Πηγή: Amen.gr
Οι σκέψεις που ακολουθούν, εντάσσονται στα πλαίσια της πρόσφατης άκρως σημαντικής Συνάξεως των Μακαριωτάτων Προκαθημένων τών Πρεσβυγενών Πατριαρχείων και της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας Κύπρου, η οποία πραγματοποιήθηκε στό Φανάρι (1-3 Σεπτεμβρίου), κατόπιν πρωτοβουλίας και υπό την προεδρείαν της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, με κύριο σκοπό την ανταλλαγή απόψεων όσον αφορά στην έκρυθμο κατάσταση που ταράσσει σήμερα στην Μέση Ανατολή, την έκφραση αλληλεγγύης και συμπάθειας προς στους εκείσε δοκιμαζόμενους χριστιανούς, όπως και την εξεύρεση τρόπων ειρηνικής συμβιώσεως των πιστών των διαφόρων θρησκευμάτων που από αιώνων ζουν στον ευαίσθητο αυτό γεωγραφικό χώρο (Βλ. Μήνυμα και Ανακοινωθέν της Συνάξεως στο ΑΜΕΝ.gr, 3/9/2011).
Παρά τoν κοινό παρονομαστή ο oποίος ενώνει κατά κάποιο τρόπο τα αραβικά κράτη του χώρου αυτού μέσα στην «Ισλαμική Διάσκεψη», (γλώσσα, πολιτισμός και, Σουνιτικό κυρίως, Ισλάμ) το πολιτειακό, πολιτικό, ιδεολογικό, θρησκευτικό και οικονομικό πλαίσιο, διαφέρει αισθητά από χώρα σε χώρα.
Στην αχανή και πολυπληθή αυτή περιοχή, τα αραβικά κράτη διέπονται, ως γνωστόν, από ποικίλης υφής και ιδεολογίας πολιτεύματα. Από βασιλευόμενη δημοκρατία, από δικτατορικά καθεστώτα, από Θεοκρατικά τοιαύτα, όπου ισχύει η γνωστή ως «Σαρία» Ισλαμική Νομοθεσία, και, τέλος, από φεουδαρχικού τύπου «πετρελαιο-μοναρχίες». Τα μόνα κράτη της περιοχής όπου λειτουργούν δημοκρατικώς εκλελεγμένα Κοινοβούλια, είναι ο Λίβανος και το Ισραήλ. Το οποίο, όμως, ευρισκόμενο εγκλωβισμένο μεταξύ εχθρικώς προς αυτό διακειμένων αραβικών κρατών, εκ μέρους μεγάλης μερίδας της διεθνούς κοινότητας θεωρείται ότι πολιτισμικώς ανήκει στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο. (Εξού και η συμμετοχή του στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα Ποδόσφαιρου καί Καλαθόσφαιρας, ως και στον Πανευρωπαϊκό διαγωνισμό άσματος-Eurovision). Οίκοθεν δε νοείται ότι από τα κοινωνικο-πολιτικά σχήματα των χωρών αυτών, κυρίως, όμως, από την βαρύτητα και την επιρροή του «πολιτικού Ισλάμ» σ΄ αυτές, εξαρτάται εν πολλοίς και η όλη συμπεριφορά των Αρχών έναντι των Χριστιανών και των πιστών άλλων θρησκευμάτων.
Είναι γνωστό ότι μετά την ραγδαία εξάπλωση του Ισλάμ στην Μέση Ανατολή και την Βόρειο Αφρική τον έβδομο μ. Χ. αιώνα, η χριστιανική παρουσία στον χώρο αυτό ουδέποτε υπήρξεν ευχερής. Μέσα σε μιά πολυπληθή και συμπαγή Ισλαμική κοινωνία, οι χριστιανοί, αλλά και οι εβραίοι, πάντοτε θεωρούνταν ως «ντίμμι» (dhimmi), ως μια τάξη υποδεέστερων, δευτέρας κατηγορίας, πολιτῶν, υποταγμένη στο κυρίαρχο Ισλάμ. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι διά μέσου των αιώνων υπήρξε κάποια συμβίωση μεταξύ του αυτόχθονος Χριστιανισμού και του Ισλάμ που είχε εισβάλει στον κατ΄εξοχήν χριστιανικό αυτό χώρο. Επρόκειτο, βέβαια, για μια συνύπαρξη μεταξύ «κυριάρχων» καί «υποτελών», οι οποίοι ήταν απλώς «ανεκτοί» μέσα στην «Ούμμα», την παγκόσμια αυτή «κοινότητα των πιστών».
Τις τελευταίες όμως δεκαετίες, οι αλλεπάλληλες πολιτικο-κοινωνικές αναταραχές στην περιοχή, άμεσα σχετιζόμενες με υψίστης σημασίας οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, (κυρίως της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενώσεως στο Αφγανιστάν, των ΗΠΑ δε και της Μεγάλης Βρετανίας στον Αραβο-Περσικό Κόλπο), συνετέλεσαν στην εμφάνιση ακραίων ισλαμιστικών κινημάτων στο Μεσανατολικό προσκήνιο, ως εκείνα των Ταλιμπάν και της Αλ Κάϊντα. Χάριν της ιστορίας, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα θεμελιοκρατικά αυτά κινήματα, αρχικά είχαν τύχει της υποστήριξεως των ΗΠΑ, απλώς διότι μάχονταν κατά της Σοβιετικής Ενώσεως, η οποία, συνεπικουρούμενη από την τότε Κομμουνιστική Κυβέρνηση του Αφγανιστάν, επεδίωκε την διείσδυσή της στην άκρως στρατηγική αυτή περιοχή της Δυτικής Ασίας που ελεγχόταν από τις ΗΠΑ. Ο εμψυχωτής της Αλ Κάϊντα Ουσσάμα Μπιν Λάντεν στράφηκε κατά των ΗΠΑ, αλλά και κατά της πατρίδας του Σαουδικής Αραβίας αργότερα, μετά τον πρώτο κατά του Ιράκ πόλεμο επί προεδρείας Μπούς του πατρός, όταν δεκάδες χιλιάδες αμερικανών στρατιωτών αμφοτέρων των φύλων, είχαν στρατοπεδεύσει στην Σαουδική Αραβία. Πράγμα το οποίο είχε θεωρηθεί εκ μέρους του Μπιν Λάντεν ως κατοχή και βιασμός των ιερών εδαφών της πατρίδας του από «απίστους».
Το ερώτημα που τίθεται συχνά και βασανίζει την σκέψη μας τον τελευταίο τούτο καιρό, είναι το εξής: Οι χριστιανοί της Μέσης Ανατολής είναι θύματα θρησκευτικού φανατισμού ή απλώς υφίστανται συνέπειες αντιπαλοτήτων και συμφερόντων που δεν έχουν κανένα θρησκευτικό υπόβαθρο;
Στην αναστατωμένη σήμερα Αίγυπτο, μέχρι την ανατροπή του Βασιλέως Φαρούκ το 1952 και την εκ μέρους του Προέδρου Νάσσερ εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ και των επιχειρήσεων ξένων συμφερόντων, οι χριστιανικές κοινότητες δεν είχαν κανένα μείζον πρόβλημα με τις Αιγυπτιακές Αρχές, ούτε δε και με την επικρατούσα Ισλαμική κοινωνία της χώρας αυτής. Απόδειξη, οι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950 ανθούσες Ελληνορθόδοξες παροικίες της Αλεξάνδρειας, του Καΐρου, του Πόρτ-Σαΐντ και της Άνω Αιγύπτου, ως και αι πολυάριθμες λεβαντινικής προελεύσεως εύρωστες Ρωμαιοκαθολικές, ως επί το πολύ, κοινότητες. Η μαζική έξοδος των Ορθοδόξων προς Ελλάδα και των λοιπών χριστιανών προς Εσπερίαν, δεν οφείλεται σε πιέσεις και διωγμούς θρησκευτικού χαρακτήρος, αλλά στα επαναστατικά μέτρα του Νάσσερ, παρμένα μέσα στη δίνη του τότε ανερχομένου «Παναραβισμού», ο οποίος απέβλεπε στην απαλλαγή της Αιγύπτου, αλλά καί όλης της Μέσης Ανατολής, από την Δυτική πολιτική και οικονομική κηδεμονία. Οι εχθροπραξίες στην χώρα αυτή, που στοχεύουν σχεδόν αποκλειστικά την Κοπτική Εκκλησία, άρχισαν να σημειώνονται μετά την πολιτικοποίηση περί τα τέλη της δεκαετίας του 1970 των «Αδελφών Μουσουλμάνων», στόχος των οποίων είναι η δημιουργία μιας νέας Αιγυπτιακής κοινωνίας ερειδόμενης επί των αρχών του Ισλάμ. Κατά εκτίμηση πολιτολόγων, ειδικών περί τα θέματα της Μέσης Ανατολής, οι κατά των Κοπτών βιαιοπραγίες, αποτελούν μέρος μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής «τακτικής», που αποσκοπεί στον εκφοβισμό των 10-12 εκατομμυρίων Κοπτών και τον διά βίας προσεταιρισμό της υπολογίσιμης ψήφου τους, χωρίς την οποία το ανωτέρω ακραίο Κίνημα δεν έχει καμιά πιθανότητα να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην Αιγυπτιακή πολιτική κονίστρα.
Αλλά και στη φλεγόμενη σήμερα Συρία, την πάλαι ποτέ αγιοτόκο αυτή χώρα, οι ποικίλης προελεύσεως και παραδόσεως Εκκλησίες και εκκλησιαστικές κοινότητες, έστω και αν βρίσκονταν υπό την στενή παρακολούθηση των μυστικών υπηρεσιών, ανέκαθεν είχαν μεγάλη ελευθερία στην άσκηση των λατρευτικών, κοινωνικών και μορφωτικών τους υποχρεώσεων. Μπορεί δε να παρατηρηθεί ότι το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αντιοχείας ετύγχανε ιδιαίτερης προσοχής εκ μέρους των Αρχών, μιάς και δι΄ενός λαϊκού στελέχους αυτού, του Μιχαήλ Αφλάκ, είχε συμβάλει το 1946 στην δημιουργία του κυβερνώντος σήμερα Κόμματος Μπαάθ («Κόμμα Aναγεννήσεως») και στην εμπέδωση της ιδεολογίας του Παναραβισμού. Είναι αλήθεια ότι η εγκόλπωση της ιδεολογίας αυτής από το Παλαίφατο αυτό Πατριαρχείο, αποτελούσε «στρατηγικό ελιγμό» και οφειλόταν στην πεποίθησή του ότι θα ήταν ευχερέστερο να επιβιώσει αυτό μέσα στη Συριακή κοινωνία ως μια «εθνική αραβική οντότητα», παρά ως «θρησκευτικός θεσμός».
Τα δεινοπαθήματα, όμως, των χριστιανών δεν εντοπίζονται μόνο σε προβληματικές Αραβικές χώρες ή στην Θεοκρατική Περσία, αλλά και στο Ισραήλ. Μάλιστα δε στην, από το 1967 ήδη, κατεχόμενη από αυτό Παλαιστινιακή γη, την κάποτε Υπερ-ιορδανία. Η ενσωμάτωση από το Ισραήλ της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, όπου βρίσκεται ο Πανάγιος Τάφος και άλλα Χριστιανικά και Μουσουλμανικά Προσκυνήματα, η συνεχής δήμευση αχανών Παλαιστινιακών εκτάσεων προκειμένου να ανεγερθούν οικισμοί προς στέγαση εκατοντάδων χιλιάδων Εβραίων εποίκων από Ευρώπη, Αμερική και Ρωσσία, τα κατά των αυτοχθόνων Παλαιστινίων λαμβανόμενα διοικητικά και οικονομικά μέτρα, η αδυναμία των εκτός Μείζονος Ιερουσαλήμ διαβιούντων να επισκέπτονται τα Ιερά τους Προσκυνήματα στην Ιερουσαλήμ και την Βηθλεέμ, (ενώ ελεύθερα προσέρχονται σ’αυτά πλήθη αλλοδαπών, προσκυνητών τε και τουριστών), οι βεβηλώσεις Ναών και οι βιαιοπραγίες κατά χριστιανών εκ μέρους ακραίων Σιωνιστών και φανατικών «ορθοδόξων» Εβραίων, αλλά και η συνεχιζομένη αδιαφορία της Δύσεως για την τύχη της Παλαιστίνης, αποτελούν τους παράγοντες εκείνους οι οποίοι οδηγούν τον λαό της να εγκαταλείπει την πατρώαν γην και να παίρνει την άγουσαν είτε προς Ιορδανίαν και άλλα αραβικά κράτη, είτε προς υπερπόντιες χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία. Έτσι εξηγείται και η δραματική συρρίκνωση του γηγενούς ποιμνίου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Έπειτα από την ως άνω σύντομη περιγραφή της καταστάσεως και των προβλημάτων των Χριστιανών σε μερικές ευαίσθητες χώρες του Μασανατολικού χώρου, να μου επιτραπεί όπως διατυπώσω συμπερασματικά τις εξής εκτιμήσεις.
1- Καθώς ήδη ελέχθη, σχεδόν σε όλα τά Κράτη του χώρου αυτού, οι χριστιανοί κατατάσσονται, έστω σιωπηρώς, στην κατηγορία των υποτελών dhimmi. Όπερ σημαίνει ότι γίνονται απλώς ανεκτοί μέσα στην δεσπόζουσα κοινωνία των «πιστών». Εξαίρεση αποτελούν ο Λίβανος, λόγω της ιδιαιτερότητας του πολυθρησκευτικού πολιτεύματός του, και η Ιορδανία, όπου οι Χριστιανοί όλων των παραδόσεων, μάλιστα δε οι Ορθόδοξοι, έχουν πλήρη ελευθερία εκφράσεως και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του Ιορδανικού κοινωνικού συνόλου.
2- Οι διώξεις τις οποίες υπέστησαν οι Χριστιανοί τις τελευταίες δεκαετίες σ΄ολόκληρο τον χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, οφείλονταν περισσότερο σε φυλετικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, παρά σε οποιαδήποτε αντιπαλότητα μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων.
3- Σε όλες τις Αραβικές χώρες, αλλά και στην Περσία και το Ισραήλ, οι Εκκλησίες βρίσκονται σήμερα μεταξύ σφύρας και άκμονος. Δεν είναι δε υπερβολή να λεχθεί ότι οι χριστιανοί πέφτουν θύματα «παράπλευρων ζημιών» τις οποίες προκαλούν: α) Η αμείλικτη αντιπαλότητα μεταξύ ακραίων και μετριοπαθών Μουσουλμάνων για επικράτηση όχι μόνο στην περιοχή, αλλά και στην κοινωνία και την κρατική δομή εκάστης χώρας. β) Ο ανταγωνισμός μεταξύ οπαδών διαφόρων τάσεων του Ισλάμ, μάλιστα δε μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών. (Τούτο γίνεται εμφανές στην περίπτωση της αιματοκυλισμένης σήμερα Συρίας, όπου οι Σουνίτες, που αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία της χώρας, εξανίσταται κατά της μειοψηφούσης Σιιτικής παραφυάδας των Αλεβιτών, που επί τεσσαρακοντετία και πλέον, κυβερνά απολυταρχικά την χώρα εν τω προσώπω των πατρός και υιού Ασσάντ). γ) Η γεωπολιτικής και οικονομικής φύσεως διαμάχη μεταξύ Δύσεως και πολλών Αραβικών Κρατών. δ ) Η συνεπεία της διαμάχης αυτής κήρυξις εκ μέρους διαφόρων ισλαμιστικών ομάδων, «Ιερού Πολέμου» κατά της «απίστου» Δύσεως και των «συγχρόνων Σταυροφόρων» της, με τους οποίους, δυστυχώς, ταυτίζουν και τους αυτόχθονας χριστιανούς, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι «η Εκκλησία του Χριστού εγεννήθη ως ιστορική πραγματικότης εις τό χώρον της λεγομένης Μέσης Ανατολής» (Μήνυμα Προκαθημένων). Και τέλος, ε) Η εις βάρος των Παλαιστινίων ασκούμενη προκλητική επεκτατική πολιτική του Ισραήλ.
4- Τα Δυτικά κράτη, φροντίζοντα πρωτίστως για την προώθηση των στρατηγικών και οικονομικών τους συμφερόντων, κυρίως δε για τον έλεγχο του ορυκτού πλούτου της Μέσης Ανατολής, ήκιστα ενδιαφέρονται για την τύχη των Χριστιανών κατοίκων της, θεωρούντα προφανώς ότι αυτοί είναι αμελητέα ποσότης, και ως εκ τούτου δεν αξίζει τον κόπο να δυσαρεστούν χάριν αυτών τις συμμάχους και φιλικές πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της περιοχής.
Καθώς διατύπωσε με ιδιαίτερη έμφαση το προχθεσινό Μήνυμα των Σεπτών Προκαθημένων, στον χώρο της Μέσης Ανατολής έχει βαθειές ρίζες η Εκκλησία του Χριστού, μάλιστα δε η Ορθόδοξη Εκκλησία. «Ο χώρος αυτός καθηγιάσθη με το αίμα των μαρτύρων της Ορθοδόξου πίστεως...Οι ανήκοντες εις τας εκεί Ορθοδόξους Εκκλησίας χριστιανοί ευρίσκονται εκεί από αιώνων, και ουδεμία ʺεθνοκάθαρσιςʺ ή ʺθρησκειοκάθαρσιςʺ δύναται να τους μετακινήση ή να δυσχεράνη την εκεί ελευθέραν διαβίωσιν και δράσιν των».
Ας ελπίζουμε ότι ένας ειλικρινής διάλογος μεταξύ χριστιανών και των νηφάλιων εκείνων και μετριοπαθών μουσουλμάνων που τάσσονται υπέρ ενός «μετα-μοντέρνου» και απαλλαγμένου από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος Ισλάμ, θα συντελέσει στην αλλαγή του κλίματος. Και ας ευχηθούμε να φέρει αγλαούς καρπούς η «Αραβική Άνοιξη» που άρχισε προ μηνών, δημιουργώντας προσδοκίες για μια ελεύθερη και δίκαιη κοινωνία στην περιοχή. Από την επιτυχία της, νομίζω, θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και η επιβίωση του εναπομείναντος Χριστιανικού πληθυσμού της Μέσης Ανατολής.
[αυτοΦωτογραφία: π. Παναγιώτης Καποδίστριας, 2006]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου