Του καθηγητή - συγγραφέα Αριστείδη Πανώτη
Άρχοντος Μ. Ιερομνήμονος της Μ.τ.Χ.Ε.
Ιστολόγια που κατευθύνονται από κύκλους «κορυβαντιώντων» κάθε προελεύσεως, συμφερόντων και ανατροφής, εκθέτουν πρόσφατα στο διαδίκτυο τα υποπροϊόντα τους με συλλογισμούς που διασύρουν την Εκκλησία της Ελλάδος ως αναρχούμενη από κάποιο εσμό φανατικών ακριβολατρών (φονταμενταλιστών) που τρομοκρατούν με κροτίδες «αποτειχίσεών» τους ενταύθα εκκλησιαστικούς επαΐοντες. Το φαινόμενο αυτό το είχα ήδη επισημάνει στην αρχή του, πριν 47 χρόνια, στο περιοδικό που εξέδιδα τότε, την Ορθόδοξη Παρουσία (1964), όταν το αυγό του άρχισε να εκκολάπτεται από διάφορους χρησμολόγους που υποδύονταν από τότε τον «μάντη των κακών» για το μέλλον της ορθοδοξίας της Εκκλησίας μας, συνεχώς διαψευδόμενοι από τα γεγονότα επί μισό αιώνα. Οι σημερινοί μιμητές τους και πάλιν έχουν πορισμό την ευσεβεία του λαού μας χωρίς ν’ αλλάξουν και γνώμη, αλλά μόνον τρόπο μεταδόσεως των παραληρημάτων τους, εφαρμόζοντας την φαρισαϊκή μεθοδολογία του περιάγειν τους αιθέρας «ποιήσαι ένα προσήλυτον» (Ματθ. κγ΄15).
Στόχος τους είναι να παρεμβαίνουν σε κάθε ευκαιρία με το λαπ-τοπ στα γόνατα, για να περιπλέκουν τα εκκλησιαστικά πράγματα και να τα συσκοτίζουν, για να παραμένουν πάντα άλυτα! Μάλιστα και κάποιοι πρόσφεραν και άσυλο σε καταδικασμένο σε καθαίρεση από την οικεία εκκλησιαστική αρχή του μόνον και μόνον γιατί αυτός από χρόνια εμφανιζόταν ως μανιακός ομοϊδεάτης τους! Οι κύκλοι αυτοί, για να τρομάξουν την ιεραρχία, εμφανίζονται ως κλώνοι του μαινόμενου Αίαντος του Τελαμώνιου και υποδύονται τον «γιγαντόσωμο φράκτη» κατά του φάσματος του Οικουμενισμού, αλλά και κατά πάσης άλλης φιλάδελφης εκδηλώσεως «ίνα μή μυανθώσιν, αλλ’ ίνα φάγωσι το Πάσχα»!
Γι’αυτό και λοιδορούν κάθε διϊστάμενο με τις αστήρικτες θέσεις τους για δήθεν «ξεπούλημα της Ορθοδοξίας» και «προσχώρηση στον παπισμό», αντιγράφοντες εαυτούς και αλλήλους και διαδίδοντες διάφορες εμπορεύσιμες φλυαρίες. Μια απ’ αυτές ήταν και η ψευδεπίγραφη «Ομολογία πίστεως», που παρέσυρε και μερικούς αρχιερείς οι οποίοι δεν υποψιάστηκαν τη δολιότητά της, αφού τους εμφάνιζε ως επίορκους των φρικτών όρκων που έδωσαν κατά την χειροτονία τους για να λάβουν την αρχιερατική αξία! Όμως υπάρχουν και κάποιοι που αφού έδωσαν αυτούς τους όρκους δεν άντεχαν την «ξενητειά» και επανέκαμψαν όχι στην μετάνοιά τους, αλλά διολίσθησαν σε «ευάλωτα περιβάλλοντα» προς «αξιοποίησή» τους! Άλλοι πάλι ουδένα «ανθενωτικόν» λογισμό κατέθεταν πριν αποκτήσουν την επαγγελματική τους μονιμότητα! Όμως δεν πρέπει να λησμονείται ότι κανένας από τους κληρικούς και θεολόγους που μετεκπαιδεύτηκαν σε ετερόδοξες Σχολές, δεν απεσκίρτησε από το «πατροπαράδοτο σέβας», ούτε και απέκλινε σε αλλότριες πεποιθήσεις.
Η συντηρητική πτέρυγα της Θεολογικής Σχολής και όχι η Φιλελεύθερη μάς άνοιξε τα μάτια να προσέξουμε πόσο ανά τους αιώνες διακριτικά πολιτεύθηκε η Εκκλησία μας απέναντι στη Παλαιά Ρώμη. Παράδειγμα οι περίφημες Εγκύκλιοι του 19ου αιώνα, όπου παρά την σκληρή επισήμανση των ρωμαϊκών καινοτομιών, ποτέ δεν εξετράπησαν σε απαξιωτικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς για την Ρωμαϊκή Εκκλησία. Όσοι μαθητεύσαμε σε συντηρητικούς διδασκάλους στην Αθήνα, όπως ήταν ο Παναγιώτης Μπρατσίωτης και ο Παναγιώτης Τρεμπέλας κ.ά. στα αυτιά μας ακόμη αντηχούν οι χαρακτηρισμοί τους για την Δυτική Εκκλησία, ότι πρόκειται περί «της σεβασμίας Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας»! Αυτή η θέση ενισχύθηκε σε εμένα και κατά την μετεκπαίδευσή μου στον Άγιο Σέργιο στο Παρίσι από τον Κατάνης Κασσιανό και τον Αθανάσιο Καρτασώφ κ.ά., οι οποίοι ποτέ δεν εκστόμισαν τέτοιες ανιστόρητες ασυναρτησίες σαν αυτές περί της «δυτικής παρασυναγωγής» και άλλα ευτελή ακούσματα που κάνουν την Οικουμένη να καγχάζει σε βάρος του επιπέδου της Εκκλησίας μας. Δυστυχώς, οι λεκτικοί εξωφρενισμοί αναιρούν και τις θέσεις και αυτού του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, ο οποίος θεωρούσε την Παλαιά Ρώμη κανονική Εκκλησία και τον επίσκοπό της ως Πρώτον της, παρά την και τότε διαπιστωμένη ετεροδοξία της! Οι γραπτές μαρτυρίες του Συρόπουλου δείχνουν ότι ο Εφέσου συμμετείχε στην Σύνοδο της Φλωρεντίας με συνείδηση ότι συμπράττει σε κανονική Οικουμενική Σύνοδο μέχρι τις αντορθόδοξες αποφάσεις της. Γι’ αυτό και συμπροσευχόταν χωρίς την άρση της θλιβερής ιστορίας του 1054 μεταξύ του μοναχού Νικήτα και του καρδιναλίου Ουμβέρτου, ιστορίας που μέχρι τα χρόνια μου παρουσιαζόταν από ζηλωτική παραπληροφόρηση ως εμπόδιο στην καταλλαγή και παρέσυρε τους πάντες, ακόμη και τον π. Αυγουστίνο, να πιστεύει ότι υπήρχε αμοιβαίο Ανάθεμα! Όμως η ιστορική έρευνα διαπίστωσε ότι η «ακοινωνησία» των δύο Εκκλησιών δεν προήλθε από Αναθέματα και έπρεπε να απομυθοποιηθεί το παρελθόν και γι’αυτό έγινε και η γνωστή άρση τους ως μια απόφαση εκκλησιαστικής σκοπιμότητας! Ήδη ο παπά-Χαραλάμπης είχε αρχίσει τις αγρυπνίες του στη μονή Πετράκη και απειλούσε με τους ζηλωτές του, συνασπισμό των παρεκκλησιαστικών παρατάξεων για την επανάληψη των Ημερολογιακών ασχημιών του Αγίου Όρους των ετών 1927-1928. Αλίμονο αν κάποτε καταγράψω την ιστορία και την θεολογική ποιότητα του ελλαδικού «ανθενωτισμού» !
Ο αλληλοσεβασμός μεταξύ των δύο Εκκλησιών δεν χάθηκε και μετά την απόρριψη των πεπραγμένων της Φλωρεντίας, όπως φαίνεται από την ήδη δημοσιευμένη αλληλογραφία του πατριάρχη Ιερεμία Β΄ και του πάπα Γρηγορίου ΙΓ΄. Και μετά ταύτα έχουμε αποδείξεις της συγγενείας των δύο Εκκλησιών κάτι που αγνοούν οι πολλοί όπως είναι: η αμοιβαία σιωπηρή αναγνώριση της κανονικότητος των χειροτονιών όλων των βαθμών. Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα είναι εκείνο του περίφημου κανονολόγου Καλλίνικου Δελικάνη, μετά μητροπολίτη Καισαρείας, πού όταν τον έστειλε το Φανάρι στο Άγιον Όρος για να μάθει την ορθόδοξη τάξη οι Αγιορείτες εξέλαβαν την παρουσία του ως προσπάθεια «εξουνιτισμού» και αντέδρασαν! Αυτό καταδεικνύει πόσον «κύμβαλα αλαλάζοντα» είναι όσοι μιμούνται τον στείρο και άκριτο ζηλωτισμό του Νικήτα του ΙΑ΄αιώνα και τα του Αυξεντίου του 18ου αιώνα, ίσως γιατί ποτέ δεν πρόσεξαν την τίμια συμβουλή του νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ: «μή ποτε και θεομάχοι ευρεθούν» (Πραξ. ε΄ 39)! Με την πείρα των ετών μου συχνά διερωτώμαι: αν κάποιοι από τους αυτόκλητους «αμύντωρες των πατρίων» είχαν γεννηθεί σε κάποια ετερόδοξη Εκκλησία θα υποστήριζαν τις ίδιες ιδέες ή και πάλι θα υπεραμύνονταν τις εντελώς αντίθετες με τις δικές μας;
Ας έλθουμε τώρα σε ένα πονηρό άρθρο που πρόσφατα δημοσιεύθηκε για να αμφισβητήσει την ύπαρξη της κανονικής τάξεως της «Πενταρχίας» την οποία η κατ’ Ανατολάς Εκκλησία θεωρεί ως τιμαλφές πατροπαράδοτο πολίτευμα, το οποίο στήριξε και μετά την απομάκρυνση της Παλαιάς Ρώμης από την αδελφότητα των πέντε αποστολικών Θρόνων. Κατά την β΄ χιλιετία της Χριστιανοσύνης, μετά το μεγάλο Σχίσμα, η Ανατολή δεν εξέλεξε ποτέ Επίσκοπο Ρώμης έτσι ώστε να συμφωνήσει μαζί του για την σύγκληση νέας Οικουμενικής Συνόδου. Έτσι, ο τόπος του «Πρώτου Επισκόπου» παρέμεινε πάντα ανοικτός και αναπληρώθηκε στην Ανατολή από τον έχοντα τα «ίσα πρεσβεία τιμής», αρχιεπίσκοπον της Νέας Ρώμης. Όμως ο επίσκοπος της Π. Ρώμης δεν άντεξε αυτήν την απομόνωσή του, αφού τα «πατριαρχεία» της Ακυηλίας και της Βενετίας ήταν απλές σκιές. Έτσι κατέφυγε στην κατασκευή αντιγράφων της «Πενταρχίας» από «πατριαρχικούς θρόνους» που προέκυψαν από τις διαστάσεις υποψηφίων διεκδικητών αυτών των θρόνων ή και από την ανάγκη διεθνούς προστασίας των χριστιανών στη Μέση Ανατολή λόγω του κινδύνου των εξισλαμισμών. Στην Ανατολική Ευρώπη η αφομοιωτική τακτική της τσαρικής και αργότερα της σοβιετικής παρεμβάσεως συσπείρωσε το εθνικό φρόνημα όμορων λαών και τους έκανε να αναζητήσουν προστασία στη Ρώμη. Έτσι δημιουργήθηκε το πολυδαίδαλο «Ουνιτικό πρόβλημα», που μερικοί το απλοποιούν γνωρίζοντας μόνον την ελλαδική εκδοχή του, πρόβλημα που τώρα αποτελεί πραγματικό «σκόλωπα» στην αγαθή εξέλιξη των σχέσεων των δύο Θρόνων της μιας Ρώμης.
Μήπως είναι αποκύημα της παλαιάς «φυλετικής φαντασίας» η πρόσφατη άποψη γνωστού «χώρου» διεκδικήσεων, πως δεν υπάρχει για την σύγχρονη ορθόδοξη εκκλησιολογία η «Πενταρχία»;
Οι συντάκτες και οι υποκινητές αυτού του άρθρου θέλουν να αγνοούν την κανονική προσήλωση των παλαίφατων Πατριαρχείων της Ανατολής στην τήρηση της τάξεως των Διπτύχων της Εκκλησίας μας;
Μήπως αγνοούν πόσον επιμελώς συντηρείται η παραχάραξη της «Πενταρχίας» από την Παλαιά Ρώμη;
Η «Πενταρχία» για τους Ορθοδόξους παραμένει αμετακίνητος θεσμός οικουμενικής και πατερικής κληρονομιάς στη Δύση και στην Ανατολή.
Όμως επί του θέματος ενδέχεται κάποτε να προκύψουν Κανονικά ζητήματα, ίσως με πρωτοβουλία της Παλαιάς Ρώμης, για όλα τα Πατριαρχεία και τις αυτοκέφαλες Εκκλησίες της ανατολική Ευρώπης που προέκυψαν από τον 15ο αιώνα μέσα στη δικαιοδοσία της Νέας Ρώμης.
Μήπως αυτά εκπροσωπούνται από την Μητέρα Εκκλησία τους στις Οικουμενικές Συνόδους, όπως γινόταν στην αρχαιότητα για τα δυτικά πατριαρχεία Ακυϊλίας και Βενετίας;
Επομένως, όσοι αναμοχλεύουν το θέμα του ήδη παγιωμένου αυτού θεσμού ας αναλογιστούν τι θα συμβεί όταν πραγματικά βελτιωθούν οι σχέσεις των δύο κορυφαίων αρχαίων Εκκλησιών. Τότε τα εσωτερικά κάθε εκκλησιαστικής διοικήσεως θα ρυθμιστούν όχι με το πληθυσμιακό μέγεθος, αλλά με καθαρά κανονικά, εκκλησιολογικά και ιστορικά κριτήρια στα πλαίσια της «Πενταρχίας»!
[Πηγή άρθρου: amen.gr / Εικονογράφηση: Fundamentalism, έργο του Kyle Ethan Fischer]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου