© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Primus sine paribus

πάντησις ες τ περ πρωτείου κείμενον το Πατριαρχείου Μόσχας

λπιδοφόρου Λαμπρυνιάδου
Μητροπολίτου Προύσης, 
Καθηγητο τς Θεολογικς Σχολς το Α. Π. Θ.

Μ πρόσφατον συνοδικν πόφασίν της[1], κκλησία τς Ρωσσίας φαίνεται ν πιλέγ δι μίαν εσέτι φορν[2] τν πομόνωσιν τόσον π τν θεολογικν διάλογον μ τν Ρωμαιοκαθολικν κκλησίαν σον κα π τν κοινωνίαν τν ρθοδόξων κκλησιν. Δύο στοιχεα ξίζουν ν σημειωθον κ προοιμίου, νδεικτικ τς πιθυμίας τς Συνόδου τς κκλησίας τς Ρωσσίας:
Πρτον, ν πονομεύσ τ κείμενον τς Ραβέννας,[3] πικαλουμένη θεολογικοφανες λόγους δι ν δικαιολογήσ τν πουσίαν τς ντιπροσωπείας της π τν συγκεκριμένην λομέλειαν τς διμερος πιτροπς (πουσίαν, ποία πηγορεύθη, ς ο πάντες γνωρίζουν, π λλων λόγων[4]), κα
Δεύτερον, ν μφισβητήσ μ τν πλέον σαφ κα πίσημον τρόπον (δηλαδ μ συνοδικν πόφασιν) τ πρωτεον το Οκουμενικο Πατριαρχείου ντς το ρθοδόξου κόσμου, διαβλέπουσα τι τ κείμενον τς Ραβέννας, ες τ ποον συνεφώνησαν λαι α ρθόδοξοι κκλησίαι (πλν τς κκλησίας τς Ρωσσίας, βεβαίως), καθορίζει τ πρωτεον το πισκόπου ες τ τρία πίπεδα τς κκλησιολογικς δομς τς κκλησίας (τοπικόν, παρχιακόν, παγκόσμιον) κατ τρόπον πο ποστηρίζει κα διασφαλίζει κα τ πρωτεον τς πρωτοθρόνου ρθοδόξου κκλησίας.
Τ κείμενον τς θέσεως το Πατριαρχείου Μόσχας δι τό «πρόβλημα» (πως τ ποκαλε) το Πρωτείου ες τν ν τν οκουμένην κκλησίαν δν ρνεται θεωρητικς κα τυπικς οτε τν ννοιαν οτε τν οσίαν το πρωτείου – κα μέχρις δ πράττει ρθς. Τ πιπλέον, μως, τ ποον προσπαθε ν πιτύχλλον πλαγίως, ς θ καταφαν) εναι εσαγωγ δύο διακρίσεων ναφορικς πρς τν ννοιαν το πρωτείου.

1.  διάκρισις μεταξ κκλησιολογικο κα θεολογικο πρωτείου

πρώτη διαφοροποίησις εσάγει ντιδιαστολν μεταξ το πρωτείου, ς τοτο φαρμόζεται ες τν ζων τς κκλησίας (κκλησιολογία), κα το πρωτείου ς τοτο νοεται ες τν θεολογίαν. Οτω, τ κείμενον το Πατριαρχείου Μόσχας ναγκάζεται ν υοθετήσ τν καινοφαν διάκρισιν μεταξ φ’ νς το «πρωτεύοντος» πρωτείου το Κυρίου κα φ’ τέρου τν «δευτερευόντων» πρωτείων («various forms of primacy… are secondary») τν πισκόπων, καίτοι ργότερον ες τ διον κείμενον θ διατυπωθ ποψις τι πίσκοπος εκονίζει τν διον τν Χριστόν (πρβλ. 2:1), τοθ’ περ φαίνεται ν πονο τι τ πρωτεα εναι μόλογα τουλάχιστον νάλογα κα χι πλς μόφωνα. στω κα σχολαστικ διατύπωσις τοιούτων διακρίσεων μεταξύ  «πρώτων» καί «δευτέρων» πρωτείων καταδεικνύει τν φέρπουσαν ντίφασιν.
πιδιωκόμενος διαχωρισμς τς κκλησιολογίας π τν θεολογίαν ( τν Χριστολογίαν) θ εχε καταστραφικς συνεπείας τόσον δι τν μίαν, σον κα δι τν λλην. φ’ σον κκλησία εναι ντως τ Σμα το Χριστο κα φανέρωσις τς ν Τριάδι ζως, τότε δν μπορομεν ν μιλμεν δι διαφορς κα πιπλάστους διακρίσεις διασπώσας τν νότητα το μυστηρίου τς κκλησίας, τ ποον συγκεφαλαιώνει τς Θεολογικάς (μ τν στενν σημασίαν το ρου) κα Χριστολογικς διατυπώσεις. ν ντιθέτ περιπτώσει, κκλησιαστικ ζω ποκόπτεται π τν θεολογίαν κα καταλήγει ξηρς διοικητικς θεσμός, ν, ξ τέρου, μία θεολογία δίχως ντίκρυσμα ες τν ζων κα τν δομν τς κκλησίας καταντ μία στερα καδημαϊκ νασχόλησις. Κατ τν Μητροπολίτην Περγάμου ωάννην, « διαχωρισμς τν διοικητικν θεσμν τς κκλησίας π τ δόγμα δν εναι πλς τυχής, εναι κα πικίνδυνος»[5].

2.  διάκρισις τν διαφορετικν κκλησιολογικν πιπέδων

δευτέρα διαφοροποίησις, τν ποίαν, κατ τν γνώμην μας, ποπειρται ν εσαγάγ τ κείμενον το Πατριαρχείου Μόσχας φορ ες τ τρία κκλησιολογικ πίπεδα ες τν δομν τς κκλησίας. δ φαίνεται ν εναι λον τ βάρος το ν λόγ κειμένου. Διαφόρως νοεται κα θεσμοθετεται, μς λέγει τ κείμενον, τ πρωτεον ες τ τοπικν πίπεδον τς πισκοπς, κα διαφόρως ες τ παρχιακν πίπεδον τς «ατοκεφάλου ρχιεπισκοπς» (ατοκεφάλου παρχιακς συνόδου). τι δ διαφόρως ρίζεται ες τ πίπεδον τς ν τν οκουμένην κκλησίας (πρβλ. 3: «Due to the fact that the nature of primacy, which exists at various levels of church order {diocesan, local and universal} vary, the functions of the primus on various levels are not identical and cannot be transferred from one level to another»).
πως σχυρίζεται πόφασις τς Συνόδου, τ τρία τατα πρωτεα εναι χι μόνον διάφορα μεταξύ των, λλ διαφέρουν κα α πηγαί των: τ πρωτεον το τοπικο πισκόπου πηγάζει κ τς ποστολικς διαδοχς (2:1), τ πρωτεον το πρώτου τς ατοκεφάλου κκλησίας πηγάζει π τν κλογήν του π τς συνόδου (2:2), τ δ πρωτεον τς καθ’ λου κκλησίας πηγάζει κ τς θέσεως ατς ες τ δίπτυχα (3:3). ρα, συμπεραίνει τ κείμενον το Πατριαρχείου Μόσχας, δν μπορον τ τρία τατα πίπεδα κα τ ναλογοντα ατος πρωτεα ν συγκριθον μεταξύ των, ς πράττει τοτο τ κείμενον τς Ραβέννας στηριζόμενον ες τν 34ον κανόνα τν γίων ποστόλων.
Καταφαίνεται νταθα ναγώνιος προσπάθεια τς προκειμένης συνοδικς ποφάσεως ν καταστήσ τ πρωτεον ς τι τ ξωτερικν καί, πομένως, ξένον πρς τ πρόσωπον το πρώτου. Ατός, κτιμμεν, τι εναι λόγος δι τν ποον τ Πατριαρχεον Μόσχας πιμένει τόσον πολ ες τν καθορισμν τν πηγν το πρωτείου: σκοπς εναι ν πεξαρτηθ πρτος ς πηγ το πρωτείου, πρτος ν εναι ποδέκτης το πρωτείου ντ ν εναι πηγή του. ραγε πεξάρτησις ατη ποδηλο κα τν ατονόμησιν το πρωτείου; Δι τν κκλησίαν θεσμς ποστασιοποιεται πάντοτε ν τ προσώπ. Οδέποτε δ συναντμεν πρόσωπον θεσμν ς θ το τ πρωτεον ννοούμενον νευ το πρώτου. Δέον ν διευκρινήσωμεν νταθα τι τ πρωτεον ες τν πρτον ποστασιάζεται κ το τόπου, τς τοπικς κκλησίας, τς γεωγραφικς περιφερείας τς ποίας οτος ( Πρτος) προΐσταται[6]. Ες τ σημεον τοτο εναι σημαντικν ν παρατηρήσωμεν τς κολούθους λογικς κα θεολογικς ντιφάσεις:
i) Ἐὰν Πρτος εναι ποδέκτης το πρωτείου του, τότε τ πρωτεον πάρχει δίχα κα νεξαρτήτως το Πρώτου, περ τοπον. Τοτο φαίνεται σαφς ες τν προσφερομένην ατιολόγησιν δι τ πρωτεον το παρχιακο κα το οκουμενικο πιπέδου. Δι τ παρχιακν πίπεδον, πηγ το πρώτου θεωρεται παρχιακ σύνοδος - μπορε μως ν πάρξ σύνοδος νευ Πρώτου; διαλεκτικ σχέσις μεταξ Πρώτου κα συνόδου τν ποίαν διατυπώνει 34ος ποστολικς κανών (λλ κα 9ος κα 16ος τς ντιοχείας κατ τος ποίους σύνοδος νευ πρώτου θεωρεται τελής) πεμπολεται χάριν μις μονομερος σχέσεως, κατ τν ποίαν ο πολλο συνιστον τν να, τν Πρτον, ες ντίθεσιν πρς πσαν λογικήν, καθ’ ν Πρτος εναι συστατικς παράγων κα γγυητς τς νότητος τν πολλν.[7] Δεύτερον παράδειγμα τς λογικς ντιφάσεως εναι τ παράδειγμα τν Διπτύχων. Ες τν περίπτωσιν ταύτην τ σύμπτωμα λαμβάνεται ς ατία κα τ σημαινόμενον συγχέεται μ τ σημανον. Τ Δίπτυχα δν εναι πηγ το Πρωτείου ες διεπαρχιακν πίπεδον, λλ κριβς κφρασίς του –κα μάλιστα μία μόνον κ τν κφράσεών του. Τ Δίπτυχα καθ’ αυτ ποτελον πράγματι τν κφρασιν τς τάξεως κα τς εραρχήσεως τν Πατριαρχείων κα τν ατοκεφάλων κκλησιν, λλ μία τοιαύτη εράρχησις προϋποθέτει τν Πρτον (κα ν συνεχεί τν δεύτερον, τν τρίτον κ.ο.κ.). Δν μπορον τ Δίπτυχα ν θεσμοθετον κατ πρωθύστερόν τι σχμα τ Πρωτεον π το ποίου ρείδονται.
Δι τν κατανόησιν τν καινοφανν πόψεων το Πατριαρχείου Μόσχας, δωμεν τί θ σήμαινον πάντα τατα ἐὰν τ νεφέρομεν κα τ φηρμόζαμεν ες τν νδοτριαδικν πραγματικότητα, τν πραγματικν πηγν παντός πρωτείου («Οτως λγει Θες βασιλες το ᾿Ισραλ ρυσμενος ατν Θες σαβαθ· γ πρτος» σ. 44:6).[8]
Παλαιόθεν κα συστηματικς κκλησία ξέλαβε τ πρόσωπον το Πατρς ς τν Πρτον (« μοναρχία το Πατρός»)[9] τς κοινωνίας τν προσώπων τς γίας Τριάδος. Ἐὰν γένηται ποδεκτ λογικ τς π κρίσιν καινοτομίας τς κκλησίας Μόσχας, φείλομεν ν συμπεράνωμεν τι Θες Πατρ δν εναι διος ναρχος ατία τς θεότητος κα τς πατρότητος («Τοτου χριν κμπτω τ γνατ μου πρς τν πατρα το Κυρου μν ησο Χριστοξ ο πσα πατρι ν ορανος κα π γς νομζεται» φ. 3:15-16), λλ’ τι γίνεται ποδέκτης το «πρωτείου» του. μως, πόθεν; π τ λλα πρόσωπα τς γίας Τριάδος; Πς ν ποθέσωμεν τοτο χωρς ν κυρώσωμεν τν τάξιν τς θεολογίας, ς γράφει γιος Γρηγόριος Θεολόγος, , τι χερον, δίχως ν νατρέψωμεν – μλλον δ νά «ναμίξωμεν» - τς σχέσεις τν προσώπων τς γίας Τριάδος; Δύναται νά «προηγται» Υἱὸς τ γιον Πνεμα το Πατρός;
ii) ταν τ κείμενον τς ερς Συνόδου τς κκλησίας τς Ρωσσίας δν δέχεται ν ναγνωρίσ να «οκουμενικν εράρχην» («universal hierarch») μ τν πρόφασιν τι οκουμενικότης νς τοιούτου εράρχου καταργε τν μυστηριακν σότητα μεταξ τν πισκόπων («eliminating the sacramental equality of bishops» 3:3) διατυπώνει πλς μίαν σοφιστείαν. ς πρς τν ερωσύνην των, βεβαίως, λοι ο πίσκοποι εναι σοι, λλ δν εναι κα οτε δύνανται ν εναι σοι ς πίσκοποι συγκεκριμένων πόλεων. Ο ερο κανόνες (ς 3ος τς Β´ Οκουμενικς Συνόδου, 28ος τς Δ’ κα 36ος τς Πενθέκτης) εραρχον τς πόλεις δίδοντες ες λλας τν Μητροπολιτικν ξίαν κα ες λλας τν Πατριαρχικήν. Μεταξ δ τν τελευταίων εραρχον κα πάλιν, δίδοντες ες λλην τ πρωτεα, ες λλην τ δευτερεα κ.ο.κ.. Δν εναι λαι α κατ τόπους κκλησίαι σαι κατ τν τάξιν κα κατ τν ξίαν. Ες τν βαθμν καθ’ ν πίσκοπός τις δν εναι ποτ πολελυμένως πίσκοπος λλ προεστς τοπικς κκλησίας, δηλαδ πάντοτε πίσκοπος συγκεκριμένης πόλεως (τοθ’ περ ναπόσπαστον χαρακτηριστικν κα ρος τς πισκοπικς χειροτονίας), τότε κα ο πίσκοποι εραρχονται ναλόγως (γουν, εναι διάφορος Μητροπολιτικ ξία τς Πατριαρχικς, κα πάλιν λλη ξία τν πρεσβυγενν Πατριαρχείων, τν κατοχυρωμένων π τν Οκουμενικν Συνόδων, κα λλη τν νεωτέρων Πατριαρχείων). Ες μίαν τοιαύτην εράρχησιν, εναι διανόητος μ παρξις πρώτου.[10] Τοναντίον, προσφάτως παρατηρομεν τν φαρμογήν νς καινοφανος πρωτείου, ατο τν ριθμν, ες τ ποον στηριζόμενοι ο σήμερον γκαλοντες τ κανονικν οκουμενικν πρωτεον τς Μητρς κκλησίας, δογματίζουν τ μάρτυρον δι τ θέσμια τς κκλησίας ξίωμα, μλλον δ τν ξίωσιν ubi russicus ibi ecclesia russicae, γουν που Ῥῶσσος κε κα δικαιοδοσία τς κκλησίας Ρωσσίας.
Ες τν μακρόχρονον στορίαν τς κκλησίας πρτος εναι πίσκοπος Ρώμης. φ’ του διεκόπη εχαριστιακ κοινωνία μετ’ ατο, πρτος τς ρθοδόξου κκλησίας εναι κανονικς Κωνσταντινουπόλεως. Ες τν περίπτωσιν το Κωνσταντινουπόλεως παρατηρομεν τν μοναδικν σύμπτωσιν κα τν τριν διαβαθμίσεων, τοι το τοπικο (ρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως - Νέας ώμης), παρχιακο (Πατριάρχης) κα οκουμενικο παγκοσμίου (Οκουμενικς Πατριάρχης). Τ τρισσν πρωτεον τοτο μεταφράζεται ες συγκεκριμένα προνόμια, ς τ κκλητον κα τ δικαίωμα το παρέχειν αρειν τ ατοκέφαλον (π.χ. ρχιεπισκοπαί-Πατριαρχεα χρίδος, Πεκίου, Τυρνόβου κ.λπ.), προνόμιον τ ποον Οκουμενικς Πατριάρχης σκησεν ες περιπτώσεις εσέτι μ κατοχυρωθέντων δι’ ποφάσεων Οκουμενικν Συνόδων νεωτέρων Πατριαρχείων, ν πρτον ατ τς Μόσχας. Τ πρωτεον το Κωνσταντινουπόλεως οδαμς σχετίζεται πρς τ Δίπτυχα, τ ποα, ς επομεν, κφράζουν πλς κα καταγράφουν τν εράρχησιν ταύτην (τν ποίαν, ντιφάσκουσα κα πάλιν, κκλησία τς Μόσχας ες τ ν λόγ κείμενον δχεται μν μμέσως, ρνεται δ ρητς). Ἐὰν θέλωμεν ν μιλήσωμεν περ πηγς νς πρωτείου ες τν ν τν οκουμένην κκλησίαν, ατη εναι ατ τοτο τ πρόσωπον το κάστοτε ρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, ποος, ς ρχιερες εναι μν πρτος «μεταξ σων», ς Κωνσταντινουπόλεως, μως, κα συνεπς ς Οκουμενικς Πατριάρχης, εναι πρτος δίχως σον (primus sine paribus).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1] Διαβάζομεν κα παραπέμπομεν ες τν γγλικν μετάφρασιν το κειμένου (Position of the Moscow Patriarchate on the problem of primacy in the Universal Church), ς τοτο δημοσιεύθη ες τν πίσημον στότοπον το Πατριαρχείου Μόσχας: https://mospat.ru/en/2013/12/26/news96344/
[2] Χαρακτηριστικ παραδείγματα λλων περιπτώσεων ατοαπομονώσεως συνιστον πουσία το Πατριαρχείου Μόσχας κ το Συμβουλίου Ερωπαϊκν κκλησιν (Conference of European Churches), καθς κα παγία πλέον τακτικ τν κπροσώπων τς κκλησίας ταύτης ν τελον τν Θείαν Λειτουργίαν κεχωρισμένως π τος λοιπος κπροσώπους τν ρθοδόξων κκλησιν γκλειστοι ντς τν κασταχο Πρεσβειν τς Ρωσσικς μοσπονδίας σάκις δίδεται εκαιρία πανορθοδόξου λειτουργίας ες διαφόρους περιστάσεις.
[3] Περ ατο το ζητήματος χει δη τοποθετηθ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος ες πρόσφατον ρθρον του δημοσιευθν τν 30ν Δεκεμβρίου 2013 ες τν στότοπον http://www.romfea.gr/diafora-ekklisiastika/21337-2013-12-30-03-52-35.
[4] Περ το τί κριβς συνέβη ν Ραβένν τ τος 2007 κα περ τς λγεινς ντυπώσεως ατν, ς τ κατέγραψαν Ρωμαιοκαθολικο παρατηρηταί, βλ. τν νάλυσιν το σιολ. Aidan Nichols, ν τ βιβλί ατο Rome and the Eastern Churches (San Francisco: Ignatius, δευτέρα κδοσις 2010), σσ. 368-9: «In October 2006 [sic], the commission resumed its discussions at Ravenna, though the event was marred by a ‘walkout’ on the part of the Moscow patriarchate’s representative. Bishop Hilarion’s protest was caused not for once by the wrongdoings, real or imagined, of the Catholic Church but by the presence of a delegation from the Estonian orthodox church, whose autocephaly, underwritten by Constantinople, is still denied in Russia. His action demonstrated, of course, the need precisely for a strong universal primacy so as to balance synodality in the Church». Ες λλον σημεον συγγραφες τονίζει: «[t]he decision of the Moscow patriarchate in October 2007 to withdraw its representatives from the Ravenna meeting… was not only an irritating impediment to that dialogue; it was precisely the sort of happening that makes Catholics think the orthodox need the pope as much as the pope needs them» (σ. 369).
[5] « Συνοδικς Θεσμός: στορικά, κκλησιολογικά κα Κανονικά Προβλήματα», Θεολογία 80 (2009), σσ. 5-6.
[6] Οτως, Πατριάρχης ντιοχείας, καίτοι π καιρο δρεύει ν Δαμασκ, παραμένει Πατριάρχης ντιοχείας δι τ εναι τν Δαμασκν ντς το κλίματος τς γεωγραφικς δικαιοδοσίας τς κκλησίας ταύτης.
[7] Μητροπολίτου Περγάμου ωάννου, «Recent Discussions on Primacy in Orthodox Theology» ες τν τόμον The Petrine Ministry: Catholics and Orthodox in Dialogue, πιμέλεια Walter Cardinal Kasper, (Νέα όρκη: The Newman Press, 2006), σσ. 231-248. ρα πίσης το δίου, « Εχαριστιακ κκλησιολογία στν ρθόδοξη Παράδοση» Θεολογία 80 (2009), σ. 23..
[8] Προσωπικς χομεν διατυπώσει σχετικς ες τν κφωνηθεσαν ν τ Θεολογικ Σχολ το Τιμίου Σταυρο Βοστώνης μιλίαν μας τ ξς: «Indeed, in the level of the Holy Trinity the principle of unity is not the divine essence but the Person of the Father (“Monarchy” of the Father), at the ecclesiological level of the local Church the principle of unity is not the presbyterium or the common worship of the Christians but the person of the Bishop, so to in the Pan-Orthodox level the principle of unity cannot be an idea nor an institution but it needs to be, if we are to be consistent with our theology, a person» (http://www.ecclesia.gr/englishnews/default.asp?id=3986).
[9] «μν δ μοναρχία τ τιμώμενον» γράφει γιος Γρηγόριος Θεολόγος ες τν Τρίτον Θεολογικόν του Λόγον (ΒΕΠΕΣ, 59, σ. 239). ννοια τς μοναρχίας συνάδει πρς τν «τάξιν θεολογίας» (Θεολογικς Πέμπτος, σ. 279). Παναγία Τρις δν ποτελε μίαν μοσπονδίαν προσώπων. Θεολόγος τν Πατέρων μιλε περ μοναρχίας κα πρωτείου το Θεο κα Πατρός.
[10] Τ πιχείρημα τοτο χει διατυπωθ μ σαφήνειαν π το John Manoussakis ες τ «Primacy and Ecclesiology: The State of the Question» ες τν συλλογικν τόμον Orthodox Constructions of the West, πιμέλεια Aristotle Papanikolaou κα George Demacopoulos (New York: Fordham University Press, 2013) σ. 233.

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ (διήγημα)


Φτωχός και πένης ο Θοδωρής μετέρχεται τον μπογιατζή για τα βασικά του ζην. Θεωρεί τον εαυτό του, εξηγώντας τ’ όνομά του Θεού δώρο, αλλά, εάν ήταν Ισραηλίτης -έτσι του είπε ιερεύς τις- θα λεγόταν εβραϊστί Ιωάννης.

Στις ανάπαυλες των ελαιοχρωματισμών μιας ολόκληρης ζωής, ένα ποτήρι παγωμένο νερό ζήταγε μόνον, που το ‘πινε μ’ έκδηλη ηδονή: Έκλεινε τα μάτια και το ρουφούσε ώς την τελευταία σταγόνα, εξηγώντας:

-Αισθάνομαι πως κάνω βαθύ ταξίδι στην έρημο, διψάω πολύ και ξάφνου βρίσκομαι σε όαση και δροσίζομαι!...

Ο Θοδωρής ζει τώρα σε παράγκα. Επιβιώνει με το τίποτα και προσπαθεί να μην τον παίρνει ο ύπνος ποτέ.

-Όλα τ’ ακούω, λέει. Αν κοιμηθώ πραγματικά, υπάρχει φόβος να μην ξυπνήσω…

Τι κι αν είναι παραμονή των Χριστουγέννων… Τίποτα δεν αλλάζει στη ζωή του. Έξω από την παράγκα, με τους τρύπιους τσίγκους και τις νάιλον προεκτάσεις, μια πολυφθαρμένη τέντα προφυλάσσει από την πύρα του ήλιου, το κρύο, τη βροχή και το νοτιά, που περονιάζει τα κόκαλα. Καθισμένος ολοένα σε μια πλαστική κουτσή πολυθρόνα, που την υποστηρίζει ένας όρθιος τσιμεντόλιθος, κάνει το σύνηθες τσιγάρο του κι όλα τα περιστέρια του Θεού από παντού κάνουν επιδρομή στον ερημίτη. Εκείνος κρατάει ένα μικρό καδρόνι απ’ τις διπλανές οικοδομές κι όταν βλέπει το σμήνος των περιστεριών να εφορμά, αντεπιτίθεται βρίζοντάς τα με ό,τι ανθυγιεινότερο του ‘ρχεται πρώτο στο νου. 

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: ΚΑΝΕΙ ΓΙΑ ΟΛΑ (διήγημα)


Απομεσήμερο καυτό του φετινού ανυπόφορου Αυγούστου και θυμήθηκα τον Πατέρα. Είπα να τού ξανάψω το καντηλάκι στο τάφο του. Τα μάρμαρα στο κοιμητήριο αποπνέουν φλόγωση, ενώ τα τζιτζίκια λυσσομανούν από παντού χαιρέκακα.

Ξάφνου, στην παρηγορητική ισκιάδα των κυπαρισσιών, πάνω σ’ έναν τάφο έχει γύρει και λαγοκοιμάται μια ευτραφής γυναίκα, γύρω στα πενηνταπέντε, η Ιβάνα. Γνώριμη στη γειτονιά τα τελευταία χρόνια. Είναι η Βουλγάρα, που φύλαγε την κυρά Αιμιλία ώς τον θάνατό της. Τώρα ξέμεινε από δουλειά και γυρίζει εδώ κι εκεί μ’ ένα μισοαδειανό μπουκάλι πορτοκαλάδας στο χέρι.

- Εντώ έχει όχι πολλή ζέστα. Καλά είναι!

- Μα πώς μπορείς εδώ στους τάφους; την ρωτώ.

- Ντε φοβάται Ιβάνα. Ζωντανό ναι, φοβάται. Πεταμένο όχι, ντε φοβάται Ιβάνα!..., λέει με πολλά υπονοούσα βεβαιότητα.

Το Γραφείο Ευρέσεως Εργασίας στην Αθήνα θέλει τριακόσια ευρώ για να την στείλει σε νέο σπίτι, σε άλλους ηλικιωμένους να τους περιποιηθεί στην ανημποριά τους και σε ποιο άραγε μέρος της Ελλάδας… Εκείνη δεν έχει να δώσει τόσα λεφτά. Τα έχει όλα σταλμένα στην εμπερίστατη οικογένεια, στο χωριό της.

- Εξήντα ευρώ έχει μόνο τσέπη μου…

Έτσι κι αλλιώς, τα έχει πια καταβαρεθεί τα σπίτια του κόσμου. Εκείνους που κυρίως δεν αντέχει είναι οι ηλικιωμένοι άνδρες που καλείται να φροντίσει.

- Όλοι είπε: «Ιβάνα, βγάλε κιλότα σου και πέσε δίπλα μου κρεβάτι»…

Ο… καθωσπρεπισμός μου τάχει εντελώς χαμένα. Δεν ξέρω τι ν’ αντείπω, ενώ η ταλαίπωρη συνομιλήτριά μου μ’ εκλιπαρεί:

- Εσύ φαίνεται καλό άτρωπο! Εύρεις, παρακαλώ, μια ντουλειά για Ιβάνα. Εγκώ κάνει για όλα στο σπίτι. Ιβάνα όχι σεξ!...Όλα, όχι σεξ!...

[Εικαστικό σχόλιο του διηγήματος: Ζωγραφικό έργο της χαράκτριας Άριας Κομιανού]

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Ανθούλας Δανιήλ: ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΡΑΒΔΙ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ (δοκίμιο)

Αντί ευχετήριας κάρτας…


Οι μέρες που έρχονται είναι γεμάτες από ευχές για ευζωία και μακροημέρευση, για ειρήνη, ευτυχία και αγάπη στον κόσμο. Βέβαια συχνά, πολύ συχνά δυστυχώς, οι ευχές μας δεν εισακούονται και συμβαίνουν τα αντίθετα από αυτά που ευχόμαστε. Η διαπίστωση είναι πως για να πραγματοποιηθούν όλα αυτά χρειάζεται δουλειά πολλή μαζί και το μαγικό ραβδάκι μιας μάγισσας· να μας αγγίξει κι όλα ν’ αλλάξουν. Κι αν δεν αλλάξουν τα μεγάλα μπορεί να αλλάξουν μερικά μικρά ιδιωτικά. Το μαγικό ραβδάκι, που αγγίζει και μεταμορφώνει, βρίσκεται παντού. Και για μας τους Έλληνες γεννήθηκε και κατοικεί χιλιάδες χρόνια εδώ στην Ελλάδα. Μια μικρή παρέκκλιση από τα συνηθισμένα των ημερών και θα μας πάει κατευθείαν στον επί γης παράδεισο. Η ιδιωτική οδός, λέει ο Ελύτης, βγάζει παντού. Κι αν την ακολουθήσουμε ίσως  ζήσουμε για λίγο τη μαγεία που μόνο η Ποίηση μπορεί να μας χαρίσει.

Ας δούμε, για παράδειγμα, ένα απόσπασμα από την ε΄ ραψωδία του Ομήρου, στίχοι 44-49:

ατκ πειθ π ποσσν δσατο καλ πδιλα,               
μβρσια χρσεια, τ μιν φρον μν φ γρν
 δ π περονα γααν μα πνοις νμοιο.
 ελετο δ ῥάβδον, τ τ νδρν μματα θλγει,
 ν θλει, τος δ ατε κα πνοντας γερει.
τν μετ χερσν χων πτετο κρατς ργεϊφντης.

Μεταφράζω πρόχειρα και αυθαίρετα:

Αμέσως έπειτα έδεσε στα πόδια του τα καλά πέδιλα,
τα θεϊκά τα χρυσά, αυτά που τον μετέφεραν πάνω από τη θάλασσα
και την απέραντη γη με την πνοή του ανέμου σαν άγγελο.
Πήρε και τη ράβδο με την οποία μαγεύει τα μάτια των ανθρώπων
 και άλλους ξυπνάει και άλλους κοιμίζει.
Κι έχοντας αυτήν  στα χέρια πετούσε ο δυνατός Αργεϊφόντης (Ερμής).

Φυσικά βρισκόμαστε στην ομηρική επικράτεια, τρεις χιλιάδες χρόνια πριν από την εφεύρεση του κινηματογράφου, την τέχνη του σκηνοθέτη, την ικανότητα του φωτογράφου και τη γοητεία του αφηγητή. Πριν από την πανίσχυρη τεχνολογία. Ο τόπος όμως δεν άλλαξε.

Ο Όμηρος χωρίς προγόνους στο είδος, τα «είδε» όλα και τα είπε όλα. Μετά από μακρές διαβουλεύσεις, διαφωνίες και αντεγκλήσεις, εκεί στον Όλυμπο που οι θεοί συνεδριάζουν, τι τέλος πάντων θα γίνει με τον Οδυσσέα, ως πότε θα τον κρατά η Καλυψώ στη  σπηλιά της, η απόφαση πάρθηκε. Ο Οδυσσέας πρέπει να γυρίσει στην Ιθάκη.  Το μήνυμα στη θεά θα το πάει ο Ερμής. Αυτός είναι ο επιτετραμμένος αγγελιοφόρος των θεών.

Κι αμέσως αστράφτει στα μάτια μας η ομορφιά του – Αργεϊφόντης.  Και θαμπώνουν τα μάτια μας από το πέδιλά του -καλὰ, μβρσια χρσεια-  με ικανότητες υπερφυσικές -τ μιν φρον μν φ γρν  δ π περονα γααν-  και τον κάνουν πραγματικό άγγελο που πετά -μα πνοις νμοιο.  Πήρε στα χέρια κι ένα μικρό κηρύκειο που σ’ αυτή την περίσταση έχει μαγικό ρόλο λετο δ ῥάβδον, τ τ νδρν μματα θλγει, ν θλει, τος δ ατε κα πνοντας γερει- και μ’ αυτό στα χέρια ήρθε πετώντας ο δυνατός κι αστραφτερός ν μετ χερσν χων πτετο κρατς ργεϊφντης.

Να, το μαγικό κλειδί που κάνει τους ανθρώπους να αποφασίζουν αυτό που πρέπει. Θεά η Καλυψώ αλλά, καταστρατηγώντας τους νόμους, κρατούσε όμηρο τον Οδυσσέα, γι’ αυτό και οι θεοί, είδος από το σόι της άλλωστε, αποφάσισαν να βάλουν τέλος στην ομηρία του ήρωα. Μ’ ένα ραβδάκι στο χέρι ο Ερμής, για να κάνει αυτό που πρέπει, και με τα χρυσά πέδιλα για να πάει εκεί που πρέπει, πέταξε πάνω από την Ελλάδα, βούτηξε σαν γλάρος στη γαλάζια θάλασσα, λέει  ο ποιητής, μπήκε βαθιά σαν ψάρι, έφτασε στο μακρινό νησί που μοσχομύρισε από τους κέδρους που έκαιγαν στην εστία -δμὴ κέδρου τ εκετοιο θου τ ν νσον δδει δαιομνων- βρήκε τη θεά  που τραγουδούσε ευτυχισμένη στον αργαλειό της κάτω από την πλούσια -τηλεθωσα- κληματαριά και σαν τον άλλο αρχάγγελο που έφερε στη Θεοτόκο το μήνυμα της Γέννησης, έφερε το μήνυμα της λύτρωσης. Και όλα πήραν το  δρόμο τους. Κι ο αναγνώστης νιώθει να χορταίνουν όλες οι αισθήσεις από χρώματα, αρώματα, ακούσματα. Όλα συμμετέχουν στη σκηνοθεσία.

Έκτοτε άπειρα μαγικά όντα, άλλοτε ευπρόσωπα και άλλοτε όχι, κάνουν το ίδιο. Επεμβαίνουν στις ανθρώπινες υποθέσεις. Συχνά βέβαια για το κακό. Οι μάγισσες συνήθως  και διάφορα ξωτικά επίσης. Ωστόσο, στον Ουίλιαμ Σαίξπηρ και στο Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας υπάρχει ένα μαγικό φίλτρο που ο εντεταλμένος στάζει στα μάτια των ηρώων για να ερωτευτούν ή να ξε-ερωτευτούν, επειδή έγινε λάθος στα πρόσωπα. Η σκηνή στο δάσος είναι πράγματι μαγική, γιατί ο τόπος κι εκεί είναι πάλι η Ελλάδα και συγκεκριμένα η Αθήνα:

Βρισκόμαστε στην αρχαία Αθήνα, λοιπόν, και τα πρόσωπα, ευλόγως, είναι αρχαία ελληνικά: η Ερμεία, η Έλενα, ο Λύσανδρος και ο Δημήτριος. Πατέρας της Ερμείας ο Θησέας και μέλλουσα σύζυγός του η Ιππολύτη. Ξωτικό, καλό ξωτικό, είναι ο Πουκ. Αυτός δεν μοιάζει για Έλληνας, αλλά δεν πειράζει. Ο Πουκ τελικά αποκαθιστά την τάξη του κόσμου σύμφωνα με την επιθυμία της καρδιάς του καθενός και λέει και τον επίλογο μπροστά στο κοινό της παράστασης, ζητώντας συγνώμη για την αναστάτωση. Εδώ βέβαια δεν υπάρχει ραβδί αλλά φίλτρο, αλλά το ίδιο είναι, όπως ίδιο είναι και το μαγικό ραβδάκι του αρχιμουσικού που διευθύνει την ορχήστρα και παίζει το αντίστοιχο έργο του Mendelssohn, midsummer nigths dream. Έτσι, για να ολοκληρώνεται η ομορφιά και να διώχνει την ασχήμια.

Ο Γιάννης Ρίτσος, στο ποίημά του «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», αντιστρέφει το χρόνο. Κάνει τα μεσάνυχτα του Σαίξπηρ μέρα μεσημέρι και σκηνοθετεί   έναν παράδεισο  και μια ατμόσφαιρα, επίσης, μαγική, όπου όλα τα όντα έχουν ιδιότητες που ξεπερνούν τις συνηθισμένες, γιατί στην Ελλάδα τα μαγικά συμβαίνουν τα μεσημέρια:

ΑΝΕΒΗΚΑΜΕ στα φτερά των χελιδονιών για να κόψουμε
λουλούδια από τον ουρανό.
Δεν έχει ο αγέρας του καλοκαιριού κανένα μυστικό για μας που
περπατάμε ξυπόλυτοι στα χόρτα και μιλάμε στα τζιτζίκια τη γλώσσα
του ήλιου […]
Κάθε λιθάρι μας ξέρει όπως εμείς ξέρουμε κάθε αστέρι που κοιμάται
στο νερό.
Τα βράδια οι ακακίες περνούν απέξω απ’ τα παράθυρα μας, πηδάνε
το ανοιχτό περβάζι μας κι αφήνουν στο ποτήρι ένα κλωνάκι ολάνθιστο.
Φέραμε πάλι στο μεγάλο πράσινο χωράφι τον εύθυμο θεό των
αμπελιών, που απ’ τα γένια του στάζουν οι μούστοι, που τα πόδια του
μοιάζουν με του τράγου κι όμως το βλέμμα του είναι μαλακό και
τρυφερό σαν του Χριστού […]
Δεν πάει καιρός που ο ήλιος κρεμούσε χρυσά κρόσσια στις πόρτες
του δάσους.
Οι θάμνοι γδύνονταν την πράσινη σοδειά τους και λουζόνταν κρυφά
στο ποτάμι.
Τα μεσημέρια που κοιμόνταν οι μεγάλοι, τα παιδιά φεύγαν απ’ τα
σπίτια, κυλιόντουσαν στα χόρτα, δαγκώνανε τα φύλλα της αλυγαριάς κι
αγκάλιαζαν τα δέντρα.

Το ποίημα είναι πολύ μεγάλο αλλά φτάνει αυτό το απόσπασμα για να μας δείξει τη μαγική εικόνα που αποπνέει το ελληνικό μεσημέρι. Το μεσημέρι  που  μεταφέρει μια αύρα αλλιώτικη από των άλλων ωρών, γι’ αυτό και οι παλαιότεροι πίστευαν πως το μεσημέρι βγαίνουν οι ξωθιές και οι νεράιδες και λούζονται στα ποτάμια, τραγουδούνε στα δάση, παίζουν στα λιβάδια και αντηχούν τα χαρούμενα γέλια τους. Στο ποίημα του Ρίτσου όμως (όπως φαίνεται, αν δούμε ολόκληρο το έργο) δεν βγαίνει τίποτα τέτοιο, παρά μόνον τα παιδιά και  οι γονείς τους, ο Θεός,  η Παναγία και ο Χριστός. Ε! κάνει την εμφάνισή του και ο Διόνυσος ή ο Πάνας, δεν έχει σημασία, Έλληνας είναι και αυτός. Σύμπας, λοιπόν, ο ελληνικός κόσμος, άνω και κάτω, νέος και αρχαίος σε μια ταύτιση μέσω του φωτός. Αυτό είναι το μαγικό εργαλείο· Ραβδάκια πολλά οι ακτίνες του ήλιου, το φως το ελληνικό, το αστραφτερό, το καταιγιστικό που αν το προσέξεις θα δεις μέσα του να αχνοφέγγουν τα φτερά των αγγέλων που φτερουγίζουν. Ίσως, αν στήσουμε αφτί, να τους ακούσουμε και να υμνούν Ωσαννά ο εν τοις υψίστοις. Ίσως και να περιίπτανται, να επιτηρούν μέχρι να λάβουν την εντολή να επέμβουν. Ο Θεός είναι μεγάλος και ο ήλιος, θηρίο ελπίδας, έχει κράτος κι εξουσία στην Ελλάδα… Φωτίζει από ψηλά όπως το άστρο της Βηθλέεμ, όπως το φωσάκι του Παπαδιαμάντη, το φως το ανέσπερο και Άκτιστο, το φως το αληθινό, το ζωοποιό στο οποίο όλοι προσβλέπουμε.
Related Posts with Thumbnails