ΜΕ
ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΚΡΟΑΤΗ γράφει η ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ
[Ο συνθέτης Γιάννης Αγγελάκης] |
Όσο ακούγαμε τη σύνθεση του Γιάννη
Αγγελάκη (γεν. 1988) Υ-87-ΧΙΙ13, Τρόμος
και Σιγή,
Ανάμεσά τους μια φλόγα, στις 7-3-2014 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών,
σκεφτόμαστε πόσο οι νέοι τολμούν να αποδεσμευτούν από τις παλαιές
παραδοσιακές φόρμες πράγμα που υποδηλώνει την ύπαρξη ενός δυνατού κύματος ορμητικότητας,
που χαρακτηρίζει τα νέα βλαστάρια όλων των εποχών, υποδηλώνει όμως εν
πολλοίς και την επίδραση που ασκεί η
περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής, την οποία ο νέος καλείται με το
έργο του να καταγράψει και να την καταθέσει με τη μορφή της τέχνης στην
αιωνιότητα. Πόσοι όμως από εμάς γνωρίζουμε τους κώδικες για να τις αναγνώσουμε
και να επικοινωνήσουμε μαζί τους; Τι είναι αυτό που κάνει ένα νέο συνθέτη να
απαρνιέται τη σιγουριά του εναρμόνιου μουσικού λόγου και να ανατρέχει στην απαρχή του ήχου, εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν ο λόγος και η μουσική;
Ποιες είναι οι σκέψεις του πίσω από τις νότες; Το υπερβατικό, θα μας πει ο
ίδιος κι εμείς θα τολμούσαμε να συμπληρώσουμε ότι η τρικυμία του πνεύματος και
της ψυχής συναντιέται με εκείνη του
κοινωνικού, και όχι μόνο, γίγνεσθαι για να δώσει ήχους που δεν επιδέχονται καμιά ερμηνεία αφού της
τέχνης το παράλογο δεν είναι τίποτα άλλο παρά η έκφραση αυτού της ζωής που
ζούμε. Πριν όμως, ο νέος συνθέτης, φτάσει στο Υπερβατικό, εξερευνά τον ήχο μέσα
από τον εσωτερικό κόσμο της ψυχής. Μια εσώτερη καταβύθιση, θα λέγαμε, για να
γεμίσει ενέργεια και να εκραγεί φτάνοντας
στην κορυφή όπου ανακαλύπτει με δέος το αχανές, το απόκοσμο, το ασύλληπτο!
Ο Αγγελάκης, ανιχνεύοντας το μυστήριο
και εξερευνώντας το άρρητο, φέρει κάτι
νέο και οδηγεί τον ακροατή του σε
άγνωστα απάτητα, προς το παρόν, μονοπάτια.
Ο κόσμος είναι άπειρος και εν
πολλοίς άγνωστος, η ανθρώπινη ψυχή άβυσσος και της τέχνης τα όρια εκτείνονται
στο χώρο του απείρου και στο αβυσσαλέο της ψυχής. Ο Σεφέρης λέγει ότι δεν μπορείς να χαράξεις τα όρια της Τέχνης
και να τη διατάξεις να μην τα ξεπεράσει. Κι όπως ο άνθρωπος εξερευνά τον
κόσμο γύρω του ή μέσα του έτσι εξερευνά τις διάφορες μορφές της τέχνης. Το
«γνώθι σ’ αυτόν» στον μουσικό επεκτείνεται από το μυαλό στον ήχο. Ο ήχος
γίνεται τοπίο αυτογνωσίας, καθώς ο κόσμος της γνώσεως πάλλεται ανάμεσα στο όνειρο και στην
πραγματικότητα, στη φιλοσοφία των εννοιών
και των ήχων. Η Σιγή γίνεται Ιερή Σιγή για να γεννηθεί η φλόγα, η φλόγα
της υπέρβασης αλλά και της προσγείωσης, η φλόγα της ανόδου αλλά και της
πτώσεως. Παραφράζοντας τον λόγο του Νίκου Καζαντζάκη, που ο Αγγελάκης φαίνεται
να αρπάζεται από το νήμα της γραφής του για να οδηγηθεί στην «Τελείωση», θα
λέγαμε: Έχεις τις νότες, έχεις τα ηχοχρώματα, ανασύνθεσε τον Κόσμο και αποκάλυψέ
τον. Δύσκολο, ομολογουμένως, έργο, ερμηνευμένο με ιδιαίτερη φροντίδα, δύναμη
και στοχασμό από τον αρχιμουσικό Λουκά Καρυτινό και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.
[Η σολίστ Θεοδώρα Ιορδανίδου] |
Το 1890, εκτός από το Γάλλο συνθέτη
Jacques Ibert
[1890-1962],
γεννιούνται οι: Egon Schiele, Boris Pasternak, Charles De Gaulle, Dwight Eisenhower, Αγκάθα Κρίστι, ενώ πεθαίνουν ο Vincent Van Gogh και ο Ερρίκος Σλήμαν. Την ίδια
χρονιά γράφονται Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι (Όσκαρ Ουάιλτν), ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ (Εντμόντ Ροστάν), η
Σονάτα του Κρόιτσερ (Τολστόι), ο Πρίγκιψ Ιγκόρ (Μποροντίν), η Καβαλερία Ρουστικάνα (Μασκάνιν). Ο Ibert, εκλεκτικός
στην εποχή του, δεν έχει προσχωρήσει σε καμιά μουσική σχολή καθώς πιστεύει ότι όλες
έχουν κάποια αξία. Έχει κερδίσει το Βραβείο
της Ρώμης, ωστόσο, η μουσική του απαγορεύτηκε από την Κυβέρνηση του Vichy και ο ίδιος, μετά από την απομόνωσή του
στην Antibes, έφυγε
για την Ελβετία, για να επιστρέψει στο Παρίσι μετά από πρόσκληση του Στρατηγού De Gaulle. Έχει γράψει Όπερες, μουσική
Μπαλέτου, τραγούδια, χορωδιακά, μουσική δωματίου, μουσική για θέατρο και
κινηματογράφο, όπως για τον Macbeth του Orson Welles και Πρόσκληση
σε Χορό του Gene Kelly. Από τα πιο γνωστά του έργα
είναι το Divertissement, το Escales και το Κοντσέρτο για Φλάουτο και Ορχήστρα, το
οποίο, η σολίστ Θεοδώρα Ιορδανίδου, παρά
το γεγονός ότι την τελευταία στιγμή υποχρεώθηκε να το ερμηνεύσει κάνοντας χρήση
ξένου μουσικού οργάνου -το δικό της είχε σπάσει πριν από λίγο- το απέδωσε με
θαυμάσιο τρόπο και ανέδειξε το λυρισμό και τη μελωδικότητα της γραφής του
συνθέτη. Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός ισορρόπησε
στοιχεία πολλές φορές αντίθετα και απέσπασε ωραίο, διαυγή ήχο από την Ορχήστρα,
αφήνοντας στη νεαρά σολίστ την ελευθερία που χρειαζόταν για να εκδηλώσει τα λεπταίσθητα,
μέσα από το φλάουτο, συναισθήματα του συνθέτη και να αναπτύξει τη δεξιοτεχνική
της ικανότητα με κορυφαία στιγμή την εκρηκτική ερμηνεία της στην cadenza.
Κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο,
όταν ο Ραχμάνινοφ και o Σκριάμπιν μεσουρανούν στη Ρωσία, ο Sergei Prokofiev (1891-1953), σπουδάζει στο Ωδείο της
Αγίας Πετρούπολης και χαρακτηρίζεται ταλαντούχος ακόμα και ιδιοφυής. Πλάσμα
χαρισματικό, από πολύ νωρίς δείχνει την ευκολία του στο πιάνο και την κλίση του
στη σύνθεση. Δε θα αργήσει να καταξιωθεί ως ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες
του 20ου αιώνα. Από τα πιο
γνωστά έργα του αναφέρουμε τα πέντε κοντσέρτα και τις εννέα σονάτες για πιάνο,
τις επτά συμφωνίες του, τη σουίτα «ο Λοχαγός Κιγιέ», τον «Πέτρο και το Λύκο»
το μπαλέτο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», την «Αγάπη για τα τρία πορτοκάλια», καθώς και
μουσική για τον κινηματογράφο, όπως για
την ταινία Αλέξανδρος Νιέφσκυ του Αϊζενστάιν.
Η Συμφωνία αρ. 5 σε σι ύφεση μείζονα, έργο 100, γράφεται κατά τη
διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέσα
σε ένα μήνα στο Ιβάνοβο, οργανωμένο
καταφύγιο από το Σοβιετικό κράτος για τη φιλοξενία καλλιτεχνών. Ο ίδιος ο
Συνθέτης λέει για το έργο του ότι είναι
ένας ύμνος στον ελεύθερο ευτυχισμένο άνθρωπο, στις δημιουργικές του ικανότητες,
στο αγνό και ευγενικό πνεύμα του που διεκδικεί να εκφραστεί και λέει ακόμα
ότι η μουσική ωρίμασε μαζί μου, γέμισε
την ψυχή μου.
Η συμφωνία παίχτηκε στις 13
Ιανουαρίου του 1945 στο Κονσερβατουάρ της Μόσχας από την Κρατική Ορχήστρα, με διευθυντή τον ίδιο το Συνθέτη, ενώ οι
Ρώσοι γιόρταζαν έξω στους δρόμους το πέρασμα του Κόκκινου Στρατού από τον
ποταμό Βιστούλα. Έκτοτε η Πέμπτη Συμφωνία
έμελλε να γίνει μία από τις δημοφιλέστερες
του Συνθέτη. Το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου ο Serge Koussevitzky την ερμηνεύει στην Αμερική με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης, με την
οποία και την ηχογραφεί.
Ο Αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός,
με την καθοριστική συμβολή της Κρατική
Ορχήστρα Αθηνών, μέσα από την λαμπερή ερμηνεία του, τη γεμάτη ενάργεια, ανέδειξε
το όραμα του συνθέτη, ύμνο για το ανθρώπινο πνεύμα. Ανανέωσε το ντελικάτο
«γαλλικό χρώμα» του Προκόφιεφ, έδωσε έκφραση στην αισιοδοξία, στην ευτυχία που
γίνεται σχεδόν εμμονή με έναν λεπτό υπαινιγμό να υπερίπταται σαν κάτι το
οδυνηρό να κρύβει.
[Ο Λουκάς Καρυτινός] |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου