© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Η Ρ Ι Ο

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Γιορτινό σαρακοστιανό τραπέζι

Γράφει ο Παύλος Φουρνογεράκης
Αγίου μέρα σήμερα, μεγάλη η Χάρη του, ας είναι βοήθεια μας. Το στρωμένο τραπέζι λαμπυρίζει στα γιορτινά του, δίπλα στον χριστουγεννιάτικο διάκοσμο. Περίοδος σαρακοστής και το παραδοσιακό φαγητό ανήμερα του Αγίου Διονυσίου ψάρι σκορδαλιά και χταποδάκι για ορεκτικό, ακόμα και αν την προηγούμενη μέρα το «πρόχειρο» φαγητό περιελάμβανε κρέας. Άλλοτε ήταν απαράβατος θρησκευτικός διατροφικός κανόνας: από του Αγίου Φιλίππου στις 14 του Νοέμβρη άρχιζε η αποχή από τα κρέατα και τα γαλακτοκομικά, που κράταγε μέχρι τα Χριστούγεννα.

Η φροντίδα για το γιορτινό φαγητό άρχισε μέρες νωρίτερα, ο καιρός αυτή την περίοδο είναι ακατάλληλος για ψάρεμα και είναι αδύνατο να εξυπηρετηθεί κανείς την τελευταία στιγμή. Ξέραμε ότι θα έχουμε φιλοξενούμενο και σπεύσαμε να παραγγείλουμε καλό ψάρι αμέσως μετά την πρόσφατη κακοκαιρία. Τότε η ψαριά έχει επιτυχία, η θολούρα κάνει τα δίχτυα αόρατα και τα ψάρια χτυπούν πάνω στον αναπάντεχο φράχτη της περιπλάνησής τους κι εγκλωβίζονται. Διαλέξαμε μια μεγάλη συναγρίδα και τη ρίξαμε αμέσως στον καταψύκτη για να διατηρηθεί φρέσκια μέχρι να έρθει η μέρα που θα διεγείρει τις αισθήσεις μας με τη μοσχοβολιά της.

Και τι θύμησες ξύπνησαν μέσα μου όταν την ξάπλωσα πάνω στην παγκάδα να την ξελεπίσω. Έμοιαζε μ' εκείνη που καμάκωσε ο καπετάν Τάσης στο Λούμπο, το πρώτο βράδυ που ψαρέψαμε με πυροφάνι. Μια καλοκαιρινή νύχτα που η θάλασσα ασκούσε το γκριζωπό της πέπλο στην ακινησία, προσαρμόσαμε τη λάμπα πετρελαίου με το μεγάλο καπέλο σε ειδική βάση στην πλώρη του μικρού μας μπατέλου και κατευθυνθήκαμε κωπηλατώντας στο μικρό νησάκι του Αγίου-Σώστη που «χάθηκε» σήμερα ανάμεσα στις μαρόκες του μικρού λιμανιού. Η νύχτα είχε απλώσει το απόλυτο σκοτάδι. Κανένα φως από στεριά ή θάλασσα δεν παραβίαζε το άδυτό της. Μόνο η δική μας λάμπα καμάρωνε το μέγεθος των ακτίνων της και αποκάλυπτε την ομορφιά του βυθού που ξαφνιαζόταν από το φωτοβόλο επισκέπτη.

-Σία τα κουπιά, ακούστηκε η επιβλητική φωνή του καπετάν-Τάση και με μια βίαιη κι εύστοχη κίνηση εκτόξευσε με δύναμη τη καμάκι πάνω στη μεγάλη συναγρίδα. Στα κουπιά ο Νικόλας, φίλος και γείτονας ζητωκραύγαζε κι εγώ πιτσιρικάς, έκθαμβος χοροπηδούσα για το κατόρθωμα του πατέρα. Θέλει μαστοριά το ψάρεμα με πυροφάνι, η διάθλαση του νερού μετακινεί το στόχο και είναι δύσκολο να τον πετύχεις.

Πιάναμε και χταπόδια με το πυροφάνι, πολλά χταπόδια και τα διατηρούσαμε σε μεγάλα βάζα με ξίδι για τις μέρες του χειμώνα. Στα διαλείμματα του σχολείου έτρεχα στο σπίτι μου, που βρισκόταν κολλητά με το δημοτικό του χωριού, έπαιρνα μια διπλόφετα ζυμωτό σταρένιο ψωμί από το φούρνο της μάνας, τη λάδωνα στο διπλανό λητρουβείο και άπλωνα πάνω της έναν αποκλαμό από χταπόδι. Τι γεύσεις Θεέ μου, τι ποικιλία, τι ομορφιά είχε ο κόλπος του Λαγανά τα χρόνια της αθωότητας, τότε που τα μοναδικά λύματα ήταν τα λίγα ληόζουμα από τα πρωτόγονα λητρουβεία της περιοχής.

Αργότερα αποκτήσαμε μηχανή και δίχτυα, το ψάρεμα έγινε επαγγελματικό και οι συναγρίδες εξασφάλιζαν σημαντικό για την εποχή εισόδημα. Πριν ακόμα χαράξει αρχίζαμε το μάζεμα των διχτυών. Είχαμε μοιράσει τις δουλειές, εκείνος στην πρύμνη τραβούσε τα δίχτυα κι εγώ με τα κουπιά έδινα την κατάλληλη οπίσθια πορεία στη βάρκα, ώστε να δίχτυα να είναι ορατά και η ανέλκυσή τους πιο εύκολη. Καταλάβαινα από τις κινήσεις του γεροδεμένου πατέρα με τα μεγάλα μπράτσα και τους διογκωμένους μυς, το βάθος της θάλασσας και το περιεχόμενο της ψαριάς. Η βάρκα βυθιζόταν όλο και πιο βαθιά σε κάθε τράβηγμα, όταν ο βυθός φαινόταν μακριά και τα ρεύματα έκαναν τα δίχτυα ασήκωτα από τις αντίθετες δυνάμεις που ασκούσαν πάνω τους. Καταλάβαινα ακόμα και το είδος των ψαριών που φαίνονταν καθώς ανέβαιναν τυλιγμένα στα κίτρινα δίχτυα. Στις γρήγορες αποφασιστικές κινήσεις του καπετάνιου αντιστοιχούσαν τα μεγάλα και λαμπερά ψάρια που σ΄ έκαναν να τα θαυμάζεις ακόμα και μες στη φυλακή τους. Άλλοτε πάλι οι κινήσεις ήταν νωχελικές μες στο αγκομαχητό της αποτυχημένης ψαριάς. Μα οι συναγρίδες, αυτές έλκυαν περισσότερο την προσοχή και το ενδιαφέρον! Θα είναι «αρτιμελείς» ή κούφιες και γεμάτες ψείρες;

-Εξασφαλίσαμε τον κύριο Σταύρο και … λίγο αργότερα και τον κύριο Γιάννη και την κυρία Κύρου….

-Ώχ ούτε για τη γάτα μας δεν κάνει, είναι γεμάτη ψείρες ή …έχει μείνει λίγο κρέας στην ουρά!

Έτσι ονομάτιζε ο πατέρας τις συναγρίδες ανάλογα με την αρτιότητά τους. Λαμπερές κι εύγευστες όσο κανένα άλλο ψάρι, γινόντουσαν λεία αποκρουστικών ψειρών που τρύπωναν στις φυλακισμένες συναγρίδες από τα αστραφτερά τους μάτια. Αν ήταν πολλές καταβρόχθιζαν όλο το ψάρι εκτός από τα κόκαλα και την επιδερμίδα με τα λέπια. Έμοιαζαν με σαρανταποδαρούσες ήταν γλοιώδεις και δημιουργούσαν έντονο κνησμό σ΄ όποιον τολμούσε να τις εγγίξει. Υπήρχαν και άλλες που έμοιαζαν σαν τις μεγάλες γουρουνούλες που παρουσιάζονται στον τόπο μας τις υγρές μέρες του χειμώνα.

Κρυφοχαιρόμουνα και μάλλον δεν μπορούσα να μην αποκαλύψω το μικρό μειδίαμα όταν καταλάβαινα ότι κάποιες συναγρίδες είχαν χάσει μόνο τα μάτια και τα εντόσθιά τους. Ήταν ακατάλληλες για τους κυρίους και τις κυρίες αλλά θα πρόσφεραν θεϊκή γεύση στο φτωχικό μας τραπέζι. Έτσι χάναμε όμως απαραίτητα χρήματα για την οικογενειακή διαβίωση, τις σπουδές, τα όνειρα… και τότε άρχιζαν οι τύψεις για τη χαρά ή ακόμα και για τη ζήλεια που ένιωθα προς εκείνους τους κυρίους και τις κυρίες. Ίσως και να προτιμούσα να ήμουνα κι εγώ μια ψείρα να γεύομαι ανενόχλητος απ΄ εκείνα που φτιάχνει στα κέφια του ο πλαστουργός…

Δεν πήγα στην εκκλησία όπως συνήθισα άλλοτε να κάνω ανήμερα τ' Αγίου. Μ' ενοχλεί όλη αυτή η πολυπληθής σύναξη των αρχιερέων και το περίφημο συλλείτουργο που στο μεγαλύτερο μέρος ευλογούν τα γένια τους και λανσάρουν τις στολές τους. Αμέσως μετά το σήμασμα της απόλυσης άρχισε η παρασκευή του φαγητού. Καθαρίσαμε τα σκόρδα, πλύναμε τις πατάτες και βγάλαμε το λευκό μουρτάρι από το βάθος του ντουλαπιού. Η συναγρίδα άρχισε να βράζει στην κατσαρόλα μαζί με το σέλινο τα κρεμμύδια, τα καρότα…

-Ντουκ-ντουκ, ντικ-ντουκ, ακούγεται το χτύπημα της σκορδαλιάς μέσα στο πέτρινο μουρτάρι (γουδί) σε πρίμο σιγόντο με της γειτόνισσας στο απέναντι σπίτι. Γνώριμος, ρυθμικός ήχος πιο γρήγορος και οξύς στην αρχή από τη σύνθλιψη και το λιώσιμο του σκόρδου, πιο αραιός και βαρύς στη συνέχεια όταν θα πέσουν οι βρασμένες πατάτες. Κι όταν οι πατάτες παίρνουν εκείνη την μορφή του λάστιχου καθώς το μουρταρόχερο σηκώνεται όλο και πιο ψηλά για να πέσει με ορμή στη μικρή κοιλότητα τότε ρίχνουμε λάδι και λεμόνι και ζουμί από το βρασμένο ψάρι…

Οι σιελογόνοι αδένες εκκρίνουν περίσσεια ποσότητα σιέλου από τη διέγερση της ουράνιας οσμής που περιλούζει σαν εκλεπτυσμένο άρωμα το σύνολο των δωματίων του σπιτιού μας. Την ώρα του φαγητού όμως επανέρχονται οι παιδικές μου τύψεις. Γιατί να μην μπορούν και οι άλλοι να στρώσουν γιορτινό τραπέζι με σκορδαλιά και συναγρίδες; Μήπως δεν πρέπει να σπαταλώ τα λεφτά μου σε ακριβά γιορτινά γεύματα και να βοηθήσω τους φτωχούς; Και η χαρά της φιλοξενίας; Πώς να χαίρεται κανείς τη γιορτή όταν γύρω του αυξάνεται η δυστυχία και η φτώχια; Πόσο καιρό θα μπορούμε ακόμα να ψαρεύουμε συναγρίδες από τις μολυσμένες θάλασσές μας; Τι θα έλεγε άραγε ο γιορτινός μας Άγιος για το περιεχόμενο και τη μορφή του γιορτασμού του;

17-12-2009

1 σχόλιο:

Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά (Μελβούρνη) είπε...

Αγαπητέ κύριε Φουρνογεράκη,

υπάρχει ακόμα στο Φιόρε μουρτάρι και μουρταρόχερο που δεν χρησιμοποιείται πλέον μόνο ως διακομητικό στοιχείο αλλά για την κατασκευή της πατροπαράδοτης αλιάδας;;;; Μη μου πεις...
Έφερα κι εγώ ένα στη Μελβούρνη, οφείλω να ομολογήσω, όμως, ότι μολονότι την αλιάδα που κάνει το μουρτάρι δεν την κάνει το μπλέντερ, εν τούτοις, στο μπλέντερ την φτιάχνω για κάποια χρόνια τώρα μια και τα χέρια δεν βοηθάνε πια...

Εύχομαι εκ βάθους καρδίας Καλά κι Ευλογημένα Χριστούγεννα και με το καλό ο Καινούριος Χρόνος.

Με αγάπη,
δ.μ.τ.

Related Posts with Thumbnails