© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Τρίτη 14 Ιουλίου 2009

ΕΚ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΠΑΝ. ΓΡΙΤΖΑΝΗ


ΕΛΠΙΣ 1678/2 Δεκ. 1907:

Ιστορία της εποχής και των συστατών της νέας μουσικής μεθόδου
(Κρητικής Εκκλησιαστικής μουσικής)
(α)

(α) Διατηρείται το γλωσσικόν ύφος των χειρογράφων. Σημ. «Ελπίδος»).

Μικρόν προ της επαναστάσεως, ο φιλογενέστατος Αρχιμανδρίτης κύριος Χρύσανθος και οι συνάδελφοι αυτού κύριος Γρηγόριος ο Λαμπαδάριος της μεγάλης Εκκλησίας και ο εκ Χάλκης μουσικοδιδάσκαλος Κύριος Χουρμούζιος 1 [1. Κατά το 1820 έτος μ.Χ. ο Χρύσανθος έλαβε τον βαθμόν της Αρχιερωσύνης διά την επαρχίαν Δυρράχιον, είτα μετεκομίσθη Αρχιερεύς Σμύρνης και τελευταίον της Προύσσης. Ούτος ήτο εκ Μαδυτών έγραψε περί μουσικής νέας μεθόδου το «Μέγα Θεωρητικόν» έργον άξιον επαίνων ως υπόγραμμα διδακτικόν άμα και φιλολογικόν της μουσικής. μετείχε δέ και της Ελλάδος φωνής και της Γαλλικής διαλέκτου και της ευρωπαϊκής μουσικής. εγνώριζε δε καλώς και το φωνητικόν όργανον Πλαγίαυλον καλούμενον.
- Ο δε Ομηρικός νους Γρηγόριος εγένετο διάδοχος του Μανουήλ Πρωτοψάλτου κατά την τάξιν της μεγάλης Εκκλησίας. ούτος μετέφρασεν όλας τας νεοπεποιημένας μελωδίας. ήτο δε καθηγητής άριστος. απέθανε τω 1822.
- Εις δε τον κύριον Χουρμούζιον εδόθη το αξίωμα του χαρτοφύλακος εις τα πατριαρχεία. μετέφρασεν όλα τα παλαιά βιβλία της εκκλησιαστικής μουσικής εις την ρηθείσαν μέθοδον, άτινα ηγοράσθησαν παρά του μακαριωτάτου πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίου Αθανασίου κατά το 1838 έτος μ.Χ. Εις τούτον οφείλομεν μεγίστην την ευγνωμοσύνην συνεργήσαντα μεγάλως όπως συστηθή εις το πατριαρχείον Μουσικόν τυπογραφείον προς ευκολωτέραν διάδοσιν της μουσικής όπερ και επέτυχε και αυτός πρώτος εξέδωκεν αρκετά μουσικά άσματα τα αναγκαιότερα εις τους ψάλτας (ίδε δίτομον ανθολογίαν εν Κ/πόλει τυπωθείσαν κατά το 1824 και το αργοσύντομον Ειρμολόγιον) και ούτως ελύτρωσε πολλούς από του πολυμόχθου της τούτων χειραντιγραφής. Αιωνία η μνήμη αυτών.]
ενωθέντες εν Κωνσταντινουπόλει, κατά το 1814 έτος μ.Χ. και συσκεφθέντες φιλοσόφως και επιστημονικώς ανεκάλυψαν τον χρόνον εις την Μουσικήν και προσεδιώρισαν την καταμέτρησιν και διαίρεσιν αυτού πολλαχώς. (διότι χωρίς τούτου ουδέν κατορθούται εις την μουσικήν), προσεδιώρισαν τα διαστήματα των επτά τόνων διά συστηματικών κλιμάκων καθ’ όλα τα γένη της μουσικής. τα διαστήματα των φθορών δι’ ων γίνεται η μετάβασις και η μεταβολή από ήχου εις ήχον, από γένους εις γένος και από κλίμακος εις κλίμακα. μετέβαλον τους μουσικούς χαρακτήρας από συμβόλων εις γράμματα και εν ενί λόγω καθυπέβαλον εις κανόνας την πριν ακανόνιστον μεν, αλλά πολυποικιλομελή Μουσικήν ημών τρόπω αξιοθαυμάστω.

Αφού πρώτον επέραναν τας εργασίας αυτών κατ’ επιτυχίαν ειδοποίησαν αμέσως το Κοινόν της μεγάλης Εκκλησίας και δι’ επίτηδες διά τούτο Ιεράς Συνόδου επί της πατριαρχείας Κυρίλλου Δ΄ του εξ Αδριανουπόλεως γενομένης, συνεδριαζόντων και των επιφανεστέρων του γένους προεβλήθη το νέον τούτο εφεύρημα. Καταπεισθείσα δε η σύνοδος υπό των ισχυρών λόγων και των βεβαίων αποδείξεων των τριών μουσικοδιδασκάλων περί του κανονισμού της τέχνης (επειδή κατ’ αρχάς υπωπτεύετο ότι οι διδάσκαλοι εζήτουν να καινοτομήσωσι την ιεράν ψαλμωδίαν) εθέσπισαν ίνα οι μεν Γρηγόριος ο Λαμπαδάριος και Χουρμούζιος Γεωργίου παραδίδωσι το πρακτικόν μέρος της Εκκλησιαστικής μουσικής, ο δε Αρχιμανδρίτης Χρύσανθος το θεωρητικόν μέρος αυτής.

Συνεστήθη όθεν διά τούτο Σχολείον, εις το οποίον παρεχωρήθη να κατοικώσι και πολλοί εκ των απόρων μαθητών. Διωρίσθησαν έφοροι της σχολής και μισθοί διά τους διδασκάλους. Εστάλησαν πανταχού Πατριαρχικά εγκύκλια γράμματα, τοις κατ’ επαρχίας αρχιερεύσιν ίνα οι ποθούντες να σπουδάσωσι την μουσικήν αμισθί κατά την νέαν μέθοδον μεταβώσιν εις Κωνσταντινούπολιν όπου μετά δύο ετών διδασκαλίαν θέλουσι γίνει εγκρατείς της μεθόδου. Έτρεξαν λοιπόν πανταχόθεν μαθηταί πάσης τάξεως και ηλικίας εξ ων τινες αρκούντως ευδοκιμήσαντες μετέβησαν εκείθεν άλλος εις μίαν πόλην και άλλος εις άλλην όπου συστήσαντες ιδιαίτερα σχολεία μετέδιδον ειλικρινώς το εμπιστευθέν αυτοίς τάλαντον. Τούτων ούτως εχόντων ποίαι νήσοι εκ των επτά έμαθον πρότερον τούτο; Βεβαίως εκείνοι ων οι κάτοικοι δεν είναι στρουθία, αλλά περιφέρονται από πόλεως εις πόλιν και από νήσου εις νήσον. Ούτοι μαθόντες ότι διοργανίζεται εις την Κωνσταντινούπολιν μεταρρύθμισις μουσικής εις επιστημονικήν μέθοδον, διέδωκαν τούτο εις τας πατρίους νήσους. Ιδίως μαθόντες τούτο πολλοί των Κεφαλλήνων 2 [2: Τότε εις Κεφαλληνίαν διέπρεπεν ο μουσικοδιδάσκαλος αρχιδιάκονος Σ. Δαφαράνας κατά την παλαιάν μέθοδον και επειδή ως έμαθον υπερήρετο και σχεδόν κατεφρόνει, διά τούτο οι άλλοι ψάλται προθύμως υπήγον εις Κωνσταντινούπολιν ίνα μαθόντες την νέαν μέθοδον και επιστρέψαντες εις την πατρίδαν αυτών ταπεινώσωσι τον διδάσκαλον. Επανελθόντων δε τούτων επέμενε και υπεστήριζε την παλαιάν μέθοδον ο Δαφαράνας κατηγορεί την νέαν, αλλά τέλος ενέδωκε και εσπούδασε παρά των υπ’ αυτού καταδιωκομένων την νέαν μέθοδον εις ην διέπρεψε και αυτός και ετόνισε πολλά εξ ων έχω και εγώ εις χειράς μου, εκλογήν τινα πολυελέου εις την κοίμησιν της Θεοτύκου (ήχος πλ. Β΄) κατά την νέαν μέθοδον.] έδραμον εις Κωνσταντινούπολιν. Εν τούτοις συνέβη εν Ελλάδι η επανάστασις του 1821. Εν ταύτη τη εποχή έρχονται εκ Πελοποννήσου εις Ζάκυνθον πολλαί οικογένειαι μεθ’ ων και διάφοροι ψάλται ων τινές μεν ήσαν ειδήμονες της μουσικής κατά την παλαιάν μέθοδον έτεροι δε κατά την νέαν. όθεν υπό τούτων περί το 1821 εισήχθη το νέον σύστημα εις Ζάκυνθον. Κατ’ αυτήν την εποχήν και οι προειρημένοι μουσικολόγιοι Κεφαλλήνες επανακάμπτοντες εκ Κωνσταντινουπόλεως εις την εαυτών πατρίδα και διαβαίνοντες εντεύθεν, τινές εξ αυτών απεβιβάσθησαν εν τη νήσω ταύτη όπου διέτριψαν διδάσκοντες πολύν καιρόν διό και οφείλομεν εις αυτούς την ορθήν διδασκαλίαν της νέας μεθόδου ου μόνον ως ελθόντες κατ’ ευθείαν εκ του εν Κωνσταντινουπόλει μουσικού σχολείου, αλλά και ως γιγνώσκοντες την νέαν ταύτην μέθοδον εφ’ όσον ήτο μέχρι της ώρας εκείνης προοδευμένη. Εκ των ενταύθα αποβιβασθέντων Κεφαλλήνων αξιομνημόνευτος διά την εκ της διδασκαλίας αυτού ωφέλειαν είναι Κεφαλλήν τις τούνομα Γεράσιμος. Ούτος πρώτος των μαθητών της εν Κ/πόλει μουσικής Σχολής, ελθών εις Ζάκυνθον ήρξατο την διδασκαλίαν εν Ζακύνθω της νέας μουσικής. εχρημάτισε δε και ψάλτης του περικαλλεστάτου ναού της Θεοτόκου Φανερωμένης. Εν ταύτη τη εποχή μετήρχετο τον μουσικοδιδάσκαλον ο ημέτερος διδάσκαλος Κοθρής κατά την παλαιάν μέθοδον.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1679/9 Δεκ. 1907:

Ούτος ο Θεόδωρος Κουρκουμέλης κοινώς Κοθρής εγεννήθη περί το 1790, έχων δε φύσιν και κλίσιν εις την μουσικήν, κατεγίνετο εις τους μουσικοδιδασκάλους της εποχής, όστις προόδευσεν εις την μουσικήν παντός άλλου μαθητού. Οι του Κοθρή διδάσκαλοι υπήρξαν ο μουσικοδιδάσκαλος Πέτρος ο Μανταλάς και ο Γεώργιος ιερεύς ο Ρωμανός (ο παπάς Τσετσές)
1 [1: Σ.Δ. Ο παπά Τσετσές ούτος είναι ο αναφερόμενος εν τοις σατυρικοίς ποιήμασι του ποιητού Σολωμού και εν τω στίχω
«Στ’ όνειρό μου άκουα πάλι
Τον παπά Τσετσέ να ψάλη
Όμως έκανε εξ αιτίας
του ονείρού μου του μουρλού
Τη φωνή του κουνουπιού.»]
έτι δε και οι Ιωάννης Δημόπουλος και Αναστάσιος Αρίφυλλος, οίτινες ήσαν εντελέστεροι εις την ανατολικήν μουσικήν. Υπό τούτων εδιδάχθη ο Κοθρής την Κρητικήν και πολιτικήν μουσικήν κατά την παλαιάν μέθοδον. Έτι δε του Κοθρή διδασκομένου και διδάσκοντος, επειδή ο διδάσκαλος παπά Τσετσές ήτο υπέργηρως και η διδασκαλία έμεινε εις τον έτι μαθητήν όντα Κοθρήν, συνέβη η έλευσις του άνω ειρημένου Γερασίμου και λοιπών. Ο Κοθρής ιδών ως και έτεροι συμπολίται Ζακύνθιοι ότι υπό του Κεφαλλήνος Γερασίμου νέα μέθοδος της εκκλησιαστικής μουσικής της διδασκομένης εν Κεφαλληνία διδάσκεται, υπεχρεώθη να πορευθή εις τον ξένον διδάσκαλον Γεράσιμον ίνα διδαχθή αυτήν. Ευφυής, καίτοι εν ηλικία όχι νεανική, ευδοκίμησεν υπέρ πάντας τους άλλους μαθητάς συμπολίτας του. Μετ’ ου πολύ ήλθε και έτερος Κεφαλλήν εκ Κωνσταντινουπόλεως Κωνσταντίνος ο Μπάφας όστις νυμφευθείς διέμεινεν εν Ζακύνθω πολλά έτη και εδίδαξε περισσότερον εν τη νήσω την νέαν μέθοδον. Μαθητής του Μπάφα υπήρξεν ο εξαίρετος μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Κονιδάρης. Εκ τούτων και των άλλων μουσικοδιδασκάλων οίοι ο Διονύσιος Κονιδάρης και Διονύσιος Πασχάλης και άλλοι, πολλοί Ζακύνθιοι εδιδάχθησαν την νέαν της εκκλησιαστικής μουσικής μέθοδον εν οις διέπρεψεν ο Θεόδωρος Κοθρής. Ούτος ουν λαβών παρά των άνω ειρημένων διδασκάλων και το εγχειρίδιον της γραμματικής, ήρξατο να κάμνη τον διδάσκαλον της ανατολικής μουσικής εις την νέαν μέθοδον, φυγόντων μάλιστα και των Κεφαλλήνων διδασκάλων εις την πατρίδα των. Επειδή εις ταύτην την εποχήν αποθανόντος εν τούτοις και του υπεργήρου παπά-Τσετσέ τελευταίου εις την παλαιάν μέθοδον διδασκάλου, έμεινε μόνος εν τη νήσω διδάσκαλος ο Κοθρής υπεχρεώθη, ως και οι προγενέστεροι εποίουν να διδάσκη και την Κρητικήν μουσικήν, διότι όσον κανονική και εκκλησιαστική μουσική και αν ήτο η ανατολική, πάντοτε εν Ζακύνθω εθερωρείτο δευτερεύουσα, και ως επικρατούσα εθεωρείτο η επιτόπιος Κρητική. Αλλ’ επειδή η Κρητική μουσική ήτο έτι τότε γεγραμμένη εις την σημειογραφίαν της παλαιάς μεθόδου βεβαίως ο διδάσκαλος δεν ηδύνατο να διδάσκη τους μαθητάς την μεν ανατολικήν μουσικήν εις την νέαν μέθοδον την δε Κρητικήν εις την παλαιάν, διότι ούτε τας δυνάμεις έλαβεν εις την παλαιάν μέθοδον ένεκα της συστάσεως της νέας, ούτε οι μαθηταί ηδύναντο ποτέ να μάθωσιν επιστημονικήν μουσικήν Κρητικήν μη διδασκομένην εις την νέαν μέθοδον, αλλ’ ούτε καν ηδύνατο να αποφύγη την διδασκαλίαν της Κρητικής μουσικής, διότι και οι προγενέστεροι Ζακύνθιοι μουσικοδιδάσκαλοι εις την παλαιάν μέθοδον εδίδασκον τους μαθητάς και την Ανατολικήν και την Κρητικήν μουσικήν. Τούτων ούτως εχόντων ο Κοθρής έπρεπεν εκών άκων γενέσθαι μεταφραστής και εξηγητής της Κρητικής μουσικής από της παλαιάς μεθόδου εις την νέαν, άλλως δεν ηδύνατο να φέρη το προσαπαιτούμενον όφελος. Προς τούτο εβοήθησεν αυτόν η διδασκαλική μόρφωσις. επειδή νύκτωρ και μεθ’ ημέραν αντιγράφων και διδάσκων την ανατολικήν μουσικήν κατά την νέαν μέθοδον έχων και το σύστημα της μουσικής το υπό του Χουρμουζίου τυπωθέν εν Κωνσταντινουπόλει τω 1824 εγυμνάζετο εις το ορθώς γράφειν και πρακτικώς εδιδάσκετο τα αναγκαιότερα μέσα της μελοποιίας. Εννοήσας ολίγον ευλήπτου ούσης της νέας μεθόδου την μελοποιίαν και την ορθογραφίαν ήρξατο να εξηγή και να γράφη μετά της σημειογραφίας της νέας μεθόδου την μελοποιίαν του πα βου γα δι κε ζω νη πα τα ολίγα μαθήματα τα Κρητικά όσα έφθασε να διδαχθή παρά των ποτέ διδασκάλων αυτού Μανταλά και παπά-Τσετσέ. Τα δε πλείστα έγραφεν όπως ήκουε τους διδασκάλους και συγχρόνους ιεροψάλτας να ψάλλωσιν αυτά επ’ εκκλησίαις. Τοιουτοτρόπως λοιπόν παρερχομένου του χρόνου γράφων και διδάσκων την Κρητικήν και νυν Ανατολικήν μουσικήν, λαβών δε εν τοις υστέροις και την παρά Θεοδώρου Φωκαέως εκδοθείσαν εν Κωνσταντινουπόλει θεωρητικήν γραμματικήν της εκκλησιαστικής μουσικής ετελειοποιείτο εις την μελοποιίαν και ορθογραφίαν της μουσικής. ώστε και τα εις τας αρχάς αυτού τονισμένα άσματα όντα ατελή και ανορθογεγραμμένα ένεκα της τότε ημιμαθείας αυτού, ύστερον επεδιόρθωσε και πλείστα άλλα εντελώς και τεχνηέντως εμελοποίησε και σήμερον η Κρητική μουσική γράφεται υπ’ αυτού διά της εκκλησιαστικής σημειογραφίας της νέας μεθόδου κατ’ εντέλειαν.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1680/16 Δεκ. 1907:
Ιστορία της Κρητικής Μουσικής. Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι.

Όθεν εν τω διαστήματι της πεντηκονταετούς διδασκαλίας αυτού (του Κοθρή) ετόνισε σχεδόν άπασαν την ενιαύσιον ακολουθίαν κατά την νέαν μέθοδον, εξαιρουμένων εκείνων των ολίγων ασμάτων άτινα προ χρόνων είθισται να ψάλλωνται κατά το Ανατολικόν ύφος. Ο διδάσκαλος Κοθρής και οι τούτον διδάξαντες ήσαν άπειροι της Ευρωπαϊκής μουσικής. Κατ’ εμέ θεωρώ ότι η άγνοια αύτη συνετέλεσεν ώστε η Κρητική μουσική να μη λάβη τας παραμορφώσεις και τα Ευρωπαϊκά τονίσματα όσα αν οι κατά καιρούς εκκλησιαστικοί μουσικοδιδάσκαλοι ήξευρον την Ευρωπαϊκήν μουσικήν σήμερον ήθελον έχει. Εν τούτω λοιπόν καυχώμαι ήτοι εν τη ολιγομαθία του διδασκάλου μου Κοθρή, διότι αν ο της νέας μεθόδου διδάσκαλος ούτος εγνώριζε την Ευρωπαϊκήν μουσικήν, βεβαίως ήθελε γράψη αυτήν νενοθευμένην. και τότε τα παρ’ αυτού γραφθέντα ήθελον είσθαι μίγμα τι εκ Κρητικής και Ευρωπαϊκής μουσικής, αλλ’ ένεκα τούτου ήδη συνέβη ο Κοθρής όλως να μη γινώσκη την Ευρωπαϊκήν μουσικήν και ένεκα τούτου έλαβε την υπομονήν ως προείπον να εξηγήση εις την νέαν μέθοδον όσα έφθασε να διδαχθή εις την παλαιάν, τα δε λοιπά ως ήκουε τους διδασκάλους και λοιπούς ιεροψάλτας να ψάλλωσιν επ’ εκκλησίαις και ούτω κατέλιπεν εις ημάς γεγραμμένην τη σημειογραφία της εκκλησιαστικής μουσικής της νέας μεθόδου την Ζακύνθιον ή Κρητικήν μουσικήν γνησίαν και ακίβδηλον μετά τινών παραμορφώσεων και καλλωπισμών πηγαζόντων εκ της ευρωπαϊκής μουσικής και παρεισφρησάντων κατ’ εποχάς εις αυτήν προς ύπαρξιν, υποστήριγμα και κόσμον αυτής. Ημείς δε έχοντες ήδη εν τοιαύτη καταστάσει την Κρητικήν μουσικήν δυνάμεθα να φυλλάττωμεν αυτήν ως παρελάβομεν και αφόβως να βελτιώμεν αυτήν δυνάμει της ευρωπαϊκής μουσικής, επειδή ήδη ηξεύρομεν ποίον το γνήσιον και ποίον το αλλότριον και πάλιν περιστάσεως ούσης αφίνομεν το αλλότριον και μεταχειριζόμεθα το γνήσιον ημών. Η Κρητική και η Κωνσταντινουπολιτική μουσική έχουσι μίαν και την αυτήν σημειογραφίαν, μίαν και την αυτήν γραμματικήν, μίαν και την αυτήν διδασκαλίαν, αλλά διαφέρουσι κατά το ύφος. Και του μεν Κρητικού ύφους της ψαλμωδίας έψαλλον μεθ’ αρμονίας ήτις δεν εγράφετο ένεκα της ατελείας της μουσικής σημειογραφίας της παλαιάς μεθόδου, αλλ’ εξετελείτο ως κατωτέρω θέλω είπει εξακοής. του δε Ανατολικού ύφους τα άσματα εψάλλοντο άνευ αρμονίας ειμή μετά ισοκρατημάτων μονοφώνως.

Σχεδόν μία εκατονταετηρίς παρήλθεν εις ην η μουσική ούτως ενηργείτο και εδιδάσκετο παρά των Ζακύνθιων μουσικοδιδασκάλων 1 [1. Ακριβώς ειπείν από του 1760-1821 μετά Χρ. ότε απέθανεν ο έσχατος κατά την παλαιάν μέθοδον μουσικοδιδάσκαλος Κρητικής και Ανατολικής μουσικής Γεώργιος ιερεύς ο Ρωμανός αρχιπρεσβύτερος Ζακύνθου. Εν τω διαστήματι όμως τούτω των 71 ετών ήλθον ως είπον εκ Κωνσταντινουπόλεως μουσικοδιδασκάλοι της Ανατολικής μουσικής εντελέστεροι των Ζακυνθίων.] ων χρέος μου απαραίτητον είναι να καταχωρήσω έκαστον κατ’ όνομα και τι συνέγραψαν. Ούτοι οι περισσότεροι μουσικοδιδάσκαλοι ήσαν ιερείς και αναγνώσται, κοσμικοί δε πολλά ολίγοι (επειδή εις κοσμικούς δεν συνέφερε να σπουδάσωσι κλάδον επιστήμης, μη δυνάμενον να διατηρήση αυτούς και διά τούτο οι ιερείς και οι αναγνώσται εσπούδαζον την μουσικήν ανταμειβόμενοι και διατηρούμενοι εκ των εισοδημάτων των άλλων εκκλησιαστικών αυτών υπουργημάτων (και διά τούτο παρήκμασε τυχούσα εις χείρας ατόμων άλλο έργον εχόντων).

Ούτοι οι οιοιδήποτε μουσικοδιδάσκαλοι καίτοι άλλως σεβάσμιοι και ενάρετοι ήσαν όμως κατά την παιδείαν ελλειπείς ένεκα της εποχής και των περιστάσεων. Ελλειπείς δε όντες δεν ηδυνήθησαν να γράψωσι πόνημά τι είτε διδακτικόν, είτε ιστορικόν περί της επιστήμης ης μετήρχοντο τον διδάσκαλον και ένεκα τούτου δεν υπάρχει εις ημάς τους μεταγενεστέρους πραγματεία τις περί της Ζακυνθίας μουσικής διαλαμβάνουσα τα κατ’ εποχήν συμβάντα εις την μουσικήν και επομένως να γινώσκομεν και ημείς τας κατά καιρόν βελτιώσεις και μεταρρυθμίσεις αυτής και τους κατά καιρόν μουσικοδιδασκάλους. Πρώτη ουν πραγματεία περί τούτου είναι η παρούσα.


Κατά το 1770 ήκμασεν ιερεύς τις μουσικοδιδάσκαλος και μελοποιός ονόματι Νικόλαος ιερεύς ο Στουπάθης. ούτος ετόνισε πολλά άσματα, άτινα απώλοντο γεγραμμένα όντα κατά την παλαιάν μέθοδον και επομένως άγνωστα εις ημάς τους σπουδάσαντας την νέαν μέθοδον. Τούτου υπάρχει μέχρι σήμερον γεγραμμένον εν Δοξαστικόν εις ήχον πλάγιον δ΄ ψαλλόμενον κατά την 11ην του Απριλίου εις την μνήμην του Αγίου ιερομάρτυρος Αντίππα επισκόπου Περγάμου ου η πανήγυρις εκτελείται εν τω θείω ναώ της Θεοτόκου Φανερωμένης. ενορίτης δε ων ο Στουπάθης και επομένως δικαιωματικώς χρηματίσας και εφημέριος έγραψε εις εξώφυλλον του μηναίου του Απριλίου μηνός το δοξαστικόν τούτο διά να ψάλλεται εις την πανήγυριν και διά τούτο σώζεται μέχρι σήμερον όπερ και είδον. Τούτου του Στουπάθη εδιδάχθη ο διδάσκαλός μου Κοθρής τα οκτώ κατ’ ήχον Χερουβικά Κρητικά υπό του διδασκάλου Γεωργίου ιερέως του Ρωμανού.

Σύγχρονος τω Στουπάθη ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος Κακνακάς σχεδόν περί το 1785 έτος μ.Χ. Ούτος ο Κακνακάς ετόνισε διάφορα εκκλησιαστικά άτινα δεν σώζονται ένεκα της αχρηστίας αυτών γεγραμμένων όντων κατά την παλαιάν μέθοδον και επομένως αγνοουμένων παρ’ ημών, το όνομα μόνο διεσώθη και ουδέν άλλο ως παρά των γερόντων έμαθον και ούτοι ως εκ των ιεροδιδασκάλων αυτών παρέλαβον.

(Aκολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1681/23 Δεκ. 1907:

Σύγχρονος τω Κακνακά ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος αναγνώστης Δημήτριος ο Κακλιός σχεδόν περί το 1800 έτος μ.Χ. ίσως μαθητής του άνω ειρημένου Κακνακά εις την μουσικήν. Και ούτος ετόνισε διάφορα εκκλησιαστικά άσματα, άτινα απώλοντο. Υπάρχουσιν όμως ογδοηκοντούται οίτινες και εγνώρισαν και ήκουσαν αυτόν ψάλλοντα εν τω θείω ναώ της Ευαγγελιστρίας 1 [1. Ο Ιωάννης Βυθούλκας ογδοηκοντούτης αναγνώστης, μου διηγήθη ότι παις ων και μαθητής του ποτέ Νικολάου ιερέως Καντούνη εφημερίου της άνωθεν Ευαγγελιστρίας, ήρχετο εις το διάστημα του έτους μόνον την μεγάλην Τρίτην εις τον νυμφίον και την μεγάλην Τετράδην εις την προηγιασμένην, μουσικός τις ονόματι Ιωάννης Πλανήτερος διά να ακούη τον μουσικοδιδάσκαλον Κακλιόν ψάλλοντα κατά το Κρητικόν ύφος το περίφημον Δοξαστικόν της Κασιανής «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» όπερ εκανονάρχει αυτώ ο αυτός ιερεύς διδάσκαλος αυτού κλαίων. Τούτο φανεροί πόσον τεχνηέντως και κατανυκτικώς έψαλλε το Κρητικόν ύφος άνευ αρμονίας, αλλά κατά μελωδίαν.] και διδάσκοντα εν τη οικία αυτού την μουσικήν και τα μελοπεποιημένα αυτού μαθήματα.

Σύγχρονος τω Κακλιώ ή ολίγον ύστερον ήκμασεν ο μουσικοδιδάσκαλος και τέλειος μουσικώτατος Πέτρος αναγνώστης ο Κατσαΐτης επωνομαζόμενος Μανταλάς, σχεδόν περί το 1815 μαθητής του άνω ειρημένου Δημητρίου Κακλιού και διδάσκαλος του σεβαστού μοι διδασκάλου Κοθρή και πολλών άλλων.
Ιάκωβος ο Κομούτος
εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας Ζακύνθου. Ούτος ειδήμων και της ευρωπαϊκής μουσικής ετόνισε διάφορα άσματα εκκλησιαστικά τε και εξωτερικά. Εις ημάς σώζονται οι υπ’ αυτού τονισθέντες κυριακοί ύμνοι της θείας λειτουργίας του Βασιλείου οίτινες γεγραμμένοι εισί και τη Ευρωπαϊκή σημειογραφία (colle note) και τη εκκλησιαστική Ανατολική της νέας μεθόδου ους περ μετέγραψεν εις ταύτην ο διδάσκαλός μου Κοθρής. Όθεν έκτοτε επικρατεί παρά τοις ψάλταις να ονομάζωσι το Άγιος Άγιος του Κομούτου το Σε υμνούμεν του Κομούτου. Σημειωτέον ότι το άγιος άγιος του Κομούτου τόσον ωραίον είναι, ώστε ου μόνον όταν γίνηται η λειτουργία του Βασιλείου ψάλλεται, αλλά και εις τινας επισήμους πανηγύρεις έκπαλαι συνειθίζεται να ψάλληται καίτοι γίνεται λειτουργία χρυσοστομική, διότι εκ του ωραίου και ο ιερεύς ευαρεστήται να περιμένη και ο λαός να ακροάται τον εις τας πανηγύρεις ειδημόνως ψάλλοντα εν τοιούτον μελοποίημα.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1682/30 Δεκ. 1907:
Ιστορία της Κρητικής Μουσικής. Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι. Ο Συνθέτης του Ίνα τι εφρύαξαν.

Ιωάννης ο Πλανήτερος, μεταγενέστερος ολίγον του άνω ειρημένου Κομούτου και ούτος εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας της νήσου ημών εγκρατής περί την ευρωπαϊκήν μουσικήν ετόνισε διάφορα άσματα τη ευρωπαϊκή σημειογραφία (colle note) εξ ων δύνανται να σώζωνται εν τη οικογενεία αυτού ή παρ’ άλλη τινί. Ο άθλος των μελοποιημάτων του Πλανητέρου είναι οι ψαλλόμενοι στίχοι εν τη Αγία και μεγάλη Πέμπτη εις την ακολουθίαν των αγίων παθών 1 [1. Επιτόπιος συνήθεια διακρατεί εν Ζακύνθω τη Αγία και μεγάλη Πέμπτη εις την ακολουθίαν των αγίων παθών προ του στ΄ ευαγγελίου προπαρασκευής γενομένης μετά λαμπάδων και θυμιατών εφ’ όσον οι ψάλται ψάλλουσι το ιγ΄. ιδ΄. και ιε΄. αντίφωνον μετά λαμπάδων να παρουσιάζη ο ιερεύς επί της ωραίας πύλης του εσταυρωμένου Χριστού και εν ω ο ψάλτης έψαλλε το πρώτον τροπάριον του ιε΄. αντιφώνου ήτοι το «Σήμερον κρεμάται» μετά φόβου και κατανύξεως να κάμνη τρεις γύρους καθ’ όλον το διάστημα της εκκλησίας και μετά τούτο να τοποθετή εν τω μέσω της εκκλησίας τον Τίμιον Σταυρόν και ευθύς ο ψάλτης το κάθισμα «εξηγόρασας ημάς» είτα το Ζ΄. ευαγγέλιον και καθ’ εξής άπασα η ακολουθία κατά τάξιν. Ο μουσικοδιδάσκαλος Πλανήτερος επινοήσας στίχους τινάς εκ των ψαλμών του Δαυΐδ, προαναγγείλαντος εκείνα ων την μνείαν κατ’ αυτάς τας ημέρας η εκκλησία ποιεί οίτινες εισίν.
Ίνα τι εφρύαξαν έθνη και λαοί
εμελέτησαν κενά;
Παρέστησαν οι βασιλείς της γης
και οι άρχοντες συνήχθησαν επί το αυτό
και τινας προσφωνήσεις εκ του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού
Θεέ μου Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλιπες
Πάτερ εις χείρας σου παραθήσομαι το πνεύμα μου
Και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα

και ετέρους πλείστους του αυτού νοήματος ους παραλείπω, εμελοποίησεν αυτούς εις ήχον πλάγιον δ΄. εις μουσικήν κατάλληλον προς την παράστασιν εκείνης της ώρας και λίαν κατανυκτικήν. έκτοτε λοιπόν συνείθισται αφ’ ου παρουσιάσει ο ιερεύς τον Τίμιον Σταυρόν να ίσταται εν τω μέσω της ωραίας πύλης, έως ου είπη μετά μέλους ο αναγνώστης εν τω μέσω το «Σήμερον κρεμάται» και μετά τούτο αρχομένων των ψαλτών να ψάλλωσιν τους στίχους τούτους καταβαίνει οι ιερεύς βραδεί βήματι και ποιεί τους τρεις γύρους ων η αρχή πάντοτε γίνεται τω στίχω «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη και λαοί εμελέτησαν κενά;» Εκ των μαθητών Ιωάννου του Πλανητέρου σήμερον υπάρχει μόνον ο κύριος Ιωάννης Καμβανέλλης εννενηκοντούτης γέρων εκ του οποίου επληροφορήθην περί πάντων των άνω ειρημένων. Ούτος ο Καμβανέλλης εδιδάχθη υπό του Πλανητέρου τους στίχους μετά τινος Διονυσίου Έλληνος οίτινες υπερέβαινον όλους τους άλλους όταν έψαλλον τους στίχους της μεγάλης Πέμπτης και μέχρι σήμερον τούτο άδεται εν τη πατρίδι.]
ους μετέγραψεν ο διδάσκαλός μου Κοθρής τη εκκλησιαστική σημειογραφία της νέας μεθόδου ως εκ των ιδίων μαθητών (όρα σημείωσιν) του Πλανητέρου ήκουεν αυτούς, απέθανε δε σχεδόν περί το 1809 έτος μ.Χ.
2 [2. Και εν άλλη σημειώσει των χειρογράφων του Π. Γριτζάνη φέρονται τα εξής «Πλανήτερος Ιωάννης, εξ ευγενούς Ζακυνθίας οικογενείας. Ούτος ων ειδήμων της Ευρωπαϊκής μουσικής εμελοποίησε μεταξύ άλλων τους λεγομένους στίχους, τους ψαλλομένους τη μεγάλη Πέμπτη το εσπέρας «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη» οι μετεγράφησαν εις την νέαν ημετέραν εκκλησιαστικήν σημειογραφίαν υπό του αειμνήστου ημετέρου διδασκάλου Κοθρή. Η μουσική των στίχων τούτων είναι κατανυκτικωτάτη και λίαν αρμόζουσα τη ιερά παραστάσει.

Σημ. Ελπίδος. Κατόπιν των περιεχομένων τοις περί Πλανητέρου σημειώμασι του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου και συγγραφέως της πραγματείας ταύτης, πειστικωτάτων μαρτυριών, το ζήτημα του συνθέτου της μουσικής του «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη» λαμβάνει νέαν τροπήν εξ ολοκλήρου λύουσαν το ζήτημα του συνθέτου. - Η εν τω χειρογράφω απαντώσα λέξις άθλος είνε τεθειμένη αντί της λέξεως «αριστούργημα».]


Φραγκίσκος Δομενεγίνης. Εξ ευγενούς και πλουσίας οικογενείας της νήσου ημών. Εις αυτόν οφείλω μεγάλην την ευγνωμοσύνην διά την διδασκαλίαν των αρχών της ευρωπαϊκής μουσικής, ην εις εμέ προθύμως μετέδωκε. Ούτος εδιδάχθη την ευρωπαϊκήν μουσικήν εις Ιταλίαν, ετόνισε δε πολλά και διάφορα άσματα εκκλησιαστικά τε και εξωτερικά άπερ σώζονται εν τοις ανεκδότοις αυτού. Πολλάκις απεφάσισε την σύστασιν τακτικής εκκλησιαστικής μουσικής, αλλ’ εις μάτην, διότι ούτε τα κατάλληλα μέσα ευρίσκοντο, ούτε είχεν ιδέαν εκκλησιαστικής μουσικής. Και εάν τις δεν είναι εκκλησιαστικός κατά τα γράμματα και την μουσικήν είναι αδύνατον να γίνη συστατής της εκκλησιαστικής μουσικής μετά των γνώσεων μόνον της ευρωπαϊκής μουσικής. Ούτος ετόνισεν ολόκληρον την θείαν λειτουργίαν όπως χρησιμεύση εις την κατά το 1839 χειροτονίαν του Αρχιερέως Νικολάου Κοκκίνη, εσχημάτισε δε επί τούτου ένα χορόν εκ των της εποχής ψαλτών και προγυμνάζων αυτούς προ τινων μηνών μετά κόπου και μόχθου και κυβερνών και αυτός ούτος τον χορόν επ’ εκκλησίας ηδυνήθη μετρίως να ευδοκιμήση ένεκα της ανικανότητος των ατόμων
1. [1: Σημείωση Π.Κ. Η υποσημείωση αυτή έχει κοπεί στη φωτοτυπία.] Εικάζω ότι ενδέχεται να υπάρχωσιν εις τας χείρας του κυρίου Δομενεγίνη ποιήματα και του Κομούτου και του Πλανήτερου και του παπά-Τζώρτζη, εκκλησιαστικά].

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1683/6 Ιαν. 1908:
Δεν δύναμαι να παραλείψω και το όνομα του αιδεσιμωτάτου ιερέως Ευσταθίου Θεριανού νυν εφημερίου του Αγίου Νικολάου εν Τεργέστη. Ούτος ων εν Ζακύνθω αρχιδιάκονος και πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως μεγάλως εκοπίασεν εις την σπουδήν της Εκκλησιαστικής μουσικής κατά την νέαν μέθοδον εις ην και υπερείχεν πάντων των ιεροψαλτών της νήσου, εκ προτροπής δε των εκκλησιαζομένων εις την Μητρόπολιν ηναγκάσθη να σπουδάση και την Ευρωπαϊκήν μουσικήν, εξ ης καταγινόμενος εν πλήρει ζήλω καίτοι εν ανδρική ηλικία, έλαβεν ικανάς ιδέας και ήθελεν ευδοκιμήσει σημαντικά εις αυτήν εάν δεν εμπόδιζε τούτον πρώτον η ηλικία αυτού και δεύτερον η αποδήμησις εκ της πατρίδος, μεταβάντος ως ιεροδιακόνου της εν Τεργέστη εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Αλλ’ όμως εν τω διαστήματι της εν τη πατρίδι αυτού διαμονής, αδιαλείπτως κατεγίνετο προς βελτίωσιν της Κρητικής μουσικής και πολλά άσματα εποίησεν άτινα σώζονται εις χείρας αυτού. Ετύπωσε δε και σκέψεις τινάς περί της Εκκλησιαστικής μουσικής (Πανδώρα Τόμος Ζ΄, φυλλάδιον 162 Δεκεμβρίου 15).

Εις τους μουσικοδιδασκάλους όσοι εγνώριζον Ευρωπαϊκήν μουσικήν οφείλει η Κρητική μουσική σχεδόν την ύπαρξιν διότι κατ’ εποχάς εκοσμείτο μετά τινων εντέχνων αρμονιών και επομένως εγυμνάζετο η ακοή των ψαλτών επί το κρείττον, ώστε η Ανατολική μουσική δεν ίσχυε, (καίτοι εδιδάσκετο εις τους Ζακυνθίους) να αφαιρέση και να μεταβάλη την Ευρωπαϊκήν προφοράν της Κρητικής μουσικής εις την Ασιανήν προφοράν αυτής. αλλ’ ούτε πάλιν της Ευρωπαϊκής οι μουσικοδιδάσκαλοι ηδυνήθησαν να μεταλλάξωσι και να παραμορφώσωσι την Κρητικήν εκκλησιαστικήν μουσικήν, όλως εις την Ευρωπαϊκήν διότι κατ’ ευτυχίαν τόσον οι αρχαίοι εκκλησιαστικοί μουσικοδιδάσκαλοι οίοι ο Στουπάθης, ο Κακνακάς, ο Φωκάς, ο Κακλιός, ο Μανταλάς, ο παπάς Ρωμανός (Τσετσές) όσον και ο της νέας μεθόδου Κοθρής ήσαν ολιγομαθείς κατά τα γράμματα, συνωδά την εποχή και άμοιροι πάντως γνώσεων Ευρωπαϊκής μουσικής, και τούτο συνέτεινεν ώστε η Κρητική μουσική να διδάσκεται παρ’ αυτών και να γράφεται άνευ κόσμων και καλλοπισμών εκ της Ευρωπαϊκής μουσικής πηγαζόντων.

Καμβανέλης Ιωάννης Αναγνώστης ρασοφόρος εν νεανική ηλικία κατά τας αρχάς της φθινούσης εκατονταετηρίδος διέπρεπεν ως καλλίφωνος μουσικός. Ούτος μετά του Έλληνα έψαλλεν απαραμίλλως τους στίχους της Μ. Πέμπτης. Βραδύτερον όμως εκβαλών τα ράσα ησχολήθη ως κοσμικός εις άλλο επάγγελμα. Τη εκλογή του Ιωάννου Καμβανέλη κυβερνήτου όντος (ίσως επιτρόπου) μετά του Ιωάννου Λεκατσά και Διονυσίου Καραμαλίκη προσελήφθην ψάλτης του ναού του Αγίου Διονυσίου τω 1856 Νοεμβρίου 23.

Πίσκοπος Κύριλλος μοναχός Στροφιαδιώτης πρωτοψάλτης του εν Ζακύνθω αγίου Διονυσίου. Ο Κύριλλος υπήρξεν εις των καλλιτέρων ψαλτών διακρινόμενος επί καλλιφωνία και τέχνη. Έψαλλεν ως όλοι οι Ζακύνθιοι και τας δύο μουσικάς Κρητικήν τε και Κ/πολιτικήν, ιδίως όμως την δευτέραν διότι ως μοναστηρίου όντος του Αγίου Διονυσίου και χάριν των ξένων ψάλλουσι σχεδόν πάντοτε την μουσικήν της Κ/πόλεως. Ο Κύριλλος ως εκ της καθημερινής χρήσεως εις τα Κων/πολιτικά κατείχε το ύφος της μουσικής ταύτης πλείον των άλλων ψαλτών. Ο Κύριλλος ήτο οπωσούν μουσικοδιδάσκαλος διότι πολλούς νέους εδίδασκε προθύμως είτε πρακτικώς είτε θεωρητικώς. Όθεν υπήρξε κατ’ εκείνην την εποχήν χρήσιμος κατά το ενόν.

Καισάριος ιερομόναχος Στροφαδιώτης δεξιός ψάλτης του Αγίου Διονυσίου, εμαθήτευσε κυρίως εις τον τότε Αρχιδιάκονον Ευστάθειον Θεριανόν. Είχε βαρύτονον φωνήν θαυμασίαν. Επί δεκαετίαν συνεψάλλομεν εις τον Άγιον Διονύσιον από του 1856 μέχρι του 1866 ότε εγώ μεν απήλθον εις Νεάπολιν της Ιταλίας, εκείνος δε μετά τινα έτη προσβληθείς υπό δεινοτάτης νόσου απεβίωσεν.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1684/13 Ιαν. 1908:
Διάσημοι Μουσικοδιδάσκαλοι.
Ρουσάνος Παχώμιος
μοναχός ο και ρακενδύτης επωνυμούμενος ένεκα της άγαν λοιτότητος του βίου, εγεννήθη εν Ζακύνθω κατά τας αρχάς του 19ου αιώνος εμόναζε δε εν τη μονή του Αγίου Γεωργίου των Κρημνών, εξεπαιδεύθη εν τη πατρίδι αυτού επί τουσούτον, ώστε ως μαρτυρεί ο ημέτερος κλεινός καθηγητής Φιλητάς κατά σύγκρισιν ο Ρουσάνος έχει τον πρώτον τόπον μεταξύ των λογίων Ελλήνων, όσοι κατά το πρώτον ήμισυ της ΙΣΤ εκατονταετηρίδος επαιδεύθησαν εντός της Ελλάδος και έζων εντός αυτής.

Ο Ρουσάνος εξελθών της εαυτού πατρίδος περιηγήθη παντοδαπάς πόλεις, μοναστήρια, αγίους τόπους και πατριαρχεία, ώστε εμορφώθη διά παντοίων πρακτικών γνώσεων. Λίαν φιλόπονος ων συνέγραψε πολλάς πραγματείας και πονήματα εκκλησιαστικά περισπούδαστα. Εν τοις έργοις αυτού υπάρχει και ερμηνεία σύντομος εις την καθ’ ημάς μουσικήν. Την πραγματείαν ταύτην γνωστήν μεν αλλ’ ανέκδοτον εισέτι ούσαν, αποκειμένην δε εν τη εν Βενετία Μαρκιανή βιβλιοθήκη εντός εκ φύλλων 282 ογκώδους χειρογράφου βιβλίου περιέχοντος μικτήν ύλην διαφόρων πραγματειών του Παχομίου Ρουσάνου, αντιγράψαντες εκείθεν κατά το 1893 ότε διετρίψαμεν επί τινα καιρόν εις Βενετίαν και αλλαχού της εσπερίας προς ανεύρεσιν και μελέτην χειρογράφων της Βυζαντινής μουσικής, καταχωρίζομεν αυτήν ενταύθα, θεωρούντες την θέσιν οικείαν μάλιστα τω υποκειμένω καίτοι προγενεστέρως εδημοσιεύσαμεν και εν παρόδω αυτήν εν τη Ημέρα 24/5 Αυγούστου 1894.

Ρουμανός Γεώργιος Ιερεύς (κοινώς παπάς Τσετσές) Ζακύνθιος. Ούτος εχρημάτισε πρωτοψάλτης της μητροπόλεως Ζακύνθου περί τα τέλη του βίου αυτού. Αποθανόντος του πρώτου μητροπολίτου Ζακύνθου Γαβριήλ Γαρζώνη ανηγορεύθη αρχιερατικός επίτροπος της χηρευσάσης μητροπόλεως εν η θέσει απέθανε υπερεννηκοντούτης ων. Ο παπά Τσετσές εδίδασκε το παλαιόν σύστημα της Κρητικής μουσικής ου υπήρξε και ο τελευταίος διδάσκαλος, διότι εις τας ημέρας αυτού εισήχθη εις Ζάκυνθον υπό ξένων διδασκάλων, ως είπωμεν, το νέον της Κων/πολιτικής σύστημα, ο παπάς Τσετσές εφημίζετο ως έξοχος μουσικοδιδάσκαλος. Πιθανώς συν τω χρόνω να ανακαλυφθώσιν οικεία μουσικά έργα ή αντίγραφα υπ’ αυτού. Δυστυχώς δεν επιτρέπουσιν αι περιστάσεις να ανιχνεύσωμεν, αλλά πιστεύομεν ότι υπάρχουσιν βιβλία παλαιά εν οις και μουσικά του παπά Τσετσέ.

Ρουμελιώτης Γεώργιος ιερεύς εις των αρίστων ψαλτών της Ζακύνθου. Ούτος διέπρεπεν επί καλλιφωνία και τέχνη. Εσπούδασεν ου μόνος τας δύο ειθισμένας παρά τοις Ζακυνθίοις ψάλταις μουσικάς Κρητικήν τε και Κωνσταντινουπολιτικήν αλλά και την Ευρωπαϊκήν. Μεγάλως ωφελήθη κατά την μουσικήν υπό του αειμνήστου Ευσταθίου Θερειανού μουσικοδιδασκάλου τότε εν Ζακύνθω μεθ’ ου μάλιστα συνέψαλλεν ως δεύτερος ψάλτης εν τω ναώ της Μητροπόλεως Ζακύνθου. Μετά τινα έτη προσεκλήθη ως πρωτοψάλτης του εν Βενετία ελληνικού ναού του Αγίου Γεωργίου. Είτα χειροτονηθείς ιερεύς εφημέρευεν της εν Γερμανία Βάδεμπατ ελληνικής εκκλησίας και επί τέλους απεκατεστάθη διά παντός εφημέριος εν Κερκύρα. Ο Ρουμελιώτης κοινώς λεγόμενος παπά Τζώρτζης ως ψάλτης ήτο εν Ζακύνθω διακεκριμένος.

Τριζάμπελος Ιωάννης. Ιερεύς Ζακύνθιος γεννηθείς περί τας αρχάς της φθινούσης ιθ΄ εκατονταετηρίδος. Τω όντι αγγελόφωνος ήτο ο Τριζάμπελος. Εκ των πρώτων των σπουδασάντων το νέον σύστημα της Κ/πολιτικής μουσικής ήτο και ο Τριζάμπελος, ό εδιδάχθη παρά του Γιαννάκη του νέου και άλλων ξένων διδασκάλων. Προώδευσε θαυμασίως εις την νέαν εκ Κωνσταντινουπόλεως μουσικήν ώστε έμαθε και Τουρκικούς Πεστέδες ους τραγουδών διά της γλυκείας φωνής του κατεγοήτευεν όλον τον κόσμον και μάλιστα τους τότε προσφυγόντας ένεκα της επαναστάσεως ξένους ομογενείς. Έψαλλεν άριστα και την εγχώριον Κρητικήν μουσικήν αλλά μάλλον πρακτικώς, διότι θεωρητικός ως εδιδάσκετο τότε η Κρητική μουσική παρά του παπά-Τσετσέ κατά το παλαιόν σύστημα, ήτο εν μεγίστη παρακμή, ουχ ήττον εδιδάχθη και παρά του παπά-Τσετσέ ό,τι ήτο δυνατόν θεωρητικώς να μάθη. Δυστυχώς όμως νεώτατος σχεδόν έτι ων απεβίωσε περί τω 1845.

Τριζάμπελος Καμβιώτης Νικόλαος. Ιερεύς Ζακύνθιος. Ούτος εν νεανική ηλικία ήτο δόκιμος κληρικός Στροφαδιώτης, σπουδάζων γράμματα και μουσικήν. Καλλίφωνος ων προήχθη ως ψάλτης. Μετ’ αυτού εψάλλομεν και ημείς εν τω εν Ζακύνθω Αγίω Διονυσίω επί διετίαν (1856-1858)
1. [1: Υπό του μακαρίτου γέροντος Ιωάννου Καμβανέλη κυβερνήτου όντος της μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου, του Διονυσίου Καραμαλίκη και Ιωάννου Λεκατσά εξελέγη τη εγκρίσει αυτού ψάλτης του Αγίου Διονυσίου τω 1858 δεκαενεναετής νέος ων τη ηλικία.] Έκτοτε νυμφευθείς εχειροτονήθη ιερεύς ευδοκίμως ασκήσας τα ιερατικά αυτού καθήκοντα.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1685/20 Ιαν. 1908:

Βλαστός Κωνσταντίνος
Ιερεύς Ζακύνθιος. Τούτου έχομεν εν τη κατοχή ημών μουσικόν βιβλιάριον εν ω σεσημείωται υπ’ αυτού του ιδίου «Εκ των του Κωνσταντίνου ιερέως Βλαστού». (1763). Εισί δε αι ώραι των Χριστουγέννων, των Θεοφανείων και της μεγάλης Παρασκευής. Αξιοπερίεργον είναι ότι δεν είναι ύφους Κρητικού, αλλά Πολίτικου. υπό Μανουήλ Χρυσάνθου του νέου (1600). Εκ τούτο εξάγεται ότι και η Κωνσταντινουπολιτική μουσική ήτο εξ εκείνου του χρόνου και ιδίως από της πρώτης της Ελλάδος επαναστάσεως (1769), ως είδομεν, εν χρήσει εν Ζακύνθω και επομένως οι μουσικοί ήσαν υποχρεωμένοι έκτοτε να γράφωσι και να σπουδάζωσι και τας δύο μουσικάς την τε εγχώριον Κρητικήν και την Κωνσταντινουπολιτικήν, αίτινες δεν αφίσταντο τότε τόσω πολύ έσω υστερώτερον παρεισαχθέντων εν εκατέρω διαφόρων ξένων θέσεων και τονισμάτων.

Πετρόχειλος Γεώργιος Ιερεύς, Εφημέριος εις τον ναόν των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων. Ειδήμων ων τε Εκκλησιαστικής και Ευρωπαϊκής μουσικής μετά του κλειδοκυμβάλου, εμελοποίησε διάφορα άσματα μεταξύ των οποίων υπάρχουσι δύο «Απόστολοι εκ περάτων» το μεν εις ήχον α΄ το δε εις ήχον πλ. του δ΄. Το εις ήχον πλάγιον του δ΄ είναι αριστούργημα ψαλλόμενον δίχορον εις τας πανηγυρικάς παρακλήσεις της Θεοτόκου κατά τον μήνα Αύγουστον λεγόμενον μέχρι σήμερον «το Απόστολοι εκ περάτων του παπά Τζώρτζη». Εικάζομεν ότι απεβίωσε περί το 1820 άλλως εν τοις βιβλίοις του ναού των αγίων Τεσσαράκοντα υπάρχει η τοιαύτη χρονολογία σεσημειωμένη.

Στουπάθης Νικόλαος Ιερεύς Ζακύνθιος. Αναδιφήσαντες τα αρχαία ληξιαρχικά βιβλία του Ναού της Θεοτόκου Φανερωμένης αποκείμενα εν τω χαρτοφυλακείω Ζακύνθου εύρομεν την εξής πράξιν θανής.

«1777 Ιανουαρίου 14 έθαψα τον μουσικολογιώτατον εν Ιερεύσι Νικόλαον Στουπάθην.
Κωνσταντίνος ιερεύς ο Θεριανός και εφημέριος της Θεοτόκου Φανερωμένης».

Εκ της επισήμου μαρτυρίας ταύτης μανθάνομεν την χρονολογίαν της υπάρξεως του Στουπάθη ήτις ήτο περίπου 1700-1777 και ότι ήτο διαπρεπής εκκλησιαστικός μουσικός ως ο Εφημέριος Θερειανός εν τη αποβιωτηρίω πράξις αποκαλεί αυτόν μουσικολογιώτατον. Και τούτου πιθανόν να υπάρχωσιν μουσικά έργα ή οικεία, ή κατ’ αντιγραφήν άτινα ο χρόνος μόνος θα ανακαλύψη. Όσω ημείς γινώσκομεν εν τω εξωφύλλω παλαιού τινος μηναίου όπερ ιδίοις οφθαλμοίς είδομεν του μηνός Απριλίου ανήκοντος εις τον ναόν της Θεοτόκου Φανερωμένης υπάρχει Δοξαστικόν τι μετά μουσικής παλαιάς, εις ήχον πλάγ. Δ΄, ψαλλόμενον τη 11η του αυτού μηνός εν τη μνήμη του αγίου Ιερομάρτυρος Αντίππα Επισκόπου Περγάμου ου η εορτή τελείται εν τω ειρημένω ναώ πανηγυρικώτατα. Και είναι το δοξαστικόν τούτο τόσω λόγου άξιον όσω και αι λέξεις είναι σύνθεσις του μελωδού, μη έχοντος του μηνός Απριλίου κατά την 11ην Δοξαστικά.

Τοις αρμοδίοις συνιστώμεν την διάσωσιν τουλάχιστον των λέξεων αν η μουσική δι’ άγνοιαν μένη νεκρά.

Υαλινάς ή Γιαλινάς Γεράσιμος ιερομόναχος Κρης, ήτο μουσικός και αντιγραφεύς. Εκ τινος ιδιοχείρου επιγραφής εξάγομεν την τε χρονολογίαν και τον χαρακτήρα καθ’ όλου του Υαλινά. την δε «Ετελείωσεν ο παρών Οκτώηχος διά χειρός εμού Γερασίμου ιερομονάχου Υαλινά Κρητικού, εν τω περιφραγμώ της πολυμάχου Κρήτης. Εν τη περιφήμω μονή της Αγίας Αικατερίνης των Σιναϊτών. Έγραψα αυτόν δι’ οφέλειάν μου. Να ψάλω αυτόν έως όλην μου την ζωήν. και αποθανόντος μου ει τις αυτόν κληρονομήσει, να έχη χρέος του εύχεσθαι υπέρ εμού προς κύριον υπό των πολλών μου σφαλμάτων. και όσοι ψάλλουν εδώ δέομαι προς αυτούς εύχεσθαί μοι διά τον κύριον.
α χ ν θ. (1659) εν μηνί Δεκεμβρίω Ινδικτιώνος ι β.».

Ο Υαλινάς φαίνεται ότι ειργάσθη υπέρ τις και άλλοι ως αντιγραφεύς της μουσικής διότι είδομεν πολλά μουσικά διάφορα βιβλία φέροντα την υπογραφήν αυτού ως αντιγραφέως μετά της ημερομηνίας κ.τ.λ. Εκ του ονόματος του Σιναΐτου Υαλινά λαμβάνομεν αφορμήν να σημειώσωμεν ότι εο εν Κρήτη Σιναϊτικόν μετόχιον της Αγίας Αικατερίνης κατ’ εκείνον τον καιρόν της Βενετοκρατίας ότε δεν επετρέπετο η εν Κρήτη διαμονή Αρχιεπισκόπου, κυβερνωμένης της εκεί ορθοδόξου εκκλησίας υπό πρωτοπαπάδων, το μετόχιον λεγόμενον της Αγίας Αικατερίνης διέπρεπε επί εκκλησιαστική ευπρεπεία και καλή καταστάσει, εχρησίμευε μάλιστα και εις διαφόρους εκκλησιαστικάς ανάγκας και υπηρεσίας της Κρητικής εκκλησίας. Ο κατά το 1622-1647 μ.Χ. Πατριάρχης Αλεξανδρείας Γεράσιμος Κρης ανέθετο τω Ιερομονάχω κυρ. Μητροφάνει Σιναΐτη την καθιέρωσιν εν Κρήτη ναών ως αν μη τα εκείθε πανσεβάσμια του Θεού τεμένη ακαθιέρωτα μένωσι, επεί η των Κρητών περιφανής νήσος ορθοδόξου Ιεράρχου τόγε νυν έχον απορεί κρίμασιν οις είδε Κύριος». Πλείστα τοιαύτα παραδείγματα εκκλησιαστικών υπηρεσιών εις την Κρητικήν εκκλησίαν υπό των Σιναϊτών φέρει η ιστορία. Αφθονεί η Μονή του Σινά σήμερον πλείστων βιβλίων εκ Κρήτης μετακομισθέντων εν οις και καθ’ εαυτό Κρητικής μουσικής.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1686/27 Ιαν. 1908:


Κεφαλληνός Νικόλαος Ιερεύς. Εγεννήθη εν Ζακύνθω περί τας αρχάς της νυν φθινούσις ΙΘ΄ εκατονταετηρίδος. Καλλίφωνος ων εσπούδασε τα αναγκαιότερα μαθήματα της τε Κ/πολιτικής και Κρητικής μουσικής. Μετά των συγγενών αυτού Τριζάμπελου και Θερειανού εποιήσατο τριβήν μεγάλην περί τα Εκκλησιαστικά και ιδίως περί την μουσικήν. Μετερχόμενος το ιερατικόν επάγγελμα συγχρόνως είχε και θέσιν ψάλτου νεώτερος τη ηλικία ων εις τας κεντρικωτέρας εκκλησίας της Ζακύνθου. Συν τω χρόνω δε διέπρεψεν εν εκκλησιαστικοίς αξιώμασι διατελέσας και εφημέριος του Μητροπολιτικού Ναού. Τω 1867 εκλεχθείς υπό της εν Αλεξανδρεία ελληνικής κοινότητος προεστώς του αυτόθι ναού του Ευαγγελισμού, ήσκησε λίαν ευδοκίμως επί πεντακαίδεκα έτη την πνευματικήν ταύτην λειτουργίαν, προχειρισθείς υπό του Πατριάρχου Σωφρονίου μέγας Οικονόμος της πατριαρχικής Εκκλησίας Αλεξανδρείας. Απεβίωσε τον Ιούνιον 1896 πλήρης ημερών.

Λάτας Διονύσιος, ο παλαιός. Είμεθα κάτοχοι δύο της Κρητικής μουσικής βιβλιαρίων, επί του μεν των οποίων υπάρχει η εξής σημείωσις «1796 Αυγούστου 13, ετούτι η φυλάδα υπάρχη εμού «Διονυσίου Λάτα». Επί του δε υπάρχει «Διονύσιος Λάτας ψάλτης». Τα βιβλιάρια ταύτα γεγραμμένα περί το 1720 περιέχουσι μικτήν μουσικήν όλην, (ίδε εκτενή έκθεσιν τούτων εν ρελίδι=του παρόντος πονήματος).

Κουρτεζάς Αντώνιος. Ιερεύς. Εν ενί των δύο μουσικώς βιβλίων, κάτωθι αμέσως Λάτα του παλαιού υπάρχει η υπογραφή ως εξής. »Υπάρχει η παρούσα εορτή της Θεοτόκου εμού Αντωνίου ιερέως του Κουρτεζή. Όθεν συμπεραίνομεν ότι ο ιερεύς Κουρτεζής ήτο και μουσικός. Πιθανόν συν τω χρόνω ευρεθώσι και έτερα.

Λογοθέτης Αναγνώστης. Εν τω αυτώ μουσικώ βιβλίω του άνωθι Λάτα του παλαιού ακολουθεί μετά τον Κουρτεζά η εξής επιγραφή «και το παρόν υπάρχει εμού αναγνώστου Λογοθέτου την αγόρασα εις τα 1773 Οκτωμβρίου 4». Ώστε και ο Λογοθέτης ήτο μουσικός ως φαίνεται εκ των ημερομηνιών, πρώτος ο Κουρτεζάς δεύτερος ο Λογοθέτης και τρίτος ο Λάτας ο παλαιός ηγόρασαν διαδοχικώς τα μουσικά βιβλία.

Βισβάρδης Ιωάννης. Ιερεύς Ζακύνθιος. Ήτο μουσικός καλόφωνος. Εχρημάτισε τω 1820 εφημέριος του Αγίου Γεωργίου εν Βενετία. Διεκρίθη δ’ εκεί ως γλυκόφωνος και άριστος τελετουργός θαυμαζόμενος και υπ’ αυτών των Βενετών. Λέγεται μάλιστα ότι εμελώδησε και τινα ειρμονικά της εκκλησίας άσματα, άτινα πιθανόν να σώζονται εις την βιβλιοθήκην του γραφείου της εν Βενετία Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ρουσελάτος Χαραλάμπης ιερεύς Ζακύνθιος Εντριβέστατος περί τα εκκλησιαστικά. Απελθόντος του Ευσταθείου Θεριανού εις Τεργέστην, ο δευτερεύων Διάκονος Χαραλάμπης Ρουσελάτος ανηγορεύθη Αρχιδιάκονος και πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως υπό του τότε Μητροπολίτου Ζακύνθου Κοκκίνη. Είτα αποθανόντος του αρχιερατικού γραμματέως Στυλιανού Χαλκοματά μεγάλου Οικονόμου, διωρίσθη ο αρχιδιάκονος Ρουσελάτος αρχιερατικός γραμματεύς χειροτονηθείς ένεκα τούτου και ιερεύς. Έκτοτε βαθμιαίως προήχθη εις διάφορα εκκλησιαστικά οφφίκια μέχρι των ανωτάτων του Πρωτοσυγγέλου και Μεγάλου Οικονόμου. Την Ιεροπρεπή συμπεριφοράν, σεμνότητα και ευπρέπειαν του ιερέως Ρουσελάτου πάντοτε ανεγνώρισαν ότε κλήρος και κοσμικοί. Μέχρι του θανάτου αυτού συμβάντος τω 1893 κατείχε διαπρεπείς εκκλησιαστικάς θέσεις. Ηυδοκίμησε κυρίως ο Ρουσελάτος ως εκκλησιαστικός μουσικός, μιμηθείς τον τρόπον του ψάλλειν του διδασκάλου αυτού Ευσταθείου του Θερειανού εις ον ώφειλε την εκπαίδευσιν αυτού. Ήσκει το του ψάλτου επάγγελμα κατά τε θεωρίαν και πράξιν λίαν ευδοκίμως.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1687/3 Φεβρ. 1908:

Μπαφόπουλος Αναγνώστης ρασοφόρος Ζακύνθιος, εις των δέκα μουσικών των απαρτιζόντων τους δύο χορούς τους αναφερομένους εις την περί το 1785 σάτυραν του Κουτούζη 1. [1: Η Σάτυρα αύτη φέρεται κατωτέρω] Νέος λίαν καλλίφωνος. Απεβίωσε νεώτατος. Εκ της γνωστής ημών οι οικογενείας Μπάφη εν Ζακύνθω συγγενούς του αναγνώστου ζητήσαντες περί τούτου πληροφορίας εμάθομεν ότι απελθών μετά φίλων χάριν διασκεδάσεως εις το βουνόν του Σκοπού και διών ύδωρ έτι ζεστός προσεβλήθη τόσον, ώστε απέθανεν εν ηλικία είκοσι ετών.

Πυλαρινός Αντώνιος ιερεύς λεγόμενος Νινιρίδης Ζακύνθιος γεννηθείς προ των μέσων της νυν φθινούσης εκατονταετηρίδος. Είχεν εκ παιδικής ηλικίας εκκλησιαστικήν ανατροφήν. Ήτο νέος ως ενθυμούμεθα ηθικώτατος και φιλομαθέστατος. Ιδίως επεδόθη εις την σπουδήν της εκκλησιαστικής μουσικής εις ην προώδευσεν είπερ τις και άλλος. Ως είθισται υπέρ τοις καλοίς ψάλταις της Ζακύνθου ψάλλει ευδοκίμως και τας δύο μουσικάς Κρητικήν τε και Κων/πολιτικήν. Έφθασεν ο ιερεύς Πυλαρινός διά του χρόνου και της καθημερινής εν τη μουσική τριβής εις επίζηλον θέσιν μουσικοδιδασκάλου φιλοτίμως και φιλοπόνως εργαζόμενος, επί τοσούτον ώστε και αγγελίαν εξέδωκεν τη 9 Ιουλίου 1888 προς εκτύπωσιν το πρώτον της Κρητικής μουσικής ίνα ευχερέστερον γένηται η διδασκαλία διά τετυπωμένων μουσικών βιβλίων. Ο μουσικοδιδάσκαλος Πυλαρινός εκ των πρώτων προσεκλήθη υπό του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Λάτα εν τη υπ’ αυτού ιδρυθείση μουσική Σχολή ίνα διδάσκη ιδία την Κρητικήν μουσικήν.

Σάτυρα
ποίημα Κουτούζη
ήχος δ΄ «ως γενναίον εν μάρτυσιν.»


Μαλαπέτσας 1 [1: Ο Μαλαπέτσας ήτο απλούς βοηθός των ψαλτών έχων καλήν φωνήν.] ο δόλιος 2 [2: Δόλιον ονομάζει ως προς τον φίλον του Καλύβαν.] και Φωκάς 3 ο φαρτσόφωνος 4 [3 και 4: Ο Φωκάς ήτο αναγνώστης όστις μετήρχετο και τον διδάσκαλον είχε μεγάλην φωνήν, αλλά φαλτσόφωνος δηλαδή κακώς τονισμένην και διά τούτο ο Κουτούζης κατηγορεί αυτόν διά να παύση του έργου.] Μανταλάς ο τέλειος μουσικώτατος 5 [5: Ο Κουτούζης υπερτιμά τον Μανταλάν πάντων των άλλων.] και Αναγνώστης Μπαφόπουλος 6 [6: Μπαφόπουλος ο Αναγνώστης ωνομάζετο Άγγελος, αλλά Κουκουζέλης, ήτο αγγελόφωνος.] Μαρής ο Μουζάκιος 7 [7: Μαρής ιερεύς ο Μουζάκης και Μαντινιός άριστος μουσικός της εποχής του κατά θεωρίαν και πράξιν έχων και φωνήν ωραιοτάτην. Ο ποιητής ομοιάζει τούτον διά του «χοροστάτης» και αυτός τω Μανταλά διότι αυτοί οι δύο ήσαν οι κυρίως χοροστάται και διευθυνταί της αρμονικής χορείας.] χοροστάτης και αυτός Γιακουμάκης ο Γάσπαρος 8 [8: Γιακουμάκης ο Γάσπαρης δεν ήτο ψάλτης αλλά συμβοηθός έχων καλήν φωνήν και οξυκοΐαν εξετέλει εις την τετράφωνον συμφωνίαν το δεύτερον και τρίτον μέρος. Απέθανε τω 1807. Υιός ωνομάζετο τις συμβοηθός. Ούτος ων βαρύφωνος και οξύκοος εξετέλει το τέταρτον μέρος της τετραφώνου συμφωνίας Basso και εις την εποχήν του διέπρεπεν. Απέθανε σχεδόν το 1834.] και υιός ομού και Κεφάλας ο μέγας αγιογδύτης 9 [9: Ο Κεφάλας εάν δεν σφάλλω ήτο ιερεύς. Ούτος εξετέλει το ίδιον μέρος του Υιού. δηλαδή Basso. επειδή ήτο πολύ βαρύφωνος. Το επίθετον το οποίον δίδει ο ποιητής, ήτο διά να διορθώση εις αυτόν την φιλαργυρίαν ην ο άνθρωπος είχεν.] παπάς Τσίχλας 10 [10: Τσίχλας ο ιερεύς. σύγχρονος τω Κεφάλα. Ούτος εξετέλει το πρώτον μέρος της συμφωνίας Primo έχων κατάλληλον φωνήν.] και το μικρόν Μεγκουλόπουλον 11. [11: Το μικρόν Μεγκουλόπουλον. Ούτος ήτο καλόφωνος υψίφωνος και οξύκοος, είχε και ιδέαν της Ευρωπαϊκής μουσικής. Ούτος εξετέλει το δεύτερον μέρος το ανώτερον της συμφωνίας. Επειδή είχε γνώσεις τινάς της Ευρωπαϊκής μουσικής εγίνωσκε και μερικά άσματα μελοποιημένα υπό μελοποιών ειδημόνων της ευρωπαϊκής μουσικής, άπερ παρά τοις αρχαίοις ονομάζονται Pezza. Αυτά λοιπόν τα pezza έψαλλεν εις τον διδάσκαλόν μου Κοθρήν, ο δε Κοθρής έγραφεν αυτά εις την νέαν μέθοδον της μουσικής άτινα σώζονται. Ότε ο Κουτούζης συνέθεσε την σάτυραν ήτο ο Μέγκουλας την ηλικίαν ο μικρότερος της αρμονικής χορείας δι’ ο ονομάζει αυτόν μικρόν. Απέθανε υπέργηρως όνπερ πολύ καλά ενθυμούμαι.]

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1688/10 Φεβρ. 1908:
Η εν τοις Ιονίοις νήσοις πορεία της Κρητικής μουσικής.
Εν Κρήτη μετά την άλωσιν αυτής ήρξατο γοργώ βήματι ζοφουμένη η αίγλη της ευημερίας και προόδου. Ενδυομένη η νήσος τα της δουλείας ράκη, αφωμοιώθη καθ’ όλα τω του όλου έθνους βίω, ώστε μετ’ ου πολύ ο πρώην εν αυτή εξευρωπαϊσμός και η ανάπτυξις απέβησαν πλέον απλώς ιστορικόν παρελθόν και πλείστα όλως δι’ όλου ελησμονήθησαν αντικαθιστάντα δι’ οθνείων.

Εν ταις επτά Ιονίοις νήσοις όμως συνέβη το εναντίον. Εν Επτανήσω όπου διετέλει έτι η Βενετική κυριαρχία ου μόνον εξηκολούθει ο Βενετικός βίος, αλλά και πρόοδος προσέτι νέα εγένετο ενταύθα υπό των εις αυτάς προσφυγόντων τότε Κρητών. Εκ παραλλήλου η μουσική καλλωπισθείσα αυτόθι υπό των Κρητών εψάλλετο αρμονικώτατα εν πάσαις ταις Ιονίοις νήσοις Ζακύνθω, Κερκύρα, Κεφαλληνία, Λευκάδι, Κυθήροις, Ιθάκη και Παξοίς ως εχούσαις καθ’ όλου την αυτήν χροιάν πολιτικώς τε και Εκκλησιαστικώς επί Βενετοκρατίας. Αλλ’ όμως ο παρά πάντων των Ορθοδόξων οφειλόμενος σεβασμός προς την αγίαν ημών μητέρα την Μεγάλην Εκκλησίαν, η σχέσις της μιας μουσικής προς την ετέραν ώσπερ δύο κλάδων εκ του αυτού κορμού, ο όγκος του όλου έθνους εν συγκρίσει προς την μικρότητα επτά μόνον νήσων και έτεραι εθνικαί αφορμαί επέδρασαν μεγάλως, ώστε προς τη Κρητική μουσική να εισαχθή ήρεμα και κατά μικρόν εις Επτάνησον και η Κ/πολιτική μουσική που μεν καθ’ ολοκληρίαν, του δε εν μέρει κατάτινας περιστάσεις. Κυρίως από του 1766 ότε εξερράγη η πρώτη εν Ελλάδι επανάστασις, δύναται να θεωρηθή ως βεβαία η εις Επτάνησον εισαγωγή και της Κ/πολιτικής μουσικής. Διότι τότε κατέφυγον αυτόδε και ιδίως εις Ζάκυνθον πλείσται ξέναι Ελληνικαί οικογένειαι και μάλιστα εκ Πελοποννήσου, πολλαί των οποίων απεκατεστάθησαν διά παντός εν τη νήσω. Η αποίκησις αύτη υπήρξεν η πρωτίστη αφορμή της εις την Επτάνησον εισαγωγής και της Κ/πολιτικής μουσικής, διότι όλοι οι ξένοι τότε δεν ευηρεστούντο εις την εγχώριον αρμονικήν ψαλμωδίαν, ειθισμένοι όντες εις το Ασιανίζον μονότονον ύφος της Πολίτικης μουσικής. Εις την Κέρκυραν δεν εισήχθη όλως διόλου η Κ/πολιτική μουσική ειμή μόνον εις μίαν Εκκλησίαν την Παναγίαν των Ξένων. Ψάλλεται λοιπόν αυτόθι η Κρητική (διά Κερκυραϊκού τινος ύφους) μουσική καθ’ όλον τον ενιαυτόν κατά τε τας χαρμοσύνους και πενθίμους ημέρας.

Διά την μετοικεσίαν εις Ζάκυνθον Κρητών έχομεν μέχρι σήμερον αρκετά μαρτύρια. Αι ιεραί εικόνες και τα Εκκλησιαστικά σκεύη του ναού του Αγίου Γεωργίου του Καμαριώτου μετατεθέντα υπό τινος Κρητός Παπαδοπούλου εν τω Ναώ του Αγίου Δημητρίου του Κόλα σώζονται μέχρι της σήμερον. Της Εκκλησίας του Αγίου Μηνά της παρά τη Παντανάσση του Αδελφάτου των Βουτοποιών εν τη πόλει Κανδία αφιερώθησαν εν τω ναώ των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων της πόλεως Ζακύνθου, ένθα τη ια΄ Νοεμβρίου τελείται μέχρι σήμερον η ετήσιος πανήγυρις του Αγίου Μηνά. Της δε Θεοτόκου των Επισκοπιανών εκ κώμης Κρητικής, η ολοσώμου αναστήματος εικών και πολλά σκεύη μετακομισθέντα παρά τινος ιερέως Καίσαρη και άλλων Κρητών αφιερώθησαν εν ιερώ ναώ περί της καταθέσεως των οποίων υπάρχει τούτο το έγγραφον μεταπεφρασμένον εκ του Ιταλικού.

«Εκλαμπρότατε και εξοχώτατε Προβλεπτά

»Μεταξύ των πολυτιμωτέρων λειψάνων της ατυχούς Κρήτης των μετενεχθέντων ενταύθα μετά την πανόλεθρον άλωσιν αυτής συγκαταριθμείται και η θαυματόβρυτος εικών της υπερευλογημένης παρθένου Μαρίας ονομαζομένη Επισκοπιανή ήτις εν μεγαλοπρεπεί τινι Ναώ της βασιλικής εκείνης πόλεως υπερεσέβετο και μεγάλως υπηρετείτο υπό πολλών συναδέλφων οίτινες παρακολουθούντες το ένδοξον Λάβαρον της γαληνοτάτης Δημοκρατίας, καίτοι καταλιπόντες την πατρίδα ουκ ίσχυσαν εγκαταλείψαι και την υπερασπίστριαν αυτών, την παρθένον Μαρίαν, αλλά μετήγαγον την εικόνα αυτής και όσα ιερά σκεύη και έπιπλα το βεβιασμένον του »χρόνου και της επιβάσεως αυτοίς επέτρεψαν»1. [1: Εν τω καταλόγω των δοκίμων Ζακυνθίων μουσικοδιδασκάλων, φέρονται ακόμη εν τοις χειρογράφοις, πολλά ονόματα τοιούτων, αλλά τα περί αυτών είναι ασυμπλήρωτα. Επίσης πλείσται σημειώσεις χρονολογικαί, μουσικαί και κριτικαί σχετικαί προς την Εκκλησιαστικήν μουσικήν είναι εγκατεσπαρμέναι εις πολλά μουσικά βιβλία σχετιζόμενα προς το περιεχόμενον, αίτινες είναι αδύνατον να περιληφθώσιν ενταύθα. («Σ. «Ελπίδος».)]

Εν τη αριστερά άκρα του Ναού της Επισκοπιανής ετοποθετήθη η εικών του Αρχαγγέλου Μιχαήλ ίνα εις μνημόσυνον του δωρητού, Μιχαήλ τας η΄ Νοεμβρίου.

(Ακολουθεί)

ΕΛΠΙΣ 1689/17 Φεβρ. 1908:

Τα αυτά επιβεβαιοί και ο Ιωσήφ Κάρτραι εν τω υπ’ αυτού εν Λονδίνω εκδοθέντι Αγγλιστί περί Κρήτης φυλλαδίω εξ ου φέρομεν την εξής περικοπήν «Τη 6η Σεπτεμβρίου 1069 παρεδόθη εις τους Τούρκους η Κρήτη αφού επολέμησε προς αυτούς επί 25 έτη. Τον Οθωμανικόν στόλον δεν κατέστρεψαν οι Ενετοί. Η Κρήτη άμα παραδοθείσα απέβαλε την Γερουσίαν της την ελευθερίαν και την ευημερίαν και εν ενί λόγω παν ό,τι απεδείκνυεν αυτήν αποικίαν ευδαίμονα υπό τους Ενετούς. Όλαι σχεδόν αι πλούσιαι οικογένειαι απήλθον εκ της νήσου και πολλαί αυτών προσέφυγον εις την τότε υπό τους Ενετούς διατελούσαν Επτάνησον. Γνωστόν εις πάντα έλληνα είναι αναμφιβόλως το όνομα του εν Ζακύνθου ποιητού κόμητος Σολωμού. Κρήτες ήσαν οι πρόγονοί του οίτινες απεδήμησαν εκ της Κρήτης όπως διαφύγωσι τας βιαιοπραγίας του Τούρκου και εύρον άσυλον εν Ζακύνθω.» Αι εν τη Ζακύνθω διαμείνασαι ουκ ολίγαι Κρητικαί οικογένειαι μετακομίσασαι κατέθεσαν εν τοις ιερείς ναοίς παντοδαπάς ιεράς εικόνας, σκεύη και άγια λείψανα διαφόρων αγίων. Τούτων αξιομνημόνευτον είναι το εν τη νήσω μέχρι του νυν υπάρχον ιερόν λείψανον του οσίου εν Ιερομονάχοις Ιωσήφ Σουμάκου εκ Χανδάκων της Κρήτης τελευτήσαντος τω 1511 Ιανουαρίου κβ΄ ότε τελείται η εορτή αυτού. Το λείψανον τούτο τω 1669 Αυγούστου 29 μετεκόμισεν ο ιερεύς Αντώνιος Αρμάκης Κρης και κατέθηκεν εν τω γυναικείω μοναστηρίω του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου όπερ ανήκεν εις τον Αλέξανδρον Νερούλην, ύστερον δε μετέβη εις την οικογένειαν Ιακώβου Μουζάκη (κοινώς Μαντινειού) μέχρι σήμερον.

Επόμενον λοιπόν ότι και εκ των αποικησάντων Κρητών ένιοι όντες έμπειροι μουσικοί, εισήγαγον εις την νήσον εμμελεστέραν αρμονικήν ψαλμωδίαν και εδίδαξαν εντεχνοτέρως τας ιεράς μελωδίας καθώς εγράφοντο και εψάλλοντο εν Κρήτη. όθεν επεκράτησεν η επωνυμία αυτόθι «Κρητική μουσική». Αύτη η Κρητική μουσική Βυζαντινή ούσα φαίνεται ότι διετηρείτο και εις τινας των εν Ευρώπη Ελληνικών αποικιών των μεταναστευσασών κυρίως προς αποφυγήν της δουλείας. Και ιδού μία μαρτυρία των ιστορουμένων.

-------------------------------------
Εν Μασσαλία 30 Απριλίου 1887.
Μετ’ ευχαριστήσεως και πολλού ενδιαφέροντος ανέγνων το τελευταίον άρθρον περί μουσικής. Πολλάκις μετά φίλων εσυζητήσαμεν την σπουδαιοτάτην ταύτην υπόθεσιν και πάντες πάντοτε εφθάσαμεν εις το αυτό συμπέρασμα ότι η Τουρκοπολίτικη ψαλμωδία a fait son temps και δέον να την διαδεχθή άλλη ανάλογος με τους παρόντας καιρούς. 1 [1: Είναι βέβαιον ότι η Κ/πολιτική μουσική παρεφθάρη αναμιχθείσα οθνείοις τονίσμασιν αλλ’ ένεκα των παραφθορών δεν πρέπει να παρίδωμεν την βυζαντινήν αυτής καταγωγήν και ότι πλείστα όσα άσματα αυτής εν τη μονοτονία των εισίν ωραία και εκκλησιαστικώτατα.] Επαινώ λοιπόν και συμμερίζομαι καθ’ ολοκληρίαν όσα γράφετε.

Πας αμερόληπτος ίνα σχηματίση γνώμην περί της αθλίας μουσικής των εν τη Ανατολή Εκκλησιών δεν έχει παρά να μεταβή εις Εκκλησίαν των έξω Ορθοδόξων κοινοτήτων όπως νοήση την διαφοράν.

Και ας μη νομίσουν οι φίλοι της ερρίνου μουσικής ότι εγινόμεθα φράγκοι. όχι. Θεωρούμεθα οι πλείστοι τουλάχιστον μάλλον ίσως προσκεκολλημένοι εις τα πάτρια. Αναντίρρητον είναι ότι η Εκκλησιαστική μουσική Κ/πόλεως γέμει Τουρκικών χαβάδων, όθεν ανάγκη να εξοβελισθώσιν όσα εισήχθησαν κατά τον μακρόν χρόνον της δουλείας και της εκβαρβαρώσεως των Ελλήνων. Ότι δε η Πολίτικη μουσική είναι παρείσακτος θα σας φέρω το εξής παράδειγμα.

Ότε περί το τέλος του 17ου αιώνος οι Τούρκοι μετά την κατάκτησιν της Κρήτης επίεζον επί μάλλον και μάλλον την Λακωνίαν, μέρος των κατοίκων της Οιτύλου απεφάσισαν να μεταναστεύσωσιν ως και μετέβησαν εις χωρίον της Κορσικής (όπου διατρίβει έτι ο φίλος Ν. Φαρδύς). Καίτοι εξ ανάγκης Ουνίται διετήρησαν όμως τας παλαιάς παραδόσεις και ιεροτελεστίας των ψάλλουσιν ελληνιστί, ει και η πατρική των γλώσσα κατέστη ξένη τοις πλείστοις και η μουσική των μεταδοθείσα κατά παράδοσιν μέχρι της σήμερον ομοιάζει πάρα πολύ τη των Ζακυνθίων. Τούτο δύναμαι να βεβαιώσω εγώ αυτός διατρίψας εκεί 22 ημέρας, και τρις εκκλησιασθείς χάρις ίσα ίσα αυτής της μουσικής και απόρησα πώς διετηρήθη αναλλοίωτος ως με εβεβαίωσαν οι γέροντες σχεδόν επί 150 έτη. Τούτο κατ’ εμέ, αποδείκνυται τρανώς ότι η Κρητική και η Ζακυνθινή μουσική υπήρχε κοινή εν Ελλάδι πριν η εκτουρκισθή το Ελληνικόν έθνος. ήκουσα μόνον εκφρασθέντα τον εξής ενδοιασμόν περί της Πολίτικης μουσικής. φίλος τις διϊσχυρίσθη ότι αύτη έχει ως αρχήν την Εκκλησιαστικήν μουσικήν των Εβραίων παρ’ ων τόσα και τόσα παρελάβομεν. αλλά μη εγκύψας ποτέ ιδιαιτέρως εις το ζήτημα τούτο, αγνοώ κατά πόσον η Πολίτικη μουσική είναι απόγονος της Ιουδαϊκής ψαλμωδίας. Τον καλόν αγώνα αγωνίζεσθε και επικροτούμεν εις τους μόχθους σας. 1 [1: Ως απλαί παρεξηγήσεις δύνανται να θεωρηθώσι τινές των παρατηρήσεων του φιλομούσου κ. Βλαστού όστις άλλως ο αυτός ομολογεί ότι η Κωνστ. γέμει Τουρκισμών, οίτινες δέον να εξοβελισθώσιν. Άρα εξοβελισθέντων των Τουρκικών χαβάδων και της αρμονίας προσληφθείσης αντί ισοκρατημάτων, ιδού η γνησία Βυζαντινή μουσική η και Κρητική.

Σημ. «Ελπίδος». Το ότι η Βυζαντινή λεγομένη μουσική δεν είναι ρινόφωνος, αλλ’ αρμονική και ότι αύτη παρεφθάρη, παρεμορφώθη, εστρεβλώθη υπό των αυτοδιδάκτων ψαλτών, κατεφάνη εκ του προ ολίγων η μερών τελεσθέντος εν Αθήναις εσπερινού εν τω ναώ της Χρυσοσπηλιωτίσσης καθ’ ον μαθηταί του Ωδείου υπό την διεύθυνσιν του διδασκάλου αυτών κ. Κ. Ψάχου έψαλλον τον εσπερινόν μετά αρμονίας και κατανυκτικότητος χωρίς ποσώς να ακουσθή η συνηχητική λεγομένη γραμμή ήτοι το ίσον.]
ΣΤΕΦ. Α. ΒΛΑΣΤΟΣ

[Η παραπάνω δημοσίευση οφείλεται στην παραχώρηση των σχετικών φωτοτυπιών από τον Μουσικό κ. Αντώνη Κλάδη, τον οποίο ευχαριστούμε πολύ.]

Γ. Μ. (Γεωργίου Μάνεση): [ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΕΝ ΖΑΚΥΝΘΩ ΤΩ 1907 ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΓΡΙΤΖΑΝΗ]

[ Το παρακάτω δυσεύρετο κείμενο προέρχεται από την Εφημερίδα ΕΛΠΙΣ, Ζάκυνθος 4.11.1907, φ. 1674 σ. 1-3 και μάς παραχωρήθηκε προς αναδημοσίευσιν από τον Μουσικό κ. Αντώνη Κλάδη (τον οποίο ευχαριστούμε για την ευγένειά του), έχοντας συμπληρωθεί πλήρης εκατονταετία μετά την πρώτη του παρουσίαση.
Ο κ. Κλάδης φωτοτύπησε το κείμενο αυτό, προ πολλών ετών, τότε που επιτρεπόταν η πρόσβαση στις παλαιές εφημερίδες της Ζακύνθου, στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ζακύνθου, όπου φυλάσσονται. Στη συνέχεια απαγορεύτηκε ετσιθελικά και παράνομα η πρόσβαση των ερευνητών στους θησαυρούς αυτούς. Ύστερα, έκλεισε και η ίδια η Βιβλιοθήκη, λόγω φθορών του κτηρίου της, εξαιτίας των νεότερων Σεισμών... Πράγμα που σημαίνει, ότι πλέον έχουμε αποτελειωθεί ως Ζακυνθινός Πολιτισμός...
π. Π.Κ. ]

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ

Σήμερον λοιπόν τελούνται τα εγκαίνια της Εκκλησιαστικής μουσικής Σχολής της οποίας τα μαθήματα ήρξαντο κανονικώς από του παρελθόντος Ιουνίου, αφ’ ης δηλονότι εποχής ή σχολή συνέστη. Δεν πρέπει να θεωρηθή μικρόν το τελούμενον διά πάσης επισημότητος σήμερον διά την εκκλησιαστικήν μουσικήν ιστορίαν της Ζακύνθου. Από καιρού ήρξατο μαραινομένη και φθίνουσα η εκκλησιαστική ημών μουσική και από της εκκλησίας της Ζακύνθου την οποίαν εις παρελθόντας χρόνους εκόσμουν οι καλοφονώτεροι και τεχνικώτεροι των ιεροψαλτών, όσοι εν τη ιστορία της εκκλησιαστικής της Ζακύνθου μουσικής αναφέρονται από της παρελθούσης εκατονταετηρίδος μέχρις επ’ εσχάτων, εξέλιπεν ο εναρμόνιος εκείνος και εκκλησιαστικός μουσικός ρυθμός, τον οποίον έσπευδον εν τοις διαφόροις ναοίς οι εκκλησιαζόμενοι να ακούωσιν εκτελούμενον υπό των ονομαστών εκείνων ιεροψαλτών και διδασκάλων όσοι διεκρίθησαν κατά διαφόρους καιρούς. Και τα τελευταία λείψανα της μουσικής εκείνης ακμής εξέλιπον και δεν απέμειναν εις τους επιζώντας ειμή αι αναμνήσεις των ιεροτελεστιών τας οποίας ελάμπρυναν οι παλαιότεροι μουσικοδιδάσκαλοι και διακεκριμένοι ιεροψάλται. Ούτοι παθαινόμενοι εν τη εκτελέσει και αισθανόμενοι το εκκλησιαστικόν ύψος της μουσικής της οποίας ετάχθησαν διερμηνείς και εκτελεσταί, εξετέλουν τας σεμνάς εκείνας κατανυκτικάς ακολουθίας των οποίων η παράδοσις φέρεται και μέχρι των ημερών μας. Αλλ’ ο χρόνος αφ’ ενός, η μη συστηματική σπουδή ιεροψαλτών αφ’ ετέρου, παρεμόρφωσαν και ηλλοίωσαν το καλόν εκείνο μουσικόν σύστημα και τας θέσεις εκείνας εν τοις ιεροίς ναοίς τας οποίας άλλοτε κατείχον οι Καισάριοι, οι Γριτζάναι, οι Κύριλλοι, οι Θερειανοί, οι Πυλαρινοί, οι Ρουσελάτοι και η λοιπή χορεία των δοκιμωτάτων εκείνων ιεροψαλτών και διδασκάλων, εν τοις νεωτέροις και τοις καθ’ ημάς χρόνοις κατέλαβον, πλην ολιγίστων εξαιρέσεων. άνθρωποι αδαείς και της τέχνης και του σκοπού της εκκλησιαστικής μουσικής. Αλλ’ ήδη οι ιεροψάλται εξέλιπον σχεδόν παντελώς και την έλλειψιν ταύτην ησθανόμεθα κατά τας ημέρας των υψηλοτέρων της ορθοδοξίας ιεροτελεστιών. Αι τελεταί της μεγάλης εβδομάδος αι ονομασταί αύται εν Ζακύνθω τελεταί, έχασαν πλέον ένεκα της ελλείψεως ταύτης των ιεροψαλτών εν τη μουσική εκτελέσει το παθητικόν εκείνο και εκφραστικόν το οποίον διακεκριμένοι Ζακύνθιοι μουσικοδιδάσκαλοι απέδιδον κατά την μουσικήν εκτέλεσιν ενός παθητικού ήχου. Τα λείψανα της εκκλησιαστικής μουσικής, τα μεν ευρίσκονται ερριμένα και παρημελημένα και εσκορπισμένα τη δε κακείσε, τα δε περιήλθον εις άτομα άτινα καίτοι είχον τον πόθον και την θέλησιν να τα περισώσωσι διά της χρήσεως, εστερούντο των μέσων της μουσικής μορφώσεως και της τεχνικής εκπαιδεύσεως.

Η από πέντε μηνών συστάσα και πάλιν, αλλ’ υπό άλλας βάσεις εδραιωτέρας σχολή της εκκλησιαστικής μουσικής εις δύο τινά κύρια απέβλεψε σχετιζόμενα προς την μουσικήν εκκλησιαστικήν ιστορίαν του τόπου. αφ’ ενός μεν να περισώση την καθιερωθείσαν εν Ζακύνθω εκκλησιαστικήν μουσικήν διά της περισυναγωγής και διαφυλάξεως των μουσικών τούτων βιβλίων και λοιπών μουσικών τροπαρίων εις την μουσικήν σύνθεσιν των οποίων κατέγιναν μουσικοί Ζακύνθιοι, κατάλογον των οποίων ευτυχώς κατέχομεν και τον οποίον λίαν προσεχώς θέλομεν δημοσιεύσει, αφ’ ετέρου δε να μορφώση τεχνικώς και εκπαιδεύση μουσικώς ιεροψάλτας εφαμίλλους των παλαιοτέρων ονομαστών τους οποίους αναφέρει η μουσική εκκλησιαστική ιστορία του τόπου. Επιτρέπεται μεν ανεκτώς μέχρι των προσεχών αποτελεσμάτων της εκκλησιαστικής μουσικής σχολής να καταλαμβάνη θέσιν εν τω χορώ, ελλείψει τεχνικώς κατηρτισμένων ψαλτών, ο τυχών άπειρος και αδαής, ο εξ ακοής μόνον εκτελών εσφαλμένως και άνευ εντελούς κατανοήσεως της θέσεώς του, ευαρίθμους τινάς ήχους, αλλ’ από των προσεχών της σχολής αποτελεσμάτων δεν θα επιτραπή ελπίζομεν εις τον τυχόντα να καταλάβη θέσιν ιεροψάλτου, την οποίαν εν δικαίω θα καταλάβη, ο της σχολής απόφοιτος ο μυηθείς εις την τέχνην του κατά τους κανόνας «από διφθέρας ψάλλειν».

Αλλά πλην τούτων και άλλο τι επεδίωξεν η άρτι συστάσα σχολή. Απέβλεψε και αποβλέπει και εις αυτόν τον σχηματισμόν τελείου ιεροψάλτου. Λαβούσα υπ’ όψιν ότι ο τεχνικός ψάλτης ίνα εκτελέση τι σεμνώς και ίνα αποδώση εις τούτο το μουσικόν ύψος, πρέπει να κατανοή το ψαλλόμενον, να γνωρίζη τι λέγει, είτε το απολυτίκιον, είτε ο αίνος, είτε η δοξολογία, είτε το τροπάριον όπως αποδίδδη τας γνωστάς εις αυτό εννοίας διά καταλλήλου μουσικής, δι’ επί τούτω ερμηνευτών και εν ώρα ιδιαιτέρα θέλει διδάσκει τους μαθητάς ερμηνευτικώς τα ψαλλόμενα, ούτως ώστε οι της σχολής μαθηταί πριν ή διδαχθώσι την μουσικήν ενός ήχου, είτε ενός τροπαρίου, να εννοήσωσι πρώτον τι πρόκειται να ψάλλωσιν όπως διά ταύτης της καταλήψεως αναπτυχθή εις αυτούς το ιερόν αίσθημα και το μουσικόν πάθος το ανάλογον προς την έννοιαν του ψαλλομένου.

Τοιαύτα επεδίωξε και επιδιώκει η σχολή της εκκλησιαστικής μουσικής απαραίτητα εις την εκκλησίαν μας συντελεστικά εις την μουσικήν μόρφωσιν των νέων όσοι κατέχονται υπό του θείου ζήου και υπό της Ιεράς φιλοδοξίας να καταταχθώσιν εις την γεραράν εκείνην χορείαν των δοκίμων ιεροψαλτών, οίτινες εκλέισαν την εκκλησίαν και τους οποίους μετά τόσης γλυκυθυμίας αναφέρουσιν οι μεταγενέστεροι.

Βιογραφία Παναγιώτου Γριτσάνη [α]
Μουσικοδιδασκάλου

[α: Την κατωτέρω δημοσιευομένην βιογραφίαν του αοιδίμου μουσικοδιδασκάλου Παναγιώτου Γριτζάνη κατηρτίσαμεν επί τη βάσει αυτογράφων αυτού του ιδίου σημειώσεων αίτινες φθάνουσι μέχρι του σημείου εις ο καταλήγει η εν λόγω βιογραφία.]


Ο Παναγιώτης Γριτσάνης εγεννήθη εν Ζακύνθω τω 1835. Εξεπαιδεύθη δε εν τη πατρίδι μας κατά το τότε εν Επτανήσω επικρατούν σύστημα, το υπό του μακαρίτου Μουστοξύδου ωργανισμένον. Ιδία δε επεδόθη εις την σπουδήν της τε Εκκλησιαστικής Μουσικής και της Ευρωπαϊκής, καταστάς εις των εν Ζακύνθω διακεκριμένων μουσικοδιδασκάλων κατά τε το της Κωνσταντινουπόλεως Μουσικόν Εκκλησιαστικόν Σύστημα και το εν Ζακύνθω Κρητικόν ή Επτανησιακόν καλούμενον.

Εχρημάτισεν επί δεκαετίαν ψάλτης εις τον εν τη Νήσω Ναόν του Αγίου Διονυσίου.

Δι’ αλληλογραφίας ήτο εις σχέσεις μετά του αοιδίμου Στεφάνου Λαμπαδαρίου της του Χριστού Μ. Εκκλησίας Πρωτοψάλτου.

Κατά την εποχήν εκείνην, συστάντος εν Κωνσταντινουπόλει Μουσικού τινος Συλλόγου επί του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου (είτε δε Αλεξανδρείας) Σωφρονίου, εις τον ρηθέντα Π. Γριτσάνην ανετέθη η έκθεσις περί της εν τοις Ιονίοις Νήσοις ψαλλομένης Κρητικής Μουσικής, ήτις ήτο εν των εξεταστέων ζητημάτων περί ων ο Σύλλογος κατά τον Κανονισμόν αυτού ώφειλε να επιληφθή και να ερευνήση.

Αναλαβών ο Π. Γριτσάνης την σύνταξιν της τοιαύτης Μουσικής Πραγματείας, εκδούς δε μάλιστα και αγγελίαν προς έκδοσιν αυτής, ανέβαλε την εκτύπωσιν ταύτης, άτε προσκληθείς (τω 1865) υπό της εν Νεαπόλει της Ιταλίας Ελληνικής Κοινότητος ως μουσικός της αυτόθι Ορθοδόξου εκκλησίας (των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου).

Ενταύθα ο Γριτσάνης ανέπτυξε τας μουσικάς αυτού γνώσεις, σπουδάσας τακτικώς επί οκταετίαν και πρακτικώς την Ευρωπαϊκήν Μουσικήν, εις ην και έδωκεν εξετάσεις εν τω Ωδείω της Νεαπόλεως (conservatorio di San Pietro) ενώπιον πενταμελούς Επιτροπείας , προεδρευομένης υπό του Διευθυντού του Ωδείου κυρίου Λάουρο Ρόσση (Lauro Rossi).

Επιτυχών κατά τας μουσικάς αυτού εξετάσεις, ηξιώθη του διπλώματος του Καθηγητού της Μουσικής με τον βαθμόν «άριστα».

Το γεγονός τούτο ευφήμως εδημοσίευσαν αι Ελληνικαί εφημερίδες «Κλειώ», «Νεολόγος», και έτεραι κατά τον Ιανουάριον του 1873.

Εν τω οκταετεί διαστήματι της εν Νεαπόλει διατριβής αυτού ο Γριτσάνης εδημοσίευσε προσωρινώς Πραγματείαν περί της εν Επτανήσω και ιδία εν Ζακύνθω ψαλλομένης Κρητικής Μουσικής εν τω εν Παρισίοις υπό του μακαρίτου Μαρίνου Βρετού εκδιδομένω Εθνικώ Ημερολογίω (του 1866), και εν τη τότε εν Νεαπόλει υπό Οδυσσέως Ιαλέμου εκδιδομένη ελληνική εφημερίδι «οι Λαοί» περί του ζητήματος της Εκκλησιαστικής Μουσικής.

Την δευτέραν ταύτην Πραγματείαν, επιθεωρήσας και πλουτίσας, εξέδοτο και εν ιδιαιτέρω τεύχει, αφιερώσας αυτήν εις την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος, προεδρευομένης τότε υπό του αοιδίμου Μητροπολίτου Θεοφίλου.

Μετά την αγγελίαν των εν Νεαπόλει μουσικών αυτού εξετάσεων ο Π. Γριτσάνης προσεκλήθη συγχρόνως υπό δύο Ελληνικών Κοινοτήτων, υπό της εν Οδησσώ, και υπό της Αλεξανδρεία (τον Μάιον του 1873).

Προετίμησε δε ο Γριτσάνης την της Αλεξανδρείας θέσιν, διότι έμελλε να γένηται ενταύθα ιδρυτής χορού της Τετραφώνου Μουσικής, εν ω εν Οδησσώ έμελλε να αντικαταστήσει άλλον μουσικοδιδάσκαλον (τον κ. Κατακουζηνόν απερχόμενον εις Αθήνας).

Η έναρξις της Τετραφώνου Μουσικής εν Αλεξανδρεία εγένετο κατά τον Νοέμβριον του 1873. Ο δε χορός ούτος έζησεν μέχρι του 1879, ότε ένεκα οικονομικών λόγων διελύθη.

Τι ζήτημα προεκάλεσεν η εις τον εν Αλεξανδρεία Ναόν εισαγωγή της Τετραφώνου Μουσικής, είνε γνωστόν εις όσους περί τα τοιαύτα ασχολούνται.

Διατριβαί επί διατριβαίς αντεπεξήρχοντο υπό διαφόρων διαφωνούντων εν τω ζητήματι λογίων Ελλήνων Κληρικών τε και κοσμικών.

Συν πάσι δε τούτοις ο Γριτσάνης εφάνη και απτόητος και ικανός περί το επάγγελμα, προς δε την πορείαν του ζητήματος λίαν συντηρητικός και μεσάζων, την μεν Εκκλησιαστικήν Μουσικήν υπερασπιζόμενος όσω εδύνατο, παραδεχόμενος δε την κατά αρμονίαν ανάπτυξιν αυτής κατά τους κανόνας των νεωτέρων χρόνων.

Το κατά τετραφωνίαν Μουσικόν Σύστημα του Π. Γριτσάνη είνε μικτόν τι, διότι παραδέχεται μετ’ ακριβείας εκ του Συστήματος του Χαβιαρά όσα θεωρεί αρμόδια και κατάλληλαπρος τον επιδιωκόμενον σκοπόν, σεβόμενος αυτά ως αριστουργήματα τέχνης, αποβάλλει όλα όσα φαίνονται αυτώ ελλειπή και μη καλώς έχονται, συμπληρών δι’ ιδίων μουσικών συνθέσεων αυτά, και όσα εν τω Συστήματι του Χαβιαρά δεν υπάρχουσι γεγραμμένα.

Εν ταις συνθέσεσι των Εκκλησιαστικών Ύμνων ο Γριτσάνης προσπαθεί όσον το δυνατόν να τηρή τους Ήχους της Εκκλησίας. Παράδοξον δ’ είνε ότι ο Γριτσάνης ήτο τοσούτω θερμός φίλος της Εκκλησιαστικής Μουσικής, όσω της Τετραφώνου Μουσικής, ης ετύγχανε διδάσκαλος.


Ο Γριτσάνης είνε εντριβέστατος περί τα εκκλησιαστικά. Έγραψε διαφόρους διατριβάς επί του ζητήματος της Εκκλησιαστικής Μουσικής δημοσιευθείσας εις διάφορα Ελληνικά φύλλα.

Κατά τον εμπρησμόν της Αλεξανδρείας (τω 1881) εκάη η Βιβλιοθήκη αυτού, εν η υπήρχον πολύτιμα χειρόγραφα μουσικά αυτού, εν οις και η γραμματική της Ευρωπαϊκής μουσικής και κυρίως της εν Ζακύνθω Κρητικής Μουσικής.

Το ατύχημα τούτο προσεπάθησεν ο Γριτσάνης να θεραπεύση συντιθέμενος τα πυρποληθέντα αυτού έργα.

Και δη εξέδοτο Μουσικόν θεωρητικόν της Ευρωπαϊκής Μουσικής «Στοιχεία της φωνητικής Μουσικής προς χρήσιν της εν τοις Σχολείοις σπουδαζούσης νεολαίας». Εν Αθήναις 1889, τύποις Ανέστη Κωνσταντινίδου.

Εν τω εξωφύλλω του πονήματος τούτου επαγγέλλεται την έκδοσιν Παραθετικής Μεθόδου της τε Ευρωπαϊκής και Εκκλησιαστικής Μουσικής μετά παραδειγμάτων, γεγραμμένων δι’ αμφοτέρων των σημειογραφιών.


Ο ΓΡΙΤΖΑΝΗΣ

Μία μουσική προσωπικότης εξέχουσα εν τη γεραρά χορεία των μυστών της εκκλησιαστικής μουσικής, μία ιδιοφυία διαλάμψασα εν τη συνθέσει και εκτελέσει των υψηλών ύμνων της Ορθοδοξίας. Άντικρυς ασέβεια θα ήτο αν σήμερον επί τοις εγκαινίοις της εκκλησιαστικοίς μας μουσικής δεν επρωτοστάτει εν τη μνήμη των συγχρόνων της Ορθοδοξίας ιεροψαλτών, εξ εκείνων οίτινες κατηνάλωσαν και αφιέρωσαν το όλον του βίου των εις την σύντονον και ακριβή μελέτην της εκκλησιαστικής μας μουσικής ο προ ολίγου χρόνου εν Αλεξανδρεία αποβιώσας συμπολίτης ημών Π. Γριτζάνης. Εκ των περισωθέντων έργων και χειρογράφων του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου εν ακριβές συμπέρασμα δύναται ο μελετών ταύτα επισταμένως να εξαγάγη, ότι ο Γριτζάνης έζη διά την εκκλησιαστικήν μουσικήν, ότι εν τη ατμοσφαίρα ταύτης ηνδρώθη, ότι διά της ατμοσφαίρας ταύτης ετρέφετο. Μεταγενέστερος των παλαιοτέρων μουσικοδιδασκάλων όσοι διέπρεψαν εν Ζακύνθω, αυτός πρώτος ανήγαγεν εις επιστημονικόν ύψος την εκκλησιαστικήν μουσικήν και ο νους του και η καρδία του και τα αισθήματά του όλα εις ταύτην αφιερώθησαν. Ουδέν ζήτημα, ουδέν μουσικόν έργον, ουδεμία και η ελαχίστη διατριβή σχετιζομένη προς το ζήτημα της εκκλησιαστικής μουσικής ήτο ξένη προς τον Γριτζάνην. Όλων ήτο γνώστης και κάτοχος και επί όλων έχει εκφέρει τας γνώμας του. Ουδείς επιστημονικώτερον τούτου επραγματεύθη το ζήτημα της εκκλησιαστικής μουσικής, ζήτημα το οποίον αμφίβολον είναι αν άλλος της Ορθοδοξίας ιεροψάλτης κατενόησε κατά βάθος. Διά τούτο και ο Ραγκαβής απροκαλύπτως λόγον ποιούμενος περί του Γριτζάνη και του έργου αυτού, εκφράζεται ότι ουδείς επραγματεύθη το ζήτημα τούτο βαθύτερον του Γριτζάνη. Κάτοχος της μουσικής της τε λεγομένης Βυζαντινής και της Ευρωπαϊκής μαθητεύσας υπό τον Πετρέλαν, δεν εθεώρησεν ότι ο προορισμός του επιστήμονος ιεροψάλτου περιορίζεται εις την διεύθυνσιν ενός εκκλησιαστικού χορού, αλλά παρακολουθών την ιστορίαν της μουσικής περιήλθε τας αξιολογωτέρας βιβλιοθήκας της Ιταλίας και των της Ορθοδοξίας μονών ανερευνών παν μουσικόν έργον όπερ οι παλαιότεροι των μουσικοδιδασκάλων συνέθεσαν. Τα περισωθέντα έργα του και χειρόγραφα καταδεικνύουσι μίαν τοιαύτην συστηματικήν εργασίαν ήτις δεν απαντά εις άλλον σύγχρονον της εκκλησιαστικής μας μουσικής συγγραφέα. Ο Γριτζάνης απέθανεν αφού κατηνάλωσε τον βίον του εργαζόμενος υπέρ της μουσικής, συγγραφέων, οδηγών, καταπονούμενος υπέρ της τέχνης. Μελετών τις τα εκ της πυρκαϊάς ολίγιστα περισωθέντα έργα του τα τε ιστορικά και μουσικά αφαρπάζεται πάραυτα υπό του εργασθέντος ανθρώπου τόσον, ώστε να μη αμφιβάλη ότι ο ζήλος εκείνος ο υπέρμετρος προς παν έστω και το ελάχιστον το αφορών εις την εκκλησιαστικήν της ορθοδοξίας μουσικήν, ήτο μία ψύχωσις, μία ψυχική αφοσίωσις, μία ψυχική προσκόλησις εις την τέχνην. Το έργον του διακεκριμένου μουσικοδιδασκάλου δεν περιωρίζετο μόνον εις την τέχνην την οποίαν ηγάπησεν, αλλ’ εις όλην την ιστορίαν και την εξέλιξιν ταύτης την οποίαν αφήκεν όπως παράσχη αρκούσαν και απαραίτητον ύλην εις πάντα θέλοντα να μελετήση το ζήτημα και την ιστορίαν της Εκκλησιαστικής μουσικής και ιδίως της εν Ζακύνθω. Όταν συν Θεώ η εκκλησιαστική μας μουσική Σχολή καταρτίση την μουσικήν βιβλιοθήκην της περισυλλέγουσα και περισώζουσα τα διεσπαρμένα, πολλά εκ της μουσικής ταύτης βιβλιοθήκης θα αρυσθώσιν οι μεταγενέστεροι, αλλά το μάλλον διδακτικόν δι’ αυτούς θα είναι, η μελέτη της εργασίας του Γριτζάνη εκ της οποίας θα κατανοήσωσιν ότι το έργον ενός ιεροψάλτου ενός καλώς ευνοουμένου μουσικού όπως απαιτεί τούτον η εκκλησία, δεν περιορίζεται εις την εκτέλεσιν της τέχνης, εις την σύνθεσιν την μουσικήν των ύμνων της ορθοδοξίας και των τροπαρίων, αλλ’ εις την επισταμένην μελέτην παντός εις αυτήν αφορώντος, τοιαύτην οίαν δι’ όλου του βίου του ηκολούθησεν ο μακαρίτης Ζακύνθιος Π. Γριτζάνης.
Γ. Μ.

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009

Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ Παπανικολάου, ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΒΡΑΧΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ (29.6.2009)

"Εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν, ως τινες των καθ' υμάς ποιητών ειρήκασι˙ του γαρ και γένος εσμέν".

Με αυτά τα λόγια ο Απόστολος των Εθνών, ο Μέγας Παύλος, απευθύνθηκε στους Αθηναίους, από αυτόν εδώ τον χώρο, ατενίζοντας όπως και τότε αλλά όπως και εμείς τώρα, το ιερό μνημείο του Παρθενώνος, το κόσμημα της τέχνης και του πολιτισμού μας, το σύμβολο της αρμονίας και της θρησκευτικότητος των αρχαίων Ελλήνων. Θρησκευτικότητος, εν πολλοίς αντίθετη με το περιεχόμενο του μηνύματος που ήθελε να κομίσει ο Απόστολος από την Ταρσώ προς τους σοφούς της εποχής του, προς τους εγκρατείς της στωϊκής και της επικούρειας φιλοσοφίας, προς τους Αθηναίους κατοίκους δηλαδή της πρωτευούσης του πνεύματος και της διαλεκτικής μεθόδου.

Στο σημείο αυτό, στον ιστορικό χώρο του Αρείου Πάγου, κάθε Έλλην η ξένος πολίτης είχε το δικαίωμα να παρουσιάζει τις ιδέες του, τις οποίες και έθετε ως θέμα συζητήσεως μεταξύ των παρευρισκομένων ακροατών, αποδεικνύοντας περίτρανα το πνεύμα διαλόγου και επικοινωνίας που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει διαχρονικά το γένος μας, αλλά και την ελευθερία λόγου της Αθηναϊκής Πολιτείας.

Ο Παύλος, ευρισκόμενος κατά την πρώτη του αποστολική περιοδεία στην Ελλάδα, δεν θα ήτο δυνατόν να μην επισκεφθεί την Αθήνα, έχοντας σκοπό να κηρύξει τον αληθινό λόγο στους Έλληνες, τον Αναστάντα Χριστό, ο οποίος και μέχρι σήμερα είναι "σημείον αντιλεγόμενον"(1). Αξίζει όμως να δούμε την εποχή κατά την οποίαν ο Απόστολος των Εθνών αποφάσισε να διευρύνει και προς την Ελληνική σκέψη το ευαγγελικό μήνυμα. Αξίζει να δούμε σε ποιά κατάσταση βρισκόταν το ελληνικό πνεύμα και πως οι Αθηναίοι υποδέχθηκαν έναν νέο προφήτη-κήρυκα μιας άλλης θρησκευτικής θεώρησης από την διαδεδομένη ως τότε θρησκεία των ειδώλων. Το δωδεκάθεο και οι Ολύμπιες Θεότητες κατέκλυζαν την θρησκευτική έκφραση πολλών, χωρίς όμως να παρατηρείται η ίδια ζέση της χρονικής περιόδου πριν τον χρυσό αιώνα του Περικλή, εποχή η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο κολοφώνας της δημιουργίας στους τομείς της τέχνης και του πολιτισμού.

Ο Παύλος, λόγω της καταγωγής του είχε την δυνατότητα να γνωρίζει την φιλοσοφική σκέψη, τόσο του Πλάτωνα και των Σωκρατικών, όσο και του Αριστοτέλη, γεγονός το οποίο είχε εξάψει την επιθυμία του να επισκεφθεί την περιοχή όπου τα πρόσωπα αυτά έδρασαν και μεγαλούργησαν. Επισκέφθηκε όμως, μία Αθήνα, που γνώριζε μόνον πλέον εξ ακοής τις αξίες των μεγάλων φιλοσόφων, διότι ενώ η πόλις της Παλλάδος Αθηνάς αριθμούσε 20.000 περίπου πολίτες, ταυτόχρονα συνυπήρχαν 40.000 δούλοι-άνθρωποι από άλλα μέρη του τότε κόσμου, προκαλώντας ένα μεγάλο προβληματισμό για το κατά πόσον οι αρχές και οι αξίες του σεβασμού στο ανθρώπινο πρόσωπο και της απόλυτης ελευθερίας εκάστου, εξέφραζαν τελικώς κάθε έναν από τους Αθηναίους πολίτες. Η κατάσταση αυτή ήταν ένα βαρύτατο πλήγμα στο ιδεατό μοντέλο της Δημοκρατίας, διότι ήταν αδύνατον να συνυπάρξουν σ' αυτήν η δουλεία με την ελευθερία.

Πως είναι λοιπόν δυνατόν, μία πόλις, ένα έθνος, μία φυλή που τόσο εξύψωσε το ανθρώπινο ον, να μην μπορεί πρακτικά να βιώσει τις πλέον αναγκαίες αξίες τις ισότητος και του αλληλοσεβασμού, αξίες που κατεξοχήν απορρέουν από τις δημοκρατικές κοινωνίες; Η απάντηση βρίσκεται σ' αυτήν ακριβώς την πρώτη και συγκλονιστική ομιλία του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο.

Κεντρικά γνωρίσματα της όλης προσωπικότητος του Αποστόλου των Εθνών είναι αδιαμφισβήτητα η ισχυρή πίστη του στον Θεό, η επιμονή στην αποστολή του και η θυσιαστική του διάθεση απέναντι στον κάθε άνθρωπο. Ευρισκόμενος ο Παύλος στην Αθήνα, και μάλιστα σε αυτόν τον επιβλητικό βράχο, δεν θα μπορούσε να μην αισθανθεί το δέος και το ιστορικό βάρος όλων εκείνων που ετίμησαν το βήμα αυτό. Δεν θα μπορούσε, ας μου επιτραπεί, να μην αισθανθεί φόβο για το πως θα αντιμετώπιζε τα ιερά «τέρατα» της φιλοσοφικής διανόησης;

Επιτρέψτε μου, λοιπόν, Μακαριώτατε Πάτερ, να ομολογήσω και τον δικό μου φόβο, αλλά και την αναξιότητά μου συνάμα, να ίσταμαι στο βήμα του Παύλου, ενός προσώπου ξεχωριστού για την εκκλησιαστική ιστορία, αλλά και για την ευρωπαϊκή πορεία της γηραιάς μας ηπείρου.

Επιτρέψτε μου όμως να σας παρουσιάσω τη διαφορετικότητα. Όλα εκείνα τα στοιχεία που ανέδειξαν την αποστολική αυτή μορφή σε ηγετική φυσιογνωμία όλων των χριστιανών, διότι χωρίς τον Παύλο δεν θα μπορούσε κανείς να προδιαγράψει το μέλλον, τόσο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όσο και απάσης της ανθρωπότητος.

Που βρίσκεται, λοιπόν, η απάντηση στο ερώτημα της αποδοχής του μηνύματος του Αποστόλου; Γιατί οι Αθηναίοι δέχθηκαν να ακούσουν έναν Ιουδαίο-ξένον προς εκείνους φιλόσοφο; Γιατί του έδωσαν και δεύτερη ευκαιρία "ακουσόμεθά σου και πάλιν περί τούτου"(2); Ίσως η κοινωνική ανισότητα που χαρακτήριζε την συγκεκριμένη αθηναϊκή περίοδο είναι ένας λόγος. Ίσως, η πλήξη που εξέφραζε πολλές φορές τους διανοουμένους να είναι ένας ακόμα. Ίσως, η επιθυμία η η ανάγκη για κάτι νέο, κάτι καινούργιο, δυναμικό και αναζωογονητικό να είναι μερικές ακόμα από τις αιτίες που ώθησαν τους πολίτες της Αθήνας να ακούσουν εκ νέου τον εκ Ταρσού παρεπίδημο. Όμως, σίγουρα, η πραγματική αιτία, η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται σε βαθύτερα γεγονότα, τα οποία σχετίζονται με το τρανότατο παράδειγμα των δούλων και των ελεύθερων πολιτών. Ο άνθρωπος που είχαν μπροστά τους είχε την δύναμη να γεφυρώσει την κοινωνική αυτή ανισότητα. Να ισορροπήσει ανάμεσα στις προσωπικές φιλοδοξίες και τις επιδιώξεις εκάστου. Μίλησε για ίση αντιμετώπιση μεταξύ δούλων και ελεύθερων "ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ . . . "(3) και έτσι, με αυτό το διαχωρισμό εθεολόγησε. Ομολόγησε πως αν, όντως είσαι χριστιανός, βαπτισμένο μέλος της Εκκλησίας, δεν μπορεί παρά να βιώνεις ότι πιστεύεις. Να είσαι σε πλήρη ακολουθία λόγων και έργων. Αυτός άλλωστε πρέπει να ήταν και ο φόβος του Παύλου ενώπιον του ιερού βράχου. Θα μπορέσω εγώ, ίσως να μονολογούσε, να αποτελέσω έμπρακτο παράδειγμα για τους Αθηναίους, θα μπορέσω να αποδείξω σ'αυτούς το μεγαλείο αυτού που εκπροσωπώ; Θα μπορέσω να καλύψω το χρυσό ένδυμα και το απαράμιλλο κάλλος των αγαλμάτων από έναν φτωχό και ταπεινό Θεό, θα μπορέσω να μεταφέρω το απλό αλλά αληθινό μήνυμα του Χριστού; Αυτές οι σκέψεις προβλημάτιζαν τον Απόστολο των Εθνών, όχι λόγω της δικής του απιστίας, αυτό άλλωστε δεν μαρτυρείται πουθενά στο Ευαγγέλιο, αλλά λόγω της πορρώσεως των Ελλήνων, οι οποίοι απηχούσαν τα μεγαλεία του παρελθόντος, είχαν όμως απολέσει την σύνδεση λόγων και έργων.

Ο βράχος αυτός, Μακαριώτατε, αποτελεί διαχρονικό σύμβολο της άρρηκτης σύζευξης Ελληνισμού και Χριστιανισμού, αποδεικνύει το μεγαλείο της αλληλοπεριχωρήσεως, ενώ καταδεικνύει την υπεροχή του ζωντανού Θεού, ο οποίος φανερώνεται εν τόπω και χρόνω, λαμβάνει ανθρώπινη σάρκα, πάσχει για κάθε άνθρωπο, ανασταίνεται και ζει μέσα σε κάθε άνθρωπο. Ο σαρκωμένος Λόγος ενδύεται με το ανθρώπινο πρόσωπο, γίνεται ο ίδιος πρόσωπο σε μία σχέση κοινωνίας και αγάπης, ερχόμενος σε πλήρη αντίθεση με το προσωπείο του αρχαίου θεάτρου. Γιατί; Διότι έτσι προετοίμασε την ουσιαστική αλλαγή του ελληνικού πνεύματος, οδηγώντας προς το Πρόσωπο, προς τον ίδιο τον Εσταυρωμένο Χριστό, απαλλάσσοντας τον κάθε άνθρωπο από την επιφανειακή προσέγγιση των διαπροσωπικών σχέσεων.

Αυτό το πρόσωπο προσπάθησε να διατρανώσει ο Παύλος στους Αθηναίους. Αυτή τη νέα θεώρηση του ανθρωπίνου όντος, όχι ως ατομοκεντρική έκφραση, αλλά ως μοναδικό πρόσωπο κατά πάντα ισότιμο και ισόκυρο με την ουσία του Θεού που δεν είναι άλλη από την έκφραση της αγάπης Του προς τον πονεμένο άνθρωπο. Αυτό το στοιχείο έλειπε από την αρχαία διανόηση για να ολοκληρωθεί η μερική τελειότητά της. Αυτόν τον άγνωστο Θεό προσπάθησε να κηρύξει ο Απόστολος της αγάπης στους Αθηναίους, με σκοπό να τους οδηγήσει στην πραγματική πράξη των ιδεών που γέννησαν την δημοκρατία και το ολυμπιακό πνεύμα.

Είναι όμως ιδιαιτέρως επίκαιρο να δούμε πως το πρόσωπο αυτό για το οποίο μίλησε ο Παύλος, έχει αποκτήσει σήμερα τον σεβασμό και την αξία που θα έπρεπε να έχει σε κάθε καλώς νοουμένη αναπτυγμένη κοινωνία. Γίνεται πολύς λόγος για την έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για τις αξίες που περιγράφουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Η ιατρική επιστήμη επί παραδείγματι, αναζητά τα όρια αυτού του σεβασμού, αντιμετωπίζοντας τεράστια ηθικά διλήμματα με αποτέλεσμα να συγκρούονται επιστήμη και θεολογία λόγω αυτής της αδυναμίας. Το πρόσωπο όμως, ο κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως χρώματος, γλώσσας, πολιτισμού και θρησκείας, παραμένει ο μεγάλος ηττημένος αυτής της διαμάχης. Η συνεχώς αυξανόμενη φτώχεια, η διογκούμενη οικονομική κρίση, η πολιτική αστάθεια, το καθεστώς του πολέμου, η κοινωνική ανισότητα και ο θρησκευτικός φανατισμός ωθούν πολλούς ανθρώπους στην λύση της μετανάστευσης προς ένα καλύτερο αύριο, προς μία νέα πατρίδα στην οποία θα μπορέσουν να ξεπεράσουν τα παραπάνω προβλήματα. Σ αυτήν την νέα πραγματικότητα το πρόσωπο ταλανίζεται από τις νέες συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει. Εντάσσεται σ έναν νέο χώρο προκλήσεων, διεκδικώντας τα θεμελιώδη και πανανθρώπινα δικαιώματα που αρμόζουν σε κάθε πρόσωπο από όπου και αν αυτό προέρχεται.

Αξίζει να παραθέσουμε εδώ ένα μέρος σε νεοελληνική απόδοση από τον λόγο του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης περί φιλοπτωχείας και ευποιΐας, στον οποίο αρκετούς αιώνες πριν συγκεκριμένα τον 4ο αιώνα μ.Χ. αναφέρεται προφητικά η σημερινή κατάσταση: "Ήρθαν έτσι τα πράγματα, ώστε γύρω μας να αφθονούν οι γυμνοί και οι άστεγοι. Είναι πάμπολλοι οι πρόσφυγες που χτυπούν τις πόρτες μας. Πάμπολλοι είναι και οι ξένοι και οι μετανάστες. Όπου και αν κοιτάξεις θα δεις χέρια απλωμένα σε ζητιανιά. Για σπίτι έχουν την ύπαιθρο. Φωλιάζουν σε τρύπες όπως οι νυχτοκόρακες και οι κουκουβάγιες. Για χωράφι έχουν την διάθεση όσων δίνουν ελεημοσύνη. Πίνουν νερό από τις κρήνες, όπως τα ζώα και για ποτήρια έχουν τις χούφτες τους. Κρεβάτι, το έδαφος. Η ζωή τους είναι πλέον γεμάτη μετακινήσεις και αγριάδα, όμως δεν ήταν έτσι εξ αρχής. Ας όψονται η συμφορά και η ανάγκη"(4).

Σε πόσους, Μακαριώτατε Πάτερ, δεν είναι γνωστές αυτές οι εικόνες που περιγράφει ο πατήρ της Εκκλησίας. Πόσοι εξ ημών δεν αντιμετωπίζουμε καθημερινώς παρόμοιες καταστάσεις; Δεν είναι τρανότατη απόδειξη της εξαθλίωσης του ανθρωπίνου προσώπου οι παραπάνω εικόνες; Γι' αυτόν τον άνθρωπο μίλησε λοιπόν ο Απόστολος Παύλος στους Αθηναίους. Αυτό το πρόσωπο είναι η ομολογία του Αποστόλου, στο οποίο φανερώνεται ο Ιησούς Χριστός, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.

Αν και σήμερα μιλούσε από αυτόν τον βράχο ο Παύλος και ρωτούσε τους Αθηναίους, όλους εμάς δηλαδή, 2.000 χρόνια μετά την ανάσταση του Θεανθρώπου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι βιώνουμε την κατάσταση αυτή; Θα μπορούσαμε να δηλώσουμε ότι αγαπάμε με τρόπο τέτοιο που να ανοιγόμαστε σε κάποιον άλλο, σε κάποιον ξένο, χωρίς προϋποθέσεις προσωπικής ευδαιμονίας και εγωϊστικής αυταρέσκειας; Η αγάπη στην Εκκλησία αρχίζει από τον Ιησού Χριστό και καταλήγει σε κάθε μέλος Της, δημιουργώντας μία αμφίδρομη σχέση, η οποία φανερώνεται στην ευχαριστιακή σύναξη, δοξάζεται όμως στο πρόσωπο του πλησίον, του άλλου, του ξένου. "Ο γαρ αγαπών, τον έτερον νόμον πεπλήρωκε"(5) υπογραμμίζει ο Παύλος στην επιστολή του προς Ρωμαίους, αποσαφηνίζοντας το μεγαλείο της αγάπης στην διαπροσωπική σχέση, προσκαλώντας παράλληλα κάθε πιστό χριστιανό να πράξει το ίδιο.

Εμείς, αγαπητοί μου, έχουμε μπροστά μας αυτή την πρόκληση-πρόσκληση για να δούμε τον άλλο ως πρόσωπο, ως ξεχωριστή οντότητα με αξίες και αρχές που χρήζει σεβασμού και τιμής, όχι μόνον επειδή υπάρχει η εκφράζει απόψεις που συμφωνούμε η διαφωνούμε με αυτές, αλλά διότι αντικατοπτρίζει την Τριαδικότητα του Θεού, την δόξα Του και την λάμψη Του, τη φανέρωση της Βασιλείας του Θεού επί της γης.

Μακαριώτατε,

"του γαρ και γένος εσμέν", αυτού του ιδίου γένους και από την ίδια σάρκα είμαστε όλοι πλασμένοι. Ας είναι η σημερινή ημέρα η απαρχή της προσωπικής, πλέον, αναφοράς μας προς τους εγγύς και τους μακράν. Ευχηθείτε, Μακαριώτατε, ο Μέγας των Εθνών Απόστολος Παύλος να δέεται προς τον αρχιποίμενα Χριστό για την πραγμάτωση αυτής της ευχής, για την ολοκλήρωση του ευαγγελικού λόγου με σκοπό την απροϋπόθετη και προσωπική αγάπη προς πάντας. Ευχηθείτε να αποχωρήσουμε όλοι από αυτόν τον χώρο, έχοντας ελπίδα ότι μπορούμε να είμαστε πρόσωπα αγάπης, πρόσωπα καταλλαγής και συμφιλίωσης, ζωντανές εικόνες ενός ζωντανού Θεού.
Γένοιτο.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Λουκ. 2,34.
2. Πραξ. 17, 32-33.
3. Γαλ. 3,28.
4. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Περί φιλοπτωχίας και ευποιΐας, λόγος Α/, PG 46, 457A-C.
5. Ρωμ. ΙΓ , 8.

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: [ΝΑ ΓΟΥΡΜΑΣΟΥΝ ΕΩΣ ΘΑΝΑΤΟΥ] (Μετάφραση στα αραβικά: Roni Bou Saba)

Α΄ δημοσίευση στο:

Τα πάντα όλα σπρώξε τα να γουρμάσουν
έως θανάτου

απ' το μη ον στο παν
παθαίνεις
και μαθαίνεις
και τανάπαλιν.

Κραδαίνω φωτιές
όσο θ' αντέχω
κι όταν
στ’ ανεμόβροχο
κι επαφίεμαι στα που φέρνει το ρέμα
όντα παφλάζοντα.

Τ’ακατάληπτα πολίζουν το μυαλό μου
πορφυρότατα

αν και λιμνάζω
στους εγκαταβιούντες ψάξτε
και βρείτε με.



20.11.1998 ( Έσχατος Φίλος, σ. 15 )

كلّ الأمور ادفعها كي تنضج
حتّى الموت

من العدم إلى الكلّ
تتألّم
وتتعلّم
وبالعكس.

أذكّي النار
بقدر ما أحتمل
وحين
في الماطرة العاصفة
وأستسلم لما يأتي به السيل
كائناتٍ عائمات.

تمدّن الغموض عقلي
أرجوانيّاً

وإن راكداً مع المتوحّدين فتِّشوا
وجِدوني


20.11.1998

1- Yahne le Toumelin, L'Océan en feu
2- Guillaume Makani, Sous la pluie

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2009

Βασίλη Αμανατίδη, Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ "ΓΕΝΙΑ" ΤΟΥ '90. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ -ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ- ΣΕ ΜΙΑ ΑΦΑΝΗ ΓΕΝΙΑ


Πέρα από το γεγονός πως η ταξινόμηση των καλλιτεχνικών μονάδων σε "γενιές" μπορεί εύκολα να αποδειχθεί μία παραπλανητική γενίκευση, ειδικά για τη δεκαετία του '90 στην Ελλάδα είναι πραγματικά αδύνατον να μιλήσει κανείς για "γενιά", όχι μόνο λόγω της έλλειψης ενός άξονα και μιας κοινής προβληματικής μεταξύ των νεότερων ποιητών που πρωτοεμφανίστηκαν μέσα στη λήξασα δεκαετία (1990-1999), όσο κυρίως γιατί οι ποιητές αυτοί φαίνεται πως είναι: λίγοι, ή, εν πολλοίς, αφανείς.

Μερικές πρόχειρες ερμηνείες του φαινομένου:
α. Η έλλειψη ενός ισχυρού κοινού άξονα μπορεί να αποδοθεί σε μία γενικότερη τάση της συνολικής καλλιτεχνικής παραγωγής των τελευταίων δεκαπέντε, περίπου ετών. Η μεταμοντέρνα συνθήκη αποδοχής όλων των κινημάτων, η νομιμοποίηση κάθε μέσου και τρόπου, η πτώση των -ισμών και η αδιαφορία για συσπείρωση και κοινούς προγραμματικούς στόχους έχουν οδηγήσει σε μια ενδιαφέρουσα αλλά χαοτική, και ίσως άνευρη, πανσπερμία, κατά την οποία κάθε καλλιτεχνική μονάδα αποτελεί σχεδόν κίνημα, αυτόφωτο σύμπαν. Κάτι που βεβαίως θα μπορούσε εν τέλει και να θεωρηθεί ιδιάζον γνώρισμα των ποιητών της τελευταίας δεκαετίας.
Έχει ωστόσο παρατηρηθεί πως οι πεζογράφοι της δεκαετίας του '90 παρουσιάζουν μια σειρά περισσότερο συγκεκριμένων γνωρισμάτων, με πιο συμπαγείς αρμούς. Και το αυτονόητο: είναι πολυπληθέστεροι ή κατά πολύ περισσότερο προβεβλημένοι.
β. Ενδέχεται, έτσι, η ολιγαριθμία των ποιητών να είναι κάπως παραπλανητική. Πιθανόν, η λογοτεχνική κριτική, έχοντας υπερβολικά μειωμένα αντανακλαστικά ως προς την ποίηση, θολώνει το τοπίο. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όταν φτάνει να αναφερθεί σε ποιητές, περιορίζεται στους δυο-τρεις καθιερωμένους. Προκειμένου όμως για την πιο πρόσφατη ποιητική παραγωγή, τα αντανακλαστικά της κριτικής αποδεικνύονται εντελώς αδρανή. Μολονότι συχνά μεμψιμοιρεί για την απουσία της ποιητικής γενιάς του '90, μοιάζει να αγνοεί πως ευθύνεται και η ίδια, αφού είτε αδιαφορεί, είτε αργεί, μη κατορθώνοντας να παρουσιάσει μια έγκαιρη και διεισδυτική εικόνα, έστω και μεμονωμένων περιπτώσεων.
Ίσως όμως είναι ακόμη σχετικά νωρίς για να απαιτήσει κανείς μια κάποια εποπτεία της ποίησης του '90. Οι ποιητές της Γενιάς του ΄80 άλλωστε (γενικά και αυτή μάλλον εντός εισαγωγικών, καθώς αποτελεί εν πολλοίς απόηχο της συσπειρωμένης, λόγω της δικτατορίας, Γενιάς του '70), μόλις τώρα έχουν αρχίσει να μελετώνται και να καταξιώνονται, αν και στη εποχή τους είχαν τύχει καλύτερης αντιμετώπισης απ' ότι, οι πιο νέοι ποιητές στη δική τους. γ. Φαίνεται πως η λογοτεχνική κριτική, ακολουθεί μοιραία (και ίσως ασυνείδητα) την κυρίαρχη και εμπορική τάση της εποχής. Το αγοραστικό κοινό της ποίησης είναι ποσοτικά ελάχιστο: μετρημένοι στα δέκα δάχτυλα είναι οι ποιητές που εγγίζουν το φράγμα των χιλίων αντιτύπων, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού οι ποιητές που το ξεπερνούν αρκετά.

Αντίθετα από ό,τι συνέβαινε στις δύο προηγούμενες δεκαετίες, στη δεκαετία του '90 η εκδοτική παραγωγή ποίησης είναι ελάχιστη. Οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι περιορίζονται κυρίως στην κερδοφόρα πεζογραφία, και οι λίγοι που διατηρούν σειρές ποίησης εκδίδουν περιορισμένα, επιμένοντας σε καθιερωμένους ποιητές, και αρνούμενοι να ρισκάρουν σε νέα ονόματα· εκτός και αν υπάρχει κάποιος -γοητευτικά ή μακάβρια- ειδικός λόγος (πρόσφατα η περίπτωση της, αξιοπερίεργα νεαρής, 16χρονης Έλλης Παπαγεωργίου στον "Κέδρο", και η περίπτωση της μεταθανάτιας έκδοσης του 20χρονου αυτόχειρα Γιώργου Φιλιππίδη στον Καστανιώτη).
Αυτή η συντηρητική πολιτική έχει ως άμεσα αποτελέσματα την παρατεταμένη καταφυγή των νεότερων ποιητών στα διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, αλλά και τη συχνή αναγκαστική λύση των ιδίοις αναλώμασιν εκδόσεων. Επιπλέον, οι ποιητές φτάνουν να εκδώσουν σε εκδοτικούς οίκους (περιφερειακούς βέβαια και μικρότερης εμβέλειας) σε αρκετά μεγαλύτερη ηλικία. Έτσι, επιτείνεται μια άνευρη ατμόσφαιρα: δεν υπάρχει λογοτεχνικό περιβάλλον υποδοχής, τα λογοτεχνικά περιοδικά αποτελούν συνήθως μια κλειστή υπόθεση παρέας, και μόνο ορισμένα είναι σημαντικά και περισσότερο ευρείας κυκλοφορίας. Ακόμη και μέσω αυτών όμως, δεν διαγράφεται κάποια ενιαία τάση. Γενικά, η ποίηση δεν συζητιέται και δεν προβάλλεται από τον Τύπο (πόσο μάλλον τα έργα των νεότερων ποιητών), και δεν φαίνεται να υπάρχει ο χώρος για να αναπτυχθούν στην ώρα τους τομές και ρήξεις, αν υπάρχουν. Άλλωστε, οι νέοι καλλιτέχνες δεν φαίνεται να έχουν ακόμη μπορέσει να "δημιουργήσουν" -έστω και μέσα από πιο ειδικευμένα περιοδικά- ούτε τους πανεπιστημιακούς θεωρητικούς ούτε τους κριτικούς τους: νεότερους επιστήμονες, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν πέρα από τα δεδομένα στερεότυπα της επίσης κριτικής, και του ηγεμονικά σνόμπ και επιλεκτικά μόνο εγειρόμενου γούστου των πανεπιστημιακών με έγκυρες θέσεις-κλειδιά. Είναι ακόμη εξαιρετικά νωρίς για να συμβεί κάτι τέτοιο;
δ. Η υπερβολική αύξηση της εκδοτικής παραγωγής που παρατηρείται στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία αποδείχθηκε τελικά εις βάρος της ποίησης. Την απροθυμία των εκδοτών να ποντάρουν σε αυτήν ακολουθούν και οι νεότεροι λογοτέχνες. Αντίθετα απ' ό,τι συνέβαινε παλιότερα, η ποίηση αποτελεί πια όλο και πιο σπάνια έστω και το προπαρασκευαστικό στάδιο της διαμόρφωσης ενός πεζογράφου: ούτως ή άλλως ένα άχαρο και άδικο προς την ποίηση στάδιο, που ωστόσο έδειχνε κάποτε τη στοιχειώδη επαφή των νεότερων ηλικιακά λογοτεχνών μαζί της. Έτσι, τελευταία, παράγονται όλο και πιο συχνά πρωτόλεια "μυθιστορήματα" πρωτοεμφανιζόμενων -και πολύ νέων στην ηλικία- συγγραφέων, κείμενα (ημι;)αυτοβιο-γραφικά, χαλαρής ή κοινότοπης πλοκής, κοινωνικο-αισθηματικής υφής ή τηλεοπτικά εξαργυρώσιμης λογικής, συνήθως πρωτοπρόσωπα και ολιγοσέλιδα, τα οποία έρχονται να καλύψουν μια εκδοτική πείνα για νέο συγγραφικό αίμα.

Σε άλλες εποχές οι συγγραφείς αυτοί θα είχαν προτιμήσει πιθανόν να πρωτοδημοσιεύσουν ποίηση. Αυτό βεβαίως ένα δεν είχε ανακαλυφθεί πρόσφατα πως τέτοια μυθιστορήματα βρίσκουν συμπαθητική εμπορική απήχηση σε ένα νεανικό προφανώς κοινό, που και αυτό με τη σειρά του έμαθε να αδιαφορεί για την ποίηση, εθισμένο κυρίως στις αμέσου βρώσεως τηλεοπτικές συνταγές.
Στην πραγματικότητα λοιπόν δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι ποιητές του '90 είναι λιγότεροι από ό,τι άλλοτε. Καινούρια ποίηση και γράφεται και δημοσιεύεται σε περιοδικά, και, σπανιότερα, εκδίδεται - με όποιους τρόπους. Απλώς, δεν εκδίδεται από μεγάλους οίκους, δεν εκτίθεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, δεν συζητιέται. Οι περιπτώσεις των νέων ποιητών δείχνουν σκόρπιες και ασυνεχείς. Η τέχνη αυτή μοιάζει απλώς να μην αφορά - όντας ίσως τέχνη που δρα υπογείως, και με ρυθμούς που δεν συμφωνούν με τη σημερινή ταχύτητα της ακαριαίας κατανάλωσης.

Και γιατί όμως θα έπρεπε να αφορά; Πόσο καινούρια ή καλή είναι η ποίηση αυτή;
Στην υποτιθέμενη "γενιά" του '90 φαίνεται να συνυπάρχουν όλες οι κυρίαρχες τάσεις των τελευταίων ετών, και είναι δύσκολο να ειπωθεί αν αποκρυσταλλώνεται ένα καινούριο στοιχείο, εφόσον συγκροτημένες και συνολικότερες μελέτες του συγκεκριμένου πεδίου εξακολουθούν να μην υπάρχουν.
Οι σημερινοί ποιητές του "κλειστού χώρου", αφηγούνται κυρίως δράματα δωματίων και αρνούνται την έκφραση κοινωνικών οραμάτων- ποιων άλλωστε ακριβώς; Αν μπορούσε κανείς να εντοπίσει ένα γενικό χαρακτηριστικό, πέρα από την πασνπερμία των στυλ, αυτό θα ήταν ίσως ένας "νεοσυντηρητισμός", μια επιστροφή σε παλιές φόρμες και κάποια ανανέωσή τους, που υπήρχε ήδη ως τάση στη Γενιά του '80. Το ύφος και η φόρμα μπορεί να ποικίλλουν, όμως η αποδοχή όλων των ποιητικών ειδών είναι ένα συνεχιζόμενο χαρακτηριστικό μιας μεταμοντέρνας ποίησης που χειρίζεται σαν δειγματολόγιο την ιστορία των ποιητικών στυλ. Το στοιχείο αυτό -ενδεικτικό μιας απροθυμίας για ρήξεις- συνοδεύεται πάντως και από σεβασμό στους κατεξοχήν πρωτοπόρους της ρήξης: τους ένδοξους ποιητικούς προγόνους της Γενιάς του '30 (Σεφέρη, Ελύτη). Ο καβάφης παραμένει ακόμη ως επιρροή, το ίδιο και ο Εμπειρίκος. Πάντως στον παραπάνω κανόνα τείνουν να προστεθούν ποιητές όπως ο Μιχάλης Κατσαρός, και κυρίως ο Μίλτος Σαχτούρης, τελευταία ο Έκτωρ Κακναβάτος, και κυρίως ο Νίκος Καρούζος και η Κική Δημουλά. Δεν είναι τυχαίο. Τους περισσότερους θα μπορούσε κανείς αδόκιμα να τους χαρακτηρίσει "υπαρξιακούς μετασουρεαλιστές", που βρέθηκαν για χρόνια στο περιθώριο του ποιητικού κανόνα, και κερδίζουν τώρα έδαφος χάριν της λιγότερο πομπώδους αισθητικής τους: ελάχιστη ή καθόλου αρχαιολατρεία, εμμονή στην ακαριαία εικόνα, επιθετικότητα αλλά επιδεικτικά ευφυής νηφαλιότητα, υψηλή αίσθηση του λογοπαιγνίου.

Ποίηση δηλαδή που μπορεί να διαβαστεί και από μια εφηβική εξεγερμένη ροκ γενιά, περισσότερο βέβαια παλαιού τύπου, παρά άμπιεντ ή τέκνο. Μ ούτως ή άλλως -ευτυχώς ή δυστυχώς- η ποίηση των νέων ποιητών εξακολουθεί να ξεκινά ευκολότερα από μία αντίληψη εξέγερσης και απομόνωσης, από μια ψευδοπεριθωριακή -αλλά εν τέλει μαζική και πεπαλαιωμένη- αντίληψη, που ακόμη και σήμερα θα ονομάζαμε "ροκ" (ό,τι κι αν μπορεί πια να σημαίνει αυτό).

Ο σουρεαλισμός δείχνει πλέον να αποτελεί κοινή προγονική ποιητική εμπειρία για ένα άνοιγμα του ψυχισμού. Όμως δεν είναι βέβαια ακριβώς αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε "καινούριο". Από την άλλη, οι αμιγώς μεταμοντέρνοι μορφολογικοί και ειδολογικοί πειραματισμοί τείνουν να απομονώνουν τον αναγνώστη από το κείμενο, και, καλώς ή κακώς, σπάνια ενδιαφέρουν τους νεότερους ποιητές. Τους γοητεύει πομως ακόμη συχνά ένα στυλ γραφής με παρωχημένα, συνήθως, σχήματα χειρισμού του σοκ και της αμφισβήτησης, όπως περίπου τα πρωτοείδαμε στην αμερικανική "μπητ" γενιά του '60 - αν κι φυσικά αυτή η, παλαιομοντερνιστικά πια εκφρασμένη "οργή" μπορεί να οφείλεται στο εφηβικά νεαρόν της ηλικίας κάποιων. Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί κανείς να εντοπίσει ακόμη και σήμερα έναν δυσκοίλιο διανοουμενισμό, απότοκο ενδεχομένως μιας κλειστής αντίληψης για την ποίηση, που περιχαρακώνει τον ζωτικό της χώρο και, συχνά, την καθιστά αλαζονικά ενδοαναφορική, τεχνημένα υψηλή, και υποκριτικά βαθυστόχαστη.
Πάντως, πρόκειται για ποίηση που, ούτε λίγο ούτε πολύ, δείχνει μη ενσωματωμένη στην εποχή της.

Σε γενικές γραμμές, λείπει η επιθυμία για την έκπληξη και η γοητεία κειμένων που απευθύνονται στη διέγερση του συνόλου των αισθήσεων, όχι μόνο του νου. Λείπει η αμεσότητα της καθαρής συγκίνησης. Λείπει η επαφή με τη σύγχρονη ποίηση άλλων χωρών. Λείπει μια εκ νέου αποενοχοποιημένη ενσωμάτωση των κατά παράδοσιν ελληνικών συμβόλων, που να τα οδηγεί ομαλά μέσα σ' ένα ηλεκτρισμένο διεθνιστικό πεδίο, χωρίς ούτε να απωθούνται ούτε να προβάλλονται ως ιδιαιτερότητα. Λείπει η ευρύτερη "ποπ" κουλτούρα με την οποία λογικά μεγάλωσε η συντριπτική πλειονότητα των ποιητών αυτών (δύο τινά συμβαίνουν: είτε κανείς μέσα σ' αυτή την κουλτούρα δεν γράφει ποίηση και όσοι γράφουν είναι της όπερα, του υψηλού έντεχνου, ή ενός ροκ που μοιάζει να τελειώνει με τους Doors, είτε τα παραδοσιακά στερεότυπα των ποιητικών τρόπων είναι τόσο ισχυρά και δεσμευτικά, μεταβάλλονται τόσο αργά και ανανεώνονται τόσο δύσκολα, ώστε αποκλείουν ή δυσχεραίνουν τη διαπίδυση στοιχείων του ενός κόσμου μες στον άλλον). Λείπουν ακόμη τα διαδραστικά πειράματα και η μικτή γραφή που αφήνεται να κινηθεί με ελευθερία εντός ποικίλων ειδών. Λείπουν, από τη φόρμα, οι πρώτες έστω λαβυρινθώδεις νύξεις της γενιάς του Κυβερνοχώρου. Λείπει η ποιητική αντιστοιχία με ανάλογα, και πολύ πιο προωθημένα, σύγχρονα επιτεύγματα στους χώρους των υπολοίπων τεχνών (χορό, θέατρο, τραγούδι, εικαστικά, σινεμά). Κυρίως λείπει η ελαφράδα και το χιούμορ.

Πιθανόν η ποίηση θεωρείται στην Ελλάδα μια τέχνη υπερβολικά υψηλή, που δεν επιτρέπεται κανείς να παίξει πολύ μαζί της. Σοβαροφάνεια, επιτηδευμένη ακατανοησία, και αντιμετώπιση της ποίησης ως χώρου εναποθήκευσης των σπλάγχνων και των απωθημένων του ποιητικού υποκειμένου ή αποκλειστικά βαθύνοων ενατενίσεων, έχουν διαδεχτεί την πολύ παλαιότερη μάστιγα του διδακτισμού, με αντίστοιχα καταστροφικά αποτελέσματα: Η ποίηση αντί να αποτελεί τη, ζωντανή και μαγικά συμπυκνωμένη, δημιουργική τέχνη του λόγου, καταλήγει συχνά να είναι το ημίνεκρο όχημα εκμυστήρευσης προσωπικών παθών· αντί να πλάθει σύμπαντα αναπαράγει με τετριμμένους τρόπους τετριμμένα συναισθήματα· έτσι, τείνει να αποκλειστεί από τις κατηγορίες των ζωντανά εξελισσόμενων τεχνών, και μοιάζει να κατοχυρώνεται ως σεβάσμιο μουσειακό είδος, που το απολαμβάνουν ράθυμα και στοχαστικά κυρίως άνθρωποι μιας παλαιότερης τάξης πραγμάτων. Όλα αυτά ευνοούν την αποξένωση από τον αναγνώστη -και μάλιστα τον νεαρό αναγνώστη-, και δίκαια ίσως προκαλούν την αποστροφή και την αγοραστική του περιφρόνηση.

Δυστυχώς, αν και τα τελευταία δέκα χρόνια οι υπόλοιπες τέχνες στην Ελλάδα έχουν κάνει, και μάλιστα συνεργαζόμενες, σημαντικά βήματα εξωστρεφούς επικοινωνιακότητας, χωρίς καθόλου να χάσουν την καινοτόμο και υπερήφανη δυναμική τους, δεν φαίνεται ακόμη να συμβαίνει το ίδιο και με την -προς το παρόν αυτάρεσκα απομονωμένη- τέχνη της ποίησης.


[Πηγή: Περιοδικό Εντευκτήριο (Τεύχος 53, Ίανουάριος -Μάρτιος 2001)]

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2009

Γιάννη Ρίτσου, ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

Όταν, κατά το μεσημέρι, βρέθηκε στο κέντρο του αρχαίου θεάτρου,
νέος Έλληνας αυτός, ανύποπτος, ωστόσο ωραίος όπως εκείνοι,
έβαλε μια κραυγή (όχι θαυμασμού˙ το θαυμασμό
δεν τον ένιωσε διόλου, κι αν τον ένιωθε
σίγουρα δεν θα τον εκδήλωνε), μια απλή κραυγή
ίσως απ' την αδάμαστη χαρά της νεότητάς του
ή για να δοκιμάσει την ηχητική του χώρου. Απέναντι,
πάνω απ' τα κάθετα βουνά, η ηχώ αποκρίθηκε -
η ελληνική ηχώ που δεν μιμείται ούτε επαναλαμβάνει
μα συνεχίζει απλώς σ' ένα ύψος απροσμέτρητο
την αιώνια ιαχή του διθυράμβου.


[Το ποίημα προέρχεται από την ποιητική συλλογή του Γιάννη Ρίτσου, υπό τον τίτλο "Μαρτυρίες", εκδόσεις Κέδρος.
Ευχαριστούμε τη φίλη φιλόλογο Δανάη Ξανθοπούλου, που μάς το υπέδειξε.]

Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Αναζητώντας νέο διαδικτυακό ύφος!

Της Κατερίνας Δεμέτη

Με ενενήντα εννέα διαφορετικούς τρόπους ο Ραιημόν Κενώ, στο κλασικό βιβλίο του Ασκήσεις ύφους (Exercises de style, 1947, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα 1984), περιγράφει το ασήμαντο επεισόδιο, του καυγά ενός νεαρού με το διπλανό του, σε κάποιο Παρισινό λεωφορείο, σε ώρα κυκλοφοριακής αιχμής.
Ο Κενώ, με έναν εξαιρετικά πρωτότυπο και ευρηματικό τρόπο, παρουσιάζει την ίδια ιστορία με ενενήντα εννέα παραλλαγές. Το ύφος αλλάζει: άλλοτε γίνεται θεατρικό, άλλοτε σημειολογικό, άλλοτε δεκαπεντασύλλαβο και άλλοτε μάγκικο!
Και όλες αυτές οι εκδοχές αφήνουν στον αναγνώστη του την απορία: ποιος είναι ο επιτυχέστερος τρόπος απόδοσης μιας ιστορίας;
Η απάντηση έρχεται αυτονόητα: μα εκείνος φυσικά που ταιριάζει καλύτερα στον καθένα μας, εκείνος που φωτίζει τη συγκεκριμένη όψη της πραγματικότητας, που έχει τόσες, όσες και οι άνθρωποι που τη βιώνουν.
Τότε λοιπόν, γιατί επιμένουμε να βλέπουμε το νησί μας μ’ ένα τρόπο μονολιθικό και μονόπλευρο;
Και γιατί μια βολτούλα στον κεντρικό δρόμο της διαδικτυακής γειτονιάς της Ζακύνθου θυμίζει μια γειτονιά γεμάτη με ταμπέλες, «ενοικιαζόμενα», «rooms to let»;
Η πρώτη σελίδα στην αναζήτηση στο Google, φέρνει δέκα sites φορτωμένα με ξενοδοχεία και βίλες.
Εντυπωσιακή πράγματι η πληθώρα των καταλυμάτων, αλλά είμαστε μόνο αυτό;
Δεν υπάρχει πουθενά κάτι που να μας ταυτοποιεί και που κυρίως να μπορεί να ενδιαφέρει τον ψαγμένο επισκέπτη του νησιού μας, τον τουρίστα, που αναζητά κάτι περισσότερο από Laganas και Ναυάγιο;
Σε μας, τους ντόπιους, το να βλέπουμε μια τέτοια διαδικτυακή εικόνα του νησιού μας, μοιάζει λίγο πολύ με τα δύο γνωστά έργα του Βέλγου σουρεαλιστή ζωγράφου Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967), ο οποίος στην προσπάθειά του να υπογραμμίσει τη σημασία της όρασης μέσα στη ζωή, ζωγράφισε μία καρέκλα λέγοντας ότι δεν είναι καρέκλα και μία πίπα λέγοντας ότι δεν είναι πίπα! (Ceci n’ est pas une pipe / Ceci n’ est pas une chaise). Και όταν του είπαν πως λαθεύει, τους απάντησε: «Δοκιμάστε να καθίσετε και δοκιμάστε να γεμίσετε την πίπα που βλέπετε με καπνό».
Και φυσικά είχε δίκιο, αφού έτσι εδραίωσε την αντίληψη για τη διαφορετική μεταχείριση των αντικειμένων, όταν αυτά χρησιμοποιούνται με άλλου τύπου αντίληψη και εκφραστική.
Πώς όμως να πείσουμε τους χιλιάδες επισκέπτες των ιστοσελίδων μας, ότι αυτό που βλέπουνε, δεν είναι αυτό που είμαστε; Δεν μπορούμε να έχουμε δίπλα μας το Μαγκρίτ να σώζει την κατάσταση.
Μήπως ήρθε η ώρα να δημιουργήσουμε μια νέα πραγματικότητα, μια υπερ-πραγματικότητα (sur-realite'), χρησιμοποιώντας, όπως οι Σουρεαλιστές ζωγράφοι τα όνειρά μας, και το στοιχείο του τυχαίου πέρα από κάθε αισθητική, υπονομεύοντας, όπως εκείνοι τις ορθολογιστικές αντιλήψεις και τις τυπικές συμβάσεις, αφού γνωρίζουμε ότι
«της Κυριακής το ξύπνημα και λειώνει και ζουρλαίνει, όταν ακούς γιουλάκια ολόμπλαβα και ο Άγιος να σημαίνει».
Μήπως μ’ άλλα λόγια πρέπει ν’ αναζητήσουμε νέο ύφος, από τα πολλά που υπάρχουν, έτσι ώστε στις μηχανές αναζήτησης να δείξουμε ένα νέο πρόσωπο;
Και μήπως το πλάνο δράσης μας για προσέλκυση εναλλακτικού τουρισμού, δεν πρέπει πλέον ν’ αναλώνεται στο να τρέχουμε στις διάφορες τουριστικές εκθέσεις, παρακαλώντας για μαζικό τουρισμό;
Άλλωστε ο ποιοτικός τουρίστας δεν επισκέπτεται απλώς ένα μέρος για να κοιμηθεί και να κολυμπήσει στην πισίνα του. Με τέτοια μέρη είναι γεμάτη η υφήλιος. Ο ποιοτικός τουρίστας θέλει να ξέρει πού θ’ αποφασίσει ν’ αφιερώσει κάποιον χρόνο, και τι επιλογές έχει για να τον γεμίσει.
Γι’ αυτό πρέπει μέσα από τις ιστοσελίδες μας να του γνωρίσουμε τη φύση του προορισμού του, τα αξιοθέατα, τις δραστηριότητες που μπορεί ν’ ακολουθήσει, τα προϊόντα του τόπου και όχι μόνο τους διαφημιζόμενους πελάτες.
Αν η διαδικτυακή μας εικόνα γίνει πιο ευέλικτη, όπως άλλες ιστοσελίδες το έχουν καταφέρει (χαρακτηριστικό παράδειγμα η ιστοσελίδα για την Πελοπόννησο του Lonely Planet:
http://www.lonelyplanet.com/greece/the-peloponnese), ίσως αποκτήσει ξαφνικά μια πιο ελκυστική όψη, κοντά στην πραγματική φύση του νησιού μας, και η όραση δεν θα είναι η μόνη που θα επηρεαστεί.
Θα ενεργοποιηθούν και οι άλλες μας αισθήσεις: η ακοή, η όσφρηση, η αφή, η γεύση.
Αυτό θα προσφέρει πραγματικά στον εναλλακτικό τουρισμό, και το μοναχικό μας σερφάρισμα, ίσως αποδώσει καρπούς.
Μια εναλλακτική εν τη γενέσει της προσπάθεια, που λειτουργεί ως η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα, είναι η σελίδα
http://www.ecozante.com/.
Στον αντίποδα των τουριστικών sites είναι τα δεκάδες blogs, που εκφράζοντας το συντάκτη τους, μπορούν με την ποιότητά τους ή την έλλειψή της, να συνεισφέρουν στη διαφορετικότητα του διαδικτυακού ύφους και ανάλογα, να πλουτίσουν ή να φτωχύνουν, την παρουσίαση του νησιού μας μέσα στον κυβερνοχώρο.
Τα επιλεγμένα blogs φίλων, που εκθέτουμε παρακάτω, αποτελούν ενδεικτικά μόνο παραδείγματα του πόσο μακριά βρίσκεται η αληθινή εικόνα του νησιού μας, από αυτή που καθημερινά βλέπουμε στα τουριστικά ιστολόγια του Google.
Γιατί να μην αγκαλιάσουμε τα ποιοτικά αυτά εγχειρήματα και να μην διδαχτούμε από την ευαίσθητη ματιά τους;
Άλλωστε, όλοι, όπως ο Ραιημόν Κενώ στο «Ασκήσεις ύφους», διηγούνται την ίδια ιστορία: την ιστορία της καθημερινής μας τρέλας, την ιστορία του νησιού, που υποφέρει από έλλειψη νερού, καθαριότητας, πρασίνου, παιδικών χαρών, πολιτιστικών υποδομών, καλλιτεχνικών δρωμένων και ασφυκτιά στον πολύβουο κόμβο της διαδικτυακής γειτονιάς από τους τουριστικούς κράχτες, που μας καλούν για «αξέχαστες διακοπές στο νησί των Ποιητών».
[Εικονογράφηση: Έργα René Magritte]

Σάββατο 4 Ιουλίου 2009

π. Παναγιώτη Καποδίστρια: ΛΟΧΙΑΣ ΚΑΝΑΚΗΣ ΣΠΙΝΟΣ: "ΑΝΟΙΞΕ ΜΕ ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΤΟΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ..."

[Από τα Πρακτικά (τόμος 2, Ανθολογία Ιονίου Λογοτεχνίας, σ. 71-76) της Συνάντησης "Ενέργειες Ανάδειξης Σύγχρονου Πολιτισμού και Ιστορικής Κληρονομιάς από το Δήμο Αργοστολίου" (12.12.2008)]

Γνωρίζω πολλούς απλούς ανθρώπους της καθημερινότητάς μου, οι οποίοι τις συγκλονιστικές γι’ αυτούς στιγμές του βίου τους, τις αθανάτισαν σε ποιητικό λόγο, συνήθως ευσύνοπτο. Μήπως τα λαϊκά στιχάκια, προσπάθεια μνημείωσης του κατά περίστασιν Σημαντικού δεν είναι; Η γέννηση, ο έρωτας, η ξενιτιά, ο θάνατος είναι μερικοί από τους σταθμούς της ανθρώπινης διαδρομής, οι οποίοι ενδιαφέρουν κατεξοχήν αυτή την ποίηση του απλού - καθημερινού ανθρώπου. Ειδικοί λαογράφοι έχουν δαπανηθεί κυριολεκτικά στην καταγραφή και μελέτη του όλου αυτού φαινομένου [1].

Η σημερινή μας ανακοίνωση έχει να κάμει με την καταγραφή της στρατιωτικής εμπειρίας ενός νέου των μέσων του 20ού αιώνα.


Ο στρατιωτικός βίος ενδιαφέρει άλλωστε πολύ την επιστήμη της Λαογραφίας. Κατά τον πολύ Δημήτριο Σ. Λουκάτο, ενδιαφέρει «Η λαογραφία των κληρωτών (αποχαιρετισμοί και τραγούδια). Η ζωή στο στρατώνα (πεζικό, ναυτικό, αεροπορία). Αλληλογραφία και αυτοσχέδιοι στίχοι. Σάτιρες και καημοί. Τα δεινά του πολέμου. Παρωδίες, ανέκδοτα, φρασεολογία “της στρατώνας”. Χαρές της επιστροφής» [2].

Ο «ΗΡΩΑΣ» ΚΑΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ


Ο περί ου ο λόγος νέος κατάγεται από το ορεινό χωριό Άνω Βολίμες [3] της Ζακύνθου από την περιοχή Μεγαλώνι στα Σχινάρια. Πρόκειται για τον Κανάκη Σπίνο του Νικολάου και της Διονυσούλας, που γεννήθηκε το 1932 και πέθανε στις 20 Μαΐου 2008.

Η εξιστόρηση είναι ποιητική κι εκτείνεται σε 170 δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα, δηλαδή συνολικά σε 340 στίχους.


Η θητεία στον στρατό αποτελεί ανέκαθεν έναν από τους συγκλονιστικότερους σταθμούς για κάθε άρρενα, μια εμπειρία ζωής, η οποία εν προκειμένω έλαβε στίχο και ρίμα, γενάμενη ένα μεγαλόστομο σύνθεμα, που πασχίζει να καταγράψει την αλλιώτικη ζωή ενός φαντάρου, ο οποίος συν τω χρόνω αξιώνεται ν’ ανέλθει στο υπέρτατο (γι’ αυτόν) αξίωμα του Λοχία.

Η γραφή του συνθέματος θυμίζει πολύ τον τρόπο έκφρασης των «Ομιλιών», δηλαδή των ποιητικών κειμένων του λαϊκού Θεάτρου της Ζακύνθου [4]. Καθώς ακούμε το κείμενο, ο νους οδηγείται στον τρόπο εκείνων.

Και δεν είναι τυχαίο αυτό. Διότι ο ποιήσας δεν είναι ο ίδιος ο Κανάκης Σπίνος, αν και ο λόγος τού μακροσκελούς συνθέματος εκφέρεται σε πρώτο πρόσωπο και πολύ εύκολα θα μπορούσε ο ανύποπτος αναγνώστης να παραπλανηθεί. Όμως, κατά προφορική δήλωση του ίδιου του Σπίνου, δημιουργός του ποιήματος υπήρξε ένας συστρατιώτης του, Ζακυνθινός επίσης, ο οποίος τα κατάφερνε πολύ καλά στα στιχάκια, ασχολούμενος μάλιστα και με τις «Ομιλίες».

Μιλάμε για τον Λάμπρο Κολυβά του Φιλίππου από το Σκουλικάδο [5], ένα όμορφο ριζοχώρι της Ζακύνθου. Πράγματι, ο Κολυβάς ασχολείτο με τα πολιτιστικά και μάλιστα ανακατευόταν ενεργά με τις παρέες που προετοίμαζαν και παρουσίαζαν παραστάσεις «Ομιλιών», είτε στο συγκεκριμένο χωριό, είτε αλλού.


Το 1977 ο Κολυβάς εισήλθε στις τάξεις του Κλήρου [6], συνεχίζοντας, παράλληλα με τα ιερατικά του καθήκοντα, να βοηθά παρασκηνιακά στο ανέβασμα των λαϊκών θεατρικών παραστάσεων. Προσωπικά, τον θυμάμαι, ιερέα όντα προ εικοσαετίας περίπου, σε κάποια «Ομιλία» στο πλάτωμα της Φανερωμένης στο χωριό Μπανάτο, να επιβλέπει και να διορθώνει το μασκάρεμα των αυτοσχέδιων ηθοποιών και ύστερα να κρατά επιμελώς τον ρόλο του υποβολέα του έργου.

Ως προς την ιερατική υπηρεσία του, εφημέρευσε για τριάντα ακριβώς χρόνια στον ναό της Παναγίας στο χωριουδάκι του Κούκιεση [7] (στα νεότερα χρόνια λέγεται -ως μη όφειλε- Καλλιθέα), μέχρι τη συνταξιοδότησή του, στις 31 Μαρτίου 2007, λόγω ασθενείας. Σήμερα ζει στο σπίτι του στο Σκουλικάδο, έχοντας σοβαρότατα προβλήματα κίνησης.

Αυτός, λοιπόν, ο χαρισματικός για τον τόπο και τον χρόνο του νέος, υπηρετώντας και ο ίδιος φαντάρος, ανέλαβε να ιστορήσει τ’ «ανδραγαθήματα» του Σπίνου, κατά παραγγελίαν εκείνου. Ανδραγαθήματα, τρόπος του λέγειν, μια και η όλη εξιστόρηση δεν παρουσιάζει στιγμές ηρωισμών ή συνταρακτικών γεγονότων.


ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟΥ

Δυο λόγια για το Χειρόγραφο

Πρόκειται για ένα σαραντάφυλλο σχολικό τετράδιο μικρού μεγέθους, υποκίτρινο και δίχως εξώφυλλο πλέον. Από τις σαράντα σελίδες έχουν χρησιμοποιηθεί οι τριάντα, τα δε υπόλοιπα πέντε φύλλα έχουν αφαιρεθεί / κοπεί με ψαλίδι.


Το ποίημα έχει γραφεί με μπλε μελάνι πένας, πότε έντονο, πότε ανοιχτότερο. Η διάταξή του δεν είναι ανά στίχο, αλλά ανά δίστιχο.


Τι ιστορεί το σύνθεμα

Ο στρατιωτικός βίος του Κανάκη Σπίνου άρχεται λοιπόν στις 18 Μαρτίου 1954, σε μιαν εποχή μετεμφυλιακή, φορτισμένη όντως από τη βαρύτητα των ιστορικών γεγονότων, τα οποία προηγήθηκαν. Ο φέρελπις νέος ανέμενε πώς και πώς να ενηλικιωθεί για να «φορέσει το χακί» ως γνήσιος Έλληνας. Μια μεγαλόστομη εισαγωγή περί αυτοθυσίας, αν χρειαστεί, μας προδιαθέτει. Σε πρώτο πλάνο περνούν οι λεπτομέρειες της κατάταξης στην Καλαμάτα, με κορυφαία την παραινετική διαταγή των αξιωματικών, ότι «αδέλφια, συγγενείς πρέπει να ξεχαστούνε». Σύντομα η πρότερη αδημονία μεταστρέφεται σε άγχος και ψυχοσωματική κούραση, όταν αρχίζουν τα γυμνάσια, οι αγγαρείες, οι κρατήσεις στο πειθαρχείο. Σε τρία τινά επιβάλλεται να είναι πιστός: Στον Όρκο (Πατρίς – Σημαία - Βασιλιάς), την Προσευχή και την Ιεραρχία (εννοεί του Στρατού).

Με τη λήξη της βασικής εκπαίδευσης αποσπάται -κατακαλόκαιρο- στο 581 Τάγμα, στον Ακραίο [8] των Ιωαννίνων, τάγμα «ζηλευτό» λόγω της δραστηριότητάς του στον Α΄ Παγκόσμιο, «γι’ αυτό και η Βασίλισσα δικό της το ονομάζει», τα δε διακριτικά των ένστολων είναι μια κορόνα κι ένα Φι. Πάλι καψόνια στο ΛΥΒ της 8ης Μεραρχίας, με σκοπό να γίνει βαθμοφόρος. Νέα αγανάκτηση, λογισμοί, «μεγάλη κρίση», σκέψη και απογοήτευση… Ευτυχώς, διηγείται τα πάθη του με 17 άλλους Ζακυνθινούς που έχει συντροφιά. Μετά από ένα μήνα πολλών ταλαιπωριών επιστρέφουν στο Τάγμα, φορούν τα γαλόνια του υπαξιωματικού και τα βάσανα παύουν. Καιρός για εξόδους στα Γιάννενα και αναδρομή στην Ιστορία του τόπου. Ο ποιητής επισημαίνει για τους ανιστόρητους αναγνώστες του, ότι η πόλη δεν απελευθερώθηκε το ’21, αλλά παρέμειναν τα Γιάννενα, για πολλές ακόμη δεκαετίες, σκλαβωμένα. Με τρόπο επικό αναγράφεται η απόφαση του βασιλιά Κωνσταντίνου και του λαού γι’ απελευθέρωση. Στο Μπιζάνι [9] αμύνθηκαν οι Τούρκοι, αλλά υπερίσχυσαν οι Έλληνες υπό τον ταγματάρχη Βελισαρίου [10] και την 21η Φεβρουαρίου 1913 «έγινε η απελευθέρωση της ωραίας πολιτείας». Εξ ου και η τιμητική ονομασία «Στρατόπεδον Βελισαρίου».


Έξη μήνες στα Γιάννενα, ένα θαύμα! Στα μισά του επόμενου Γενάρη μετατίθεται στο 628 Τάγμα Προκαλύψεως στους Φιλιάτες [11] «και ελέγχει την μεθόριον αφ’ τους κακούς διαβάτες». Από εκεί καταλήγει ως Αρχιφύλακας σε φυλάκιο στο χωριό Πλαίσιον [12] κοντά στην Πυραμίδα. Dolce vita εδώ! Καφενεία, ορέγεται τα κορίτσια μιας Οικοκυρικής Σχολής που βρισκόταν εκεί κοντά, αν και ο παπάς του χωριού «μας είχε στην οργή του ότα<ν> εμείς πειράζαμε καμία χωριανή του». ΕΣΑ εκεί δεν κυκλοφορούσε, αλλά ΕΣΑ ήταν ο παπάς, που τους μαρτυρούσε στον Λοχαγό, αλλά εκείνος -ως Κρητικός- ήταν «τζιμάνι» και περιοριζόταν σε συμβουλές.


Αυτός ο Λοχαγός προτείνει στη συνέχεια τον Κανάκη για Λοχία, οπότε ξανά στο ΛΥΒ για σχετική εκπαίδευση. Αποξαρχής βάσανα, αγανάχτηση, αλλά ο στόχος τελικά επιτυγχάνεται. Λοχίας τώρα φρουρεί τα σύνορα σ’ ένα φυλάκιο στο χωριό Τσαμαντά [13]. Από εδώ βλέπει την αλβανοκρατούμενη Βόρειο Ήπειρο. «Πολλά χωριά ελληνικά βλέπαμε απέναντί μας / στο βάθος και την Κορυτσά την σκλάβα Αδελφή μας». Ακολουθεί η έκφραση της μύχιας πρόθεσης για την απελευθέρωση των «θλιμμένων περιοχών», που στενάζουν «στο καθεστώτο που είναι κομμουνιστικόν με της Ρωσίας τον τρόπο». Αρκετοί στίχοι αφορούν στον πόθο της λύτρωσης από τους Αλβανούς, δεδομένου ότι οι Έλληνες έχουν να δείξουν σημαντικούς και νικηφόρους αγώνες τριγύρω. Οπότε και οι σημερινοί πρέπει να κάμουν το χρέος τους έναντι των προγόνων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Αν και το παρουσιαζόμενο ποίημα δημοσιοποιείται για πρώτη φορά εδώ, δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε, ότι κομίζει κάτι το νέο ή το συνταρακτικό στη νεοΕπτανησιακή μας Γραμματεία, την καθ’ όλα τετιμημένη μ’ έργα κορυφαία και ανεπανάληπτα.


Όμως έχει την δική του αξία. Ποιαν αξία; Συμβαίνει ό,τι ακριβώς συμβαίνει μ’ εκείνη την αμελητέα πέτρα, η οποία, όντας άκομψη αφ’ εαυτής, λαμβάνει εντέλει τη θέση της στο οικοδόμημα, αποτελώντας ένα εκ των ων ουκ άνευ δομικό στοιχείο για την περάτωση του οικοδομήματός μας. Άλλωστε, όλα τα ωραία και τα μεγάλα του κόσμου μας υποστηρίζονται από μικρές ψηφίδες, οι οποίες μόλις συνταιριαστούν οδηγούν στην Αρμονία.


ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ [14]

Άνοιξε με προσοχή ετούτο το βιβλίο
για ν’ αναγνώσεις και να ιδείς της ξενιτιάς τον βίον.
Μα δώσε λίγη προσοχή για να το αναγνώσεις
και θα σας κάμει εντύπωση ώσπου να τελειώσει.
Από όταν ήμου εγώ μικρός εισέ μικρή ελικία 5
μες στην καρδιά αιστανόμουνα μια ανυπομονησία.
Πότε θα έρθει ο καιρός και είχα την ελπίδα
για να φορέσω το χακί για τη γλυκιά πατρίδα.
Έβλεπα τους συναδελφούς που το χακί φορούσα<ν>
και έλεγα νάρθει αυτή η στιγμή οπού την εποθούσα. 10
Διότι είμαστε όλοι Έλληνες και πρέπει να ποθούμε
το τιμημένο μας χακί όλοι να το φορούμε.
Και ανάγκη ότα θα παραστεί όλοι μας να ριχτούμε
μες στη φωτιά ωσάν θεριά όλοι να θυσιαστούμε.
Έτος 54 τις 18 Μαρτίου, 15
τότε άλλαξε η ζωή του παιδικού μου βίου.
Ημέρα πέφτη ήτανε της κατατάξεώς μου
που αρχίσα<ν> σκέψεις, λογισμοί μέσα εις το μυαλό μου.
Εντύθηκα μες στο χακί καθώς το επιθυμούσα
ήρθε εκείνη η στιγμή οπού την εποθούσα. 20
Αφ’ την στιγμή που ντύθηκα μού κόψα<ν> τα μαλλιά μου
μού αλλάξανε τα ρούχα μου και την περπατησιά μου.
Και ε<ν> συνεχεία άρχισε το «επ’ ώμου», «παρά πόδα»
«ανάπαψις» και «προσοχή» χίλιες φορές την ώρα.
Εκεί αρχίσα<ν> οι αξιωματικοί να μας εσυζητούνε 25
γονείς, αδέλφια, συγγενείς πρέπει να ξεχαστούνε.
Πρέπει να τους ξεχάσετε να μην στενοχωρείστε
και την πολιτική ζωή να μην την ε<ν>θυμείστε.
Εδώ η πατρίδα μας καλεί πρέπει να εχπαιδευτούμε
και ανάγκη ότα παραστεί όλοι μας να ριχτούμε. 30
Κ.Ε.Ν. Καλαμών ονομάζεται εκεί που εχπαιδευόμου<ν>
μέσα εκεί γυμνάστηκα, εχπληρώθηκε ο σκοπός μου.
Αυτήν απότομη αλλαγή που έλαβε το κορμί μου
μα ήταν και διαφορετική αφ’ την πολιτική μου.
Πολύ μας κούρασα εξαρχής, ασκήσεις θεωρίες, 35
τρέξε απεδώ τρέξε απεκεί, τις τόσες αγγαρείες.
Εκεί να ακούς το λοχαγό «γράφτον, επιλοχία,
οχτώ ημέρες κράτηση και δέκα αγγαρεία».
Φωνάζα οι α<ν>θυπολοχαγοί εις τον επιλοχία
«σύνταχ’ το λόχο γρήγορα να πάει σε αγγαρεία». 40
Φωνάζου οι ‘παξιωματικοί «γρήγορα συνταχτείτε,
βάδη<ν> να μην πηγαίνετε για θα τιμωρηθείτε.
Το βάδη απαγορεύεται πάρτε του πλέο<ν> χαμπάρι
τροχάδη<ν> επιτρέπεται, ψάρια, μπουζούκια, σπάροι».
πότε μας βάζα<ν> κράτηση και πότε αγγαρείες 45
και πότε περιορισμοί με τις μικρές αιτίες.
Αν ήταν και παράφτωμα και ήταν λίγο βαρύον
ποινή ήταν η φυλακή και μες στο πειθαρχείο.
Έπαιρνες τις κουβέρτες σου και μέσα εξενυχτούσες
μες στο τσιμέντο ξάπλωνες και την βραδιά περνούσες. 50
Όσο να νιώσεις την ζωή τι θε να πει στρατιώτης
σού καίνε, σού μαραίνουνε την όμορφή σου Νιότη.
Τα βάσανα σε αγαναχτού<ν> και η καρδιά σου κλαίει
τη σάρπιγγα κάθε πρωί να την ακούς να λέει:
«Σήκω Λεβέντη μου τσολιά έχεις υπηρεσία, 55
έχεις να πάρεις ρόφημα και έχεις και Αγγαρεία».
Όταν ακούς την σάρπιγγα ύπνος λεφτό δεν παίρνει
πρέπει εντός σε δυο λεφτά να είμαστε συνταγμένοι.
Όταν θα μπεις εις την γραμμή θα είσαι λυγισμένος
μα και δεξιά και αριστερά θα είσαι στοιχισμένος. 60
Την λύγιση, την στοίχιση το «επ’ ώμου», «παρουσιάστε»
βαριέσαι όλο να το ακούς, πάντα θα το θυμάσαι.
Το «ένα-δυο» βαρέθηκα, το βήμα, τη σφυρίχτρα
και το θαλαμοφύλακα να με ξυπνάει την νύχτα.
Ο λόγος που συντάσσεται για όθε και αν πάει 65
τραγούδια πατριωτικά πρέπει να τραγουδάει.
Δεν σε ρωτάνε αν μπορείς και διάθεσις αν έχεις
φωνάζου όποιος δεν τραγουδεί μια κοσάρα έχει.
Τον όρκο και την προσευκή και την ιεραρχία
μας έλεγα<ν> να μάθουμε γιατί έχου<ν> σημασία. 70
Οόρκος έχει το σκοπό πάντα πιστός να μένεις
πατρίς, σημαία, βασιλιάς, σε ό,τι και αν γένει.
Την προσευχή οι Χριστιανοί όλοι να τήνε ξέρου<ν>
όλοι οι Στρατιώτες στο Θεό δέηση να προσφέρου<ν>.
Ιεραρχία στο Στρατό λέγουνται οι βαθμοφόροι 75
από υπαξιωματικούς και Στρατηγοί ακόμη.
Όποιος δεν φόρεσε χακί και ακούει Ιεραρχία
θα λέει πως είναι Ιερείς πόχει η Εκκλησία.
Και έτσι όλο τον Στρατό πολύ τον ενδιαφέρει
να μάθει όλους γενικά, απέξω να τους ξέρει. 80
Μαθαίνει πώς να πολεμά, πώς πρέπει να βαδίζει,
πώς πρέπει να τους χαιρετά, όταν τους συναντήζει.
Είναι πολλά, δεν γράφονται αυτά που σε μαθαίνου<ν>
για τη στρατιωτική ζωή αξέχαστα να μένου<ν>.
Και εχτός αφ’ τα στρατιωτικά έχει ψυχαγωγία 85
στο μέλλο<ν> πώς να φέρεσαι σε κάθε δυσκολία.
Εκεί γίνεσαι έμπειρος, πολύ πεπειραμένος
και στην πολιτική ζωή να είσαι μορφωμένος.
Την γενναιότη αποχτάς μα και την ψυχραιμία,
το θάρρος, την υπομονή <σ>την κάθε δυσκολία. 90
Ποτέ δεν θα απερπιστείς εις όλη την ζωή σου
όταν θυμάσαι τι έλεγαν οι αξιωματικοί σου.
Το στρατιωτικό είναι ωφέλιμο διότι είναι ένα σχολείον
και όχι για στρατιωτικά μα σε όλο σου το βίον.
Στην βασική εχπαίδευσις ήμου αφοσιωμένος 95
και το μυαλό μου απόλυτα το είχα ασκολημένο.
Να μάθω όσα με δίδαξα<ν> οι αξιωματικού μου
συνάμα και υπαξιωματικοί πού ‘σα<ν> σαν Αδελφοί μου.
Να γίνω άριστος μαχητής και ότα<ν> το φέρει η χρεία
στην ιερά αποστολή να έχομε επιτυχία. 100
Ρήτορες αξιωματικοί οπού στα κέντρα μένου<ν>
βγάζου<ν> Στρατιώτες μαχητές πολύ εχπαιδεμένους.
Αλλά και υπαξιωματικοί πολύ πεπειραμένοι
και κάθε ΕΣΟ που βγάζουνε είναι εχπαιδεμένοι.
Τριακοστή Δευτέρα ΕΣΟ τότες ακολουθούσα 105
ήταν πολύ καλή ΕΣΟ, όλοι την επαινούσα<ν>.
Έτσι περνούσε ο καιρός με ασκήσες, θεωρίες,
«τρέξε απεδώ, τρέξε από εκεί», τις τόσες αγγαρείες.
Αφού παρήρθε ο καιρός και έληξε η εχπαίδευσίς μας
ξημέρωσε μία χαραυγή και ήρθε η απόσπασή μου. 110
Και την 8η του Ιουλίου με άλλους πολλούς συνάμα
επήγα εις τα Γιάννενα στο 581 Τάγμα.
Εις τον Ακραίο έδρευε σιμά στην πολιτεία
μα και κοντά στο Σύνταγμα και εις την Μεραρχία.
Τάγμα που είναι ζηλευτό της VIII Μεραρχία<ς> 115
σε κάθε του αποστολή φέρει επιτυχία.
Έδρασε εις την Ήπειρο στην διάρκεια του πολέμου
και 81 όταν ακού<ν> όλοι φοβούνται, τρέμου<ν>.
Γι’ αυτό και η Βασίλισσα δικό της το ονομάζει
οπλίτες και αξιωματικοί διακριτικά τους βάζει. 120
Μία κορόνα και ένα Φ στις επωμίδες βάζου<ν>
οπλίτες και αξιωματικοί με άλλους να μην ταιριάζου<ν>.
Αυτή η κορόνα και το Φ έχουνε σημασία
ότι είναι τάγμα έ<ν>δοξο και έχει και ιστορία.
Γι’ αυτό και η Βασίλισσα δικό της το έχει πάρει 125
και τόχει μες στα Γιάννενα πάντα της για καμάρι.
Τάγματα μετατίθουνται αυτόνα μέρος <σ>το άλλο
αυτό μένει πάντα εκεί όσο κανένα άλλο.
Πολύ ολίγο κάθισα στην τόση ησυχία
στο ΛΥΒ μετατέθηκα της ίδια<ς> μεραρχίας. 130
Πήγαμε για υπαξιωματικοί για να εχπαιδεφτούμε
εις διαιτέρα εχπαίδευση για να πεπειραθούμε.
Ημέρα ήταν Κυριακή τις 18 Ιουλίου
που βράζα<ν> στο Στρατόπεδο οι αχτίδες του ηλίου.
Και μόλις φτάσαμε εκεί όλοι από το τάγμα 135
ποτέ δεν θα ξεχάσομε αυτό το μέγα δράμα.
Ήταν Λοχίας υπερεσία ο πιο αυστηρός Λοχίας
Αντρέ<α>ς Σπηλιωτόπουλος αφ’ το Νομό Αχαΐας.
Μας λέει «τα όπλα πάρετε να κάμετε οπλασκία
να ιδείτε πώς είναι το ΛΥΒ τση VIII Μεραρχίας. 140
Μέσα εδώ που έρθετε δεν είναι να γελάστε,
αλλά θα πάθετε πολλά, πάντα θα τα θυμάστε.
Είναι το ΛΥΒ ηρωικό τση VIII Μεραρχία<ς>
που έχεις καψόνια αφάνταστα και μέγα πειθαρχία.
Τόσες σειρές έχουνε ‘ρθει, δεν το έχουνε διαλύσει 145
και αν νομίσετε εσείς κανένας δεν θα ζήσει».
Και όταν πλέο<ν> βαρέθηκε καψόνια να μας κάνει
μας βάζει όλους σε ένα τον (sic) σαν πρόβατα ο τσοπάνης.
Μας λέει «εδώ που ήρθετε δεν επιτρέπει βάη<ν>
αλλά σε κάθε κίνηση πάντα σας με τροχάδη<ν>. 150
Πρέπει να αποχτήσετε θάρρος και ψυχραιμία
την κάθε ικανότητα την κάθε ευκινησία.
Θα βγείτε υπαξιωματικοί, πρέπει να κουραστείτε
να έχετε ικανότητες άντρες να διοικείτε.
Πρέπει να είστε υπόδειγμα σε ασκήσες θεωρία 155
σε ατομική εμφάνιση μα και στην πειθαρχία.
Να το έχετε σ’ εγωισμό άντρες να διοικείτε
όταν εδώ πιτύχετε και βαθμοφόροι βγείτε».
Και το πρωί πολύ νωρίς με μία σφυριξία
όλοι τροχάδη<ν>, σύνταξις, με δίχως ομιλία. 160
Και απ’ εκεί μας άρχισαν ασκήσες, θεωρίες,
την ώρα αναπάψεως μας είχαν σε αγγαρείες.
Το βράδυ είχε νυχτερινές, πολλών ειδών ασκήσεις
ζέστη, αγρυπνία, κούραση μάς είχ’ αγαναχτήσει.
Μεσάνυχτα συναγερμό πως είναι πυρκαΐα 165
τροχάδη<ν> όλοι ξυπόλητοι δίχως καμία αιτία.
Πότε μας εξυπνούσανε καψόνι να μας κάμου<ν>
έτσι γιατί το ήθελα μάς σήκωνα<ν> επάνω.
Φεύγα<ν> οι αξιωματικοί όλοι το μεσημέρι
και εμένα<ν> υπαξιωματικοί δίχως κανείς να ξέρει. 170
Ποιος ήταν το παράφτωμα που μέσα μας εκλειούνε
και όλοι την χλαίνη ανάποδα Ιούλιον να φορούμε.
Στην βράση του μεσημεριού τα χέρια μες στην τσέπη
και μέσα στο Στρατόπεδο όλοι να κάνομε έρπη.
Σαν το σκουλήκι εις την γης που σέρνεται στο χώμα 175
και να σού λεέι «μη βιάζεσαι, θέλεις μια ώρα ακόμα».
Έτσι περνούσε ο καιρός και είχαμε αγαναχτήσει
και είμαστε σε λογισμούς και σε μεγάλη κρίση.
Κάθε Στρατιώτης ήτανε εκεί αγαναχτισμένος
και εβάδιζε όλο σκεφτικός και απογοητεγμένος. 180
Πολλές φορές ελέγαμε νάθε μην γεννηθούμε
από τα τόσα βάσανα εδώ οπού περνούμε.
17 Ζακυνθινούς εκεί είχα συντροφία
και ελέγαμε τα πάθη μας σε κάθε ευκαιρία.
Έλεγε ο ένας του αλλονού τον πόσο και την θλίψη 185
αφ’ το ωραίο μας νησί πού έχουμε καταλήξει.
Μα όμως και διαφορετική εκάναμε μια σκέψη
ότι είναι λίγος ο καιρός, σε λίγο θα επανέρθει.
Και ας κάνομε υπομονή τώρα σε αυτό το δράμα
οι μέρες να περάσουνε να πάμε εις το Τάγμα. 190
Κι έτσι με την υπομονή πέρασε αυτό το δράμα
και του Αγούστου 23 πήγαμε είς το Τάγμα.
Εκεί ωραία περνούσαμε σκεδόν ωσάν πολίτες
στο Τάγμα της Βασίλισσας αξιωματικοί και οπλίτες.
31 του Αγούστου μηνός ετότες ήταν θυμάμαι 195
εδιάταξε ο λοχαγός γαλόνια να φοράμε.
Στον κλάδον υπαξιωματικοί τότες όλους μας γράψα<ν>
και εσκόλασα<ν> τα βάσανα και άλλα πολλά επάψα<ν>.
Οι αγγαρείες, οι σκοπιές και οι ‘πιθεωρήσεις
ήτανε ψεύτικες για μας που άλλοι ήταν σε κρίσεις. 200
Έξοδο είχαμε ταχτικά όποτε είχε σκόλη
πηγαίναμε στα Γιάννενα στην ιστορική την πόλη.
Όλα τα γύρω της βουνά είναι όλα δοξασμένα
από τις μάχες πού ‘γινα<ν> όταν ήταν σκλαβωμένα.
Όταν εκεί ο Αλής Πασάς την έδρα του είχε χτίσει 205
ευρίσκοντα<ν> επί ζυγόν και είχε αγαναχτήσει.
Δεν απελευθερώθηκα<ν> τότες το 21.
Τα ιστορικά τα Γιάννενα εμένα<ν> σκλαβωμένα.
Στην έδρα της σημερινής τση VIII Μεραρχίας
τότες εκεί εδρεύανε Τούρκικα Στρατηγεία. 210
Και ο Κων/νος Βασιλιάς και όλα τα παιδιά της
στενάζανε που εβλέπανε την τόση την Σκλαβιά της.
Όλοι μαζί απεφάσισα<ν> να τα ελευθερώσου<ν>
και από τον βάθος της σκλαβιάς να τήνε ξελυτρώσου<ν>.
Και οι Τούρκοι όταν έμαθα<ν> πως θα τους πολεμήσου<ν> 215
εις τον Μπιζάνι αμύ<ν>θηκα<ν> για να τους σταματήσου<ν>.
Φτιάξα<ν> ωραία οχηρά που είναι ξακουσμένα
υπάρχου<ν> μέχρι σήμερα, δεν είναι χαλασμένα.
Μα οι Έλληνες ωσάν θεριά επάνω τους ορμήσα<ν>
με τρομερή επίθεση και όλους τους διασκορπίσα<ν>. 220
Πρώτος ο Βελισάριος που ήταν ταγματάρχης
εμπήκε μες στα Γιάννενα και η ‘στορία το γράφει.
Ήταν κεφάλι φοβερό και μαστοριά τους κάνει
στο τάγμα του σαν πρόβατα σε όλους κουδούνια βάζει.
Έτσι με συτήν την πονηριά την νύχτα εμπήκα<ν> όλοι 225
την 21 Φεβρουαρίου ελευτερώθη η πόλις.
Την 21 Φεβρουαρίου εις τον 13
έγινε απολευτέρωση της ωραίας πολιτείας.
Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα και πάντα θα εορτάζει
και ο Στρατός χαρούμενος κάθε έτος παρελάζει. 230
Εκεί που ο Βελισάριος σκέφτηκε αυτό το πράγμα
εκεί εδρεύει σήμερα πάντοτες το 81 τάγμα.
Στρατόπεδον Βελισαρίου τον έχουνε ονομάσει
και όποιος περάσει απεκεί πολύ θα το θαμάξει.
Έξη μήνες εκάθησα και τα περνούσα θάγμα 235
στα ιστορικά Ιωάννινα στο 81 τάγμα.
Και την ζωή που πέρασα δεν δύνομαι να γράψω
πάντα μου θα την νοσταργώ δεν θα τήνε ξεχάσω.
Μέσα σ’ εκείνη την ζωή που τα περνούσα θάγμα
τις 15 Ιουναριού πήγα σε άλλο τάγμα. 240
Επήγα στο 628 της ιδίας μεραρχίας
είναι και αυτό ηρωικό και έχει και ιστορία.
Τάγμα είναι προκαλύψεως και εδρεύει στους Φιλιάτες
και ελέ<γ>χει την μεθόριον αφ’ τους κακούς διαβάτες.
Εκεί τρεις μέρες κάθισα και σε φυλάκιον πήγα 245
εις το χωρίον Πλαίσιον κοντά στην Πυραμίδα.
Εκεί ήμου<ν> αρχιφύλακας και ωραία τα περνούσα
δίχως ζωστήρα και μπερέ στα καφενεία γυρνούσα.
Μία Νοικοκυρική σκολή εις το χωριό ήταν μέσα
πλησίον στον φυλάκιον και όλες πολύ μού αρέσα<ν >. 250
ΕΣΑ δεν ήτανε εκεί για να μας εσυλλήψει
και ο Λοχαγός που ήταν εκεί δεν μας είχ’ ενοχλήσει.
Μα ένας παπάς που είχε μας είχε στην οργή του
όταν εμείς πειράζαμε καμία χωριανή του.
Αυτός ήταν ωσάν ΕΣΑ, πολύ μας κυνηγούσε 255
και όλα εις τον Λοχαγό αυτός τα μαρτυρούσε.
Μα ήταν τζιμάνι ο λογαχός δεν μας είχ’ ενοχλήσει
και συβουλές μας έδινε, ήταν από την Κρήτη.
Εμένα εξαιρετικά πολύ με αγαπούσε
και ό,τι χάρη του έλεγα με εξυπερετούσε. 260
Πολύ καλά περάσαμε με δίχως πειθαρχία
έξαφνα ήρθε διαταγή από την μεραρχία.
Στα ΛΥΒ να πάμε ξανά Λοχίοι για να βγούμε
ξανά για δεύτερη φορά καλώς να εχπαιδευτούμε.
Και ο λοχαγός με πρότεινε γιατί με αγαπούσε 265
Λοχία ήθελε να με ιδεί πολύ το επιθυμούσε.
Την 12 Φεβρουαριού ήταν μερομηνία
στο ΛΥΒ επίγαμε ξανά της ίδιας μεραρχία<ς>.
Χαρά πολλή αιστάνομου<ν> και ενθουσιασμόν μεγάλο
οπού για δεύτερη φορά γαλόνια είθε να βάλω. 270
Ο εθουσιασμός και η χαρά συνάμα ήταν και πόνος
γιατί θυμάμαι τι έπαθα τον περασμένο χρόνο.
Σαν μπήκαμε μέσα στα ΛΥΒ μάς ήρθαν όλα στη σκέψη
ότι ξανά στα βάσανα τώρα μπλέξει.
καψόνια πώς να κάμομε και πώς ξανά τροχάδη<ν> 275
που όλα είχα<ν> ξεχαστεί, πηγαίναμε όλο βάδη<ν>.
Και πώς να υποπέσομε ξανά στην αγγαρεία
και στην βαριά εχπαίδεψις στην τόση πειθαρχία.
και πώς ασκήσες ακριβεία<ς>, το «επ’ ώμου», «παρά πόδα»,
«ανάπαψις» και «προσοχή» χίλιες φορές την ώρα. 280
Και πώς να στέκεις προσοχή σε δεκανέα, λοχία,
ας είμαστε ομοιοβαθμοί, είχανε εξουσία.
Άρχισε η εχπαίδευψις, ασκήσες, θεωρίες,
τρέξε απεδώ, τρέξε απεκεί στις τόσες αγγαρείες.
Και έτσι περνούσε ο καιρός και είχαμε αγαναχτήσει 285
και είμαστε σε λογισμούς και σε μεγάλη κρίση.
Μα κάναμε υπομονή οι μέρες να διαβούνε
και ότα<ν> θα φεύγαμε απεκεί όλα θα ξεχαστούνε.
Και έτσι με την υπομονή ημέρες επεράσα<ν>
και έληξε η εχπαίδεψις τα βάσανα επάψα<ν>. 290
Και από τα ΛΥΒ εφύγαμε και επήγαμε στο τάγμα
ήταν ζόρικα και εκεί και ήταν λιγάκι δράμα.
Ασκήσες είχε πάρα πολλές μεγάλη πειθαρχία
20 πέφτανε συχνά με την μικράν αιτία.
Πέρασα<ν> μέρες 20 και είχα αγωνία 295
για να με πάρει η διαταγή να ονομαστώ Λοχία.
Μετά τον 20 ημερών Λοχία με ονομάσα<ν>
και εσκόλασα<ν> τα βάσανα και άλλα πολλά επάψα<ν>.
Και τόχα εις εγωισμό πως δύο βαθμούς φορούσα
και με ομάδα άγρυπνος τα σύνορα εφρουρούσα. 300
Πέρασα<ν> μήνες 4 και σε φυλάκιον επήγα
εις το χωρίον Τσαμαντά κοντά στην πυραμίδα.
Την περιοχή του Τσαμαντά πήγα με μία ομάδα
και ήμουνα αρχιφύλακας και τα περνούσα θάγμα.
Απεκεί ψηλά βλέπαμε την Βόρειον Ήπειρό μας 305
που την κατέχα<ν> Αρβανοί και είναι το όνειρό μας.
Πολλά χωριά ελληνικά βλέπαμε απέναντί μας
στο βάθος και την Κορυτσά την σκλάβα Αδελφή μας.
Και το φανταζόμαστε και το επιθυμούμε
πότε να έρθει ένας καιρός με αυτούς να ανταμωθούμε. 310
Και όλες οι περιοχές ωσά<ν> θλιμμένες μοιάζου<ν>
και κάτου στην μικρή σκλαβιά πολύ βαριά στενάζου<ν>.
Στενάζου<ν> και γιατί σκλαβιά μα και στο καθεστώτο
που είναι κομμουνιστικόν με της Ρωσίας τον τρόπο.
Και εμείς εδώ που είμαστε που το χακί φορούμε 315
τους βλέπουμε από κοντά πολύ αγαναχτούμε.
Τση Ήπειρος χώματα ιερά που τόσο εμείς ποθούμε
γιατί είναι των προγόνων μας τώρα άλλοι τα πατούνε.
Βλέπει<ς> Στρατιώτες Αρβανούς με πείσμα να φρουρούνε
και εμείς οπού τους βλέπομε πολύ αγαναχτούμε. 320
Όλα τα Ελληνόπουλα πολύ επιθυμούνε
να έρθει μία μέρα λαμπερή στην Κορυτσά να μπούμε.
Να την ελευθερώσουμε δική μας για να γίνει
και η Ήπειρος ολόκληρη ελληνική να γίνει.
Ο πόθο<ς> μας να εχπληρωθεί καθώς το επιθυμούμε 325
τα όπλα μας να τιμήσουμε και εμείς να δοξαστούμε.
Αυτά που οι πιο παλιοί από εμάς μάχες σκληρές εκάνα<ν>
στο Γράμμο εις την Κόνιτσα και ιστορική Μουργάνα.
Και εμείνα<ν> εκεί πολλά κορμιά αλλά εδοξαστήκα<ν>
διότι εφέρα<ν> την Λευτεριά και όλη παραδεχτήκα<ν>. 330
Όλοι οι γύρω μας εχθροί το έχουνε καταλάβει
πως πολεμούμε οι Έλληνες να μην γίνομε σκλάβοι.
Τση Ελλάδα<ς> χώματα ιερά που για αυτά αγρυπνούμε
να μην τα πάρου<ν> οι βάρβαροι να τα ποδοπατούνε.
Και ηδέν (sic) ποτέ θα ανεχτού<ν> οι Έλληνες σκλαβία 335
θα πολεμού<ν> έως ενός για τη<ν> Ελευτερία.
Διότι και οι προγόνοι μας σκληρά επολεμήσα<ν>
την δόξα και τη λευτεριά σε εμάς τήνε αφήσα<ν>.
Έτσι λοιπόν πρέπει και εμείς με πίστη να φυλάμε
τα ιερά τα χώματα ξένοι να μην ΠΑΤΑΝΕ. 340

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Δημητρίου Σ. Λουκάτου, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1977, σ. 205-225.
2. ό.π., σ. 181.
3. Βλ. Λεωνίδα Χ. Ζώη, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν της Ζακύνθου, εκδ. εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, Αθήναι 1963, τ. 1, 100 εξ.
4. Βλ. Διονύση Φλεμοτόμου, Προλεγόμενα στο, Ομιλίες Ο Κρίνος, Η Χαραυγή, Ο Μυρτίλος και η Δάφνη, εκδόσεις Θέατρο Αβούρη, Ζάκυνθος 1996, τ. 1, 7-13.
Για το μεγάλο αυτό θέμα, βλ. επίσης α) «Δεκαήμερο Αναγεννησιακού Λαϊκού Θεάτρου Δεκέμβριος 2000», (οργανωτές: Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Ζακύνθου, Θέατρο τση Ζάκυνθος, Astragali Teatro di Lecce) Πρακτικά, Ζάκυνθος χ.χ., β) Πρακτικά Α΄ Διεθνούς Συνάντησης Λαϊκού Θεάτρου, (Ζάκυνθος 27-28-29 Σεπτεμβρίου 2002), Ζάκυνθος 2003, γ) Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Συνάντησης Λαϊκού Θεάτρου, (Ζάκυνθος 21-22-23 Νοεμβρίου 2003), Ζάκυνθος 2004.
5. Βλ. Λεωνίδα Χ. Ζώη, ό.π., σ. 595.
6. Ο Λάμπρος Κολυβάς χειροτονήθηκε Διάκονος στις 22 Ιανουαρίου 1977, Πρεσβύτερος στις 12 Μαρτίου 1977, ενώ το οφίκιο του Οικονόμου και την πνευματική πατρότητα έλαβε στις 25 Μαΐου 2004.
7. Βλ. Λεωνίδα Χ. Ζώη, ό.π., 322.
8. Περιοχή στα Ιωάννινα.
9. Ηπειρωτικό χωριό της επαρχίας Δωδώνης, του νομού Ιωαννίνων, με 239 κατοίκους (απογραφή 1991, Νέον Μπιζάνιον). Στο μικρό βουνό της περιοχής είχαν κάνει οχυρωματικά έργα Γερμανοί μηχανικοί και στρατιωτικοί και το οχυρό αυτό κράτησε πολύ χρόνο τις επιθέσεις του ελληνικού στρατού στον Α' Βαλκανικό πόλεμο τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 1913. Ως το Δεκέμβριο του 1912 τα στρατεύματά μας, με αρχηγό το στρατηγό Σαπουντζάκη, έδιναν μάχες για να καταλάβουν το Μπιζάνι, χωρίς αποτέλεσμα. Τον Ιανουάριο όμως ενισχύθηκαν με την 4η και την 6η μεραρχία και με βαρύ πυροβολικό και την αρχηγία την πήρε ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Τότε έγιναν δύο επιθέσεις: Η μία στις Ιανουαρίου κι η άλλη στις 19-20 Φεβρουαρίου, με αποτέλεσμα να πέσει με ελιγμό το Μπιζάνι, αφού κατέλαβαν πρώτα τα Ιωάννινα. Η μάχη του Μπιζανίου είναι απ' τις ενδοξότερες σελίδες της ιστορίας μας. [Στοιχεία από την διαδικτυακή «Ελληνική Ελεύθερη Εγκυκλοπαίδεια» (www.livepedia.gr)].
10. Ο Ιωάννης Βελισσαρίου (Κύμη Εύβοιας, 26 Νοεμβρίου 1861 - Κρέσνα, 12 Ιουλίου 1913) ήταν στρατιωτικός του Ελληνικού Στρατού, ήρωας των Βαλκανικών Πολέμων. Διακρίθηκε στην μάχη για την κατάληψη των Ιωαννίνων και την Μάχη της Κρέσνας, όπου σκοτώθηκε.
11. Οι Φιλιάτες, κωμόπολη, έδρα του ομώνυμου Δήμου, πρωτεύουσα της επαρχίας Φιλιατών του νομού Θεσπρωτίας. Το 1991 είχε 2591 κατοίκους.
12. Πλαίσι ή Πλαίσιον, χωριό της επαρχίας Φιλιατών, 12 χιλιόμετρα από τους Φιλιάτες, με περίπου 200 κατοίκους.
13. Ο Τσαμαντάς, χωριό της Θεσπρωτίας στην Ήπειρο, είναι χτισμένο στους πρόποδες της Μουργκάνας, μια ανάσα από τα Ελληνο-αλβανικά σύνορα. Την ονομασία του οφείλει, σύμφωνα με τον τσαμαντιώτη λόγιο Νικόλαο Νίτσο, στην μεγάλη βυζαντινή οικογένεια των Τσαμαντούρων, στους οποίους δόθηκε (13ος αιώνας) ως φέουδο η περιοχή.
Κεφαλοχώρι της επαρχίας Φιλιατών πριν τον B' παγκόσμιο πόλεμο, σήμερα αριθμεί μερικές δεκάδες κατοίκων και υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φιλιατών. [Πληροφορίες από τον επίσημο ιστότοπο του χωριού στο www.tsamantas.com ]
14. Στη μεταγραφή του ποιήματος ρυθμίστηκαν σιωπηρά οι στίχοι και η ορθογραφία.

Related Posts with Thumbnails