© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

Θανάσης Ν. Παπαθανασίου: ΕΝΑΣ ΙΑΠΩΝΑΣ ΔΙΧΩΣ ΣΧΙΣΤΑ ΜΑΤΙΑ. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΣΑΤΚΙΝ: ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ


[Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Σύναξη 124 (2012), σσ. 83-88]

Το 2012 συμπληρώθηκε αιώνας από την κοίμηση ενός εκ των σημαντικοτέρων Ορθοδόξων ιεραποστόλων της νεότερης εποχής: του Ρώσου Νικολάου (κατά κόσμον Ιβάν Ντμίτριεβιτς) Κασάτκιν (1836-1912). Τον Φεβρουάριο του 1861 πρωτοπάτησε την ιαπωνική γη, η οποία και τον δέχτηκε στην αγκαλιά της, πάλι Φεβρουάριο, μετά από πενηνταένα χρόνια αδιάκοπης διακονίας της σάρκωσης του ευαγγελίου σε έναν αλλιώτικο πολιτισμό. Πρώτος επίσκοπος (1880) και αρχιεπίσκοπος (1906) της εν Ιαπωνία Ορθόδοξης Εκκλησίας (Χαρισουτόσου Σεϊκυοκάι - Harisutosu Seikyokai), ο Νικόλαος, του οποίου η μνήμη πανηγυρίζεται στις 3 Φεβρουαρίου, έχει αφήσει μια κληρονομιά για την οποία προεχόντως Ρώσοι και Ιάπωνες, αλλά πλέον και δυτικοί μελετητές δείχνουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την ανακάλυψη των εκτεταμένων ημερολογίων του (1870-1911[1]) στα Εθνικά Αρχεία της Αγίας Πετρούπολης το 1979. Γραμμένα στη ρωσική, τα ημερολόγια είναι μπαξές πληροφόρησης για πλήθος πεδίων (ιστορία, γλωσσολογία, ιεραποστολική, πολιτισμό, διπλωματία) και καρτερούν τον κόπο όσων υποψιάζονται ότι μετά τη στροφή έχει ακόμα πολύν δρόμο. Είναι, επί πλέον, χαρακτηριστικό ότι τα ημερολόγια γέμουν και πολύ προσωπικών καταγραφών, τόσο προσωπικών, ώστε ορισμένοι εκκλησιαστικοί άνθρωποι εξέφρασαν τη δυσφορία τους για τη συνολική δημοσίευσή τους[2]. Αλλά, θα ήταν δυνατό να μαντρώνεται η σπουδή σε προεπιλεγμένο υλικό; Με τι κριτήρια; Και με τίνος απόφαση;

Οι Ελλαδίτες λάμβαναν πληροφορίες για την εν Ιαπωνία νεοσύστατη Ορθόδοξη Εκκλησία ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα[3]. Μάλιστα το 1891 ο πρίγκηπας Γεώργιος επισκέφθηκε τη χώρα μαζί με το εξάδελφό του ρώσο τσάρεβιτς Νικόλαο Ρωμανώφ, το δε 1893 επισκέφθηκε το ιεραποστολικό κέντρο στο Τόκυο ο επίσκοπος Ζακύνθου Διονύσιος[4]. Σφαιρικότερα από ιστορικής και θεολογικής πλευράς μελετήματα εμφανίστηκαν στην Ελλάδα μισόν αιώνα μετά την εκδημία του Νικολάου, χάρη στην παρέμβαση του Διορθόδοξου Ιεραποστολικού Κέντρου "Πορευθέντες": μερικά στις αρχές της δεκαετίας του 1960[5] και κάποια το 1971[6]. Στη συνέχεια, πέρα από σποραδικά δημοσιεύματα[7], δεν ευτυχήσαμε -απ' όσο μπορώ να ξέρω- να έχουμε κάποιο συνθετικό έργο, που να έχει παρακολουθήσει την κατοπινή έρευνα. Τα πλέον διαθέσιμα σήμερα μελετήματα είναι δύο εκ των προμνημονευθέντων, αμφότερα του νυν αρχιεπισκόπου Αλβανίας, που επανεκδόθηκαν το 2009 μεταγλωττισμένα και με μια ελάχιστη προσθήκη[8]. Έξω, πάντως, από την Ελλάδα, τη χώρα με δύο θεολογικές σχολές και τέσσερις εκκλησιαστικές ακαδημίες, συναντά κανείς, κυρίως από τη δεκαετία του 1970, διαφόρων ειδών μελέτες (μεταπτυχιακών συμπεριλαμβανομένων[9]) πάνω στο έργο του φωτιστή των Ιαπώνων.

Από το πυλύεδρο έργο του Νικολάου, τρία μόνο σημεία θα επισημάνω εδώ, ενδεικτικά της δυναμικής που μπορεί να προσφέρει μια κριτική έρευνα.


1. O Νικόλαος ήταν πατριώτης, και μάλλον αρκετά επιφυλακτικός απέναντι στον αντιπαραδοσιακό μοντερνισμό. Μπορεί, λοιπόν, να φανταστεί κανείς τις αναδράσεις που επιτελέστηκαν στη συνείδησή του όταν, με το ξέσπασμα του Ρωσο-ιαπωνικού πολέμου το 1904, επέλεξε, δίνοντας προτεραιότητα στα εκκλησιαστικά κριτήρια, να παραμείνει στη γη της τοπικής του, ιαπωνικής εκκλησίας, κι όχι να αναχωρήσει, όπως οι άλλοι ρώσοι υπήκοοι, για την κατά κόσμον πατρίδα. Την εγκύκλιο που απηύθυνε στις 11 Φεβρουαρίου (πάλι Φεβρουάριος!) 1904 στο ποίμνιό του, τη μνημονεύουν διάφορα δημοσιεύματα, το εκτενέστερο όμως απόσπασμά της μας το έδωσε ο Ηλίας Βουλγαράκης[10]. Χάριν όσων δεν το έχουν υπόψη τους, το μεταγράφω στην καθομιλουμένη:

Εκπληρώστε, αδελφοί και αδελφές, ό,τι απαιτεί από σάς το καθήκον σας ως πιστών υπηκόων. Να δέεστε στο Θεό για να παρέχει νίκες στις αυτοκρατορικές σας στρατιές,  να ευχαριστείτε τον Θεό για τις νίκες που θα δωρίζει, να προσφέρετε για τις ανάγκες του πολέμου. Εσείς που θα κληθείτε στα πεδία των μαχών, πρέπει να πολεμήσετε χωρίς να νοιάζεστε για τη ζωή σας, όχι όμως από μίσος κατά του εχθρού, αλλά από αγάπη για τους συμπατριώτες σας, ενθυμούμενοι τους λόγους του Σωτήρα: "μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού" (Ιω. 5:13). Με δυο λόγια, κάντε ό,τι απαιτεί από σάς η αγάπη προς την πατρίδα [...]. Όμως, εκτός από την επίγεια πατρίδα έχουμε και επουράνια. Σ' αυτήν ανήκουν όλοι οι άνθρωποι, αδιακρίτως εθνικότητας, διότι όλοι είναι εξ ίσου παιδιά του ουράνιου Πατέρα και αδέρφια μεταξύ τους. Η πατρίδα μας αυτή είναι η Εκκλησία, της οποίας είμαστε όλοι εξ ίσου μέλη, και στην οποία τα παιδιά του ουράνιου Πατέρα απαρτίζουν πραγματικά μία και την αυτή οικογένεια. Ως εκ τούτου δεν χωρίζομαι από σας, αδερφοί και αδερφές, αλλά παραμένω στην οικογένεια που είναι δική σας, όπως και δική μου. Από κοινού καλούμαστε να εκπληρώσουμε τα καθήκοντά μας προς τον ουράνιο Πατέρα μας, όπως αρμόζει στον καθένα μας.


2. Ο Νικόλαος ανέδειξε εμπράκτως σημαντικά χαρακτηριστικά της Ορθόδοξης ιεραποστολής (δημιουργία γηγενούς εκκλησίας με γηγενή κλήρο, εκτεταμένο μεταφραστικό έργο, πρόσληψη ιαπωνικών πολιτισμικών δεδομένων κοκ). Την εποχή εκείνη, αυτά τα χαρακτηριστικά διαφοροποιούσαν αρκετά την Ορθόδοξη παρουσία από ετερόδοξες ιεραποστολές, οι οποίες συνήθως δεν διέκριναν τον εκχριστιανισμό από τον εκδυτικισμό. Για την εποχή, ήταν επαναστατική η εκ μέρους του Νικολάου κατάφαση (έστω και με μια νότα στατικότητας) της πολιτισμικής ετερότητας των λαών παγκοσμίως, όπως την εξέφρασε το 1880 απευθυνόμενος στο ποίμνιό του μετά από μεγάλο του ταξίδι στις ΗΠΑ, την Αγγλία, τη Ρωσία και την Κωνσταντινούπολη:

Έχω ταξιδέψει σ' όλο τον κόσμο δυο φορές κι έχω δει διάφορες χώρες. Υπάρχουν άνθρωποι λευκοί και μαύροι, άνθρωποι περισσότερο κι άνθρωποι λιγότερο ανεπτυγμένοι, άλλοι ντυμένοι κι άλλοι σχεδόν γυμνοί. Ο Θεός δημιούργησε διαφορετικά κλίματα, διαφoρετική ένδυση, διαφορετικές τροφές και έθιμα. Είναι φυσικό να διαφέρουν οι χώρες και οι κυβερνήσεις τους. Είναι σαφές ότι δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να τους κάνουμε ίδιο πράγμα, αλλά θα πρέπει τα πράγματα να μείνουν όπως είναι, μέχρι το τέλος του κόσμου. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Παρ' όλο που η εξωτερική εμφάνισή τους διαφέρει, όλοι οι άνθρωποι είναι ένα. Δεν έχε σημασία πού ζουν. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι, υπό την έννοια ότι όλοι έχουν συνείδηση, γνωρίζουν τι είναι καλό και τι κακό, και διαθέτουν όλοι τη δυνατότητα για πίστη. Μήπως αυτο δεν είναι σημάδι ότι όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά του Θεού; Είναι Ορθόδοξο καθήκον μας να οδηγήσουμε αυτούς που είναι ακόμη χαμένοι και περπατούν στο σκοτάδι[11].       

Αλλά θα ήταν λειψή (και άρα λαθεμένη) εικόνα αν κανείς συνάγει μόνο αντιδιαστολή προς τη δυτικό Χριστινοσύνη. Ο Νικόλαος είχε επίγνωση της χριστιανικής διαίρεσης, αλλά δεν έφτανε σε απομονωτισμό (και μάλιστα, μισόν αιώνα, χοντρικά πριν από τη δημιουργία της οικουμενικής κίνησης). Τα Πρακτικά του περίφημου παγκόσμιου προτεσταντικού ιεραποστολικού συνεδρίου στο Εδιμβούργο το 1910, μνημονεύουν την απάντηση του Κασάτκιν στην πρόσκληση που του είχε απευθυνθεί, και στην οποία δεν ανταποκρίθηκε:

Τελώ σε φιλικές, ή μάλλον σε αδελφικές σχέσεις με όλους τους ιεραποστόλους των άλλων τμημάτων [σσ: του Χριστιανισμού] που γνωρίζω, και το ίδιο οι Χριστιανοί μας με τους δικούς τους Χριστιανούς. Έτσι θα παραμείνουμε, όσο μας αφορά, διότι γνωρίζουμε ότι το πρώτο χρέος μας ως Χριστιανών είναι να καλλιεργήσουμε τη χριστιανική αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και ειδικά προς τους εν Χριστώ αδελφούς μας. Ωστόσο δεν υπάρχει πραγματική και πλήρης ενότητα μεταξύ ημών και των άλλων τμημάτων. Κι επί πλέον βρισκόμαστε μακριά από αυτή την ενότητα, διότι είμαστε διαιρεμένοι όσον αφορά τη χριστιανική διδασκαλία[12].

Ο Νικόλαος είχε προσωπικές σχέσεις με αξιόλογους ετερόδοξους ιεραποστόλους[13], αλλά συμμετείχε  και σε διαβουλεύσεις σχετικά με τη διαχριστιανική ενότητα, ιδίως με την Αγγλικανική εκκλησία. Από το 1907 συμπεριλαμβανόταν στους μέντορες της "Εταιρείας για την Προαγωγή της Ένωσης της Ανατολικής Ορθόδοξης και της Αγγλικανικής Εκκλησίας", η οποία ιδρύθηκε το 1906 στην Αγγλία και διέθετε παράρτημα στο Τόκυο. Στην ιαπωνική πρωτεύουσα ο Νικόλαος συμμετείχε, μαζί με τον π. Ηenry Scott Jefferys της Επισκοπελιανής Εκκλησίας των ΗΠΑ, σε σχετική ομάδα εργασίας[14].


3. Ο Νικόλαος ήταν αποφασιστικά προσανατολισμένος προς μια νέα σάρκωση του Ευαγγελίου. Το 1903 έλεγε στην γενική συνέλευση της εκκλησίας του:

Είμαι πεπεισμένος ότι τώρα, όπως και ανέκαθεν, στη λεγόμενη Yamato-damashii [τη γιαπωνέζικη ψυχή, το γιαπωνέζικο πνεύμα] ζει ανιδιοτελής δύναμη [...]. Αλλο ένα αξιοσμείωτο χαρακτηριστικό της Yamato-damashii είναι η ισχυρή αυτοπεποίθηση, πράγμα που κάνει τον ιαπωνικό λαό να δίνεται ψυχή τε και σώματι στον στόχο που έχει τεθεί [...]. Επί πλέον, στα βάθη του εθνικού πνεύματος των Ιαπώνων υπάρχει αναμφίβολα μια εκπληκτική θρησκευτικότητα και ως εκ τούτου αυταπάρνηση κατά τη διακονία μιας θρησκείας [...]. Δεν αμφιβάλλω πως, αν κανείς αρχίζει να αναζητά, θα βρει εδώ πατέρες σαν τον Ζεβεδαίο του ευαγγελίου, που δεν απαγόρευσε στα παιδιά του να αφήσουν τον ίδιο και κάθε τι, προκειμένου να ακολουθήσουν τον Σωτήρα. Θα βρείτε επίσης εδώ υιούς του Ζεβεδαίου, οι οποίοι είναι έτοιμοι να αφήσουν τους πατέρες τους και κάθε τι προκειμένου να υπηρετήσουν τον Θεό και Σωτήρα τους[15].     

Ποιες, λοιπόν, διαστάσεις μπορεί να λάβει η σάρκωση του Ευαγγελίου στα εκάστοτε πολιτισμικά δεδομένα, ώστε η πραγματική, συγκεκριμένη, σημερινή ζωή να εγκεντρίζεται στη Βασιλεία; Ο Νικόλαος αναγνώριζε πρωτεύοντα ρόλο στη χρήση της γηγενούς γλώσσας. "Ακόμα και στο μικρότερο εκκλησίασμα", έλεγε, "οι ακολουθίες πρέπει να γίνονται στα γιαπωνέζικα[16]". Εκπόνησε μεταφράσεις σε εκλεπτυσμένη, περίπου λόγια ιαπωνική γλώσσα. Μα, όπως συμβαίνει πάντα, μια ουσιαστική προσπάθεια μετά-φρασης αφορά όχι μόνο αντιστοίχιση λέξεων, αλλά και νοημάτων, βιωμάτων, παραστάσεων. Έχει, για παράδειγμα, επισημανθεί ότι την κυριακή φράση "τον άρτον ημών τον επιούσιον" ο Κασάτκιν την απέδωσε ως "την τροφήν ημών την επιούσιαν", με ιδεόγραμμα που κατά βάσιν σημαίνει "ρύζι"[17]. Κι από την άλλη, παρ' όλο που ο Νικόλαος εκτιμούσε εξαιρετικά την ρωσική εκκλησιαστική μουσική και φρόντιζε για την μουσική κατάρτιση των στελεχών της αρτιγέννηστης εκκλησίας, φέρεται να εξέφρασε την επιθυμία για μια εκκλησιαστική μουσική δημιουργία αληθινά ιαπωνική[18].  


Τα τελευταα λόγια του Νικολάου, όπως τα διέκοπτε πόνος στην καρδιά, και όπως μας παραδόθηκαν από τους αυτήκοες μαθητές του, θυμίζουν την ταπεινότητα των μεγάλων, την οποία αδιάκοπα συναντάμε στο διάβα της Εκκλησίας:

Καθώς κοιτώ το δρόμο που ακολούθησα στη ζωή μου... και τι έγινε, λοιπόν;... Μόνο σκοτάδι!... Ό,τι έγινε, έγινε από τον Θεό, κι εγώ... τι ασημαντότητα! Τίποτα, μηδέν, κυριολεκτικά μηδέν!... Και, αν μόλις και μετά βίας σώζεται ένας δίκαιος, πού θα βρεθώ εγώ, ένας αμαρτωλός; Μου αξίζει το χειρότερο μέρος της αβύσσου[19].  


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ


[1]   Κennosuke Nakamura, "Some aspects of the life and work of St Nikolai of Japan", Saint Nikolai Kasatkin and the Orthodox Mission in Japan. A Collection of Writings by an International Group of Scholars about St Nikolai, his Disciples, and the Mission (επιμ. Michael Van Remortel – Peter Chang), εκδ. Divine Ascent Press, Monastery of St John of Shanghai and San Francisco, Point Reyes Station, California 2003, σσ. 82-86. Στα καθ' ημάς, έχουν δημοσιευτεί μερικές ειδήσεις για τα ημερολόγια. Βλ. "Ιάπωνας ανακαλύπτει στη βιβλιοθήκη του Λένινγκραντ το ημερολόγιο του Νικολάου Κασάτκιν", Πάντα τα Έθνη 3 (1982), σ. 12. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, "Αρκεί να πεις Νικολάι-Ντο", Πάντα τα Έθνη 50 (1994), σσ. 54-55. Ειρήνη Λιγνού, "Έκδοση του Ημερολογίου του Ορθοδόξου ιεραποστόλου Νικολάου Κασάτκιν", Πάντα τα Έθνη 58 (1996), σσ. 44-45.

[2]   "Εditors' Preace", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σσ. xiv-xv.

[3]   Τις ειδήσεις αυτές συγκέντρωσε ο Ηλίας Βουλγαράκης, Η ιεραποστολή κατά τα ελληνικά κείμενα από του 1821 μέχρι του 1917, εκδ. Πορευθέντες, Εν Αθήναις 1971, σσ. 196-215.

[4]   Michael Van Remortel, "Historical Introduction", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σσ. 16-17. Eleonora Sablina, "Pathways of a pilgrim from Russia", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σ. 51. Πρόκειται για τον Διονύσιο Γ΄ Πλαίσα (1852-1933)· βλ. π. Παναγιώτης Καποδίστριας, Ζακυνθινοί επίσκοποι στον κόσμο, εκδ. Ι. Μητρόπολις Ζακύνθου, 2004, σσ. 66-73.

[5]   Ν(ikita) Struve, "Η ιεραποστολική δράσις της ρωσσικής Εκκλησίας", Πορευθέντες 10 (1961), σσ. 23-24. Ι. Ν. Σαμπάτιν, "Νικόλαος Κασάτκιν", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια 9 (1963), σσ. 534-535. (Αναστάσιος Γιαννουλάτος), "Orthodoxy in the Land of the Rising Sun", Orthodoxy 1964. A Pan-Othodox Symposium (επιμ. The Brotherhood of Theologians "Zoe"), Athens 1964, σσ. 300-319.

[6]   Aρχιμ. Αναστάσιος Γ. Γιαννουλάτος, Ο όρθρος της Ορθοδοξίας εις την Ιαπωνίαν, Αθήναι 1971 (το οποίο όμως αφορά μόνο την πρώτη δεκαετία της ορθόδοξης παρουσίας στην Ιαπωνία) και Βουλγαράκης, ό.π..

[7]   Βλ. λ.χ. Kawamata Käsucinde, "Eγκαίνια του Νικολάι-Ντο" (μτφρ. Στ. Παπαλεξανδρόπουλος), Πάντα τα Έθνη 4 (1982), σσ. 22-24. Μιχάλη Μακράκη, "Η συνάντηση του Ντοστογιέφσκι με τον Αρχιεπίσκοπο της Ιαπωνίας Νικολάι Κασάτκιν", Πάντα τα Έθνη  6 (1983), σσ. 26-28. Naomi Takahasi, "Ο φωτιστής της Ιαπωνίας Νικόλαος Κασάτκιν", Πάντα τα Εθνη 6 (1983), σσ. 6-7. Aπό τα πιο πρόσφατα βλ. ενδεικτικά την αναπαραγωγή των βασικών βιογραφικών δεδομένων στον Νέο Συναξαριστή, εκδ. Ίνδικτος, τ. 6, Αθήνα 2006, σσ. 31-33, στον Πρόλογο του αρχιμ. Νικόδημου Γ. Αεράκη, Ασματική ακολουθία και ιερά παράκλησις του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου Κασάτκιν, αρχιεπισκόπου Ιαπωνίας, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2007, σσ. 5-7, και στο επετειακό Μ.Σ.Π, «Άγιος Νικόλαος (Κασάτκιν), ο φωτιστής της Ιαπωνίας. Εκατό χρόνια από την κοίμησή του (1912-2012)», Πάντα τα Έθνη 122 (2012), σσ. 3-9. 

[8]   Είναι τα "Οrthodoxy in the Land", ό.π., και Ο όρθρος, ό.π., αμφότερα στο: Αναστασίου, αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Έως εσχάτου της γης. Ιστορικά ιεραποστολικά μελετήματα, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 2009, σσ. 221-287.

[9]   Στον δυτικό χώρο βλ. ενδεικτικά τις μεταπτυχιακές εργασίες: Anthony Ishido, The Achievement of St. Nicholas, Equal of the Apostles and Evangelizer of Japan (M. Div. thesis), St Vladimir's Orthodox Theological Seminary, 1974. John Bartholomew, The missionary activity of St. Nicholas of Japan (M. Div. thesis), St. Vladimir's Orthodox Theological Seminary, 1987. Τα άρθρα σε περιοδικά είναι, βεβαίως, πολυάριθμα. Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχει το προμνημονευθέν συλλογικό έργο Saint Nikolai Kasatkin, καθ’ όσον προσφέρει, συν τοις άλλοις, σε αγγλική μετάφραση, σημαντικά μελετήματα γραμμένα αρχικά στην ιαπωνική. Σημαντικό στοιχείο του βιβλίου αυτού είναι και οι σελίδες που αφιερώνει στους μαθητές του Νικολάου (σσ. 140-172), κάτι που κάνει πιο χειροπιαστή, πιο ιστορική την ιαπωνική περιπέτεια. Έχω, επίσης, στα χέρια μου τη δακτυλόγραφη μελέτη του Leonty H. Matsuda, An Introduction to the History of Orthdox Church in Japan: 1861-1970, χ.τ., 1984 (297 σελίδων), στην οποία όμως δεν σημειώνεται ως τι εκπονήθηκε, ούτε μπόρεσα να βρω αν στη συνέχεια εκδόθηκε. Οφείλω, τέλος, να μνημονεύσω την πτυχικακή εργασία του Νικόλαου Ταμπουρέα, Η Ορθόδοξη ιεραποστολή στην Ιαπωνία και το ιεραποστολικό έργο του αγίου ΝΙκολάου Κασάτκιν, η οποία εκπονήθηκε στην Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών το 2003 υπό την επίβλεψη του γράφοντος (έγκρισή της, Πράξη αρ. 12/4-11-2003).

[10] Βουλγαράκης, ό.π., σ. 202. Ο Βουλγαράκης το είχε μεταφράσει από τον Friedrich Raeder, "Die Missiontätigkeit der russischen orthodoxed Kirche", Allgemeine Mission-Zeitschroft 32 (1905), σ. 551, και γι' αυτό (επειδή δηλαδή μετέφρασε από τα Γερμανικά) απέδωσε το όνομα του αγίου ως Καζάτκιν, όπως ο ίδιος μου είχε πει, κι όχι ως το ορθό Κασάτκιν.

[11] "Remarks delivered by bishop Nikolai upon his return to Japan in 1880", Saint Nikolai Kasatkin, ό.π., σ. 189 (μεταφράζει ο γράφων).
[12] Viorel Ionita, “Cooperation and the promotion of unity: An Orthodox perspective”, Edinburgh 2010. Mission then and now (επιμ. David A. Kerr – Kenneth R. Ross), Regnum, Oxford 2009, σ. 263. 

[13] Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, "Η παράδοση ως ορμή για ανανέωση και μαρτυρία" Σύναξη 123 (2012), σσ. 34-35. Βλ. επίσης Κennosuke Nakamura, ό.π., σσ. 98-101.

[14] Eleonora Sablina, ό.π., σσ. 74-75. Κennosuke Nakamura, ό.π., σ. 100. Μitsuo Naganawa, "St Nikolai's social Influence in Tkyo", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σ. 173.

[15] Alexei Potapov, "St Nikolai's translating and publishing work", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σσ 183-184. Πρβλ. Μάρκ. 3: 17 κ.α.

[16] Alexei Potapov, ό.π., σσ 186.

[17] Galina Besstremyannaya, "Orthodox Translation of Gospel into Japanese",   http://old.pravostok.ru/ru/conference/ch_fareast/conf_2/?id=40  (πρόσβαση: 26-10-2012).

[18] Maria Junko Matsushima, "St Nikolai of Japan and the Japanese Church Singing", http://www.orthodox-jp.com/maria/Nikolai-JAPAN.htm (πρόσβαση: 26-10-2012).  Bλ. και Yoshikazu Nakamura, "A valiant missionary -  bogatyr: St Nikolai Kasatkin in the mirror of his diaries", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σσ. 116-117.

[19] "Τhe last days of the earthly life of archbishop Nikolai of Japan", St Nikolai Kasatkin, ό.π., σσ. 191-192. Πρβλ. Α' Πέτρ. 4: 18.

ΕΝΑΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ ΜΠΕΤΟΒΕΝ [1770-1827] - ΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ


ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
  
Θριαμβευτικά έκλεισε το 2012 για την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών με την 9η Συμφωνία του Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν, στην κατάμεστη και καλαίσθητα διακοσμημένη αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, υπό την συναρπαστική διεύθυνση του Αρχιμουσικού Βασίλη Χριστόπουλου. Η Ορχήστρα ερμήνευσε ανεπανάληπτα την ΕΝΑΤΗ Συμφωνία,  με το ακροατήριο να δακρύζει από συγκίνηση και να παραληρεί  από χαρά, καταχειροκροτώντας  τον Μαέστρο, τους τέσσερεις εξαίρετους Σολίστ, την εκπληκτική Χορωδία της Κολωνίας και τη θαυμάσια Ορχήστρα!

Το νέο πνεύμα ελευθερίας και οι νέες κοινωνικές δομές που επέφερε η Γαλλική Επανάσταση διαπερνούν όχι μόνο τη Φιλοσοφία και την Τέχνη αλλά στέκονται επάξια και στη Μουσική που εκπηγάζει μέσα από τον μνημειώδη, οικουμενικό, μουσικό λόγο του Μπετόβεν! Ο Μεγάλος Οργισμένος  ανασηκώνει το πέπλο τού παρελθόντος και προσκαλεί  τα πνεύματα να παρουσιαστούν με όλη τους τη μεγαλοπρέπεια σε μια νέα αναμέτρηση μαζί του. Μέσα από τους ίσκιους των πνευμάτων, θα ανασύρει όλα τα αγωνιώδη συναισθήματα και με νέους ρυθμούς θα σπάσει τα μάγια και θα   επιταχύνει την ειρηνική έκρηξη.

Θέματα δανεισμένα από άλλες συμφωνίες του, όπως 2η, 5η, 7η, 8η, έρχονται και φεύγουν σαν οπτασίες έμπνευσης μιας νέας δυνατής δημιουργίας! Η 9η Συμφωνία σε ρε ελάσσονα, έργο 125, είναι η τελευταία ολοκληρωμένη συμφωνία του Τιτάνα της Μουσική. Άρχισε να την γράφει το Φθινόπωρο του 1822 και την ολοκλήρωσε το Φεβρουάριο του 1824, έντεκα χρόνια μετά την 8η Συμφωνία του. Θεωρείται παγκοσμίως από τα μεγαλύτερα συνθετικά έργα και ακόμα από τα μεγαλύτερα που έχουν γραφεί στη Μουσική. Είναι δε η πιο πολυπαιγμένη συμφωνία σε ολόκληρο τον κόσμο. Και είναι η πρώτη Συμφωνία που ένας Συνθέτης, στην προσπάθειά του να εκφράσει το άφθαρτο, άυλο πνεύμα, καταφεύγει,  όπως έκανε χρόνια πριν ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ με τις θεόπνευστες  Καντάτες του, στην ανθρώπινη φωνή, το τελειότερο μουσικό όργανο. Τέσσερις Σολίστ  και μεγάλη Χορωδία τραγουδούν την «Ωδή στη Χαρά», ποίημα του Friedrich Schiller, γραμμένο το 1785 και δημοσιευμένο την επόμενη χρονιά στη λογοτεχνική εφημερίδα του ποιητή «Thalia». Το ποίημα αναθεωρήθηκε το 1803 από τον Ποιητή και η σύνθεση ολοκληρώθηκε με προσθήκες που έκανε ο Συνθέτης.

Ο Μπετόβεν από τα 22 του χρόνια σχεδίαζε να γράψει μουσική πάνω στο ποίημα του Schiller. Από τα χειρόγραφά του φαίνεται ότι μέρη της συμφωνίας γράφτηκαν μεταξύ των ετών 1811 και 1817. Το έργο του Μότσαρτ  KV 222 «Misericordias Domini», γραμμένο το 1775 έμελλε να  είναι το προανάκρουσμα της «Ωδής στη Χαρά». Όταν ο Μπετόβεν άρχισε τη σύνθεση τού τετάρτου μέρους της συμφωνίας, ο φίλος του  Anton Scindler αναφέρει ότι ήταν μια πάλη για Εκείνον καθώς προσπαθούσε να βρει τρόπο να προσεγγίσει την Ωδή, όταν μια μέρα όρμησε στο δωμάτιο φωνάζοντας «Το βρήκα, μόλις το βρήκα». Κατόπιν, του έδειξε το σχεδίασμα με τις λέξεις «Let us sing the ode of the immortal Schiller». Ο Μπετόβεν ήθελε να παιχτεί η συμφωνία του στο Βερολίνο γιατί θεωρούσε ότι στη Βιέννη κυριαρχούσαν οι Ιταλοί συνθέτες, αλλά ύστερα από επιμονή των φίλων του υποχώρησε και έγινε η πρεμιέρα του έργου του στη Αυστριακή πρωτεύουσα, στις 7 Μαΐου του 1824.

Έξοχα θέματα βαλμένα από μια μεγαλοφυΐα στην κατάλληλα θέση, λαμπρύνουν τη συμφωνία και αποκαλύπτουν το «ΦΩΣ», που καίει στην καρδιά της ανθρωπότητας. Ένα Adagio αφήνει την ψυχή να πετάξει στο αντάμωμα του ονείρου, κι όπως λέει ο Σούμπερτ «Το adagio του Μπετόβεν αντηχεί από αγάπη». Κι ύστερα μια προσευχή απλή, Ένθεη, νοσταλγική, σχεδόν ερωτική, χωρίς πάλη, «εν αρμονία Θεϊκή». Το μυστήριο, η ανησυχία, η αγωνία της προσμονής, ενυπάρχουν σε ρυθμούς παράφορης χαράς, άλλοτε τονισμένους ελαφρά, άλλοτε απότομα και αιχμηρά, ώσπου να αγγίξουν το ειρηνικό πνεύμα που θα απαλύνει τις αμφιβολίες. Οι Φανφάρες φέρουν θύμησες αγώνων και εντείνουν τον παράτολμο, ορμητικό ενθουσιασμό! Τα Μπάσα, όμως,  έρχονται να απομακρύνουν κάθε κίνδυνο. Ο ποιητικός λόγος μετουσιώνεται σε μουσική. Η «Ωδή στη Χαρά» αρχίζει τη μεγαλειώδη  πορεία της από τον «ψαλμό» των υπέροχων Βιολοντσέλων και Κοντραμπάσων για να μεταδοθεί σε όλα τα Όργανα της Ορχήστρας με μια σειρά παραλλαγών εκπληκτικής ομορφιάς και αρμονίας. «Και με τον ήχο των» ψαλμών θα κάνει το κάλεσμα στην ανθρωπότητα ο Μπάσος, ο Μέγας  εξάγγελος του Μπετόβεν: «Ελάτε, να ψάλουμε τον ύμνο στη χαρά». Τη «Χαρά», της Θεϊκής ενσάρκωσης που ενώνει τους ανθρώπους σε ένα κόσμο αδιαίρετο με τη φιλία, τον έρωτα, την ευωχία, την αγάπη.  Τη χαρά της αλήθειας, τη μετουσιωμένη σε αθανασία από το Δημιουργό τού σύμπαντος.

Ο Αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος συγκλόνισε το ακροατήριο  με την ανάδειξη της μαγείας, του χρωματικού πλούτου, του θριάμβου της ανθρώπινης  δύναμης,  κεκρυμμένες αρετές της ΕΝΑΤΗΣ Συμφωνίας. Απέσπασε ερμηνείες εξαίσιες από τους  Σολίστ, τη Χορωδία και την Ορχήστρα, αποστέλλοντας το μήνυμα ότι η Ειρήνη είναι πάνω από όλα και όλους, αντάμα με την Αγάπη και τις Ηθικές της Αξίες! Μέσα από την προσωπική του, δημιουργική ανάγνωση, βιώσαμε το μυστηριακό κόσμο των ήχων ενός μεγάλου ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ, που είχε το χάρισμα της Θεϊκής έμπνευσης και την Ευλογία της Λύτρωσης!

Εκτός από τα ολόθερμα συγχαρητήριά μας προς όλους τους συντελεστές της Συναυλίας, θα θέλαμε να προσθέσουμε και αυτά για την επιλογή του συγκεκριμένου έργου ως αποχαιρετιστήριου του 2012. Και τούτο γιατί μας υπενθύμισε ότι τις «οποιεσδήποτε κρίσεις» όσο μεγάλες κι αν είναι τις αντιμετωπίζουμε καλύτερα με την αισιοδοξία, τη συναδέλφωση, τη χαρά και την αγάπη, τις ανυπέρβλητες δυνάμεις –προίκα του Θεού προς τον άνθρωπο.  

  

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Παύλου Φουρνογεράκη: i) ΑΠΡΟΟΠΤΟ, ii) ΦΑΝΟΣ (δύο νέα ποιήματα)



ΑΠΡΟΟΠΤΟ

Οδυρμοί ραπισμάτων κι οι θηλιές σφιγμένες
ξαφνικά
κορφές κύλησαν στις χαράδρες
ανάμεσα
θολά τα καλντερίμια της πέτρας.
Νιόχρονε
στείλε ακτίνες να γυαλίσουν πάλι
τ’ αγκωνάρια του μόχθου
ξήλωσαν τους ρόζους απ΄ τις παλάμες
και πώς να βυζάξει η ζωή τη χαρά της.


ΦΑΝΟΣ

Φύγε Ερμή,
στον παγερό τον Όλυμπο
να πλαγιάσεις τα φτερά σου
          γεννιέται χρόνος
κι οι ειδήσεις σοκάρουν τα έλκηθρά του
Λευκομάλλη προπομπέ
υποδέξου
την ελπίδα στην αρχή του λεπτοδείκτη
κι εμείς ευχολόγοι ποιητές της.

[Ζάκυνθος, Γενάρης 2013]

Τα «πάρκα» του «Φωτώνε»


Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΛΕΜΟΤΟΜΟΣ

Το "πάρκο" τού Μπανάτου, Φωτώνε 2012.
Η γιορτή των Φώτων, «του Φωτώνε», κατά την τοπική εκδοχή, είναι μια από τις μεγαλύτερες του χρόνου και για το νησί μας. Πρώτη μεγάλη του νέου χρόνου, στην αρχή μιας περιόδου, που το «φως αξαίνει», έχει συνδεθεί με τον αγιασμό της έτοιμης ν’ αναγεννηθεί φύσης και τον εξαγνισμό της από κάθε κακό, το οποίο συνδυάζεται με το βαθύ σκότος και τον παγερό χειμώνα. Για το λόγο αυτό όχι μόνο την ημέρα αυτή «των υδάτων αγιάζεται η φύσις», κατά τον υμνωδό, αλλά και η λαϊκή δοξασία θέλει τους καλικάντζαρους να εγκαταλείπουν τη γη και να καταφεύγουν και πάλι στα έγκατά της και να σταματούν τα μαγαρίσματα.
   Πολλά τα έθιμα του νησιού μας στην επέτειο των Θεοφανίων,  όπως αλλιώτικα και πλέον θεολογικά λέγεται η μεγάλη αυτή δεσποτική γιορτή, με κυρίαρχο τα νερατζόφυλλα, με τα οποία στολίζουν τις εικόνες των σπιτιών και τις εκκλησίας της πόλης και των χωριών. Πλανόδιοι μικροπωλητές τα πουλούσαν παλιότερα στους δρόμους, καθώς και τα μανάβικα, μαζί με τις «φούντες» για την Βάφτιση και οι νοικοκυρές τα άφηναν στο εικονοστάσι μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας, οπότε τα έβγαζαν και έστυβαν το νεράντζι για να πιούν το χυμό του και να θεραπεύσουν τον πονόλαιμο.
   Αυτό, όμως, που σήμερα έχει εκλείψει και χαρακτήριζε την μεγάλη αυτή γιορτή, ήταν τα περίφημα «πάρκα», τα οποία κατασκευάζονταν στην μέση όλων των εκκλησιών, με προορισμό τους τον Μεγάλο Αγιασμό, τόσο της παραμονής, όσο και της κυριώνυμης ημέρας.
   Πολύτιμες γι’ αυτά πληροφορίες μας δίνει ο σημαντικός λαογράφος της Ζακύνθου, Ανδρέας Γαήτας, που τα περισσότερα κείμενά του διέσωσε ο ακαταπόνητος Ντίνος Κονόμος στο βιβλίο του «Λαογραφικά», τις οποίες θα συμβουλευτούμε.
   Τα «πάρκα», λοιπόν, όπως μας διασώζει ο Γαήτας, ήταν αληθινά καλλιτεχνικά δημιουργήματα, τα οποία αποτελούσαν αντικείμενο άμιλλας και ανταγωνισμού και οι ιερείς των ναών προσπαθούσαν για το ποιος θα κατασκευάσει το καλύτερο. Η κοινή γνώμη, μάλιστα, βράβευε το πιο όμορφο και ο κατασκευαστής του ιερωμένος ένοιωθε γι’ αυτό ιδιαίτερη υπερηφάνεια και το κατόρθωμά του ήταν θέμα επαινετικής συζήτησης για πολλές ημέρες.
   Ολόκληρο σκηνικό στήνονταν μέσα στους ναούς για να γίνει η αναπαράσταση της Βάπτισης του Χριστού στον Ιορδάνη και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά σ’ έναν τόπο, που αγαπούσε το θέατρο και εκφραζόταν σε θεωρεία και σκάρωνε «Ομιλίες». Αυτό, βέβαια, δεν ήταν το μόνο, όπου συνέβαινε στην ντόπια λατρεία. Το ίδιο θεατρική είναι η Ζακυνθινή Αποκαθήλωση, η Γκλόρια του Μεγάλου Σαββάτου με το «σεισμό» και το άνοιγμα του Τριωδίου, για να περιοριστούμε σε λίγα μόνο παραδείγματα, γνωστά σε όλους, τα οποία ακόμα και σήμερα συνεχίζονται και μάλιστα με θρησκευτική ευλάβεια.
   Τα «πάρκα» όμως των Φώτων ήταν το κάτι άλλο και είναι ανάγκη να τα γνωρίσουμε. Για να διακοσμηθούν και να είναι όσο γίνεται πιο πειστικά και φυσικά οι κατασκευαστές τους κουβαλούσαν πόες από την εξοχή, μαζί με το χώμα, για να μπορέσει έτσι να μείνει φρέσκο το χορτάρι. Τα τοποθετούσαν πάνω στα σανίδια του πάρκου, για γνήσια διακόσμηση και στις απαραίτητες αναβαθμίδες συνέχιζαν το ντεκόρ με ανθοδοχεία γεμάτα λουλούδια και κηροπήγια. Ιδιαίτερα αγαπητές ήταν οι «σπάθες», ένα άλλο φυτό, που μαζί με τα κλαδιά των εσπεριδοειδών έχει δεθεί με την γιορτή των Θεοφανίων.
  Μα η φυσική διακόσμηση δεν ήταν αρκετή. Ολόκληρη η ιστορία του Ιησού, από την Γέννησή του ως και την Βάπτισή του ήταν ιστορημένη πάνω στο «πάρκο» και κυριολεκτικά γινόταν η εικόνα των αγραμμάτων, αλλά και η ικανοποίηση των εγγραμμάτων, μια και προοριζόταν για έναν λαό που είχε ζήσει και Αναγέννηση και Διαφωτισμό.
   Υπήρχε πάνω στο «πάρκο» η Φάτνη, με την Θεοτόκο, το νεογέννητο Χριστό, τον Ιωσήφ, τους Μάγους, τα ζώα και τους ποιμένες, επίσης ο Πρόδρομος – Βαπτιστής, ο βαπτισθείς Ιησούς, οι Άγγελοι του Ιορδάνη και το εν είδη περιστεράς Άγιο Πνεύμα. Υπήρχαν και πολλά άλλα του εορταστικού Δωδεκαημέρου, τα οποία είχαν ζωγραφιστεί σε χαρτόνι και είχαν κοπεί μετά περιμετρικά, για να τους δοθεί άλλη διάσταση και είχαν τοποθετηθεί με σκηνογραφική επιμέλεια πάνω στο «πάρκο» του Αγιασμού.
   Σαν τελείωνε η κατασκευή, η οποία διαρκούσε κάμποσες μέρες και ξεκινούσε συνήθως αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά, οι πόρτες της εκκλησίας έκλειναν και άνοιγαν μόνο την παραμονή της γιορτής, για να θαυμάσουν οι ντόπιοι τα καλλιτεχνήματα και να τα κρίνουν, αναζητώντας το πιο καλοφτιαγμένο και ευφάνταστο.
   Χαρακτηριστική είναι η ιστορία ενός παπά, που τον έχασε η παπαδιά του το βράδυ της προπαραμονής κι αναζητώντας τον, τον βρήκε στην εκκλησία του, κοντά τα μεσάνυχτα, να … θαυμάζει το δημιούργημά του!!!
   Αν ψάξουμε την ουσία σ’ όλα αυτά θ’ ανακαλύψουμε και την ταυτότητά μας. Αυτήν που πρέπει να διατηρήσουμε, όχι αντιγράφοντας παθητικά, αλλά συνεχίζοντάς την δημιουργικά και προσαρμόζοντάς την στο σήμερα. Τότε θα έχουμε αληθινά Θεοφάνια.
   Μακάρι ο νέος χρόνος να μας τα δώσει.

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Απόστολου Θηβαίου: ΧΡΗΣΜΟΣ, ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΛΑΟΣ. Τζιουζέπε Ουνγκαρέττι


Ο Ιταλός ποιητής Τζιουζέπε Ουνγκαρέττι συνιστά μία από τις κεντρικές, ποιητικές μορφές του περασμένου αιώνα. Και με δεδομένη τη διαχρονικότητα της αναγκαιότητας για μια ελεύθερη, ποιητική δημιουργία, θα ήταν ουσιώδες να προβούμε στην παραδοχή πως ο Ιταλός ποιητής αποτελεί σε όλο το φάσμα της ποιητικής τέχνης μια λαμπρή, στοχαστική και αισθητική μορφή. Ο ποιητής, ο οποίος γεννήθηκε το 1888 και κατέληξε το 1970 στάθηκε εξόχως δημιουργικός σε όλο το φάσμα του λόγου. Δοκίμιο, ποιητικός λόγος, δημοσιογραφία, στοχασμός, κανένα είδος του λόγου δεν στάθηκε αδιάφορο για τον ακαδημαϊκό Ουνγκαρέττι. Ο τελευταίος αυτός τίτλος, μια επίκτητη ιδιότητα δεν αναφέρεται σε τούτο το σημείο ως μία επιβεβαίωση του υψηλού πνεύματος, αλλά ως ένα κατόρθωμα σπουδαίο και ουσιαστικό, μια και καθίσταται σπάνιο ο ίδιος ο ποιητικός λόγος να οδηγεί κάποιον στα ανώτερα κλιμάκια της θεσμοθετημένης πνευματικότητας, συνεισφέρονται σε τούτη την ελευθερία της ποίησης, τη αδάμαστη φαντασία, τον υπερβατικό στοχασμό, στοιχείο εκλιπόν από την ίδια βάση των πολιτιστικών θεσμών.
Ο Ουνγκαρέττι στέκει ακόμα ένας από εκείνους, οι οποίοι αναγνώρισαν στις συνθέσεις του Κωνσταντίνου Καβάφη, όχι μόνο την τρυφερή, ανθρώπινη στοχαστικότητα, την κρίση  της ιστορίας, την ελληνικότητα την ίδια, μα και την αιτία, την αφορμή για μια εναλλαγή στην καθιερωμένη κατεύθυνση του λόγου. Στις άγνωστες,  προς το ελληνικό κοινό, δοκιμές του, μπορεί κανείς να διαπιστώσει τη λαμπρή ομολογία της ποιητικής ανωτερότητας του Αλεξανδρινού ποιητή, προτού ακόμα η διεθνής κοινότητα στρέψει με ταπεινοφροσύνη το σκωπτικό πάντα βλέμμα της προς τις απαράμιλλες, ποιητικές δημιουργίες του Κωνσταντίνου Καβάφη. Η καταβύθιση του αισθησιακού ποιητή μες στην ελληνικότητα και την προσφορά αυτής σε όλο το φάσμα της ιστορίας, όχι μόνο εθέσπισε έναν αδιαμφισβήτητο κύρος προς  το ελληνικό πνεύμα, μα έθεσε την ίδια την καταγεγραμμένη, επιστημονική μνήμη σε μια πιο ενεργητική κατάσταση, βαθιά ανθρώπινη, ανατρέποντας τη νωθρότητα του επιστημονικού λόγου. Ο Καβάφης, κατά τον Ουνγκαρέττι, έκρινε την ιστορία και τα πρόσωπά της, πρότεινε να καταστεί εκείνη οικεία ως προς τους σκοπούς της και επιστρέφοντας στον κύκλο της να επέτυχε να αντανακλά εκ νέου και αδιαλείπτως τα ανεξιχνίαστα σημάδια της αιωνιότητας. Μια τέτοια θέση, φανερώνει την πρόθεση και την αγωνία του Ιταλού ποιητή και στοχαστή να συνδέσει ίσως την τέχνη του με τις αρχές και τα πιο στέρεα κινήματα των καιρών, αναγνωρίζοντας την ιστορία ως τέτοιο, έναν θεσμό ολοζώντανο δηλαδή, όπως η ποίηση, μεταβαλλόμενο, εξελισσόμενο, μια διαρκή, αναθεωρητική δύναμη με άλλα λόγια.
Με την ίδια αιρετικότητα και την πρόθεση της εκπλήξεως ο Ουνγκαρέττι αρνείται τα στερεότυπα ερωτήματα, τα ζητήματα της αυθυπαρξίας της ίδιας της ποιητικής τέχνης. Αναγνωρίζει και εκείνος την τραγική αναγκαιότητα της δημιουργίας και σε εκείνη αποδίδει την ελιτίστικη,ποιητική στάση. Αρνείται τους ορισμούς της ποίησης, τις κατευθύνσεις της, παραδεχόμενος διακριτικά εκείνο το οποίο απερίφραστα δηλώνει ο «Μιχαήλ Ευχέτης» του Γιώργου Δουατζή. Μιλούμε για την έννοια του περιορισμού, της περιχαράκωσης, τάσεις τις οποίες αρνείται με τέτοια ένταση και επιχειρηματολογία ικανή ο Ουνγκαρέττι. Η ελευθερία του στοχασμού του, επιτρέπει στον Ιταλό δημιουργό να θέτεται σε όλες τις διαστάσεις του χρόνου, με άλλα λόγια να υπάρχει εμπρός σε κάθε εικόνα, περίσταση και αίσθημα, πασχίζοντας και εκείνος να ξεπεράσει τη φυσική, αισθητηριακή εντροπία, το γενετικό μαρασμό, τον αυτοκαταστροφικό εσωτερισμό του ίδιου του προσώπου. Ο Τζιουζέπε Ουνγκαρέττι, μας εκπλήσσει για την πρωτοπορία του, όταν προβαίνει στην παραδοχή πως πέρα από το λόγο, τις ακμές και τις προόδους της ίδιας της έκφρασης, η ποιητική δημιουργία βιώνεται, χαρακτηρίζεται από μια παθητικότητα φυσική και αισθητική. Λέμε «βιώνεται», εννοώντας «υπάρχω». Μιλούμε για έναν λογισμό υπερβατικότερο, συμφιλιωτικό και παρηγορητικό, ο οποίος φύεται μες στη συγκριτική, ανθρώπινη πλεονεξία.
Ο δοκιμιακός λόγος του Ουνγκαρέττι σημειώσαμε και παραπάνω, όχι μόνο δεν είναι γνωστός, μα και μεταφραστικά ακόμη, καταμετρά ελάχιστες απόπειρες, κάποιες σκόρπιες σε έντυπα και περιοδικά λογοτεχνίας, τα οποία ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους. Και η αξία ενός λόγου σαν εκείνον του Ουνγκαρέττι δεν εντοπίζεται απλά στη σφαιρικότητα της γνώσης γύρω από τη δημιουργία του, μα στη βαθιά ελληνικότητά του, μια επίκτητη πνευματικότητα, κερδισμένη μέσα από την κρίση και τη σύγκριση. Ο Ουνγκαρέττι αποτέλεσε ένα σπουδαίο φιλέλληνα δημιουργό. Με αφορμή τον καβαφικό λόγο στοχάστηκε γύρω από το «ελληνικό» και το έθεσε σε μέτρα ικανά και υψηλά. Με τρόπο ελλειπτικό και προσηνή, συμπυκνωμένο σε μια ορολογία ταυτόσημη με την ελληνικότητα την ίδια, ενέταξε τη δυναμική της τελευταίας. Ίσως να στάθηκε αφορμή και ο βαθύς, πολιτιστικός συσχετισμός μεταξύ των δύο μεσογειακών χωρών και την εκτενή αλληλεπίδραση μες στην πάροδο των ετών. Σε κάθε όμως περίπτωση, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε δίχως υπερβολή πως ετούτη τη μοιραία, γεωγραφική και πολιτισμική ζεύξη, που διύλισε τον ελληνισμό προς τη δύση, ο Τζιουζέπε Ουνγκαρέττι την εκτίμησε με έναν τρίπτυχο αξιακό που πυκνωτικά αφήνει ορατές τις εκρηκτικές εκκενώσεις του ελληνικού πνεύματος, εκείνου του ίδιου που σήμερα καπηλευόμαστε, ανήμποροι, όχι μόνο να το αναπαράγουμε μα να το φανταστούμε μες στο τόσο μεγαλείο του. «Χρησμός και ιστορία και λαός» αναφέρει ο Ουνγκαρέττι, καθώς αναγνωρίζει στη χορική έκφραση την ανθρώπινη ένταση και το δράμα της.Και στέκει επιτακτική ανάγκη για τον σημερινό αναγνώστη, να αποκωδικοποιήσει  την ορολογία ετούτη, προκειμένου να ταυτοποιήσει τον εαυτό του, ιδωμένο σε μια έκταση πνευματική και υπερεθνική. Ιδωμένο μες στο μυστικισμό και την ιερή θρησκευτικότητα της αρχαίας εποχής, ιδωμένο μέσα από την ατομική μνήμη που καθίσταται συλλογική και ενδεικτική του ανθρώπινου δράματος. Μαρτυρία δηλαδή και κτήμα του ίδιου του έθνους, με την έννοια της βασικής εκείνης, ανθρώπινης ουσίας που συνοψίζει με τη γλώσσα και το έθιμο και τη μνήμη πάλι την έννοια της ταυτότητας. Με τους τρεις ετούτους βαθείς και εγκάρσιους άξονες ο Ουνγκαρέττι αναδεύει την ελληνική ψυχή, κατανοώντας τη διαρκή, ψυχολογική πάλη μες στην ανθρώπινη ψυχή.  Με το χρησμό, τη μνήμη και το λαϊκό έρεισμα άλλωστε κατέστη δυνατό το προχώρημα της τέχνης της ίδιας κοντύτερα στον άνθρωπο τον ίδιο. Με την ίδια αξονική κίνηση βάδισε το ρεμπέτικο τραγούδι, μια άλλη έκφραση χορικής δημιουργίας, στο ίδιο αξιωματικό μοτίβο στηρίχτηκε και η δημιουργία του χρωστήρα, κοπιάζοντας να συλλάβει στην αστική εικονοπλασία αρχικά και έπειτα το ίδιο το αστικό τοπίο, ακαθόριστο και ψυχικό, με την έννοια του αισθητικού στη ζωγραφική δημιουργών, όπως ο Πάρις Πρέκας. Και άλλωστε τέτοια είναι ολόκληρη η δομή του ελληνικού πολιτισμού, ιδωμένου ως σύνολο,από την  αργίτικη τραγωδία ως την κορυφή της θρησκευτικής ευλάβειας και την θεμελίωσή της  στην ελληνική συνείδηση, κατά τα βυζαντινά χρόνια.
Με άλλα λόγια, ο Ουνγκαρέττι έξοχα συλλαμβάνει στο τρίπτυχό του, μια πνευματική συνέχεια του ελληνισμού, ενδεικτική σταθερών αρχών, οι οποίες επιβεβαιώνουν όχι μόνο την ενότητα της τέχνης μα και του πνεύματος του ίδιου. Στον καιρό μας ακόμα, έτη μετά τη συγγραφή του δοκιμιακού λόγου του Ουνγκαρέττι, το πλαίσιο παραμένει ίσως το ίδιο και η ισορροπία η εννοιολογική του ίσως και να ερμηνεύει εν μέρει την ελληνική κρίση, καθώς με τη μνήμη παρούσα και ακμαία και το λαό παρόντα, δοσμένο σε έναν ενεργητικό στοχασμό όσο ποτέ άλλοτε, διαπιστώνεται η απώλεια της χρησμικής ιδιότητας, του μυστηρίου εκείνου, της ευλάβειας αυτής, με την οποία στελεχώθηκε η βαθιά, τροφοδοτική ιερότητα του ελληνικού πνεύματος. Μα τούτη η διαπίστωση ας αποτελέσει την αφορμή για μια προσέγγιση περισσότερο ερμηνευτική. Με την απουσία της ιερότητας, ουσιαστικά αποσυνδέεται το πνεύμα του καιρού μας από την ίδια την κοιτίδα του.
Η άκρως επίκαιρη διαπίστωση του Τζιιουζέπε Ουνγκαρέττι συνιστά μία έκπληξη ουσίας, καθώς ερμηνεύει τον άνθρωπο της φυλής μας, διακριτικά και συμπυκνωμένα, θέτοντας εμπρός μας μια οδό αξιολογική, προκειμένου να αποκαταστήσουμε τους δεσμούς μας με τις πνευματικές αφετηρίες της προγονικής σκέψης. Και τούτο, όχι για να το αναγεννήσουμε, μα καθώς προτείνει ο Δημήτρης Δημητριάδης να το αισθανθούμε, να το εκτιμήσουμε επιτέλους με την ανθρώπινη ψυχραιμία που αναλογεί σε κάθε συντελεσμένη κορυφή. Και ίσως τότε να ανασυρθούν εκείνες οι φωνές που περιγράφει ο Τσαρούχης, προικισμένες με μια αγνότητα και μια αύρα μεσογειακή, επίσημες και μεγαλοπρεπείς και ικανές να σηματοδοτήσουν τη μαθητεία στις μεγάλες σχολές, την πίστη σε ανεπανάληπτες, θρησκευτικές καταβολές. Ο Ουνγκαρέττι, -και ετούτο είναι αφορμή και μαζί παραδοχή-, συλλαμβάνει την ελληνικότητα και μας φανερώνει την καταγωγή του δράματός της, την ελευθερία την ίδια.

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

ΡΕΣΙΤΑΛ ΠΙΑΝΟΥ ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ ΤΟΥ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΥ ΠΙΑΝΙΣΤΑ MARK VINER



ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ  
Στις 19 Δεκεμβρίου του 2012 είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε στο Μέγαρο «Παύλου Μελά» το ρεσιτάλ τού νεαρού Άγγλου πιανίστα Mark Viner, τον οποίο είχαμε ξεχωρίσει στον Διεθνή Διαγωνισμό Πιάνου Alkan –Zimmerman και Gina Bachauer, που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 8 Απριλίου του 2012, όπου και απέσπασε επάξια το πρώτο βραβείο.
Την επιμέλεια τής εκδήλωσης είχε ο μουσικολόγος, κριτικός και καθηγητής Κωνσταντίνος Π. Καράμπελας Σγούρδας, υπό την διπλή ιδιότητά του ως προέδρου των Διεθνών  Σωματείων Gina Bachauer και Alkan-Zimmerman.
Το πρόγραμμα, συντεθειμένο από έργα συνθετών εμπνευσμένα από τον  ρομαντισμό, περιλάμβανε τη «Fantaisie» op. 49, το «Deux Nocturnes» op. 27 και τη «Fantaisie-impromptu» op. 66  του F. Chopin [1810-1849]. Ο Σολίστ, με καθαρούς ρυθμούς και με λεπταίσθητη ευαισθησία, απέδωσε το έργο τού Σοπέν αλλά και με την ελεύθερη προσωπική του άποψη προσέδωσε άλλη χάρη στην ανεπανάληπτη «Σοπενική» αρμονία.
Στη  συνέχεια του πρώτου μέρους  ακούσαμε  το «Marche  Funèbre» op. 26  και το «Marche Triomphale» op. 27 του θρυλικού πιανίστα και λιγότερο γνωστού συνθέτη, μα τόσο σημαντικού Charles- Valentin Alkan [1813-1888]. Ισχυρή προσωπικότητα, με μεγάλη φαντασία, συγκρίθηκε με τους συγχρόνους του Λιστ και Σοπέν,  με τον οποίο υπήρξε  στενός φίλος, ο δε Λιστ  έλεγε ότι ο Αλκάν είχε την καλύτερη τεχνική που είχε ποτέ ακούσει! Τα έργα του, από τα δυσκολότερα που έχουν γραφεί, λόγω της προχωρημένης τεχνικής του, απαιτούσαν ιδιαίτερες ικανότητες από τους ερμηνευτές! 
Ο Mark Viner πρόβαλε με μεγάλη ευστοχία  το ξεχωριστό ύφος της κάθε σύνθεσης. Από την συγκρατημένη λύπη τού αποχωρισμού τού «Marche Funèbre» πέρασε στη δύναμη, την αισιοδοξία και τελικά στην εσωτερική γαλήνη τού «Marche Triomphale»! Το παίξιμο του νεαρού  σολίστ είχε, εκτός των άλλων, μια θαυμαστή ποιητική διάσταση.  Ο πιανίστας, φαίνεται  να έχει πλούσιο καλλιτεχνικό υπόβαθρο και επί πλέον να κατέχει τη στενή σχέση ποίησης και μουσικής στη Γαλλία των ποιητών, των μουσικών, των ζωγράφων που διαμόρφωσαν το ανεπανάληπτο ρομαντικό κίνημα του 19ου αιώνα.
Στο δεύτερο μέρος, άλλος ένας σπάνια παιζόμενος συνθέτης, μα τόσο σημαντικός κι αυτός, ο Αυστριακός Sigismound Thalberg [1812-1871], από τους πλέον διακεκριμένους βιρτουόζους τού πιάνου τού 19ου αιώνα. Θεωρείτο αντίπαλος του Λιστ, αλλά τελικά  υπήρξε συμφιλίωση των δύο ανδρών. Ήταν ονομαστός για το Legato του και για τις καινοτομίες του, τις υιοθετημένες και από τον Λιστ. Είχε πολλούς θαυμαστές, αλλά οι ειδικοί δεν αναγνώρισαν το παίξιμό του! Το έργο του, «Fantaisie sur des thèmes de lopéra Moϊse de G. Rossini op. 33» εμπνευσμένο, όπως φαίνεται και από τον τίτλο, από την όπερα «Μωυσής» του Ροσσίνι έδωσε την ευκαιρία στο Βρετανό σολίστ για μια  άκρως εμπνευσμένη ερμηνεία.
Με τον τίτλο «HEXAMERON», ο Λιστ [1811-1886] δημιούργησε ένα σπουδαίο έργο για πιάνο με τη συνδρομή πέντε συνθετών, των Thalberg, Pixis, Henri Herz, Czerny, Chopin, του  εαυτού του συμπεριλαμβανομένου, στο δύσκολο ρόλο τού να συνδέσει τα έργα μεταξύ τους, όπου  κατάφερε να δώσει μια αρμονική συνέχεια της όλης σύνθεσης την οποία προανήγγειλε  και στην εισαγωγή του.
 Έχοντας συναίσθηση του κάλους και του μέτρου, ο νεαρός πιανίστας Mark Viner, απέδωσε με εκπληκτική άνεση και πάθος  το δυσκολότατο αυτό έργο. Ανέδειξε το ύφος του κάθε κομματιού, τις λεπτές εναλλαγές και πέτυχε αξιοθαύμαστα την ίδια αρμονική συνέχεια που οραματίστηκε ο ΛΙΣΤ, ο εμπνευστής αυτής  της σύνθεσης, δίδοντάς μας την ευκαιρία να θαυμάσουμε ακόμα μια φορά την εκπληκτική εσωτερική δύναμη, μεγάλο προσόν της ερμηνείας του,  και το άψογο παίξιμό του! Κλείνουμε με την ευχή, ο νεαρός πιανίστας να καταλάβει γρήγορα μία από τις πρώτες θέσεις στο Μουσικό Στερέωμα!  
Related Posts with Thumbnails