© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Σαράντη Αντίοχου: IL BUON CANONICO. ΕΝΑΣ ΙΣΠΑΝΟΣ ΚΛΗΡΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΟΥΓΟΥ ΦΩΣΚΟΛΟΥ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

[Α΄ δημοσίευση: Περιοδικό ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ, 27 (2007) 645-665]


E me che i tempi ed il desio d´ onore
fan per diversa gente ir fugitivo…
Dei Sepolcri

Με την άφιξη του Ούγου Φώσκολου στην Αγγλία στις 11 Σεπτεμβρίου του 1816 αρχίζει η τελευταία και πιο δραματική περίοδος της ζωής του ποιητή, που θα κλείσει με τον θάνατό του στις 10 Σεπτεμβρίου του 1827 (1). Είναι η περíοδος της αυτοεξορίας (2) στην οποία οδηγήθηκε, πιστός στις φιλελεύθερες ιδέες του και στην άρνησή του να συνεργαστεί με τους Αυστριακούς που είχαν διαδεχθεί την κυριαρχία του Ναπολέοντα στα ιταλικά εδάφη. Η πατριωτική, όπως χαρακτηρίστηκε, αυτή στάση του Φώσκολου στάθηκε παράδειγμα προς μίμηση. Πλήθος Ιταλοί πατριώτες πήραν το δρόμο της αυτοεξορίας, καταφεύγοντας οι περισσότεροι στην Αγγλία (3). Έχει λεχθεί ότι ο Φώσκολος κληροδότησε στην Ιταλία ένα νέο θεσμό, την εξορία (4). Αλλά η εξορία, αν και εθελούσια, συνοδεύεται από πλήθος δεινά, ιδιαίτερα αισθητά και επώδυνα στην περίπτωση του δημιουργού οπως ήταν ο Φώσκολος, ακόμα κι αν ο τόπος υποδοχής είναι φιλικός, ανεκτικός και φιλελεύθερος όπως το Λονδίνο των Whigs του 1816 (5).

Η εξορία είχε συνέπειες στην καρριέρα του ποιητή (6). Μολονότι ο Φώσκολος έτυχε θερμής υποδοχής εκ μέρους των φιλελεύθερων κύκλων, πολιτικών και διανοουμένων, της βρετανικής πρωτεύουσας και για ένα διάστημα ήταν το τιμώμενο πρόσωπο στα σαλόνια και τις συνεστιάσεις της υψηλής κοινωνίας, το γεγονός ότι έπρεπε να εξασφαλίσει τα προς το ζειν από τη δουλειά του, ισοδυναμούσε με πραγματικό κοινωνικό πλήγμα (7). Η παντελής έλλειψη οικονομικών πόρων τον ανάγκασε να ασχοληθεί βιοποριστικά με τη συγγραφή άρθρων, μελετών και κριτικών δοκιμίων που δημοσίευε, αρχικά έναντι καλής αμοιβής, στις κυριώτερες αγγλικές λογοτεχνικές επιθεωρήσεις (8). Όμως, η βιοποριστική αυτή ενασχόληση του ήταν ιδιαίτερα επαχθής. Ο Φώσκολος έγραφε στα ιταλικά και χρησιμοποιούσε γραμματείς και μεταφραστές τους οποίους βέβαια πλήρωνε, με αποτέλεσμα να περιορίζονται σημαντικά τα έσοδά του. Αυτού του είδους η δουλειά εξ άλλου ουδόλως τον ικανοποιούσε, θεωρώντας τη «φιλολογική αγυρτεία» (9). Ωστόσο, ο Φώσκολος αναδείχθηκε, παρά τη θέλησή του, σε κριτικό περιωπής και τα δοκίμιά του για τον Δάντη και τον Πετράρχη θεωρούνται κλασικά (10).

Τα οικονομικά προβλήματα, που δεν έπαψαν να τον ταλανίζουν, και η καταστροφική διαχείρηση εκ μέρους του των πόρων που είχε στη διαθεσή του, δικών του και ξένων (11), τον οδήγησαν στο κοινωνικό περιθώριο (12), στην έσχατη ένδεια και σε αφάνταστες προσωπικές ταλαιπωρίες και ταπεινώσεις, ιδιαίτερα τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του (13) . Στη δύσκολη αυτή κατάσταση οδηγήθηκε σε ένα βαθμό και από τον ίδιο του τον χαρακτήρα (14), που ήταν κυρίως η αιτία στο να μην μπορέσει να διατηρήσει σταθερές σχέσεις με τους περισσότερους βρετανούς φίλους, θαυμαστές και συνεργάτες του (15).

Μετά το 1823 η αλληλογραφία του με τους βρετανούς φίλους αραιώνει. Ελάχιστοι είναι εκείνοι με τους οποίους διατηρεί επαφή. Μεταξύ αυτών ο συγγραφέας, πολιτικός και τραπεζίτης από το Norwich, Hudson Gurney (1775–1864), θερμός φίλος και προστάτης του Φώσκολου έως το τέλος, στον οποίο οφείλουμε την προσωπογραφία του ποιητή που δημοσιεύεται εδώ, οι δικηγόροι του Christopher Hoggins, Edgar Taylor και Sinclair Cullen, ο ιστορικός Robert Roscoe, ο έμπιστος φίλος του Ιταλός αυτοεξόριστος Francesco Mami και ελάχιστοι άλλοι. Σε αυτούς πρέπει να προστεθεί, ένας ακόμη πολύτιμος φίλος, προερχόμενος από την Ιβηρική Χερσόνησο.

Το καλοκαίρι του 1827, σαν να μην ήσαν αρκετές οι άλλες του περιπέτειες, ο Φώσκολος αρρωσταίνει από υδροπικία και παραμένει κληνήρης στο Turnham Green όπου είχε μετακομίσει από το Λονδίνο. Η κατάσταση του, ύστερα από δύο παρακεντήσεις επιδεινώνεται και το τέλος του είναι πλέον και από τον ίδιο ορατό. Δίπλα του έχει πάντα την κόρη του (16), που τον φροντίζει με αυταπάρνηση, με κλονισμένη όμως την υγεία της από τα σοβαρά παιγνίδια της τύχης... Οι τελευταίοι φίλοι του ποιητή που τον επισκέπτονται εκφράζουν ανησυχίες και για την κατάσταση της Φλωριάνας. Ο φίλος και δικηγόρος του Edgar Taylor γράφει στον κοινό τους φίλο Hudson Gurney: “Εάν ο Φώσκολος παραμείνει για καιρό στην κατάσταση που βρίσκεται φοβούμαι ότι θα πεθάνει την κόρη του. Η δυστυχής έχει τελείως εξαντληθεί και είναι φοβερά ωχρή. Αν αυτή πεθαίνει δεν βλέπω ποιός άλλος θα τον φροντίσει στις τελευταίες του ημέρες” (17).


Η προσωπογραφία αυτή του Φώσκολου (ελαιογραφία) φιλοτεχνήθηκε από τον ζωγράφο Filippo Pistrucci στο Λονδίνο το 1822 για λογαριασμό του Hudson Gurney. (Ιδιωτική συλλογή, Cambridge).


Στις δύσκολες αυτές στιγμές προσέτρεξε σε βοήθεια του Φώσκολου και της κόρης του ένας σεβαστός φίλος, ο ισπανός κληρικός Miguel del Riego (1781-1846) [18], λόγιος, ποιητής και βιβλιόφιλος, αδελφός του ήρωα και μάρτυρα του ισπανικού φιλελεύθερου συνταγματικού κινήματος στρατηγού Rafael del Riego. Aυτοεξόριστος και αυτός στο Λονδίνο από το 1823 [19], γνώρισε τον Φώσκολο πιθανόν μέσω Άγγλων ισπανιστών, όπως οι J. H Wiffen και John Bowring, με τους οποίους αμφότεροι γνωρίζονταν. Ο πρώτος βιογράφος και φίλος του Φώσκολου, κόντες Giuseppe Pecchio, ο οποίος έμεινε ένα διάστημα μαζί του στο Digamma Cottage, αναφέρει ότι ο ισπανός κληρικός κάθε φορά που συναντιώντουσαν στο Λονδίνο δεν έχανε την ευκαιρία να διαδηλώνει τα θερμά του αισθήματα για τον κοινό τους φίλο, τον ποιητή των Τάφων (20).


Προσωπογραφία του κληρικού (canónigo) Miguel del Riego.


Η γνωριμία του Φώσκολου με τον Riego αρχίζει τις ημέρες του Digamma Cottage, όπου η βίλα αυτή του ποιητή ήταν κέντρο συνάντησης κορυφαίων Ιταλών πολιτικών αυτοεξόριστων, όπως μεταξύ άλλων ο φιλέλληνας Annibale Santorre di Santarosa (1783-1825) και ο Μιλανέζος στρατηγός Giacomo Filippo de Meester. Ο τελευταίος μάλιστα φέρεται ως ο εγκέφαλος ενός επαναστατικού σχεδίου για την ανατροπή των Αυστριακών στο Μιλάνο και την προκήρυξη ενός φιλελεύθερου συντάγματος, κατά το πρότυπο εκείνου πού έθεσε σε εφαρμογή στην Ισπανία ο αδελφός του Ισπανού κληρικού, στρατηγός Rafael del Riego, κάτι που είχε ήδη επιχειρήσει και ο Σανταρόζα και απέτυχε (21). Σε ένα τέτοιο κύκλο Ιταλών πατριωτών η παρουσία του Miguel del Riego θα είχε μια πολύ βαρύνουσα συμβολικότητα. Για τον Φώσκολο όμως η παρουσία του λογιότατου και φιλελεύθερου ισπανού κληρικού θα πρέπει να του ήταν πολύ προσφιλής. Ο ίδιος, άλλωστε, είχε πάντα μια ιδιαίτερη κλίση στις φιλίες με ιερωμένους. Ας θυμηθούμε τον περίφημο δάσκαλό του Αββά Cesarotti και τον αυτοβιογραφικό του ήρωα Ιάκωβο Όρτις που θέλει να γίνει κληρικός άλλά δεν μπορεί – «άνθρωπος χωρίς πατρίδα δεν μπορεί να γίνει καλός ιερέας ή καλός οικογενειάρχης», λέει. Φίλοι του ήσαν επίσης ο Αββάς Di Breme και ο Άγγλος Ρεβερέντο Robert Finch. Ο Φώσκολος φτάνει δε στο σημείο να υιοθετήσει ένα ετερώνυμο (όχι απλώς φιλολογικό ψευδώνυμο), υπογράφοντας μεταφράσεις και κείμενά του ως Δίδυμος ο Κληρικός (Didimo Chierico), ένα πραγματικό alter ego, πλουτίζοντάς το «βιογραφικά» με πολλά αυτοβιογραφικά του, ιδεολογικά και αισθητικά στοιχεία και πληροφορίες, οπως έκανε ένα αιώνα αργότερα ο περίφημος Pessoa.

Μετά την απώλεια του Digamma Cottage ο Φώσκολος αν και αποσυρμένος από την κοινωνία φαίνεται πως διατήρησε την επαφή με τον Riego. Ο τελευταίος υποασχολείται βιοποριστικά με το εμπόριο βιβλίων και αναπτύσσει έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα μεταξύ των εξορίστων. Φτωχός αλλά αξιοπρεπής προσπαθεί όπως ο Φώσκολος να κρύψει την φτώχεια του, και το κατορθώνει τόσο καλά που οι Ισπανοί εμιγκρέδες φτάνουν να τον θεωρούν πλούσιο. Τους πρώτους μήνες του 1827 ο Riego φροντίζει να βρει μαθητές για τα ιδιαίτερα μαθήματα Ελληνικής, Λατινικής και Ιταλικής λογοτεχνίας που παραδίδει ο Φώσκολος αναγκασμένος από τις περιστάσεις (22). Στις αρχές Αύγουστου του 1827, ένα μήνα πριν από το θάνατο του Φώσκολου, ο Riego τρέχει να του βρει γιατρούς και να εξασφαλίσει πόρους, όπως προκύπτει από μια σύντομη επιστολή του προς τον ποιητή, συνοδευόμενη από διάφορα δώρα (ισπανικά γλυκύσματα, ένα αντίτυπο του Δον Κιχώτη, κ.α.) [23] . Ο Φώσκολος γράφει αμέσως στον φίλο του για να τον ευχαριστήσει αλλά και να του ζητήσει να σταματήσει κάθε προσπάθεια . Η επιστολή αυτή αποτελεί πραγματικά συνταρακτικό ντοκουμέντο που φανερώνει τον ευγενικό και υπερήφανο χαρακτήρα του ποιητή μας:

« Πέμπτη απόγευμα {3 Αυγούστου 1827}

Αγαπητέ κύριε και πολύ αγαπημένε μου φίλε,

Αν και είναι για μένα πολύ δύσκολο, η ευγνωμοσύνη μου έδωσε λίγη δύναμη για να πάρω την πένα και να σας ευχαριστήσω για το γράμμα και τα δώρα σας. Λάβαμε σήμερα το πρωί το δέμα που έφερε ο ταχυδρόμος, τα μπισκότα, τα βιβλία, τις εφημερίδες, όλα τα ωραία πράγματα που μας στείλατε. Επιτρέψτε μου όμως να σας παρακαλέσω να μη μου στείλετε πλέον τίποτα. Σκέφτομαι τα τρεξίματά σας στην πόλη για τις αγορές και τα ψώνια. ΄Εχετε ήδη αρκετά προβλήματα με μένα και με τη συνεχή ανησυχία σας για την υγεία μου.

Η υδροπικία μεγαλώνει συνεχώς, ωστόσο ο χειρουργός δεν την θεωρεί ακόμη αρκετά ώριμη για την εγχείριση. Ο δόκτωρ Holland ήρθε να με δει και θέλει να με επισκεφθεί ο διάσημος χειρουργός δόκτωρ Laurence. Τον περιμένω από μέρα σε μέρα.

Η επίσκεψη που προγραμματίζατε στον δόκτορα Holland είναι συνεπώς τώρα περιττή. Σας παρακαλώ, και είναι μια πολύ θερμή παράκλησή μου, να μην προστρέξετε σε απολύτως κανέναν για να τον πληροφορήσετε για την υγεία μου και να ζητήσετε βοήθεια για μένα. Σας κάνω αυτή την παράκληση διότι άκουσα μια σχετική νύξη από τη δεσποινίδα Φλωριάνα, αυτή όμως η μεγάλη σας καλοσύνη το μόνο που έχει ως αποτέλεσμα είναι να κλονίζει την καρδιά μου, να αυξάνει την ψυχική μου οδύνη και να επιδεινώνει τη σωματική μου αδυναμία. Αντίο. Σας περιμένουμε την Κυριακή, αν μπορέσετε να έρθετε. Αντίο και πάλι με όλη μου την ψυχή» (24).

Ο Φώσκολος βλέποντας ότι το τέλος πλησιάζει, θέλει να πεθάνει υπερήφανος και αξιοπρεπής. Δεν επιθυμεί να τον συντρέξουν από αισθήματα οίκτου ή ελέους οι άλλοτε φίλοι. Του αρκούν οι λίγοι, οι ελάχιστοι πιστοί του φίλοι. Του αρκεί η επίσκεψη του καλού Λόρδου Holland , που ήταν ο πρώτος που άνοιξε το περίφημο παλάτσο του στον ποιητή το 1816 και τον περιέβαλε με αισθήματα αγάπης. Τώρα του στέλνει μπουκάλια και μπουκάλια από τα καλύτερα κρασιά του (25), προς τι; Μια είναι η μεγάλη αγωνία του Φώσκολου εκείνες τις ώρες: η κόρη του. Τι θα απογίνει το άτυχο παιδί; Και τα αισθήματά του αυτά τα μεταδίδει στους φίλους, τον Riego, τον Gurney, τον Mami, που ήσαν εκείνοι που περισσότερο της συμπαραστάθηκαν αργότερα.


Ο συγγραφέας του παρόντος (Σαράντης Αντίοχος) στο κενοτάφιο του Φώσκολου στο Chiswick (Ιούλιος 2007)


Ο Φώσκολος πεθαίνει στις 10 Σεπτεμβρίου. Μέρες νωρίτερα είχε εκφράσει στην Φλωριάνα την επιθυμία να ταφεί στο κοιμητήριο του γειτονικού Chiswick, εντελώς αθόρυβα. Η επιθυμία του έγινε σεβαστή. Μόνο πέντε ήσαν οι φίλοι που συνόδευσαν τον νεκρό στο κοιμητήριο: ο ιερέας Miguel del Riego, ο στρατηγός De Meester, o Ιταλός γιατρός Negri, ο Francesco Mami και ο ιστορικός Edward Roscoe (26). Χωρίς επικήδειους και χωρίς νεκρολογίες στον Τύπο.

Μετά τον θάνατο του πατέρα της την άτυχη Φλωριάνα θα την φροντίσουν οι ελάχιστοι φίλοι. Όμως ο Ισπανός κληρικός φαίνεται ότι ήταν εκείνος που θα αναλάβει κυρίως την προστασία και καθοδήγησή της (27). Η Φλωριάνα είναι τώρα 22 ετών. Γνωρίζει Ιταλικά και Γαλλικά. Αποφασίζει να φύγει από το Λονδίνο, ν’ αφήσει πίσω της το εφιαλτικό περιβάλλον των τελευταίων χρόνων. Πηγαίνει στο Manchester, όπου δουλεύει ένα διάστημα ως δασκάλα ξένων γλωσσών (28). Φεύγοντας αφήνει στον δικηγόρο Sinclair Cullen για ασφαλή φύλαξη τα «χαρτιά» του πατέρα της, τα χειρόγραφα, τα λίγα βιβλία και κυρίως το πλούσιο Επιστολάριο, τα οποία αργότερα η ίδια κληροδότησε στον Miguel del Riego (29). Υστερα από μια σύντομη περίοδο ήρεμης ζωής η Φλωριάνα πεθαίνει από φυματίωση - δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία. Ο πρώτος από τους φίλους που το μαθαίνει είναι ο Hudson Gurney, ο οποίος, όπως προκύπτει από το ανέκδοτο ημερολόγιο του, επισκέπτεται τον Riego στις 28 Φεβρουαρίου 1834 για να του ανακοινώσει το μοιραίο. Ο Gurney δεν κρύβει την έκπληξή του όταν ακούει τον Riego να του λέει ότι πίστευε πως η Φλωριάνα ήταν θετή κόρη του Φώσκολου (30).

Μόλις έμαθε τον θάνατο του Φώσκολου η καλή του φίλη Quirina Mocceni Magiotti από την Φλωρεντία προσπάθησε να έλθει σε επαφή με τη Φλωριάνα, χωρίς όμως να το κατορθώσει. Τότε η Donna Gentile έκανε έκκληση στους φίλους του Φώσκολου να συγκεντρώσουν τα χειρόγραφα του ποιητή.

Το 1835 τρεις εξέχοντες Ιταλοί, οι Gino Capponi, Enrico Mayer και Pietro Bastogi, ήλθαν σε επαφή με τον Riego και του ζήτησαν το Επιστολάριο και τα χειρόγραφα του Φώσκολου για να κατατεθούν σε ένα πνευματικό ίδρυμα στο Λιβόρνο. Ένα χρόνο νωρίτερα (26.7.1834) ο Hudson Gurney είχε ανακοινώσει στον Riego ένα σχέδιο για τη δημιουργία μιας Φωσκολιανής Βιβλιοθήκης στην Ιταλία, στην οποία θα έπρεπε να κατατεθούν τα χειρόγραφα του ποιητή. Ο Gurney πρότεινε τη σύσταση μιας ad hoc επιτροπής στην Ιταλία, καθώς και την εγγραφή χορηγών γι αυτό τον σκοπό, προσφέροντας ο ίδιος το ποσό των εξήντα λιρών στερλινών, ως πρώτος χορηγός (31). Ο Riego δέχτηκε κατ’ αρχή την πρόταση του Gurney και φάνηκε διατεθειμένος να δωρήσει στο μελλοντικό ίδρυμα τριακόσιους τόμους βιβλίων από την βιβλιοθήκη του (32). Το σχέδιο του Gurney όμως δεν έτυχε ευρύτερης ανταπόκρισης. Τελικά, ο Riego δέχτηκε την πρόταση των προαναφερθέντων Ιταλών και παραχώρησε αφιλοκερδώς (33) το πολύτιμο αυτό Αρχείο στον Bastogi στις 17 Νοεμβρίου 1836, ο οποίος, οκτώ χρόνια αργότερα, (!) το κατάθεσε στην Αccademia Labronica, και σήμερα βρίσκεται στην Biblioteca Labronica του Λιβόρνου (Sala Ugo Foscolo). Ο Lloréns αναφέρει ότι ο Riego « θα μπορούσε να εμπορευθεί προς όφελός του αυτές τις επιστολές αλλά δεν το έκανε και έτσι γύρισαν στην πατρίδα του μεγάλου ποιητή χάρις στην γεναιόδωρη αφοσίωση του Ισπανού φίλου» (34). Αντίθετα, ο Chiarini λέει ότι ο Riego «πούλησε» το Επιστολάριο, πληροφορία εσφαλμένη, που προστίθεται στα άλλα μύρια λάθη αυτού του βιογράφου (35). Η αλήθεια είναι ότι ήσαν πολλοί εκείνοι που έψαχναν να βρουν χειρόγραφα του Φώσκολου για ατομική τους gloria και πρόσφεραν σεβαστά ποσά. Για παράδειγμα το 1842 ο Giuseppe Mazzini έπεισε τον λονδρέζο εκδότη Rolandi να του δώσει έναντι 400 λιρών στερλινών το χειρόγραφο του δοκιμίου του Φώσκολου για το Inferno του Δάντη, που είχε παραδώσει ο ποιητής στον φοβερό εκδότη Pickering (36) τον Μάρτιο του 1827 και είχε παραμείνει ανέκδοτο. Στη συνέχεια ο Mazzini το δημοσίευσε ο ίδιος (37). Ο Riego ασφαλώς δεν δελεάστηκε από τέτοιου είδους προσφορές, τις οποίες είναι βέβαιο πως τις είχε (38), και παρέδωσε το Αρχείο του Φώσκολου μόνο όταν βεβαιώθηκε για την ασφάλεια της διατηρησής του και τη σοβαρότητα του εγχειρήματος, έχοντας ενημερώσει σχετικώς, τον άλλον μεγάλο φίλο του Φώσκολου, τον Hudson Gurney, ο οποίος δεν φαίνεται να είχε αντίρρηση (39).

Ο Miguel del Riego παρέμεινε στην Αγγλία και μετά την πτώση του απολυταρχικού καθεστώτος στην Ισπανία (40) ασχολούμενος με το εμπόριο βιβλίων και την έκδοση από τον ίδιο μιας σειράς σημαντικών εκκλησιαστικών και λογοτεχνικών κειμένων. Στα τελευταία περιλαμβάνεται το περίφημο ROMANCERO DE RIEGO, με ποιήματα του πατέρα του αλλά και του ίδιου υπό το ψευδώνυμο Ο γέροντας της Εσπερίας (El anciano de Hesperia) [41] . Ο Riego πέθανε στο Λονδίνο από καρδιακή προσβολή στις 27 Νοεμβρίου 1846, σε ηλικία 68 ετών.

Ο Miguel del Riego, ο buon canonico των φωσκολιστών, στάθηκε άτυχος σε ό,τι αφορά το πλουσιώτατο αρχείο του, τα χειρογραφά του και την αλληλογραφία του, που διασκορπίστηκαν μεταξύ Λονδίνου και Οβιέδο. Η περίφημη βιβλιοθήκη του βιβλιόφιλου κληρικού εκποιήθηκε σε δύο δημοπρασίες του Οίκου Sotheby´s. Η πρώτη στις 2 Ιουνίου 1847, περιέλαβε 1192 βιβλία στα αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, και η δεύτερη, στις 6 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, 1158 βιβλία, κυρίως στα ισπανικά (42).

Μεταγενέστερες προσπάθειες για τον εντοπισμό του Αρχείου του Riego, στο οποίο θα υπήρχαν στοιχεία αναφορικά με τον Φώσκολο και την κόρη του, παρέμειναν επί πολύ καιρό άκαρπες (43). Τα τελευταία χρόνια δυό ισπανοί ερευνητές, ο A. Gil Novales και η Gloria Sanz Testón, είχαν την τύχη να εντοπίσουν σε ιδιωτικό αρχείο στο Οβιέδο, που δεν κατονομάζουν, τμήμα της αλληλογραφίας του Miguel del Riego, όταν ο τελευταίος βρισκόταν στο Λονδίνο. Ωστόσο, από τα μέχρι σήμερα δημοσιεύματα αυτών των ερευνητών δεν προκύπτουν νέα ενδιαφέροντα στοιχεία για τις σχέσεις του Riego με τον Φώσκολο και την κόρη του.

Μαδρίτη, Μάϊος-Ιούνιος 2007


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Για μια πλήρη γνώση της βιογραφίας του Ούγου Φώσκολου βλέπε: α) Giuseppe Pecchio, Vita di Ugo Foscolo, Tip. di Ruggia, Lugano 1833, και πρόσφατη facsimile ανατύπωση από τις εκδόσεις Elibron Classics, 2006, β) Giuseppe Charini, La Vita di Ugo Foscolo, Firenze, 1910, γ) P. Fasano, Vita e testi: introduzione a una biografia foscoliana, στην La Rassegna della Literatura Italiana, 1978, 1-2, και δ) Douglas Radcliff-Umstead, Ugo Foscolo. Twayne Publishers, Inc. New York 1970. Παρά την τεράστια βιβλιογραφία γύρω από τη ζωή και το έργο του ποιητή, θα ήταν χρήσιμη μια νέα βιογραφία του Φώσκολου, με βάση όλα τα νέα στοιχεία που έχουν προκύψει και τη σύγχρονη κριτική αποτίμηση του έργου του.
2. Στην πραγματικότητα ο Φώσκολος έζησε μια σειρά διαδοχικών εξοριών, αναγκαστικών ή εθελούσιων, αρχίζοντας με την αναχωρησή του από τη γενέτειρά του Ζάκυνθο, οριστικά από το 1792, στην οποία και επιθυμεί διακαώς να επιστρέψει τα τελευταία δύσκολα χρόνια της ζωής του. Ο ίδιος θα πεί στο σονέτο για τον θάνατο του αδελφού του Ιωάννη: “sempre fuggendo / di gente in gente”.
3. Βλ. Margaret Campbell Walker Wicks, The Italian Exiles in London. Manchester University Press. Manchester 1937, και νεώτερη ανατύπωση: Books for Libraries Press, Inc. Freeport, New York, 1968.
4. Κατά τη ρήση του Ιταλού ρεπουμπλικάνου πολιτικού Carlo Cattaneo. Βλ. Notes and Queries, 193, σ. 232, 1948.
5. Σχετικά με τη ζωή του Ούγου Φώσκολου στην Αγγλία βλέπε: α) E. R. Vicent, Byron, Hobhouse and Foscolo. Cambridge, At the University Press, 1949, β) E. R. Vicent, Ugo Foscolo, An Italian in Regency England. Cambridge, At the University Press, 1953, γ) Carlos Maria Franzero, A life in exile: Ugo Foscolo in London, 1816-1827. London, W. H. Allen, 1977, δ) Walker Wicks, ό.π., και ε) το Epistolario του ποιητή, στην περίφημη σειρά Edizione Nazionale delle Opere di Ugo Foscolo, vol. XIX-XXII. Le Monnier, Firenze, 1966, 1970, 1974 και 1994, αντιστοίχως.
6. Η ποιητική παραγωγή του Φώσκολου στα τελευταία έντεκα χρόνια της ζωής του στην Αγγλία συρρικνώθηκε δραματικά. Εκτός από το ποίημά του «To Kallirrhoe», γραμμένο στα Αγγλικά (1820), και τις απόπειρες να προχωρήσει το αισθητικό του μανιφέστο, την περίφημη Ραψωδία του Le Grazie (Οι Χάριτες), που άφησε αποσπασματικό και ανολοκλήρωτο, καθώς και τη μετάφραση της Ιλιάδας, που επίσης δεν ολοκλήρωσε, δεν έχουμε άλλο δείγμα ποιητικής δημιουργίας του Φώσκολου αυτή την περίοδο. Πολλές είναι οι ερμηνείες μιας τέτοιας εξέλιξης. Να τί πιστεύει αίφνης ένας σύγχρονός μας διακεκριμένος κριτικός του: “Perhaps Foscolo´s failure to write more poetry (apart from his work on the translation of the Iliad) in his not altogether fruitless English exile should not be blamed on that exile itself. The poet of history had achieved the myth of meta-history and thereby completed his cycle”. Clauco Cambon, Ugo Foscolo, Poet of exile. Princeton University Press, Princeton, New Jersey, 1980, σ. 23-24. Πάντως δεν πρέπει να υποτιμάται, αν μη τι άλλο, το διαφορετικό γλωσσικό περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε ο ποιητής και οι αναγκαστικές, για βιοποριστικούς λόγους, φιλολογικό/κριτικές του ενασχολήσεις, που πρέπει να επηρέασαν οπωσδήποτε την δημιουργική ποιητική του έφεση. Στο γράμμα του στον John Murray (βλέπε Παράρτημα) είναι έκδηλο το άγχος του ποιητή για μια τέτοια απευκταία εξέλιξη. Το ότι ο Φώσκολος δεν συνέχισε να γράφει ποίηση στο Λονδίνο, πρέπει ίσως να πιστωθεί στο ενεργητικό του. Ο Eugenio Montale χαρακτηρίζει τον Φώσκολο “poeta che non sé ripetuto mai”, και τούτο, το θεωρεί ως “ύψιστο ποιητικό δίδαγμα”. (Βλ. Eugenio Montale, Sulla Poesia, Montatori, Milano 1976, σ. 563). Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε και το ανάλογο παράδειγμα του Ανδρέα Κάλβου.
7. Στις 20 Φεβρουαρίου 1818 ο Φώσκολος γράφει από το Λονδίνο στη φίλη του Quirina Mocceni Magiotti στη Φλωρεντία, μεταξύ άλλων τούτα τα αποκαλυπτικά:
"{...} Πήγα κι έμεινα στην εξοχή για να κρύψω τη φτώχεια μου, γιατί εδώ φτώχεια σημαίνει όνειδος που καμιά αρετή δεν το ξεπλένει, έγκλημα που τιμωρείται σκληρά από την κοινωνία.{...} Η φτώχεια θα έκανε στα μάτια τους ακόμη και τον Όμηρο καταφρονητέον.” Βλ. Franzero, ό.π., σ. 36.
8. Ο Φώσκολος συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τα εξής έγκυρα έντυπα: Edinburg Review, Westminster Review, Quarterly Review, που εξέδιδε ο φίλος και προστάτης του για ένα διάστημα μεγαλοεκδότης John Murray, European Review, London Magazine και Spectator.
9. Βλ. στο Παράρτημα του παρόντος Επιστολή του Φώσκολου στον εκδότη John Murray, 20 Αυγούστου 1822.
10. Για την προσφορά του Φώσκολου στον τομέα της λογοτεχνικής κριτικής βλ. α) Nicoleta Festa, Foscolo Critico. Le Monnier, Firenze, 1953, και β) Walter Binni, Foscolo e la Critica. La Nueva Italia, Firenze, 1962.
11. Η πιο οδυνηρή, για τα αποτελέσματά της, αλόγιστη διαχείριση των οικονομικών του, ήταν η σπατάληση της κληρονομίας, της εξώγαμης κόρης του Φλωριάνας (ανερχόμενης σε 3000 λίρες στερλίνες), στο κτίσιμο και την εξεζητημένη σε βαθμό μεγαλομανίας διακόσμιση και επίπλωση μιας μεγάλης μονώροφης βίλας, της περίφημης Digamma Cottage, κοντά στο Regent´s Park, στις παρυφές του τότε Λονδίνου, που όμως ελάχιστα τη χάρηκε ο ποιητής. Η κληρονομία της Φλωριάνας που προερχόταν από την Αγγλίδα γιαγιά της Lady Mary Walker Hamilton, κάλυψε μέρος της συνολικής δαπάνης της «επένδυσης». Τα υπόλοιπα καλύπτηκαν με την υπογραφή από το Φώσκολο πλήθους συναλλαγματικών ή επιταγών (promisory notes), ελπίζοντας σε μελλοντικά έσοδα από τη δουλειά του, που παρέμειναν όμως απραγματοποίητα. Τελικά η βίλα, μαζί με δύο άλλα μικρά cottage, το Green Cottage και το Kappa Cottage, πού βρίσκονταν στο ίδιο οικόπεδο, βγήκαν σε πλειστηριασμό από τους δανειστές του στα τέλη του 1824 και χάθηκαν οριστικά για το Φώσκολο, χωρίς όμως με τούτο να απαλλαγεί ο ποιητής από όλα του τα χρέη.
12. Αποκαλυπτική της στάσης του ποιητή είναι η επιστολή του στον μαρκήσιο Gino Capponi, της 26ης Σεπτεμβρίου 1826, όπου αναφέρει τα εξής:
“Έχω τελείως αποσυρθεί από την κοινωνία και ζω στην αφάνεια, προσπαθώντας έτσι να εξασφαλίσω τρία πλεονεκτήματα: πρώτο, να μη σπαταλώ το χρόνο μου με αμοιβαίες βίζιτες,, δεύτερο, να κρύβω τη φτώχεια μου, έτσι ώστε όσο λιγότερο είναι ορατή τόσο περισσότερο να μου γίνεται υποφερτή, και, τρίτο και το σπουδαιότερο, να μη βλέπω πλέον Ιταλούς, οι οποίοι, είτε εμιγκρέδες είτε όχι, αρέσκονται στις διχόνοιες και συκοφαντίες”. Franzero: ό.π., σ.. 108.
13. Για να αποφύγει τη σύλληψη και φυλάκιση στη διαβόητη Debtor´s Prison, το κατώφλι της οποίας πέρασε επανειλημμένως για χρέη δικά του αλλά και άλλων ιταλών εμιγκρέδων για τους οποίους έμπαινε αλόγιστα εγγυητής και που συνήθως αφορούσαν ασήμαντα ποσά, ο Φώσκολος ζήτησε καταφύγιο στις πτωχογειτονιές του Λονδίνου, αλλάζοντας συνεχώς διεύθυνση αλλά και επώνυμον, στην αρχή σε Mr Merriatt και στη συνέχεια σε Mr Emerytt και Mr Florian. Τούτο το αναφέρει ο ίδιος στον αυτοεξόριστο ιταλό έμπιστο φίλο του Francesco Mami, σε επιστολή του το 1826, από το Temple του Λονδίνου:
“{...} Η δεσποινίδα {Φλωριάνα} θα μετακομίσει αύριο εδώ μονίμως. Αν έλθεις την Τετάρτη ή την Πέμπτη θα μας βρείς εδώ. Μην ζητήσεις όμως τον κ. Merriatt αλλά τον κ. Emerytt , “τον γερμανό τζέντλεμαν”. Μη ρωτήσεις για μας αλλού, γιατί είναι ζωτικό σε τούτο το φλύαρο μέρος να μην ξέρει κανείς που βρισκόμαστε τώρα. {...} Από αυτή τη μυστικότητα εξαρτάται η ασφάλειά μου”. Franzero: ό.π., σ. 119.
14. O Φώσκολος υπήρξε δήμιος του ίδιου του εαυτού του, όπως θα έλεγε ο John Donne, αλλά και της αθώας κόρης του Φλωριάνας. Η ρομαντική ιδιοσυγκρασία του, το μεσογειακό του ταμπεραμέντο, με τα βίαια ξεσπάσματα και τις χειρονομίες, η φοβερή του ευθιξία, που τον οδήγησε μέχρι και σε μονομαχία στο Λονδίνο τον Δεκέμβριο του 1823, και γενικά η ελευθεριότητά του δεν ήσαν ανεκτά από την αγγλική κοινωνία εκείνης της εποχής, με αποτέλεσμα τον σκανδαλισμό και την απομάκρυνση των φίλων του και τη δημιουργία πολλών εχθρών...
15. Η πιο χτυπητή περίπτωση αποξένωσης ισχυρού θαυμαστή και φίλου είναι εκείνη του φιλελεύθερου πολιτικού και συγγραφέα John Cam Hobhouse (1786–1869), επίσης στενού φίλου και συνεργάτη του Μπάυρον, ο οποίος στην αρχή της συνεργασίας τους ζήτησε από τον Φώσκολο να συγγράψει ένα δοκίμιο για τη σύγχρονη τότε ιταλική λογοτεχνία, που ενσωματώθηκε, με την υπογραφή του Hobhouse, ως παράρτημα στον τόμο με το Τέταρτο Κάντο του Child Harold του Μπάυρον (βλ. Lord Byron: Child Harold´s Pilgrimage, Canto the Fourth. Ed. John Murray, 1818). Η κατακραυγή που ξέσπασε τότε στην Ιταλία για το περιεχόμενου αυτού του δοκιμίου, (θέμα που δεν είναι του παρόντος), που σωστά αποδόθηκε στον Φώσκολο, αλλά και, στη συνέχεια, κάποιες άλλες αψυχολόγητες αντιδράσεις και ενέργειες του ποιητή, με αποκορύφωμα την πρόταση γάμου από τον ίδιο στην 23χρονη ετεροθαλή αδελφή του Hobhouse Ματίλδα το 1824, έκαναν τον καλοπροαίρετο Hobhouse (αργότερα Λόρδο Broughton) να διακόψει κάθε επαφή με τον ποιητή μας. Βλ. V. R. Vicent: (1949) , σελ. 122.
16. Τη Φλωριάνα ο Φώσκολος την απόκτησε από την εφήμερη σχέση του με την Αγγλίδα Sophia Hamilton το 1805 στις Valenciennes, όταν υπηρετούσε με τη Ιταλική μεραρχία στο στρατό του Ναπολέοντα, και τη συνάντησε για πρώτη φορά στην Αγγλία, το 1817 όταν ο ίδιος έμεινε ένα διάστημα στο χωριό East Molesey, στα περίχωρα του Λονδίνου. Η Φλωριάνα ζούσε τότε με τη γιαγιά της Lady Mary Walker Hamilton σε ένα σχετικά εύπορο περιβάλλο. Μετά τον ξαφνικό θάνατο της γιαγιάς στις 28 Φεβρουαρίου 1821 την κηδεμονία της νεαράς Φλωριάνας ανέλαβε ο Φώσκολος. Ελάχιστοι γνώριζαν ότι ήταν κόρη του και ο ίδιος την παρουσιάζει πάντα ως Miss Floriana.
17. Βλ. Ranzero, ό.π., σ. 125.
18. Ο Riego σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο του Oviedo, πρωτεύουσα του Πριγκηπάτου της Αστούριας στην Ισπανία, και ήταν επί 20ετία (1803-1823) canónigo (πρωθιερέας) του καθεδρικού ναού του Oviedo. Στο διάστημα της Γαλλικής Κατοχής (1808-1814) διακρίθηκε για την αντιστασιακή του δράση και το 1820 έλαβε ενεργό μέρος στο φιλελεύθερο συνταγματικό κίνημα που ηγήθηκε ο αδελφός του στρατηγός.
19. Μετά την αποτυχία του φιλελεύθερου κινήματος και την παλινόρθωση της απολυταρχίας, χάρις στα γαλλικά στρατεύματα, τα «100.000 παιδιά του Αγίου Λουδοβίκου», που έστειλε στην Ισπανία η Ιερά Συμμαχία, ο στρατηγός Rafael del Riego συνελήφθηκε και απαγχονίστηκε σε κεντρική πλατεία της Μαδρίτης, στις 7 Νοεμβρίου 1823, το δε πτώμα του κατατεμαχίστηκε και διασκορπίστηκε ώστε να μην υπάρξει τάφος γι αυτό, έγκλημα που κατασυγκίνησε τους απανταχού φιλελεύθερους. Βλ. Carmen de Burgos, Gloriosa vida y desdichada muerte de D. Rafael del Riego (un crimen de los Borbones). Madrid, 1931. Λίγο πριν από την εκτέλεση του στρατηγού ο ιερωμένος αδελφός του αυτοεξορίστηκε στην Αγγλία, όπου βρήκαν καταφύγιο και πλήθος άλλοι ισπανοί φιλελεύθεροι.
20. Βλ. Pecchio, όπ.π., σελ.248-249. Στις σχέσεις του Riego με τον Φώσκολο αναφέρεται επίσης ο ισπανός ιστορικός Vicente Lloréns, στο έργο του Liberales y Románticos, Una emigración española en Inglaterra (1824-1834). Editorial Castalia, Valencia 1979, σ. 55-59. Για τον ισπανό κληρικό βλ. ακόμη Gloria Sanz Testón, Miguel del Riego, un liberal olvidado. Ayuntamiento de Tineo {Asturias}, Tineo 2000.
21. Το σχέδιο του στρατηγού De Meester τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Βλ. Walker Wicks, όπ. π., σ. 82. Η ανάμειξη του Φώσκολου στα επαναστατικά αυτά σχέδια πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη, μολονότι δεν προκύπτει από γραπτές πηγές. Ωστόσο οι καλά πληροφορημένοι Αυστριακοί συνέχιζαν να θεωρούν τον Φώσκολο επικίνδυνο και το 1819 απαγορεύουν στην Βενετία την έκδοση των τραγωδιών του Ricciarda και Aiace. Εξ άλλου, το 1823 η Αυστριακή αστυνομία ζητεί από τον Πρόεδρο του Πανεπιστημίου της Παβίας να εξαλείψει από τον κατάλογο των Επιτίμων Καθηγητών το όνομα του Ούγου Φώσκολου. Βλ. Glauco Chambón, όπ. π., σελ. 310-311, σημ. 14.
22. Στις 28 Δεκεμβρίου 1826 ο Φώσκολος γράφει στον Riego: «Μετά την τελευταία μας συζήτηση, τις συμβουλές και την ενθάρρυνσή σας, είμαι απολύτως αποφασισμένος να πω, προς το παρόν, addio στους εκδότες, ελπίζοντας ότι καλύτεροι καιροί θα μου επιτρέψουν την καλλιέργεια των Γραμμάτων» {...}. Στη συνέχεια ο Φώσκολος ανακοινώνει στον Riego ότι θα αφιερώσει τις δυνάμεις του σε ένα ευγενέστερο σκοπό, τα μαθήματα Ελληνικής, Λατινικής και Ιταλικής λογοτεχνίας, και τον παρακαλεί να τον βοηθήσει στην εγγραφή μαθητών. Πρόκειται για την πρώτη γνωστή επιστολή του Φώσκολου στον Ισπανό κληρικό, που πρωτοδημοσίευσαν οι Orladini και Mayer (1854) και φυλάσσεται στην Labronica. Βλ και Sanz Testón, ό.π., σ. 83-84.
23. Βλ. Lloréns, ό.π., σελ. 56,
24. Την επιστολή πρωτοδημοσίευσε ο Pecchio, ό.π., σ. 251-252. Η παρούσα μετάφρασή της από τα Ιταλικά είναι του Ροδόλφου Μασλία, τον οποίο και ευχαριστώ θερμώς για την ευγενική προσφορά του.
25. Βλ. Franzero, ό.π., σ. 124.
26. Pecchio, ό.π., σ.254. Οι τέσσεροι πρώτοι αυτοεξόριστοι.
27. Lloréns, ό.π., σελ. 56.
28. Franzero, ό.π., σελ. 127.
29. Lloréns, ό.π., σελ. 56, και Walker Wicks, όπ. π.., σελ.. 66. Το Αρχείο του Φώσκολου φαίνεται ότι πέρασε στην κυριότητα του Riego μετά τον Μάϊο του 1830, και το πιθανότερο μετά τον θάνατο της Φλωριάνας. Στην Αλληλογραφία του Hobhouse (Broughton Correspondence) που φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο η Walker Wicks εντόπισε τρεις επιστολές του Cullen ο οποίος προσφέρει προς πώληση στον Hobhouse τα «χειρόγραφα» του Φώσκολου. Στην τελευταία επιστολή, με ημερομηνία 6 Μαϊου 1830, ο Cullen ζητεί από τον Hobhouse να δώσει 100 λίρες στερλίνες «for the Foscolo papers which you saw». Ο Hobhouse δεν ανταποκρίθηκε στην προσφορά. Walker Wicks, ό.π., σ. 66 και 211.
30. Vincent (1953), ό.π., σ. 211.
31. Βλ. Ferrero, ό.π., σ. 48.
32. Sanz Testón, ό.π., σ. 88.
33. Francesco Ferrero, Livorno e i grandi letterati italiani de Petrarca a d´ Annunzio. Società editrice tirrena, 1948, σ. 48-51.
34. Lloréns, ό.π., σελ. 56.
35. Chiarini, ό.π., σελ. 458, σημ. 2. Ένα από τα λάθη του Chiarini έχει σχέση με την ταυτότητα της μητέρας της Φλωριάνας. Από νεώτερες τεκμηριωμένες έρευνες της Walker Wicks προέκυψε ότι δεν ήταν η Fanny Emerrytt, που αναφέρει ο Chiarini αλλά η Sophia Hamilton. Βλ. Walker Wicks, ό.π., σ. 296-300.
36. Ο Pickering αθέτησε πολλές από τις συμφωνίες συνεργασίας που είχε με τον Φώσκολο και έφτασε, το 1826, στο σημείο να κλείσει τον ποιητή στη φυλακή για μια μικρή οφειλή. Βλ. Franzero, όπ. π., σ. 112.
37. Walker Wicks, ό.π., σ. 58.
38. Lloréns, ό.π., σ. 56 και A. Gil Novales, “Una lettera di Mazzini a Miguel del Riego”. Rivista Storica Italiana, LXXXVIII, III, σ. 539, Torino 1976.
39. Ferrero, ό.π., σελ. 48.
40. Lloréns, ό.π., σ. 56.
41. “ Londres. Impreso por Carlos Wood, Poppin´s Court, Fleet Street, 1843”. O Riego αφιερώνει το Romancero στον Hudson Gurney, τον οποίο αποκαλεί φίλο και μαικήνα.
42. Sanz Testón, ό.π., σ. 131.
43. Βλ. R. F. Brown και Frederick May, “Miguel del Riego and Floriana Foscolo”. Notes and Queries, CXCV, 1950, σ. 348, όπου απευθύνουν έκκληση για τον εντοπισμό του Αρχείου του Riego και για στοιχεία γύρω από τις σχέσεις του τελευταίου με την κόρη του ποιητή.


Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

1
Μια επιστολή του Φώσκολου στον εκδότη John Murray*

John Murray

«South Bank, 20 Αυγούστου 1822

{...} Τα τελευταία έξι χρόνια από τότε που ήρθα στην Αγγλία (στις 10 Σεπτεμβρίου 1816), εργάζομαι υπό συνθήκες ιδιαίτερα δυσμενείς, τις οποίες εσύ γνωρίζεις καλύτερα από κάθε άλλο, γιατί είσαι ο μόνος που μου έτεινε χείρα βοήθειας, με την τόσο θερμή φιλία και τις συνεχείς και ντελικάτες φροντίδες σου. Οι δυσκολίες μου έγιναν ακόμη πιο δυσβάσταχτες από τη στιγμή που οι κυβερνήσεις των Ιονίων Νήσων και της Ιταλίας απόκλεισαν τη δυνατότητα επιστροφής μου στις χώρες αυτές, όπου ένα ελάχιστο εισόδημα θα μου ήταν αρκετό, και δεν θα είμουν αναγκασμένος να κάνω εξευτελιστική χρήση των ικανοτήτων μου. Γεννήθηκα ένα πραγματικό άλογο κούρσας και, ύστερα από 40 περίπου χρόνια επιτυχών αγώνων, έχω τώρα φτάσει στο σημείο να τραβώ το κάρρο, να κάνω το δάσκαλο των γαλλικών στους γραμματείς μου, και τον διορθωτή των αγγλικών στους μεταφραστές μου, να γράφω σοφιστείες περί κριτικής, ασχολία που πάντοτε θεωρούσα σαν ένα είδος φιλολογικής αγυρτείας, και να συρράφω ασήμαντα άρθρα για βιβλία και εργασίες που ουδέποτε διάβασα. Πράγματι, αν δεν έχω ακόμη βυθιστεί στην οδυνηρή κατάσταση εκείνων που ξαφνικά οι περιστάσεις τους έχουν φέρει σε σημείο να απαρνηθούν τα αισθήματα και τις συνήθειές τους, αν δεν είμαι ακόμη ένας φρενοβλαβής, το οφείλω στη σιδερένια δύναμη των νεύρων μου. Τα νεύρα μου, ωστόσο, δεν θα αντέξουν τον επαπειλούμενο διασυρμό μου, ενδεχόμενο που πάντοτε έβλεπα με τρόμο. Ο χρόνος και η τύχη με έχουν διδάξει να αντιμετωπίζω όλα τα κακά με σθένος, αλλά η ιδέα ενός στίγματος στον χαρακτήρα μου παραλύει μέρα με τη μέρα τα γόνατα. Αφού λοιπόν πρέπει να ζήσω και να πεθάνω στην Αγγλία και να εξασφαλίσω τα προς το ζειν κυρίως από την εργασία μου , θα πρέπει να συμβιβάσω, αν όχι την εργασία με την λογοτεχνική υπόληψη, τουλάχιστο την εργασία και ζωή με ένα αστιγμάτιστο όνομα {...}.

Τα διαμερίσματά μου {το Digamma Cottage} ευπρεπώς επιπλωμένα μου προσφέρουν μια ατμόσφαιρα υπόληψης και άνεσης, που απολαμβάνω φανταζόμενος ότι δεν έχω περιπέσει στην έσχατη των περιστάσεων. Γιατί έχω πάντοτε διακηρύξει ότι θέλω να πεθάνω σαν genleman, σε ένα αξιοπρεπές κρεβάτι, τριγυρισμένος από τα εκμαγεία (γιατί τα μαρμάρινα αγάλματα είναι ακριβά) της Αφροδίτης, του Απολλωνα και των Χαρίτων, και από τα μπούστα μεγάλων ανδρών, και ακόμη ανάμεσα σε λουλούδια και, ει δυνατόν, με μια χαριτωμένη αθώα ύπαρξη στο διπλανό δωμάτιο να παίζει μια μελωδία στο παλιό πιανοφόρτε. Έτσι πεθαίνει ο ήρωας του μυθiστορήματός μου {...}.

Αντί λοιπόν να φλερτάρω την συμπάθεια της ανθρωπότητας, προτιμώ να ξεχαστώ από τους επιγενόμενους παρά να τους δώσω την ευχαρίστηση να βγάζουν σπαραξικάρδιους αναστεναγμούς ότι πέθανα στην ψάθα σαν τον Camoens και τον Tasso. Μια και μου μέλλεται να ταφώ στη χώρα σας, είμαι ευτυχής που εξασφάλισα για το υπόλοιπον της ζωής μου μια βίλα, κτισμένη σε δικό μου σχέδιο και περιτρυγυρισμένη από θαμνοειδή φυτά και λουλούδια, στα κράσπεδα σχεδόν της πόλης, ήσυχη σαν σπίτι της εξοχής και ανοικτή στον καθαρό αέρα. Όταν θα είμαι σε θέση να διαθέσω εκατό στερλίνες θα κτίσω επίσης ένα μνήμα για το πτώμα μου, κάτω από ένα ωραίο πλατάνι της Ανατολής, το οποίο προτίθεμαι να φυτέψω τον προσεχή Νοέμβριο και που θα φροντίζω με αγάπη. Ώς εδώ είμαι πράγματι ένας επικούριος, σε όλα τα άλλα όμως είμαι ο πιο εγκρατής μεταξύ των ανθρώπων {...}.

Ζητώντας να βρω ένα τρόπο σωτηρίας, θεωρώ ως πρωταρχικό μου μέλημα την απομάκρυνση της τυραννίας της ανάγκης, έτσι ώστε να μη κινδυνεύσουν το καλό μου όνομα και τα συμφέροντα ενός φίλου που πάντοτε μου συμπαραστάθηκε και του οποίου την βοήθεια αναγκάζομαι να ζητήσω για μια ακόμη φορά {...}».

*Βλ. Samuel Smiles: John Murray: A Publisher and His Friends. John Murray ed. London 1911 και πρόσφατη επανέκδοση The Eco Library, 2006.

Ο Smiles αναφέρει ότι πρόκειται για μια επιστολή 13 σελίδων, σε σχήμα 4ο, από την οποία δημοσιεύει μόνο τα παραπάνω αποσπάσματα. Για το υπόλοιπον κείμενο αναφέρει περιληπτικά τα εξής: Ο Φώσκολος πληροφορεί τον Murray ότι τα χρέη του ανέρχονται στις 600 λίρες στερλίνες και ότι για να ζήσει θέλει τουλάχιστον 400 λίρες το χρόνο. Του ζητεί δε ένα δάνειο 1000 λιρών στερλινών, αναλαμβάνοντας να το ξεπληρώσει σε μια πενταετία, γράφοντας άρθρα για την επιθεώρηση Quarterly. Ο Murray ανταποκρίθηκε πληρώνοντας τα πιο απαιτητικά χρέη του Φώσκολου και προσφέροντας στους τραπεζίτες του μια εγγύηση 300 λιρών για έξι μήνες. Σύμφωνα πάντα με τον Smiles, πολλοί ήσαν τότε οι φίλοι του Φώσκολου, όπως οι Hallam και Wilbraham, που έσπευσαν να συνδράμουν τον ποιητή στη δύσκολη αυτή κατάσταση προσφέροντάς του χρήματα τα οποία εκείνος αρνήθηκε ως «δωρεάν», αλλά δεν είχε αντίρρηση να τα δεχτεί ως «δάνειον». Smiles, (2006) όπ. π., σελ. 183 – 184.



John Cam Hobhouse


Lord Byron


2
Απόσπασμα επιστολής του Hobhouse στον Μπάυρον που αναφέρεται στον Φώσκολο*

“Λονδίνο, 23 Φεβρουαρίου 1824

Αγαπητέ μου Μπάυρον,

{...} Ο Ούγος Φώσκολος σκέπτεται να φύγει αμέσως για την Ελλάδα με σκοπό να συγκεντρώσει στοιχεία σχετικά με την πορεία του πολέμου και, ει δυνατόν, να προσφέρει τις υπηρεσίες του – υποθέτω υπό την ιδιότητα του Τυρταίου, γιατί δεν φημίζεται για «δεξιοτέχνης στην ξιφομαχία» {1}, μολονότι υπήρξε συνταγματάρχης της Ναπολεόντιας σχολής. Όταν θα βρίσκεται στην Ελλάδα προτίθεται να περάσει από το στρατηγείο σου. Αν πράγματι συναντηθείτε θα δεις το πόσο ασυνήθιστος άνθρωπος είναι, όχι υπερβολικά ευχάριστος τύπος αλλά δεινός συζητητής. Δεν έχω ποτέ ακούσει από το στόμα του μια κοινοτοπία. Εδώ έκανε πολλούς εχθρούς και ολίγους φίλους, είναι δε αληθινός ποιητής, ιδιαίτερα τούτο το μάλλον μη πρακτικό.{…}

Αληθινά δικός σου πάντα,

JOHN C. HOBHOUSE”

{1} Η φράση σε εισαγωγικά από τον Σαίξσπηρ: “An I thought had been valiant and so cunning in fence”. Twelve Night, Act. III, Sc. 4.3. Ο Hobhouse γράφει “at fence”.

*Πρόκειται για την πρωτελευταία επιστολή του Hobhouse στον Μπάυρον, ο οποίος πέθανε στο Μεσολόγγι. λίγες εβδομάδες αργότερα. Ο Φώσκολος τελικά δεν κατέβηκε στην Ελλάδα. Βλ. Lord Byron´s Correspondence, Edited by John Murray, New York, Charles Scribner´s Sons, 1922, vol. II, σελ.295-296. Ένα μήνα αργότερα ο Hobhouse θα διακόψει οριστικά κάθε σχέση με τον Φώσκολο. Vincent (1949), ό.π., σ. 122.


Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Φεστιβάλ Αθηνών - Εθνική Λυρική Σκηνή

ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ

Το Φεστιβάλ Αθηνών ξεκίνησε τη φετινή σαιζόν θριαμβευτικά στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού [1, 3, 4, 5, 6 Ιουνίου 2011], με μία νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, το «δίπτυχο» Καβαλερία Ρουστικάνα [Αγροτική Ιπποσύνη] του Πιέτρο Μασκάνι [1863-1945] και Παλιάτσοι του Ρουτζέρο Λεονκαβάλλο [1857-1919], σε σκηνοθετική επιμέλεια του καλλιτεχνικού διευθυντή της Όπερας του Μπέρμιγχαμ, Γκράχαμ Βικ, και μουσική διεύθυνση του αρχιμουσικού Λουκά Καρυτινού. Θα ακολουθήσει και μία δεύτερη παραγωγή της Λυρικής Σκηνής με τον Ναμπούκο του Βέρντι από τις 26 έως και στις 28 Ιουνίου.

Στην ιστορία της Ιταλικής Όπερας η Cavalleria Rusticana κατέχει σημαντική θέση. Είναι η εποχή του Βερισμού, κίνημα που απλώνεται στην Ιταλία και είναι το αντίστοιχο ρεαλιστικό κίνημα της Γαλλίας, από τις πιο δημιουργικές περιόδους του 19ου αιώνα και που αγκαλιάζει εκτός από τη Μουσική, τη Λογοτεχνία και τη ζωγραφική.

Ο σημαντικότερος συγγραφέας του Ιταλικού Βερισμού, [vero-αληθινό], Giovanni Verga, γεννήθηκε και πέθανε στην Κατάνη της Σικελίας [ 1840–1922]. Επηρεασμένος στην αρχή από τους μεγάλους Γάλλους συγγραφείς Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Ζολά ξεφεύγει σύντομα από την επιρροή τους και αρδεύει στοιχεία, ανεκμετάλλευτα ως τότε, από τις ανεξάντλητες πηγές της Νοτίου Ιταλίας, Νάπολη, Σικελία, εμπλουτίζοντας την Ιταλική Λογοτεχνία. Ανάμεσα στα έργα που γράφει, δύο έχουν τον ίδιο τίτλο: Cavalleria Rusticana. Το ένα είναι διήγημα και το άλλο θεατρικό έργο, το οποίο παίχτηκε το 1884 με την Ελεονόρα Ντούζε στο ρόλο της Σαντούτσας. Αυτό το έργο έγινε η βάση για το ποιητικό λιμπρέτο των Τζιοβάνι Τοτσέτι και Γκουίντο Μενάσι. Και επειδή ο χρόνος πίεζε τους δύο λιμπρετίστες να το παραδώσουν, για να υποβληθεί στο διαγωνισμό πρωτοεμφανιζόμενου συνθέτη από τον εκδοτικό οίκο Souzogna του Μιλάνο, φημολογείται, ότι οι δύο συγγραφείς έστελναν καθημερινά με επιστολικά δελτάρια τα κείμενά τους στον συνθέτη για να γράψει τη μουσική. Τελικά το έργο του Mascagni κέρδισε το πρώτο βραβείο και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 17 Μαΐου του 1890 στο θέατρο Constanzi της Ρώμης.

Ο Ρουτζέρο Λεονκαβάλλο, Ναπολιτάνος, από εύπορη οικογένεια, γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1875 και πέθανε στο Μοντεκατίνι το 1919. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός και τον ενθάρρυνε να σπουδάσει μουσική. Εκείνος που συνέβαλε, όμως, στην τελική του απόφαση να ασχοληθεί με τη μουσική ήταν ένας φίλος του ποιητής, που του μετέδωσε το πάθος του για τον Βάγκνερ. Παρακολούθησαν μαζί τις παραστάσεις του Ριέντσι [1876] και του Ιπτάμενου Ολλανδού [1877], παραστάσεις καθοριστικές για την μετέπειτα πορεία του, αφού από τότε αρχίζει όχι μόνο να συνθέτει αλλά και να γράφει λιμπρέτα. Είναι γνωστή η συνεργασία του στη συγγραφή του ποιητικού λιμπρέτου Μανόν Λεσκό για την ομώνυμη όπερα του Τζάκομο Πουτσίνι. Η μεγάλη επιτυχία τής Καβαλερία Ρουστικάνα τον ενθάρρυνε και περίμενε την ευκαιρία να αποδείξει και το δικό του ταλέντο, ευκαιρία που ήρθε από τον εκδότη Εντουάρτο Σοντζόνο με τη βοήθεια του οποίου ολοκλήρωσε τους Παλιάτσους που έμελλε να θριαμβεύσουν. Το έργο παρουσιάστηκε στις 21 Μαΐου του 1892 στο θέατρο Dal Verme του Μιλάνο, με αρχιμουσικό τον Αρτούρο Τοσκανίνι στα 25 μόλις χρόνια του.

Ο Άγγλος σκηνοθέτης Γκράχαμ Βικ απέδωσε την ερμηνεία του καθαρού Βερισμού. Ανανέωσε τα δύο έργα με στοιχεία απλά, καθημερινά και είδε τις δύο όπερες με περισσότερη θεατρική ματιά, στοιχείο που τις μεταμόρφωσε και τις απάλλαξε από το φθαρμένο στυλιζάρισμα. Αξιοποίησε τα στοιχεία της τραγωδίας αλλά και την απλότητα των λαϊκών δρωμένων. Ανέδειξε τη μικρή κοινωνία των αγροτών και τόνισε τη θρησκευτική τους τελετουργία. Μέσα σε ένα υπέροχο ελαιώνα απλωμένο αμφιθεατρικά στο λογείο του αρχαίου θεάτρου από τον σκηνογράφο Γιώργο Σουγλίδη -ίσως είναι από τις ωραιότερες σκηνογραφίες που έχουμε δει τελευταία χρόνια, να δένει τόσο αρμονικά με τη σκηνή του Ηρωδείου- διαδραματίζεται η Καβαλερία Ρουστικάνα, μια όπερα με ανθρώπους γεμάτους δύναμη. Στην Καβαλερία, σε αντίθεση με την ενδυματολογική αμφίεση των μαυροφορεμένων ηρώων μυρίζει η Άνοιξη, την τραγική, μάλιστα, στιγμή που, το κοινό περί «τιμής» αίσθημα, αποβάλλει από το χωριό ένα νέο κορίτσι που κάποτε «παραστράτησε». Οι ερμηνευτές κέντησαν τους ρόλους τους με όλα αυτά τα στοιχεία αλλά και με το χρώμα και την ιδιαιτερότητα του νότου και πρόσθεσαν στις μουσικές φράσεις τη ζεστασιά της ανάσας τους, το σκέρτσο και τη χάρη τους.

Με πρόσθετο σκηνικό μια θεατρική τέντα και με τη δράση να τοποθετείτε από το σκηνοθέτη και το σκηνογράφο μετά τον πόλεμο της Ιταλίας, σε μια πανδαισία χρωμάτων, με ένα πλήθος καλλιτεχνών να ανεβοκατεβαίνει από τις σκάλες, να τρέχει στους διαδρόμους, με τα τρισχαριτωμένα παιδιά να παίζουν και να παίρνουν όλοι μαζί τη θέση τους στον ελαιώνα περιμένοντας, μαζί με μας, την «θέατρο εν θεάτρω» παράσταση των Παλιάτσων. Όπερα με τους θεατρίνους αφημένους στα πάθη τους, σκοτεινούς, φτιασιδωμένους, τσαλακωμένους, με την αγωνία να επιτείνεται από τον περίκλειστο χώρο τους, να ωθούνται στη βιαιότητα και να καταλήγουν στο έσχατο σκαλοπάτι της ανθρώπινης πτώσης, στο φόνο. Πετώντας, ο «ήρωας» της όπερας, Κάνιο, το ματωμένο μαχαίρι από τα χέρια του θα ακουστεί η φράση που ο μυθικός τενόρος Ενρίκο Καρούζο έκανε διάσημη στην Αμερική των αρχών του 20ού αιώνα “La commedia e finita”.

Τελείωσε και για μας η παράσταση και γεμάτοι από την εφορία, που μας δώρισαν, περιμένουμε τη δεύτερη παραγωγή της Λυρικής Σκηνής, το Ναμπούκο του Βέρντι.

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος: ΠΟΥ ΠΑΜΕ;

Σε τέτοιες κρίσιμες ώρες που περνά ο τόπος μας ο δημόσιος λόγος γίνεται δύσκολο άθλημα. Από τη μια είναι δημοφιλής η ανέξοδη επιλογή να γίνει καταγγελτικός, αλλά κινδυνεύει να χάσει την επαφή με την πραγματικότητα, αν προσπαθήσει να γίνει παρηγορητικός και ενισχυτικός. Και όμως, πρέπει να αρθρωθεί λόγος.

Από ολοένα και περισσότερους διατυπώνεται η άποψη πως η έξοδος από την οικονομική κρίση στην οποία έχουμε βρεθεί θα διευκολυνθή αν συνοδεύεται από ριζική αλλαγή νοοτροπίας. Αλλαγή δηλαδή των στάσεών μας απέναντι στη ζωή και στη κοινωνία. Οι ημέρες μας ευνοούν τους στοχασμούς μας σχετικά με αυτή την αλλαγή σελίδας.

Τα σφάλματα που διαπράξαμε ως λαός και τα οποία μας έφεραν σε αυτό το κατάντημα είναι ήδη γνωστά και χιλιοειπωμένα. Θα ήθελα όμως να επισημάνω πως οι προδιαγραφές για μιαν υγιέστερη κοινωνική ζωή είχαν διατυπωθεί αιώνες πριν, μέσα από την θεολογική μας παράδοση.

Για παράδειγμα ως προς την ανάγκη ενότητος, τόσο σπάνιας για το έθνος μας, ο Απόστολος Παύλος είχε συμβουλεύσει: "Προσέξτε γιατί αν δαγκώνει ο ένας τον άλλο θα αλληλοεξοντωθήτε μεταξύ σας". Ο Μέγας Βασίλειος είχε επισημάνει ότι "κάθε τι στη φύση και όλα τα ανθρώπινα πράγματα έχουν όρια και τέλος εκτός από τον τόκο (!)", υποδεικνύοντας έτσι την οιονεί μεταφυσική προέκταση που λαμβάνει το χρήμα στις συνειδήσεις, όταν κυριαρχεί η απληστία, μια διάσταση που φέρει πελώρια ευθύνη για τις σημερινές τρομακτικές ανισότητες.

Εξ άλλου ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά κάτι που φαίνεται να λησμονήσαμε: "Κανείς από όσους ασκούν χειρωνακτικό επάγγελμα να μην ντρέπεται, αλλά να ντρέπονται, όσοι τρέφονται άδικα και μένουν αργοί" προσθέτοντας ότι "τα γνωρίσματα του αληθινά φιλοσοφημένου και καλλιεργημένου ανθρώπου είναι η περιφρόνηση του πλούτου και της δόξας, καθώς και το να είναι ανώτερος από φθόνο και κάθε πάθος".

Ακόμη, ο ησυχαστής άγιος Γρηγόριος Παλαμάς με τόλμη καταγγέλει ως πλεονέκτη "όχι μόνο εκείνον που σφετερίζεται τα ξένα αλλά και αυτόν που που οικειοποιείται τα κοινά, δηλαδή όχι μόνον εκείνον που αδικεί κάποιον άλλο αλλά και αυτόν που δεν μεταδίδει στους έχοντες ανάγκη από αυτά που νόμιμα απέκτησε".

Παραθέτω ελάχιστα παραδείγματα, απλώς ενδεικτικά, από τις άφθονες εκείνες παρακαταθήκες αληθινής πνευματικότητος που μας κληροδότησαν οι άγιοι πρόγονοί μας. Εμείς απλώς διαπιστώνουμε πόσο μικροί σταθήκαμε απέναντι σε αυτές τις παραινέσεις και ότι τώρα απλώς θερίζουμε τις συνέπειες της αφροσύνης μας.

Οπωσδήποτε θα μπορούσε να ακουστεί εδώ ο αντίλογος:

Οι παραπάνω θέσεις αντανακλούν μια γενικότερη ηθική υπευθυνότητα την οποία ενδεχομένως συμμερίζονται και άνθρωποι μη πιστοί. Είναι αλήθεια αυτό και πράγματι τιμούμε τους αδελφούς μας που αγωνίζονται να παραμένουν ακέραιοι και συνεπείς, με ηθικές αρχές χωρίς να έχουν την αναφορά τους στην θρησκευτική πίστη. Στηρίζουν την κοινωνία και αποτελούν παραδείγματα για όλους μας. Όμως δεν είναι δυνατό να παρασιωπήσουμε το ξεχωριστό κίνητρο της ηθικότητας των πιστών χριστιανών: την επίγνωση ότι κάθε συνάνθρωπος αποτελεί εικόνα Θεού και γι' αυτό κάθε μορφή αδικίας προσβάλλει τον Ίδιο τον Δημιουργό. Η ένταξη στον εκκλησιαστικό τρόπο ζωής προσφέρει το πλεονέκτημα της ηθικής στάσης όχι απλώς ως υπακοής σε αφηρημένες αρχές αλλά ως αγάπης προς τα ζωντανά πρόσωπα του Θεού και των εικόνων Του.

Μια τέτοια στάση ζωής έχει εμπνεύσει πολλές και ποικίλες μορφές κοινωνικής συμπαράστασης. Στον εκκλησιαστικό χώρο, εκτός από την αθόρυβη συμπαράσταση στα ποικίλα προβλήματα των ανθρώπων την οποίαν έχουν επωμισθεί οι κληρικοί μας, έχουμε συχνά την ευλογία να συναντούμε αξιοζήλευτες δράσεις κοινωνικής υπευθυνότητος των λαϊκών αδελφών μας, πάντα εθελοντικές, αφανή στήριξη στην οικογένεια, εργασία σε συσσίτια, φροντίδα απόρων, συμπαράσταση σε εφήβους και νέους, μέριμνα για μετανάστες, ιεραποστολή σε μακρυνές και δύσκολες χώρες, προσφορά σε νεανικές ομάδες και κατασκηνώσεις και άλλα πολλά. Αν σε αυτές προστεθούν και οι ανθρωπιστικές δράσεις από μη εκκλησιαστικούς χώρους καθώς και οι διάφορες μορφές αυτοοργάνωσης με στόχο την κοινωνική αλληλεγγύη οι οποίες εμφανίζονται τελευταία, τότε μάλλον δικαιούμαστε να ελπίζουμε. Ο λαός μας διαθέτει ακόμη μεγάλα αποθέματα ανθρωπιάς και δυναμισμού.

Αλλά δεν αρκούν. Χρειάζεται να κινητοποιηθεί μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας μας. Το κυριώτερο: απαιτείται μια εμβάθυνση στην πνευματική μας κληρονομιά, ώστε να προκύψει μια νέα ιεράρχηση των αξιών μας.

Καθώς ατενίζουμε με δέος και σφίξιμο καρδιάς τα οικονομικά μέτρα για την έξοδο από την κρίση, ταυτόχρονα αγνοούμε και αναρωτιόμαστε ποιό τοπίο θα αντικρύσουμε βγαίνοντας από αυτήν; Ποιές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις θα έχουν τα εν λόγω μέτρα στην οικογένεια, στις εργασιακές σχέσεις, στα όνειρα της νεολαίας; Σε ποιά κατάσταση θα βρεθούν, με τα νέα δεδομένα, η ελληνική κοινωνία και (γιατί όχι;) η ελληνική πολιτεία μέσα στη διεθνή πραγματικότητα; Ποιό κοινωνικό ήθος θα γεννηθή αύριο;

Θα αποτελεί μοιραίο λάθος να παρακολουθούμε παθητικά αυτή τη διεργασία σχηματισμού του νέου τοπίου. Εφ' όσον λιγότερο η περισσότερο, υπήρξαμε όλοι μέρος της κρίσεως, μπορούμε να γίνουμε μέρος της αλλαγής. Έχουμε και τη δυνατότητα και το καθήκον να συμβάλουμε στη διαμόρφωση της υγιέστερης κοινωνίας που όλοι επιθυμούμε και οραματιζόμαστε. Μόνο που για το έργο αυτό χρειαζόμαστε τον κατάλληλο πνευματικό εξοπλισμό.

Θα αρπάξουμε την ευκαιρία;

[Εφημερίδα Η Καθημερινή της Κυριακής, 5 Ιουνίου 2011
Εικαστικό σχόλιο: Μικρός ψαράς, Χαρακτικό Δημήτρη Γιαννουκάκη(1940)]

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου: ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

[Από τον Τιμητικό Τόμο Φιόρα τιμής για τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β΄ Συνετό, Ζάκυνθος 2009, σσ. 743-754]

Ἡ ἁγία μορφή τοῦ πανσόφου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου ὑπῆρξε πράγματι μεγάλη. Ὁ πάπας Ἰωάννης H΄ τόν ἀναφέρει: «Θαυμασιώτατον καί εὐλαβέστατον Ἀρχιερέα Θεοῦ». Ὁ ἐπίσκοπος Παφλαγονίας Δαβίδ τόν ὀνομάζει εὐγενῆ, σοφό, συνετό, εὐδόκιμο. Ὁ Γεώργιος Κεδρηνός τόν λέγει: γνωστό γιά τή σοφία του πρωτασηκρήτη. Ὁ ἐπίσκοπος Κυθήρων Μάξιμος ὁ Μαργούνιος τόν χαρακτηρίζει: σοφώτατο, ἱερό, θαυμαστό ἐπιστολογράφο, κριτικό ἔντεχνο κι εὐκρινέστατο, ἱστορικό ἀκριβῆ, πανεπιστήμονα. Ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς προλογίζοντας βιβλία, γράφει περί τοῦ ἱεροῦ πατρός: πολυμαθέστατος Πατριάρχης, σοφός συγγραφέας. Ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος τόν ὀνομάζει: μέγα ὄνομα, θαῦμα τῶν αἰώνων, μεγαλοφυῆ, σοφό, ἐνάρετο, κλέος ἀγέραστο, πραγμάτων ἀλήθεια, δοξασμένο, λαμπρό, θησαυρό μέ ἀθάνατα βιβλία, πολυμαθή ἱστορικό, γραμματικό, μουσικό, ποιητή, γεωγράφο, χρονολόγο, ἀρχαιολόγο, πάμπλουτο φιλόλογο, μεγαλοφυέστατο κριτικό, ἐπιστολογράφο φιλόσοφο, μαθηματικό, ἰατρό, εὐφραδέστατο ρήτορα, νομικό, πολιτικό, κανονολόγο, ἱερό θεολόγο, χαριτωμένο λογοτέχνη, εὐφυῆ κι εὔγλωττο. Ὁ Σπυρίδων Ζαμπέλιος τόν χαρακτηρίζει: κλεινό ὄνομα, εὐφυῆ, φιλόπονο, ἀγγελικό, εὐαγγελικό, φιλογενῆ, ζωντανή βιβλιοθήκη, μουσεῖο σοφίας, θυσαυροφυλάκιο κοσμιότητος, μνημεῖο θεόκτιστο, ὀξυδερκῆ, προγνωστικό, γενναιόψυχο, ἐλεύθερο, σωτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡρωϊκό σωτήρα, περιβόητο πρόσωπο, μεγαλόνοα ἱστορικό ἀξιοζήλευτο, ἀπτόητο, ἀτάραχο, ἐξόριστο, γαλήνιο. Ἀρκετοί ἄλλοι σύγχρονοί καί παλαιότεροι, ἡμέτεροι καί Δυτικοί πολλά θετικά γράφουν, ἀλλά καί ἀρνητικά, γιατί πάντα ἐνοχλεῖ τούς μή ἐνάρετους ἡ σοφή ἀρετή.

Γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 820. Κατήγετο ἀπό ἐπιφανῆ οἰκογένεια. Ὁ πατέρας του Σέργιος εἶχε θεῖο τόν πατριάρχη Ταράσιο (+806). Ἡ μητέρα του Εἰρήνη εἶχε ἀδελφό, πού εἶχε συζευχθεῖ τήν ἀδελφή τῆς αὐτοκράτειρας Θεοδώρας. Οἱ γονεῖς του ὑπέστησαν μαρτύρια γιά τήν ὀρθή τιμή καί προσκύνιση τῶν ἁγίων εἰκόνων, διώχθηκαν κι ἐξορίσθηκαν. Πολύ νέος ἀγάπησε τήν προσευχή καί τή μοναχική ζωή, τή μάθηση καί τήν πρόοδο. Ἀργότερα θά πεῖ ὁ ἴδιος σ᾽ ἕνα πατέρα: φρόντιζε ν’ ἀσκεῖς τά παιδιά σου μέ σοφία κι ἀρετή, ὥστε καί νέοι νά ἔχουν ὡραία ζωή καί γέροι νά μήν ζητοῦν ἄλλη βοήθεια. Ἔλαβε σπουδαία μόρφωση, πού μαζί μέ τήν εὐφυΐα, τήν κρίση καί τή μνήμη, τοῦ ἔδωσε δυνατό ὁπλισμό γιά τούς κατοπινούς ἀγῶνες του. Ὁ πλοῦτος δέν τοῦ ἔδωσε περίσπαση καί ἡ γνώση ἔπαρση. Ἡ δίψα γιά μάθηση τοῦ χάρισε ζῆλο γιά νά τή μεταδώσει ἁπλόχερα σέ ὅσους τόν πλησίασαν.

Ὅλη του ἡ ζωή εἶναι μιά συνεχής διδασκαλία. Τό φῶς του θέλει νά τό προσφέρει καί γιά τήν πρόοδο ἄλλων. Ὁ Κρουμβάχερ θά πεῖ: «Μέγας τοῦ ἔθνους του διδάσκαλος». Ὅλα τά ἔργα τοῦ Φωτίου ἔχουν διδακτικό ὕφος. Τό σπίτι του τό κάνει σχολεῖο. Εἶχε μιά πλούσια καί σπάνια βιβλιοθήκη. Εἶχε ἀγαπητούς μαθητές, φίλους τῆς ὑψηλῆς παιδείας. Τό ἀξιοζήλευτο ἦθος του καί ἡ σοφή δημιουργικότητά του τόν συνέδεαν μέ τούς μαθητές του, τούς φιλόπονους, τούς φιλομαθεῖς, τίς λεπτές διάνοιες, τούς ἀναζητητές τῆς ἀλήθειας, τούς ἀγαπῶντες τά θεῖα λόγια, καθώς ὁ ἴδιος μιλᾶ γι᾽ αὐτούς. Τό σπουδαστήριό του ἦταν ἐντευκτήριο ψυχῶν, πού τούς κατηύθηνε ἡ εὐσέβεια καί ἡ παιδαγωγική τοῦ σοφοῦ ἱεροῦ διδασκάλου.

Ὁ Φώτιος δίδαξε στό πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας θεολογία, λογική, διαλεκτική καί φιλολογία μέ μαθητές τόν ἅγιο Κύριλλο, τόν φωτιστή τῶν Σλάβων, τόν αὐτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τόν Σοφό, τόν Καισαρείας Ἀρέθα καί ἄλλους. Τό πανεπιστήμιο αὐτό τό ἀναδιοργάνωσε, ὅπως καί τήν Πατριαρχική Σχολή, πού ἔδωσε νέα πνοή, ὁ ἄξιος κι ἐμπνευσμένος πανεπιστήμων. Ἡ ἀρχαιογνωσία του εἶναι ἐκπληκτική καί τοῦτο φαίνεται καθαρά στά ἔργα του, ὅπου μέ ἄνεση διαβαίνει ὅλους τούς αἰῶνες, κρίνοντας ἄφοβα, ἀπτόητα, ὑπεύθυνα. Δέν γίνεται ἀπολογητής, ἀφήνει τόν πολιτισμό νά κυλᾶ, γνωρίζει τήν ἀνωτερότητα τοῦ ὑψηλοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος. Ἦταν ἐπιστήμων, ἦταν ἀντικειμενικός, ἦταν ἀποδεικτικός, σαφής, ἀνόθευτος. Ὑποκειμενισμός καί σκεπτικισμός τοῦ ἦταν ἄγνωστα, γιατί εἶχε ἄγρυπνο νοῦ. Αὐτή ἡ ἀγρύπνια τοῦ νοῦ του τόν ἀξιώνει νά μή καταδικάζει οὔτε τούς σκεπτικιστές, ἀφοῦ τοῦ δίνουν τήν εὐκαιρία ν’ ἀκονίζει τό πνεῦμα του. Ἦταν ἱκανός καί γι’ αὐτό καλός κριτικός. Ἦταν προσεκτικός ἀναγνώστης, κάτοχος τοῦ θέματος καί γι’ αὐτό εἶχε ὀρθές κρίσεις. Ὡς ἀληθινός φίλος τῆς σοφίας ὑπῆρξε πάντα εὔστοχος παρατηρητής, αὐθεντικός καί λακωνικός, εὐρύς κι ὄχι ἐπιπόλαια ἐνθουσιώδης. Κλασσικιστής ἀλλ’ ὄχι ὀρθολογιστής, ἀμερόληπτος χριστιανός. Μελετᾶ τόν Πλάτωνα καί τόν Μέγα Βασίλειο καί δέν βρίσκει σέ τίποτε νά ὑπερτερεῖ ὁ πρῶτος τοῦ δεύτερου. Εὔγλωττος ρήτορας κι ὄχι φλύαρος σοφιστής. Δέν ἀγαποῦσε τήν πολυλογία, πού φέρνει τήν κενοδοξία. Θεωροῦσε τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης λαμπρό ρήτορα «καί ἡδονῆς τοῖς ὠσίν ἀποστάζων» καί τόν Μ. Βασίλειο «ἄριστον ἐν πᾶσι τοῖς αὐτοῦ λόγοις». Ἡ ἑλληνομάθειά του κι ἡ φιλολογική του κατάρτιση εἶναι ἀπαράμιλλα καί δημιουργοῦν μιά ὑψηλή λογοτεχνία, ἄρτιου πνευματικοῦ ἐπιπέδου.

Ὁ Φώτιος γιά τή σοφία του ἀπέκτησε ἐχθρούς. Οἱ φανατικοί, ζηλωτικοί, κοντόθωροι, συντηρητικοί κύκλοι, τόν ὑποψιάζονταν συνεχῶς, τόν κατηγοροῦσαν ἀσύστολα. Ὁ Φώτιος ἀγωνιζόταν νά συνδυάσει τήν ἐπιστημονική σοφία μέ τή χριστιανική πίστη. Κατανοοῦσε τό ἀπαραίτητο μιᾶς τέτοιας ἁρμονικῆς σύζευξης, τῆς διάνοιξης μίας νέας ὁδοῦ, τῆς ἀληθινῆς φιλοσοφίας νά ὑπηρετεῖ τή θεολογία. Τή μοναχική βιοτή, «ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις πατρᾶσι» ἀγαπᾶ, τιμᾶ καί σέβεται καί ὀνομάζει φιλόσοφο βίο καί τούς μοναχούς ἀληθινούς φιλοσόφους τοῦ πανεπιστημίου τῆς ἱερᾶς ἡσυχίας τῆς ἐρήμου, τούς ὁποίους ὅμως δέν μπόρεσε ν’ ἀκολουθήσει, ζώντας πάντως κι ἀσπαζόμενος τίς ἀρετές τους μέσα στή μεγάλη πόλη.

Ὁ Μιχαήλ Γ΄ τοῦ ἔδωσε βασιλικά ἀξιώματα, τοῦ πρωτοσπαθάριου καί τοῦ πρωτασηκρήτη, δηλαδή αὐλικοῦ τῆς φρουρᾶς καί διπλωμάτη. Οἱ ἀσχολίες του καί οἱ ἀποστολές του δέν τόν ἀπομάκρυναν ἀπό τίς φίλες μελέτες καί συγγραφές του. Πιεζόμενος καί πράγματι δίχως νά θέλει ἀνέβηκε στόν πατριαρχικό θρόνο, γία νά φέρει στούς διασκορπισμένους καί φιλονεικοῦντες τήν ὁμοφροσύνη καί τήν ὁμογνωμοσύνη. Ἔτσι μέσα σέ πέντε ἡμέρες ἔγινε μοναχός, ὑποδιάκονος, διάκονος, πρεσβύτερος καί ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Μέ τή μεσολάβηση τοῦ πάπα Νικολάου καί ὀπαδῶν τοῦ πρώην Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου δημιουργήθηκαν διχοστασίες καί διχογνωμίες. Ὁ πάπας θεώρησε ἰδανική τήν περίπτωση γιά νά προβάλλει τίς ἐπεκτατικές καί ἀντιδημοκρατικές διαθέσεις του. Ὁ Φώτιος καυτηριάζει μέ δριμύτητα σ’ ἐπιστολές του τά σοβαρά παπικά λάθη περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ πρωτείου κ.λπ. Δυστυχῶς ἡ διαφορά μεταξύ Φωτίου καί Ἰγνατίου διήρκησε ἐπί πολύ. Ὁ Φώτιος γεύθηκε τήν πικρή ἐξορία καί ὅτι στερήσεις τήν ἀκολουθοῦν. Τέλος συμφιλιώθηκε μέ τόν Ἰγνάτιο κι ἐπανῆλθε στόν θρόνο του. Οἱ πολιτικές καταστάσεις εἶχαν μεγάλη ταραχή, πού ἐπηρέαζαν καί τήν Ἐκκλησία. Στή λεγόμενη Ὄγδοη Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη δικαιώθηκε ἀπό ὅλους ὁ θεῖος Φώτιος, τό φῶς τῆς οἰκουμένης, ὅπως ἀποκαλέσθηκε ἀπό τούς συνοδικούς ἀρχιερεῖς. Στίς δυσμές τοῦ βίου του ὑπέμεινε ξανά τήν ἀγνωμοσύνη τοῦ παλαιοῦ μαθητῆ του Λέοντος Στ΄ τοῦ Σοφοῦ, πού εἶχε ἀνέβει στόν βασιλικό θρόνο κι ἤθελε νά σφετερισθεῖ καί τόν πατριαρχικό. Τελείωσε τόν βίο του εἰρηνικά ὁ ἱερός Φώτιος ἐξόριστος σέ μία μονή τό 891. Ὁ Φώτιος ἦταν γεννημένος γιά τή σπουδή, τή μελέτη καί τή διδαχή. Περιέπεσε στά δίχτυα πολυτάραχου βίου κι ἐξαντλήθηκε. Δέν ζήλεψε καί δέν φαντάσθηκε ποτέ μιά τέτοια ζωή. Τό λαμπρό ὄνομα τῆς προσωπικότητός του συνδυάσθηκε ἄχαρα μέ διχόνοιες πού μισοῦσε, μέ πάθη καί προβλήματα πού θανάσιμα ἀντιπαθοῦσε. Προσέχθηκε ὁ Φώτιος γιά τόν σφοδρό ἀντιλατινισμό του, τή βιβλιοφιλία του, τή λογοτεχνία του, τή γενικά πλούσια παιδεία του, φιλολογία, φιλοσοφία καί θεολογία του καί τά σοφά του ἔργα, πού θά μπορούσαμε νά τά κατατάξουμε: Σέ ποιητικά – ὑμνολογικά, πεζογραφικά – ὁμιλίες κι ἐπιστολές, φιλολογικά – λεξικά, ἡ Μυριόβιβλος, θεολογικά – δογματικά, ἑρμηνευτικά, παραινετικά, νομο-κανονικά καί ἄλλα.

Ὁ Φώτιος εἶναι ἕνας σπουδαῖος ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ἕνας σοφός τῆς Ἐκκλησίας πατήρ, διορατικός ποιμενάρχης, ἱεραποστολικός νοῦς, οἰκουμενικός διδάσκαλος. Ἀκραιφνής βυζαντινός, ἀντιδυτικός, ἑλληνομαθής, πιστός καί μαχητικός Ὀρθόδοξος χριστιανός, εὐσεβής κληρικός. Ἡ Δύση τόν μίσησε περισσότερο ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, γιατί ξεσκέπασε τά λάθη τῆς Ρώμης. Τό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας τόν δικαιώνει μετά τοῦ ἀντιπάλου του Ἰγνατίου. Ἦταν δύσκολοι καί τότε οἱ καιροί. Πολλοί, ἡμέτεροι καί ξένοι, ἀσχολήθηκαν μέ τόν βίο καί τά ἔργα τοῦ ἀοιδίμου πατρός. Μεταξύ τῶν συκοφαντῶν του δέν ἧταν μόνο ξένοι, ἀλλά καί ὁρισμένοι φανατικοί μοναχοί τῆς ἐποχῆς του, πού χρησιμοποίησαν σφοδρές καί φαιδρές ὑπερβολές καί τοῦτο εἶναι λυπηρό.

Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία γέμει κρίσεων, λίαν προβληματικῶν περιόδων, μεγάλων σκανδάλων, ταραχῶν καί διαιρέσεων. Φυσικά καί βέβαια ὅλ’ αὐτά εἶναι πολύ λυπηρά καί σκανδαλίζουν καί ταλαιπωροῦν ψυχές. Ὅμως παρ’ ὅλ’ αὐτά ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας διασώζεται καί τελικά μένουν τῶν ὑπομονετικῶν κι ἀπτόητων ἁγίων τά ὀνόματα ὅπως Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Φωτίου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Νεκταρίου Πενταπόλεως καί ἄλλων. Μέσα ἀπό ἐξορίες, διώξεις, κατηγορίες, συκοφαντίες καί περιπέτειες οἱ ἅγιοι γίνονται ἁγιότεροι. Μέσα ἀπό τίς καθημερινές δικές μας δοκιμασίες ὡριμάζουμε πνευματικά, ὡραιοποιούμεθα ψυχικά, καλλιεργούμεθα καρδιακά, ἐξαγιαζόμαστε, προσλαμβάνουμε τό ἀπαραίτητο ἀσκητικό βίωμα τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ Φώτιος ἀγωνίσθηκε σθεναρά ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τήν ἔσωσε ἀπό τήν παπική δουλεία, τίς παπικές ἀξιώσεις, τή λατινική δεσποτεία. Δέν ἐπέτρεψε τή μή ἀνεξαρτησία τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἄρνηση τῶν ἀρχαιοπαραδότων θεσμῶν, τόν παρασυρμό στήν ὑποδούλωση τοῦ καθολικισμοῦ, τήν πλάνη, τή βία καί τή νοθεία. Ἀπό τῶν χρόνων τοῦ Φωτίου παρουσιάζεται ἡ λυπηρή διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ὁ αἴτιος αὐτῆς ἀσφαλῶς, ἀλλ’ αὐτός πού φώτισε τίς διαφορές, τίς καινοτομίες περί τήν ἀκέραια πίστη. Γι’ αὐτό ὁ σύγχρονός του Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μιχαήλ τόν ὀνομάζει σ’ ἐπιστολή του πρός τόν αὐτοκράορα «ἁγιώτατον πατριάρχην, τόν φωτοειδῆ καί φωτοποιόν ἄνθρωπον, τῆς ἱερωσύνης τήν τελειότητα, τόν γνώμονα τῆς ἀληθείας τόν ἀδιάστροφον, τῆς ἀρετῆς τόν κανόνα τόν εὐθύτατον, τῆς σοφίας τό ἐνδιαίτημα, τό κειμήλιον τῶν καλῶν τό σεβάσμιον».

Ὁ διαπρεπής Φώτιος ὑπῆρξε συντελεστής τῆς συναντήσεως τοῦ ἑλληνικοῦ μεσαίωνα μέ τή σοφία τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ κόσμου. Τό ἔργο του δύναται νά συγκριθεῖ ἄνετα μέ τῶν Γραμματτικῶν τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ἡ Μυριόβιβλος γέμει ὀρθῶν παρατηρήσεων καί ἀκριβῶν κρίσεων γιά τοὐς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους. Κατάφερε νά κάνει προσιτή τήν ἀρχαιοελληνική γραμματεία, τῆς ὁποίας ὡς γράφει ὁ ἴδιος «τό μυθῶδες καί πεπλασμένον διαπτύοντες» λαμβάνει «τό τῆς λέξεως εὔστροφον καί τεχνικόν». Ὁ Φώτιος ὑπῆρξε ὁ σοβαρός, ἀγωνιστής καί πολυμαθής Ἕλληνας, ὁ πιστός, εὐσεβής καί διακριτικός Ὀρθόδοξος. Ὁ μεσαιωνικός ἑλληνισμός βρῆκε στό πρόσωπό του τόν καλύτερο ἐκφραστή του. Ὅπως γράφει ὁ ἀρχι-επίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος: «Ὁ Φώτιος ὑπῆρξε κατά τούς μέσους χρόνους μέγα τι καί κολοσσιαῖον ἀνάστημα, ταμεῖον ἱερόν τῶν ἑλληνικῶν παραδόσεων καί κιβωτός τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, βιβλιοθήκη ζῶσα τῆς ἑλληνικῆς σοφίας καί ἐπιστήμης». Ὁ ἱερός Φώτιος ἀποτελεῖ τόν ἄριστο Ἕλληνα ἐπίσκοπο, μέ τή μεγάλη παιδεία καί πνευματικότητα, μέ τή διάκριση καί διορατικότητα, μέ τή δύναμη νά ὁμιλεῖ, νά μελετᾶ, νά γράφει, νά κηρύττει, νά διδάσκει καί νά ἐμπνέει. Ὁ Φώτιος ὑπῆρξε ὁ ἰσχυρός κυματοθραύστης τῶν ρωμαϊκῶν κυμάτων, πού διαφύλαξε τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή ἀκέραιη ἀπό τή Ρωμαϊκή κυριαρχία κι ἐπίδραση. Γνώριζε ἱστορία καί ἀπό αὐτή ἀντλοῦσε ὠφέλιμα διδάγματα, ὥστε νά γίνεται ἀποδεικτικός καί πειστικός.

Ὡς πατριάρχης ὁ Φώτιος μέ τίς γνωστές ἱκανότητές του ἐπηρεάζει τήν πολιτικοκοινωνική κατάσταση κι ἀναπτύσσει ἀξιόλογες ἱεραποστολικές κινήσεις. Οἱ φωτιστές τῶν Σλάβων ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος εἶχαν πλούσια τήν εὐλογία του. Ὁ Φώτιος εἷναι ἐκεῖνος πού θέτει ἄφοβα τή Νέα Ρώμη ὑπεράνω τῆς Παλαιᾶς Ρώμης. Ἔτσι ἡ Δύση γίνεται ἐκείνη πού ἔχει σημαντικό ρόλο στίς πικρές περιπέτειες τοῦ ἀγέρωχου Φωτίου. Βέβαια ἀρκετοί Δυτικοί παρότι δέν θέλουν νά τόν παραδεχθοῦν, τοῦ ἀναγνωρίζουν πολλές ἀρετές. Ὅλοι οἱ μεγάλοι εἶχαν ἐχθρούς. Ὁ ἅγιος Φώτιος ὡς πολυγραφώτατος συγγραφέας, ὡς φιλόπονος διδάσκαλος καί κληρικός, ὡς ἐκχριστιανιστής βαρβάρων, ὡς σοφός θεολόγος, ἀποτελεῖ δόξα, τιμή καί καύχημα τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ ἅγιος Φώτιος, ἀκολουθώντας τά βήματα τῶν ἁγίων, μισήθηκε, κα-τηγορήθηκε, κατασυκοφαντήθηκε. Ἡ εὐρύτητά του, ὁ στοχασμός του, ἡ πολυμάθειά του δέν γίνονταν ἀποδεκτά εὔκολα ἀπ’ ὅλους. Οἱ ὁρίζοντες πού ἄνοιγε δυσκόλευαν πολλούς νά τούς παρακολουθήσουν. Κατηγορήθηκε φοβερά γιά τήν ἑλληνομάθειά του. Οἱ φιλόσοφοι Πυθαγόρας, Πλάτωνας, Ἀριστοτέλης καί Ζήνωνας, οἱ ρήτορες Ἰσοκράτης, Δημοσθένης καί Πλούταρχος, οἱ ποιητές Ὅμηρος, Πίνδαρος κι Εὐριπίδης, οἱ ἰατροί Γαληνός, Ἰπποκράτης καί Θεόφραστος τοῦ ἦταν οἰκεῖοι, προσφιλεῖς καί ἀγαπητοί. Ὁ ἀληθινός Ὀρθόδοξος ἀνθρωπιστής Φώτιος, παρά τίς περιπέτειες τοῦ ἄλογου μίσους φανατικῶν ἀνοήτων, ἑπηρέασε σημαντικά, ὡς ἀναφέρει ὁ π. Δ. Κωνσταντέλος «τόν Βυζαντινόν Πολιτισμόν, τήν Ἑλληνι-κήν Ἐκκλησίαν καί τίς πολιτιστικές ἐξελίξεις, ἰδιαιτέρως στήν Ἀνατολική Εὐρώπη, μέχρι σήμερα». Ὁ Φώτιος πάντως στάθηκε πάντα πρός ὅλους ἀνεξίκακος, δίκαιος, εἰλικρινής. Τιμοῦσε ὅσο τούς ἔπρεπε μόνο καί ἄξιζε τούς ἀρχαίους Ἕλληνες σοφούς, ἀλλά ὑπερτιμοῦσε τούς μεγάλους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας• Μέγα Ἀθανάσιο, Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο, Ἰσίδωρο Πηλουσιώτη. Κατά τόν Β. Τατάκη, «Ἀπό τόν Φώτιο καί ὕστε-ρα, ἡ μελέτη τῶν κλασσικῶν ἀρχίζει νά θυμίζει στούς Βυζαντινούς ὅτι ἀνήκουν στό τίμιον γένος τῶν Ἐλλήνων. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ὁ ἀνθρωπισμός ἔρχεται νά προστεθεῖ στήν Ὀρθοδοξία ὡς συστατικό στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς συνείδησης τῶν Βυζαντινῶν». Ὁ Φώτιος λοιπόν, ὡς ἡ μέλισσα τό νέκταρ, συγκεντρώνει στήν ἐπιμελημένη κηρήθρα του τήν ὡραιότητα καί γλυκήτητα τῆς ἀρχαίας σοφίας καί κατασκευάζει ἁγνό κερί, πού τό καίει ἀκοίμητο στό εἰκονοστάσι τοῦ Γένους καί τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ Φώτιος ἐντρύφησε ὅσο λίγοι στήν Ἁγία Γραφή, τό πνεῦμα τῆς ὁποίας ρέει συνέχεια στά ἔργα του. Ἡ φιλανθρωπία του ἔχει πηγή της τή Γραφή. Ἡ λυπηρή διαφορά μέ τόν Ἰγνάτιο λύθηκε μέ αὐτό τό εὐαγγελικό πνεῦμα. Ἦταν δύο ποτάμια πού ἑνώθηκαν στό τέλος. Ὁ πανεπιστήμων ἱεράρχης ἀποτελεῖ παπομάστιγα καί μαζί μέ τούς ἁγίους Μάρκο Εὐγενικό καί Γρηγόριο Παλαμᾶ, κάστρο ἀπόρθητο τῆς Ὀρθοδοξίας, τούς τρεῖς Νέους Ἱεράρχες, τῶν ὁποίων τό ἔργο εἶναι ἄφθαστου μεγαλείου καί στό ὁποῖο βαθυσέβαστα ὑποκλινόμεθα.

῾Ο ἱερός Φώτιος ὑπῆρξε μεγάλος ἐκκλησιαστικός ἄνδρας καί συγγραφέας. Διακρινόταν γιά τή λογιοσύνη, τή σύνεση καί τήν εὐγενῆ κι εὐφυῆ σύζευξη ἐλαστικότητος καί μαχητικότητος. Προνοητικός νοῦς καθώς ἦταν ὀργάνωσε ἱεραποστολικές ἀποστολές πρός ἐκχριστιανισμό τῶν Σλαύων, τούς ὁποίους ἤθελε φίλους γείτονες. Ὀρθοδοξότατος πάντοτε δέν φοβήθηκε νά ξεσκεπάσει, καυτηριάσει καί στιγματίσει τίς παπικές πλάνες καί νά κερδίσει τή συμπάθεια τῶν πάντοτε ἀγαπητῶν του μοναχῶν. Κατά τόν μακαριστό μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα τόν Β΄ «συνεδύαζεν ἑλληνικήν παιδείαν, χριστιανικήν εὐσέβειαν καί γνῶσιν, πίστιν, ἐπιμονήν, μαχητικότητα, εὐστροφίαν, ἀντοχήν καί διορατικότητα, θεωρητικός ὡς πρός τήν σκέψιν, πρακτικός ὡς πρός τό ἔργον, ἀναδειχθείς οὕτω διά τῶν περιστάσεων ἀντάξιος τῶν ζητήσεων καί τῶν κινδύνων τῆς ἐποχῆς του».

Τά ἐπί τοῦ ἱεροῦ Φωτίου μεγάλα προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, γιά τά ὁποῖα δέν ἦταν ἀμέτοχο τό παπικό πρωτεῖο, δέν ἀφήνουν νά θεαθεῖ καλά τό γεγονός ὅτι ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ πραγματοποιήθηκε ἰδιαίτερα σημαντικό ἱεραποστολικό ἔργο στή νότια καί κεντρική Εὐρώπη καί τέθηκαν οἱ βάσεις γιά τόν μετά ἕνα αἰώνα ἐκ-χριστιανισμό τῶν Ρώσων. Ἡ ἀποστολή τῶν σπουδαίων θεσσαλονικέων ἁγίων ἀδελφῶν Κυρίλλου καί Μεθοδίου, ὁ πρῶτος ὑπῆρξε μαθητής τοῦ Φωτίου, στή Μοραβία, ἦταν ἐπιτυχής καί συνεχίσθηκε στή Βοημία καί τή Βουλγαρία καί στούς Χαζάρους. Ὁ πατριάρχης Φώτιος ἤθελε τό ἔργο νά φαίνεται κι ὄχι τ’ ὄνομά του. Ἡ συνεργασία Ἐκκλησίας καί Πολιτείας ἀπέδωσε τόν φωτισμό τῶν Σλαύων. Ἡ ἀξιοκρατία ἐπιβραβεύθηκε ἀπό τό σπουδαῖο ἀποτέλεσμα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ χιλιάδων ψυχῶν. Στοιχεῖα τοῦ θαύματος αὐτοῦ ἦταν ἡ ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, ἡ ταπεινότητα, ὁ σεβασμός στόν ἰδιαίτερο πολιτισμό, ἡ ὑπομονή στίς δυσκολίες καί ἡ θερμή πίστη. Τά στοιχεῖα αὐτά θά μποροῦσαν ξανά νά ἐμπνεύσουν ὅσους ἐργάζονται μέσα στήν Ἐκκλησία γιά τό καλό τοῦ κόσμου, πού ἐναγώνια διψᾶ τή σώζουσα Ἀλήθεια.

Ἀξίζει ἐπίσης νά ἀναφέρουμε μία ἄγνωστη στούς πολλούς πτυχή τοῦ πλούσιου ἱεραποστολικοῦ του ἔργου. Παρόμοιο ἔργο μέ αὐτό πού ἀναπτύσσουν στόν Βορρᾶ οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος ἔχουν δυό ἄλλοι ἅγιοι, αὐτάδελφοι καί αὐτοί, ἀπό τή Θεσσαλονίκη ἐπίσης, πού ξεκινοῦν ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἀσκοῦνται, καί κατευθύνονται ἱεραποστολικά σέ ὅλη σχεδόν τή σημερινή Ἑλλάδα καί καταλήγουν στήν Πελοπόννησο, ὅπου στό γνωστό Μέγα Σπήλαιο, λίγο μετά τή λήξη τῆς εἰκονομαχίας, βρίσκουν τή θαυματουργή εἰκόνα τῆς θεομήτορος κι ἀναπτύσσεται ἡ λατρεία της. Πρόκειται γιά τούς ὁσίους Συμεών καί Θεόδωρο.

Ἡ λατινική προπαγάνδα δέν ἐπέτρεπε τή χρήση ἄλλης γλώσσας στή λατρεία, παρά μόνο τῶν τριῶν πού ἀναφέρονταν στόν σταυρό τοῦ Κυρίου: ἑλληνικά, ἑβραϊκά καί λατινικά. Ἡ εὐλογία τοῦ μεγαλόπνοου Φωτίου νά χρησιμοποιήσουν οἱ ἱεραπόστολοι τήν τοπική γλώσσα καί μάλιστα νά συνθέσουν ἰδιαίτερη γραφή ἀποτελεῖ πρωτοποριακό ἔργο. Ἡ τιμή τοῦ ἁγίου στόν σλαβικό κόσμο δέν ἦταν μόνο γι’ αὐτό, ἀλλά καί γιά τήν πολεμική του κατά τῆς λατινικῆς ἐκτροπῆς ἀπό τά ὀρθόδοξα δόγματα καί γιά τό ὅλο νομοκανονικό του ἔργο. Ὁ μακαριστός Γέροντας Ἰουστῖνος Πόποβιτς συνοψίζοντας τήν τιμή τοῦ εὐεργετημένου κόσμου γράφει χαρακτηριστικά περί τοῦ ἁγίου μας: «Ἀνάμεσα στούς ἀρχαίους μεγάλους Πατέρες οἱ μεγαλύτεροι ἐραστές τῆς ὀρθῆς πίστης καί τῆς θείας Ἀλήθειας ἦσαν οἱ ἅγιοι Μέγας Ἀθανάσιος καί Μέγας Βασίλειος. Μετά δέ ἀπ’ αὐτούς πολλοί ἄλλοι ἅγιοι πατέρες, φτάνοντας μέχρι τόν παρόντα ἅγιο καί θεοφόρο πατέρα ἡμῶν Φώτιο, τόν ἰσαπόστολο κήρυκα, ὁμολογητή καί ὑπερασπιστῆ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Οὗτος εἰς οὐδέν ὑπελείπετο τῶν ἄλλων…»

Μετά ἕνδεκα αἰῶνες τί ἔχει νά πεῖ σέ μᾶς σήμερα ὁ ἔνθεος βίος καί τό πλούσιο ἔργο τοῦ μεγάλου ἁγίου; Ἡ ἐργογραφία του θά πρέπει νά ἀποτελεῖ ἀντικείμενο μελέτης μόνο τῶν ἐρευνητῶν φιλολόγων καί θεολόγων; Τί ἔχει ἄραγε νά πεῖ σέ ὅλους ἐμᾶς τούς πιστούς; Ταπεινά φρονοῦμε πώς ἰδιαίτερη σημασία καί ἀξία ἔχει τό φρόνημά του. Ἦταν τοποθετημένο καλά στό Εὐαγγέλιο κι ἀκολουθοῦσε πιστά κι ἀτάραχα τ’ ἀχνάρια τῶν θεοφόρων ἁγίων. Ἐπρόκειτο περί γνησίου ἀσκητικοῦ μαρτυρικοῦ φρονήματος, ὀρθοδόξου βιώματος, πού γεννήθηκε στή μελέτη, στή θεία λατρεία, στήν προσευχή καί στήν ἄσκηση. Ἡ ἑλκυστική γνώση δέν τόν γοήτευσε πλανερά, ὥστε νά τόν φυσιώσει, νά τόν κάνει δηλαδή νά ὑπερηφανευθεῖ καί νά χάσει τόν μισθό τῶν καμάτων του. Ἀγάπησε ἀπό μικρός πολύ τήν Ἐκκλησία καί τῆς ἀφιερώθηκε κι ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικά. Φιλομαθής καί φιλάρετος, φιλόθεος καί φιλάγιος, φιλάδελφος καί φιλάνθρωπος, ἄνθρωπος ἀληθινός τοῦ Θεοῦ. Τά δοθέντα, καλλιεργηθέντα κι ἐπιμελῶς αὐξηθέντα τάλαντα καί χαρίσματα στολίζουν τόν βίο του, φαίνονται στίς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους, στούς ὡραίους λόγους του καί τά πολλά γραπτά του, πού στάζουν σοφία καί χάρη, στήν οἰακοστρόφηση τοῦ πλοίου τῆς Ἐκκλησίας, στή δια-ποίμανση τοῦ εὐλογημένου λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἡ μεγαλοσύνη του δέν ἦταν ἔκτακτη καί ξαφνική καί φάνηκε στήν πατριαρχεία του, οὔτε γεννήθηκε ἔτσι, ἀλλά συστηματικά, ἐπίμονα, ὑπομονετικά κι ἔμπονα ἐργάσθηκε γιά τήν ἐπιμελῆ παθοκτονία καί θεάρεστη ἀρετοσυγκομιδή, ψάχνοντας νά βρεῖ τόπο καί χρόνο κατάλληλο πρός περισυλλογή, αὐτοέλεγχο, αὐτομεμψία, αὐτογνωσία, μόνωση κι ἔνδακρυ δέηση, δίχως ποτέ νά σκεφθεῖ τό μεγάλο τῆς ἀρχιεροσύνης ἀξίωμα, ὅπως ἀναφέρει στίς θεσπέσιες ἐπιστολές του. Ἀγάπησε πολύ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, τήν ὁποία ὅπως γράφει, πολύ πολεμᾶ ὁ παμπόνηρος δαίμονας, γιατί περισσότερο ἀπό αὐτή πολεμεῖται, μή ἀσχολούμενος τόσο μέ τίς διάφορες θρησκεῖες κι αἱρέσεις.

Ἀνυπόκριτος, ἀνυποχώρητος στήν ἀλήθεια, γνήσιος, εἰλικρινής, θαρραλέος καί τολμηρός. Δέν θώπευε τούς ψευδόμενους, τούς παραχαράκτες τῆς ἀληθείας, τούς δίψυχους, τούς προβατοσχήμους λύκους. Αὐτό πού ἔλεγε τό πίστευε καί τό βίωνε καί δέν φώναζε καί δέν φοβόταν τήν κριτική. Ὁ λόγος του ἦταν ζωή, βίωμα, ἦθος, ὕφος ὀρθόδοξο. Τή γλώσσα του ἀκό-νιζε στήν καθαρή του καρδιά κι ὁ κοντυλοφόρος του βυθιζόταν ὄχι στό μελάνι, ἀλλά στό αἷμα τῶν μαρτύρων καί τίμιο τόν ἱδρώτα τῶν ὁμολο-γητῶν. Κηρύττοντας ἐπαινοῦσε τήν πίστη, τήν διά ἔργων ἐνεργουμένη καί διά τοῦ σεμνοῦ βίου φανερούμενη, πού ἔτσι διατηρεῖται καί δέν ἐξανεμίζεται ἀπό τίς φοβερές καταιγίδες τῶν πειρασμῶν καί τῶν δαιμονικῶν θλίψεων , ἀλλά λαμπρύνεται μέ τίς ἔνθεες ἀρετές πού κοσμοῦν τόν βίο κι ἀναπτερώνουν τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνουν ἄξιο νά εἰσέλθει στή χαρά τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν ἀπό αὐτή τή ζωή. Πάντοτε φιλόθεος καί φιλάνθρωπος, ὅπως εἴπαμε, ἐπαινεῖ μέ τρανούς λόγους τήν ἀγάπη καί κατακε-ραυνώνει τήν ὑπερηφάνεια, πού καταστρέφει κάθε ἀρετή. Ἀναφέρεται συχνά στή σημαντική συνεισφορά τῆς προσευχῆς, στήν ἐνδυνάμωση καί ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου εἴτε ἰδιαίτερα εἴτε κοινά, συνδιαλεγόμενος κανείς μέ τόν Θεό. Δέν τά λέγει αὐτά βροντοφωνάζοντας ἀπό ἕνα πανύψηλο ἄμβωνα, γιατί ἁπλά πρέπει νά τά πεῖ, μέ τήν αἴσθηση ὅτι δέν μπορεῖ νά μή εἰσακουστεῖ, ἀφοῦ εἶναι πατριάρχης. Τά λέγει σεμνά, ἁπλά, καθαρά, ταπεινά, βιωματικά, ἀπευθυνόμενος αὐστηρά πρός τόν ἑαυτό του, ἀλλά καί στόν ἀγαπητό του πλησίον, ἀδελφικά, χαμηλόφωνα, μειλίχια, εἰρηνικά, μέ μεγάλο κι ἀληθινό ἐνδιαφέρον γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

Ὅλος ὁ βίος τοῦ ἱεροῦ Φωτίου ἐμφορεῖται ἀπό μία ἀδιατάρακτη σεμνότητα. Ἀγάπησε τή μελέτη κι ὄχι τήν περιδιάβαση, τή μάθηση κι ὄχι τή φλυαρία καί περιττολογία. Ἡ μεγαλοφυΐα του φάνηκε ἀπό τή νεότητά του. Ἡ σοφία του δέν τόν ἔκανε ὑπερφίαλο, ἀπρόσιτο κι εἴρωνα, ἀλλά τόν διατήρησε ἁπλό καί τόν ἔκανε προσηνῆ διδάσκαλο. Νωρίς εἶχε ἀποκτήσει φήμη καί δόξα καί δέν τήν ἐπιζητοῦσε ἀπό τήν Ἐκκλησία, τήν ὁποία πάντα ἔβλεπε ὡς ἀγαθή μητέρα κι ἤθελε ὁλόψυχα νά τήν ὑπηρετήσει κι ὁλόκαρδα νά τή διακονήσει. Εἰλικρινά ἀπέφυγε τήν ἐπίμονα καί βίαια μάλιστα προταθεῖσα ἱερωσύνη κι ἀρχιερωσύνη του. Ὅπως ἄλλοι ἱκετεύουν γονυκλινῶς μετά δώρων νά τή λάβουν ἄν καί ἀνάξιοι. Τόν παρακαλοῦσαν κλῆρος καί λαός νά δεχθεῖ, κι ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας, γνωρίζοντας τήν ἀρετή του καί τήν ἱκανότητά του νά εἰρηνεύσει τούς πάντες. Μέ θερμά δάκρυα καί εἰλικρινεῖς ἱκεσίες παρακαλοῦσε ὅλους ἄλλον νά ψηφίσουν. Συγκλονιστικά, ἀργότερα γράφει, πώς πιέσθηκε ἀφόρητα, χρησιμοποιήθηκε βία, δίχως νά θέλει φυλακίσθηκε σάν κακοῦργος, γιά νά μή φύγει, ἔβαλαν φρουρούς νά τόν φυλάγουν, ψηφίσθηκε παρά τή θέλησή του καί μάρτυρας τούτων ὅλων ὁ παντεπόπτης Θεός. Ποιός ἀρνεῖται σήμερα μία τέτοια πρόταση;

Ἡ ἄρνησή του νά ἀναλάβει τήν πατριαρχεία δέν ἦταν ἔλλειψη γνώσεως, δυνάμεως, θάρρους καί ἱκανότητος. Δέν ἔδειχνε ἀδιαφορία, ἀνυπακοή, ἀσέβεια, ἀλλά ταπείνωση, ἀφιλοδοξία καί τιμιότητα. Ἡ ἀρχική του ἄρνηση τελικά ἦταν ἀποτέλεσμα γνησίου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος. Ἡ ἀνάληψη τῆς παρτριαρχείας δέν τόν ἀλλοίωσε διόλου ἀπό τίς ἀρχές καί πεποιθήσεις του, δέν θέλησε ποτέ νά γίνει σκληρός στούς ἐναντίους του, ἀλλά ἀγάπησε κι ἐργάσθηκε σθεναρά γιά τήν εἰρήνευση ὅλων, παρότι δέν τόν ἀκολούθησαν πάντοτε οἱ πάντες. Δέν θέλησε νά ἐκμεταλλευθεῖ τίς ὑψηλές πολιτικές γνωριμίες του, ἀκόμη κι ὅταν τίς εἶχε ἀνάγκη, ὥστε νά εἶναι ἡ Ἐκκλησία πάντα ὑψηλά, ἐλεύθερη κι ἀνεξάρτητη. Κύριο ἔργο του ἦταν ἡ ἐγνωσμένη ὑπεράσπιση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν τῆς Ἐκκλησίας, γιά τίς ὁποῖες σθεναρά ἐργάσθηκε σέ ὅλο του τόν βίο ἀνυποχώρητα.

Δέν φοβήθηκε, δέν δείλιασε, δέν ἀνέβαλε, δέν θεώρησε ὑπερβολή, οὔτε ἤθελε κακῶς νά τά ἔχει καλά μέ ὅλους καί πολύ περισσότερο μέ τούς δυνατούς. Ὄχι ὅτι ἦταν φίλερις καί φιλοπόλεμος, ἀλλά ἦταν ταπεινός καί σθεναρός λάτρης καί ὑπερασπιστής τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης. Ἔτσι δέν δίστασε διόλου νά τά βάλει μέ τήν πανουργία τῶν παπικῶν ἡγετῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν εἰσαγάγει πολλές σοβαρές αἱρετικές καινοτομίες ὅπως τήν ὑποχρεωτική καί γενική ἀγαμία τοῦ κλήρου καί τή λαθεμένη ὑποστήριξη τῆς ἐκπόρευσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀπό τόν Υἱό, ὥστε νά ἔχουμε δυαρχία στή θεότητα. Στά περίφημα Ἀμφιλόχιά του εὐθαρσῶς ἀναφερόμενος στόν πάπα τοῦ λέγει πώς ὅποιοι ἐπιθυμοῦν ν’ ἀλλάξουν τήν ἀκρίβεια τῶν παραδεδομένων δογμάτων, θά βρεθοῦν ἀντιμέτωποι στό στέρεο κι ἀκλόνητο φρόνημά του καί θά ἐλεγχθοῦν γιά τίς πλάνες τους ἀπό τήν ἀμώμητη πίστη. Λυπᾶται πολύ γιά τήν ἠθελημένη ἤ ἀθέλητη παραποίηση τῶν ὀρθῶν δογμάτων, ὅπου δέν χωρεῖ συζήτηση ὑποχωρητική. Πίστευε ἀκράδαντα ὅτι ἡ δολιότητα τοῦ πάπα Νικολάου δέν ἔπληττε ἁπλά τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τόν ἴδιο, ἀλλά τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, τή θεμελιωμένη μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν μαρτύρων.

Ὁ ἱερός Φώτιος δέν ἦταν ἕνας ἀκραῖος φανατικός, ἕνας φονταμενταλιστής, ὅπως θά τόν ἔλεγαν ὁρισμένοι σήμερα, ἕνας σκληροπυρηνικός, ἀρτηριοσκληρωτικός ζηλωτής, ὅπως θά τόν ἔλεγαν ἴσως ἄλλοι, ἀλλά ἕνας μετριοπαθής κι ἀφιλόδοξος πατριάρχης, πού ἐργαζόταν συστηματικά, μόνιμα κι ἐπιμελημένα γιά τήν ἁγία ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν ὁποία μίλησε ὁ Χριστός στό τελευταῖο ἐπίγειο Μυστικό Δεῖπνο. Εἶναι μεγάλο λάθος νά λέγεται ὅτι ὁ ἱερός Φώτιος ὑπῆρξε ὁ κύριος αἴτιος τοῦ φοβεροῦ σχίσματος τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ σθεναρές τοποθετήσεις τοῦ Φωτίου στά διάφορα δογματικά θέματα, τά ὁποῖα παρερμήνευαν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, δέν ἦταν γιά νά τούς κτυπήσει προσωπικά, ἀλλά γιά νά τούς ἐπαναφέρει στήν ἁγιοπατερική παράδοση. Τόν εἶχαν λοιπόν παρεξηγήσει, δέν τόν εἶχαν καταλάβει, μᾶλλον δέν ἤθελαν φαίνεται νά τόν καταλάβουν, δέν προσπαθοῦσαν νά τόν κατανοήσουν. Ἦταν πεισματικά προκατειλημμένοι.

Ὁ θεῖος Φώτιος εἴπαμε δέν ἦταν φιλόδοξος καί ἀρχομανής. Τήν ἐκκλησιαστική πρωτοκαθεδρία δέν τή θεωροῦσε ἀνάπαυλα κι ἀπόλαυση μάταιης δόξας, ἀλλά θέση ἀγώνων καί προσωπικῶν, γιά τή διατήρηση καί τήν αὔξηση τῆς θεοΰφαντης ἀρετῆς. Γράφει χαρακτηριστικά σέ μία ἀπό τίς πολλές ἐπιστολές του: «Ὅσο κανείς προέχει στήν ἀρχή τόσο χρωστᾶ καί νά πρωτεύει στήν ἀρετή»! Τά ἔργα του ἦταν σεμνά, κόσμια, ὀρθά, τά λόγια του, τά γραπτά του καί ὅλες οἱ πράξεις του, γιατί ποτέ δέν λησμόνησε ὅτι εἶναι μαθητής τοῦ ἀνεξίκακου, ἀναμάρτητου καί Σταυροαναστηθέντος Χριστοῦ. Ἐνδυναμωνόταν στίς συχνές ἀναίμακτες θεῖες ἱερουργίες, στή θαυματουργή ζωή τῆς προσευχῆς, πού τοῦ ἔδινε δύναμη κι ὑπομονή στίς θλίψεις καί δοκιμασίες, στή μελέτη τῆς ζωηφόρου παραδόσεως, πού δέν τόν ἄφηνε εὔκολα νά σκανδαλισθεῖ, ἀλλά καί σκανδαλίσει τό ἐνεπιστευθέν σέ αὐτόν ποίμνιο. Ἐνέπνεε ὁ βίος καί τά ἔργα του. Μετέδιδε ἱλαρότητα, εἰρήνη, ἁγιασμό. Αὐτό θεωροῦσε εἶναι τό ἔργο τοῦ κάθε ἄρχοντα. Νά μαγνητίζει στό ἀγαθό.

Οἱ μεγάλοι ἀλλά καί ὅλοι κρίνονται στίς δοκιμασίες, τούς πειρασμούς, τά προβλήματα. Στή μανιασμένη φουρτούνα φαίνεται ὁ καλός καραβοκύρης, λέγει δίκαια ὁ λαός μας. Στή δυσκολία, στήν ταραχή, στήν κρίση κρίνεται ἡ τυχόν πνευματικότητά μας. Στή στάση, στήν ἀντιμετώπιση, στήν ἀταραξία βαθμολογεῖται προβιβαστικά κι ἄριστα ἡ ὑπομονή, ἡ πίστη, ἡ ἐγκατάλειψη στόν Θεό, ἡ ἀνεξικακία, ἡ ψυχική γαλήνη κι ἠρεμία. Ἡ ἔκπτωση τοῦ Φωτίου ἀπό τόν περίπυστο πατριαρχικό θρόνο τό 867 δέν θεωρήθηκε ἀπό τόν ἴδιο μείωσή του, προσβολή του, ἐλάττωση. Λυπήθηκε γιά τόν σκανδαλισμό, γιά τήν ταραχή στήν Ἐκκλησία. Δέν θύμωσε, δέν ἐκδικήθηκε, δέν ὀργίσθηκε κατά τοῦ πρώην μαθητῆ του Λέοντα τοῦ λεγόμενου Σοφοῦ, πού τόν εἶχε εὐεργετήσει, πού ἐνήργησε γιά τήν ἀπομά-κρυνσή του ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο. Λυπήθηκε γιά τόν παρασυρμό του, ὄχι τόσο γιά τήν ἀγνωμοσύνη του ὅσο γιά τή μή ὀρθοφροσύνη του. Προκαλεῖ θαυμασμό καί στούς ἀντιπάλους του τό ταπεινό, τό γνήσιο αὐτό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα.

Εἶναι χάρισμα μεγάλο νά τόν πνίγει κανένα τό δίκιο του, κατά τό κοινῶς λεγόμενο, καί νά διατηρεῖ τή μακάρια νηφαλιότητα καί τήν ἀξιοπρεπῆ εὐγένειά του. Τοῦτο τό λέμε ἀπό τό ἑξῆς γεγονός. Οἱ διά διάφορους λόγους ἀντίπαλοι τοῦ Φωτίου κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί κατέφυγαν στή Δύση καί μετέβαιναν στόν πάπα νά ἐκφράσουν τά διογκωμένα παρά-πονά τους καί τίς ἀσύστολες κατηγορίες τους. Ὁ πάπας ἐκμεταλλευόμενος τίς περιστάσεις καί καταστάσεις τούς φιλοξενοῦσε, περιποιόταν κι ἐξαγόραζε κι ἔτσι δίχαζε τήν Ἀνατολή. Ὁ Φώτιος μέ γνώση, θάρρος κι εὐγένεια τοῦ τόνιζε πώς δέν ἐπιτρέπεται αὐτό τό μικρό ἔργο στό μεγάλο του ἀξίωμα. Οἱ πρῶτοι δέν εἶναι γιά νά διχάζουν, πολεμοῦν καί κερδίζουν ἀπό τή θεομίσητη διχόνοια καί διαίρεση, ἀλλά νά φρονηματίζουν, διδάσκοντας, τό δίκαιο, τό ἀληθινό, τό τίμιο καί ἱερό, μέ λόγους καί κυρίως μέ πράξεις.

Ὁ βίος τοῦ ἁγίου Φωτίου εἶναι ἕνα ὁλάνοιχτο, εὐκολοδιάβαστο καί ψυχωφελές βιβλίο. Μποροῦν νά διδαχθοῦν μικροί καί μεγάλοι, δάσκαλοι καί μαθητές, κληρικοί καί λαϊκοί, ἄρχοντες καί ἀρχόμενοι, συγγραφεῖς κι ἀναγνῶστες, κήρυκες κι ἀκροατές, γονεῖς καί παιδιά, ὅλοι. Ταπεινά φρονοῦμε ἰδιαίτερα διδάσκει τούς ἡγέτες, ἐκκλησιαστικούς καί πολιτικούς, λογίους, καθηγητές καί διπλωματούχους, μέ τό νά διατηροῦνται στήν ταπείνωση καί νά γίνονται ὑπέροχα πρότυπα καί φωτεινά παραδείγματα. Διαφορετικά, ὅσο ψηλά κι ἄν εἶναι, ὅσο ὡραῖα κι ἄν μᾶς τά λένε, ἄν οἱ λόγοι τους δέν εἶναι βιωματικοί, ἄν δέν ταυτίζονται μέ τή ζωή καί τίς πράξεις τους δέν ἐπηρεάζουν, δέν συγκινοῦν καί δέν διορθώνουν τελικά κανένα.

Ἡ παιδική, ἐφηβική καί νεανική ἡλικία τοῦ Φωτίου ἦταν βυθισμένη στήν ὑπακοή, στούς ἁγίους γονεῖς καί στούς καλούς δασκάλους του, στή φιλομάθεια καί τή φιλάρετη ζωή. Ἔτσι ἀνδρώθηκε πνευματικά, ὁπλίσθηκε κι ἐνδυναμώθηκε, ὥστε νά γίνει σοφός διδάσκαλος κι ἄριστος ποιμένας. Τό ἀπαράμιλλο ἦθος του τόν ἔκανε ἐξαιρετικό ἐκκλησιαστικό ἡγέτη, πού δίδασκε ὄχι μόνο μέ τά ὡραῖα λόγια του ἀλλά καί τήν καθαρή ζωή του. Αὐτή ἡ ζέουσα πίστη του τόν ἔκανε ἀτρόμητο στίς ἀπειλές καί τούς κινδύνους, ὥστε νά καταστεῖ ὁμολογητής τῶν εὐαγγελικῶν ἀπαραχάρακτων ὀρθοδόξων δογμάτων. Ἀσπάσθηκε κι ἐγκολπώθηκε τήν ἀρετή, ὥστε νά μή παρασυρθεῖ ἀπό μάταιες δόξες ἀξιωμάτων. Ἔγραφε σ’ ἕνα ἐπίσκοπο: «Ὅποιος γι’ ἀνθρώπινη δόξα παραβλέπει τούς θείους νόμους δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀληθινός φίλος τῆς ἀρετῆς»!

Ὁ Φώτιος στό πρόσωπο τῶν μαθητῶν του, τῶν κληρικῶν του, τῶν ποιμενομένων του δέν ἔβλεπε κατώτερους ἀνθρώπους, ὑποχείρια, πιόνια, δούλους, ἐξουσιαζόμενους, ὀπαδούς, χειροκροτοῦντες ἀκολούθους. Ἔβλεπε στό κάθε μοναδικό κι ἀνεπανάληπτο ἱερό πρόσωπο τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἀγωνιστική ἀγωνία τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ νά πορευθεῖ ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα» στό «καθ’ ὁμοίωσιν». Τιμοῦσε τόν κάθε ἄνθρωπο. Δέν παρατηροῦσε τήν προσωρινή πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τό γιατί πλάσθηκε καί γιά πού προοριζόταν. Μαζί μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν προσφιλῆ προκάτοχό του, δέν κτυποῦσε τόν ἁμαρτωλό ἀλλά τήν ἁμαρτία, ὄχι τόν ἐμπαθῆ ἀλλά τό πάθος πάντοτε. Δέν φερόταν ἐξουσιαστικά. Δέν ἤθελε νά ἐξουσιάζει κανένα. Ἄφηνε τούς ἀνθρώπους νά τούς ἐξουσιάζει ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός πού μπορεῖ νά μᾶς ἐξουσιάζει κι ἀπό ἀγάπη δέν μᾶς ἐξουσιάζει, σεβόμενος καταπληκτικά τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία καί βούληση, τό ὑπέροχο, μοναδικό, θεόσδοτο αὐτεξούσιο. Ἀληθινά οἰκουμενικός πατήρ ὁ ἅγιος Φώτιος, πάντα ἐπίκαιρος, συνέχεια προσηνής, μόνιμα ἀνοικτός, παραδοσιακός, ὁμολογιακός, διακριτικός καί σπουδαῖος. Δίκαια ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνόμασε Μέγα. Ἔτσι μαζί μέ τούς Μεγάλους Ἀσκητές• Ἀντώνιο, Παχώμιο, Ἀρσένιο, Εὐθύμιο καί Ἱλαρίωνα καί τούς μεγάλους Ἱεράρχες• Βασίλειο, Ἀθανάσιο ἔχουμε καί τόν ἅγιο Φώτιο, τοῦ ὁποίου ὁ ἔνθεος βίος καί τό πλούσιο ἔργο νά μᾶς διδάσκει ὅλους νά μή ὑψηλοφρονοῦμε καί νά πορευόμεθα ταπεινόφρονα μέσα στήν ἁγία μητέρα μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἁγιαζόμενοι κι ἁγιάζοντες, φωτίζοντας μέ τό βιωμένο παράδειγμα, μέ τόν ἐνίοτε διακριτικό, ὑπεύθυνο, χαμηλόφωνο, ἀδελφικό λόγο, συνδράμοντας μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἐπίκληση τῆς παρουσίας τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ στήν ἀδυναμία, πενία κι ἀνημποριά μας, μέ τήν ἐμπιστοσύνη σ’ Ἐκεῖνον κι ὄχι στόν ταλαίπωρο ἑαυτό μας, πού συχνά λαθεύει.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

* Θεοδώρου Δ. Ε., Τό ἀνθρωπιστικό καί πολιτιστικό ἰδεῶδες τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, Ἀθήνα 1997.
* Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, Πρακτικά Συνεδρίου πρός τιμήν καί μνήμην τῶν ἁγίων αὐταδέλφων Κυρίλλου καί Μεθοδίου τῶν Θεσσαλονικέων, φωτιστῶν τῶν Σλάβων, Θεσσαλονίκη 1986.
* Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, Πρακτικά IE΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου «Μέγας Φώτιος», Θεσσαλονίκη 1995.
* Τωμαδάκη Β.Ν., "Φώτιος ὁ Α΄, Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί Ἅγιος", Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία, τ.12, Ἀθῆναι 1968, στ. 21-31.
* Χρήστου Κ. Π., Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία, τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 331-336.
Related Posts with Thumbnails