© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου: ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ

  Βράδυ 12ης Μαΐου 2014 
στο Συνέδριο περί Εκκλησίας και Media της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας


Κατ' ἀρχάς σᾶς μεταφέρω τίς εὐχές τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, ὁ ὁποῖος χάρηκε γιά τό παρόν Συνέδριο καί εὔχεται εὐόδωση τῶν ἐργασιῶν του.
          Τό θέμα τοῦ παρόντος Συνεδρίου-Σεμιναρίου εἶναι σοβα­ρότατο καί ἀναφέρεται στήν σχέση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης στόν σύγχρονο κόσμο. Ἔτσι, λοιπόν, ὑπάρχουν τρεῖς πραγματικό­τητες, ἡ Ἐκκλησία, τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης καί ὁ σύγχρο­νος κόσμος.
          Τελικά αὐτό τό θέμα εἶναι ἕνα μέρος τοῦ θέματος Ἐκκλησία καί κόσμος καί τά ἐρωτήματα πού τίθενται εἶναι πάμπολ­λα. Μερικά ἀπό αὐτά εἶναι: Τά ΜΜΕ χρησιμοποιοῦν τήν Ἐκκλησία θετικά ἤ ἀρνητικά;  Ἡ Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖ τά ΜΜΕ γιά τήν ἀνάδειξη τῶν θεμάτων της καί τῆς παραδόσεώς της;  Ἐκκλησιο­ποιοῦνται τά ΜΜΕ ἤ ἐκκοσμικεύεται ἡ ἴδια ἡ  Ἐκκλησία ἀπό τήν χρήση τους;
          Δέν εἶναι δυνατόν νά δοθοῦν πλήρεις ἀπαντήσεις στά ἐρωτήματα αὐτά, ἀλλά θά προσπαθήσω νά διατυπώσω μερικές σκέψεις.

1. Κοινωνία καί ἐνημέρωση
          Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ἐξετασθῆ τό θέμα τῆς σχέσης τοῦ κόσμου μέ τά ΜΜΕ, γιά νά δοῦμε τήν δομή καί τόν τρόπο λειτουργίας τους, ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητά τους, γιατί αὐτό θά μᾶς βοηθήση νά δοῦμε καί τήν σχέση τους μέ τήν Ἐκκλησία.
          Ἡ κοινωνία καί αὐτό πού λέγεται κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἐνημέρωση. Σέ κάθε ἐποχή ὑπῆρχαν διάφοροι τρόποι ἐνημέ­ρωσης τῶν ἀνθρώπων. Στήν ἐποχή μας αὐτό γίνεται μέ τό τηλέφωνο, τό ραδιόφωνο, τήν τηλεόραση, τό διαδίκτυο, τίς ἱστοσελίδες, τά ἀτομικά μπλόκς κλπ.
       Προκύπτουν, ὅμως, διάφορα θέματα, ὅπως ἄλλωστε αὐτό γίνεται καί μέ ὅλα τά θέματα τοῦ κόσμου πού μᾶς περιβάλλει καί μέ τήν ἐπιστήμη. Καί στό θέμα αὐτό ἐπικρατεῖ ὁ δυϊσμός, ὅτι δηλαδή τό ἴδιο ἀντικείμενο μπορεῖ νά ἀπειλήση τόν ἄνθρωπο καί τήν κοινωνία, καί τό ἴδιο μπορεῖ νά τά εὐεργετήση.
          Ὑπάρχουν πολλά βιβλία πού ἀναφέρονται στά σοβαρά αὐτά ζητήματα, ἀλλά στήν μικρή αὐτή εἰσήγηση θά ἀναφέρω συνοπτικά δύο ἀπό αὐτά.
          Τό πρῶτο βιβλίο μέ τίτλο «Τό μήνυμα τοῦ μέσου» καί ὑπότιτλο «ἡ ἔκρηξη τῆς ἐπικοινωνίας» ἀποτελεῖται ἀπό συλλογή ἄρθρων ξένων εἰδικῶν μελετητῶν καί ἐπικοινωνιολόγων πού ἀναφέρονται στά σοβαρά θέματα τῆς ἐπικοινωνίας, καί τό βιβλίο αὐτό συνέθεσαν καί ἐπιμελήθηκαν οἱ Κώστας Λιβεριάτος καί Τάκης Φραγκούλης[1].
          Στήν εἰσαγωγή γίνεται μιά περίληψη τῶν ἐπί μέρους κεφαλαίων καί παρουσιάζονται ἀνάγλυφα οἱ σκέψεις τῶν συγγραφέων καί γίνεται λόγος γιά τό ὅτι στούς τελευταίους αἰῶνες στήν δύση ἔγινε «ἡ ἐπανάσταση τῆς ἐπικοινωνίας» πού εἶναι παρατεταμένη, καί στήν πραγματικότητα εἶναι «πιό καθολική ἀπό τή γαλλική τή ρωσική ἤ τή κινέζικη», ἀλλά καί «πιό μακρόχρονη ἀπό τή βιομηχανική» καί συγχρόνως εἶναι «ἐξίσου ἀμφιλεγόμενη μέ ἐκεῖνες». Μέ τήν ἐξάπλωση σέ ὅλο τόν κόσμο τῶν τηλεπικοινωνιῶν, ὑπερνικήθηκαν οἱ ἀποστάσεις στόν χῶρο καί τόν χρόνο, καί ἔγινε ὑπέρβαση τῶν γεωγραφικῶν, ἐθνικῶν καί φυλετικῶν ὁρίων, καί ἐπικοινώνησαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στήν οἰκουμένη μεταξύ τους. Συγχρόνως, ὅμως, ἀμέσως μέ τήν ἔναρξη αὐτῆς τῆς ἐπαναστάσεως δημιουργήθηκαν κριτικές ἀντιδράσεις «πού ἐπισήμαναν τή γρήγορη παρακμή τῆς ἀστικῆς δημοσιότητας, τήν ἐνσωμάτωση τῶν μέσων ἐπικοινωνίας σέ οἰκονομικές, πολιτικές καί τεχνοκρατικές ἐξουσίες, τήν ἀδυναμία ἀληθινῆς ὁλοκλήρωσής τους μέσα στό δεδομένο κοινωνικό σύστημα, τήν ἀνεξέλεγκτη καί διαβρωτική ἐπιδρασή τους στήν ἐμπειρία, τή συνείδηση καί τήν κατάσταση τῶν πραγμάτων»[2].
          Τό συλλογικό αὐτό βιβλίο παρουσιάζει ἕνδεκα κείμενα καί μερικά ἀπο­σπά­σματα πού προσπαθοῦν νά ἀναλύσουν τό ὅλο θέμα καί τήν προβληματική τῶν συγχρόνων Μέσων Ἐνημέρωσης. Καίτοι τά κείμενα αὐτά γράφηκαν παλαιότερα καί δέν εἶχαν ὑπ’ ὄψη τους τήν σημερινή μεγαλύτερη ἔκρηξη τῶν Μέσων Ἐνημέρωσης, ἐν τούτοις θέτουν τά βασικά προβλήματα πού ἀπασχολοῦν αὐτόν τόν χῶρο.
          Τά πρῶτα πέντε κείμενα αὐτῆς τῆς συλλογῆς «θέτουν τό γενικό πλαίσιο τῆς σύγχρονης ἐπικοινωνίας, ἐξετάζουν τή σημα­σία, τή δομή καί τή λειτουργία της μέσα στήν κοινωνία καί τόν πολιτισμό»[3]. Δηλαδή, τό κεντρικό θέμα αὐτῆς τῆς ἑνότητας ἀναφέρεται στήν ἐπικοινωνία καί τήν σχέση της μέ τήν κοινωνία καί τόν πολιτισμό.
          Ὁ Charles Cooley (Κούλεϋ) ἀναπτύσσει τό θέμα «ἡ σημασία τῆς ἐπικοινωνίας»· ὁ  Robert Park (Πάρκ) καταγράφει «σκέψεις γιά τήν ἐπικοινωνία καί τήν κουλτούρα»· ὁ Harold Lasswell (Λάσγουελ) κάνει λόγο γιά τήν «δομή καί τή λειτουργία τῆς ἐπικοινωνίας στήν κοινωνία»· ὁ  Elihu Katz (Κάτζ) ἀναφέρεται στίς «δύο βαθμίδες στή ροή τῆς ἐπικοινωνίας»· ἡ Margaret Mead (Μήντ) ἀναπτύσσει τό θέμα «ὁρισμένες πολιτισμικές προσεγ­γίσεις στά προβλήματα τῆς ἐπικοινωνίας».
          Τά ἑπόμενα τρία θέματα ἐπικεντρώνουν τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστου στά «πιό χαρακτηριστικά μαζικά μέσα, τόν τύπο, τό ραδιόφωνο καί τήν τηλεόραση, ἀναλύοντας, σέ ἱστορική καί θεωρητική προοπτική, ὁρισμένα καίρια γνωρίσματα καί ἀποτελέ­σματά τους: εἰδήσεις, διαφημίσεις καί ψευδογεγονότα, δημοσιό­τητα, δημοσιογραφία καί δημόσιες σχέσεις»[4]
          Ἔτσι, ὁ Walter Lippmann (Λίπμαν) ἀναπτύσσει τό θέμα «ἡ φύση τῶν εἰδήσεων»· ὁ Daniel Boorstin (Μπούρστιν) ἀναφέρεται στό κρίσιμο σημεῖο «ἀπό τήν συλλογή εἰδήσεων στήν κατασκευή εἰδήσεων: ἕνας κατακλυσμός ψευδογε­γονότων»· καί ὁ  Jurgen Habermas (Χάμπερμας) κάνει λόγο γιά τήν «ἀλλαγή τῆς πολιτικῆς λειτουρ­γίας τῆς δημοσιότητας: ἀπό τή συγγραφική δημοσιο­γρα­φία στά μαζικά μέσα».
          Καί τά ὑπόλοιπα τρία κείμενα τῆς συλλογῆς αὐτῆς «ἀναφέρονται στίς εὐρύτερες συνέπειες καί προοπτικές τῶν μέσων, συσχετίζοντας τήν τεχνολογική ἰδιοσυστασία τους μέ τό πολιτισμικό πλαίσιο καί τήν κοινωνική ἀλλαγή»[5].
         Συγκεκριμένα ὁ Bertolt Brecht (Μπρέχτ) ἀναπτύσσει τό θέμα «τό ραδιόφωνο ὡς μηχανισμός ἐπικοινωνίας: Λόγος γιά τή λειτουργία τοῦ ραδιοφώνου»· ὁ Marshall Mc Luhan (Μάκ Λούαν) ἀναφέρεται στό ὅτι «τό μέσο εἶναι τό μήνυμα»· καί ὁ Kingsley Widmer (Γουΐντμερ) ἐπεξεργάζεται τό θέμα «ἡ εὐαισθησία ὑπό τήν τεχνοκρατία: σκέψεις γιά τήν κουλτούρα τῶν κατεργασμένων ἐπικοινωνιῶν».
          Καί μόνο ἀπό τήν θεματολογία τοῦ βιβλίου αὐτοῦ φαίνε­ται ὅτι γίνεται ἀπό εἰδικούς μελετητές πλήρης ἀνάλυση τῆς σύγ­χρο­νης ἐπικοινωνίας, ἀφοῦ παρουσιάζεται ἡ ὅλη λειτουργία καί δομή της, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐκφράζονται στόν κοινωνικό χῶρο καί τόν πολιτισμό. Αὐτός εἶναι  ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἔκανα μιά μικρή ἀνάλυση τῆς θεματολογίας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ.  
          Μιά σημαντική παρατήρηση εἶναι ὅτι σχετικά μέ τήν μετάδοση τῆς πληροφόρησης γίνεται λόγος γιά «ροή δύο βαθμίδων ἐπικοινωνίας» (Ἐλίχον Κάτζ), γιά «διφασική ροή ἐπικοινωνίας» (Μ. Σεραφετινίδου), γιά «ροή δύο βημάτων» (Οὐμπέρτο Ἔκο). Ἔτσι, κατά τόν Ἐλίχον Κάτζ «οἱ ἐπιρροές πού προέρχονται ἀπό τά μαζικά μέσα φθάνουν πρῶτα στούς "καθοδηγητές γνώμης" (opinion leaders), οἱ ὁποῖοι μέ τήν σειρά τους μεταδίδουν αὐτά πού διάβασαν καί ἄκουσαν στούς καθημερινούς συντρόφους τους, στούς ὁποίους ἀσκοῦν μιά ἐπιρροή». Αὐτό συμβαίνει κατ' ἐξοχήν μέ τά σύγχρονα μέσα ἐνημέρωσης πού ἀναμεταδίδουν τήν πληροφορία, ἤτοι τίς ἱστοσελίδες, τίς προσωπικές ἱστοσελίδες (blogs), τίς σελίδες κοινωνικῆς δικτύωσης (facebook, twitter κ.ἄ.) κλπ. Ὁπότε, τό πρόβλημα δέν εἶναι τόσο ἡ εἴδηση, ὅσο οἱ λεγόμενοι, ἐπίσημοι ἤ ἀνεπίσημοι, καθοδηγητές τῆς κοινῆς γνώμης, πού διαδραματίζουν τόν ρόλο τῆς παραπληροφόρησης.
          Ἐπίσης, εἶναι ἐνδιαφέρουσα ἡ ἄποψη τοῦ Ντάνιελ Μπούρστιν ὅτι «τό νέο εἶδος τεχνητῆς καινοτομίας πού κατέκλυσε τήν ἐμπειρία μας» καί ἔχει σχέση μέ τήν σύγχρονη πληροφόρηση εἶναι τά «ψευδο-γεγονότα». Πρόκειται γιά ἀναληθῆ καί ἀπατηλά γεγονότα. Τό «ψευδογεγονός» ἔχει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά. Πρῶτον, «δέν εἶναι αὐθόρμητο, ἀλλά παρουσιάζεται ἐπειδή κάποιος τό ἔχει σχεδιάσει, σκηνοθετήσει ἤ ὑποκινήσει», δηλαδή μεταφέρει μιά εἴδηση, χωρίς νά ἔχη αὐτήν τήν ἔκταση ἤ χωρίς νά ἔχη γίνει κάτι οὐσιαστικό. Δεύτερον, «σκηνοθετεῖται πρωταρχικά (ὄχι πάντα ἀποκλειστικά) μέ ἄμεσο σκοπό νά μεταδοθεῖ ἤ νά ἀναπαραχθεῖ» καί «ἡ ἐπιτυχία του μετριέται ἀνάλογα μέ τήν εὐρύτητα τῆς μεταδόσεώς του». Τρίτον, «ἡ σχέση του μέ τήν βαθύτερη πραγματικότητα τῆς καταστάσεως εἶναι ἀμφιλεγόμενη». Καί τέταρτον, «συνήθως προορίζεται ν' ἀποτελέσει μιά αὐτοεπαληθευόμενη προφητεία», δηλαδή ἑτοιμάζεται μιά ἐκδήλωση γιά νά προβληθῆ στήν συνέχεια καί νά ἐπαινεθῆ.
         Τό δεύτερο βιβλίο εἶναι τοῦ Ζάν Γκισνέλ μέ τίτλο «Πόλεμοι στόν κυβερνοχῶρο», καί ὑπότιτλο «Μυστικές ὑπηρε­σίες καί Internet»[6]. Τό βιβλίο διαρθρώνεται σέ ἕνδεκα κεφάλαια καί θά παραθέσω τούς τίτλους τους πού δείχνουν τήν μεγάλη σημασία τους γιά τήν γνώση τοῦ συγχρόνου ἐπικοινωνιακοῦ χώρου, πού συνδέει τούς ἀνθρώπους μεταξύ τους, ἀλλά ταυτόχρονα δεσμεύουν καί τήν ἐλευθερία τους.
          Στό βιβλίο ἀναπτύσσονται διεξοδικά καί τεκμηριωμένα τά θέματα: «Οἱ νέες μυστικές ὑπηρεσίες», «οἱ πρῶτοι μαχητές τοῦ κυβερνοχώρου», «κρυπτογραφία, τό σύνορο τῆς ἐλευθερίας», «Γαλλία, ὁ τελευταῖος τροχός», «ἡ μαύρη σημαία κυματίζει στό Internet», «οἱ πράκτορες ἐφορμοῦν», «ὁ χρυσός αἰώνας τῶν κυβερνοδιωκτῶν», «ὁ πληροφοριακός πόλεμος», «Internet καί οἰκονομική κατασκοπεία», «οἰκονομία, ἕνα νέο πεδίο μάχης», «Ὑπερβολικές προκλήσεις». Στό τέλος τοῦ βιβλίου ὑπάρχει καί  ἕνα σημαντικό παράρτημα πού εἶναι μιά «σύντομη ἱστορική ἀναδρομή στό Internet».
          Στό ἐνδιαφέρον αὐτό βιβλίο γίνεται λόγος γιά τήν ἱστορία τοῦ Internet, ἀφοῦ ξεκίνησε μέ τήν σκέψη νά «συνδέσουν τούς ὑπολογιστές ὁρισμένων ἀμερικάνικων ἐπιστημονικῶν ἐργα­στηρίων μεταξύ τους», ὅτι τό πρόγραμμα αὐτό χρηματο­δοτήθηκε ἀπό τό Πεντάγωνο πού εἶχε τά κατάλληλα μέσα καί στήν συνέχεια πέρασε στίς ἰδιωτικές Ἑταιρεῖες καί ἐπιχειρήσεις, ὁπότε σήμερα τό Internet ἔγινε πιό φιλικό στό εὐρύ κοινό καί εἶναι ἕνα εὔκολο μέσο ἐπικοινωνίας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, τῶν χρηστῶν. Ἔτσι, ἡ πληροφόρηση γίνεται γρήγορα, εὔκολα, εἶναι προσβάσιμη σέ πολλούς, ὁπότε ὅλος ὁ κόσμος ἑνώθηκε σημαντικά, μέ τήν  ὑπέρβαση τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου.
         Ὅμως, ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἀλόγιστη χρήση τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐπικοινωνίας πληρώνει καί βαρύ τίμημα γι’ αὐτό, ἀφοῦ καταδυναστεύεται ἡ προσωπική του ἐλευθερία καί γίνεται αἰχμά­λωτος ἰδεῶν καί πραγμάτων. Στό βιβλίο αὐτό γίνονται εὐρύτερες ἀναλύσεις τοῦ θέματος, ὅπως ὅτι στόν κυβερνοχῶρο ἐξελίσσεται ἕνας μυστικός πόλεμος μιᾶς ἄλλης μορφῆς, ὁ λεγόμενος πληροφοριακός πόλεμος[7]·  ὅτι στίς ἡμέρες μας «ἡ ἐπεξεργασμένη πληροφορία» γίνεται ἕνα «μυστικό ὅπλο»[8]· ὅτι στόν πόλεμο αὐτόν γίνονται «ἐπιθέσεις στήν πνευματική ἰδιοκτησία»[9]· ὅτι ὑπάρχουν «πράκτορες»[10], ἀναδεικνύονται πειρατές[11], «κατάσκοποι»[12], παρατηρεῖται «οἰκονομική κατασκοπεία»[13], καί φυσικά, ὅπως σέ κάθε πόλεμο, ὑπάρχουν καί θύματα, πού εἶναι τελικά οἱ χρῆστες πού δέν κάνουν καλή χρήση τῶν Μέσων αὐτῶν Ἐπικοινωνίας.
Στό βιβλίο αὐτό ἔχει κανείς τήν δυνατότητα νά ἀποκτήση πολλές γνώσεις γύρω ἀπό τόν κυβερνοχῶρο καί νά δῆ «τούς σημαντικούς κινδύνους πού κρύβουν τά πλοκάμια τῶν δικτύων γιά τίς ἐλευθερίες μας».  Ἕνα βασικό συμπέρασμα εἶναι ὅτι «τό Internet καί τά δίκτυα θά ἀποτελέσουν τό πλαίσιο, μέσα στό ὁποῖο, ἀπό ἐδῶ καί πέρα, θά ἀναπτύσσονται νέου τύπου συρράξεις, πού πρίν ἀπό μερικά χρόνια δέν μπορούσαμε κἄν νά φαντασθοῦμε. Ἡ κατασκοπεία καί ἡ κλοπή πληροφοριῶν, ὁ βιασμός τῆς προσωπικῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν καί ἡ συγκάλυψη τῶν ἐγκληματικῶν ἐπιχειρήσεων θά γίνονται πλέον μέσα ἀπό τά δίκτυα. Μέχρι καί πόλεμος μπορεῖ νά γίνει χωρίς νά τό καταλάβουμε καλά καλά. Ἡ γενική ψηφιοποίηση τῶν ἐπικοι­νωνιῶν δίνει τή δυνατότητα στίς ἀστυνομικές δυνάμεις, τίς ὑπηρεσίες πληροφοριῶν καί τό στρατό, νά διαθέτουν τέτοια τεχνικά μέσα παρέμβασης στή ζωή τῶν πολιτῶν, πού ἄλλοτε δέν τά εἶχαν κἄν φανταστεῖ. Οὔτε οἱ ἐπιχειρήσεις μποροῦν νά ξεφύγουν ἀπό τούς πειρατές, οἱ ὁποῖοι πλέον δέν εἶναι μόνον ἀφελεῖς νεαροί μέ ἀκμή στό πρόσωπο»[14].     
          Τό φαινόμενο αὐτό δέν εἶναι σύγχρονο οὔτε εἰσήχθη μέ τά σύγχρονα Μέσα Ἐπικοινωνίας, ἀλλά εἶναι τόσο παλαιό ὅσο καί ὁ ἄνθρωπος. Στίς ἡμέρες μας γίνεται περισσότερο ἐμφανές, λόγω τῶν ἰδιαιτέρων δυνατοτήτων πού ὑπάρχουν νά βλέπουμε τίς ἀλλαγές καί τίς συγκρούσεις. Πάντως, πάντοτε στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες παρατηρεῖται ἀνταγωνισμός, διαπάλη μεταξύ ἀνθρώπων, κοινωνικῶν ὁμάδων, διαφόρων ἐξουσιῶν, χωρῶν καί πολιτισμῶν.
          Ἤδη αὐτό τό εἶχε ἐπισημάνει στήν ἀρχαιότητα καί ὁ μεγάλος σοφός  Ἡράκλειτος πού ἔκανε λόγο γιά τόν πόλεμο, «τό γίγνεθαι», «τά πάντα ρεῖ». Τά ἀντίθετα, κατά τόν Ἡράκλειτο, βρίσκονται πάντα σέ μιά διαρκῆ δυναμική σχέση καί σέ μιά ἑνότητα. Τό «ταὐτόν» μπορεῖ νά ἐμφανίζεται σέ διαφορετικές μορφές καί νά βασίζεται: στήν ἀλληλεξάρτηση τῶν ἀντιθέτων, ἀφοῦ ἡ ὕπαρξη τοῦ ἑνός προϋποθέτει τήν ὕπαρξη τοῦ ἄλλου, δηλαδή ἡ ἀρρώστια κάνει τήν ὑγεία νά φαίνεται κάτι τό εὐχάριστο· στήν ἀλληλοδιαδοχή, ἀφοῦ ἡ νύκτα διαδέχεται τήν ἡμέρα καί τό ἀντίστροφο, στήν ἀντιθετική ὄψη τοῦ ἰδίου πράγματος, ἀνάλογα μέ τήν στάση καί τήν ἀντίληψη κάθε ὑποκειμένου, ἀφοῦ τό θαλασσινό νερό εἶναι πόσιμο γιά τά ψάρια, ὄχι ὅμως γιά τούς ἀνθρώπους· καί στήν συνολική ἑνότητα παρά τήν φαινομενική πολλαπλότητα κάθε ζεύγους ἀντιθέτων, ἀφοῦ γιά τόν Θεό ὅλα εἶναι ὡραῖα καί ἀγαθά καί δίκαια[15].
          Μιά βασική φράση τοῦ Ἡρακλείτου εἶναι: «Καί πάντα κατ’ ἔριν γίνεσθαι». Τό  «γίγνεσθαι» εἶναι συνέπεια τῆς σύγκρουσης τῶν ἀντιθέτων, ἀφοῦ τά «πάντα» βρίσκονται σέ διαρκῆ κίνηση καί ἀλλαγή. Συγχρόνως, ὅμως, γιά τόν Ἡράκλειτο τό «Εἶναι» ἐμπεριέχεται στό «γίγνεσθαι» καί τό «Εἶναι» ἀποτελεῖ τήν ἁρμονική συναρμογή τῶν ἀντιθέτων, κατά τόν λόγο του «ἕν πάντα εἶναι»[16].            

2. Ἐκκλησία καί ἐνημέρωση
          Προηγουμένως ἀναλύθηκαν μέ συντομία τά σύγχρονα Μέσα Ἐνημέρωσης καί Ἐπικοινωνίας, τά θετικά καί τά ἀρνητικά τους σημεῖα, γιατί αὐτό ἔχει σχέση καί μέ τήν Ἐκκλησία. Οἱ σύγχρονες κοινωνίες δέχονται μεγάλες ἐπιρροές ἀπό τόν τρόπο δράσης τους. Ἔπειτα, οἱ ἀνταγωνισμοί δέν γίνονται μέσα σέ περιοριστικά πλαίσια, ἀλλά ἐπεκτείνονται σέ μεγάλες ἀπο­στάσεις. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι καί ὁμάδες πού θέλουν νά κυβερνοῦν τόν κόσμο καί νά ἐπικρατοῦν σέ αὐτόν. 
          Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική ὅσοι κινοῦν τά νήματα τῆς κοινωνίας ἐντάσσουν καί τήν Θρησκεία.  Ἔτσι, ὅσοι χειρίζονται τά σύγχρονα αὐτά Μέσα Ἐνημέρωσης, ἐκλαμβάνουν καί τήν Θρη­σκεία ὡς ἕνα σύστημα τῆς κοινωνίας, ὡς μιά κοινωνική ἐξουσία, ἤ ἔστω ὡς ἕναν πολιτισμό, ἀκόμη καί ὡς μιά κοινότητα πού ἐπηρεάζει τό κοινωνικό γίγνεσθαι καί τήν ἀντιμετωπίζουν ἀναλό­γως. Ἐμπλέκεται καί ὁ χῶρος αὐτός μέσα στόν μυστικό αὐτόν πόλεμο. Στήν καλύτερη μορφή θέλουν τήν Θρησκεία νά παίζη ἕναν ρόλο κοινωνικό, ἐξισορροπητικό, νά εἶναι ἕνα εἶδος κοινωνικῆς ὁμοιοστασίας, νά περιθάλπη τά θύματα τοῦ οἰκονομικοῦ πολέμου πού αὐτοί κάνουν, καί νά περιορίζη τά καταστροφικά ἀποτελέ­σματά του.
          Πολλές φορές παρατηροῦμε ὅτι θέλουν νά ἐντάξουν τήν Θρησκεία μέσα στό σύστημά τους καί αὐτό τό ἐπιχειροῦν μέ διαφόρους τρόπους, ἀσκοῦν πιέσεις, ἐκμεταλλεύονται τά ἀδύνα­τα σημεῖα της, καί δημιουργοῦν σκανδαλοθηρικά ζητήματα.
         Πάντως, εἶμαι ὑποχρεωμένος νά τονίσω ὅτι ὁ κόσμος πού χαρακτηρίζεται ὡς θρησκευτικός δέν εἶναι ἑνιαῖος. Εἶναι ἡ Θρησκεία, ὁ Χριστιανισμός καί ἡ Ἐκκλησία. Κάθε ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι διαφορετικό μέγεθος. Ἡ Θρησκεία, μέ τίς ποικίλες ἐκφράσεις τῆς λειτουργίας της στό σύστημα τῆς κοινωνίας, θέλει νά νέμεται τήν κοσμική ἐξουσία, νά συμμετέχη σέ αὐτήν ἤ τήν ἀρνεῖται καί μένει στό περιθώριο, καθώς ἐπίσης πολλές μορφές τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀσκοῦν μιά μορφή κοινωνικῆς ἐξουσίας.
          Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, στήν πραγματική ἔκφρασή της, λει­τουργεῖ διαφορετικά. Ζῆ καί ἐργάζεται στήν κοινωνία, χωρίς νά ταυτίζεται μέ αὐτήν, γι’ αὐτό δέν παραμένει σέ ἕναν μυστικιστικό κόσμο, ἀλλά καί οὔτε ἐκκοσμι­κεύεται. Ἐργάζεται μέσα στήν κοινωνία καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μεταμορφώνει τήν κοινωνία καί τήν ἁγιάζει, χωρίς βέβαια νά καταργῆ τήν ἐλευθερία τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ Ἐκκλησία ἀποβλέπει στήν μεταμόρφωση καί στήν ἀνατροπή τοῦ μεταπτωτικοῦ συστήματος. Ἀποβλέπει σέ μιά νέα κτίση.
          Ἀκολουθώντας τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλη­σίας ὑποστηρίζω, ὅπως τό ἔκαναν πολλοί ὀρθόδοξοι θεολόγοι, ὅτι ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὡς πνευματικό Νοσοκομεῖο. Αὐτό τό βλέπουμε στήν παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη καί σέ ἄλλα ἁγιογραφικά καί πατερικά κείμενα. Ἡ εἰκόνα τοῦ Νοσοκομείου δείχνει τόν τρόπο τῆς ἐργασίας τῆς Ἐκκλησίας. Τό Νοσοκομεῖο ἀσκεῖ κυρίως τήν θεραπεία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, διαθέτει γιατρούς, νοσοκόμους, φάρμακα καί πρό παντός θεραπευτική ἀγωγή, ἀλλά γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν διαφόρων λειτουργικῶν καί διοικητικῶν θεμάτων διαθέτει καί Γραφεῖα, ἔχει διοικητικούς ὑπαλλήλους καί βεβαίως χρησιμοποεῖ τά σύγχρονα Μέσα Ἐπικοινωνίας, τούς ὑπολογιστές, τήν γρήγορη ἀνταλλαγή πληροφοριῶν, τά ἐρευνητικά Κέντρα μέ τήν χρήση τῶν ὑπολογιστῶν. Γιά παράδειγμα, οἱ σύγχρονες βιοϊατρικές ἔρευνες δέν θά μποροῦσαν νά εὐωδοθοῦν ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ σύγχρονη τεχνολογία, γι’ αὐτό γίνεται λόγος γιά γενετική μηχανική.
          Ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία δίνει νόημα ζωῆς στούς ἀνθρώπους, ἀναπτύσσει τόν πολιτισμό μέσα στόν ὁποῖο ἐντάσσεται ὁ ἄνθρωπος καί ἀντιμετωπίζει ὅλα τά θέματά του, ἀλλά συγχρόνως χρησιμοποιεῖ καί τούς νέους τρόπους ἐπικοινωνίας, ὥστε νά πραγματοποιῆ τό γενικότερο ἔργο της, πού εἶναι διττό, ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί ἡ ποιμαντική τῶν ἀνθρώπων.
          Ἀπό μιά ἄλλη πλευρά ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας Θεαν­θρώπινος ὀργανισμός. Ὅπως τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει ἐξωτε­ρικές, ἀλλά καί ἐσωτερικές λειτουργίες, πού δέν φαίνονται, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἐξωτερική ζωή, λατρεία, ἐκδηλώσεις, φιλανθρωπία πού φαίνονται, ἀλλά καί ἐσωτερική ζωή πού δέν μποροῦν νά τήν δοῦν τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, οὔτε τούς χρειάζεται.
          Ὁ Γουῶλτερ Λίπμαν ἔχει ἐπισημάνει ὅτι «οἱ εἰδήσεις δέν εἶναι ἕνας καθρέπτης τῶν κοινωνικῶν συνθηκῶν, ἀλλά ἡ καταγραφή μιᾶς ὄψης τῶν πραγμάτων πού ἔχει ξεπροβάλει. Οἱ εἰδήσεις δέν μᾶς λένε πῶς βλασταίνει ὁ σπόρος μέσα στόν χῶμα, μπορεῖ ὅμως νά μᾶς ποῦν πότε σκάει στήν ἐπιφάνεια τό πρῶτο βλαστάρι. Μπορεῖ ἀκόμα νά μᾶς ποῦν τί λέει κάποιος ὅτι συμβαίνει στόν σπόρο κάτω ἀπ' τή γῆ. Μπορεῖ νά μᾶς ποῦν ὅτι τό βλαστάρι δέν βγῆκε τήν ὥρα πού τό περιμέναμε».
          Ὁ Ντάνιελ Μπούρστιν θά τό δώση αὐτό μέ ἕνα παράδειγμα. Κάποιος πού θά δῆ τό μωρό μιᾶς μητέρας θά πῆ: «Πῶ! πῶ! τί ὄμορφο πού εἶναι τό μωρό σας!». Καί ἐκεῖνη θά ἀπαντήση: «Ἄ! αὐτό δέν εἶναι τίποτα· ποῦ νά δῆτε τήν φωτογραφία του!».
          Αὐτό σημαίνει ὅτι τά ΜΜΕ ἐνδιαφέρονται κυρίως γιά τό πότε θά σκάση τό βλαστάρι, ποιά εἶναι ἡ φωτογραφία, δηλαδή τό «φαίνεσθαι» τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἴδια τήν ζωή, τό «εἶναι» τοῦ ἀνθρώπου.  
          Ἡ Ἐκκλησία, πάντως, δέν ἀγνοεῖ καί τήν κοινωνική πραγματικότητα. Ἔτσι, ἡ Ἱερά Σύνοδος καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό πολύ καιρό ἔχουν συστήσει Γραφεῖα Τύπου καί Δημοσίων Σχέσεων μέ τά ὁποῖα ἐνημερώνονται οἱ ἴδιες γιά ὅ,τι γίνεται στήν κοινωνία καί τόν κόσμο, ἐνημερώνουν τούς δημοσιογράφους, τίς ἐφημερίδες καί ἄλλους φορεῖς γιά τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ ἡ Ἐκκλησία, καί ἀντιμετωπίζουν διάφορα ἀρνητικά γεγονότα πού τίς ἀφοροῦν.
          Βέβαια, οἱ Ἱερές Μητροπόλεις καί οἱ Ἐνορίες χρησιμο­ποιοῦν μέ τρόπο θετικό τό διαδίκτυο στό διοικητικό, ποιμαντικό καί κατηχητικό τους ἔργο. Διαθέτουν ραδιό­φωνο, διαδίκτυο, τηλεόραση γιά νά ἐπικοινωνοῦν μέ τούς Χριστιανούς. Δηλαδή, συγχρονίζονται, ἀλλά καί ἐπιδιώκουν νά μήν ἐκκοσμικεύωνται. Εἶναι ἐνδεχόμενο νά παρατηροῦνται καί περιπτώσεις ἐκκοσμι­κεύσεως, ἀλλά ὁ Θεανθρώπινος ὀργανισμός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολύ δυνατός καί διορθώνει τυχόν παρεκκλίσεις.
          Ἐπί πλέον στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑφίσταται, κατά τόν Καταστατικό της Χάρτη, Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τοῦ Τύπου, τῆς ὁποίας ἔχω τήν τιμή νά εἶμαι Πρόεδρος, ὅπου συζητᾶμε διάφορα θέματα τῆς ἁρμοδιότητάς μας, σέ θεωρητικό, ἀλλά καί σέ πρακτικό ἐπίπεδο. Προσπαθοῦμε νά ἐντοπίσουμε τά προβλήματα πού ὑπάρχουν στόν τομέα τῆς ἐνημέρωσης καί ἐπικοινωνίας, καί νά τά ἀντιμετωπίζουμε μέ τόν κατάλληλο τρόπο. Τόν τελευταῖο καιρό καταρτίζουμε ἕναν κώδικα λειτουρ­γίας τῶν Γραφείων Τύπου πού λειτουργοῦν σέ κάθε Ἱερά Μητρό­πολη. Σκοπός μας εἶναι νά μήν εἴμαστε ἀπομονωμένοι καί ξεκομμένοι ἀπό τήν κοινωνία, ἀλλά ταυτόχρονα νά μή χάσουμε τόν μυστηριακό, πνευματικό χαρακτήρα καί ἐκκοσμικευθοῦμε. Ἡ Ἐκκλησία ἐργάζεται πάντοτε μέσα στήν ἱστορία. Ἐπίσης, ἐνδιαφε­ρόμαστε γιά τό πῶς θά μπορέσουμε νά ἐνημερώσουμε τούς ἀνθρώπους γιά τό ἔργο πού ἐπιτελεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί πῶς θά μπορέσουμε μέ ψυχραιμία, σοβαρότητα καί ὑπευθυνότητα νά χειριζόμαστε διάφορες κρίσιμες καταστάσεις, καθώς ἐπίσης πῶς θά ἀντιμετωπίζουμε περιπτώσεις κριτικῆς –καλόπιστης ἤ κακόπιστης– πρός τήν Ἐκκλησία, ἀπό ὑπαρκτά ἤ κατασκευασμένα γεγονότα.
         Γενικά, ὑποστηρίζω ὅτι τρεῖς δυνατές θέσεις μπορεῖ νά λάβη κανείς ἀπέναντι στά σύγχρονα Μέσα Ἐπικοινωνίας-Ἐνημέρωσης. Ἡ μία εἶναι ἡ «θεοποίησή» τους, ὅταν ἀπολυτο­ποιοῦνται καί τούς ἀποδίδονται θεϊκές ἰδιότητες, ὅπως ἔγινε πρόσφατα γιά τό Google. Ἡ  ἄλλη εἶναι ἡ «δαιμονοποίησή» τους, ὅταν θεωροῦνται ὡς δαιμονικά μέσα, πηγή ὅλων τῶν κακῶν πού ὑπάρχουν στήν κοινωνία. Καί ἡ τρίτη εἶναι ἡ καλή χρήση τους, τό νά θεωροῦνται ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐργαλεῖα γιά τήν καλή ὀργάνωση τῆς κοινωνίας, μέ ἀπώτερο σκοπό νά κυριαρχήση ὁ ἄνθρωπος πάνω σ’ αὐτά καί σέ ὅλη τήν δημιουργία καί ὄχι νά γίνη δοῦλος τους.
Ἀπρίλιος 2014  





[1] Τό μήνυμα τοῦ μέσου, ἐκδόσεις Ἀλεξάν­δρεια, 4η ἔκδοση (ἀχρονολόγητη, ἡ τρίτη ἔκδοση 1991, Ἀθήνα.
[2] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 9.
[3] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 11.
[4] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 17.
[5] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 22.
[6] Ζάν Γκισνέλ Πόλεμοι στόν κυβερνο­χῶρο, ἐκδόσεις Στάχυ, Ἀθήνα 1997.
[7] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 42, σελ. 187.
[8] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 215.
[9] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 128.
[10] Ἔνθ ἀνωτ. σελ. 137.
[11] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 108.
[12] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 20.
[13] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 211.
[14] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 11-12.
[15] Κωνσταντῖνος Βαμβακᾶς, Οἱ θεμελιωτές τῆς δυτικῆς σκέψης, Πανεπιστημιακές Ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο 2001, σελ. 242-243.
[16] Ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 245-247.

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

ΣΟΝΑΤΕΣ ΤΟΥ JOHANNES BRAHMS / ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΛΗΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΑ ΣΤΟ ΩΔΕΙΟ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΝΑΚΑΣ

ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ 

Δύο σημαντικούς σολίστ, τον Απόστολο Παληό (πιάνο) και τον Δημήτρη Μαγκριώτη (βιολοντσέλο), με υψηλού επιπέδου ερμηνείες έργων τού Brahms, φιλοξένησε το Ωδείο Φίλιππος Νάκας στις 5 Μαΐου 2014, υπό την αιγίδα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, στον πετυχημένο θεσμό αξιοποίησης και προβολής των εκλεκτών μελών της και των προσκεκλημένων της.

 Από τις πιο καλλιεργημένες προσωπικότητες της εποχής του ο Brahms ήταν και ένας ολοκληρωμένος καλλιτέχνης, όπως αναφέρει περιγράφοντάς τον ο στενός φίλος και συνεργάτης του, ο βιολονίστας Joseph Joachim: «Ολοκληρωμένος καλλιτέχνης είναι μονάχα εκείνος, του οποίου η ζωή καθαγιάζεται στην τέχνη και αντιστρόφως». 

Τη Σονάτα αρ.1 σε μι ελάσσονα, op.38, συνέθεσε ο Brahms μεταξύ των ετών 1862-65. Έγραψε τα δύο πρώτα μέρη το καλοκαίρι του  1862 μαζί με ένα αντάτζιο το οποίο αφήρεσε αργότερα και  όταν ολοκλήρωσε το τρίτο μέρος της το 1865, την αφιέρωσε στον Josef Gansbacher, δάσκαλο τραγουδιού και ερασιτέχνη τσελίστα. Ο Brahms έπαιξε το έργο στο Mannheim τον Ιούλιο του 1865 και το έδωσε στον εκδοτικό οίκο Breitkopf &Hartel που το απέρριψε. Εκδόθηκε όμως το 1866 από τον Γερμανικό εκδοτικό οίκο Fritz Simrock. Η Σονάτα αρ.1 παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία στο Λονδίνο και στην Ευρώπη από τον Γερμανό τσελίστα Robert Hausmann (1852-1909), στον οποίον ο Brahms, θέλοντας να τον ευχαριστήσει, αφιέρωσε τη  Σονάτα αρ. 2 σε φα μείζονα, op. 99,  την οποία και ακούσαμε στο δεύτερο μέρος της βραδιάς.   
  
Δημήτρης Μαγκριώτης

Απόστολος Παληός
Με σόλο του βιολοντσέλου ξεκινά η Σονάτα αρ. 1, που μεταδίδει στο πιάνο τη μελωδία και «εν αρμονία» οι δύο δεξιοτέχνες, Μαγκριώτης και Παληός,  αναδεικνύουν, μοναδικά, τη χαρακτηριστική λυρική υφή της σύνθεσης. Συναρπαστική η έκθεση των θεμάτων από τα δύο όργανα, όπως το εξαίσιο αργό σβήσιμο και η επαναφορά του αρχικού θέματος. Με εξαιρετική λεπτότητα οι δύο σολίστ οδηγούν τον ακροατή στο να ανακαλύψει το ενδιαφέρον του Brahms για την Μπαρόκ και την Κλασική Μουσική, αλλά και τον τρόπο που ο Συνθέτης ανιχνεύει το βάθος που κρύβει ο Johann Sebastian Bach στην Τέχνη Της Φούγκας και το ρίχνει σαν διαμάντι στη Σονάτα του, τιμώντας το μεγάλο Κάντορα. Να θυμίσουμε εδώ ότι η Καντάτα αρ. 150 του Bach ήταν εκείνη, που ενέπνευσε στον Brahms το θέμα του φινάλε της Τέταρτης Συμφωνίας του.

Αφού έχει ολοκληρώσει τις τέσσερεις Συμφωνίες του ο Brahms, ξαναγυρίζει στη Σονάτα με  απόσταση είκοσι ενός ετών περίπου να χωρίζει τη μία από την άλλη. Γράφει τη δεύτερη Σονάτα το 1886 και τη δημοσιεύει το 1887 με αφιέρωση στον Robert Hausmann, όπως προείπαμε. Ο Brahms στη μέση ηλικία του συνθέτει ένα έργο που σφύζει από νεανικότητα και τόλμη, καθώς και από εκλεκτική συμφωνική προσέγγιση. Το πιάνο αφηγείται το φλογερό δεύτερο θέμα με άκρα ποιητικότητα, δίνοντας ανάσα στο κρύφιο σκοτεινό δράμα που ανατρέπεται από  το νεανικό νεύρο της σύνθεσης,  αποκαθιστώντας  την ισορροπία. Με υποδειγματική  ακρίβεια και δεξιοτεχνία, καθαρότητα και λιτότητα οι δύο Σολίστ αποκάλυψαν τη θεϊκή σπίθα που ενοικεί στο μεγάλο δημιουργό και ανέδειξαν τις λανθάνουσες δυνάμεις της σονάτας, δημιουργώντας εικόνες και συνειρμούς απρόσμενης ομορφιάς.  

Η αγαπημένη φράση του Brahms ήταν «Ελεύθερος αλλά χαρούμενος». Με τον άνεμο της Ελευθερίας και της Χαράς οι δύο ερμηνευτές, Παληός και Μαγκριώτης, αναβίωσαν τον φανταστικό κόσμο του Συνθέτη και συγκλόνισαν το ακροατήριό τους.

Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

π. Κων. Ν. Καλλιανός: ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΠΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ

(Μιὰ πρώτη προσέγγιση στὸ θέμα)

Στὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Χαλκίδος κύριο Χρυσόστομο, ὀφειλή.

Ἀντιγράφω ἀπὸ τὸν Παπαδιαμάντη: 
«Δύο χωρικοὶ ὄρθιοι, πέντε βήματα μακρὰν τοῦ ψητοῦ, τῆς φλάσκας καὶ τοῦ σχοίνου, ἵσταντο καὶ συνωμίλουν ζωηρῶς. Εἶχαν εὕρει τὴν ὥραν καὶ τὸν τόπον νὰ λογομαχήσωσι δι᾽ ἓν χωράφιον τεσσάρων στρεμμάτων, περὶ τοῦ ὁποίου ἐμάχοντο ἀπὸ ἐτῶν.
Ἀντικρύ, πρὸς μεσημβρίαν, ἐπὶ τοῦ βραχώδους λόφου, ἀνάμεσα εἰς πέντε βράχους, εἰς τρία μονοπάτια καὶ εἰς κρημνόν, εὑρίσκετο τὸ διαφιλονικούμενον χωράφιον. Ὁ εἷς τῶν χωρικῶν ἐχειρονόμει, κ᾽ ἐδείκνυε πρὸς τὰ ἐκεῖ, καὶ ἰσχυρίζετο ὅτι τὸ χωράφιον τὸ ἰδικόν του εἶχεν σύνορον ἀκριβῶς τὸν τρίτον βράχον πρὸς τὰ δεξιά» (Α. Παπαδιαμάντης, Λαμπριάτικος ψάλτης).
Προσέχοντας τὰ παραπάνω, τὰ ὁποῖα συμβαίνουν  τὴν κορυφαία τῆς Ἀναστάσεως τὴ Νύχτα σὲ κάποιο ἐξωκλήσι τῆς Σκιάθου, παρατηροῦμε ὅτι τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες τους οἱ πιστοὶ δὲν τὶς ἀφήνουν στὸ σπίτι τους, ἀλλὰ τὶς κουβαλοῦν μαζί τους, ὅπως τὶς ἁμαρτίες τους. Κι αὐτὸ δὲ συμβαίνει μονάχα τὴ χρονιάρα αὐτὴ ἡμέρα, ἀλλὰ πάντοτε, γιατὶ πρέπει νὰ γνωρίζουμε, πὼς τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀποτελεῖται ἀπό ἁγίους ἀλλ᾿ ἀπὸ ἀγωνιζόμενους πιστούς. Ὅπως ἐπίσης θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψιν μας καὶ τὸ ἑξῆς: ὅτι δηλαδή, αὐτοὶ οἱ δύο, πρὶν λογομαχήσουν μπορεῖ νὰ προσῆλθαν καὶ νὰ Κοινώνησαν. Ἀκόμα δὲ μπορεῖ,  τὰ ὅσα τοὺς ἀπασχολοῦσαν,  νὰ τὰ γνώριζε κι ὁ παπᾶς, ὁ ὁποῖος νὰ τοὺς συμβούλεψε κιόλας νὰ βροῦν τὴ λύση στὸ πρόβλημά τους,- δυὸ χρόνια τοὺς παίδευε- ὅμως ἐκεῖνοι, ἴσως νὰ μὴν ἔδωσαν καμιὰ σημασία. Ἔπειτα μὴ ξεχνᾶμε ὅτι οἱ τέτοιου εἴδους «πιστοὶ»προσέρχονται «συνηθείας ἕνεκεν καὶ οὐκ εὐσεβείας» (Ἰω. Χρυσόστομος), ὁπότε εἶναι αὐτονόητη ἡ ὅποια τους συμπεριφορά.
Μὲ λίγα λόγια, μέσα στὴ μικρὴ κοινότητα τοῦ νησιοῦ ἤ τοῦ χωριοῦ πάντοτε θὰ ὑπάρχουν κι αὐτὰ τὰ φαινόμενα, κοντὰ στὰ ἄλλα, «τῶν   παντοπωλῶν, μικρεμπόρων καὶ τοκιστῶν τῆς χθές, τῶν νεοπλούτων τῆς σήμερον, κατὰ πόλεις καὶ κώμας». (Λαμπριάτικος ψάλτης). Πρέπει δὲ νὰ ποῦμε πώς αὐτὰ, τὰ ἄλλα φαινόμενα,  ἦταν χειρότερα τῶν προηγουμένων, ἐπειδὴ ἀλλοίωναν ἐπικίνδυνα τὸ χαρακτήρα τῆς Κοινότητας καὶ τὸν ἐκφύλιζαν. Καὶ γιὰ νὰ τὸ αἰτιολογήσει κανεὶς αὐτὸ δὲν  ἔχει παρὰ νὰ ἐπισκεφτεῖ κι ἄλλες σελίδες τόσο τοῦ Παπαδιαμάντη, ὅσο καὶ τοῦ Μωραϊτίδη, ὥστε νὰ δεῖ τὰ πράγματα πιὸ καλά. (βλ. π. χ. τὸ διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη, «Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου», ἀλλὰ καὶ τὴ «Σταχομαζώχτρα» τοῦ ἴδιου, ὅπως ἐπίσης τὴ νουβέλα τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη, «Ὁ Δεκατιστής»,, κ. ἄ).  
Ἀλήθεια, πῶς παρεισφρύουν μέσα στὶς μικρές, κλειστὲς κοινωνίες αὐτὰ τὰ φαινόμενα; Εἶναι ἕνα ἐρώτημα ποὺ ἀπαιτεῖ διερεύνηση καὶ μελέτη. Κατὰ τὰ ἄλλα ὁ νοῦς αὐτοῦ ποὺ συντάσσει αὐτὲς τὶς γραμμὲς εἶναι στὸν ἱερέα: αὐτὸν δηλαδὴ ποὺ βλέπει τὸ ἄδικο, ἀλλὰ κι ἀπὸ τὴν ἄλλη,  τοὺς βλέπει ὅλους γύρω του, ὡς συμπορευομένους πρὸς τὴ Βασιλέια τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὸν καιρὸ τῆς Ἐξόδου συμπορεύονταν μὲ τὸν Μωυσὴ κι ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ τὴν γῆ Αἰγύπτου πρὸς τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας ( Βλ. Ἐξ. Κεφ. 12 ἑξ.). Ἀκόμα βλ. τὴν προσεχτική, ὄχι φοβισμένη, ὅπως θὰ ἤθελαν κάποιοι, στάση τοῦ ἱερέα στὸ ὄντως σιβυλλικό καὶ ἀποδεχόμενο ἔντιμη μελέτη καὶ θεοσεβῆ ἑρμηνεία παπαδιαμαντικὸ διήγημα,  «Ὁ Γάμος τοῦ Καραχμέτη». Γιατὶ ὅλες αὐτὲς οἱ πονηρὲς καὶ σκοτεινὲς στιγμὲς πρέπει νὰ ξέρουμε, πὼς ἀπὸ μιὰ ἀποστολικὴ φράση κρέμονται καὶ μέσω αὐτῆς ἀνοίγονται στὸν κόσμο. «Ὅς πάντας ἀνθρώπους θέλειν σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀλήθείας ἐλθεῖν» ( Α΄ Τιμ. 2.4) 
Εἶναι φορὲς ποὺ ἀκοῦμε ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς πολλὰ καὶ παράδοξα. Ὅπως, ὅτι συντασσόμαστε μὲ τὴ μερίδα τὴ μιὰ ἤ τὴν ἄλλη, γιατὶ ἀνεχόμαστε τοὺς προσερχομένους. Ἀλήθεια, τὶ ἄλλο νὰ κάνουμε ὅταν ἔχουμε καὶ τὴν ἐντολή  «μετ πσης ταπεινοφροσνης κα πρᾳότητος, μετ μακροθυμας, νεχμενοι λλλων ν γπ» ;  (Ἐφ. 4, 2). Τὰ συμπεράσματα δικά σας...

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Ιόνιος ταλαιπωρία

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Την περασμένη βδομάδα και για εφτά μέρες βρέθηκα στην Κέρκυρα, όπου συμμετείχα με ανακοίνωσή μου στο Ι΄ Πανιόνιο Συνέδριο, το οποίο έγινε στον τόπο που ξεκίνησε και πολύ σωστά καθιερώθηκε σαν θεσμός, το πανέμορφο και όμαιμο με το δικό μας, όπως και με όλα τα άλλα Επτάνησα, νησί των Φαιάκων.

   Δεν θέλω να παρουσιάσω σ’ αυτό το κείμενό μου την σημαντικότατη αυτή εκδήλωση για μας τους Ιόνιους, ούτε να εξάρω την εκ των προτέρων ουσιαστική σημασία της, η οποία και γνωστή είναι σε όσους αγαπούν αληθινά αυτόν τον ιδιαίτερο τόπο του δυτικού τμήματος της χώρας μας και δεδομένη. Απλά μεταφέρω μιαν εμπειρία μου, γνωστή μεν σε όλους μας, αλλά και πρόσφατο πάθημά μου. Και επειδή άλλο η θεωρία, άλλο η πράξη, επιτρέψτε μου να σας την διηγηθώ.

   Θέλοντας, λοιπόν, εγώ ο Επτανήσιος να πάω στο κέντρο της Περιφέρειάς μας, αυτό που θα έπρεπε να είχε συνεχή πρόσβαση με όλα τα άλλα νησιά, που δικαίως το απαρτίζουν, αναγκάστηκα να διασχίσω Ηλεία, Αχαΐα, Στερεά Ελλάδα και Ήπειρο!!!

   Ξεκίνησα, που λέτε, το πρωί, στις 5.30 από το σπίτι μου, για να προλάβω το πρώτο καράβι των 6 (κάτι που κάνω μόνο το πρωινό του Μεγάλου Σαββάτου κάθε χρόνο, για τον Επιτάφιο) και έφτασα στον προορισμό μου ακριβώς δώδεκα ώρες μετά, δίχως, βέβαια να έχω σταματήσει έστω και για έναν καφέ!

   Αφήστε εκείνα τα βουνά και την αγριάδα, τα οποία εγώ ο δύσμοιρος νησιώτης, αναγκάστηκα να βλέπω και κυριολεκτικά με πλάκωναν για ώρες, μια και είμαι μαθημένος στην απεραντοσύνη της θάλασσας και την ηρεμία του κάμπου.

   Είναι αδιανόητο, φίλοι μου, να λειτουργήσει Περιφέρεια, δίχως επαφή μεταξύ της. Μα θα μου πείτε και με το δίκιο σας: Εδώ για να πας στην διπλανή Κεφαλονιά, που την βλέπεις από το παράθυρο του σπιτιού σου, αν δεν έχει ανοίξει η γραμμή της Πεσάδας, θέλεις μια μέρα ολόκληρη και συ μου θέλεις να έχεις συγκοινωνία του Νότου με τον Βορρά;

    Απαίτηση; Ε, όχι! Σαν φορολογούμενος πολίτης και μάλιστα σαν γνήσιος Επτανήσιος, ο οποίος πρώτη φορά στην μακραίωνη ιστορία του πληρώνει χαράτσι, μια και ο τόπος μου ευτύχησε, όπως και ο Ανδρέας Κάλβος στον «Φιλόπατρί» του τονίζει, να μην έχει ποτέ κατακτηθεί από Τούρκο, θεωρώ υποχρέωση των διοικούντων να μου παρέχουν την ευκαιρία να κινούμαι άνετα στην πατρίδα μου, γιατί για 'με πατρίδα μου είναι όλα τα Επτάνησα, ακόμα και τα απομακρυσμένα Κύθηρα, που μας ενώνει κοινός πολιτισμός και κοινή ιστορία!

   Με λίγα λόγια (και με καταλαβαίνουν όλοι αυτοί που ειλικρινά αγαπούν αυτόν τον τόπο και γνωρίζουν την ιστορία του) το αθηνοκεντρικό κράτος μού στέρησε κυριολεκτικά όλα αυτά που είχα, σαν Ιόνιος και με ισοπέδωσε, εφαρμόζοντας απάνθρωπα τον νόμο των συγκοινωνούντων δοχείων. Και επειδή και εδώ συνέβη ό,τι και με τις συγχωνευμένες επιχειρήσεις, έχασε η πιο αδύναμη, δηλαδή η δική μου, άλλο αν κάποτε είχε λύσει πολλά προβλήματά της και είχε κάνει σημαντικά βήματα πιο μπροστά από την σημερινή πραγματικότητα.

   Το πρόβλημα το έχουν καταλάβει και άλλοι και συχνά το έχουν θίξει, αναζητώντας την λύση. Αυτή, όμως, πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη και μετά από σκέψη και όχι προσωρινή και κοντόφθαλμη. Και για να γίνω πιο κατανοητός, θα εκθέσω τις σκέψεις μου σαφέστατα.

   Αυτό το πολιτικάντικο και επιδερμικό, όπου κατά καιρούς έχει ακουστεί και στηριχτεί από λαϊκιστές ψηφοθήρες, το να αποτελέσουν, δηλαδή, τα  νησιά μας περιφέρειες με τις απέναντι στεριές και ανιστόρητο είναι και επιζήμιο.

   Τα Επτάνησα, εδώ και αιώνες, απετέλεσαν ενιαίο και αδιάσπαστο χώρο και έτσι πρέπει να παραμείνουν. Η τύχη τους εξελίχτηκε στα ίδια ιστορικά πλαίσια, με ελάχιστες ουσιαστικά διαφορές και είναι τουλάχιστον ατόπημα το να προσπαθήσουμε να τα χωρίσουμε. Εξάλλου, η πρόοδος και ο πολιτισμός δημιουργούνται όπου υπάρχει ιδιαιτερότητα και πολυφωνία και η ισοπέδωση δημιουργεί πνευματικό και οικονομικό θάνατο.

   Εφτά μέρες στην Κέρκυρα αισθάνθηκα πως ζούσα σε δικό μου τόπο και όχι σε ξένο. Το ίδιο συμβαίνει και σαν βρεθώ στην Κεφαλονιά, την Λευκάδα, την Ιθάκη ή τα Κήθυρα, αλλά και σε όλα τα άλλα, μικρότερα Ιόνια νησιά.

   Ο θεσμός των Πανιόνιων Συνενδρίων αυτό ακριβώς επιδιώκει και είναι εκείνος που ενώνει πνευματικά μεταξύ τους τα Επτάνησα.

   Μακάρι αυτό να γίνει και σε όλους τους άλλους τομείς και οι μεθαυριανές κάλπες να εκλέξουν φωτισμένους άρχοντες και πεπαιδευμένους, οι οποίοι θα ενδιαφέρονται πρώτα για τον τόπο και μετά για την καρέκλα τους. Που θα κάνουν το καλό για τους συμπολίτες τους και όχι το θέλημα των από πάνω αφεντάδων τους.

   Θα είναι φρίκη, μετά από τέσσερα χρόνια, που θα γίνει το επόμενο, το ΙΑ΄ Πανιόνιο Συνέδριο στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς, εμείς οι Ζακυνθινοί να θέλουμε να πάμε εκεί, ανεβοκατεβαίνοντας δύο καράβια και καταναλώνοντας μία μέρα από τη ζωή μας!

   Οι τρεις Άγιοί μας ας μας απαλλάξουν από αυτή την ταλαιπωρία. Μα, ας κουνήσουμε κι εμείς τα χέρια μας!!!

Παχωμίου Ρουσάνου: ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΩΝ ΕΝ ΣΤΡΟΦΑΣΙΝ ΑΝΑΙΡΕΘΕΝΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (υπό Αρχιμ. Ευτυχίου Σαρμάνη)


Περιοδικό Θεολογία ΞΗ΄ (1997) 255-283


Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου: ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΝΕΟΤΗΤΟΣ ΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ


(2 Μαΐου 2014)

Προσφιλεῖς μας νέοι,
Χριστός Ἀνέστη!

«Ὡς χαρίεν ἐσθ᾿ ἄνθρωπος ὅταν ἄνθρωπος ᾖ» (Μαίανδρος).

Ἡ ἀγάπη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ μᾶς συνεκέντρωσε σήμερoν εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν, εἰς τήν ἕδραν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, κατά τήν χαρμόσυνον αὐτήν πασχαλινήν περίοδον, κατά τήν ὁποίαν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὡς χαρίεντες ἄνθρωποι «Πάσχα κροτοῦμεν αἰώνιον», «Πάσχα μέγα, Πάσχα τῶν πιστῶν».

Ἐκφράζομεν καί διαδηλοῦμεν, λοιπόν, τήν χαράν μας, τήν ἐπαυξάνουσαν τήν πασχαλινήν ἡμῶν εὐφροσύνην, διότι βλέπομεν τά φωτεινά πρόσωπά σας, τά ὁποῖα μᾶς εἶναι ἤδη ἐκ παλαιοῦ γνωστά καί ἀγαπητά, ἀλλά καί διότι γνωρίζομεν καί νέους φίλους, κληρικούς καί λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι διακονεῖτε τήν νεότητα εἰς τάς ἀνά τήν οἰκουμένην ἐπαρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου. Ἀπευθύνομεν πρός ὅλους σας τόν θερμόν πατρικόν μας χαιρετισμόν καί τήν Πατριαρχικήν μας εὐχήν νά μείνετε πάντοτε ἀκμαῖοι νέοι καί νά συνεχίζετε νά διακονῆτε καί νά κατευθύνετε τήν νέαν γενεάν κατά τάς ἐπιταγάς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή, κατά τήν ἀποστολικήν προτροπήν, πρός «ὅσα ἐστίν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ», ὥστε νά λογίζωνται οἱ νέοι «τήν ἀρετήν καί τόν ἕπαινον» (πρβλ. Φιλ. δ΄ 8-9), νά εἶναι ὄντως «χαρίεντες νέοι».

Σᾶς εὐχαριστοῦμεν ἰδιαιτέρως, ἀγαπητοί φίλοι, διά τήν ἀνταπόκρισίν σας εἰς τήν πρόσκλησιν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί ἤδη συμμετέχετε τῆς ἐπικαίρου αὐτῆς συναντήσεως ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καί ἐμπειριῶν. Εἰς τό πρόσωπόν σας εὐχαριστοῦμεν τούς Ποιμενάρχας τῶν θεοσώστων ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου, οἱ ὁποῖοι ἀνταπέκριθησαν εἰς τήν πρόσκλησιν ταύτην τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ἀπέστειλαν στελέχη τῶν ὑπό τήν εὐθύνην των λειτουργούντων γραφείων νεότητος, πρός ἀνταλλαγήν σκέψεων καί ἐμπειριῶν ἐπί τοῦ ζωτικοῦ θέματος τῆς διακονίας τῆς νεότητος μέ σκοπόν τήν σύστασιν ἑνός δικτύου διά τήν διακονίαν τῆς νεότητος ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὡσαύτως, χαιρετίζομεν τούς ἀντιπροσώπους τῶν Ἁγιωτάτων Ἐκκλησιῶν Κύπρου, Ἑλλάδος καί Ἀλβανίας ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν καί εὐχόμεθα εὐχάριστον τήν διαμονήν σας εἰς τήν Πόλιν μας καί παραγωγικόν τόν συμπνευματισμόν σας μετά πάντων τῶν λοιπῶν μετεχόντων.

Ἐμελετήσαμεν προσωπικῶς καί ἐν συνεργασίᾳ μέ τήν ἁρμοδίαν Ἐπιτροπήν Νεότητος τοῦ Πατριαρχείου μας καί ἐν συνεχείᾳ εἰς τήν Ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον τήν ὀργάνωσιν τῆς ἐκδηλώσεώς μας αὐτῆς, διότι γνωρίζομεν τόν ἀγῶνα τόν ὁποῖον σεῖς καθημερινῶς διεξάγετε διά νά δώσετε εἰς τήν νεότητα μίαν προοπτικήν πνευματικῆς ζωῆς ἐντός μιᾶς κοινωνίας ἡ ὁποία ὁλονέν καί περισσότερον στρέφεται πρός τήν λατρείαν τῆς ὕλης καί τήν περιφρόνησιν τῆς ψυχῆς, ὥστε νά ὁμοιάζῃ συχνάκις μέ τήν Βιβλικήν Βαβυλώνιον κάμινον. Εἰς αὐτήν τήν κάμινον οἱ νέοι, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν κάτι ἀνώτερον, δηλαδή τήν κοινωνίαν μέ τόν Θεόν καί τήν τήρησιν τῶν σωτηρίων ἐντολῶν Του, ὁμοιάζουν μέ τούς Τρεῖς Παῖδας τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι εἶχον ριφθῆ εἰς αὐτήν ἀπό τόν βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ἐπειδή ἐπίστευον εἰς τόν δημιουργόν τοῦ παντός Κύριον καί Θεόν.

Καί ἐάν τότε ὁ βασιλεύς, δηλαδή, κατά παραλληλισμόν, ἡ σύγχρονος ἐξουσία, ἀπῄτει τήν λατρείαν τοῦ ἑαυτοῦ του, ὁ σημερινός καταναλωτικός πολιτισμός, ὁ πολιτισμός τῆς πτώσεως, ὅπως εὐστόχως ἔχει χαρακτηρισθῆ, τείνει νά μεταμορφώσῃ κάθε ἄνθρωπον εἰς Ναβουχοδονόσορα, ὁ ὁποῖος λατρεύει τό αὐτοείδωλόν του, καί εἰς τήν θέσιν τοῦ Θεοῦ ἔχει τοποθετήσει τόν ἑαυτόν του. Αὐτόν τόν ἑαυτόν του προσπαθεῖ νά ὑπηρετήσῃ μέ κάθε τρόπον. Καί ἀτυχῶς, ἤδη ἀπό τήν παιδικήν του ἡλικίαν, ὁ ἄνθρωπος διδάσκεται ὑπό τῆς συγχρόνου κοινωνίας νά ἱκανοποιῇ τάς ἐγωιστικάς ἐπιθυμίας του, πιστεύων ὅτι εἰς τήν ἱκανοποίησιν τῶν ἐπιθυμιῶν εὑρίσκεται ἡ ἀληθής εὐδαιμονία.

Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἑρμηνεύων τό βιβλίον τῆς Γενέσεως, δηλαδή τήν δημιουργίαν τοῦ σύμπαντος καί τοῦ ἀνθρώπου, μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ νέοι «τό παρόν μόνον ἡδύ ὁρῶντες, τήν μετά ταῦτα ὀδύνην οὐ λογίζονται». Διό καί πρέπει «πολλήν τῆς ἀρετῆς ποιεῖσθαι τήν ἐπιμέλειαν, καί τῆς τῶν νέων σωφροσύνης ἐπιμελεῖσθαι» (Εἰς τήν Γένεσιν ΝΘ΄, P.G. 54, 519).

Αὐτή εἶναι ἀκριβῶς ἀνά τούς αἰῶνας ἡ διδασκαλία τῆς  Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί ἡ μαρτυρία τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου: Ὅτι δηλαδή αὐτός ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ νά ζήσῃ χριστιανικῶς πρέπει νά μάθῃ νά νεκρώνῃ τόν παλαιόν ἄνθρωπον, «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» αὐτοῦ. «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατεῖτε καί ἐπιθυμίαν σαρκός οὐ μή τελέσητε. Ἡ γάρ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος, τό δέ πνεῦμα κατά τῆς σαρκός˙ ταῦτα δέ ἀντίκειται ἀλλήλοις» (Γαλ. ε΄, 16-18). Τήν μάχην αὐτήν κατά τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς σαρκός ὀφείλομεν νά ἐμφυσήσωμεν ὡς ἀποφασιστικόν στοιχεῖον εἰς τήν ζωήν κάθε νέου ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ νά ζήσῃ ἐν Χριστῷ.

Ἡ μάχη αὐτή εἶναι ἡ ἀρετή καί μόνον. «Πάντα μέν ἀνθρώπων, ἀλλότρια τοῦδε βίοιο˙ ἡ δ᾿ ἀρετή βροτέη, τοῦτο μόνον βιοτή» (ὅλα τά πράγματα τῶν ἀνθρώπων εἶναι ξένα γιά τήν ζωή αὐτή. Ἡ ἀνθρωπίνη ἀρετή μονάχα, αὐτή εἶναι ἡ ζωή) κηρύττει βιωματικῶς ὁ Θεολόγος Γρηγόριος (Ἔπη Θεολογικά, Ποίημα ΛΑ΄, Γνωμικά δίστιχα, P.G. 37, 913).

Ἡ Κωνσταντινούπολις, καί ἰδιαιτέρως τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, εἶναι εἷς τόπος ἤ ὀρθότερον, ἕν βίωμα ἀρετῆς.

Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί ἐπιθυμοῦν μίαν ἡμέραν νά ἐπισκεφθοῦν τήν Πόλιν καί τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν. Θέλουν νά γνωρίσουν τήν ἱστορίαν της, τά περίφημα μνημεῖα της, τήν ὡραιότητά της. Δέν ἐκλαμβάνουν ὅμως τήν Κωνσταντινούπολιν καί τήν ἕδραν τοῦ Πατριαρχείου μας ὡς ἕνα ἀξιοθαύμαστον χῶρον διατηρήσεως τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, ἕν ζωντανόν μουσεῖον περιωπῆς, τό ὁποῖον μᾶς μεταφέρει εἰς τό ἔνδοξον παρελθόν. Τήν βιώνουν ὡς θεσπίσασαν τό δόγμα, κρατοῦσαν καί κηρύττουσαν τήν ὀρθήν πίστιν καί μαρτυροῦσαν τό ὀρθόδοξον φρόνημα, δηλαδή τήν ἀρετήν. Διά τό Πατριαρχεῖον μας καί τήν μαρτυρίαν τῆς διδασκαλίας του ἀνά τούς αἰῶνας θά ἠδύνατο εὐχερῶς νά ἐπαναληφθῇ  ἡ ρῆσις  τοῦ Ἁγίου ἐκ τῶν Πατριαρχῶν Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ μέλος ἐναρμονίσαντος θεολογίας καί ποιήσεως: «Μεσάτη δέ κακῶν ἀρετή κατάκειται ὡς ρόδον ἐν στυγερῇσι καί ὀξείῃσιν ἀκάνθαις» (Ἡ ἀρετή  βρίσκεται εἰς τήν μέσην τῶν κακῶν ὅπως τό ρόδον ἀνά μέσον εἰς τά ἄγρια καί σκληρά ἀγκάθια) (Ἔπη Θεολογικά, Ποίημα Β΄, ὑποθῆκαι παρθένοις, P.G. 37, 594).

Ἀπαραίτητος προϋπόθεσις τῆς ἐπιτυχίας μιᾶς ἐξωτερικῆς δραστηριότητος ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν διακονοῦμεν, εἶναι  ἀσφαλῶς ἡ ἔντονος ἐσωτερική, πνευματική καί λειτουργική ζωή. Δηλαδή ἡ «συνομιλία ἐνώπιος ἐνωπίῳ μέ τόν Θεόν». Αὐτή ἡ ζωή ἐν Πνεύματι, ἡ συνοδοιπορία μέ τόν ταφέντα καί ἀναστάντα Κύριον, εἶναι ἡ μυστική πηγή ἀπό τήν ὁποίαν πρέπει νά ἐκπορεύεται κάθε δραστηριότης, ἐάν ἐπιθυμοῦμεν νεολαίαν ὄχι αἰχμάλωτον, ἀλλά βιοῦσαν Πάσχα, δηλαδή ἀνάστασιν. Ἐπιγραμματικῶς ἐπισημαίνομεν καί τονίζομεν: Ἡ ἀνάστασις εἶναι εὐφροσύνη καί χαρά καί ζωή, ἡ αἰχμαλωσία εἶναι καταδίκη, πόνος, θλῖψις, στενοχωρία, πάθος, ἄρνησις τῆς ζωῆς.

Ἐάν ἡ βυζαντινή Κωνσταντινούπολις ἀπετέλεσε μίαν ἐξαιρετικήν ἑστίαν πολιτισμοῦ, ἐμποτισμένην μέ τάς ἀξίας τοῦ Εὐαγγελίου, δέν εἶναι ἐπειδή ἐδῶ οἱ χριστιανοί καί οἱ κληρικοί αὐτῆς ἔκτιζον Ἁγίας Σοφίας, ἁγιογραφοῦσαν ψηφιδωτά καί τοιχογραφίας, καλλιγραφοῦσαν χειρόγραφα, ἄνοιγαν σχολεῖα, ἐσμίλευον θαυμαστά ἔργα μικροτεχνίας, ἀλλά κυρίως ἐπειδή ἐπεζήτησαν πρῶτον νά κυριαρχήσουν εἰς τά πάθη των καί νά ἐμποτισθοῦν ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἐπιτυγχάνοντες τήν ἐντός τῆς καρδίας «βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» καί τήν μυστικήν εἰρήνην τῆς  χαρᾶς τῆς ἀναστάσεως, τήν ὁποίαν οὐδεμία τεχνολογική πρόοδος καί οὐδεμία ἐπιστήμη δύνανται νά προσφέρουν.

Ὅταν, λοιπόν, ὁμιλῶμεν διά τήν πνευματικήν παράδοσιν, τήν ὁποίαν καταβάλλομεν προσπαθείας ὅλοι οἱ ἐργάται τῆς Ἐκκλησίας μας, νά κρατήσωμεν, ἐννοοῦμεν μίαν ζωντανήν μυστικήν καί μυστηριακήν ἀνάμνησιν τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων, ἐννοοῦμεν  τόν χαρίεντα ἄνθρωπον τοῦ ἀρχαίου Μαιάνδρου, δηλαδή τό «μέγα τραῦμα», τόν ἄνθρωπον καί τήν  αἰχμαλωσίαν του, τόν ὁποῖον ἄνθρωπον ἴασεν ὁ Χριστός μέ τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασίν του (πρβλ. τροπάριον ἀκολουθίας Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ) καί τόν κατέστησεν ἀληθῶς χαρίεντα.

Αὐτή ἡ ἀναστάσιμος καί χαρίεσσα παράδοσις, τήν ὁποίαν οἱ νέοι, ἡ ἐλπίς τοῦ μέλλοντος τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας καί τῆς κοινωνίας μας, καλοῦνται νά διατηρήσουν καί νά συνεχίσουν, δέν εἶναι στατική ἤ φονταμενταλιστική ἤ προσωποκεντρική, ἀλλά μετάδοσις  ζωῆς αὐθεντικῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.

Ὁ φανατισμός καί ὁ φονταμενταλισμός εἶναι ἔννοιαι ξέναι εἰς τήν παράδοσιν καί εἰς τό σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Δυστυχῶς σήμερον μέ πολλήν λύπην διαπιστοῦμεν τήν ἐκδήλωσιν τοιούτων φαινομένων φονταμενταλισμοῦ, ἐθνικοῦ καί θρησκευτικοῦ, παγκοσμίως, ἰδιαιτέρως ὅμως ἐσχάτως εἰς τόν χῶρον τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, τά ὁποῖα ἤδη ἔχουν στοιχίσει αἵματα πολλά καί ἔχουν ἐπιφέρει τήν ἐγκατάλειψιν ὑπό μεγάλου ἀριθμοῦ χριστιανῶν τῶν τόπων εἰς τούς ὁποίους διά πρώτην φοράν διεδόθη τό μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας.

Ὀφείλομεν, λοιπόν, νά εὐαισθητοποιηθῶμεν ὅλοι, καί ἰδιαιτέρως ἡ  νεότης, νά μή ἀδιαφορῶμεν εἰς τά φαινόμενα αὐτά, ἀλλά νά πράττωμεν ὅ,τι δυνάμεθα διά τήν ἐνίσχυσιν τῶν ἀδελφῶν μας χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται αὐτήν τήν στιγμήν ἀκόμη ὑπό διωγμόν καί ὑπό καθεστώς φόβου καί τρόμου.

Παρακολουθοῦμεν, μέ ἐνδιαφέρον καί χαράν τήν πρόοδόν τοῦ ἔργου σας καί τάς ἐκφράσεις τῆς γνησίας ἀγάπης σας διά τήν Ἐκκλησίαν καί τό Πατριαρχεῖον μας. Εὐχόμεθα ἐκ βάθους καρδίας τό σεμινάριον, τό ὁποῖον ἀρχίζει σήμερον νά ἀποτελέσῃ ἀφορμήν  καλλιτέρας καί μεγαλυτέρας συνεργασίας μεταξύ τῶν διακονούντων τήν Ὀρθόδοξον Νεότητα ἐργατῶν. Νά ἀποτελέσῃ, δηλαδή,  ἀφορμήν καρποφόρου προβληματισμοῦ διά τῆς ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καί σκέψεων, οὕτως ὥστε νά καλλιεργηθῇ ἕνα κοινόν βίωμα, ἕνα κοινόν φρόνημα, τό φρόνημα τῆς ὀρθοδόξου νεότητος, τό ὁποῖον ἐκφράζεται μέ τήν ὀρθόδοξον χριστιανικήν ζωήν, ὥστε νά γινώμεθα ὅλοι, νέοι καί πρεσβύτεροι, συνεχισταί τοῦ πνεύματος τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεώς μας.

Ὅταν προσλάβωμεν  τό κοινόν τοῦτο φρόνημα τῶν Πατέρων, ὡς τό περιγράφουν οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί σύμπας ὁ χορός τῶν ἁγίων Πατέρων, καί τό καλλιεργήσωμεν, θά  δυνηθῶμεν νά αἰσθανώμεθα τό ἔγγισμα καί τό ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ καί θά ἔχωμεν μίαν ἑνιαίαν φωνήν, καί ἕνα κοινόν δεσμόν, ὁ ὁποῖος δέν θά ἐπηρεάζεται ἀπό τάς γεωγραφικάς ἀποστάσεις καί τάς μεταξύ  ἡμῶν γλωσσικάς, πολιτιστικάς, ἐθνικάς καί κοινωνικάς διαφοράς.

Ἰδού τό ἐνώπιόν σας ἱερόν ἔργον, ἀδελφοί καί τέκνα, τό ὁποῖον συνίσταται εἰς τήν ἐπιτυχίαν τῆς διδασκαλίας εἰς τούς νέους ἀνθρώπους νά ἐμπιστεύωνται τόν Θεόν: «Πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».  Ἐπιγραμματικῶς: τό ἔργον σας ἔγκειται εἰς τήν ἐπιτυχίαν τῆς  ἐμπειρίας  νά θέλουν οἱ νέοι νά ἀγαποῦν καί ὄχι νά τούς ἀγαποῦν.

Εἶναι προτιμότερον, ἀντί νά ὁμιλῶμεν περί τοῦ Θεοῦ εἰς τούς νέους, νά βιώνωμεν τόν Θεόν καί νά τούς ἀγαπῶμεν. Νά τούς μάθωμεν νά ζοῦν εἰς ἀδιάλειπτον κοινωνίαν μέ τούς ἁγίους, εἰς ἕνα κόσμον μεταμορφούμενον πέραν τῆς καθημερινότητος.

Μεγάλην σημασίαν, διά τούς νέους εἰδικώτερον, ἔχει τό πρόσωπον τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Τοῦτο τό μυστήριον ἠμπορεῖ νά βιωθῇ μέ οἱονδήποτε πνευματικόν, ἀλλά γίνεται πλέον εὔγλωττον, ὅταν ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος εἶναι ἐξησκημένος εἰς τά τοῦ Θεοῦ καί προικισμένος εἰς τήν καθοδήγησιν πιστῶν. Ἡ πνευματική πατρότης εἶναι μία ἁρμονική συνεργία τοῦ προσερχομένου πιστοῦ, καί εἰδικῶς τοῦ νέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θέτει τάς πνευματικάς βάσεις δι᾿ ὅλην του τήν ζωήν, καί τοῦ πνευματικοῦ πατρός, μέ σκοπόν τήν παιδαγωγίαν τῆς ἐλευθερίας καί τήν καλλιέργειαν τῆς προσωπικότητος.

Ἡ μαθητεία αὐτή εἰς ἕνα πνευματικόν πατέρα δέν ὁδηγεῖ -καί δέν πρέπει νά ὁδηγῇ- εἰς προσωπολατρείαν, ἀλλά εἰς πνευματικήν καρποφορίαν, διά τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ἀνδρείας. Ὁ γνήσιος πνευματικός πατήρ σέβεται τήν προσωπικότητα τοῦ νέου καί  ἀπόδειξις τοῦ σεβασμοῦ τούτου εἶναι ὅτι οὐδέποτε ἐπιθυμεῖ ἤ ἐπιδιώκει νά λάβῃ ὁ  ἴδιος ἀποφάσεις ἀντί τοῦ προσερχομένου εἰς αὐτόν. Ἡ πρωτοβουλία διά τήν πορείαν πρός τόν Θεόν ἀνήκει εἰς τούς νέους. Ὁ πνευματικός εἶναι τό στήριγμα εἰς αὐτήν τήν πορείαν.

Ἀγαπητοί ὑπεύθυνοι καί ἐκπρόσωποι τῶν γραφείων νεότητος τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων καί τῶν Ἀρχιεπισκοπῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου,

Πέραν τῶν ἀνωτέρω σκέψεων ὅσον ἀφορᾷ εἰς τά προβλήματα τῶν νέων σήμερον καί εἰς τόν τρόπον ἀποδοτικῆς προσεγγίσεως αὐτῶν, ἐπιθυμοῦμεν νά σᾶς μεταφέρωμεν ὡρισμένας ἐμπειρικάς σκέψεις καί προτροπάς ἡμῶν, ἀποβλεπούσας εἰς τήν ἀποδοτικωτέραν ὀργάνωσιν καί ἐπιτέλεσιν τοῦ σπουδαίου ἔργου σας, ὥστε νά διαπιστώνετε καί νά διακρίνετε: «ποιός κρύβεται μέσα στό δειλινό καί συνεχῶς ἀνεβάζει τούς δεῖχτες;» (Αὐστραλίας Στυλιανός).

Σκοπός τῆς συναντήσεώς μας, εἶναι νά ἀνταλλάξωμεν τούς προβληματισμούς μας διά τήν ἀποτελεσματικωτέραν ὀργάνωσιν καί προσφοράν τῶν Γραφείων Νεότητος τῶν Ἐπαρχιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου, διότι, ὡς γνωστόν, ἀπό τήν ἐπιτυχίαν τῆς ἀγωγῆς τῶν νέων ἐξαρτᾶται ἐν πολλοῖς ἡ ἀνάδειξις πιστῶν ἐργατῶν εἰς τόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου ἀλλά καί πιστῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Γνωρίζετε, βεβαίως, ὅτι ὁ ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας προσπαθεῖ νά παγιδεύσῃ κυρίως τήν ἄπλαστον ἀκόμη νεότητα καί νά τήν παρασύρῃ εἰς τόν δρόμον τῆς ἀδιαφορίας διά τήν πίστιν καί τοῦ κακοῦ γενικώτερον, καί ὅτι ἀσφαλῶς καθῆκον μας εἶναι νά προσπαθήσωμεν νά διατηρήσωμεν τήν ἔμφυτον καθαρότητα τῶν διαθέσεων καί τῶν ψυχῶν τῶν νέων ἀλλά καί νά προσπαθήσωμεν νά ἀνορθώσωμεν νέους παρασυρθέντας εἰς τά μύρια καταστροφικά μονοπάτια, τά ὁποῖα αἱ σειρῆνες τοῦ κόσμου διατυμπανίζουν ὡς τά πλέον εὐχάριστα καί ἑλκυστικά δι᾿ αὐτούς.

Ἑπομένως, τό σεμινάριόν μας ἔχει νά κάνῃ ἕνα θεμελιῶδες ἔργον. Πρέπει νά καταστρώσῃ τάς βασικάς κατευθυντηρίους γραμμάς, ἐπί τῇ βάσει τῶν ὁποίων θά κινηθοῦν κατά τά προσεχῆ ἔτη αἱ προσπάθειαι τῶν Γραφείων Νεότητος. Ἀσφαλῶς, κατά περιόδους θά πρέπει νά συζητῶνται τά ἀποτελέσματα τῶν χαραχθεισῶν δράσεων καί νά γίνωνται αἱ πρέπουσαι ἀναθεωρήσεις καί βελτιώσεις, μέ κριτήριον τά πορίσματα τῆς ἀποκτωμένης πείρας.

Τά εἰς τήν διάθεσίν μας μέσα εἶναι κατά τό πλεῖστον γνωστά. Ὁ προφορικός λόγος, ὁ ὁποῖος ἐκφέρεται  κατά διαφόρους συνάξεις, καί ὁ ὁποῖος ἔχει τό μειονέκτημα ὅτι γίνεται ἀκουστός ἀπό σχετικῶς περιωρισμένον ἀριθμόν νέων καί δή αὐτῶν οἱ ὁποῖοι προσέρχονται εἰς τάς συνάξεις. Παραλλήλως, ὑπάρχει δυνατότης ἐκφορᾶς προφορικοῦ λόγου, μέσῳ ραδιοφωνικῶν ἐκπομπῶν, καί ἐσχάτως προφορικοῦ ἤ καί γραπτοῦ λόγου μέσῳ τοῦ Διαδικτύου. Ἀσφαλῶς, ὅλοι ἔχομεν προβληματισθῆ καί σκεφθῆ πιθανάς βελτιώσεις τῶν μεθόδων καί τοῦ περιεχομένου τοῦ λόγου τούτου καί περί τῶν τρόπων προσελκύσεως τῶν νέων εἰς τό νά ἀκροασθοῦν τόν λόγον αὐτόν, διότι ὁ διαθέσιμος χρόνος τῶν περισσοτέρων νέων εἶναι μικρός καί ἡ προσέλευσις εἰς τάς συνάξεις ἔχει τάς δυσχερείας της.

Ἡ καταλληλοτέρα χρῆσις τοῦ γραπτοῦ καί ἐντύπου λόγου, εἰδικῶς τοῦ ἀπευθυνομένου πρός τούς νέους, πρέπει ἐπίσης νά γίνῃ ἀντικείμενον ἐμπεριστατωμένης μελέτης. Ἐνδεχομένως, ἡ μετάφρασις ἐπιτυχῶν ἐκδόσεων διά νέους ἀπό μιᾶς γλώσσης εἰς ἄλλην ἤ ἄλλας νά εἶναι ἀναγκαία καί χρήσιμος. Ἐφ᾿ ὅσον βεβαίως τά σχετικά κείμενα ἤθελον κριθῆ καί ἀποδειχθῆ ἑλκυστικά καί κατατοπιστικά διά τούς νέους.

Τά χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά ἐξαίρωνται ὡς πλήρη ἀγάπης καί συγχωρήσεως καί ἀποδοχῆς τῆς μετανοίας καί ἡ μετάνοια νά χαρακτηρίζεται ὡς χαροποιός κάθαρσις, καί ἀπαλλαγή ἀπό καταθλίψεων καί ἄγχους. Διότι ἐνίοτε ἡ εἰκών τοῦ μετανοοῦντος περιγράφεται ὡς θλιβερά, ἐνῷ κατ᾿ ἀλήθειαν εἶναι χαροποιός.

Ἡ συμμετοχή τῶν νέων εἰς τήν λατρείαν πρέπει νά συνιστᾶται καί εἰ δυνατόν νά ὀργανώνωνται λατρευτικαί συνάξεις εἰς τόπους καί χρόνους οἱ ὁποῖοι νά εὐνοοῦν τήν προσέλευσιν τῶν νέων.

Εὐνοϊκόν ἀποτέλεσμα ἐλπίζομεν ὅτι θά εἶχεν ἡ ὀργάνωσις ἀνταλλαγῶν νέων ἐκ διαφόρων Ἱερῶν Μητροπόλεων ἤ Ἐκκλησιῶν, διότι ἡ ἀναπτυσσομένη φιλία καί αἱ ἀγαθαί ἀναμνήσεις συμβάλλουν εἰς τήν διατήρησιν τοῦ ζήλου διά τήν πνευματικήν καλλιέργειαν καί διά τήν ἀποφυγήν τῶν κακῶν συναναστροφῶν.

Περαιτέρω, ἡ ὀργάνωσις κατασκηνώσεων ἤ φιλοξενιῶν εἰς ἐνδεχομένως διαθέσιμα κατάλληλα καταλύματα καί ὁ ἐμπλουτισμός αὐτῶν διά ὠφελίμων προγραμμάτων πνευματικῶν ἐνασχολήσεων δύναται, ὅπου αἱ συνθῆκαι τό ἐπιτρέπουν, νά χρησιμοποιηθῇ.

Ἐπί πλέον, κάθε ἄλλη ἐφαρμόσιμος ἰδέα ἠμπορεῖ νά χρησιμοποιηθῇ καί ἀσφαλῶς ἡ ἀνταλλαγή ἀπόψεων περί τῆς ἐφαρμογῆς ἀναλόγων πρωτοβουλιῶν θά εἶναι καρποφόρος, διότι θά ἐμποδίσῃ τήν ἐφαρμογήν ἀνεπιτυχῶν προγραμμάτων ἤ θά ἐμπλουτίσῃ μερικάς ἀρχικάς ἰδέας, ὥστε κατά τήν ἐφαρμογήν των νά γίνουν ἑλκυστικώτερα καί ἀποδοτικώτερα.

Ὅλα αὐτά προϋποθέτουν στενοτέρας ἐπικοινωνίας καί συνεργασίαν τῶν ὑπευθύνων νεότητος τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων διά τήν ἀνταλλαγήν σκέψεων καί ἰδεῶν, ὥστε καί βεβιασμέναι πρωτοβουλίαι νά ἀποφεύγωνται καί ὅσα γίνονται νά ἔχουν ἐπαρκῶς ζυγισθῆ καί ἐκτιμηθῆ καί βελτιωθῆ ἐν σχέσει μέ τήν ἀρχικήν σύλληψίν των.

Ἡ Ἐκκλησία μας χρησιμοποιεῖ πάντα τά εἰς τήν διάθεσίν της μέσα διά νά συνομιλῇ μετά τῶν πιστῶν καί νά τούς μεταφέρῃ τό χαρμόσυνον μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐχρησιμοποίησεν ἀνέκαθεν τόν προφορικόν καί τόν γραπτόν λόγον, τό βιβλίον, τήν ἀλληλογραφίαν, τήν εἰκονογραφίαν, τήν ἀρχιτεκτονικήν , τά σύμβολα, τήν μουσικήν.

Ἤδη εἰς τήν ἐποχήν μας ἐνεφανίσθη ἕνας ἀκόμη τρόπος ἐπικοινωνίας, τό Διαδίκτυον. Τό Διαδίκτυον προσφέρει πολλάς καί ποικίλας δυνατότητας, ἰδίως εἰς τόν τομέα τῶν κοινωνικῶν δικτυώσεων, αἱ ὁποῖαι ἀσφαλῶς δύνανται νά χρησιμοποιηθοῦν. Ἀπαιτεῖται βεβαίως μεγάλη προσοχή καί περίσκεψις ὡς πρός τόν τρόπον καί τό ἦθος τῶν ἐπικοινωνιῶν αὐτῶν, διότι ἐνέχουν καί κινδύνους, ὅπως ὅλα, ἄλλωστε, τά μέσα. Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἐπειδή κυκλοφοροῦν καί ἐπιβλαβῆ βιβλία, δέν θά ἐκδίδῃ ἡ Ἐκκλησία τά ὠφέλιμα. Δηλαδή, δέν σημαίνει ὅτι, ἐπειδή τά κοινωνικά δίκτυα χρησιμοποιοῦνται ἀπό κακοποιούς ἤ ψευδολόγους ἤ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά πλανήσουν τούς νέους, δέν πρέπει νά τά χρησιμοποιήσῃ καί ἡ Ἐκκλησία. Ἀντιθέτως μάλιστα, πρέπει νά τά χρησιμοποιήσῃ εὐρέως, ὥστε ὁ ἐνδιαφερόμενος νά εὑρίσκῃ εἰς τό Διαδίκτυον τόν ἰστοχῶρον ὁ ὁποῖος ἱκανοποιεῖ τά πνευματικά ἐνδιαφέροντά του. Ὁ χρόνος τόν ὁποῖον θά ἀφιερώσῃ ἕνας πνευματικός διά νά ἐπικοινωνήσῃ μέσῳ τοῦ Διαδικτύου καί ἰδίως μέσῳ τῶν κοινωνικῶν δικτυώσεων μέ τούς νέους, ἐάν βεβαίως ὑφίσταται μεγάλη γεωγραφική ἀπόστασις μεταξύ αὐτοῦ καί τοῦ συνομιλητοῦ του, δυνατόν νά ἀποβῇ χρησιμώτατος καί ἀποτελεσματικώτατος, ἐάν ὁμιλῇ κατά Θεόν καί δέν προβάλλῃ προσωπικάς του ἀπόψεις. Τό Διαδίκτυον προσφέρει καί τήν δυνατότητα τηλεδιασκέψεων μεταξύ τῶν ὑπευθύνων νεότητος εἰς τακτά χρονικά διαστήματα πρός ἀνταλλαγήν ἀπόψεων ἐπί διαφόρων θεμάτων, χωρίς μάλιστα ἔξοδα ταξιδίων καί σπατάλην χρόνου.  Εἰς τό σημεῖον βεβαίως τοῦτο πρέπει νά προσεχθῇ μία σοβαρά παράμετρος: Ἐπειδή τό διαδίκτυον προσφέρει πολλάς τεχνικάς δυνατότητας, ἀκόμη καί τήν δι᾿  εἰκόνος ἐπικοινωνίαν, δέν θά πρέπει νά ὑποκαταστήσῃ τήν πρόσωπον πρός πρόσωπον ἐπικοινωνίαν, διότι ὑφίσταται ὁ κίνδυνος ὁ νέος, καί δή ὁ ἔφηβος, νά ἐγκλωβισθῇ εἰς μίαν εἰκονικήν πραγματικότητα καί νά δημιουργηθῇ ἐθισμός ἀλλά καί ἀπόμονωσις ἀπό τήν πραγματικότητα καί τήν ζωήν.

Δι᾿ ὅσων εἴπομεν, ἐθίξαμεν ἀκροθιγῶς ὡρισμένα θέματα τά ὁποῖα ἐνδέχεται νά σᾶς ἀπασχολοῦν ὡς ὑπευθύνους νεότητος τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεών μας. Ἀσφαλῶς ὑπάρχουν καί πολλά ἄλλα θέματα τά ὁποῖα δύνανται καί πρέπει νά σᾶς ἀπασχολήσουν. Ἴσως μάλιστα εἶναι ὥριμοι αἱ συνθῆκαι διά τήν πραγματοποίησιν ἑνός μονίμου συνδέσμου τῶν ὑπευθύνων νεότητος τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, κατά τό ἐπιτυχές πρότυπον τῆς ἀντιστοίχου ἑνότητος τῶν ὑπευθύνων τῆς Ποιμαντικῆς διά τόν χῶρον τῆς Ὑγείας.

Δέν χρειάζεται νά σᾶς κουράσωμεν περισσότερον. Αἱ γενόμεναι νύξεις καί ἡ πεῖρα σας θά φέρουν εἰς τό προσκήνιον καί πολλά ἄλλα θέματα σχετιζόμενα μέ τήν ἀγωγήν τῆς νεότητος, τά ὁποῖα ὅλα εἶναι ἐξόχως ἐνδιαφέροντα. Διότι, ὅπως γνωρίζετε, ἡ κατάλληλος ἀγωγή τῆς νεότητος ἀποτελεῖ προϋπόθεσιν διά τήν ἀνάδειξιν καλῶν ἐνηλίκων.

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις καί πατρικάς συμβουλάς καί προτροπάς, εὐχόμεθα καλήν ἐπιτυχίαν εἰς τάς ἐργασίας τοῦ  Συνεδρίου μας καί  ὅπως ὁ ἀναστάς Κύριος τάς εὐλογήσῃ πλουσίως, ὥστε νά εἶναι δι᾿  ὅλους ἐποικοδομητικαί καί νά συντελέσουν εἰς τόν καλλίτερον συντονισμόν τῆς διακονίας, τήν ὁποίαν προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας εἰς τήν Ὀρθόδοξον Νεότητα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Σᾶς εὐχόμεθα τόν θεῖον φωτισμόν εἰς τό ἔργον σας καί τήν διά τῶν συζητήσεών σας συναγωγήν καλῶν καί ἐφαρμοσίμων συμπερασμάτων ὡς πρός τήν ἐπιτυχεστέραν κατά Θεόν ἄσκησιν τῶν λίαν ὑπευθύνων καθηκόντων σας.

Ἡ Χάρις καί τό πλούσιον Ἔλεος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐκ νεκρῶν Ἀναστάντος καί τήν φθοράν καί τόν θάνατον τοῦ ἀνθρώπου διά τῆς ἀναστάσεώς Του καταργήσαντος, εἴθε νά ἐνοικῇ πλουσίως εἰς τάς καρδίας καί τάς διανοίας σας, καί νά κατευθύνῃ τά διαβήματα καί τά ἔργα σας εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν καί εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ. Ἀμήν.

Related Posts with Thumbnails