατα δείγματα πολιτισμοῦ. Πλέον εἰδικῶς καί συγκεκριμένως, εἰς τόν χῶρον τῆς τέχνης τῆς ἁγιογραφίας, ἔνθα, ὡς γράφει ὁ Ὅσιος Δωρόθεος, οἱ ἁγιογράφοι αὐτῆς βάλλουν "πάντα τά χρώματα ἔντιμα καί λαμπρά, ἄξια τῆς τοῦ Βασιλέως εἰκόνος", ἤτοι τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, καί σπουδάζουν "πάσας τάς ἐσθῆτας τοῦ βασιλέως ἐνθεῖναι τῇ εἰκόνι, ἵνα βλέπῃ τις τήν εἰκόνα περιέχουσαν ὅλον τόν βασιλικόν χαρακτῆρα καί νομίζῃ ὅτι σχεδόν αὐτόν τόν βασιλέα βλέπει, αὐτό τό ἀρχέτυπον" (Ἀββᾶ Δωροθέου, Ἑρμηνεία τινῶν ρητῶν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου).

Συγχρόνως ὅμως, ἡ Ἐκκλησία ἀνάγει ἡμᾶς εἰς τά πνευματικά, εἰς τά θεῖα, καί καλεῖ ἡμᾶς ἵνα "μή ἀτιμάσωμεν τό ἀρχέτυπον ἡμῶν· Θεοῦ κατ᾿ εἰκόνα γεγόναμεν· ἀλλά καθαράν καί ἔντιμον τήν ἰδίαν εἰκόνα ποιήσωμεν ἀξίαν τοῦ ἀρχετύπου". Δηλαδή νά ἁγιάζωμεν ἑαυτούς, ὥστε μέ αὐτόν τόν τρόπον νά τιμῶμεν τόν Θεόν, κατ᾿ εἰκόνα τοῦ Ὁποίου ἐπλάσθημεν. "Ἀποσμίξωμεν αὐτήν τοῦ ρύπου τῆς ἁμαρτίας, ἵνα φανῇ τό κάλλος αὐτῆς διά τῶν ἀρετῶν. Ἐκκαθάρωμεν οὖν τό κατ᾿ εἰκόνα ἡμῶν· θέλει γάρ αὐτό ὁ Θεός, καθώς καί ἔδωκε μή ἔχον σπίλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων" (Ἀββᾶ Δωροθέου, ἔνθ ἀν.).

Ἡ ἀνύψωσις πρός τόν οὐρανόν, ὁ ἐξευγενισμός, ἡ μεταμόρφωσις τῆς φύσεως τῆς ἀκατεργάστου ὕλης διά τῆς ἐπινοήσεως τῆς ἀνθρωπίνης δημιουργίας, αὐτό εἶναι ἡ ψυχή τῶν Ὀρθοδόξων τεχνῶν, τῆς Ἁγιογραφίας, τῆς ξυλογλυπτικῆς, τῆς μικροτεχνίας, τῆς ἀρχιτεκτονικῆς, τάς ὁποίας τοσοῦτον ἔχει καλλιεργήσει καί ἀναπτύξει ἡ φιλότεχνος μέριμνα τῆς Ὑμετέρας τετιμημένης Μακαριότητος, ἀδελφέ ἅγιε Πατριάρχα Γεωργίας. Καί, ἀντιθέτως, ἡ ψυχή ἀπό τήν θεωρίαν τοῦ ὁρατοῦ κάλλους ἔρχεται εἰς τήν κατάστασιν τῆς αἰσθήσεως τοῦ Θεοῦ, τοῦ ζῶντος καί θαυμαστοῦ ἐν πᾶσιν.

Ὅμως τοῦτο δέν εἶναι εὐκολος ἐργασία. Εἶναι ἄ σ κ η σ ι ς, π τ ῆ σ ι ς ὑπεράνω τῆς ἀβύσσου, ἔ κ χ υ σ ι ς αἵματος. Ἀκριβῶς μέ αὐτά εἶναι συνυφασμένη ὅλη ἡ ἐσωτερική ὕπαρξις καί ζωή ὅλων τῶν μεγάλων Ὀρθοδόξων καλλιτεχνῶν. Διά τοῦτο βλέπομεν εἰς τούς μεγάλους δημουργούς τῆς Ἐκκλησίας νά εἶναι καί Ἅγιοι: Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἦτο ἁγιογράφος καί εἷς ἐκ τῶν κορυφαίων ὑμνογράφων τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ κορυφαῖοι μελῳδοί Ρωμανός καί Ἰωάννης Κουκουζέλης ὡσαύτως εἶναι Ὅσιοι. Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔχει χαρίσει τήν εὐρυτέραν εἰκόνα -σύμβολον τῆς παναγίας καί προσκυνητῆς Τριάδος- ὁ Ἀνδρέας Ρουμπλιώφ, εἶναι ὡσαύτως Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας. Πλεῖστοι ἦσαν οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι ἀσκηταί, οἱ ὁποῖοι ἐχάρισαν εἰς τόν κόσμον ἀπαράμιλλα ἀρχιτεκτονικά ἔργα, εἴτε Ναούς, εἴτε Μονάς, εἴτε ἀσκητήρια, ἐνίοτε ἐκτισμένα εἰς τούς πλέον ἀποκρήμνους καί ἀπροσίτους εἰς τόν ἄνθρωπον τόπους, εἰς ὄρη καί βουνά καί κρημνούς, τά ὁποῖα κάνουν τήν ἀνθρωπίνην διάνοιαν νά ἐξίσταται καί νά θαυμάζῃ τήν ψυχικήν δύναμιν, τό μεγαλόπνοον ὅραμα καί τήν ὑπομονήν τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, τῶν κτιτόρων.

Συγχρόνως, ὁ Ὀρθόδοξος Πολιτισμός οὐδέποτε λησμονεῖ τόν προορισμόν του: νά θ ε ο π ο ι ή σῃ τόν ἄνθρωπον, νά τόν ἀναγάγῃ πρός τόν Δημιουργόν. Κάθε λειτουργική τέχνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔχει δογματικόν χαρακτῆρα καί ἐνεργεῖ  μυστικῶς εἰς τάς καρδίας τῶν πιστῶν.

Ἡ Ὀρθόδοξος ἐκκλησιαστική μουσική δέν εὐφραίνει μόνον τήν ἀκοήν, ἀλλά συνταράσσει τά ἄδυτα τῆς ψυχῆς μας.

Ἡ Ὀρθόδοξος Εἰκονογραφία εἶναι τό "γλωσσοφόρον βιβλίον" τῆς Ἐκκλησίας, ὡς εὐστόχως γράφει ὁ προμνημονευθείς Ἅγιος Ὁμολογητής καί ὑπέρμαχος τῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Τό β ι β λ ί ο ν τοῦτο συχνάκις, ἄν ὄχι πάντοτε, εἶναι ἰσχυρότερον πολλῶν λόγων καί ἤχων.

Δέν σπανίζουν αἱ περιπτώσεις, κατά τάς ὁποίας ἡ ἄψυχος καί ἄλογος ὕλη δέχεται τόσον ἐναργῶς τήν Θείαν Χάριν, κατά τήν ἀνέκφραστον φιλανθρωπίαν τοῦ Κυρίου, ὥστε νά συμπεριφέρεται ὡς ἔμψυχος καί λογική. Διά τοῦτο ἔχομεν ἱεράς εἰκόνας ἀπό τάς ὁποίας ἔρρευσαν δάκρυα (Παναγία ἡ Δακρυρροοῦσα) καί αἷμα (Παναγία ἡ Πορταΐτισσα), εἰκόνας αἱ ὁποῖαι ὡμίλησαν ἐμφανῶς (Παναγία ἡ Ἀντιφωνήτρια), εἰκόνας τῶν ὁποίων τά πρόσωπα ἐκινήθησαν ὡσάν νά ἦσαν ζῶντα, ὡς ἡ περίφημος ἱερά εἰκών τῆς Παναγίας τῆς Παραμυθίας ἐν Ἁγίῳ Ὄρει, ἐν τῇ ὁποίᾳ διημείφθη ζωντανός δ ι ά λ ο γ ο ς, ὁλόκληρον "ἐ π ε ι σ ό δ ι ο ν" μεταξύ τοῦ μικροῦ Παιδίου Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας Μητρός Του, διά νά καταδειχθῇ καί δι᾿ ὁρατῶν καί δι᾿ ἀοράτων στοιχείων, πολυμερῶς καί πολυτρόπως, ὁπόση εἶναι ἡ παρρησία τῆς Κυρίας Θεοτόκου ἐνώπιον τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Της.

Ὁ ἴδιος ὅμως Πολιτισμός ἐκφράζει τόν δημιουργόν του. Ἕκαστον δημιούργημα καί ἐπινόημα ἀναγγέλλει καί ἐκφράζει τόν ἐμπνευστήν καί δημιουργόν του. Τά μεγάλα ἀριστουργήματα τοῦ Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ, τά ὁποῖα πλουτεῖ ὁ φιλόκαλος Γεωργιανός Λαός, ἀναγγέλλουν τό κάλλος καί τήν ὡραιότητα ψυχῆς τοῦ δημιουργοῦ των, τοῦ Γεωργιανοῦ πολιτιστικοῦ ἤ θ ο υ ς  καί ὕ φ ο υ ς, ἤ κατ᾿ ἄλλους τεχνοτροπίας. 

Κατ᾿ ἀνάλογον τρόπον, καί τά καλλιτεχνικά δημιουργήματα τοῦ πιστοῦ Ὀρθοδόξου Λαοῦ τούτου, τά ὁποῖα  προσκυνοῦνται καί λατρεύονται σήμερον εἰς τούς Ἱερούς Ναούς, τάς Ἱεράς Μονάς  καί φυλάσσονται εἰς τά μουσεῖα τῆς Χώρας του, ἀποκαλύπτουν καί ἐκφράζουν τήν ὡραιότητα, τήν εὐγένειαν, τήν εὐαισθησίαν καί τό κάλλος τῆς Ὀρθοδόξου Γεωργιανῆς ψυχῆς καί τήν πίστιν αὐτῆς, τήν ὁποίαν δέν ἠδυνήθησαν νά καταβάλουν αἱ συμφοραί, οἱ διωγμοί, αἱ δυσχέρειαι ἀνά τούς αἰῶνας, αἱ περιπέτειαι τῆς ἱστορίας καί τά χαλάσματα τῶν ἀνθρωπείων. Καί ἀσφαλῶς καί ἡ λατρεία καί ἡ προσκύνησις "ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει".

Ἐάν θά ἠθέλομεν νά ἀναφερθῶμεν καί νά συγκρίνωμεν τόν Ὀρθόδοξον πολιτισμόν πρός τόν Δυτικόν ἀσφαλῶς καί τά συμπεράσματα θά ἦσαν ὄχι γοητευτικά, διά νά μή εἴπωμεν ἀπελπιστικά. Εἰς τόν πρῶτον κυριαρχεῖ τό θ ε α ν θ ρ ώ π ι ν ο ν στοιχεῖον, τό κ ά λ λ ο ς, τό μ ό ν ι μ ο ν· εἰς δέ τόν δεύτερον τό ἀνθρώπινον, τό γήϊνον, τό ὑλικόν, τό παροδικόν. Βλέπει τίς ὁρατῶς εἰς τόν σύγχρονον πολιτισμόν, καί δή εἰς τόν εὐρωπαϊκόν καί δυτικόν, εἰς ὅλα τά ἐπίπεδα τῆς ἐκφράσεώς του, συχνάκις τήν σύγχυσιν, τήν ἀσυναρτησίαν, τήν ἀπουσίαν τῆς ὡραιότητος, τά ὁποῖα ἐκφράζουν ἀντίστοιχον ἐσωτερικήν σύγχυσιν, ἀσυναρτησίαν καί ἀπουσίαν τοῦ Θεοῦ, παρά καί ἐκ τοῦ Ὁποίου πηγάζει ἡ ὡραιότης, ἡ ἁρμονία, ἡ τάξις καί τό κάλλος τῶν κτισμάτων. 

Ἡ διατάραξις τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεόν, ἡ ὁποία πολλάκις φθάνει εἰς τήν τελείαν ἄρνησιν τοῦ Πλάστου ἀπό τό πλάσμα Του καί ἡ ὁποία κυριαρχεῖ ἐν πολλοῖς εἰς τόν σημερινόν δυτικόν καί εὐρύτερον κόσμον εἰς ὅλας τάς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς του, εὑρίσκεται ἐκτετυπωμένη καί εἰς τόν πολιτισμόν του, εἰς τά ἀνθρώπινα δημιουργήματα. 

Καί, ἀντιθέτως, ἡ ἁρμονία τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεόν εὑρίσκεται ἐντετυπωμένη εἰς τάς πολιτιστικάς δημιουργίας, παλαιάς καί συγχρόνους, τῶν Ὀρθοδόξων Λαῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἰδικός σας, ὁ Γεωργιανός.

Πῶς ὅμως ἔφθασαν οἱ δύο πολιτισμοί, ὁ σύγχρονος Δυτικός καί ὁ Ὀρθόδοξος, εἰς τοιαύτην μεγάλην διαφοράν; Ἐπί ποίου θεμελίου ἔχει οἰκοδομηθῆ ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός; Ἀσφαλῶς ἐπί τοῦ Προσώπου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος διά νά ἀνυψώσῃ τό πλάσμα Του, τό τελειότερον δημιούργημά Του, τόν ἄνθρωπον, εἰς τόν Θεόν. Αὐτή εἶναι ἡ  ἀ ρ χ ή  καί τό  τ έ λ ο ς  καί ὁ  σ κ ο π ό ς  τοῦ Θεανθρωπίνου Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ. Δέν ἀπομονώνει τόν ἄνθρωπον, ὅπως ὁ Δυτικός Οὑμανισμός, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ζ ῇ , σ κ έ π τ ε τ α ι  καί  κ ι ν ε ῖ τ α ι  ἡνωμένος μετά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. "Ἐν Αὐτῷ γάρ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν" (Πράξ. ιζ΄,28). Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἡ σκέψις του σκέψις τοῦ Χριστοῦ, Αὐτῷ προσφέρει τά πάντα: "τά Σά ἐκ τῶν Σῶν, Σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα" (Θεία Λειτουργία τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἐκφώνησις πρό τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων).

Μόνον διά τῆς ὀργανικῆς σχέσεως πρός τόν Θεάνθρωπον Χριστόν δύναται ὁ ἄνθρωπος νά  κ α τ α κ τ ή σ ῃ  πολιτιστικά  δ η μ ι ο υ ρ γ ή μ α τ α, τά ὁποῖα μένουν  ἀ θ ά ν α τ α  ἐν τῷ κόσμῳ καί φωτίζουν καί παραδειγματίζουν. Μόνον εἰς τόν Θεάνθρωπον Χριστόν εὑρίσκει ὁ ἄνθρωπος τό πλήρωμα καί τήν τελείωσιν τῆς ὑπάρξεως αὐτοῦ. Μόνον εἰς Αὐτόν εὑρίσκει ὁ πολιτισμός τήν ἀληθινήν ὡραιότητα, τήν ἀθανασίαν καί τήν αἰωνιότητά του.

Ὁ Θέανθρωπος Χριστός ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπον ἐκ τῆς τυραννίας τῆς ὕλης καί τῶν πραγμάτων. Ὁ Ὀρθόδοξος ἄνθρωπος στρέφεται μέ ὅλην τήν δύναμίν του εἰς τήν ψυχήν, ἡ ὁποία, κατά τόν λόγον τοῦ Κυρίου, ἀξίζει περισσότερον ἀπό ὅσον ὅλος ὁ κόσμος. Διά τοῦτο καί ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός εἶναι πρωτίστως  π ο λ ι τ ι σ μ ό ς  τῆς ψυχῆς καί ὄχι τῆς ὕλης.

Διότι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί ἡ ἀγάπη πρός τήν ὕλην εἶναι πράγματα καί θέσεις ἀσυμβίβαστοι. Ὡς μαρτυρεῖ ὁ Ὅσιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, "ὅστις ἀπέκτησε τόν Θεόν, εἶναι ἀνάγκη νά μή πεισθῇ νά ἀποκτήσῃ ἄλλο τι, ἀλλά καί αὐτό τό σῶμα αὐτοῦ νά ἀποδυθῇ. Ἐάν ὅμως ἐνδυθῇ τις τοῦτον τόν κόσμον, καί ἀγαπήσῃ ταύτην τήν ζωήν, δέν θά ἐνδυθῇ τόν Θεόν, ἕως ὅτου ἀφήσῃ ταῦτα· ἐπειδή ἐμαρτύρησε τοῦτο αὐτός ὁ Θεός, λέγων· ὅστις δέν ἀφήσει πάντα καί μισήσει τήν ζωήν αὐτοῦ, δέν δύναται νά γίνῃ μαθητής μου". "Καί αὐτοί οἱ Ἅγιοι μετά ἠσθενημένου σώματος καί χλωμοῦ ἐκ νηστείας προσώπου, καί μετά καθαροῦ καί ἡσύχου νοός, ἀπηλλαγμένου γηΐνων λογισμῶν, ἀπετόλμων νά συνομιλῶσι μετά τοῦ Θεοῦ καί ὑψοῦντο εἰς τά κρυπτά θεῖα μυστήρια τῶν ἀποκαλύψεων... Ἠνοίγοντο οἱ νοεροί ὀφθαλμοί των καί ἔβλεπον τήν δύναμιν καί τό κάλλος τῶν ποιημάτων τοῦ Θεοῦ κατά τό μέτρον τῆς καθαρότητός των" (Τοῦ Ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, Τά σωζόμενα Ἀσκητικά).

Διά τοῦτο καί πάντες οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει νά εἴμεθα ὑπερήφανοι διά τόν πολιτισμόν μας, ἔστω καί ἐάν ὑλικῶς δέν εὐημεροῦμεν, δέν διαθέτομεν "τά μέσα", τούς πόρους καί τά ἐφόδια, τά ὁποῖα διαθέτουν οἱ ἄλλοι λαοί. Ἔστω καί ἄν εἴμεθα πτωχότεροι ἄλλων λαῶν, ἔστω καί ἐάν μᾶς λείπουν ἐνίοτε καί τά ἀπαραίτητα. Ὁ πλοῦτος ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι ἐ σ ω τ ε ρ ι κ ό ς. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας, μᾶς ἐδίδαξεν: "οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετά παρατηρήσεως· [...] ἰδού γάρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστιν" (πρβλ. Λουκ. ιζ΄,20-22). Ὅλος ὁ ἀναφαίρετος πνευματικός πλοῦτος εὑρίσκεται ἐντός τῆς ψυχῆς τῆς ἡγιασμένης ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· διότι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι βρῶσις καί πόσις, ἀλλά "δικαιοσύνη, καί εἰρήνη, καί χαρά ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ" (Ρωμ. ιδ΄,17-18).

Δέν εἶναι καθόλου ἐκπληκτικόν, ὅτι ὁ μή πνευματικός ἄνθρωπος ρυθμίζει καλλίτερον τάς ὑλικάς ὑποθέσεις του ἀπό τόν πνευματικόν. Ὁ μή πνευματικός ἄνθρωπος ἀσχολεῖται μέ τήν προσπάθειαν νά ἐξασφαλίσῃ τά πράγματα καί γίνεται αἰχμάλωτος αὐτῶν, ἐνῷ ὁ πνευματικός πασχίζει μέ τόν νοῦν του νά διαμένη ἐν τῷ Θεῷ, καί εἰς τήν προσπάθειάν του αὐτήν δέν τόν συγκινοῦν τά ὑλικά ἐπιτεύγματα. Ἐάν οἱ Ὀρθόδοξοι Λαοί ἐστρέφοντο μέ ὅλην τήν ὁρμήν των πρός τά γήϊνα καί μή πνευματικά, συντόμως θά ἠδύναντο ἴσως, ἄν μή ἀσφαλῶς, νά ὑπερβοῦν τούς ἄλλους λαούς, ὡς, ἄλλωστε, συνέβη εἰς τάς χώρας τοῦ λεγομένου ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ, ἐπειδή ἡ ἐνασχόλησις μέ τά ὑλικά καί πεπερασμένα εἶναι ἀσυγκρίτως εὐκολωτέρα ἀπό τῆς ἐνασχολήσεως μέ τά μή παρερχόμενα καί μέ αὐτά τά ὁποῖα ἀρέσουν καί εὐαρεστοῦν τόν Θεόν, τά αἰώνια.

Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολήν "ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ, καί ταῦτα πάντα", δηλαδή τά ὑλικά, "προστεθήσεται ὑμῖν" (Ματθ. ς΄,33-34). Πάντα τά ὑλικά, τό ἔνδυμα, ἡ κατοικία, ἡ τροφή, εἶναι τό συμπλήρωμα. Ὁ σημερινός Δυτικός πολιτισμός δυστυχῶς ἐπιζητεῖ πρῶτον τό συμπλήρωμα καί ὁ ἄνθρωπος καταναλώνει ἅπασαν τήν μέριμνάν του εἰς πολυαρίθμους ἀνάγκας, ἄνευ νοήματος καί οὐσίας. Ὁ δέ Ὀρθόδοξος ἄνθρωπος, ὁ ἅγιος, ἀναζητεῖ μόνον τό Ἕν, οὗ "ἐστι χρεία" (πρβλ. Λουκ. ι΄,42), δι᾿ αὐτόν καί διά τήν ἀνθρωπότητα. Ποῖον εἶναι αὐτό τό Ἕν; Ὁ διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἄνθρωπος γενόμενος Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, καί πᾶν ὅ,τι Αὐτός κομίζει εἰς τόν κόσμον: εἰρήνην, δικαιοσύνην, ἀπολύτρωσιν, ἀγάπην, φῶς, χρηστότητα, ἀγαθωσύνην, πρᾳότητα, ἀθανασίαν. Πᾶσαι αἱ ἕτεραι ἀνάγκαι τοῦ ἀνθρώπου, ἐν συγκρίσει πρός αὐτό τό Ἕν, "οὗ ἔχομεν χρείαν", εἶναι τόσον δευτερεύουσαι, ὥστε νά εἶναι σχεδόν ἄχρηστοι.

Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέν ἐξουσιάζεται ὑπό πραγμάτων, ἰδεῶν, ἀναγκῶν, ἐξωτερικῶν συνθηκῶν, λογικῆς, ἀλλά μένει ἐσωτερικῶς ἐλεύθερος ἀπό πάντων, ἐν τῇ κοινωνίᾳ του μέ τόν Θεόν. Ἡ ἁρμονική αὐτή κοινωνία του μετά τοῦ Θεοῦ μεταδίδεται εἰς τά δημιουργήματά του καί γίνεται τοιουτοτρόπως ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος  δ η μ ι ο υ ρ γ ό ς Θεανθρωπίνου πολιτισμοῦ, διά λόγου, διά τέχνης, δι᾿ ἔργων, δι᾿ ἐπινοήσεως, καί κυρίως διά τῆς προσευχῆς.

Ἄς μή λησμονῆται, ὅτι τό τελειότερον ἀλφάβητον εἰς τόν κόσμον, τό φωνητικόν, εἰς τό ὁποῖον κάθε γράμμα ἀποδίδει ἕνα φθόγγον, ἐδόθη πρῶτον εἰς τόν ἄνθρωπον ὑπό τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, κατά τήν ἀποκάλυψιν τοῦ Δεκαλόγου εἰς τόν ἀπεσταλμένον Του, τόν Μωϋσῆν, διά νά δυνηθῇ νά ἐκφράσῃ τελειότερον ὅσα τοῦ ἀπεκαλύφθησαν ἐν τῷ Ὄρει Σινᾷ, ὅτε ὁ Θεός ἀπεκαλύφθη ἐν τῷ κόσμῳ προσωπικῶς καί ὑποστατικῶς, ὡς ὁ Ὤ ν, καί ὄχι ὡς μία ἀπρόσωπος, ἀμέθεκτος καί ἀπρόσιτος ἀνωτέρα δύναμις. Οὕτως, ὁ μύστης τῶν ἀπορρήτων τῆς Θεότητος γίνεται δημιουργός καί φορεύς πολιτισμοῦ, δεχόμενος πρῶτος τήν ἀποκάλυψιν τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, μετά τοῦ Ὁποίου ὡμίλει καί ὁμιλεῖ ἐνώπιος ἐνωπίῳ.

Διά τοῦτο, ἀδελφοί Ὀρθόδοξοι Γεωργιανοί, πρέπει νά δοξάζωμεν τόν Θεόν καί νά εἴμεθα ὑπερήφανοι διότι ἐγεννήθητε καί ἐγεννήθημεν Ὀρθόδοξοι καί ἀνετράφητε εἰς μίαν Ὀρθόδοξον Χώραν, μάλιστα μέ τοιαύτην πλουσίαν ἱστορίαν καί πολιτισμόν, ὡς ἡ ἔνδοξος καί γενναία τῆς Γεωργίας. Μή συγκινεῖσθε ἐκ τῶν φαινομενικῶς πολιτιστικῶν ἐπιτευγμάτων τοῦ παρόντος αἰῶνος τῆς ἀποστασίας, ὁ ὁποῖος ἔχει ὑπερβῆ ἀσυλλήπτως τάς τεχνολογικάς δυνατότητας πάσης ἄλλης ἐποχῆς, ἀλλά συγχρόνως ἔχει ἀνοίξει καί τό λεγόμενον "κουτί τῆς Πανδώρας", ἐκ τοῦ ὁποίου δύνανται νά ἐλευθερωθοῦν δυνάμεις ἱκαναί νά καταστρέψουν  τόν κόσμον ἅπαντα, "στοιχεῖα καυσούμενα", ἐπαρκοῦντα διά νά κατακαύσουν "τήν γῆν καί τά ἐν αὐτῇ ἔργα" (πρβλ. Β΄ Πέτρ. γ΄, 10).

Ἀλλοίμονον εἰς τήν ἀνθρωπότητα, ἐάν ἡ σύγχρονος τεχνογνωσία καί τεχνολογική δύναμις, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἱκαναί νά μεταποιήσουν τήν γῆν ὅλην εἰς παράδεισον, δέν ἀξιοποιηθοῦν ἐπωφελῶς δι' αὐτήν. Ἡμεῖς ὅμως, ὡς χριστιανοί καί γνήσια τέκνα τοῦ οὐρανίου Πατρός, δέν πτοούμεθα ὑπό τῆς καταστάσεως ταύτης, ὑπό τῆς πενίας, τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως, τῶν ἀδικιῶν, τῆς συκοφαντίας, τῶν πολέμων, τῶν συσσωρευομένων καθ᾿ ἡμέραν τρομακτικῶν ἀπειλῶν. Πᾶσαι αἱ ἀνωτέρω ἀνθρώπιναι καταστάσεις, δέν δημιουργοῦν πολιτισμόν. Ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός δέν εἶναι "γῆ καί σποδός", ἀλλά κ α τ α ξ ί ω σ ι ς καί π ρ ο σ δ ο κ ί α:  "Προσδοκῶμεν καί σπεύδομεν τήν παρουσίαν τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμέρας, [...] καινούς δέ οὐρανούς καί γῆν καινήν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ” (πρβλ. Β΄Πέτρου γ΄, 12-13). Καί ἡ δικαιοσύνη δι᾿ ἡμᾶς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

Διά τῆς ἀπομονώσεώς του εἰς τάς τεχνολογικάς ἐφευρέσεις καί εἰς τόν ὑλικόν κόσμον ὁ δυτικός ἄνθρωπος ἀποθνήσκει καί ἐξαφανίζεται. Ἡ θεοποίησις τῆς λογικῆς, ὁ ναρκισσισμός του, εἶναι ὁ τάφος ἐκ τοῦ ὁποίου δέν δύναται νά ἀναστήσῃ ἑαυτόν. Καί βλέπομεν ὅτι, ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος κατακτᾷ καί κερδίζει ὅλον τόν κόσμον, μεταβαίνει εἰς τό διάστημα καί εἰς τούς ἄλλους πλανήτας, κατά παραχώρησιν πάντοτε τοῦ Θεοῦ, ὅμως δέν δύναται νά ἐπιλύσῃ τά βασικώτερα προβλήματα τῆς ζωῆς καί νά δικαιώσῃ τήν ὕπαρξίν του. Ὁ Ὀρθόδοξος Θεάνθρωπος ὅμως ἔχει λύσει ὅλα αὐτά τά προβλήματα. Καί τά ἔλυσε μέ α ὐ τ ο θ υ σ ί α ν. Ἐνῷ εἰς τόν σύγχρονον δυτικόν καί μή κόσμον, λαοί, φυλαί καί κράτη καί ἐπί μέρους ἄτομα, νομίζοντα ὅτι εἶναι μόνιμοι φορεῖς "ἱκανοῦ νοός" καί ὅτι δύνανται δι᾿ αὐτοῦ νά ρυθμίσουν τά πάντα, ἐφαρμόζουν τό δόγμα "θυσίαζε τόν ἄλλον χάριν τοῦ ἑαυτοῦ σου",  ὁ Θεάνθρωπος Χριστός καί ὁ χριστοποιημένος ἄνθρωπος ἐφαρμόζουν τό δόγμα, ὄχι τό ἐξελθόν "παρά Καίσαρος Αὐγούστου", ἀλλά τό δόγμα τοῦ ἀδυνάμου καί διά τοῦτο παντοδυνάμου Κυρίου, "θυσίαζε τόν ἑαυτόν σου χάριν τῶν ἄλλων"· ἡ γάρ δύναμις τοῦ Κυρίου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται, εἰς τόν Σταυρόν, διά νά φέρῃ τήν Ἀνάστασιν τοῦ ἰδίου ὡς Θεοῦ καί τοῦ δημιουργήματός Του δι᾿ αὐτῆς.

Ὁ δυτικός κόσμος ἵσταται ἀδύναμος καί ἀνήμπορος ἐνώπιον τοῦ αἰωνίως ἀλύτου προβλήματος τοῦ θανάτου. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ὅμως τό ἔλυσε διά τῶν παθῶν, τῆς σταυρικῆς θυσίας, τῆς ταφῆς καί τῆς Ἀναστάσεώς Του. Μέ τήν Χάριν καί μέ τήν βοήθειάν Του τό λύομεν καί ἡμεῖς, συμμετέχοντες εἰς τά ἴδια παθήματα διά νά ἀναστηθῶμεν μαζί Του.

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Ὁ Θεός, ὡς ἐπιβεβαιοῖ ἀψευδῶς ὁ ἴδιος διά τοῦ πρώτου βιβλίου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῆς Γενέσεως, "εἶδε τά πάντα ὅσα ἐποίησε, καί ἰδού καλά λίαν· καί συνετελέσθησαν ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ καί πᾶς ὁ κόσμος αὐτῶν" (Γεν. 1,31-2,1). 

Καί ὁ Μέγας Βασίλειος προσφυῶς δογματίζει: "Υἱούς ἐγέννησα καί ὕψωσα, αὐτοί δέ μέ ἠθέτησαν [...] Γενέσεως εἴδη δύο: Ἡ μέν, ἡ κατά Θεόν μόρφωσις, ἐξ ἔργων καί παραδοχῆς δογμάτων ἐπιτελουμένη· ὡς γεννᾷ Παῦλος διά τοῦ Εὐαγγελίου [...] ἡ δέ τίς ἐστιν, ἡ εἰς τόν βίον εἴσοδος, ὡς τό, Αὕτη ἡ βίβλος γενέσεως [...] Μεγάλη μέν οὖν κατηγορία, καί τόν υἱόν ὄντα καί τῆς σωματικῆς γενέσεως τετυχηκότα, ἀγνώμονα εἶναι περί τόν γεννήσαντα· ἀφορήτου δέ μίσους ἄξιος ὁ καί ὑψωθείς τῷ γενέσθαι τῶν οὐρανίων μέτοχος, καί μηδέ οὕτως ἐπιμένων τῇ πρός τόν εὐεργέτην ἀγάπῃ (Εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν). 

Ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός ἔχει "πνοήν ζωῆς", ἤ μᾶλλον ἐμπνέεται ἀπό "πνοήν ζωῆς" καί μεταβάλλεται εἰς "ψυχήν ζῶσαν" (Γεν.β,7), κατά τόν ἴδιον τρόπον ὅτε "ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν" (Γεν. β΄,7). Τοιουτοτρόπως καί ὁ "χοῦς" καί ἡ "ὕλη" καί τό πεπερασμένον ἀνθρώπινον "πνεῦμα" καί ἡ "λογική" μεταποιοῦνται ὑπό τοῦ Ὀρθοδόξου καλλιτέχνου, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί δίδεται εἰς αὐτά "πνοή ζωῆς". Ὅλη ἡ παράδοσις καί ἡ πίστις μας εἶναι μία  μ α ρ τ υ ρ ί α  Ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ, "χάριτος καί ἀληθείας". Καί ἀληθῶς καί ἐμπειρικῶς "ἡ Χάρις καί ἡ ἀλήθεια διά Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο" (Ἰωάν. α΄, 17-18).

Ἡ Θεία Λειτουργία, ὡς θεόπνευστα κείμενα καί ὡς ἀναίμακτος προσφορά "ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας”, ἡ ἐμπνευσθεῖσα ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διδασκαλία καί οἱ θησαυροί τῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, αἱ Ἱεραί Εἰκόνες, τά ἱερά ἀντικείμενα τῆς Θείας Λατρείας, αἱ ἀναρίθμητοι ἐκφάνσεις τῆς καθ᾿ ἡμέραν λατρευτικῆς καί προσευχητικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς τοῦ Ὀρθοδόξου πιστοῦ, διά τῆς ἀσκήσεως καί τῆς νηστείας, διά τῆς προσηλώσεως εἰς τό θεῖον, εἰς τόν "ἀοράτως συνόντα" καί συμπορευόμενον Κύριον, αὐτό τοῦτο τό Ὀρθόδοξον  βίωμα  καί ἔθος ἀποτελοῦν στοιχεῖα τοῦ Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ ἀπό τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Κυρίου, τοῦ Βυζαντινοῦ καί τοῦ μεταβυζαντικοῦ Πολιτισμοῦ, τῆς κληρονομίας μας, ἡ ὁποία δέν περιορίζεται εἰς τόπον καί χρόνον, ἀλλά ὑπερβαίνει καί τόν τόπον  καί τόν χρόνον, καί μεταβιβάζει πρός τό αἰώνιον. Ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός εὑρίσκεται μακράν θρησκευτικῶν φανατισμῶν καί μονομερείας καί ἐκφράσεως τοῦ ἐθνοφυλετικοῦ στοιχείου, εἶναι ἀ π ό λ υ τ ο ς, ἀνήκει εἰς πάντας· εἶναι αἰώνιος· εἶναι τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός, ὁ "μελιζόμενος καί μηδέποτε διαιρούμενος".  

Διά τοῦτο καλοῦμεν ἑαυτούς καί ἀλλήλους νά στραφῶμεν εἰς τάς εὐγενεῖς καί καλλιελαίους ρίζας τοῦ Ὀρθοδόξου Θεανθρωπίνου πολιτισμοῦ μας. Ἄς καλλιεργήσωμεν  αὐτό τό πνεῦμα τῆς περιφρονήσεως τῆς παρούσης ζωῆς χάριν τῆς οὐρανίου πολιτείας, τό ὁποῖον ἐκαλλιέργησαν οἱ Μάρτυρες, οἱ Ἱεράρχαι, οἱ Ἀσκηταί, οἱ Ὅσιοι καί γενναῖοι αὐτῆς τῆς αἱματοποτίστου καί εὐλογημένης Ὀρθοδόξου Γεωργιανῆς γῆς. Ἡ ὡραία αὐτή Χώρα ἔχει ἀναδείξει τόσους πολλούς καί τόσον μεγάλους Ἁγίους, πραγματικούς ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος, εἰς τήν μακραίωνα ἱστορίαν της. Ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι "πάντες τό αὐτό βρῶμα πνευματικόν ἔφαγον, καί πάντες τό αὐτό πόμα πνευματικόν ἔπιον· ἔπινον γάρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δέ πέτρα ἦν ὁ Χριστόςʹ (Α´ Κορ. ι' 3-4). Αὐτό τό ποτήριον τούς εἶχε μεθύσει καί δέν ᾐσθάνοντο τόν κόσμον, ἀλλά εἶχον γίνει ὡς ἀναίσθητοι εἰς τάς θλίψεις καί τήν τραχύτητα τῆς χριστιανικῆς ὁδοῦ, ἐπειδή κατά πᾶσαν ὥραν εἶχον ἐστραμμένα τά ὄμματα εἰς τόν Θεόν καί Πατέρα των καί ἔβλεπον διά τοῦ κρυπτοῦ ὀφθαλμοῦ τῆς πίστεως αὐτά τά ὁποῖα εἶναι ἀόρατα καί μή αίσθητά. Αἱ ἐπαγγελίαι τοῦ Θεοῦ εἶχον διδάξει εἰς αὐτούς τήν ἀφοβίαν, τήν ὑπομονήν εἰς τούς πειρασμούς, τήν ἀνδρείαν τῆς καρδίας, καί τό μόνον τό ὁποῖον ηὔχοντο καί ἐπεθύμουν ἦτο τό "γενηθήτω, Κύριε, ἐπ᾿ ἐμοί τό θέλημά Σου", καί ἡ προσευχή "ὡς οἶδεν ἡ εὐσπλαγνία Σου, ἡ Χάρις Σου, ἡ ἀνεξικακία Σου, Σύ κυβέρνησον τήν ζωήν μου καί σῶσον με". Ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός δέν ἀποβλέπει εἰς τό παρόν, διότι "πείθουσι γυμνά τούς ὁρῶντας ὀστέα, ὡς οὐδέν ἡμῖν προσφυές τῶν ἐνθάδε" (Τά γυμνά κόκκαλα πείθουν ὅσους τά βλέπουν, ὅτι τίποτε ἀπό τά γήϊνα δέν εἶναι δικό μας) (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Ἔπη Θεολογικά, Ποίημα ΛΒ´, Γνωμικά δίστιχα).

Ἠθελήσαμεν, Μακαριώτατε, ἀδελφοί Ἱεράρχαι, Πατέρες, Ἀδελφοί καί Ἀδελφαί, εὐλογημένοι Γεωργιανοί, "μεμνημένοι τῆς σωτηρίου ἐντολῆς, καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων, τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας, τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας" (Εὐχή Θείας Ἀναφορᾶς Θείας Λειτουργίας τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου) νά ὁμιλήσωμεν σήμερον ὡς Ὀρθόδοξος πρός ἀληθεῖς Ὀρθοδόξους "ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ". Ὡς ἄνθρωπος σάρκα φοροῦντες καί τόν κόσμον οἰκοῦντες, διό καί διά νά ὀμιλήσωμεν πολιτισμικῶς σᾶς μεταφέρομεν τό ἀψευδές καί φωτεινόν παράδειγμα τοῦ Κυρίου, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων. Τά λεχθέντα ὑπό τῆς ἡμετέρας Μετριότητος περί Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ,  δέν εἶναι ἰδικά μας,  εἶναι τοῦ Κυρίου καί τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τῆς Ἀληθείας τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή.  Εἶναι χάρισμα. Καί τό χάρισμα εἶναι δῶρον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (πρβλ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Ἔπη Θεολογικά, Ποίημα ΛΒ´, Γνωμικά δίστιχα). Ὅπως κ α τ ά κ τ η σ ι ς καί χάρισμα εἶναι ὁ πολιτισμός τῆς Ὀρθοδόξου Γεωργίας. Ὅπως χάρισμα καί εὐλογία εἶναι ἡ παρουσία ἐπί τό πηδάλιον τοῦ σκάφους τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος, πεφιλημένε ἀδελφέ Πατριάρχα κύριε Ἠλία, ὁ ὁποῖος διά τῆς προσφορᾶς Σας ὡς κληρικοῦ, Ἱεράρχου καί Πατριάρχου ἐδημιουργήσατε    π ο λ ι τ ι σ μ ό ν.

Σᾶς εὐχαριστοῦμεν διά τήν τιμήν νά ὁμιλήσωμεν σήμερον ἐνώπιόν σας, τοῦ ἐκλεκτοῦ τούτου ἀκροατηρίου καί τῶν λίαν προσφιλῶν φοιτητῶν τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου, μέ ἀφορμήν τήν ἔναρξιν τοῦ ἐπιστημονικοῦ τούτου Συνεδρίου. Εὐχαριστοῦμεν διά τήν ὑπομονήν σας, τήν θερμήν ὑποδοχήν σας καί τούς καρδιακούς λόγους τῆς ἀγάπης σας, οἱ ὁποῖοι, παρά τό ἐξωτερικόν ψῦχος, θερμαίνουν τάς καρδίας.

Εὐχόμεθα ὁ προστάτης μας Ἅγιος Ἀνδρέας, ὁ Πρωτόκλητος, ὁ μαθητευθείς πλησίον τοῦ ἀποκεφαλισθέντος Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου τό πρῶτον, καί ἐν συνεχείᾳ ὡς ἀκόλουθος πιστός τοῦ Κυρίου, νά εὐλογῇ πλουσίως τό ἔργον τοῦ Πανεπιστημίου καί τάς ἐργασίας τοῦ ἀρχομένου Συνεδρίου, καί νά καλῇ πάντας τούς ἐνταῦθα προσερχομένους εἰς τόν ἠγαπημένον Διδάσκαλόν του.

Ο Πέρσης Οσιομάρτυρας και η γιορτή τού «Τάση»


Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Στη Ζάκυνθο, όπως και παλιότερα είχαμε ξαναγράψει, υπάρχουν πολλές διαφορετικότητες, τόσο στη λατρεία, όσο και στην ημέρα της γιορτής των διάφορων βαπτιστικών ονομάτων. Αυτό, πιθανόν, οφείλεται στην τοπική μας ιστορία, την εντελώς διαφορετική απ’ αυτήν του ελληνικού χώρου, την συνεχή επαφή μας με την Δύση και στην ιδιοσυγκρασία των κατοίκων του νησιού, η οποία είναι αιτία καλών και κακών, αλλά προπάντων αφορμή για δημιουργία και σωστική ιδιαιτερότητα.

Μια από αυτές τις «παρεκκλίσεις» είναι η συνήθεια να μην γιορτάζει το όνομα «Αναστάσιος» (κοινά «Τάσης») την ημέρα της Ανάστασης, όπως αλλού συμβαίνει, αλλά στις 22 του Γενάρη, ημερομηνία κατά την οποία το ημερολόγιο, σε δεύτερη ομολογουμένως μοίρα και δίχως σταυρό, σημειώνει την μνήμη του Οσιομάρτυρα Αναστασίου του Πέρση. 

Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Πρώτα απ’ όλα οι χειμωνιάτικες γιορτές έχουν μια δική τους ζεστασιά και μεγαλοπρέπεια κι ύστερα το Πάσχα όλοι γιορτάζουν κι όλοι εύχονται κι αντεύχονται. Δεν μπορεί, λοιπόν, να είναι μια ξεχωριστή στιγμή για τους εορτάζοντες. Οι Ζακυνθινοί, γι’ αυτό, ζήτησαν μιαν άλλη μέρα, λίγο μετά τις μεγάλες γιορτές του Δωδεκαημέρου, διάλεξαν έναν από τους πολλούς ομώνυμους Αγίους και τον έκαναν, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, δικό τους. Εξάλλου, το όνομα «Αναστάσιος» είναι από τα πιο γνωστά του νησιού. Αλλά και η λατρεία του φερώνυμου Μάρτυρα έχει παλιές ρίζες στον τόπο μας.

Εκκλησία του υπήρχε πριν τον σεισμό στην μέση περίπου της πόλης κι εκεί γινόταν ανέκαθεν η γιορτή της επετείου του μαρτυρίου του. Ο ναός αυτός κτίστηκε στα τέλη του 17ου αιώνα από τον Πρωτοπαπά Κρήτης Στέφανο Παλαδά και σήμερα μια φερώνυμη οδός μας θυμίζει την παρουσία του. Αλλά και στο κτήμα της οικογένειας των Μαρτελάων στο χωριό Μπουγιάτο υπήρχε ιερή στέγη στ’ όνομα του Οσιομάρτυρα, η οποία ερειπώθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, χωρίς να ξαναχτιστεί.

Μα αυτές οι δύο περιπτώσεις δεν είναι και οι μόνες, που μας δείχνουν την λατρεία του Πέρση Αγίου στο νησί της Ζακύνθου. Στην εκκλησία της Παναγίας της Τριμάρτυρος, στο προάστιο Ακρωτήρι, η τέταρτη δεσποτική εικόνα του τέμπλου, αυτή που αναφέρεται στην ονομασία του ναού, απεικονίζει τον Άγιο Αναστάσιο, μαζί – για άγνωστους, προς το παρόν, λόγους – με τους Μάρτυρες Γεώργιο και Λουκία. Το έργο αυτό είναι ενυπόγραφη δημιουργία του γνωστού και σημαντικού αγιογράφου Νικολάου Καλ(λ)έργη και φέρει την χρονολογία ΑΨΚΔ (1724).

Επίσης στο Μουσείο Ζακύνθου υπάρχει μια μικρών διαστάσεων εικόνα του Αγίου Αναστασίου, η οποία προέρχεται από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου των Καλογραιών ή τση Κυπριάνας, που βρισκόταν στους πρόποδες του Κάστρου, πίσω ακριβώς από την Πικριδιώτισσα. Μα και στον ίδιο χώρο (αίθουσα Γ΄) φυλάσσεται αποτοιχισμένη τοιχογραφία με ολόσωμο, μετωπικό Άγιο, με σκηνή του μαρτυρίου του στο πάνω μέρος, που πιστεύεται πως εικονίζει τον εκ της Περσίδος ορμώμενο Άγιο.

Η μνήμη, όμως, του Μάρτυρα γιορταζόταν επίσημα και στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου του Ανδρίτση, όπως προκύπτει από τον κώδικά της. Εκεί υπήρχε τεμάχιο των λειψάνων του, το οποίο είχε αφιερώσει ο ετεροθαλής αδελφός του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού, Ροβέρτος, για προσωρινή φύλαξη, μέχρι να τελειώσουν οι εργασίες συντήρησης στον γειτονικό Άγιο Ηλία και να δοθεί εκεί το ιερό κειμήλιο.

Αυτό, όμως, που δείχνει την διάδοση της λατρείας του άγνωστου στον υπόλοιπο ελληνικό χώρο Αγίου στη Ζάκυνθο, είναι η συγγραφή και εκτύπωση ειδικής εορτάσιμου ακολουθίας, για χρήση στους εορτάζοντες και όχι μόνο ναούς του νησιού, μια και αυτή του μηναίου δεν εξυπηρετούσε, έχοντας δώσει τα πρωτεία στον συνεορταζόμενο με τον Οσιομάρτυρα Απόστολο Τιμόθεο.

Η φυλλάδα αυτή τυπώθηκε στην Πάτρα από τον Ιωάννη Κατραμή, ο οποίος ήταν ένας από τους συνιδιοκτήτες της εκκλησίας του κέντρου της πόλης, μετά τον θάνατο του Παλαδά και δείχνει το πόσο γνωστή ήταν προσεισμικά και εκκλησιαστικά η λατρεία του Αγίου Αναστασίου στον τόπο μας.

Μα και ο λόγιος ιερωμένος Αναστάσιος Γόρδιος δεν λησμόνησε τον έχοντα το όνομά του Άγιο, όταν ευρισκόμενος στο λοιμοκαθαρτήριο του νησιού έγραψε ιαμβικά επιγράμματα για όλες τις εκκλησίες της πόλης. Έτσι, εκμεταλλευόμενος την συνωνυμία, του αφιέρωσε τους εξής περιεκτικούς στίχους: «Ομώνυμόν σοι προσκυνήσων εκ πόθου / τω σω ναώ πάρειμι και με προσδέχου».

Όσον αφορά στην διάδοση της λατρείας του Αγίου Αναστασίου του Πέρσου στη Ζάκυνθο, δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός πως το λείψανό του φυλάσσεται ολόσωμο στην εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου της Αμπέλου στην Βενετία και πως από εκεί πρέπει να έγινε γνωστή στον τόπο μας.

Εκκλησία του Οσιομάρτυρα δεν υπάρχει σήμερα στο νησί, ούτε πουθενά τιμάται η μνήμη του. Υπάρχουν, όμως, πάμπολλα ονόματα, που γιορτάζουν στις 22 Ιανουαρίου και συνεχίζουν την παράδοση. Την επόμενη Τρίτη θα ξαναγιορτάσουν. Χρόνια τους πολλά.

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Zαχαρία Στουφή: ΤΟ ΣΤΑΡΙ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ


Το λάδι, το κρασί και το στάρι είναι οι πρώτες ύλες ενός νοικοκυριού της αγροτικής οικογένειας. Είναι, όμως, και τα πλέον διαδεδομένα ελληνικά προϊόντα από αρχαιοτάτων χρόνων. Είναι, λοιπόν, φυσικό να έχουν περάσει μέσα στην κουλτούρα μας και στον πολιτισμό μας. Στον «ταφικό» πολιτισμό της Ελλάδας, το στάρι συνεχίζει να παίζει κεντρικό ρόλο, όμως πριν απ’ όλα θα ήθελα να ξεκινήσω αυτήν την προσέγγιση από το χωριό μου όπου η γη του είναι, ίσως, ο καλύτερος σιτοβολώνας της Ζακύνθου.
            Και στα τρία χωριά – ενορίες, Άνω, Μέσω και Κάτω Βολίμες, παράγονταν κάθε χρόνο χίλιοι τόνοι στάρι, επρόκειτο, δηλαδή, κατά έναν τρόπο για μονοκαλλιέργεια. Τα Ψυχοσάββατα, «του ψυχώνε», η κάθε γυναίκα έφτιαχνε κόλλυβα και τα πήγαινε στην Εκκλησία για διάβασμα. Έξω από  τον ναό, περίμεναν τα παιδιά και σε κάθε μία που έβγαινε με διαβασμένα τα ονόματα και το κόλλυβο της έλεγαν «Θεός, σχωρέστους» και αυτή έβαζε από λίγα κόλλυβα σε κάθε σακούλι που κρατούσαν τα παιδιά.
            Αυτό δεν ξέρω πόσο παλαιό έθιμο είναι, πάντως από τον πόλεμο και μετά λειτούργησε σαν ένα είδος ζητιανιάς από τα πάμπτωχα παιδιά του χωριού. Κάτι άλλο διαφορετικό που συμβαίνει μέχρι και σήμερα είναι η περίεργη χρήση που έχει το στάρι στο πανηγύρι του Αγίου Δημητρίου στην Άνω Βολίμα. Στο πανηγύρι φτιάχνουμε κόλλυβα-σπερνά και τα μοιράζουνε στο τέλος της δοξολογίας, κάτι ανάλογο με τον άρτο που δίνουνε στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η θεολογική εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι πως το γενέθλιο ενός Αγίου είναι η ημέρα της κατά σάρκας κοίμησής του, άρα το πανηγύρι της εορτής του είναι το κόλλυβο-μνημόσυνο που τελεί η Εκκλησία στη μνήμη του Αγίου της. Έτσι, λοιπόν, δικαιολογούνται και τα σπερνά. Όμως στην περίπτωση του χωριού μου, υπάρχουν δύο λεπτομέρειες που με κάνουν να υποψιάζομαι άλλα πράγματα.
            Το γεγονός ότι οι Βολίμες είναι μεγάλος σιτοβολώνας, δηλαδή ευδοκιμεί το στάρι που εξασφαλίζει το βασικότερο συστατικό της τροφής, σε συνδυασμό με την λατρεία του Αγίου Δημητρίου, με κάνει να φαντάζομαι ένα αρχαίο ιερό της θεάς Δήμητρας, όπου κατά την αρχαιότητα έφτιαχναν οι γυναίκες αυτό που σήμερα λέμε σπερνά ή κόλλυβα και τα πρόσφεραν στη θεά της γεωργίας σαν ευχαρίστηση για την εύφορη γη που τους χάρισε, αλλά και σαν ένα είδος τελετουργικής αναπαράστασης για την επιστροφή της Περσεφόνης από τον Άδη. Δυστυχώς, παρά τις δεκάδες αρχαίων τάφων που έχουν έρθει στο φως από τυχαία περιστατικά, ποτέ στο χωριό δεν έγιναν αρχαιολογικές έρευνες, γι’ αυτό και δεν μπορώ να στηρίξω αυτά που λέω και τα αφήνω να πλανώνται στον χώρο της φαντασίας μου.
Η λατρεία της Δήμητρας, σίγουρα, επιβίωσε και στους χριστιανικούς χρόνους. Σύμφωνα με το βιβλίο Νεοελληνική Μυθολογία του Ν. Πολίτη (σελ. 46), ο Γάλλος Φραγκίσκος Λένορμαν διέσωσε το 1860 στην Ελευσίνα τον βίο της Αγίας Δήμητρας. Πρόκειται για μια Αθηναία γριά, ονόματι Δήμητρα, που ήταν πολύ καλή χριστιανή και είχε μια πανέμορφη κόρη. Κάποτε ένας Τούρκος αγάς της την έκλεψε και η γριά Δήμητρα άρχισε να την ψάχνει από τόπο σε τόπο. Κανένας δεν την βοήθησε, παρά μονάχα στην Ελευσίνα την περιμάζεψε η οικογένεια ενός κοτζαμπάση. Ο γιος του κοτζαμπάση που ήταν παλικάρι, της υποσχέθηκε να την βρει και να την ελευθερώσει, κάτι που κατάφερε μετά από πολλές περιπέτειες και δυσκολίες. Αφού η ανθρώπινη δύναμή του δεν του αρκούσε, ζήτησε την αρωγή της Παναγίας και τάχθηκε μοναχός. Όταν επέτυχε τον στόχο του, επέστρεψε με την όμορφη κόρη στην Ελευσίνα και την παρέδωσε στη γριά μητέρα της την Δήμητρα και στη συνέχεια ο νέος πήγε στο μοναστήρι. Τότε ήταν Άνοιξη και η Αγία ευλόγησε τους αγρούς της Ελευσίνας θέλοντας να ευχαριστήσει αυτούς που της συμπαραστάθηκαν. Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε η Αγία μητέρα με την κόρη της, αλλά έκτοτε, τα χωράφια της Ελευσίνας, χάριν στην ευλογία της Αγίας, εξακολουθούν να είναι εύφορα. Αυτή η παράδοση είναι μόνο λαϊκή και ποτέ δεν αναγνώρισε ή εόρτασε η επίσημη Εκκλησία αυτή την Αγία.
Μια άλλη λαϊκή παράδοση από την Ήπειρο, και κοντά στην περιοχή που είναι οι πύλες του Άδη, εκεί δηλαδή που έγινε η αρπαγή της Περσεφόνης, κάνει λόγο για έναν νεαρό Άγιο Δημήτριο, πανέμορφο που λόγω της ομορφιάς του, τον άρπαξε ο τσιφλικάς Καρά Σεϊτάν (Μαύρος Δαίμονας) και τον σκότωσε επειδή ο νεαρός Άγιος δεν ενέδωσε στις διεστραμμένες επιθυμίες του. Ο τόπος που λατρεύτηκε αυτός ο Άγιος είναι τα Ιωάννινα και η διάδοσή του δεν ήταν πολύ μεγάλη, ωστόσο ο Λένορμαν μαρτυρεί ότι είδε την εικόνα του σε Εκκλησίες αγροτικών οικισμών, ντυμένο με αλβανική φορεσιά (φουστανέλα). Η ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνώρισε ποτέ επίσημα τη λατρεία αυτού του Αγίου.
Όλα αυτά μαρτυρούν τη συνέχιση μιας παράδοσης που πηγάζει από την αρχαιότητα και τα ελευσίνια μυστήρια και φτάνει στις μέρες μας, προσαρμοσμένη στη χριστιανική θρησκεία.
Για την Εκκλησία είναι ορθόδοξη παράδοση ο ευπρεπισμένος δίσκος με το βρασμένο στάρι που περιέχει και άλλους σπόρους, όπως αμύγδαλα, καρύδια και σπόρους ροδιού (σπόρους ροδιού έφαγε και η Περσεφόνη για να ξαναγυρίσει στον Άδη). Τα κόλλυβα συμβολίζουν τις ψυχές των κεκοιμημένων χριστιανών που αναμένουν την κοινή ανάσταση.  Ο συμβολισμός δε αυτός βασίζεται σε σχετικούς λόγους του Χριστού (Ιωάν. ΙΒ΄ 24) και του Αποστόλου Παύλου (Α΄ Κορ. ιε΄ 36-44). Η μετά την τέλεση των μνημοσύνων διανομή των «κολλύβων» είναι μια υλοποίηση της συμπαράστασης της εκκλησιαστικής κοινότητας προς το αποθανόν μέλος της και με τον απτό, οπτικό και γευστικό αυτόν τρόπο, οι ορθόδοξοι εκφράζουν την πίστη και την ελπίδα τους στην κοινή ανάσταση και την δια του αναστάντος Χριστού αιώνια συνέχιση της ζωής.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, σε μια εποχή που τα πάντα είναι εμπορεύσιμα, ακόμα και οι περί θανάτου συνήθειες, τα κόλλυβα που πια σπανίως φτιάχνονται στα σπίτια, τα ετοιμάζουν τα γραφεία τελετών, όμως, τα Ψυχοσάββατα δεν υπάρχει τρόπος να προμηθευτεί κανείς από κάπου ένα πιάτο βρασμένο στάρι να το πάει στην Εκκλησία. Για παράδειγμα, οι φούρνοι που φτιάχνουν και εμπορεύονται τα πρόσφορα, δεν πουλάνε κόλλυβα τα Ψυχοσάββατα.
Παρ’ όλ’ αυτά, στο νησί της Καλύμνου εντόπισα ένα βιβλίο της δασκάλας Μαριάννας Γεωργ. Λαμπαδαρίου, Το πένθος και τα καθήκοντά μας προς τους νεκρούς, που ούτε λίγο ούτε πολύ, πρόκειται για τον πρώτο τσελεμεντέ κολλύβων στην Ελλάδα, που εκτός από τη συνταγή της κατασκευής τους, περιέχει και όλο το θρησκευτικό τελετουργικό, καθώς και 88 σελίδες με αντίστοιχα σχέδια υπό μορφή μακέτας με αναλυτικό υπόμνημα για τη διακόσμησή τους.
Η λέξη «κόλλυβα» απαντάται στο μεσαιωνικό λεξικό του Κριαρά και η μόνη ερμηνεία που της δίνεται είναι Νεκρική προσφορά από βρασμένο στάρι και άλλα υλικά. Στη λαϊκή φρασεολογία της Ζακύνθου συνταντάμε τη φράση του το ’βρασε το στάρι, που σημαίνει ότι τον σκότωσε, τον πέθανε. Η λαϊκή αντίληψη για τα κόλλυβα που έμεναν αφάγωτα και τα έριχναν για να τα φάνε τα πουλιά, σχετίζεται με την πεποίθηση πως τα πουλιά είναι οι ψυχές των νεκρών μας και ίσως να μην είναι τυχαίο που εκτός από τα κόλλυβα τους προσφέρουμε και ωμό σταράκι.
Το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής (Τρινής) οι ψυχές επιστρέφουν στον πάνω κόσμο και γι’ αυτό δεν μαζεύουμε το τραπέζι του δείπνου για να μην πετάξουμε τα ψίχουλα που ξέμειναν μιας και θα τα φάνε οι ψυχές που θα ’ρθουν, ενώ εμείς θα κοιμόμαστε. Έτσι ακριβώς, όπως θα κοιμόμαστε και όταν θα χαθούν για πάντα τα αρχέγονα έθιμά μας.

[Λεζάντα φωτογραφίας: Καλύμνικο κόλλυβο από το βιβλίο της Μ. Γ. Λαμπαδαρίου, με διακοσμητικό σταυρό και στάχυα. Τα στάχυα στην αρχαιότητα συμβολίζουν τη θεά Δήμητρα].
Related Posts with Thumbnails