© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Ιερομόναχος Συμεών Γρηγοριάτης, κατά κόσμον Juan de la Jara ο Περουβιανός

Μια παλαιή Συνέντευξη στον ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ
(Περιοδικό Το Τέταρτο, 1986)

Ο Ιερομόναχος Συμεών Γρηγοριάτης (που κάποτε λεγόταν Juan de la Jara καί μεγάλωνε στη Λίμα του Περού) σπούδασε κινηματογραφία στο Παρίσι, έζησε στην Αγγλία και τις Ινδίες, ταξίδεψε σ' όλη την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, για να καταλήξει το 1974 στο Άγιον Όρος. Αλλά δεν είναι σωστό να γράφεις βιογραφικά για κάποιον που έχει ντυθεί στα μαύρα – ακόμα κι αν τα μάτια του αφήνουν ακάλυπτη μια προσωπικότητα εκρηκτική. Ίσως γιατί αρκεί ν' ακούσεις τα λόγια του και να δεχτείς την ακριβή του αγάπη. Κι ίσως γιατί, πραγματικά, εκείνο που διαπερνάει τον σφοδρό εγωισμό μας και διαρκεί είναι ο σπόρος της προσωπικής μας αλήθειας.
Είναι λοιπόν μικρόψυχο να σκαλώνουμε στα τσαλίμια της κενοδοξίας την ώρα που συλλαβίζεται εδώ – σχεδόν παραισθητικά – η μυστηριακή ουσία της ύπαρξης και το όριο των αναζητήσεων της καρδιάς.
Τον σκεφτόμουνα έξι χρόνια τώρα, έτσι όπως λειτουργούσε στο κοιμητήριο του μοναστηριού ριγώντας ελαφρά από την αύρα της αυγής, δίπλα στις στοιβαγμένες νεκροκεφαλές, στο πρώτο φως με είχε μαγέψει η παρουσία του και η φυσική του αιδημοσύνη .
Με περίμενε τώρα στην προκυμαία αμήχανος και μόνος μέσα στους άλλους. Μιλήσαμε πολύ διαρκώς για λίγες μέρες. Όμως δεν θέλω να χαλάσω ακόμα και αυτήν την πράξη αγάπης για λίγες κομψές περιγραφές,για μια φτηνή ύστερη λάμψη. Ας υπεξαιρέσω για μια φορά τα συναισθήματα που ανήκουν σ' όσους τ' αγοράζουν με την σιωπή εξαγοράζοντας τα λόγια που μου ανήκουν.


Πέρασαν τρυφερά τα πρώτα 18 σας χρόνια;

Θα σας μιλήσω για τον εαυτό μου, μόνο για να σας μεταδώσω κάτι – όχι για τίποτ' άλλο: από το μέρος του πατέρα μου ανήκω σε μια παλιά ισπανική οικογένεια του Νότου, αριστοκρατικής καταγωγής – ο παππούς μου ήταν στρατηγός και είχε δέκα παιδιά. Είχαν μεγάλη αρχοντιά και δεν είχαν αστική σκέψη: θεωρούσαν σημαντικότερο να υπάρχει ένας ποιητής στην οικογένεια παρά ένας γιατρός ή δικηγόρος. Δεν έδωσαν ποτέ σημασία στα χρήματα κι ήταν άνθρωποι μποέμ γλεντζέδες. Αντίθετα, η μητέρα μου είναι κατά το ήμισυ ιρλανδικής καταγωγής – ήταν μια γυναίκα βαθύτατων αισθημάτων, μια γυναίκα με πάθος. Είμαι πρωτότοκος, με δυο αδέλφια – αγόρι και κορίτσι. Οταν γεννήθηκα ή μητέρα μου με αφιέρωσε στον Εσταυρωμένο. Ήμουν χαιδεμένος, με αγαπούσαν… Θυμάμαι μια φορά, όταν ήμουν 6 χρονώ, καθόμουν στο σαλόνι μαζί με τη μητέρα μου η οποία κεντούσε. Ηταν ηλιοβασίλεμα – στη Λίμα έχουμε πάντα ισημερία – σήκωσε τότε το κεφάλι κι εκεί που καθόμουν σιωπηλός με κοίταξε και ψιθύρισε: «Παιδί μου, όταν εσύ θα μεγαλώσεις δεν θα μείνεις κοντά μου. Θα φύγεις πολύ μακριά – σε μια χώρα όπου υπάρχει κάτι σαν ένα νησί και που το κατοικούν άνθρωποι της μοναξιάς, που σπάνια βγαίνουν στον κόσμο». Μετά ξεχάσαμε κι οι δυο αυτές τις φράσεις – τις ξεχάσαμε για πολύ καιρό.
Πολλές φορές το μεσημέρι καθόμουν δίπλα στο κρεβάτι της όταν αυτή κοιμόταν, και ξεχνιόμουν για ώρες κοιτώντας την αντανάκλαση του φωτός σ΄ ένα πρίσμα από κρύσταλλο πού στριφογύριζα στα χέρια.

Χαράξατε από νωρίς το δρόμο της αναζήτησης.

Μου το μετέδωσαν και λίγο από το σπίτι: πάντα μού έδειχναν τα πράγματα και μού έλεγαν: «Διάλεξε». Στα 11 χρόνια όμως κοινώνησα, κι άρχισα να προσεύχομαι πολύ. Κλειδωνόμουν στο δωμάτιο μου, καμιά φορά και στην τουαλέτα, ή πήγαινα τη χαραυγή πριν το σχολείο στην εκκλησία και προσευχόμουν.

Για ποιο πράγμα μπορεί να προσεύχεται με τέτοια ένταση ένα παιδί 11 χρονώ;

Έλεγα και ξανάλεγα το Πάτερ ημών… Παρασυρμένος απ' τη μυστικιστική μου τάση, ζήτησα να πάω σε Γυμνάσιο με δασκάλους κληρικούς. Εκεί έχασα την πίστη μου στον Καθολικισμό – έτσι όπως εξηντλείτο στην επιστημονική τεκμηρίωση της ύπαρξης του Θεού. Ήταν τόσο μίζερο, χωρίς καμιάν αίσθηση μυστηρίου. Αντέδρασα τόσο σφοδρά στον χριστιανισμό, έτσι όπως μου φαινόταν συμβιβασμένος με την κοινωνία. Διάβασα τότε πολλήν ανατολική φιλοσοφία, για να έχω εμπειρία του Θεού σ' αυτήν τη ζωή. Διάβασα για τον Ταοϊσμό, τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό. Ταυτόχρονα διάβασα στα 17 μου ένα βιβλίο που με χτύπησε σαν κεραυνός: ήταν η Νάντια του Μπρετόν. Ταυτίστηκα με τον Μπρετόν, που ζητούσε το θαύμα, το «μερβεγιέ» ταυτόχρονα ήλεγχε την κλειστή κοινωνία αυτή που κι εγώ δεν μπορούσα να δεχτώ, έτσι όπως στο όνομα της επιστήμης υπερύψωνε μόνο τα φαινόμενα και τη λογική. Με γέμισε λοιπόν μια αύρα ελευθερίας κι αγάπησα πολύ τους σουρεαλιστές. Επηρεάστηκα πολύ κι απ' τον Ρεμπώ - ζητούσε όπως κι οι άλλοι τον Χαμένο Παράδεισο.
Κοιτάξτε: αυτοί οι άνθρωποι αγαπούσαν πολύ. Δεν γνώρισαν την Ορθοδοξία. Υπερύψωσαν τα αισθητά, τα δημιουργήματα, που περιφρονεί ο καθολικισμός ή ο προτεσταντισμός. Έβλεπαν τα αισθητά όχι μόνο σαν αντικείμενα ηδονής, αλλά σαν όργανα μυσταγωγίας.

Μόνο τα ρούχα σας χαρίσατε;

Δεν είχα πλέον τίποτε άλλο: ήμουν ο πρώτος στο Περού που άφησε μακριά μαλλιά και φόρεσε κόκκινα βελουδένια παντελόνια.

Χίπικο image!

Όχι, δεν θεώρησα ποτέ τον εαυτό μου χίπι - δεν είμαι Βορειοαμερικάνος. Απλώς ήθελα να προκαλέσω την κοινωνία του Περού. Τότε πίστευα πολύ στο σκάνδαλο. Τώρα, όπως είπε ο Μπρετόν, αντιλαμβάνομαι πώς οι αστοί δεν σκανδαλίζονται με τίποτα.

Το είχατε λοιπόν καταφέρει;

Βέβαια! Δεν τολμούσα να βγω, επειδή μού πετούσαν πέτρες στους δρόμους. Έβγαινα και μιλούσα στους χωροφύλακες για την ομορφιά των βράχων απέναντι, τους έδινα λουλούδια και τους ρωτούσα αν τους αρέσει το παντελόνι μου ή το περιδέραιο μου. Ήταν σκανδαλώδες να έχω μακριά μαλλιά σ' αυτήν την επαρχία που οι άνδρες έχουν έντονο machismo.

Και η καλογερική είναι μέρος του σκανδάλου σας;

Μα ναι! Οι άνθρωποι λένε «μα αυτός τρελάθηκε, έγινε καλόγερος». Είναι το πιο τιποτένιο και περιθωριακό να γίνεις σήμερα καλόγερος… Αλλά όχι: έγινα καλόγερος ζητώντας το απόλυτο – ζητώντας την υπέρβαση του εαυτού μου, αυτό το παραμυθητικό φως, το λάλον ύδωρ… Έδωσα λοιπόν τα ρούχα μου και τα βιβλία μου -κράτησα μόνο τρία – κι έφυγα στις Ινδίες.

Ποια βιβλία κρατήσατε;

Την Αγία Γραφή, τη Νάντια του Μπρετόν και τα ποιήματα ενός γιόγκι που λεγότανε Paramahansa Yosananda… Στις Ινδίες όμως απογοητεύθηκα συζητώντας, ζώντας σ' αυτήν την απρόσωπη ανωνυμία μάλιστα αρρώστησα και δεν μπορούσα να υπομείνω την τόση φτώχεια που υπήρχε εκεί. Πήγα με το Όριαν Εξπρές στην Πύλη – κι εκεί για πρώτη φορά ένιωσα ότι ο χρόνος περνούσε διαφορετικά, ένιωσα μια πρόγευση αιωνιότητας. Με τρένο πήγα μετά στα σύνορα της Περσίας, σε άθλια κουπέ με στοιβαγμένα 16 άτομα μαζί. Μου άρεσε πολύ το Αφγανιστάν – είχε ανθρώπους με μεγάλη ευγένεια. Στα σύνορα της χώρας φιλοξενήθηκα σ' έναν ινδουιστικό ναό πάνω σε μια ψάθα σ' ένα τεράστιο δωμάτιο. Τη νύχτα απέναντι μου είχαν ξαπλώσει 3-4 παιδιά που τη μέρα έψελναν στο ναό. Κρυφογελούσαν κοιτάζοντας τα μακριά μαλλιά μου – χαριτωμένα όμως. Ένα από αυτά σηκώθηκε να βγάλει το τιρμπάν του για να κοιμηθεί, κι άφησε να πέσουν ως τους αστραγάλους του τα ωραιότατα κατάμαυρα μαλλιά του, που γυάλιζαν μες στό σκοτάδι από το λάδι που τα είχε αλείψει. Με κοίταξε ανταγωνιστικά χαμογελώντας και τότε κατάλαβα.

Θα ήταν όμορφος!

Ναι, βέβαια. Χαριτωμένο τον βρήκα εγώ. Είχε μια αθωότητα πάνω του. Πολλή χάρις, πολλή ομορφιά…

Κυκλοφορεί η φήμη ότι είχατε γίνει βουδιστής.

Α! όχι. Πολλά λέγονται για μένα, αλλά δεν είναι έτσι.

Έχετε γίνει, ξέρετε, μέλος της νεοελληνικής μυθολογίας!

Είναι ωραίο που ο λαός διατηρεί έντονη τη μυθική του σκέψη. Είναι ωραίο ένας λαός να ζητάει διαρκώς την παραμυθία, κι αυτό δεν έχει να κάνει με τα αντικείμενα του μύθου… Μετά γύρισα στο Παρίσι, οπού ήταν ένα όνειρο για μένα – φύση καλλιτεχνική όπως ήμουν.

Ηταν λοιπόν καιρός να γίνετε επιτέλους κινηματογραφιστής.

Δεν τα κατάφερα ποτέ. Δεν ήμουν πρακτικός για να λαβαίνω επιχορηγήσεις, μπερδευόμουν και με τις μηχανές δεν τα πήγαινα καλά – δεν είμαι πρακτικός άνθρωπος. Έχω κάνει όμως μερικά φιλμάκια, κι ένα μεγαλύτερο. 15 λεπτών.

Με ποια πλοκή;

Μάλλον χαζή, όμως τότε μας άρεσε: η ιστορία μιας αστής γυναίκας πού ζούσε μια ζωή μπανάλ, χωρίς νόημα – ως τη μέρα πού έξω απ΄ το σπίτι της συναντάει ένα παιδάκι πού παίζει στην ακροθαλασσιά με κογχύλια και βότσαλα. Αυτή αφήνεται να μεθύσει από την ομορφιά των πραγμάτων και χαμογελάει ανακαλύπτοντας το μυστήριο τους.

Μα δεν είναι χαζό αυτό άλλωστε παθαίνω κι εγώ τώρα μαζί σας.

Α, ναι;. …Ημουν τότε πολύ άδειος- έτοιμος να γυρίσω στο Περού. Ενα γράμμα της μητέρας μου άλλαξε πάλι τις αποφάσεις μου: «Ξέρεις, παιδί μου πόσο σου ζητώ να γυρίσεις», μου έγραφε, «όμως, αν γυρίσεις τώρα εδώ, θα γίνεις διπλά δυστυχισμένος». Εμεινα λοιπόν στο Παρίσι, και μια μέρα συνάντησα σ΄ ένα εστιατόριο έναν Ορθόδοξο μοναχό που επρόκειτο ν' αλλάξει ολόκληρη τη ζωή μου. «Η Ορθοδοξία ανακεφαλαιώνεται σ΄ αυτά τα λόγια», μου είπε. «Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ό άνθρωπος θεός κατά χάριν και μετοχήν. Και αυτό σημαίνει ότι έτσι όπως όταν βάλεις ένα σίδερο στη φωτιά το σίδερο γίνεται φωτιά δια της συμμετοχής στο πυρ, έτσι κι όταν ο άνθρωπος μετέχει του θείου πυρός γίνεται κι αυτός και πυρ και φως και θεός κατά χάριν». Αυτός μού είπε τότε, ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια χερσόνησος όπου οι μοναχοί επαναλαμβάνουν το όνομα του Ιησού ώσπου να γραφτεί στις καρδιές τους. Τον ρώτησα τότε αν υπάρχουν ποιητές στην Ορθοδοξία και μου απάντησε ότι υπάρχουν πολλοί, κι ένας απ' αυτούς είναι ο Αγιος Συμεών, ο νέος θεολόγος, που έγραψε ύμνους έρωτος για τον Θεό.
Όμως η πρώτη μου επαφή με την Ορθοδοξία έγινε μιαν αυγή στη Λίμα όπου με τον αγαπημένο μου ξάδερφο Φερνάντο περπατούσαμε στους άδειους δρόμους μετά από μια νύχτα αγρυπνίας όπου φτιάχναμε ένα κολάζ. Αυτήν την ώρα πέφτει μια δροσούλα στή Λίμα. Η γη μυρίζει λιγάκι, κι εκείνη την ώρα ξεφουρνίζουν τ΄ αρτοπωλεία και μυρίζει ψωμί η ατμόσφαιρα. Μια τέτοια ώρα περάσαμε από την ορθόδοξη εκκλησία κι ο Φερνάντο μου πρότεινε να μπούμε: «Είναι ωραία εκεί μέσα: έχουν σταφύλια, κρασί, άρτους». Εγώ φαντάστηκα κάτι σαν αρχαιοελληνικό συμπόσιο και φυσικά δέχτηκα (γέλια). Ήταν ανοικτή, αλλά άδεια – λίγο πριν ξημερώσει. Μ' εντυπωσίασε βαθιά η σιγή που βασίλευε εκεί, οι εικόνες στους τοίχους και τ' αναμμένα καντήλια. Και δεξιά μου ένα τραπεζάκι γεμάτο αρτίδια – τα πρόσφορα που συνηθίζουν να κάνουν οι Ρώσοι μου φάνηκαν τόσο κομψά, και νομίζω για πρώτη φορά στη ζωή μου έκλεψα κάτι. Λίγο μετά το άφησα πάνω στο πήλινο χέρι του Δημιουργού που είχε φτιάξει ό Φερνάντο στο στούντιο του, και λίγο αργότερα μ' «έκλεψε» με τον ίδιο τρόπο ή Ορθοδοξία, όπως συνηθίζει.

Παρ' όλο που έκλεβα παιδί κι εγώ πολλά αντίδωρα, δεν έπαθα τέτοιο πράγμα!

Εγώ πιστεύω ότι θα το πάθεις.

Α, μην το λέτε – αυτήν τη στιγμή δεν θα μου ήταν ευχάριστο.

Το καταλαβαίνω, αλλά και πιστεύω ότι σιγά σιγά θα ΄ρθεις κοντά στην εκκλησία γιατί – όπως βλέπω – είσαι ένα παιδί από την ευγενική Ζάκυνθο. Κι αν σήμερα παρασύρεσαι απ' αυτά που σου γυαλίζουν, θα 'ρθει μια μέρα που θα σωφρονιστείς.

Μ' αρέσει η μοναχική ζωή, δεν μ' αρέσει όμως όταν κλείνεται σε δόγματα.

Επειδή δεν έχεις εσωτερικεύσει το δόγμα, ώστε να καταλάβεις πόσο ζωτικό είναι. Δεν είναι καταπιεστικό αλλά μια αυθόρμητη κίνηση σαν την ανάσα. Αλλωστε ερήμην αυτών όλοι οι Ελληνες είναι ορθόδοξοι. Δεν λέω ότι θα γίνεις μοναχός, αλλά ότι θα νιώσεις την ανάγκη βαθιάς παραμυθίας που αναζητάς μάταια στον αισθησιασμό.

Δυστυχώς, ούτε σ' αυτόν την ψάχνω πια. Όμως ας μην περιφρονούμε τον έρωτα των σωμάτων – είναι ένα μέρος της ζωής, μόνο που χρειάζεται κι αυτός μια τέχνη που φαίνεται πώς έχουμε ξεχάσει.

Οι άνθρωποι δεν ξέρουν πια πώς ν' αγαπάνε. Ένας πατέρας της Εκκλησίας λέει: «Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις». Σήμερα οι άνθρωποι θέλουν να κάνουν ό,τι θέλουν αλλά προπαντός να μην αγαπάνε. Γιατί; Διότι φοβούνται. Δεν θέλουν να δεσμευτούν. Θέλουν να καταναλώνουν μόνο και να συμπεριφέρονται μέσω των καταναλωτικών τους προσωπείων. Και ξέρεις πόσο υποφέρουν; Δεν ξέρουν πώς να πλύνουν το πρόσωπο τους γιατί δεν έχουν πια.

Η ίδια αιτία όμως γεννάει τόσο την αδυναμία μας ν' αγαπάμε όσο και την ανάγκη μας να κλεινόμαστε σε μοναστήρια.

Ε, βέβαια. Αλλά μη νομίζετε ότι ζει κανείς περισσότερο τη ζωή από ένα μοναχό.

Αν ήξερα ν' αγαπώ, θα δινόμουν απερίσπαστα στη ζωή – δεν θά 'χα λόγο να μονάσω.

Μα οι μοναχοί είναι κατεξοχήν ερωτικά όντα.

Το διάβασα στα βιβλία σας, άλλα δέν το πιστεύω.

Θέλετε να σας το αποδείξω; Το αντικείμενο του αμέσου έρωτος είναι συνήθως περιορισμένο όταν δεν σε ανάγει στον άκρως εφετό (ποθεινόν) που είναι, νομίζω, για όλους ο Δημιουργός μας - τελειώνει εκεί το πράγμα…

Είναι θέμα καί προσωπικών ορίων. Εγώ ένιωσα αληθινά πληρωμένος μ' έναν δυο ανθρώπινους έρωτες.

Ο έρωτας όταν πραγματικά αγαπάς είναι ωραίος αλλά και σπάνιος. Ομως αυτό που κάνει ό μοναχός είναι κάτι πολύ πιο ριζοσπαστικό… δεν θέλω να το συγκρίνω.

Να το συγκρίνετε: άνθρωποι είναι οι φορείς και των δυο ερώτων.

Έχουν όμως άλλη ποιότητα. Ο ερωτευμένος ξέρετε ότι δεν βλέπει – είναι τυφλός, δεν βλέπει τον άλλον παρά μόνον όταν πάψει να τον αγαπά, όταν απομακρυνθεί απ΄ αυτόν.

Γι' αυτό κι ο Θεός υπάρχει μόνο όταν μεθάμε από τον έρωτά του, κι όταν τον σκεπτόμαστε ήρεμα διαλύεται;

Βέβαια. Αλλά ο ορθολογισμός πρέπει να είναι συνυπηρέτης αυτής της μέθης, γι΄ αυτό κι ο έρωτας του Θεού είναι μια νηφάλιος μέθη.

Δεν μπορούμε να μεθύσουμε νηφάλια με κάποιον άλλον άνθρωπο;

Ναι, όταν τον βλέπουμε εκ σαρκικής αποστάσεως, όταν δεν χρειάζεται να συνουσιασθούμε μαζί του γιατί το έχουμε ήδη κάνει. Αλλά τον πήραμε λίγο ψηλά τον αμανέ.

Το Άγιον Ορος όμως είναι ένας τόπος – αφού ανακαλύψατε τον τρόπο γιατί εγκαταλείψατε το Περού;

Να σας πώ: η αναζήτηση μου πέρασε από την τέχνη, αλλά ποτέ δεν πίστεψα στην πολιτιστική της αξία. Αναζητούσα το θαύμα, την ομορφιά που μοιάζει με βόμβα· το απόλυτο πού δεν μπορείς να το βάλεις στο τσεπάκι. Πίστευα πως η ζωή μου έπρεπε να είναι ένα ποίημα. Πέρασα απ' τη μοντέρνα τέχνη αναζητώντας αυτό που βρήκα στην ορθοδοξία: να σπάσω με το θαύμα τα δεσμά του Θανάτου.

Είστε βέβαιος, πατέρα Συμεών, ότι δεν υπάρχει επόμενο βήμα;

Ζητώ, και τώρα που μιλάω μαζί σας, τον Θεό. Αναζητώ τώρα τον αληθινό Ευστάθιο, κι αυτή η υπόθεση κοινωνίας είναι ο Θεός. Κάθε αρχή είναι τέλος και κάθε τέλος αρχή – δεν μπορώ να βάλω τον Θεό στο τσεπάκι. Εγώ προσπαθούσα να είμαι μηδενιστής, όμως το μηδέν είναι απελπιστικό κι αν θέλεις να 'σαι συνεπής τινάζεις τα μυαλά σου στον αέρα. Γι' αυτό πολλοί συμβιβάζονται με κάποιες ψεύτικες αξίες. Οι πατέρες της εκκλησίας ωστόσο είναι οι όντως μηδενιστές γιατί δεν πιστεύουν σε καμιά αξία της εκκλησίας, και στον θάνατο που είναι η νέκρωση ανακαλύπτουν τη μονάδα που είναι Τριάς: τον αναστημένο Χριστό που νίκησε τον θάνατο. Τότε το μηδέν είναι ζωογόνο κλείνοντας την απαστράπτουσα μονάδα… Τι ερώτηση μου είχατε κάνει;

Υπάρχουν στιγμές αμφιβολίας σ΄ αυτή την ακραία σας επιλογή;

Υπάρχουν στιγμές που αμφιβάλλω για τον εαυτό μου – κατά πόσο δεν χαϊδεύομαι. Κάθε μερα που κατεβαίνω στην εκκλησία αναπνέω, βλέπω τη ζωή μου σ' ένα κέντρο. Κάθομαι και τραβάω λίγο κομποσκοινάκι κι η καρδιά μου γεμίζει γαλήνη και παίρνω δύναμη να ζήσω – αλλιώς θα είχα χαθεί, δεν ξέρω, ίσως θα είχα αυτοκτονήσει. Εκεί βρίσκω μεγάλη ανακούφιση, γιατί εγώ – θα σου το πω – πάσχω κι από κάτι: Βαριέμαι που ζω, αλλά με την προσευχή παίρνω δύναμη.

Μήπως γλυκαίνουμε τον εαυτό μας με τα τυπικά;

Θέλετε να πείτε μήπως την κάνουμε λαχείο με τον εαυτό μας;

Ε, ναι.

Υπάρχει ο κίνδυνος της πλάνης. Υποπτεύομαι συχνά τον εαυτό μου και δεν είμαι βέβαιος. Οχι, δεν ξέρω – σαν το παιδί αφήνομαι κι ελπίζω.
Διακρίνω όμως κάποτε μια ράθυμη παράδοση των μοναχών στο πολύ λιβάνι.

Η μέθη σας, πατέρα Συμεών, είναι νηφάλια αλλά, συχνά, και υπνηλή.

Αυτήν τη στιγμή που σας μιλάω δεν νυστάζω. Δεν μ' ενδιαφέρει η συνέντευξη. Το ότι προσπαθούμε να μιλήσουμε αληθινά δίνει αξία στη ζωή μας – αλλιώς θα είμαστε δυο κομμάτια κρέας. Θέλω να σε αισθανθώ – αυτό το πράγμα δεν είναι αγώνας για την αλήθεια;

Μπορώ να δοκιμάσω την πίστη σας για την Ορθοδοξία;

Οχι, δεν μπορείτε!

Αυτό ακριβώς θεωρώ εφησυχασμό: την πίστη που δεν γεννιέται κάθε μέρα καινούργια.

Η Ορθοδοξία δεν είναι προς κλονισμόν ούτε προς εφησυχασμόν γιατί είναι μυστήριον. Θα ήτανε μια τρομερή κακογουστιά να αποδείξω την ύπαρξη του Θεού – δεν μ' ενδιαφέρει. Γιατί αν ο Θεός είναι αντιληπτός δια των πεπερασμένων μου αισθήσεων είναι κάτι που με αφήνει αδιάφορο. Εγώ θέλω να μην υπάρχω αλλά να υπερ-υπάρχω.

Αλλά και η εξομολόγηση πρέπει να είναι δοκιμασία για έναν μοναχό.

Απαιτεί τεράστια αποθέματα αρετής, γιατί ο πιστός πλησιάζει το Θεό κι εσύ πρέπει να 'σαι διάφανος ώστε να μπορεί μέσα από σένα να τον διακρίνει. Εκεί τελειώνουν τα ψέματα και χρειάζεται γι αυτά μια τρομερή αυταπάρνηση.

Είστε κι εσείς εξομολόγος, έτσι;

Ναι, μ' έκαναν.

Η αυταπάρνηση όμως δεν γεννιέται από την υπακοή.

Οχι! Η αυταπάρνηση γεννιέται απ' την αγάπη.

Θα πρέπει να υπάρχει κι ένα μίνιμουμ κοινών αμαρτιών για να υπάρχει κατανόηση.

Όχι πάντοτε. Για να καταπολεμήσεις τον καρκίνο δεν είναι ανάγκη να είσαι καρκινοπαθής. Εκείνο που χρειάζεται να ξέρεις είναι η αδυναμία της ανθρώπινης φύσεως, να βράσεις στο ζουμί σου κι εσύ για οποιαδήποτε αιτία… Εμένα όλες οι διαστροφές μου έρχονται στο νου και αισθάνομαι τόσο βρόμικος. Ντρέπομαι που ζω μαζί μ' αυτά τα άγια παιδιά. Στη μοναξιά βλέπεις αναγκαστικά τον εαυτό σου και λες «μα τέτοιος είμαι εγώ;». Ε, τέτοιος είσαι. Τότε δεν μπορείς παρά να συμπονέσεις τον άλλον.

Πώς αμύνεστε;

Πολλές φορές αποδέχομαι τη βρομιά μου, κι αυτό μ' απομακρύνει απ' το Θεό, μού πληγώνει την καρδιά. Άλλοτε πάλι με μια δύναμη που δεν ξέρω από πού έρχεται (γιατί εγώ τείνω σε αυτά) μπορώ και τις διώχνω και γλιτώνω για λίγο. Το παν είναι να μην υπερηφανεύεται κανείς – να μην έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.

Εχετε γράψει ότι θεωρείτε τον εαυτό σας κατεξοχήν ερωτικό όν.

Ο μοναχός που βάζει φραγμό στον άμεσο έρωτα γίνεται 100% ερωτικός.

Δεν νοσταλγείτε ποτέ έρωτες κοσμικούς;

Nαι. Αλλά καμιά φορά, μου φαίνεται, το κάνω από μιαν ανάγκη να εξευτελίσω τον εαυτό μου, να πέσω πάνω στον εμετό μου – περιέργως ίσως. Βλέπεις, πρέπει να παλέψουμε και με τις μνήμες: με όσα ακούσαμε και με όσα πράξαμε. Είναι ένας αγώνας όταν πέφτω στην έλξη των φαινομένων να προσεύχομαι για να φέρω πάλι λίγη πραότητα στην αγριεμένη μου ψυχή.

Μιλήστε μου, παρακαλώ, για τα πράγματα – τα ασήμαντα και σημαντικά – που σας αρέσουν.

Βαδίζοντας από Δυσμάς πρός Ανατολάς χαιρετώ το ιλαρό φως κουβαλώντας μνήμες και αρέσκειες. Ω! Μέσα στα πράγματα που μου αρέσουν είναι το χαβιάρι, ο καπνιστός σολομός, ένα περουβιάνικο φαγητό πού το λένε σεβίτσε (ψιλοκομμένο ψάρι μαγειρευμένο χωρίς φωτιά με λεμόνι κι αλάτι), τα ποτά- το μπας αρμανιάκ (ένα είδος κονιάκ) μου αρέσουν τα μάνγκος, οι φράουλες, το παγωτό, τα στρείδια, όλα γενικώς τα θαλασσινά, εκτός από τα καλαμάρια.
Μου αοέσουν οί άνθρωποι που με κάνουν να ονειροπολώ, οι γυναίκες που μοιάζουν μέ νεράιδες κι είναι πάρα πολύ όμορφες – όχι όμως για να τις καταναλώνω, αλλά έτσι, προς παραμυθίαν. Μου αρέσουν βιβλία, η ζωγραφική. Δεν μου αρέσουν οι στρυφνοί και μίζεροι άνθρωποι. Μ' αρέσει πολύ η γενναιοδωρία κι η αρχοντιά, η αθωότητα επίσης. Αντιλαμβάνομαι το Θεό σαν το καλό χαβιάρι, προς βρώσιν. Δεν μ΄ αρέσουν τα νομικά κείμενα κι οι πρακτικές δουλειές. Δεν μου άρεσουν ο συμβιβασμός και το χιόνι – συμφωνώ πως είναι «η λέπρα της γης». Μ' αρέσει η θάλασσα, ο ήλιος, οι ζεστές χώρες, το καλό άσπρο κρασί, η σαμπάνια κι οι σοκολάτες πλην της άσπρης. Μ' αρέσουν τα κογχύλια, ο ξάδελφός μου ο Φερνάντο και τα μικρά κουτάκια. Μου αρέσει ακόμα ο Μπάστερ Κίτον, ο Κόναν Ντόιλ, η μυρωδιά του φρέσκου ψωμιού, ο Τζέιμς Μπόντ, η μυρωδιά του νεφτιού, τα ωραία χαρτιά, οι εκδόσεις Άγρα, ο ζωγράφος Θεόφιλος, οι ραπιδογράφοι, το δημιουργικό γράψιμο (το άλλο τo βαριέμαι), ο Ανδαλουσιάνικος Σκύλος, η Θεία Κοινωνία, τα ελληνικά παραμύθια, υπεραγαπώ την Ελλάδα και τους Έλληνες (με όλα τα χάλια τους). Δεν μου αρέσουν τα υπουργεία, το τσιγάρο, οι φυλακές. Απεχθάνομαι τον Καθολικισμό και τον Προτεσταντισμό. Μ' αρέσει η προσευχή, αυτό το κέντημα του χρόνου που καταφέρνει ώστε ο χρόνος που γεννάει το θάνατό μας να παύει να είναι ο εχθρός και να πλημμυρίζει την καρδιά μας η αγάπη για να μη στεγνώσουμε… Αχ, πρέπει ν' αγαπάμε, να ποτίσουμε τις πέτρες κεντώντας το χρόνο, να μεταβάλουμε τα πάθη μας σαν ακροβάτες της πίστεως. Να αρνηθούμε τα συναισθήματα μας μέσα στο θείο πυρ. Γι' αυτό κόβει τα μαλλιά του ο μοναχός στην κουρά – κόβει δηλαδή τα συναισθήματα κι είναι η φλόγα που αναγκάζει τις γυναίκες να τυλίγουν τα μαλλιά τους σε μαντίλι όταν πηγαίνουν στην εκκλησία – από σέβας να μην εκδηλώνουν τα συναισθήματα τους.

Μα γιατί είναι τα μαλλιά μας συναισθήματα κι όχι τα γένεια μας;

Μιλώ εντελώς διαισθητικά – νομίζω τα ωραία μαλλιά δηλώνουν έναν έντονο συναισθηματικό κόσμο.

Και μένα που μού πέφτουν τα μαλλιά;

Συμβαίνει ίσως επειδή είστε πληγωμένος.

Τότε εσείς θα πρέπει να 'στε αλώβητος με τόσα μαλλιά, πατέρα Συμεών! Αχ, νομίζω ότι δεν λέμε τα πράγματα με τ΄ όνομά τους.

Εγώ σας μιλάω πολύ καθαρά, νομίζω – δεν σας έχω κρύψει τίποτα, σε σημείο πού αρχίζω να ανησυχώ (γέλια).

Γίνεστε διάσημος – αυτά ζητάτε;

Εκείνο πού ζητώ αληθινά είναι να κάθομαι στην ησυχία για πολύ καιρό και να χάνομαι, να ξεχνιέμαι. Σ΄ ένα μέρος με πράσινο, να βρώ λίγο τον εαυτό μου, στο δάσος ίσως – να γράφω, να ζωγραφίζω. Εχω κουραστεί από τις επαφές και τ΄ αναγκαστικά μου ταξίδια.

Πόσο μοναχός μπορεί να είναι κανείς, όταν τον επισκέπτονται τόσοι και ταξιδεύει σε όλα τα μέρη του κόσμου;

Κοιτάξτε: άπαξ καί έχεις υπακοή είσαι μοναχός. Το παν είναι πού έχεις την καρδιά σου. Μπορείς να ζεις σε όλες τις πρωτεύουσες του κόσμου κι ο νους σου νά 'ναι στην αγάπη.

Με τον αναχωρητισμό γλιτώνουμε κι απ' οποιονδήποτε κοινωνικό αγώνα.

Το Βυζάντιο όμως οι μοναχοί ήταν εκείνοι που το διατήρησαν.

Σήμερα τι διατηρούν οι μοναχοί;

Τον ίδιο τον άνθρωπο!

Την ώρα που άλλοι είναι στα οδοφράγματα ο μοναχός νοιάζεται μονάχα για τη σωτηρία της ψυχής του.

Αλίμονο αν κοιτάει μόνο τη δική του σωτηρία, και δεν ξέρει ότι περνάει μέσα απ' τη σωτηρία των άλλων. Αλλά ο σκοπός του καλόγερου δεν είναι να πιάνει τα όπλα – βοηθάει με άλλον τρόπο, γιατί νομίζω ότι η αληθινή επανάσταση ξεκινάει απ΄ τον εαυτό μας. Αλλά τι ζητάμε με την επανάσταση; Μια αλλαγή οικονομικών καθεστώτων; Όχι εκείνο που ζητάμε είναι να διασώσουμε τον άνθρωπο. Ο μοναχός μαρτυρεί για τον αληθινό άνθρωπο, διότι αυτός αγωνίζεται ν΄ απελευθερώνεται απ΄ τα πάθη του δια της αγάπης.

Η Ιστορία όμως διδάσκει ότι καμιά δικτατορία δεν έπεσε δια της αγάπης.

Δια της αγάπης πέφτει η δικτατορία των παθών. Δες τις χώρες που έχουν γίνει οι επαναστάσεις: ποια πέτυχε; Καμιά!

Δεν υπάρχει λοιπόν διαφορά ανάμεσα στις πολιτικές εξουσίες;

Υπάρχει, κι ο καθένας ανάλογα με τη συνείδησή του πρέπει να παίρνει θέση. Όμως ό μοναχός δεν ψάχνει την εξωτερική αλλαγή. Δες το κενό που υπάρχει στις «ευημερούσες» μεταβιομηχανικές κοινωνίες. Ολοι μιλούν για την πολιτική αλλά χάνουν τον στόχο τους.

Πέστε μου, αλήθεια, πατέρα Συμεών: κάποια νύχτα που έπρεπε να ξυπνήσετε για τον όρθρο, κάποιο απόγευμα – όπως τώρα – μετά τον εσπερινό, κλείσατε την πόρτα του κελιού σας κουρασμένος, νιώθοντας πως όλος αυτός ο αγώνας ίσως είναι και λίγο μάταιος;

Πολλές φορές έχω κλείσει την πόρτα μου νιώθοντας εντελώς απογοητευμένος από όλα. Από όλα. Ακόμα κι απ' τον αγώνα μου – αλλά την πίστη μου δεν την έχω χάσει. Απλούστατα έχω πέσει σε μια ραθυμία, μια – πώς να το πω; – μια μελαγχολία πολλές φορές μελαγχολώ και βαριέμαι που ζω. Ας μπορούσες να καταλάβεις: όλοι μας τρέχουμε να φύγουμε απ' τον εαυτό μας· δεν θέλουμε να τον συναντήσουμε. Αν όμως τον δεχτούμε και υποφέρουμε το κενό που μας μεταγγίζει, θα δεχτούμε τα γόνιμα δώρα της υπομονής. Ομως πολλές φορές εγώ τα χάνω όταν διαπιστώνω αυτό το κενό μου και λιμνάζω οδυνηρά – κυρίως όταν δεν έχω να κοροϊδεύομαι με επισκέπτες ή κοσμική ζωή βλέποντας τον εαυτό μου γυμνό. Ζητάω τότε να δροσιστούνε λίγο τα χέρια μου και προσεύχομαι.

Τι άλλο είναι αυτό που σάς βγάζει από την αρπάγη της μελαγχολίας;

Δεν ξέρω. Δεν ξέρω να σας πω αν είναι η προσευχή. Μερικές φορές είναι – όχι πάντοτε όμως. Αλλες φορές είναι η ίδια η ροή των πραγμάτων που με τραβάει από αυτήν τη στενοχώρια της απραξίας… Γι' αυτό, παλιά, τη μέρα της κουράς του καλόγερου ο ηγούμενος απηύθυνε μόνον δυο λέξεις: «Καλή υπομονή». Υπομονή μέσα στη μοναξιά. Με τη μοναξιά κανείς βυθίζεται μέσα στα ύδατα της ψυχής, στον υδατόστρωτο τάφο της κι όλες οι φωτεινές εμπειρίες, όλες οι αντανακλάσεις του νοητού ηλίου στη θάλασσα της ψυχής αστράφτουν πάνω σε Βρώσιμους Ιχθείς, πάνω στο σώμα του Χριστού. Το έχω γράψει και σ' ένα κείμενο μου – το έχετε προσέξει; «Η αλήθεια εν τω βυθώ». Είναι η αλήθεια που βρίσκεις στα μάτια των αγίων και των απλών γυναικών, είναι η φλόγα που περνάει μέσα απ τα χρόνια, δίνοντας στα μάτια των ανθρώπων μιαν όψη αλλοτινή.

Και μιαν όψη θλιμμένη.

Μη λυπάστε γι' αυτήν τη θλίψη είναι γιατί τα πάθη δεν χάνονται αλλά μόνον αλλάζουν με τη δύναμη της αγάπης, κρατώντας για πάντα τις μνήμες της πτώσης των.

Δεν λυπάμαι, πατέρα Συμεών – φοβάμαι όμως.

Όπως φοβάται ο ακροβάτης που βγαίνει χωρίς πίστη στή σκηνή. Οπως φοβάται όποιος δεν δαπανιέται για τους άλλους. Ομως μη φοβάσαι: πέσε στο κενό για να υπάρχει λόγος να σε κρατήσει στην αγκαλιά του ο Θεός.

Τρίτη 14 Ιουλίου 2009

ΕΚ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΠΑΝ. ΓΡΙΤΖΑΝΗ


ΕΛΠΙΣ 1678/2 Δεκ. 1907:

Ιστορία της εποχής και των συστατών της νέας μουσικής μεθόδου
(Κρητικής Εκκλησιαστικής μουσικής)
(α)

(α) Διατηρείται το γλωσσικόν ύφος των χειρογράφων. Σημ. «Ελπίδος»).

Μικρόν προ της επαναστάσεως, ο φιλογενέστατος Αρχιμανδρίτης κύριος Χρύσανθος και οι συνάδελφοι αυτού κύριος Γρηγόριος ο Λαμπαδάριος της μεγάλης Εκκλησίας και ο εκ Χάλκης μουσικοδιδάσκαλος Κύριος Χουρμούζιος 1 [1. Κατά το 1820 έτος μ.Χ. ο Χρύσανθος έλαβε τον βαθμόν της Αρχιερωσύνης διά την επαρχίαν Δυρράχιον, είτα μετεκομίσθη Αρχιερεύς Σμύρνης και τελευταίον της Προύσσης. Ούτος ήτο εκ Μαδυτών έγραψε περί μουσικής νέας μεθόδου το «Μέγα Θεωρητικόν» έργον άξιον επαίνων ως υπόγραμμα διδακτικόν άμα και φιλολογικόν της μουσικής. μετείχε δέ και της Ελλάδος φωνής και της Γαλλικής διαλέκτου και της ευρωπαϊκής μουσικής. εγνώριζε δε καλώς και το φωνητικόν όργανον Πλαγίαυλον καλούμενον.
- Ο δε Ομηρικός νους Γρηγόριος εγένετο διάδοχος του Μανουήλ Πρωτοψάλτου κατά την τάξιν της μεγάλης Εκκλησίας. ούτος μετέφρασεν όλας τας νεοπεποιημένας μελωδίας. ήτο δε καθηγητής άριστος. απέθανε τω 1822.
- Εις δε τον κύριον Χουρμούζιον εδόθη το αξίωμα του χαρτοφύλακος εις τα πατριαρχεία. μετέφρασεν όλα τα παλαιά βιβλία της εκκλησιαστικής μουσικής εις την ρηθείσαν μέθοδον, άτινα ηγοράσθησαν παρά του μακαριωτάτου πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίου Αθανασίου κατά το 1838 έτος μ.Χ. Εις τούτον οφείλομεν μεγίστην την ευγνωμοσύνην συνεργήσαντα μεγάλως όπως συστηθή εις το πατριαρχείον Μουσικόν τυπογραφείον προς ευκολωτέραν διάδοσιν της μουσικής όπερ και επέτυχε και αυτός πρώτος εξέδωκεν αρκετά μουσικά άσματα τα αναγκαιότερα εις τους ψάλτας (ίδε δίτομον ανθολογίαν εν Κ/πόλει τυπωθείσαν κατά το 1824 και το αργοσύντομον Ειρμολόγιον) και ούτως ελύτρωσε πολλούς από του πολυμόχθου της τούτων χειραντιγραφής. Αιωνία η μνήμη αυτών.]
ενωθέντες εν Κωνσταντινουπόλει, κατά το 1814 έτος μ.Χ. και συσκεφθέντες φιλοσόφως και επιστημονικώς ανεκάλυψαν τον χρόνον εις την Μουσικήν και προσεδιώρισαν την καταμέτρησιν και διαίρεσιν αυτού πολλαχώς. (διότι χωρίς τούτου ουδέν κατορθούται εις την μουσικήν), προσεδιώρισαν τα διαστήματα των επτά τόνων διά συστηματικών κλιμάκων καθ’ όλα τα γένη της μουσικής. τα διαστήματα των φθορών δι’ ων γίνεται η μετάβασις και η μεταβολή από ήχου εις ήχον, από γένους εις γένος και από κλίμακος εις κλίμακα. μετέβαλον τους μουσικούς χαρακτήρας από συμβόλων εις γράμματα και εν ενί λόγω καθυπέβαλον εις κανόνας την πριν ακανόνιστον μεν, αλλά πολυποικιλομελή Μουσικήν ημών τρόπω αξιοθαυμάστω.

Αφού πρώτον επέραναν τας εργασίας αυτών κατ’ επιτυχίαν ειδοποίησαν αμέσως το Κοινόν της μεγάλης Εκκλησίας και δι’ επίτηδες διά τούτο Ιεράς Συνόδου επί της πατριαρχείας Κυρίλλου Δ΄ του εξ Αδριανουπόλεως γενομένης, συνεδριαζόντων και των επιφανεστέρων του γένους προεβλήθη το νέον τούτο εφεύρημα. Καταπεισθείσα δε η σύνοδος υπό των ισχυρών λόγων και των βεβαίων αποδείξεων των τριών μουσικοδιδασκάλων περί του κανονισμού της τέχνης (επειδή κατ’ αρχάς υπωπτεύετο ότι οι διδάσκαλοι εζήτουν να καινοτομήσωσι την ιεράν ψαλμωδίαν) εθέσπισαν ίνα οι μεν Γρηγόριος ο Λαμπαδάριος και Χουρμούζιος Γεωργίου παραδίδωσι το πρακτικόν μέρος της Εκκλησιαστικής μουσικής, ο δε Αρχιμανδρίτης Χρύσανθος το θεωρητικόν μέρος αυτής.

Συνεστήθη όθεν διά τούτο Σχολείον, εις το οποίον παρεχωρήθη να κατοικώσι και πολλοί εκ των απόρων μαθητών. Διωρίσθησαν έφοροι της σχολής και μισθοί διά τους διδασκάλους. Εστάλησαν πανταχού Πατριαρχικά εγκύκλια γράμματα, τοις κατ’ επαρχίας αρχιερεύσιν ίνα οι ποθούντες να σπουδάσωσι την μουσικήν αμισθί κατά την νέαν μέθοδον μεταβώσιν εις Κωνσταντινούπολιν όπου μετά δύο ετών διδασκαλίαν θέλουσι γίνει εγκρατείς της μεθόδου. Έτρεξαν λοιπόν πανταχόθεν μαθηταί πάσης τάξεως και ηλικίας εξ ων τινες αρκούντως ευδοκιμήσαντες μετέβησαν εκείθεν άλλος εις μίαν πόλην και άλλος εις άλλην όπου συστήσαντες ιδιαίτερα σχολεία μετέδιδον ειλικρινώς το εμπιστευθέν αυτοίς τάλαντον. Τούτων ούτως εχόντων ποίαι νήσοι εκ των επτά έμαθον πρότερον τούτο; Βεβαίως εκείνοι ων οι κάτοικοι δεν είναι στρουθία, αλλά περιφέρονται από πόλεως εις πόλιν και από νήσου εις νήσον. Ούτοι μαθόντες ότι διοργανίζεται εις την Κωνσταντινούπολιν μεταρρύθμισις μουσικής εις επιστημονικήν μέθοδον, διέδωκαν τούτο εις τας πατρίους νήσους. Ιδίως μαθόντες τούτο πολλοί των Κεφαλλήνων 2 [2: Τότε εις Κεφαλληνίαν διέπρεπεν ο μουσικοδιδάσκαλος αρχιδιάκονος Σ. Δαφαράνας κατά την παλαιάν μέθοδον και επειδή ως έμαθον υπερήρετο και σχεδόν κατεφρόνει, διά τούτο οι άλλοι ψάλται προθύμως υπήγον εις Κωνσταντινούπολιν ίνα μαθόντες την νέαν μέθοδον και επιστρέψαντες εις την πατρίδαν αυτών ταπεινώσωσι τον διδάσκαλον. Επανελθόντων δε τούτων επέμενε και υπεστήριζε την παλαιάν μέθοδον ο Δαφαράνας κατηγορεί την νέαν, αλλά τέλος ενέδωκε και εσπούδασε παρά των υπ’ αυτού καταδιωκομένων την νέαν μέθοδον εις ην διέπρεψε και αυτός και ετόνισε πολλά εξ ων έχω και εγώ εις χειράς μου, εκλογήν τινα πολυελέου εις την κοίμησιν της Θεοτύκου (ήχος πλ. Β΄) κατά την νέαν μέθοδον.] έδραμον εις Κωνσταντινούπολιν. Εν τούτοις συνέβη εν Ελλάδι η επανάστασις του 1821. Εν ταύτη τη εποχή έρχονται εκ Πελοποννήσου εις Ζάκυνθον πολλαί οικογένειαι μεθ’ ων και διάφοροι ψάλται ων τινές μεν ήσαν ειδήμονες της μουσικής κατά την παλαιάν μέθοδον έτεροι δε κατά την νέαν. όθεν υπό τούτων περί το 1821 εισήχθη το νέον σύστημα εις Ζάκυνθον. Κατ’ αυτήν την εποχήν και οι προειρημένοι μουσικολόγιοι Κεφαλλήνες επανακάμπτοντες εκ Κωνσταντινουπόλεως εις την εαυτών πατρίδα και διαβαίνοντες εντεύθεν, τινές εξ αυτών απεβιβάσθησαν εν τη νήσω ταύτη όπου διέτριψαν διδάσκοντες πολύν καιρόν διό και οφείλομεν εις αυτούς την ορθήν διδασκαλίαν της νέας μεθόδου ου μόνον ως ελθόντες κατ’ ευθείαν εκ του εν Κωνσταντινουπόλει μουσικού σχολείου, αλλά και ως γιγνώσκοντες την νέαν ταύτην μέθοδον εφ’ όσον ήτο μέχρι της ώρας εκείνης προοδευμένη. Εκ των ενταύθα αποβιβασθέντων Κεφαλλήνων αξιομνημόνευτος διά την εκ της διδασκαλίας αυτού ωφέλειαν είναι Κεφαλλήν τις τούνομα Γεράσιμος. Ούτος πρώτος των μαθητών της εν Κ/πόλει μουσικής Σχολής, ελθών εις Ζάκυνθον ήρξατο την διδασκαλίαν εν Ζακύνθω της νέας μουσικής. εχρημάτισε δε και ψάλτης του περικαλλεστάτου ναού της Θεοτόκου Φανερωμένης. Εν ταύτη τη εποχή μετήρχετο τον μουσικοδιδάσκαλον ο ημέτερος διδάσκαλος Κοθρής κατά την παλαιάν μέθοδον.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1679/9 Δεκ. 1907:

Ούτος ο Θεόδωρος Κουρκουμέλης κοινώς Κοθρής εγεννήθη περί το 1790, έχων δε φύσιν και κλίσιν εις την μουσικήν, κατεγίνετο εις τους μουσικοδιδασκάλους της εποχής, όστις προόδευσεν εις την μουσικήν παντός άλλου μαθητού. Οι του Κοθρή διδάσκαλοι υπήρξαν ο μουσικοδιδάσκαλος Πέτρος ο Μανταλάς και ο Γεώργιος ιερεύς ο Ρωμανός (ο παπάς Τσετσές)
1 [1: Σ.Δ. Ο παπά Τσετσές ούτος είναι ο αναφερόμενος εν τοις σατυρικοίς ποιήμασι του ποιητού Σολωμού και εν τω στίχω
«Στ’ όνειρό μου άκουα πάλι
Τον παπά Τσετσέ να ψάλη
Όμως έκανε εξ αιτίας
του ονείρού μου του μουρλού
Τη φωνή του κουνουπιού.»]
έτι δε και οι Ιωάννης Δημόπουλος και Αναστάσιος Αρίφυλλος, οίτινες ήσαν εντελέστεροι εις την ανατολικήν μουσικήν. Υπό τούτων εδιδάχθη ο Κοθρής την Κρητικήν και πολιτικήν μουσικήν κατά την παλαιάν μέθοδον. Έτι δε του Κοθρή διδασκομένου και διδάσκοντος, επειδή ο διδάσκαλος παπά Τσετσές ήτο υπέργηρως και η διδασκαλία έμεινε εις τον έτι μαθητήν όντα Κοθρήν, συνέβη η έλευσις του άνω ειρημένου Γερασίμου και λοιπών. Ο Κοθρής ιδών ως και έτεροι συμπολίται Ζακύνθιοι ότι υπό του Κεφαλλήνος Γερασίμου νέα μέθοδος της εκκλησιαστικής μουσικής της διδασκομένης εν Κεφαλληνία διδάσκεται, υπεχρεώθη να πορευθή εις τον ξένον διδάσκαλον Γεράσιμον ίνα διδαχθή αυτήν. Ευφυής, καίτοι εν ηλικία όχι νεανική, ευδοκίμησεν υπέρ πάντας τους άλλους μαθητάς συμπολίτας του. Μετ’ ου πολύ ήλθε και έτερος Κεφαλλήν εκ Κωνσταντινουπόλεως Κωνσταντίνος ο Μπάφας όστις νυμφευθείς διέμεινεν εν Ζακύνθω πολλά έτη και εδίδαξε περισσότερον εν τη νήσω την νέαν μέθοδον. Μαθητής του Μπάφα υπήρξεν ο εξαίρετος μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Κονιδάρης. Εκ τούτων και των άλλων μουσικοδιδασκάλων οίοι ο Διονύσιος Κονιδάρης και Διονύσιος Πασχάλης και άλλοι, πολλοί Ζακύνθιοι εδιδάχθησαν την νέαν της εκκλησιαστικής μουσικής μέθοδον εν οις διέπρεψεν ο Θεόδωρος Κοθρής. Ούτος ουν λαβών παρά των άνω ειρημένων διδασκάλων και το εγχειρίδιον της γραμματικής, ήρξατο να κάμνη τον διδάσκαλον της ανατολικής μουσικής εις την νέαν μέθοδον, φυγόντων μάλιστα και των Κεφαλλήνων διδασκάλων εις την πατρίδα των. Επειδή εις ταύτην την εποχήν αποθανόντος εν τούτοις και του υπεργήρου παπά-Τσετσέ τελευταίου εις την παλαιάν μέθοδον διδασκάλου, έμεινε μόνος εν τη νήσω διδάσκαλος ο Κοθρής υπεχρεώθη, ως και οι προγενέστεροι εποίουν να διδάσκη και την Κρητικήν μουσικήν, διότι όσον κανονική και εκκλησιαστική μουσική και αν ήτο η ανατολική, πάντοτε εν Ζακύνθω εθερωρείτο δευτερεύουσα, και ως επικρατούσα εθεωρείτο η επιτόπιος Κρητική. Αλλ’ επειδή η Κρητική μουσική ήτο έτι τότε γεγραμμένη εις την σημειογραφίαν της παλαιάς μεθόδου βεβαίως ο διδάσκαλος δεν ηδύνατο να διδάσκη τους μαθητάς την μεν ανατολικήν μουσικήν εις την νέαν μέθοδον την δε Κρητικήν εις την παλαιάν, διότι ούτε τας δυνάμεις έλαβεν εις την παλαιάν μέθοδον ένεκα της συστάσεως της νέας, ούτε οι μαθηταί ηδύναντο ποτέ να μάθωσιν επιστημονικήν μουσικήν Κρητικήν μη διδασκομένην εις την νέαν μέθοδον, αλλ’ ούτε καν ηδύνατο να αποφύγη την διδασκαλίαν της Κρητικής μουσικής, διότι και οι προγενέστεροι Ζακύνθιοι μουσικοδιδάσκαλοι εις την παλαιάν μέθοδον εδίδασκον τους μαθητάς και την Ανατολικήν και την Κρητικήν μουσικήν. Τούτων ούτως εχόντων ο Κοθρής έπρεπεν εκών άκων γενέσθαι μεταφραστής και εξηγητής της Κρητικής μουσικής από της παλαιάς μεθόδου εις την νέαν, άλλως δεν ηδύνατο να φέρη το προσαπαιτούμενον όφελος. Προς τούτο εβοήθησεν αυτόν η διδασκαλική μόρφωσις. επειδή νύκτωρ και μεθ’ ημέραν αντιγράφων και διδάσκων την ανατολικήν μουσικήν κατά την νέαν μέθοδον έχων και το σύστημα της μουσικής το υπό του Χουρμουζίου τυπωθέν εν Κωνσταντινουπόλει τω 1824 εγυμνάζετο εις το ορθώς γράφειν και πρακτικώς εδιδάσκετο τα αναγκαιότερα μέσα της μελοποιίας. Εννοήσας ολίγον ευλήπτου ούσης της νέας μεθόδου την μελοποιίαν και την ορθογραφίαν ήρξατο να εξηγή και να γράφη μετά της σημειογραφίας της νέας μεθόδου την μελοποιίαν του πα βου γα δι κε ζω νη πα τα ολίγα μαθήματα τα Κρητικά όσα έφθασε να διδαχθή παρά των ποτέ διδασκάλων αυτού Μανταλά και παπά-Τσετσέ. Τα δε πλείστα έγραφεν όπως ήκουε τους διδασκάλους και συγχρόνους ιεροψάλτας να ψάλλωσιν αυτά επ’ εκκλησίαις. Τοιουτοτρόπως λοιπόν παρερχομένου του χρόνου γράφων και διδάσκων την Κρητικήν και νυν Ανατολικήν μουσικήν, λαβών δε εν τοις υστέροις και την παρά Θεοδώρου Φωκαέως εκδοθείσαν εν Κωνσταντινουπόλει θεωρητικήν γραμματικήν της εκκλησιαστικής μουσικής ετελειοποιείτο εις την μελοποιίαν και ορθογραφίαν της μουσικής. ώστε και τα εις τας αρχάς αυτού τονισμένα άσματα όντα ατελή και ανορθογεγραμμένα ένεκα της τότε ημιμαθείας αυτού, ύστερον επεδιόρθωσε και πλείστα άλλα εντελώς και τεχνηέντως εμελοποίησε και σήμερον η Κρητική μουσική γράφεται υπ’ αυτού διά της εκκλησιαστικής σημειογραφίας της νέας μεθόδου κατ’ εντέλειαν.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1680/16 Δεκ. 1907:
Ιστορία της Κρητικής Μουσικής. Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι.

Όθεν εν τω διαστήματι της πεντηκονταετούς διδασκαλίας αυτού (του Κοθρή) ετόνισε σχεδόν άπασαν την ενιαύσιον ακολουθίαν κατά την νέαν μέθοδον, εξαιρουμένων εκείνων των ολίγων ασμάτων άτινα προ χρόνων είθισται να ψάλλωνται κατά το Ανατολικόν ύφος. Ο διδάσκαλος Κοθρής και οι τούτον διδάξαντες ήσαν άπειροι της Ευρωπαϊκής μουσικής. Κατ’ εμέ θεωρώ ότι η άγνοια αύτη συνετέλεσεν ώστε η Κρητική μουσική να μη λάβη τας παραμορφώσεις και τα Ευρωπαϊκά τονίσματα όσα αν οι κατά καιρούς εκκλησιαστικοί μουσικοδιδάσκαλοι ήξευρον την Ευρωπαϊκήν μουσικήν σήμερον ήθελον έχει. Εν τούτω λοιπόν καυχώμαι ήτοι εν τη ολιγομαθία του διδασκάλου μου Κοθρή, διότι αν ο της νέας μεθόδου διδάσκαλος ούτος εγνώριζε την Ευρωπαϊκήν μουσικήν, βεβαίως ήθελε γράψη αυτήν νενοθευμένην. και τότε τα παρ’ αυτού γραφθέντα ήθελον είσθαι μίγμα τι εκ Κρητικής και Ευρωπαϊκής μουσικής, αλλ’ ένεκα τούτου ήδη συνέβη ο Κοθρής όλως να μη γινώσκη την Ευρωπαϊκήν μουσικήν και ένεκα τούτου έλαβε την υπομονήν ως προείπον να εξηγήση εις την νέαν μέθοδον όσα έφθασε να διδαχθή εις την παλαιάν, τα δε λοιπά ως ήκουε τους διδασκάλους και λοιπούς ιεροψάλτας να ψάλλωσιν επ’ εκκλησίαις και ούτω κατέλιπεν εις ημάς γεγραμμένην τη σημειογραφία της εκκλησιαστικής μουσικής της νέας μεθόδου την Ζακύνθιον ή Κρητικήν μουσικήν γνησίαν και ακίβδηλον μετά τινών παραμορφώσεων και καλλωπισμών πηγαζόντων εκ της ευρωπαϊκής μουσικής και παρεισφρησάντων κατ’ εποχάς εις αυτήν προς ύπαρξιν, υποστήριγμα και κόσμον αυτής. Ημείς δε έχοντες ήδη εν τοιαύτη καταστάσει την Κρητικήν μουσικήν δυνάμεθα να φυλλάττωμεν αυτήν ως παρελάβομεν και αφόβως να βελτιώμεν αυτήν δυνάμει της ευρωπαϊκής μουσικής, επειδή ήδη ηξεύρομεν ποίον το γνήσιον και ποίον το αλλότριον και πάλιν περιστάσεως ούσης αφίνομεν το αλλότριον και μεταχειριζόμεθα το γνήσιον ημών. Η Κρητική και η Κωνσταντινουπολιτική μουσική έχουσι μίαν και την αυτήν σημειογραφίαν, μίαν και την αυτήν γραμματικήν, μίαν και την αυτήν διδασκαλίαν, αλλά διαφέρουσι κατά το ύφος. Και του μεν Κρητικού ύφους της ψαλμωδίας έψαλλον μεθ’ αρμονίας ήτις δεν εγράφετο ένεκα της ατελείας της μουσικής σημειογραφίας της παλαιάς μεθόδου, αλλ’ εξετελείτο ως κατωτέρω θέλω είπει εξακοής. του δε Ανατολικού ύφους τα άσματα εψάλλοντο άνευ αρμονίας ειμή μετά ισοκρατημάτων μονοφώνως.

Σχεδόν μία εκατονταετηρίς παρήλθεν εις ην η μουσική ούτως ενηργείτο και εδιδάσκετο παρά των Ζακύνθιων μουσικοδιδασκάλων 1 [1. Ακριβώς ειπείν από του 1760-1821 μετά Χρ. ότε απέθανεν ο έσχατος κατά την παλαιάν μέθοδον μουσικοδιδάσκαλος Κρητικής και Ανατολικής μουσικής Γεώργιος ιερεύς ο Ρωμανός αρχιπρεσβύτερος Ζακύνθου. Εν τω διαστήματι όμως τούτω των 71 ετών ήλθον ως είπον εκ Κωνσταντινουπόλεως μουσικοδιδασκάλοι της Ανατολικής μουσικής εντελέστεροι των Ζακυνθίων.] ων χρέος μου απαραίτητον είναι να καταχωρήσω έκαστον κατ’ όνομα και τι συνέγραψαν. Ούτοι οι περισσότεροι μουσικοδιδάσκαλοι ήσαν ιερείς και αναγνώσται, κοσμικοί δε πολλά ολίγοι (επειδή εις κοσμικούς δεν συνέφερε να σπουδάσωσι κλάδον επιστήμης, μη δυνάμενον να διατηρήση αυτούς και διά τούτο οι ιερείς και οι αναγνώσται εσπούδαζον την μουσικήν ανταμειβόμενοι και διατηρούμενοι εκ των εισοδημάτων των άλλων εκκλησιαστικών αυτών υπουργημάτων (και διά τούτο παρήκμασε τυχούσα εις χείρας ατόμων άλλο έργον εχόντων).

Ούτοι οι οιοιδήποτε μουσικοδιδάσκαλοι καίτοι άλλως σεβάσμιοι και ενάρετοι ήσαν όμως κατά την παιδείαν ελλειπείς ένεκα της εποχής και των περιστάσεων. Ελλειπείς δε όντες δεν ηδυνήθησαν να γράψωσι πόνημά τι είτε διδακτικόν, είτε ιστορικόν περί της επιστήμης ης μετήρχοντο τον διδάσκαλον και ένεκα τούτου δεν υπάρχει εις ημάς τους μεταγενεστέρους πραγματεία τις περί της Ζακυνθίας μουσικής διαλαμβάνουσα τα κατ’ εποχήν συμβάντα εις την μουσικήν και επομένως να γινώσκομεν και ημείς τας κατά καιρόν βελτιώσεις και μεταρρυθμίσεις αυτής και τους κατά καιρόν μουσικοδιδασκάλους. Πρώτη ουν πραγματεία περί τούτου είναι η παρούσα.


Κατά το 1770 ήκμασεν ιερεύς τις μουσικοδιδάσκαλος και μελοποιός ονόματι Νικόλαος ιερεύς ο Στουπάθης. ούτος ετόνισε πολλά άσματα, άτινα απώλοντο γεγραμμένα όντα κατά την παλαιάν μέθοδον και επομένως άγνωστα εις ημάς τους σπουδάσαντας την νέαν μέθοδον. Τούτου υπάρχει μέχρι σήμερον γεγραμμένον εν Δοξαστικόν εις ήχον πλάγιον δ΄ ψαλλόμενον κατά την 11ην του Απριλίου εις την μνήμην του Αγίου ιερομάρτυρος Αντίππα επισκόπου Περγάμου ου η πανήγυρις εκτελείται εν τω θείω ναώ της Θεοτόκου Φανερωμένης. ενορίτης δε ων ο Στουπάθης και επομένως δικαιωματικώς χρηματίσας και εφημέριος έγραψε εις εξώφυλλον του μηναίου του Απριλίου μηνός το δοξαστικόν τούτο διά να ψάλλεται εις την πανήγυριν και διά τούτο σώζεται μέχρι σήμερον όπερ και είδον. Τούτου του Στουπάθη εδιδάχθη ο διδάσκαλός μου Κοθρής τα οκτώ κατ’ ήχον Χερουβικά Κρητικά υπό του διδασκάλου Γεωργίου ιερέως του Ρωμανού.

Σύγχρονος τω Στουπάθη ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος Κακνακάς σχεδόν περί το 1785 έτος μ.Χ. Ούτος ο Κακνακάς ετόνισε διάφορα εκκλησιαστικά άτινα δεν σώζονται ένεκα της αχρηστίας αυτών γεγραμμένων όντων κατά την παλαιάν μέθοδον και επομένως αγνοουμένων παρ’ ημών, το όνομα μόνο διεσώθη και ουδέν άλλο ως παρά των γερόντων έμαθον και ούτοι ως εκ των ιεροδιδασκάλων αυτών παρέλαβον.

(Aκολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1681/23 Δεκ. 1907:

Σύγχρονος τω Κακνακά ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος αναγνώστης Δημήτριος ο Κακλιός σχεδόν περί το 1800 έτος μ.Χ. ίσως μαθητής του άνω ειρημένου Κακνακά εις την μουσικήν. Και ούτος ετόνισε διάφορα εκκλησιαστικά άσματα, άτινα απώλοντο. Υπάρχουσιν όμως ογδοηκοντούται οίτινες και εγνώρισαν και ήκουσαν αυτόν ψάλλοντα εν τω θείω ναώ της Ευαγγελιστρίας 1 [1. Ο Ιωάννης Βυθούλκας ογδοηκοντούτης αναγνώστης, μου διηγήθη ότι παις ων και μαθητής του ποτέ Νικολάου ιερέως Καντούνη εφημερίου της άνωθεν Ευαγγελιστρίας, ήρχετο εις το διάστημα του έτους μόνον την μεγάλην Τρίτην εις τον νυμφίον και την μεγάλην Τετράδην εις την προηγιασμένην, μουσικός τις ονόματι Ιωάννης Πλανήτερος διά να ακούη τον μουσικοδιδάσκαλον Κακλιόν ψάλλοντα κατά το Κρητικόν ύφος το περίφημον Δοξαστικόν της Κασιανής «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» όπερ εκανονάρχει αυτώ ο αυτός ιερεύς διδάσκαλος αυτού κλαίων. Τούτο φανεροί πόσον τεχνηέντως και κατανυκτικώς έψαλλε το Κρητικόν ύφος άνευ αρμονίας, αλλά κατά μελωδίαν.] και διδάσκοντα εν τη οικία αυτού την μουσικήν και τα μελοπεποιημένα αυτού μαθήματα.

Σύγχρονος τω Κακλιώ ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος και τέλειος μουσικώτατος Πέτρος αναγνώστης ο Κατσαΐτης επωνομαζόμενος Μανταλάς, σχεδόν περί το 1815 μαθητής του άνω ειρημένου Δημητρίου Κακλιού και διδάσκαλος του σεβαστού μοι διδασκάλου Κοθρή και πολλών άλλων.
Ιάκωβος ο Κομούτος
εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας Ζακύνθου. Ούτος ειδήμων και της ευρωπαϊκής μουσικής ετόνισε διάφορα άσματα εκκλησιαστικά τε και εξωτερικά. Εις ημάς σώζονται οι υπ’ αυτού τονισθέντες κυριακοί ύμνοι της θείας λειτουργίας του Βασιλείου οίτινες γεγραμμένοι εισί και τη Ευρωπαϊκή σημειογραφία (colle note) και τη εκκλησιαστική Ανατολική της νέας μεθόδου ους περ μετέγραψεν εις ταύτην ο διδάσκαλός μου Κοθρής. Όθεν έκτοτε επικρατεί παρά τοις ψάλταις να ονομάζωσι το Άγιος Άγιος του Κομούτου το Σε υμνούμεν του Κομούτου. Σημειωτέον ότι το άγιος άγιος του Κομούτου τόσον ωραίον είναι, ώστε ου μόνον όταν γίνηται η λειτουργία του Βασιλείου ψάλλεται, αλλά και εις τινας επισήμους πανηγύρεις έκπαλαι συνειθίζεται να ψάλληται καίτοι γίνεται λειτουργία χρυσοστομική, διότι εκ του ωραίου και ο ιερεύς ευαρεστήται να περιμένη και ο λαός να ακροάται τον εις τας πανηγύρεις ειδημόνως ψάλλοντα εν τοιούτον μελοποίημα.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1682/30 Δεκ. 1907:
Ιστορία της Κρητικής Μουσικής. Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι. Ο Συνθέτης του Ίνα τι εφρύαξαν.

Ιωάννης ο Πλανήτερος, μεταγενέστερος ολίγον του άνω ειρημένου Κομούτου και ούτος εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας της νήσου ημών εγκρατής περί την ευρωπαϊκήν μουσικήν ετόνισε διάφορα άσματα τη ευρωπαϊκή σημειογραφία (colle note) εξ ων δύνανται να σώζωνται εν τη οικογενεία αυτού ή παρ’ άλλη τινί. Ο άθλος των μελοποιημάτων του Πλανητέρου είναι οι ψαλλόμενοι στίχοι εν τη Αγία και μεγάλη Πέμπτη εις την ακολουθίαν των αγίων παθών 1 [1. Επιτόπιος συνήθεια διακρατεί εν Ζακύνθω τη Αγία και μεγάλη Πέμπτη εις την ακολουθίαν των αγίων παθών προ του στ΄ ευαγγελίου προπαρασκευής γενομένης μετά λαμπάδων και θυμιατών εφ’ όσον οι ψάλται ψάλλουσι το ιγ΄. ιδ΄. και ιε΄. αντίφωνον μετά λαμπάδων να παρουσιάζη ο ιερεύς επί της ωραίας πύλης του εσταυρωμένου Χριστού και εν ω ο ψάλτης έψαλλε το πρώτον τροπάριον του ιε΄. αντιφώνου ήτοι το «Σήμερον κρεμάται» μετά φόβου και κατανύξεως να κάμνη τρεις γύρους καθ’ όλον το διάστημα της εκκλησίας και μετά τούτο να τοποθετή εν τω μέσω της εκκλησίας τον Τίμιον Σταυρόν και ευθύς ο ψάλτης το κάθισμα «εξηγόρασας ημάς» είτα το Ζ΄. ευαγγέλιον και καθ’ εξής άπασα η ακολουθία κατά τάξιν. Ο μουσικοδιδάσκαλος Πλανήτερος επινοήσας στίχους τινάς εκ των ψαλμών του Δαυΐδ, προαναγγείλαντος εκείνα ων την μνείαν κατ’ αυτάς τας ημέρας η εκκλησία ποιεί οίτινες εισίν.
Ίνα τι εφρύαξαν έθνη και λαοί
εμελέτησαν κενά;
Παρέστησαν οι βασιλείς της γης
και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό
και τινας προσφωνήσεις εκ του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού
Θεέ μου Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλιπες
Πάτερ εις χείρας σου παραθήσομαι το πνεύμα μου
Και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα

και ετέρους πλείστους του αυτού νοήματος ους παραλείπω, εμελοποίησεν αυτούς εις ήχον πλάγιον δ΄. εις μουσικήν κατάλληλον προς την παράστασιν εκείνης της ώρας και λίαν κατανυκτικήν. έκτοτε λοιπόν συνείθισται αφ’ ου παρουσιάσει ο ιερεύς τον Τίμιον Σταυρόν να ίσταται εν τω μέσω της ωραίας πύλης, έως ου είπη μετά μέλους ο αναγνώστης εν τω μέσω το «Σήμερον κρεμάται» και μετά τούτο αρχομένων των ψαλτών να ψάλλωσιν τους στίχους τούτους καταβαίνει οι ιερεύς βραδεί βήματι και ποιεί τους τρεις γύρους ων η αρχή πάντοτε γίνεται τω στίχω «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη και λαοί εμελέτησαν κενά;» Εκ των μαθητών Ιωάννου του Πλανητέρου σήμερον υπάρχει μόνον ο κύριος Ιωάννης Καμβανέλλης εννενηκοντούτης γέρων εκ του οποίου επληροφορήθην περί πάντων των άνω ειρημένων. Ούτος ο Καμβανέλλης εδιδάχθη υπό του Πλανητέρου τους στίχους μετά τινος Διονυσίου Έλληνος οίτινες υπερέβαινον όλους τους άλλους όταν έψαλλον τους στίχους της μεγάλης Πέμπτης και μέχρι σήμερον τούτο άδεται εν τη πατρίδι.]
ους μετέγραψεν ο διδάσκαλός μου Κοθρής τη εκκλησιαστική σημειογραφία της νέας μεθόδου ως εκ των ιδίων μαθητών (όρα σημείωσιν) του Πλανητέρου ήκουεν αυτούς, απέθανε δε σχεδόν περί το 1809 έτος μ.Χ.
2 [2. Και εν άλλη σημειώσει των χειρογράφων του Π. Γριτζάνη φέρονται τα εξής «Πλανήτερος Ιωάννης, εξ ευγενούς Ζακυνθίας οικογενείας. Ούτος ων ειδήμων της Ευρωπαϊκής μουσικής εμελοποίησε μεταξύ άλλων τους λεγομένους στίχους, τους ψαλλομένους τη μεγάλη Πέμπτη το εσπέρας «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη» οι μετεγράφησαν εις την νέαν ημετέραν εκκλησιαστικήν σημειογραφίαν υπό του αειμνήστου ημετέρου διδασκάλου Κοθρή. Η μουσική των στίχων τούτων είναι κατανυκτικωτάτη και λίαν αρμόζουσα τη ιερά παραστάσει.

Σημ. Ελπίδος. Κατόπιν των περιεχομένων τοις περί Πλανητέρου σημειώμασι του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου και συγγραφέως της πραγματείας ταύτης, πειστικωτάτων μαρτυριών, το ζήτημα του συνθέτου της μουσικής του «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη» λαμβάνει νέαν τροπήν εξ ολοκλήρου λύουσαν το ζήτημα του συνθέτου. - Η εν τω χειρογράφω απαντώσα λέξις άθλος είνε τεθειμένη αντί της λέξεως «αριστούργημα».]


Φραγκίσκος Δομενεγίνης. Εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας της νήσου ημών. Εις αυτόν οφείλω μεγάλην την ευγνωμοσύνην διά την διδασκαλίαν των αρχών της ευρωπαϊκής μουσικής, ην εις εμέ προθύμως μετέδωκε. Ούτος εδιδάχθη την ευρωπαϊκήν μουσικήν εις Ιταλίαν, ετόνισε δε πολλά και διάφορα άσματα εκκλησιαστικά τε και εξωτερικά άπερ σώζονται εν τοις ανεκδότοις αυτού. Πολλάκις απεφάσισε την σύστασιν τακτικής εκκλησιαστικής μουσικής, αλλ’ εις μάτην, διότι ούτε τα κατάλληλα μέσα ευρίσκοντο, ούτε είχεν ιδέαν εκκλησιαστικής μουσικής. Και εάν τις δεν είναι εκκλησιαστικός κατά τα γράμματα και την μουσικήν είναι αδύνατον να γίνη συστατής της εκκλησιαστικής μουσικής μετά των γνώσεων μόνον της ευρωπαϊκής μουσικής. Ούτος ετόνισεν ολόκληρον την θείαν λειτουργίαν όπως χρησιμεύση εις την κατά το 1839 χειροτονίαν του Αρχιερέως Νικολάου Κοκκίνη, εσχημάτισε δε επί τούτου ένα χορόν εκ των της εποχής ψαλτών και προγυμνάζων αυτούς προ τινων μηνών μετά κόπου και μόχθου και κυβερνών και αυτός ούτος τον χορόν επ’ εκκλησίας ηδυνήθη μετρίως να ευδοκιμήση ένεκα της ανικανότητος των ατόμων
1. [1: Σημείωση Π.Κ. Η υποσημείωση αυτή έχει κοπεί στη φωτοτυπία.] Εικάζω ότι ενδέχεται να υπάρχωσιν εις τας χείρας του κυρίου Δομενεγίνη ποιήματα και του Κομούτου και του Πλανήτερου και του παπά-Τζώρτζη, εκκλησιαστικά].

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1683/6 Ιαν. 1908:
Δεν δύναμαι να παραλείψω και το όνομα του αιδεσιμωτάτου ιερέως Ευσταθίου Θεριανού νυν εφημερίου του Αγίου Νικολάου εν Τεργέστη. Ούτος ων εν Ζακύνθω αρχιδιάκονος και πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως μεγάλως εκοπίασεν εις την σπουδήν της Εκκλησιαστικής μουσικής κατά την νέαν μέθοδον εις ην και υπερείχεν πάντων των ιεροψαλτών της νήσου, εκ προτροπής δε των εκκλησιαζομένων εις την Μητρόπολιν ηναγκάσθη να σπουδάση και την Ευρωπαϊκήν μουσικήν, εξ ης καταγινόμενος εν πλήρει ζήλω καίτοι εν ανδρική ηλικία, έλαβεν ικανάς ιδέας και ήθελεν ευδοκιμήσει σημαντικά εις αυτήν εάν δεν εμπόδιζε τούτον πρώτον η ηλικία αυτού και δεύτερον η αποδήμησις εκ της πατρίδος, μεταβάντος ως ιεροδιακόνου της εν Τεργέστη εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Αλλ’ όμως εν τω διαστήματι της εν τη πατρίδι αυτού διαμονής, αδιαλείπτως κατεγίνετο προς βελτίωσιν της Κρητικής μουσικής και πολλά άσματα εποίησεν άτινα σώζονται εις χείρας αυτού. Ετύπωσε δε και σκέψεις τινάς περί της Εκκλησιαστικής μουσικής (Πανδώρα Τόμος Ζ΄, φυλλάδιον 162 Δεκεμβρίου 15).

Εις τους μουσικοδιδασκάλους όσοι εγνώριζον Ευρωπαϊκήν μουσικήν οφείλει η Κρητική μουσική σχεδόν την ύπαρξιν διότι κατ’ εποχάς εκοσμείτο μετά τινων εντέχνων αρμονιών και επομένως εγυμνάζετο η ακοή των ψαλτών επί το κρείττον, ώστε η Ανατολική μουσική δεν ίσχυε, (καίτοι εδιδάσκετο εις τους Ζακυνθίους) να αφαιρέση και να μεταβάλη την Ευρωπαϊκήν προφοράν της Κρητικής μουσικής εις την Ασιανήν προφοράν αυτής. αλλ’ ούτε πάλιν της Ευρωπαϊκής οι μουσικοδιδάσκαλοι ηδυνήθησαν να μεταλλάξωσι και να παραμορφώσωσι την Κρητικήν εκκλησιαστικήν μουσικήν, όλως εις την Ευρωπαϊκήν διότι κατ’ ευτυχίαν τόσον οι αρχαίοι εκκλησιαστικοί μουσικοδιδάσκαλοι οίοι ο Στουπάθης, ο Κακνακάς, ο Φωκάς, ο Κακλιός, ο Μανταλάς, ο παπάς Ρωμανός (Τσετσές) όσον και ο της νέας μεθόδου Κοθρής ήσαν ολιγομαθείς κατά τα γράμματα, συνωδά την εποχή και άμοιροι πάντως γνώσεων Ευρωπαϊκής μουσικής, και τούτο συνέτεινεν ώστε η Κρητική μουσική να διδάσκεται παρ’ αυτών και να γράφεται άνευ κόσμων και καλλοπισμών εκ της Ευρωπαϊκής μουσικής πηγαζόντων.

Καμβανέλης Ιωάννης Αναγνώστης ρασοφόρος εν νεανική ηλικία κατά τας αρχάς της φθινούσης εκατονταετηρίδος διέπρεπεν ως καλλίφωνος μουσικός. Ούτος μετά του Έλληνα έψαλλεν απαραμίλλως τους στίχους της Μ. Πέμπτης. Βραδύτερον όμως εκβαλών τα ράσα ησχολήθη ως κοσμικός εις άλλο επάγγελμα. Τη εκλογή του Ιωάννου Καμβανέλη κυβερνήτου όντος (ίσως επιτρόπου) μετά του Ιωάννου Λεκατσά και Διονυσίου Καραμαλίκη προσελήφθην ψάλτης του ναού του Αγίου Διονυσίου τω 1856 Νοεμβρίου 23.

Πίσκοπος Κύριλλος μοναχός Στροφιαδιώτης πρωτοψάλτης του εν Ζακύνθω αγίου Διονυσίου. Ο Κύριλλος υπήρξεν εις των καλλιτέρων ψαλτών διακρινόμενος επί καλλιφωνία και τέχνη. Έψαλλεν ως όλοι οι Ζακύνθιοι και τας δύο μουσικάς Κρητικήν τε και Κ/πολιτικήν, ιδίως όμως την δευτέραν διότι ως μοναστηρίου όντος του Αγίου Διονυσίου και χάριν των ξένων ψάλλουσι σχεδόν πάντοτε την μουσικήν της Κ/πόλεως. Ο Κύριλλος ως εκ της καθημερινής χρήσεως εις τα Κων/πολιτικά κατείχε το ύφος της μουσικής ταύτης πλείον των άλλων ψαλτών. Ο Κύριλλος ήτο οπωσούν μουσικοδιδάσκαλος διότι πολλούς νέους εδίδασκε προθύμως είτε πρακτικώς είτε θεωρητικώς. Όθεν υπήρξε κατ’ εκείνην την εποχήν χρήσιμος κατά το ενόν.

Καισάριος ιερομόναχος Στροφαδιώτης δεξιός ψάλτης του Αγίου Διονυσίου, εμαθήτευσε κυρίως εις τον τότε Αρχιδιάκονον Ευστάθειον Θεριανόν. Είχε βαρύτονον φωνήν θαυμασίαν. Επί δεκαετίαν συνεψάλλομεν εις τον Άγιον Διονύσιον από του 1856 μέχρι του 1866 ότε εγώ μεν απήλθον εις Νεάπολιν της Ιταλίας, εκείνος δε μετά τινα έτη προσβληθείς υπό δεινοτάτης νόσου απεβίωσεν.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1684/13 Ιαν. 1908:
Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι.
Ρουσάνος Παχώμιος
μοναχός ο και ρακενδύτης επωνυμούμενος ένεκα της άγαν λοιτότητος του βίου, εγεννήθη εν Ζακύνθω κατά τας αρχάς του 19ου αιώνος εμόναζε δε εν τη μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών, εξεπαιδεύθη εν τη πατρίδι αυτού επί τουσούτον, ώστε ως μαρτυρεί ο ημέτερος κλεινός καθηγητής Φιλητάς κατά σύγκρισιν ο Ρουσάνος έχει τον πρώτον τόπον μεταξύ των λογίων Ελλήνων, όσοι κατά το πρώτον ήμισυ της ΙΣΤ εκατονταετηρίδος επαιδεύθησαν εντός της Ελλάδος και έζων εντός αυτής.

Ο Ρουσάνος εξελθών της εαυτού πατρίδος περιηγήθη παντοδαπάς πόλεις, μοναστήρια, αγίους τόπους και πατριαρχεία, ώστε εμορφώθη διά παντοίων πρακτικών γνώσεων. Λίαν φιλόπονος ων συνέγραψε πολλάς πραγματείας και πονήματα εκκλησιαστικά περισπούδαστα. Εν τοις έργοις αυτού υπάρχει και ερμηνεία σύντομος εις την καθ’ ημάς μουσικήν. Την πραγματείαν ταύτην γνωστήν μεν αλλ’ ανέκδοτον εισέτι ούσαν, αποκειμένην δε εν τη εν Βενετία Μαρκιανή βιβλιοθήκη εντός εκ φύλλων 282 ογκώδους χειρογράφου βιβλίου περιέχοντος μικτήν ύλην διαφόρων πραγματειών του Παχομίου Ρουσάνου, αντιγράψαντες εκείθεν κατά το 1893 ότε διετρίψαμεν επί τινα καιρόν εις Βενετίαν και αλλαχού της εσπερίας προς ανεύρεσιν και μελέτην χειρογράφων της Βυζαντινής μουσικής, καταχωρίζομεν αυτήν ενταύθα, θεωρούντες την θέσιν οικείαν μάλιστα τω υποκειμένω καίτοι προγενεστέρως εδημοσιεύσαμεν και εν παρόδω αυτήν εν τη Ημέρα 24/5 Αυγούστου 1894.

Ρουμανός Γεώργιος Ιερεύς (κοινώς παπάς Τσετσές) Ζακύνθιος. Ούτος εχρημάτισε πρωτοψάλτης της μητροπόλεως Ζακύνθου περί τα τέλη του βίου αυτού. Αποθανόντος του πρώτου μητροπολίτου Ζακύνθου Γαβριήλ Γαρζώνη ανηγορεύθη αρχιερατικός επίτροπος της χηρευσάσης μητροπόλεως εν η θέσει απέθανε υπερεννηκοντούτης ων. Ο παπά Τσετσές εδίδασκε το παλαιόν σύστημα της Κρητικής μουσικής ου υπήρξε και ο τελευταίος διδάσκαλος, διότι εις τας ημέρας αυτού εισήχθη εις Ζάκυνθον υπό ξένων διδασκάλων, ως είπωμεν, το νέον της Κων/πολιτικής σύστημα, ο παπάς Τσετσές εφημίζετο ως έξοχος μουσικοδιδάσκαλος. Πιθανώς συν τω χρόνω να ανακαλυφθώσιν οικεία μουσικά έργα ή αντίγραφα υπ’ αυτού. Δυστυχώς δεν επιτρέπουσιν αι περιστάσεις να ανιχνεύσωμεν, αλλά πιστεύομεν ότι υπάρχουσιν βιβλία παλαιά εν οις και μουσικά του παπά Τσετσέ.

Ρουμελιώτης Γεώργιος ιερεύς εις των αρίστων ψαλτών της Ζακύνθου. Ούτος διέπρεπεν επί καλλιφωνία και τέχνη. Εσπούδασεν ου μόνος τας δύο ειθισμένας παρά τοις Ζακυνθίοις ψάλταις μουσικάς Κρητικήν τε και Κωνσταντινουπολιτικήν αλλά και την Ευρωπαϊκήν. Μεγάλως ωφελήθη κατά την μουσικήν υπό του αειμνήστου Ευσταθίου Θερειανού μουσικοδιδασκάλου τότε εν Ζακύνθω μεθ’ ου μάλιστα συνέψαλλεν ως δεύτερος ψάλτης εν τω ναώ της Μητροπόλεως Ζακύνθου. Μετά τινα έτη προσεκλήθη ως πρωτοψάλτης του εν Βενετία ελληνικού ναού του Αγίου Γεωργίου. Είτα χειροτονηθείς ιερεύς εφημέρευεν της εν Γερμανία Βάδεμπατ ελληνικής εκκλησίας και επί τέλους απεκατεστάθη διά παντός εφημέριος εν Κερκύρα. Ο Ρουμελιώτης κοινώς λεγόμενος παπά Τζώρτζης ως ψάλτης ήτο εν Ζακύνθω διακεκριμένος.

Τριζάμπελος Ιωάννης. Ιερεύς Ζακύνθιος γεννηθείς περί τας αρχάς της φθινούσης ιθ΄ εκατονταετηρίδος. Τω όντι αγγελόφωνος ήτο ο Τριζάμπελος. Εκ των πρώτων των σπουδασάντων το νέον σύστημα της Κ/πολιτικής μουσικής ήτο και ο Τριζάμπελος, ό εδιδάχθη παρά του Γιαννάκη του νέου και άλλων ξένων διδασκάλων. Προώδευσε θαυμασίως εις την νέαν εκ Κωνσταντινουπόλεως μουσικήν ώστε έμαθε και Τουρκικούς Πεστέδες ους τραγουδών διά της γλυκείας φωνής του κατεγοήτευεν όλον τον κόσμον και μάλιστα τους τότε προσφυγόντας ένεκα της επαναστάσεως ξένους ομογενείς. Έψαλλεν άριστα και την εγχώριον Κρητικήν μουσικήν αλλά μάλλον πρακτικώς, διότι θεωρητικός ως εδιδάσκετο τότε η Κρητική μουσική παρά του παπά-Τσετσέ κατά το παλαιόν σύστημα, ήτο εν μεγίστη παρακμή, ουχ ήττον εδιδάχθη και παρά του παπά-Τσετσέ ό,τι ήτο δυνατόν θεωρητικώς να μάθη. Δυστυχώς όμως νεώτατος σχεδόν έτι ων απεβίωσε περί τω 1845.

Τριζάμπελος Καμβιώτης Νικόλαος. Ιερεύς Ζακύνθιος. Ούτος εν νεανική ηλικία ήτο δόκιμος κληρικός Στροφαδιώτης, σπουδάζων γράμματα και μουσικήν. Καλλίφωνος ων προήχθη ως ψάλτης. Μετ’ αυτού εψάλλομεν και ημείς εν τω εν Ζακύνθω Αγίω Διονυσίω επί διετίαν (1856-1858)
1. [1: Υπό του μακαρίτου γέροντος Ιωάννου Καμβανέλη κυβερνήτου όντος της μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου, του Διονυσίου Καραμαλίκη και Ιωάννου Λεκατσά εξελέγη τη εγκρίσει αυτού ψάλτης του Αγίου Διονυσίου τω 1858 δεκαενεναετής νέος ων τη ηλικία.] Έκτοτε νυμφευθείς εχειροτονήθη ιερεύς ευδοκίμως ασκήσας τα ιερατικά αυτού καθήκοντα.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1685/20 Ιαν. 1908:

Βλαστός Κωνσταντίνος
Ιερεύς Ζακύνθιος. Τούτου έχομεν εν τη κατοχή ημών μουσικόν βιβλιάριον εν ω σεσημείωται υπ’ αυτού του ιδίου «Εκ των του Κωνσταντίνου ιερέως Βλαστού». (1763). Εισί δε αι ώραι των Χριστουγέννων, των Θεοφανείων και της μεγάλης Παρασκευής. Αξιοπερίεργον είναι ότι δεν είναι ύφους Κρητικού, αλλά Πολίτικου. υπό Μανουήλ Χρυσάνθου του νέου (1600). Εκ τούτο εξάγεται ότι και η Κωνσταντινουπολιτική μουσική ήτο εξ εκείνου του χρόνου και ιδίως από της πρώτης της Ελλάδος επαναστάσεως (1769), ως είδομεν, εν χρήσει εν Ζακύνθω και επομένως οι μουσικοί ήσαν υποχρεωμένοι έκτοτε να γράφωσι και να σπουδάζωσι και τας δύο μουσικάς την τε εγχώριον Κρητικήν και την Κωνσταντινουπολιτικήν, αίτινες δεν αφίσταντο τότε τόσω πολύ έσω υστερώτερον παρεισαχθέντων εν εκατέρω διαφόρων ξένων θέσεων και τονισμάτων.

Πετρόχειλος Γεώργιος Ιερεύς, Εφημέριος εις τον ναόν των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων. Ειδήμων ων τε Εκκλησιαστικής και Ευρωπαϊκής μουσικής μετά του κλειδοκυμβάλου, εμελοποίησε διάφορα άσματα μεταξύ των οποίων υπάρχουσι δύο «Απόστολοι εκ περάτων» το μεν εις ήχον α΄ το δε εις ήχον πλ. του δ΄. Το εις ήχον πλάγιον του δ΄ είναι αριστούργημα ψαλλόμενον δίχορον εις τας πανηγυρικάς παρακλήσεις της Θεοτόκου κατά τον μήνα Αύγουστον λεγόμενον μέχρι σήμερον «το Απόστολοι εκ περάτων του παπά Τζώρτζη». Εικάζομεν ότι απεβίωσε περί το 1820 άλλως εν τοις βιβλίοις του ναού των αγίων Τεσσαράκοντα υπάρχει η τοιαύτη χρονολογία σεσημειωμένη.

Στουπάθης Νικόλαος Ιερεύς Ζακύνθιος. Αναδιφήσαντες τα αρχαία ληξιαρχικά βιβλία του Ναού της Θεοτόκου Φανερωμένης αποκείμενα εν τω χαρτοφυλακείω Ζακύνθου εύρομεν την εξής πράξιν θανής.

«1777 Ιανουαρίου 14 έθαψα τον μουσικολογιώτατον εν Ιερεύσι Νικόλαον Στουπάθην.
Κωνσταντίνος ιερεύς ο Θεριανός και εφημέριος της Θεοτόκου Φανερωμένης».

Εκ της επισήμου μαρτυρίας ταύτης μανθάνομεν την χρονολογίαν της υπάρξεως του Στουπάθη ήτις ήτο περίπου 1700-1777 και ότι ήτο διαπρεπής εκκλησιαστικός μουσικός ως ο Εφημέριος Θερειανός εν τη αποβιωτηρίω πράξις αποκαλεί αυτόν μουσικολογιώτατον. Και τούτου πιθανόν να υπάρχωσιν μουσικά έργα ή οικεία, ή κατ’ αντιγραφήν άτινα ο χρόνος μόνος θα ανακαλύψη. Όσω ημείς γινώσκομεν εν τω εξωφύλλω παλαιού τινος μηναίου όπερ ιδίοις οφθαλμοίς είδομεν του μηνός Απριλίου ανήκοντος εις τον ναόν της Θεοτόκου Φανερωμένης υπάρχει Δοξαστικόν τι μετά μουσικής παλαιάς, εις ήχον πλάγ. Δ΄, ψαλλόμενον τη 11η του αυτού μηνός εν τη μνήμη του αγίου Ιερομάρτυρος Αντίππα Επισκόπου Περγάμου ου η εορτή τελείται εν τω ειρημένω ναώ πανηγυρικώτατα. Και είναι το δοξαστικόν τούτο τόσω λόγου άξιον όσω και αι λέξεις είναι σύνθεσις του μελωδού, μη έχοντος του μηνός Απριλίου κατά την 11ην Δοξαστικά.

Τοις αρμοδίοις συνιστώμεν την διάσωσιν τουλάχιστον των λέξεων αν η μουσική δι’ άγνοιαν μένη νεκρά.

Υαλινάς ή Γιαλινάς Γεράσιμος ιερομόναχος Κρης, ήτο μουσικός και αντιγραφεύς. Εκ τινος ιδιοχείρου επιγραφής εξάγομεν την τε χρονολογίαν και τον χαρακτήρα καθ’ όλου του Υαλινά. την δε «Ετελείωσεν ο παρών Οκτώηχος διά χειρός εμού Γερασίμου ιερομονάχου Υαλινά Κρητικού, εν τω περιφραγμώ της πολυμάχου Κρήτης. Εν τη περιφήμω μονή της Αγίας Αικατερίνης των Σιναϊτών. Έγραψα αυτόν δι’ οφέλειάν μου. Να ψάλω αυτόν έως όλην μου την ζωήν. και αποθανόντος μου ει τις αυτόν κληρονομήσει, να έχη χρέος του εύχεσθαι υπέρ εμού προς κύριον υπό των πολλών μου σφαλμάτων. και όσοι ψάλλουν εδώ δέομαι προς αυτούς εύχεσθαί μοι διά τον κύριον.
α χ ν θ. (1659) εν μηνί Δεκεμβρίω Ινδικτιώνος ι β.».

Ο Υαλινάς φαίνεται ότι ειργάσθη υπέρ τις και άλλοι ως αντιγραφεύς της μουσικής διότι είδομεν πολλά μουσικά διάφορα βιβλία φέροντα την υπογραφήν αυτού ως αντιγραφέως μετά της ημερομηνίας κ.τ.λ. Εκ του ονόματος του Σιναΐτου Υαλινά λαμβάνομεν αφορμήν να σημειώσωμεν ότι εο εν Κρήτη Σιναϊτικόν μετόχιον της Αγίας Αικατερίνης κατ’ εκείνον τον καιρόν της Βενετοκρατίας ότε δεν επετρέπετο η εν Κρήτη διαμονή Αρχιεπισκόπου, κυβερνωμένης της εκεί ορθοδόξου εκκλησίας υπό πρωτοπαπάδων, το μετόχιον λεγόμενον της Αγίας Αικατερίνης διέπρεπε επί εκκλησιαστική ευπρεπεία και καλή καταστάσει, εχρησίμευε μάλιστα και εις διαφόρους εκκλησιαστικάς ανάγκας και υπηρεσίας της Κρητικής εκκλησίας. Ο κατά το 1622-1647 μ.Χ. Πατριάρχης Αλεξανδρείας Γεράσιμος Κρης ανέθετο τω Ιερομονάχω κυρ. Μητροφάνει Σιναΐτη την καθιέρωσιν εν Κρήτη ναών ως αν μη τα εκείθε πανσεβάσμια του Θεού τεμένη ακαθιέρωτα μένωσι, επεί η των Κρητών περιφανής νήσος ορθοδόξου Ιεράρχου τόγε νυν έχον απορεί κρίμασιν οις είδε Κύριος». Πλείστα τοιαύτα παραδείγματα εκκλησιαστικών υπηρεσιών εις την Κρητικήν εκκλησίαν υπό των Σιναϊτών φέρει η ιστορία. Αφθονεί η Μονή του Σινά σήμερον πλείστων βιβλίων εκ Κρήτης μετακομισθέντων εν οις και καθ’ εαυτό Κρητικής μουσικής.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1686/27 Ιαν. 1908:


Κεφαλληνός Νικόλαος Ιερεύς. Εγεννήθη εν Ζακύνθω περί τας αρχάς της νυν φθινούσις ΙΘ΄ εκατονταετηρίδος. Καλλίφωνος ων εσπούδασε τα αναγκαιότερα μαθήματα της τε Κ/πολιτικής και Κρητικής μουσικής. Μετά των συγγενών αυτού Τριζάμπελου και Θερειανού εποιήσατο τριβήν μεγάλην περί τα Εκκλησιαστικά και ιδίως περί την μουσικήν. Μετερχόμενος το ιερατικόν επάγγελμα συγχρόνως είχε και θέσιν ψάλτου νεώτερος τη ηλικία ων εις τας κεντρικωτέρας εκκλησίας της Ζακύνθου. Συν τω χρόνω δε διέπρεψεν εν εκκλησιαστικοίς αξιώμασι διατελέσας και εφημέριος του Μητροπολιτικού Ναού. Τω 1867 εκλεχθείς υπό της εν Αλεξανδρεία ελληνικής κοινότητος προεστώς του αυτόθι ναού του Ευαγγελισμού, ήσκησε λίαν ευδοκίμως επί πεντακαίδεκα έτη την πνευματικήν ταύτην λειτουργίαν, προχειρισθείς υπό του Πατριάρχου Σωφρονίου μέγας Οικονόμος της πατριαρχικής Εκκλησίας Αλεξανδρείας. Απεβίωσε τον Ιούνιον 1896 πλήρης ημερών.

Λάτας Διονύσιος, ο παλαιός. Είμεθα κάτοχοι δύο της Κρητικής μουσικής βιβλιαρίων, επί του μεν των οποίων υπάρχει η εξής σημείωσις «1796 Αυγούστου 13, ετούτι η φυλάδα υπάρχη εμού «Διονυσίου Λάτα». Επί του δε υπάρχει «Διονύσιος Λάτας ψάλτης». Τα βιβλιάρια ταύτα γεγραμμένα περί το 1720 περιέχουσι μικτήν μουσικήν όλην, (ίδε εκτενή έκθεσιν τούτων εν ρελίδι=του παρόντος πονήματος).

Κουρτεζάς Αντώνιος. Ιερεύς. Εν ενί των δύο μουσικώς βιβλίων, κάτωθι αμέσως Λάτα του παλαιού υπάρχει η υπογραφή ως εξής. »Υπάρχει η παρούσα εορτή της Θεοτόκου εμού Αντωνίου ιερέως του Κουρτεζή. Όθεν συμπεραίνομεν ότι ο ιερεύς Κουρτεζής ήτο και μουσικός. Πιθανόν συν τω χρόνω ευρεθώσι και έτερα.

Λογοθέτης Αναγνώστης. Εν τω αυτώ μουσικώ βιβλίω του άνωθι Λάτα του παλαιού ακολουθεί μετά τον Κουρτεζά η εξής επιγραφή «και το παρόν υπάρχει εμού αναγνώστου Λογοθέτου την αγόρασα εις τα 1773 Οκτωμβρίου 4». Ώστε και ο Λογοθέτης ήτο μουσικός ως φαίνεται εκ των ημερομηνιών, πρώτος ο Κουρτεζάς δεύτερος ο Λογοθέτης και τρίτος ο Λάτας ο παλαιός ηγόρασαν διαδοχικώς τα μουσικά βιβλία.

Βισβάρδης Ιωάννης. Ιερεύς Ζακύνθιος. Ήτο μουσικός καλόφωνος. Εχρημάτισε τω 1820 εφημέριος του Αγίου Γεωργίου εν Βενετία. Διεκρίθη δ’ εκεί ως γλυκόφωνος και άριστος τελετουργός θαυμαζόμενος και υπ’ αυτών των Βενετών. Λέγεται μάλιστα ότι εμελώδησε και τινα ειρμονικά της εκκλησίας άσματα, άτινα πιθανόν να σώζονται εις την βιβλιοθήκην του γραφείου της εν Βενετία Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ρουσελάτος Χαραλάμπης ιερεύς Ζακύνθιος Εντριβέστατος περί τα εκκλησιαστικά. Απελθόντος του Ευσταθείου Θεριανού εις Τεργέστην, ο δευτερεύων Διάκονος Χαραλάμπης Ρουσελάτος ανηγορεύθη Αρχιδιάκονος και πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως υπό του τότε Μητροπολίτου Ζακύνθου Κοκκίνη. Είτα αποθανόντος του αρχιερατικού γραμματέως Στυλιανού Χαλκοματά μεγάλου Οικονόμου, διωρίσθη ο αρχιδιάκονος Ρουσελάτος αρχιερατικός γραμματεύς χειροτονηθείς ένεκα τούτου και ιερεύς. Έκτοτε βαθμιαίως προήχθη εις διάφορα εκκλησιαστικά οφφίκια μέχρι των ανωτάτων του Πρωτοσυγγέλου και Μεγάλου Οικονόμου. Την Ιεροπρεπή συμπεριφοράν, σεμνότητα και ευπρέπειαν του ιερέως Ρουσελάτου πάντοτε ανεγνώρισαν ότε κλήρος και κοσμικοί. Μέχρι του θανάτου αυτού συμβάντος τω 1893 κατείχε διαπρεπείς εκκλησιαστικάς θέσεις. Ηυδοκίμησε κυρίως ο Ρουσελάτος ως εκκλησιαστικός μουσικός, μιμηθείς τον τρόπον του ψάλλειν του διδασκάλου αυτού Ευσταθείου του Θερειανού εις ον ώφειλε την εκπαίδευσιν αυτού. Ήσκει το του ψάλτου επάγγελμα κατά τε θεωρίαν και πράξιν λίαν ευδοκίμως.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1687/3 Φεβρ. 1908:

Μπαφόπουλος Αναγνώστης ρασοφόρος Ζακύνθιος, εις των δέκα μουσικών των απαρτιζόντων τους δύο χορούς τους αναφερομένους εις την περί το 1785 σάτυραν του Κουτούζη 1. [1: Η Σάτυρα αύτη φέρεται κατωτέρω] Νέος λίαν καλλίφωνος. Απεβίωσε νεώτατος. Εκ της γνωστής ημών οι οικογενείας Μπάφη εν Ζακύνθω συγγενούς του αναγνώστου ζητήσαντες περί τούτου πληροφορίας εμάθομεν ότι απελθών μετά φίλων χάριν διασκεδάσεως εις το βουνόν του Σκοπού και διών ύδωρ έτι ζεστός προσεβλήθη τόσον, ώστε απέθανεν εν ηλικία είκοσι ετών.

Πυλαρινός Αντώνιος ιερεύς λεγόμενος Νινιρίδης Ζακύνθιος γεννηθείς προ των μέσων της νυν φθινούσης εκατονταετηρίδος. Είχεν εκ παιδικής ηλικίας εκκλησιαστικήν ανατροφήν. Ήτο νέος ως ενθυμούμεθα ηθικώτατος και φιλομαθέστατος. Ιδίως επεδόθη εις την σπουδήν της εκκλησιαστικής μουσικής εις ην προώδευσεν είπερ τις και άλλος. Ως είθισται υπέρ τοις καλοίς ψάλταις της Ζακύνθου ψάλλει ευδοκίμως και τας δύο μουσικάς Κρητικήν τε και Κων/πολιτικήν. Έφθασεν ο ιερεύς Πυλαρινός διά του χρόνου και της καθημερινής εν τη μουσική τριβής εις επίζηλον θέσιν μουσικοδιδασκάλου φιλοτίμως και φιλοπόνως εργαζόμενος, επί τοσούτον ώστε και αγγελίαν εξέδωκεν τη 9 Ιουλίου 1888 προς εκτύπωσιν το πρώτον της Κρητικής μουσικής ίνα ευχερέστερον γένηται η διδασκαλία διά τετυπωμένων μουσικών βιβλίων. Ο μουσικοδιδάσκαλος Πυλαρινός εκ των πρώτων προσεκλήθη υπό του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Λάτα εν τη υπ’ αυτού ιδρυθείση μουσική Σχολή ίνα διδάσκη ιδία την Κρητικήν μουσικήν.

Σάτυρα
ποίημα Κουτούζη
ήχος δ΄ «ως γενναίον εν μάρτυσιν.»


Μαλαπέτσας 1 [1: Ο Μαλαπέτσας ήτο απλούς βοηθός των ψαλτών έχων καλήν φωνήν.] ο δόλιος 2 [2: Δόλιον ονομάζει ως προς τον φίλον του Καλύβαν.] και Φωκάς 3 ο φαρτσόφωνος 4 [3 και 4: Ο Φωκάς ήτο αναγνώστης όστις μετήρχετο και τον διδάσκαλον είχε μεγάλην φωνήν, αλλά φαλτσόφωνος δηλαδή κακώς τονισμένην και διά τούτο ο Κουτούζης κατηγορεί αυτόν διά να παύση του έργου.] Μανταλάς ο τέλειος μουσικώτατος 5 [5: Ο Κουτούζης υπερτιμά τον Μανταλάν πάντων των άλλων.] και Αναγνώστης Μπαφόπουλος 6 [6: Μπαφόπουλος ο Αναγνώστης ωνομάζετο Άγγελος, αλλά Κουκουζέλης, ήτο αγγελόφωνος.] Μαρής ο Μουζάκιος 7 [7: Μαρής ιερεύς ο Μουζάκης και Μαντινιός άριστος μουσικός της εποχής του κατά θεωρίαν και πράξιν έχων και φωνήν ωραιοτάτην. Ο ποιητής ομοιάζει τούτον διά του «χοροστάτης» και αυτός τω Μανταλά διότι αυτοί οι δύο ήσαν οι κυρίως χοροστάται και διευθυνταί της αρμονικής χορείας.] χοροστάτης και αυτός Γιακουμάκης ο Γάσπαρος 8 [8: Γιακουμάκης ο Γάσπαρης δεν ήτο ψάλτης αλλά συμβοηθός έχων καλήν φωνήν και οξυκοΐαν εξετέλει εις την τετράφωνον συμφωνίαν το δεύτερον και τρίτον μέρος. Απέθανε τω 1807. Υιός ωνομάζετο τις συμβοηθός. Ούτος ων βαρύφωνος και οξύκοος εξετέλει το τέταρτον μέρος της τετραφώνου συμφωνίας Basso και εις την εποχήν του διέπρεπεν. Απέθανε σχεδόν το 1834.] και υιός ομού και Κεφάλας ο μέγας αγιογδύτης 9 [9: Ο Κεφάλας εάν δεν σφάλλω ήτο ιερεύς. Ούτος εξετέλει το ίδιον μέρος του Υιού. δηλαδή Basso. επειδή ήτο πολύ βαρύφωνος. Το επίθετον το οποίον δίδει ο ποιητής, ήτο διά να διορθώση εις αυτόν την φιλαργυρίαν ην ο άνθρωπος είχεν.] παπάς Τσίχλας 10 [10: Τσίχλας ο ιερεύς. σύγχρονος τω Κεφάλα. Ούτος εξετέλει το πρώτον μέρος της συμφωνίας Primo έχων κατάλληλον φωνήν.] και το μικρόν Μεγκουλόπουλον 11. [11: Το μικρόν Μεγκουλόπουλον. Ούτος ήτο καλόφωνος υψίφωνος και οξύκοος, είχε και ιδέαν της Ευρωπαϊκής μουσικής. Ούτος εξετέλει το δεύτερον μέρος το ανώτερον της συμφωνίας. Επειδή είχε γνώσεις τινάς της Ευρωπαϊκής μουσικής εγίνωσκε και μερικά άσματα μελοποιημένα υπό μελοποιών ειδημόνων της ευρωπαϊκής μουσικής, άπερ παρά τοις αρχαίοις ονομάζονται Pezza. Αυτά λοιπόν τα pezza έψαλλεν εις τον διδάσκαλόν μου Κοθρήν, ο δε Κοθρής έγραφεν αυτά εις την νέαν μέθοδον της μουσικής άτινα σώζονται. Ότε ο Κουτούζης συνέθεσε την σάτυραν ήτο ο Μέγκουλας την ηλικίαν ο μικρότερος της αρμονικής χορείας δι’ ο ονομάζει αυτόν μικρόν. Απέθανε υπέργηρως όνπερ πολύ καλά ενθυμούμαι.]

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1688/10 Φεβρ. 1908:
Η εν τοις Ιονίοις νήσοις πορεία της Κρητικής μουσικής.
Εν Κρήτη μετά την άλωσιν αυτής ήρξατο γοργώ βήματι ζοφουμένη η αίγλη της ευημερίας και προόδου. Ενδυομένη η νήσος τα της δουλείας ράκη, αφωμοιώθη καθ’ όλα τω του όλου έθνους βίω, ώστε μετ’ ου πολύ ο πρώην εν αυτή εξευρωπαϊσμός και η ανάπτυξις απέβησαν πλέον απλώς ιστορικόν παρελθόν και πλείστα όλως δι’ όλου ελησμονήθησαν αντικαθιστάντα δι’ οθνείων.

Εν ταις επτά Ιονίοις νήσοις όμως συνέβη το εναντίον. Εν Επτανήσω όπου διετέλει έτι η Βενετική κυριαρχία ου μόνον εξηκολούθει ο Βενετικός βίος, αλλά και πρόοδος προσέτι νέα εγένετο ενταύθα υπό των εις αυτάς προσφυγόντων τότε Κρητών. Εκ παραλλήλου η μουσική καλλωπισθείσα αυτόθι υπό των Κρητών εψάλλετο αρμονικώτατα εν πάσαις ταις Ιονίοις νήσοις Ζακύνθω, Κερκύρα, Κεφαλληνία, Λευκάδι, Κυθήροις, Ιθάκη και Παξοίς ως εχούσαις καθ’ όλου την αυτήν χροιάν πολιτικώς τε και Εκκλησιαστικώς επί Βενετοκρατίας. Αλλ’ όμως ο παρά πάντων των Ορθοδόξων οφειλόμενος σεβασμός προς την αγίαν ημών μητέρα την Μεγάλην Εκκλησίαν, η σχέσις της μιας μουσικής προς την ετέραν ώσπερ δύο κλάδων εκ του αυτού κορμού, ο όγκος του όλου έθνους εν συγκρίσει προς την μικρότητα επτά μόνον νήσων και έτεραι εθνικαί αφορμαί επέδρασαν μεγάλως, ώστε προς τη Κρητική μουσική να εισαχθή ήρεμα και κατά μικρόν εις Επτάνησον και η Κ/πολιτική μουσική που μεν καθ’ ολοκληρίαν, του δε εν μέρει κατάτινας περιστάσεις. Κυρίως από του 1766 ότε εξερράγη η πρώτη εν Ελλάδι επανάστασις, δύναται να θεωρηθή ως βεβαία η εις Επτάνησον εισαγωγή και της Κ/πολιτικής μουσικής. Διότι τότε κατέφυγον αυτόδε και ιδίως εις Ζάκυνθον πλείσται ξέναι Ελληνικαί οικογένειαι και μάλιστα εκ Πελοποννήσου, πολλαί των οποίων απεκατεστάθησαν διά παντός εν τη νήσω. Η αποίκησις αύτη υπήρξεν η πρωτίστη αφορμή της εις την Επτάνησον εισαγωγής και της Κ/πολιτικής μουσικής, διότι όλοι οι ξένοι τότε δεν ευηρεστούντο εις την εγχώριον αρμονικήν ψαλμωδίαν, ειθισμένοι όντες εις το Ασιανίζον μονότονον ύφος της Πολίτικης μουσικής. Εις την Κέρκυραν δεν εισήχθη όλως διόλου η Κ/πολιτική μουσική ειμή μόνον εις μίαν Εκκλησίαν την Παναγίαν των Ξένων. Ψάλλεται λοιπόν αυτόθι η Κρητική (διά Κερκυραϊκού τινος ύφους) μουσική καθ’ όλον τον ενιαυτόν κατά τε τας χαρμοσύνους και πενθίμους ημέρας.

Διά την μετοικεσίαν εις Ζάκυνθον Κρητών έχομεν μέχρι σήμερον αρκετά μαρτύρια. Αι ιεραί εικόνες και τα Εκκλησιαστικά σκεύη του ναού του Αγίου Γεωργίου του Καμαριώτου μετατεθέντα υπό τινος Κρητός Παπαδοπούλου εν τω Ναώ του Αγίου Δημητρίου του Κόλα σώζονται μέχρι της σήμερον. Της Εκκλησίας του Αγίου Μηνά της παρά τη Παντανάσση του Αδελφάτου των Βουτοποιών εν τη πόλει Κανδία αφιερώθησαν εν τω ναώ των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων της πόλεως Ζακύνθου, ένθα τη ια΄ Νοεμβρίου τελείται μέχρι σήμερον η ετήσιος πανήγυρις του Αγίου Μηνά. Της δε Θεοτόκου των Επισκοπιανών εκ κώμης Κρητικής, η ολοσώμου αναστήματος εικών και πολλά σκεύη μετακομισθέντα παρά τινος ιερέως Καίσαρη και άλλων Κρητών αφιερώθησαν εν ιερώ ναώ περί της καταθέσεως των οποίων υπάρχει τούτο το έγγραφον μεταπεφρασμένον εκ του Ιταλικού.

«Εκλαμπρότατε και εξοχώτατε Προβλεπτά

»Μεταξύ των πολυτιμωτέρων λειψάνων της ατυχούς Κρήτης των μετενεχθέντων ενταύθα μετά την πανόλεθρον άλωσιν αυτής συγκαταριθμείται και η θαυματόβρυτος εικών της υπερευλογημένης παρθένου Μαρίας ονομαζομένη Επισκοπιανή ήτις εν μεγαλοπρεπεί τινι Ναώ της βασιλικής εκείνης πόλεως υπερεσέβετο και μεγάλως υπηρετείτο υπό πολλών συναδέλφων οίτινες παρακολουθούντες το ένδοξον Λάβαρον της γαληνοτάτης Δημοκρατίας, καίτοι καταλιπόντες την πατρίδα ουκ ίσχυσαν εγκαταλείψαι και την υπερασπίστριαν αυτών, την παρθένον Μαρίαν, αλλά μετήγαγον την εικόνα αυτής και όσα ιερά σκεύη και έπιπλα το βεβιασμένον του »χρόνου και της επιβάσεως αυτοίς επέτρεψαν»1. [1: Εν τω καταλόγω των δοκίμων Ζακυνθίων μουσικοδιδασκάλων, φέρονται ακόμη εν τοις χειρογράφοις, πολλά ονόματα τοιούτων, αλλά τα περί αυτών είναι ασυμπλήρωτα. Επίσης πλείσται σημειώσεις χρονολογικαί, μουσικαί και κριτικαί σχετικαί προς την Εκκλησιαστικήν μουσικήν είναι εγκατεσπαρμέναι εις πολλά μουσικά βιβλία σχετιζόμενα προς το περιεχόμενον, αίτινες είναι αδύνατον να περιληφθώσιν ενταύθα. («Σ. «Ελπίδος».)]

Εν τη αριστερά άκρα του Ναού της Επισκοπιανής ετοποθετήθη η εικών του Αρχαγγέλου Μιχαήλ ίνα εις μνημόσυνον του δωρητού, Μιχαήλ τας η΄ Νοεμβρίου.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1689/17 Φεβρ. 1908:

Τα αυτά επιβεβαιοί και ο Ιωσήφ Κάρτραι εν τω υπ’ αυτού εν Λονδίνω εκδοθέντι Αγγλιστί περί Κρήτης φυλλαδίω εξ ου φέρομεν την εξής περικοπήν «Τη 6η Σεπτεμβρίου 1069 παρεδόθη εις τους Τούρκους η Κρήτη αφού επολέμησε προς αυτούς επί 25 έτη. Τον Οθωμανικόν στόλον δεν κατέστρεψαν οι Ενετοί. Η Κρήτη άμα παραδοθείσα απέβαλε την Γερουσίαν της την ελευθερίαν και την ευημερίαν και εν ενί λόγω παν ό,τι απεδείκνυεν αυτήν αποικίαν ευδαίμονα υπό τους Ενετούς. Όλαι σχεδόν αι πλούσιαι οικογένειαι απήλθον εκ της νήσου και πολλαί αυτών προσέφυγον εις την τότε υπό τους Ενετούς διατελούσαν Επτάνησον. Γνωστόν εις πάντα έλληνα είναι αναμφιβόλως το όνομα του εν Ζακύνθου ποιητού κόμητος Σολωμού. Κρήτες ήσαν οι πρόγονοί του οίτινες απεδήμησαν εκ της Κρήτης όπως διαφύγωσι τας βιαιοπραγίας του Τούρκου και εύρον άσυλον εν Ζακύνθω.» Αι εν τη Ζακύνθω διαμείνασαι ουκ ολίγαι Κρητικαί οικογένειαι μετακομίσασαι κατέθεσαν εν τοις ιερείς ναοίς παντοδαπάς ιεράς εικόνας, σκεύη και άγια λείψανα διαφόρων αγίων. Τούτων αξιομνημόνευτον είναι το εν τη νήσω μέχρι του νυν υπάρχον ιερόν λείψανον του οσίου εν Ιερομονάχοις Ιωσήφ Σουμάκου εκ Χανδάκων της Κρήτης τελευτήσαντος τω 1511 Ιανουαρίου κβ΄ ότε τελείται η εορτή αυτού. Το λείψανον τούτο τω 1669 Αυγούστου 29 μετεκόμισεν ο ιερεύς Αντώνιος Αρμάκης Κρης και κατέθηκεν εν τω γυναικείω μοναστηρίω του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου όπερ ανήκεν εις τον Αλέξανδρον Νερούλην, ύστερον δε μετέβη εις την οικογένειαν Ιακώβου Μουζάκη (κοινώς Μαντινειού) μέχρι σήμερον.

Επόμενον λοιπόν ότι και εκ των αποικησάντων Κρητών ένιοι όντες έμπειροι μουσικοί, εισήγαγον εις την νήσον εμμελεστέραν αρμονικήν ψαλμωδίαν και εδίδαξαν εντεχνοτέρως τας ιεράς μελωδίας καθώς εγράφοντο και εψάλλοντο εν Κρήτη. όθεν επεκράτησεν η επωνυμία αυτόθι «Κρητική μουσική». Αύτη η Κρητική μουσική Βυζαντινή ούσα φαίνεται ότι διετηρείτο και εις τινας των εν Ευρώπη Ελληνικών αποικιών των μεταναστευσασών κυρίως προς αποφυγήν της δουλείας. Και ιδού μία μαρτυρία των ιστορουμένων.

-------------------------------------
Εν Μασσαλία 30 Απριλίου 1887.
Μετ’ ευχαριστήσεως και πολλού ενδιαφέροντος ανέγνων το τελευταίον άρθρον περί μουσικής. Πολλάκις μετά φίλων εσυζητήσαμεν την σπουδαιοτάτην ταύτην υπόθεσιν και πάντες πάντοτε εφθάσαμεν εις το αυτό συμπέρασμα ότι η Τουρκοπολίτικη ψαλμωδία a fait son temps και δέον να την διαδεχθή άλλη ανάλογος με τους παρόντας καιρούς. 1 [1: Είναι βέβαιον ότι η Κ/πολιτική μουσική παρεφθάρη αναμιχθείσα οθνείοις τονίσμασιν αλλ’ ένεκα των παραφθορών δεν πρέπει να παρίδωμεν την βυζαντινήν αυτής καταγωγήν και ότι πλείστα όσα άσματα αυτής εν τη μονοτονία των εισίν ωραία και εκκλησιαστικώτατα.] Επαινώ λοιπόν και συμμερίζομαι καθ’ ολοκληρίαν όσα γράφετε.

Πας αμερόληπτος ίνα σχηματίση γνώμην περί της αθλίας μουσικής των εν τη Ανατολή Εκκλησιών δεν έχει παρά να μεταβή εις Εκκλησίαν των έξω Ορθοδόξων κοινοτήτων όπως νοήση την διαφοράν.

Και ας μη νομίσουν οι φίλοι της ερρίνου μουσικής ότι εγινόμεθα φράγκοι. όχι. Θεωρούμεθα οι πλείστοι τουλάχιστον μάλλον ίσως προσκεκολλημένοι εις τα πάτρια. Αναντίρρητον είναι ότι η Εκκλησιαστική μουσική Κ/πόλεως γέμει Τουρκικών χαβάδων, όθεν ανάγκη να εξοβελισθώσιν όσα εισήχθησαν κατά τον μακρόν χρόνον της δουλείας και της εκβαρβαρώσεως των Ελλήνων. Ότι δε η Πολίτικη μουσική είναι παρείσακτος θα σας φέρω το εξής παράδειγμα.

Ότε περί το τέλος του 17ου αιώνος οι Τούρκοι μετά την κατάκτησιν της Κρήτης επίεζον επί μάλλον και μάλλον την Λακωνίαν, μέρος των κατοίκων της Οιτύλου απεφάσισαν να μεταναστεύσωσιν ως και μετέβησαν εις χωρίον της Κορσικής (όπου διατρίβει έτι ο φίλος Ν. Φαρδύς). Καίτοι εξ ανάγκης Ουνίται διετήρησαν όμως τας παλαιάς παραδόσεις και ιεροτελεστίας των ψάλλουσιν ελληνιστί, ει και η πατρική των γλώσσα κατέστη ξένη τοις πλείστοις και η μουσική των μεταδοθείσα κατά παράδοσιν μέχρι της σήμερον ομοιάζει πάρα πολύ τη των Ζακυνθίων. Τούτο δύναμαι να βεβαιώσω εγώ αυτός διατρίψας εκεί 22 ημέρας, και τρις εκκλησιασθείς χάρις ίσα ίσα αυτής της μουσικής και απόρησα πώς διετηρήθη αναλλοίωτος ως με εβεβαίωσαν οι γέροντες σχεδόν επί 150 έτη. Τούτο κατ’ εμέ, αποδείκνυται τρανώς ότι η Κρητική και η Ζακυνθινή μουσική υπήρχε κοινή εν Ελλάδι πριν η εκτουρκισθή το Ελληνικόν έθνος. ήκουσα μόνον εκφρασθέντα τον εξής ενδοιασμόν περί της Πολίτικης μουσικής. φίλος τις διϊσχυρίσθη ότι αύτη έχει ως αρχήν την Εκκλησιαστικήν μουσικήν των Εβραίων παρ’ ων τόσα και τόσα παρελάβομεν. αλλά μη εγκύψας ποτέ ιδιαιτέρως εις το ζήτημα τούτο, αγνοώ κατά πόσον η Πολίτικη μουσική είναι απόγονος της Ιουδαϊκής ψαλμωδίας. Τον καλόν αγώνα αγωνίζεσθε και επικροτούμεν εις τους μόχθους σας. 1 [1: Ως απλαί παρεξηγήσεις δύνανται να θεωρηθώσι τινές των παρατηρήσεων του φιλομούσου κ. Βλαστού όστις άλλως ο αυτός ομολογεί ότι η Κωνστ. γέμει Τουρκισμών, οίτινες δέον να εξοβελισθώσιν. Άρα εξοβελισθέντων των Τουρκικών χαβάδων και της αρμονίας προσληφθείσης αντί ισοκρατημάτων, ιδού η γνησία Βυζαντινή μουσική η και Κρητική.

Σημ. «Ελπίδος». Το ότι η Βυζαντινή λεγομένη μουσική δεν είναι ρινόφωνος, αλλ’ αρμονική και ότι αύτη παρεφθάρη, παρεμορφώθη, εστρεβλώθη υπό των αυτοδιδάκτων ψαλτών, κατεφάνη εκ του προ ολίγων η μερών τελεσθέντος εν Αθήναις εσπερινού εν τω ναώ της Χρυσοσπηλιωτίσσης καθ’ ον μαθηταί του Ωδείου υπό την διεύθυνσιν του διδασκάλου αυτών κ. Κ. Ψάχου έψαλλον τον εσπερινόν μετά αρμονίας και κατανυκτικότητος χωρίς ποσώς να ακουσθή η συνηχητική λεγομένη γραμμή ήτοι το ίσον.]
ΣΤΕΦ. Α. ΒΛΑΣΤΟΣ

[Η παραπάνω δημοσίευση οφείλεται στην παραχώρηση των σχετικών φωτοτυπιών από τον Μουσικό κ. Αντώνη Κλάδη, τον οποίο ευχαριστούμε πολύ.]

Γ. Μ. (Γεωργίου Μάνεση): [ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΝ ΖΑΚΥΝΘΩ ΤΩ 1907 ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΓΡΙΤΖΑΝΗ]

[ Το παρακάτω δυσεύρετο κείμενο προέρχεται από την Εφημερίδα ΕΛΠΙΣ, Ζάκυνθος 4.11.1907, φ. 1674 σ. 1-3 και μάς παραχωρήθηκε προς αναδημοσίευσιν από τον Μουσικό κ. Αντώνη Κλάδη (τον οποίο ευχαριστούμε για την ευγένειά του), έχοντας συμπληρωθεί πλήρης εκατονταετία μετά την πρώτη του παρουσίαση.
Ο κ. Κλάδης φωτοτύπησε το κείμενο αυτό, προ πολλών ετών, τότε που επιτρεπόταν η πρόσβαση στις παλαιές εφημερίδες της Ζακύνθου, στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ζακύνθου, όπου φυλάσσονται. Στη συνέχεια απαγορεύτηκε ετσιθελικά και παράνομα η πρόσβαση των ερευνητών στους θησαυρούς αυτούς. Ύστερα, έκλεισε και η ίδια η Βιβλιοθήκη, λόγω φθορών του κτηρίου της, εξαιτίας των νεότερων Σεισμών... Πράγμα που σημαίνει, ότι πλέον έχουμε αποτελειωθεί ως Ζακυνθινός Πολιτισμός...
π. Π.Κ. ]

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ

Σήμερον λοιπόν τελούνται τα εγκαίνια της Εκκλησιαστικής μουσικής Σχολής της οποίας τα μαθήματα ήρξαντο κανονικώς από του παρελθόντος Ιουνίου, αφ’ ης δηλονότι εποχής ή σχολή συνέστη. Δεν πρέπει να θεωρηθή μικρόν το τελούμενον διά πάσης επισημότητος σήμερον διά την εκκλησιαστικήν μουσικήν ιστορίαν της Ζακύνθου. Από καιρού ήρξατο μαραινομένη και φθίνουσα η εκκλησιαστική ημών μουσική και από της εκκλησίας της Ζακύνθου την οποίαν εις παρελθόντας χρόνους εκόσμουν οι καλοφονώτεροι και τεχνικώτεροι των ιεροψαλτών, όσοι εν τη ιστορία της εκκλησιαστικής της Ζακύνθου μουσικής αναφέρονται από της παρελθούσης εκατονταετηρίδος μέχρις επ’ εσχάτων, εξέλιπεν ο εναρμόνιος εκείνος και εκκλησιαστικός μουσικός ρυθμός, τον οποίον έσπευδον εν τοις διαφόροις ναοίς οι εκκλησιαζόμενοι να ακούωσιν εκτελούμενον υπό των ονομαστών εκείνων ιεροψαλτών και διδασκάλων όσοι διεκρίθησαν κατά διαφόρους καιρούς. Και τα τελευταία λείψανα της μουσικής εκείνης ακμής εξέλιπον και δεν απέμειναν εις τους επιζώντας ειμή αι αναμνήσεις των ιεροτελεστιών τας οποίας ελάμπρυναν οι παλαιότεροι μουσικοδιδάσκαλοι και διακεκριμένοι ιεροψάλται. Ούτοι παθαινόμενοι εν τη εκτελέσει και αισθανόμενοι το εκκλησιαστικόν ύψος της μουσικής της οποίας ετάχθησαν διερμηνείς και εκτελεσταί, εξετέλουν τας σεμνάς εκείνας κατανυκτικάς ακολουθίας των οποίων η παράδοσις φέρεται και μέχρι των ημερών μας. Αλλ’ ο χρόνος αφ’ ενός, η μη συστηματική σπουδή ιεροψαλτών αφ’ ετέρου, παρεμόρφωσαν και ηλλοίωσαν το καλόν εκείνο μουσικόν σύστημα και τας θέσεις εκείνας εν τοις ιεροίς ναοίς τας οποίας άλλοτε κατείχον οι Καισάριοι, οι Γριτζάναι, οι Κύριλλοι, οι Θερειανοί, οι Πυλαρινοί, οι Ρουσελάτοι και η λοιπή χορεία των δοκιμωτάτων εκείνων ιεροψαλτών και διδασκάλων, εν τοις νεωτέροις και τοις καθ’ ημάς χρόνοις κατέλαβον, πλην ολιγίστων εξαιρέσεων. άνθρωποι αδαείς και της τέχνης και του σκοπού της εκκλησιαστικής μουσικής. Αλλ’ ήδη οι ιεροψάλται εξέλιπον σχεδόν παντελώς και την έλλειψιν ταύτην ησθανόμεθα κατά τας ημέρας των υψηλοτέρων της ορθοδοξίας ιεροτελεστιών. Αι τελεταί της μεγάλης εβδομάδος αι ονομασταί αύται εν Ζακύνθω τελεταί, έχασαν πλέον ένεκα της ελλείψεως ταύτης των ιεροψαλτών εν τη μουσική εκτελέσει το παθητικόν εκείνο και εκφραστικόν το οποίον διακεκριμένοι Ζακύνθιοι μουσικοδιδάσκαλοι απέδιδον κατά την μουσικήν εκτέλεσιν ενός παθητικού ήχου. Τα λείψανα της εκκλησιαστικής μουσικής, τα μεν ευρίσκονται ερριμένα και παρημελημένα και εσκορπισμένα τη δε κακείσε, τα δε περιήλθον εις άτομα άτινα καίτοι είχον τον πόθον και την θέλησιν να τα περισώσωσι διά της χρήσεως, εστερούντο των μέσων της μουσικής μορφώσεως και της τεχνικής εκπαιδεύσεως.

Η από πέντε μηνών συστάσα και πάλιν, αλλ’ υπό άλλας βάσεις εδραιωτέρας σχολή της εκκλησιαστικής μουσικής εις δύο τινά κύρια απέβλεψε σχετιζόμενα προς την μουσικήν εκκλησιαστικήν ιστορίαν του τόπου. αφ’ ενός μεν να περισώση την καθιερωθείσαν εν Ζακύνθω εκκλησιαστικήν μουσικήν διά της περισυναγωγής και διαφυλάξεως των μουσικών τούτων βιβλίων και λοιπών μουσικών τροπαρίων εις την μουσικήν σύνθεσιν των οποίων κατέγιναν μουσικοί Ζακύνθιοι, κατάλογον των οποίων ευτυχώς κατέχομεν και τον οποίον λίαν προσεχώς θέλομεν δημοσιεύσει, αφ’ ετέρου δε να μορφώση τεχνικώς και εκπαιδεύση μουσικώς ιεροψάλτας εφαμίλλους των παλαιοτέρων ονομαστών τους οποίους αναφέρει η μουσική εκκλησιαστική ιστορία του τόπου. Επιτρέπεται μεν ανεκτώς μέχρι των προσεχών αποτελεσμάτων της εκκλησιαστικής μουσικής σχολής να καταλαμβάνη θέσιν εν τω χορώ, ελλείψει τεχνικώς κατηρτισμένων ψαλτών, ο τυχών άπειρος και αδαής, ο εξ ακοής μόνον εκτελών εσφαλμένως και άνευ εντελούς κατανοήσεως της θέσεώς του, ευαρίθμους τινάς ήχους, αλλ’ από των προσεχών της σχολής αποτελεσμάτων δεν θα επιτραπή ελπίζομεν εις τον τυχόντα να καταλάβη θέσιν ιεροψάλτου, την οποίαν εν δικαίω θα καταλάβη, ο της σχολής απόφοιτος ο μυηθείς εις την τέχνην του κατά τους κανόνας «από διφθέρας ψάλλειν».

Αλλά πλην τούτων και άλλο τι επεδίωξεν η άρτι συστάσα σχολή. Απέβλεψε και αποβλέπει και εις αυτόν τον σχηματισμόν τελείου ιεροψάλτου. Λαβούσα υπ’ όψιν ότι ο τεχνικός ψάλτης ίνα εκτελέση τι σεμνώς και ίνα αποδώση εις τούτο το μουσικόν ύψος, πρέπει να κατανοή το ψαλλόμενον, να γνωρίζη τι λέγει, είτε το απολυτίκιον, είτε ο αίνος, είτε η δοξολογία, είτε το τροπάριον όπως αποδίδδη τας γνωστάς εις αυτό εννοίας διά καταλλήλου μουσικής, δι’ επί τούτω ερμηνευτών και εν ώρα ιδιαιτέρα θέλει διδάσκει τους μαθητάς ερμηνευτικώς τα ψαλλόμενα, ούτως ώστε οι της σχολής μαθηταί πριν ή διδαχθώσι την μουσικήν ενός ήχου, είτε ενός τροπαρίου, να εννοήσωσι πρώτον τι πρόκειται να ψάλλωσιν όπως διά ταύτης της καταλήψεως αναπτυχθή εις αυτούς το ιερόν αίσθημα και το μουσικόν πάθος το ανάλογον προς την έννοιαν του ψαλλομένου.

Τοιαύτα επεδίωξε και επιδιώκει η σχολή της εκκλησιαστικής μουσικής απαραίτητα εις την εκκλησίαν μας συντελεστικά εις την μουσικήν μόρφωσιν των νέων όσοι κατέχονται υπό του θείου ζήου και υπό της Ιεράς φιλοδοξίας να καταταχθώσιν εις την γεραράν εκείνην χορείαν των δοκίμων ιεροψαλτών, οίτινες εκλέισαν την εκκλησίαν και τους οποίους μετά τόσης γλυκυθυμίας αναφέρουσιν οι μεταγενέστεροι.

Βιογραφία Παναγιώτου Γριτσάνη [α]
Μουσικοδιδασκάλου

[α: Την κατωτέρω δημοσιευομένην βιογραφίαν του αοιδίμου μουσικοδιδασκάλου Παναγιώτου Γριτζάνη κατηρτίσαμεν επί τη βάσει αυτογράφων αυτού του ιδίου σημειώσεων αίτινες φθάνουσι μέχρι του σημείου εις ο καταλήγει η εν λόγω βιογραφία.]


Ο Παναγιώτης Γριτσάνης εγεννήθη εν Ζακύνθω τω 1835. Εξεπαιδεύθη δε εν τη πατρίδι μας κατά το τότε εν Επτανήσω επικρατούν σύστημα, το υπό του μακαρίτου Μουστοξύδου ωργανισμένον. Ιδία δε επεδόθη εις την σπουδήν της τε Εκκλησιαστικής Μουσικής και της Ευρωπαϊκής, καταστάς εις των εν Ζακύνθω διακεκριμένων μουσικοδιδασκάλων κατά τε το της Κωνσταντινουπόλεως Μουσικόν Εκκλησιαστικόν Σύστημα και το εν Ζακύνθω Κρητικόν ή Επτανησιακόν καλούμενον.

Εχρημάτισεν επί δεκαετίαν ψάλτης εις τον εν τη Νήσω Ναόν του Αγίου Διονυσίου.

Δι’ αλληλογραφίας ήτο εις σχέσεις μετά του αοιδίμου Στεφάνου Λαμπαδαρίου της του Χριστού Μ. Εκκλησίας Πρωτοψάλτου.

Κατά την εποχήν εκείνην, συστάντος εν Κωνσταντινουπόλει Μουσικού τινος Συλλόγου επί του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου (είτε δε Αλεξανδρείας) Σωφρονίου, εις τον ρηθέντα Π. Γριτσάνην ανετέθη η έκθεσις περί της εν τοις Ιονίοις Νήσοις ψαλλομένης Κρητικής Μουσικής, ήτις ήτο εν των εξεταστέων ζητημάτων περί ων ο Σύλλογος κατά τον Κανονισμόν αυτού ώφειλε να επιληφθή και να ερευνήση.

Αναλαβών ο Π. Γριτσάνης την σύνταξιν της τοιαύτης Μουσικής Πραγματείας, εκδούς δε μάλιστα και αγγελίαν προς έκδοσιν αυτής, ανέβαλε την εκτύπωσιν ταύτης, άτε προσκληθείς (τω 1865) υπό της εν Νεαπόλει της Ιταλίας Ελληνικής Κοινότητος ως μουσικός της αυτόθι Ορθοδόξου εκκλησίας (των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου).

Ενταύθα ο Γριτσάνης ανέπτυξε τας μουσικάς αυτού γνώσεις, σπουδάσας τακτικώς επί οκταετίαν και πρακτικώς την Ευρωπαϊκήν Μουσικήν, εις ην και έδωκεν εξετάσεις εν τω Ωδείω της Νεαπόλεως (conservatorio di San Pietro) ενώπιον πενταμελούς Επιτροπείας , προεδρευομένης υπό του Διευθυντού του Ωδείου κυρίου Λάουρο Ρόσση (Lauro Rossi).

Επιτυχών κατά τας μουσικάς αυτού εξετάσεις, ηξιώθη του διπλώματος του Καθηγητού της Μουσικής με τον βαθμόν «άριστα».

Το γεγονός τούτο ευφήμως εδημοσίευσαν αι Ελληνικαί εφημερίδες «Κλειώ», «Νεολόγος», και έτεραι κατά τον Ιανουάριον του 1873.

Εν τω οκταετεί διαστήματι της εν Νεαπόλει διατριβής αυτού ο Γριτσάνης εδημοσίευσε προσωρινώς Πραγματείαν περί της εν Επτανήσω και ιδία εν Ζακύνθω ψαλλομένης Κρητικής Μουσικής εν τω εν Παρισίοις υπό του μακαρίτου Μαρίνου Βρετού εκδιδομένω Εθνικώ Ημερολογίω (του 1866), και εν τη τότε εν Νεαπόλει υπό Οδυσσέως Ιαλέμου εκδιδομένη ελληνική εφημερίδι «οι Λαοί» περί του ζητήματος της Εκκλησιαστικής Μουσικής.

Την δευτέραν ταύτην Πραγματείαν, επιθεωρήσας και πλουτίσας, εξέδοτο και εν ιδιαιτέρω τεύχει, αφιερώσας αυτήν εις την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος, προεδρευομένης τότε υπό του αοιδίμου Μητροπολίτου Θεοφίλου.

Μετά την αγγελίαν των εν Νεαπόλει μουσικών αυτού εξετάσεων ο Π. Γριτσάνης προσεκλήθη συγχρόνως υπό δύο Ελληνικών Κοινοτήτων, υπό της εν Οδησσώ, και υπό της Αλεξανδρεία (τον Μάιον του 1873).

Προετίμησε δε ο Γριτσάνης την της Αλεξανδρείας θέσιν, διότι έμελλε να γένηται ενταύθα ιδρυτής χορού της Τετραφώνου Μουσικής, εν ω εν Οδησσώ έμελλε να αντικαταστήσει άλλον μουσικοδιδάσκαλον (τον κ. Κατακουζηνόν απερχόμενον εις Αθήνας).

Η έναρξις της Τετραφώνου Μουσικής εν Αλεξανδρεία εγένετο κατά τον Νοέμβριον του 1873. Ο δε χορός ούτος έζησεν μέχρι του 1879, ότε ένεκα οικονομικών λόγων διελύθη.

Τι ζήτημα προεκάλεσεν η εις τον εν Αλεξανδρεία Ναόν εισαγωγή της Τετραφώνου Μουσικής, είνε γνωστόν εις όσους περί τα τοιαύτα ασχολούνται.

Διατριβαί επί διατριβαίς αντεπεξήρχοντο υπό διαφόρων διαφωνούντων εν τω ζητήματι λογίων Ελλήνων Κληρικών τε και κοσμικών.

Συν πάσι δε τούτοις ο Γριτσάνης εφάνη και απτόητος και ικανός περί το επάγγελμα, προς δε την πορείαν του ζητήματος λίαν συντηρητικός και μεσάζων, την μεν Εκκλησιαστικήν Μουσικήν υπερασπιζόμενος όσω εδύνατο, παραδεχόμενος δε την κατά αρμονίαν ανάπτυξιν αυτής κατά τους κανόνας των νεωτέρων χρόνων.

Το κατά τετραφωνίαν Μουσικόν Σύστημα του Π. Γριτσάνη είνε μικτόν τι, διότι παραδέχεται μετ’ ακριβείας εκ του Συστήματος του Χαβιαρά όσα θεωρεί αρμόδια και κατάλληλαπρος τον επιδιωκόμενον σκοπόν, σεβόμενος αυτά ως αριστουργήματα τέχνης, αποβάλλει όλα όσα φαίνονται αυτώ ελλειπή και μη καλώς έχονται, συμπληρών δι’ ιδίων μουσικών συνθέσεων αυτά, και όσα εν τω Συστήματι του Χαβιαρά δεν υπάρχουσι γεγραμμένα.

Εν ταις συνθέσεσι των Εκκλησιαστικών Ύμνων ο Γριτσάνης προσπαθεί όσον το δυνατόν να τηρή τους Ήχους της Εκκλησίας. Παράδοξον δ’ είνε ότι ο Γριτσάνης ήτο τοσούτω θερμός φίλος της Εκκλησιαστικής Μουσικής, όσω της Τετραφώνου Μουσικής, ης ετύγχανε διδάσκαλος.


Ο Γριτσάνης είνε εντριβέστατος περί τα εκκλησιαστικά. Έγραψε διαφόρους διατριβάς επί του ζητήματος της Εκκλησιαστικής Μουσικής δημοσιευθείσας εις διάφορα Ελληνικά φύλλα.

Κατά τον εμπρησμόν της Αλεξανδρείας (τω 1881) εκάη η Βιβλιοθήκη αυτού, εν η υπήρχον πολύτιμα χειρόγραφα μουσικά αυτού, εν οις και η γραμματική της Ευρωπαϊκής μουσικής και κυρίως της εν Ζακύνθω Κρητικής Μουσικής.

Το ατύχημα τούτο προσεπάθησεν ο Γριτσάνης να θεραπεύση συντιθέμενος τα πυρποληθέντα αυτού έργα.

Και δη εξέδοτο Μουσικόν θεωρητικόν της Ευρωπαϊκής Μουσικής «Στοιχεία της φωνητικής Μουσικής προς χρήσιν της εν τοις Σχολείοις σπουδαζούσης νεολαίας». Εν Αθήναις 1889, τύποις Ανέστη Κωνσταντινίδου.

Εν τω εξωφύλλω του πονήματος τούτου επαγγέλλεται την έκδοσιν Παραθετικής Μεθόδου της τε Ευρωπαϊκής και Εκκλησιαστικής Μουσικής μετά παραδειγμάτων, γεγραμμένων δι’ αμφοτέρων των σημειογραφιών.


Ο ΓΡΙΤΖΑΝΗΣ

Μία μουσική προσωπικότης εξέχουσα εν τη γεραρά χορεία των μυστών της εκκλησιαστικής μουσικής, μία ιδιοφυία διαλάμψασα εν τη συνθέσει και εκτελέσει των υψηλών ύμνων της Ορθοδοξίας. Άντικρυς ασέβεια θα ήτο αν σήμερον επί τοις εγκαινίοις της εκκλησιαστικοίς μας μουσικής δεν επρωτοστάτει εν τη μνήμη των συγχρόνων της Ορθοδοξίας ιεροψαλτών, εξ εκείνων οίτινες κατηνάλωσαν και αφιέρωσαν το όλον του βίου των εις την σύντονον και ακριβή μελέτην της εκκλησιαστικής μας μουσικής ο προ ολίγου χρόνου εν Αλεξανδρεία αποβιώσας συμπολίτης ημών Π. Γριτζάνης. Εκ των περισωθέντων έργων και χειρογράφων του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου εν ακριβές συμπέρασμα δύναται ο μελετών ταύτα επισταμένως να εξαγάγη, ότι ο Γριτζάνης έζη διά την εκκλησιαστικήν μουσικήν, ότι εν τη ατμοσφαίρα ταύτης ηνδρώθη, ότι διά της ατμοσφαίρας ταύτης ετρέφετο. Μεταγενέστερος των παλαιοτέρων μουσικοδιδασκάλων όσοι διέπρεψαν εν Ζακύνθω, αυτός πρώτος ανήγαγεν εις επιστημονικόν ύψος την εκκλησιαστικήν μουσικήν και ο νους του και η καρδία του και τα αισθήματά του όλα εις ταύτην αφιερώθησαν. Ουδέν ζήτημα, ουδέν μουσικόν έργον, ουδεμία και η ελαχίστη διατριβή σχετιζομένη προς το ζήτημα της εκκλησιαστικής μουσικής ήτο ξένη προς τον Γριτζάνην. Όλων ήτο γνώστης και κάτοχος και επί όλων έχει εκφέρει τας γνώμας του. Ουδείς επιστημονικώτερον τούτου επραγματεύθη το ζήτημα της εκκλησιαστικής μουσικής, ζήτημα το οποίον αμφίβολον είναι αν άλλος της Ορθοδοξίας ιεροψάλτης κατενόησε κατά βάθος. Διά τούτο και ο Ραγκαβής απροκαλύπτως λόγον ποιούμενος περί του Γριτζάνη και του έργου αυτού, εκφράζεται ότι ουδείς επραγματεύθη το ζήτημα τούτο βαθύτερον του Γριτζάνη. Κάτοχος της μουσικής της τε λεγομένης Βυζαντινής και της Ευρωπαϊκής μαθητεύσας υπό τον Πετρέλαν, δεν εθεώρησεν ότι ο προορισμός του επιστήμονος ιεροψάλτου περιορίζεται εις την διεύθυνσιν ενός εκκλησιαστικού χορού, αλλά παρακολουθών την ιστορίαν της μουσικής περιήλθε τας αξιολογωτέρας βιβλιοθήκας της Ιταλίας και των της Ορθοδοξίας μονών ανερευνών παν μουσικόν έργον όπερ οι παλαιότεροι των μουσικοδιδασκάλων συνέθεσαν. Τα περισωθέντα έργα του και χειρόγραφα καταδεικνύουσι μίαν τοιαύτην συστηματικήν εργασίαν ήτις δεν απαντά εις άλλον σύγχρονον της εκκλησιαστικής μας μουσικής συγγραφέα. Ο Γριτζάνης απέθανεν αφού κατηνάλωσε τον βίον του εργαζόμενος υπέρ της μουσικής, συγγραφέων, οδηγών, καταπονούμενος υπέρ της τέχνης. Μελετών τις τα εκ της πυρκαϊάς ολίγιστα περισωθέντα έργα του τα τε ιστορικά και μουσικά αφαρπάζεται πάραυτα υπό του εργασθέντος ανθρώπου τόσον, ώστε να μη αμφιβάλη ότι ο ζήλος εκείνος ο υπέρμετρος προς παν έστω και το ελάχιστον το αφορών εις την εκκλησιαστικήν της ορθοδοξίας μουσικήν, ήτο μία ψύχωσις, μία ψυχική αφοσίωσις, μία ψυχική προσκόλησις εις την τέχνην. Το έργον του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου δεν περιωρίζετο μόνον εις την τέχνην την οποίαν ηγάπησεν, αλλ’ εις όλην την ιστορίαν και την εξέλιξιν ταύτης την οποίαν αφήκεν όπως παράσχη αρκούσαν και απαραίτητον ύλην εις πάντα θέλοντα να μελετήση το ζήτημα και την ιστορίαν της Εκκλησιαστικής μουσικής και ιδίως της εν Ζακύνθω. Όταν συν Θεώ η εκκλησιαστική μας μουσική Σχολή καταρτίση την μουσικήν βιβλιοθήκην της περισυλλέγουσα και περισώζουσα τα διεσπαρμένα, πολλά εκ της μουσικής ταύτης βιβλιοθήκης θα αρυσθώσιν οι μεταγενέστεροι, αλλά το μάλλον διδακτικόν δι’ αυτούς θα είναι, η μελέτη της εργασίας του Γριτζάνη εκ της οποίας θα κατανοήσωσιν ότι το έργον ενός ιεροψάλτου ενός καλώς ευνοουμένου μουσικού όπως απαιτεί τούτον η εκκλησία, δεν περιορίζεται εις την εκτέλεσιν της τέχνης, εις την σύνθεσιν την μουσικήν των ύμνων της ορθοδοξίας και των τροπαρίων, αλλ’ εις την επισταμένην μελέτην παντός εις αυτήν αφορώντος, τοιαύτην οίαν δι’ όλου του βίου του ηκολούθησεν ο μακαρίτης Ζακύνθιος Π. Γριτζάνης.
Γ. Μ.

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009

Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ Παπανικολάου, ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΒΡΑΧΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ (29.6.2009)

"Εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν, ως τινες των καθ' υμάς ποιητών ειρήκασι˙ του γαρ και γένος εσμέν".

Με αυτά τα λόγια ο Απόστολος των Εθνών, ο Μέγας Παύλος, απευθύνθηκε στους Αθηναίους, από αυτόν εδώ τον χώρο, ατενίζοντας όπως και τότε αλλά όπως και εμείς τώρα, το ιερό μνημείο του Παρθενώνος, το κόσμημα της τέχνης και του πολιτισμού μας, το σύμβολο της αρμονίας και της θρησκευτικότητος των αρχαίων Ελλήνων. Θρησκευτικότητος, εν πολλοίς αντίθετη με το περιεχόμενο του μηνύματος που ήθελε να κομίσει ο Απόστολος από την Ταρσώ προς τους σοφούς της εποχής του, προς τους εγκρατείς της στωϊκής και της επικούρειας φιλοσοφίας, προς τους Αθηναίους κατοίκους δηλαδή της πρωτευούσης του πνεύματος και της διαλεκτικής μεθόδου.

Στο σημείο αυτό, στον ιστορικό χώρο του Αρείου Πάγου, κάθε Έλλην η ξένος πολίτης είχε το δικαίωμα να παρουσιάζει τις ιδέες του, τις οποίες και έθετε ως θέμα συζητήσεως μεταξύ των παρευρισκομένων ακροατών, αποδεικνύοντας περίτρανα το πνεύμα διαλόγου και επικοινωνίας που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει διαχρονικά το γένος μας, αλλά και την ελευθερία λόγου της Αθηναϊκής Πολιτείας.

Ο Παύλος, ευρισκόμενος κατά την πρώτη του αποστολική περιοδεία στην Ελλάδα, δεν θα ήτο δυνατόν να μην επισκεφθεί την Αθήνα, έχοντας σκοπό να κηρύξει τον αληθινό λόγο στους Έλληνες, τον Αναστάντα Χριστό, ο οποίος και μέχρι σήμερα είναι "σημείον αντιλεγόμενον"(1). Αξίζει όμως να δούμε την εποχή κατά την οποίαν ο Απόστολος των Εθνών αποφάσισε να διευρύνει και προς την Ελληνική σκέψη το ευαγγελικό μήνυμα. Αξίζει να δούμε σε ποιά κατάσταση βρισκόταν το ελληνικό πνεύμα και πως οι Αθηναίοι υποδέχθηκαν έναν νέο προφήτη-κήρυκα μιας άλλης θρησκευτικής θεώρησης από την διαδεδομένη ως τότε θρησκεία των ειδώλων. Το δωδεκάθεο και οι Ολύμπιες Θεότητες κατέκλυζαν την θρησκευτική έκφραση πολλών, χωρίς όμως να παρατηρείται η ίδια ζέση της χρονικής περιόδου πριν τον χρυσό αιώνα του Περικλή, εποχή η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο κολοφώνας της δημιουργίας στους τομείς της τέχνης και του πολιτισμού.

Ο Παύλος, λόγω της καταγωγής του είχε την δυνατότητα να γνωρίζει την φιλοσοφική σκέψη, τόσο του Πλάτωνα και των Σωκρατικών, όσο και του Αριστοτέλη, γεγονός το οποίο είχε εξάψει την επιθυμία του να επισκεφθεί την περιοχή όπου τα πρόσωπα αυτά έδρασαν και μεγαλούργησαν. Επισκέφθηκε όμως, μία Αθήνα, που γνώριζε μόνον πλέον εξ ακοής τις αξίες των μεγάλων φιλοσόφων, διότι ενώ η πόλις της Παλλάδος Αθηνάς αριθμούσε 20.000 περίπου πολίτες, ταυτόχρονα συνυπήρχαν 40.000 δούλοι-άνθρωποι από άλλα μέρη του τότε κόσμου, προκαλώντας ένα μεγάλο προβληματισμό για το κατά πόσον οι αρχές και οι αξίες του σεβασμού στο ανθρώπινο πρόσωπο και της απόλυτης ελευθερίας εκάστου, εξέφραζαν τελικώς κάθε έναν από τους Αθηναίους πολίτες. Η κατάσταση αυτή ήταν ένα βαρύτατο πλήγμα στο ιδεατό μοντέλο της Δημοκρατίας, διότι ήταν αδύνατον να συνυπάρξουν σ' αυτήν η δουλεία με την ελευθερία.

Πως είναι λοιπόν δυνατόν, μία πόλις, ένα έθνος, μία φυλή που τόσο εξύψωσε το ανθρώπινο ον, να μην μπορεί πρακτικά να βιώσει τις πλέον αναγκαίες αξίες τις ισότητος και του αλληλοσεβασμού, αξίες που κατεξοχήν απορρέουν από τις δημοκρατικές κοινωνίες; Η απάντηση βρίσκεται σ' αυτήν ακριβώς την πρώτη και συγκλονιστική ομιλία του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο.

Κεντρικά γνωρίσματα της όλης προσωπικότητος του Αποστόλου των Εθνών είναι αδιαμφισβήτητα η ισχυρή πίστη του στον Θεό, η επιμονή στην αποστολή του και η θυσιαστική του διάθεση απέναντι στον κάθε άνθρωπο. Ευρισκόμενος ο Παύλος στην Αθήνα, και μάλιστα σε αυτόν τον επιβλητικό βράχο, δεν θα μπορούσε να μην αισθανθεί το δέος και το ιστορικό βάρος όλων εκείνων που ετίμησαν το βήμα αυτό. Δεν θα μπορούσε, ας μου επιτραπεί, να μην αισθανθεί φόβο για το πως θα αντιμετώπιζε τα ιερά «τέρατα» της φιλοσοφικής διανόησης;

Επιτρέψτε μου, λοιπόν, Μακαριώτατε Πάτερ, να ομολογήσω και τον δικό μου φόβο, αλλά και την αναξιότητά μου συνάμα, να ίσταμαι στο βήμα του Παύλου, ενός προσώπου ξεχωριστού για την εκκλησιαστική ιστορία, αλλά και για την ευρωπαϊκή πορεία της γηραιάς μας ηπείρου.

Επιτρέψτε μου όμως να σας παρουσιάσω τη διαφορετικότητα. Όλα εκείνα τα στοιχεία που ανέδειξαν την αποστολική αυτή μορφή σε ηγετική φυσιογνωμία όλων των χριστιανών, διότι χωρίς τον Παύλο δεν θα μπορούσε κανείς να προδιαγράψει το μέλλον, τόσο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όσο και απάσης της ανθρωπότητος.

Που βρίσκεται, λοιπόν, η απάντηση στο ερώτημα της αποδοχής του μηνύματος του Αποστόλου; Γιατί οι Αθηναίοι δέχθηκαν να ακούσουν έναν Ιουδαίο-ξένον προς εκείνους φιλόσοφο; Γιατί του έδωσαν και δεύτερη ευκαιρία "ακουσόμεθά σου και πάλιν περί τούτου"(2); Ίσως η κοινωνική ανισότητα που χαρακτήριζε την συγκεκριμένη αθηναϊκή περίοδο είναι ένας λόγος. Ίσως, η πλήξη που εξέφραζε πολλές φορές τους διανοουμένους να είναι ένας ακόμα. Ίσως, η επιθυμία η η ανάγκη για κάτι νέο, κάτι καινούργιο, δυναμικό και αναζωογονητικό να είναι μερικές ακόμα από τις αιτίες που ώθησαν τους πολίτες της Αθήνας να ακούσουν εκ νέου τον εκ Ταρσού παρεπίδημο. Όμως, σίγουρα, η πραγματική αιτία, η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται σε βαθύτερα γεγονότα, τα οποία σχετίζονται με το τρανότατο παράδειγμα των δούλων και των ελεύθερων πολιτών. Ο άνθρωπος που είχαν μπροστά τους είχε την δύναμη να γεφυρώσει την κοινωνική αυτή ανισότητα. Να ισορροπήσει ανάμεσα στις προσωπικές φιλοδοξίες και τις επιδιώξεις εκάστου. Μίλησε για ίση αντιμετώπιση μεταξύ δούλων και ελεύθερων "ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ . . . "(3) και έτσι, με αυτό το διαχωρισμό εθεολόγησε. Ομολόγησε πως αν, όντως είσαι χριστιανός, βαπτισμένο μέλος της Εκκλησίας, δεν μπορεί παρά να βιώνεις ότι πιστεύεις. Να είσαι σε πλήρη ακολουθία λόγων και έργων. Αυτός άλλωστε πρέπει να ήταν και ο φόβος του Παύλου ενώπιον του ιερού βράχου. Θα μπορέσω εγώ, ίσως να μονολογούσε, να αποτελέσω έμπρακτο παράδειγμα για τους Αθηναίους, θα μπορέσω να αποδείξω σ'αυτούς το μεγαλείο αυτού που εκπροσωπώ; Θα μπορέσω να καλύψω το χρυσό ένδυμα και το απαράμιλλο κάλλος των αγαλμάτων από έναν φτωχό και ταπεινό Θεό, θα μπορέσω να μεταφέρω το απλό αλλά αληθινό μήνυμα του Χριστού; Αυτές οι σκέψεις προβλημάτιζαν τον Απόστολο των Εθνών, όχι λόγω της δικής του απιστίας, αυτό άλλωστε δεν μαρτυρείται πουθενά στο Ευαγγέλιο, αλλά λόγω της πορρώσεως των Ελλήνων, οι οποίοι απηχούσαν τα μεγαλεία του παρελθόντος, είχαν όμως απολέσει την σύνδεση λόγων και έργων.

Ο βράχος αυτός, Μακαριώτατε, αποτελεί διαχρονικό σύμβολο της άρρηκτης σύζευξης Ελληνισμού και Χριστιανισμού, αποδεικνύει το μεγαλείο της αλληλοπεριχωρήσεως, ενώ καταδεικνύει την υπεροχή του ζωντανού Θεού, ο οποίος φανερώνεται εν τόπω και χρόνω, λαμβάνει ανθρώπινη σάρκα, πάσχει για κάθε άνθρωπο, ανασταίνεται και ζει μέσα σε κάθε άνθρωπο. Ο σαρκωμένος Λόγος ενδύεται με το ανθρώπινο πρόσωπο, γίνεται ο ίδιος πρόσωπο σε μία σχέση κοινωνίας και αγάπης, ερχόμενος σε πλήρη αντίθεση με το προσωπείο του αρχαίου θεάτρου. Γιατί; Διότι έτσι προετοίμασε την ουσιαστική αλλαγή του ελληνικού πνεύματος, οδηγώντας προς το Πρόσωπο, προς τον ίδιο τον Εσταυρωμένο Χριστό, απαλλάσσοντας τον κάθε άνθρωπο από την επιφανειακή προσέγγιση των διαπροσωπικών σχέσεων.

Αυτό το πρόσωπο προσπάθησε να διατρανώσει ο Παύλος στους Αθηναίους. Αυτή τη νέα θεώρηση του ανθρωπίνου όντος, όχι ως ατομοκεντρική έκφραση, αλλά ως μοναδικό πρόσωπο κατά πάντα ισότιμο και ισόκυρο με την ουσία του Θεού που δεν είναι άλλη από την έκφραση της αγάπης Του προς τον πονεμένο άνθρωπο. Αυτό το στοιχείο έλειπε από την αρχαία διανόηση για να ολοκληρωθεί η μερική τελειότητά της. Αυτόν τον άγνωστο Θεό προσπάθησε να κηρύξει ο Απόστολος της αγάπης στους Αθηναίους, με σκοπό να τους οδηγήσει στην πραγματική πράξη των ιδεών που γέννησαν την δημοκρατία και το ολυμπιακό πνεύμα.

Είναι όμως ιδιαιτέρως επίκαιρο να δούμε πως το πρόσωπο αυτό για το οποίο μίλησε ο Παύλος, έχει αποκτήσει σήμερα τον σεβασμό και την αξία που θα έπρεπε να έχει σε κάθε καλώς νοουμένη αναπτυγμένη κοινωνία. Γίνεται πολύς λόγος για την έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για τις αξίες που περιγράφουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Η ιατρική επιστήμη επί παραδείγματι, αναζητά τα όρια αυτού του σεβασμού, αντιμετωπίζοντας τεράστια ηθικά διλήμματα με αποτέλεσμα να συγκρούονται επιστήμη και θεολογία λόγω αυτής της αδυναμίας. Το πρόσωπο όμως, ο κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως χρώματος, γλώσσας, πολιτισμού και θρησκείας, παραμένει ο μεγάλος ηττημένος αυτής της διαμάχης. Η συνεχώς αυξανόμενη φτώχεια, η διογκούμενη οικονομική κρίση, η πολιτική αστάθεια, το καθεστώς του πολέμου, η κοινωνική ανισότητα και ο θρησκευτικός φανατισμός ωθούν πολλούς ανθρώπους στην λύση της μετανάστευσης προς ένα καλύτερο αύριο, προς μία νέα πατρίδα στην οποία θα μπορέσουν να ξεπεράσουν τα παραπάνω προβλήματα. Σ αυτήν την νέα πραγματικότητα το πρόσωπο ταλανίζεται από τις νέες συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει. Εντάσσεται σ έναν νέο χώρο προκλήσεων, διεκδικώντας τα θεμελιώδη και πανανθρώπινα δικαιώματα που αρμόζουν σε κάθε πρόσωπο από όπου και αν αυτό προέρχεται.

Αξίζει να παραθέσουμε εδώ ένα μέρος σε νεοελληνική απόδοση από τον λόγο του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης περί φιλοπτωχείας και ευποιΐας, στον οποίο αρκετούς αιώνες πριν συγκεκριμένα τον 4ο αιώνα μ.Χ. αναφέρεται προφητικά η σημερινή κατάσταση: "Ήρθαν έτσι τα πράγματα, ώστε γύρω μας να αφθονούν οι γυμνοί και οι άστεγοι. Είναι πάμπολλοι οι πρόσφυγες που χτυπούν τις πόρτες μας. Πάμπολλοι είναι και οι ξένοι και οι μετανάστες. Όπου και αν κοιτάξεις θα δεις χέρια απλωμένα σε ζητιανιά. Για σπίτι έχουν την ύπαιθρο. Φωλιάζουν σε τρύπες όπως οι νυχτοκόρακες και οι κουκουβάγιες. Για χωράφι έχουν την διάθεση όσων δίνουν ελεημοσύνη. Πίνουν νερό από τις κρήνες, όπως τα ζώα και για ποτήρια έχουν τις χούφτες τους. Κρεβάτι, το έδαφος. Η ζωή τους είναι πλέον γεμάτη μετακινήσεις και αγριάδα, όμως δεν ήταν έτσι εξ αρχής. Ας όψονται η συμφορά και η ανάγκη"(4).

Σε πόσους, Μακαριώτατε Πάτερ, δεν είναι γνωστές αυτές οι εικόνες που περιγράφει ο πατήρ της Εκκλησίας. Πόσοι εξ ημών δεν αντιμετωπίζουμε καθημερινώς παρόμοιες καταστάσεις; Δεν είναι τρανότατη απόδειξη της εξαθλίωσης του ανθρωπίνου προσώπου οι παραπάνω εικόνες; Γι' αυτόν τον άνθρωπο μίλησε λοιπόν ο Απόστολος Παύλος στους Αθηναίους. Αυτό το πρόσωπο είναι η ομολογία του Αποστόλου, στο οποίο φανερώνεται ο Ιησούς Χριστός, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.

Αν και σήμερα μιλούσε από αυτόν τον βράχο ο Παύλος και ρωτούσε τους Αθηναίους, όλους εμάς δηλαδή, 2.000 χρόνια μετά την ανάσταση του Θεανθρώπου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι βιώνουμε την κατάσταση αυτή; Θα μπορούσαμε να δηλώσουμε ότι αγαπάμε με τρόπο τέτοιο που να ανοιγόμαστε σε κάποιον άλλο, σε κάποιον ξένο, χωρίς προϋποθέσεις προσωπικής ευδαιμονίας και εγωϊστικής αυταρέσκειας; Η αγάπη στην Εκκλησία αρχίζει από τον Ιησού Χριστό και καταλήγει σε κάθε μέλος Της, δημιουργώντας μία αμφίδρομη σχέση, η οποία φανερώνεται στην ευχαριστιακή σύναξη, δοξάζεται όμως στο πρόσωπο του πλησίον, του άλλου, του ξένου. "Ο γαρ αγαπών, τον έτερον νόμον πεπλήρωκε"(5) υπογραμμίζει ο Παύλος στην επιστολή του προς Ρωμαίους, αποσαφηνίζοντας το μεγαλείο της αγάπης στην διαπροσωπική σχέση, προσκαλώντας παράλληλα κάθε πιστό χριστιανό να πράξει το ίδιο.

Εμείς, αγαπητοί μου, έχουμε μπροστά μας αυτή την πρόκληση-πρόσκληση για να δούμε τον άλλο ως πρόσωπο, ως ξεχωριστή οντότητα με αξίες και αρχές που χρήζει σεβασμού και τιμής, όχι μόνον επειδή υπάρχει η εκφράζει απόψεις που συμφωνούμε η διαφωνούμε με αυτές, αλλά διότι αντικατοπτρίζει την Τριαδικότητα του Θεού, την δόξα Του και την λάμψη Του, τη φανέρωση της Βασιλείας του Θεού επί της γης.

Μακαριώτατε,

"του γαρ και γένος εσμέν", αυτού του ιδίου γένους και από την ίδια σάρκα είμαστε όλοι πλασμένοι. Ας είναι η σημερινή ημέρα η απαρχή της προσωπικής, πλέον, αναφοράς μας προς τους εγγύς και τους μακράν. Ευχηθείτε, Μακαριώτατε, ο Μέγας των Εθνών Απόστολος Παύλος να δέεται προς τον αρχιποίμενα Χριστό για την πραγμάτωση αυτής της ευχής, για την ολοκλήρωση του ευαγγελικού λόγου με σκοπό την απροϋπόθετη και προσωπική αγάπη προς πάντας. Ευχηθείτε να αποχωρήσουμε όλοι από αυτόν τον χώρο, έχοντας ελπίδα ότι μπορούμε να είμαστε πρόσωπα αγάπης, πρόσωπα καταλλαγής και συμφιλίωσης, ζωντανές εικόνες ενός ζωντανού Θεού.
Γένοιτο.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Λουκ. 2,34.
2. Πραξ. 17, 32-33.
3. Γαλ. 3,28.
4. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Περί φιλοπτωχίας και ευποιΐας, λόγος Α/, PG 46, 457A-C.
5. Ρωμ. ΙΓ , 8.

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: [ΝΑ ΓΟΥΡΜΑΣΟΥΝ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ] (Μετάφραση στα αραβικά: Roni Bou Saba)

Α΄ δημοσίευση στο:

Τα πάντα όλα σπρώξε τα να γουρμάσουν
έως θανάτου

απ' το μη ον στο παν
παθαίνεις
και μαθαίνεις
και τανάπαλιν.

Κραδαίνω φωτιές
όσο θ' αντέχω
κι όταν
στ’ ανεμόβροχο
κι επαφίεμαι στα που φέρνει το ρέμα
όντα παφλάζοντα.

Τ’ακατάληπτα πολίζουν το μυαλό μου
πορφυρότατα

αν και λιμνάζω
στους εγκαταβιούντες ψάξτε
και βρείτε με.



20.11.1998 ( Έσχατος Φίλος, σ. 15 )

كلّ الأمور ادفعها كي تنضج
حتّى الموت

من العدم إلى الكلّ
تتألّم
وتتعلّم
وبالعكس.

أذكّي النار
بقدر ما أحتمل
وحين
في الماطرة العاصفة
وأستسلم لما يأتي به السيل
كائناتٍ عائمات.

تمدّن الغموض عقلي
أرجوانيّاً

وإن راكداً مع المتوحّدين فتِّشوا
وجِدوني


20.11.1998

1- Yahne le Toumelin, L'Océan en feu
2- Guillaume Makani, Sous la pluie

Related Posts with Thumbnails